50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΕΡΝΕΣΤΟ ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ
Στις 9 Οκτωβρίου 1917, πριν από 50 χρόνια, δολοφονείται στη Βολιβία, από γορίλες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, χιλιοτραγουδισμένος ήρωας της επανάστασης και του κομμουνισμού.
Ο Ερνέστο Γκεβάρα γεννιέται το 1928 στο Ροζάριο της Αργεντινής και από μικρή ηλικία διαπιστώνεται άσθμα. Οι γονείς του μετακομίζουν στην Αλταγκράσια και οι κρίσεις άσθματος ηρεμούν, στα δεκατέσσερα του μπαίνει σε μια ομάδα ράγκμπι και παίζει λες και η ζωή του εξαρτάται από αυτό, το παρατσούκλι του στην ομάδα είναι “Φουσερ” από τα αρχικά των λέξεων μανιασμένος και Σέρνα, που είναι το μητρικό του επίθετο. Στα διαλείμματα των αγώνων έχει πάντα ένα βιβλίο στο χέρι. Είναι παθιασμένος με τη δράση όσο και την ανάγνωση, ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα του Ερνέστο από τα πρώτα εφηβικά χρόνια μέχρι τις τελευταίες του μέρες στη Βολιβία το 1967. Λίγα χρόνια μετά την εφηβεία γεμίζει ένα ολόκληρο τετράδιο με κατάλογο των αναγνωσμάτων του, Νερούδα, Λόντον, Μποντλέρ, αργότερα ψυχολογία Γιούνγκ και Φρόιντ και στα δεκαπέντε ανακαλύπτει τους Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Τρότσκυ και Μάο.
Το 1948 γράφεται στην Ιατρική σχολή και κάνει φίλους μέλη της κομμουνιστικής νεολαίας όμως φαίνεται να μην τον ενδιαφέρει ακόμα η πολιτική δράση και στο πρόσωπο των μελών του ΚΚ Αργεντινής βλέπει “τους φανατικούς και αδιάλλακτους μαρξιστές” είναι ακόμα ένας ορμητικός έφηβος που ζει, ονειρεύεται και αναζητεί. Λίγο μετά αρχίζει τα πρώτα του ταξίδια, με ένα μικρό μοτοποδήλατο διανύει την Αργεντινή και διαβάζει.
Το 1951 ταξιδεύει στη Λατινική Αμερική με ένα φίλο, μια μηχανή και μια βαλίτσα βιβλία, πρώτα πηγαίνει στο Περού και δουλεύει σε ένα λεπροκομείο, τραντάζεται από τη φτώχεια των λαών της Λατινικής Αμερικής, η αχόρταγη διάθεσή του να γνωρίσει άλλες χώρες και η τάση για κοινωνική προσφορά τον οδηγούν σε πιο μαχητικούς δρόμους και στην πολιτική δράση.
Καταλήγει στην Γουατεμάλα και συνδέεται με το Εργατικό Κόμμα, ζει από κοντά το πραξικόπημα της Μπανάνας που σχεδιάστηκε από τις ΗΠΑ για χάρη της United Fruit Company, συμμετέχει στον ένοπλο αγώνα ενάντια στο πραξικόπημα αλλά μόνο ως γιατρός. Συνειδητοποιεί ότι η πείνα και η φτώχεια έχουν όνομα, τον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό.
Φτάνει στο Μεξικό και πάλι σχεδιάζει νέα ταξίδια, στην Ευρώπη, την Ασία και αλλού. Μέσω ενός Κουβανού φίλου από τους διωγμούς στη Γουατεμάλα γνωρίζει μια μικρή ομάδα εξόριστων Κουβανών και διατηρεί σχέσεις μαζί τους. Το 1955 γνωρίζει τον Ραούλ Κάστρο και
λίγο αργότερα τον μυθικό Φιντέλ Κάστρο που είναι αυτοεξορισμένος στο Μεξικό για να οργανώσει ένοπλη επάνοδο στην Κούβα ενάντια στο πραξικόπημα του Μπατίστα. Η συμπάθεια μεταξύ του Φιντέλ και του Ερνέστο είναι αμοιβαία. Αρχίζουν τα πρώτα σχέδια και η προετοιμασία για την ένοπλη επάνοδο, ο Φιντέλ εμπλέκει στα σχέδια του “κινήματος της 26ης Ιουλίου” τον Ερνέστο που εκείνη την περίοδο διαβάζει το Κεφάλαιο του Μαρξ και κλασικούς μαρξιστές. Στους γονείς του δηλώνει “το μέλλον μου είναι συνδεδεμένο με την απελευθέρωση της Κούβας. Ή θα θριαμβεύσω μαζί της ή θα πεθάνω εκεί”. Ο στόχος του κινήματος ήταν οι ελεύθερες εκλογές και επαναφορά του συντάγματος του 1940, η επανάσταση βέβαια θα αλλάξει αυτά τα αμιγώς δημοκρατικά σχέδια.
Στις 25 Νοέμβρη του 1956 το υπερφορτωμένο πλοιάριο “Γκράνμα” σαλπάρει με 82 αγωνιστές για την Κούβα. Από εδώ και έπειτα ο Ερνέστο είναι γνωστός ως Τσε, ο φίλος. Στις 2 Δεκεμβρίου αποβιβάζονται στην Λας Κολοράδας στην Κούβα και σχεδόν αμέσως το πολεμικό ναυτικό βρίσκεται στα ίχνη τους, πέφτουν σε ενέδρα και διασώζονται μόνο 22 μαχητές μεταξύ αυτών κι ο Τσε.
Ο Κομαντάντε Τσε
Ο Τσε Γκεβάρα από οπλίτης γρήγορα αναδεικνύεται σε Κομαντάντε της δεύτερης Φάλαγγας του Αντάρτικου Στρατού, που αποτελείται από ογδόντα μαχητές. Στο μυαλό του υπάρχουν αόριστες ιδέες για βαθιές κοινωνικές αλλαγές, ριζική αγροτική μεταρρύθμιση και μισοσχηματισμένες σοσιαλιστικές ιδέες, το μόνο σίγουρο είναι η συνέχεια της ένοπλης πάλης ενάντια στο Μπατίστα. Περιστοιχίζει την φάλαγγα από γκουαχίρος -φτωχούς εργάτες γης- και νέους, σε αυτούς βλέπει την απλότητα, την αφοβία και την αδάμαστη θέληση που διακρίνει τον ίδιο.
Στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα φέρεται αυστηρά και απαιτεί υπομονή. Η αυτοθυσία και η δικαιοσύνη είναι τα βασικά στοιχεία της ηγετικής φυσιογνωμίας του Τσε στο βουνό, είναι πιο αυστηρός με τον εαυτό του στη σωματική κόπωση και την αυτοκριτική.
Η τακτική του είναι συνεχείς επιθέσεις που αποδιοργανώνουν τον εχθρό και εφοδιάζουν με όπλα τον αντάρτικο στρατό. Οι αιχμάλωτοι αφήνονται πάντοτε ελεύθεροι ώστε να μεταφέρουν στις γραμμές του εχθρού τα αντάρτικα κατορθώματα.
Η φήμη των ανταρτών απλώνεται από τους φτωχούς αγρότες, τον αιμοδότη του αντάρτικου της Σιέρα Μαέστρα. Δημιουργείται ένας μύθος στις τάξεις του Μπατίστα, στον Τσε αποδίδονται υπερφυσικές δυνάμεις, λίγοι εκατοντάδες αντάρτες φαντάζουν ένας υπερπολλαπλάσιος και παντοδύναμος εχθρός. Στην πραγματικότητα αντάρτες παλεύουν ενάντια σε ένα στρατό που παραδίδει τα όπλα. Η Δικτατορία καταρρέει από τις ίδιες τις αντιφάσεις της και το διογκούμενο λαϊκό κίνημα που βρίσκει πολιτική διέξοδο στο πρόσωπο της 26ης Ιουλίου, η επικείμενη νίκη είναι κυρίως πολιτική κι όχι στρατιωτική.
Το Δεκέμβριο του 1958 έπειτα από σημαντικές νίκες ο Τσε εξαπολύει επίθεση-αστραπή στη Σάντα Κλάρα. Περίπου πεντακόσιοι αντάρτες πολιορκούν μια πόλη-φρούριο με πέντε χιλιάδες στρατιώτες και βαρύ οπλισμό. Ο λαός ξεχύνεται στους δρόμους μαζί τους, η οριστική νίκη είναι πολύ κοντά. Αυτή ίσως είναι και η μεγαλύτερη στρατιωτική νίκη του Τσε Γκεβάρα. Ένας, μέχρι πριν δύο χρόνια, περιπλανώμενος γιατρός καθηλώνει και τελικά συντρίβει υπεράριθμες στρατιωτικές δυνάμεις. Ο δρόμος για την Αβάνα είναι ανοιχτός. Την πρώτη Ιανουαρίου του 1959 ο δικτάτορας Μπατίστα αναγκάζεται να εγκαταλείψει την Κούβα.
Σχηματίζεται κυβέρνηση συνασπισμού των δημοκρατικών δυνάμεων από κοινού με φιλοϊμπεριαλιστές υπό τον πρόεδρο Μανουέλ Ουρούτια και αργότερα τον Οσβάλντο Ντορτικός. Όμως γρήγορα και οι δύο κυβερνήσεις καταρρέουν κάτω από τις αντιφάσεις της Κουβανέζικης Επανάστασης, το παλιό καθεστώς έχει οριστικά τελειώσει, δεν υπάρχει χώρος συμφιλίωσης με φιλοϊμπεριαλιστικές δυνάμεις πλέον στην Κούβα. Την κυβέρνηση αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου το Κίνημα της 26ης Ιουλίου υπό τον Φιντέλ Κάστρο προστατεύοντας και εμποδίζοντας ταυτόχρονα την Επανάσταση.
Ο Τσε Γκεβάρα και η Κουβανέζικη Επανάσταση
Ο Τσε Γκεβάρα μαζί με τον Φιντέλ, τον Ραούλ Κάστρο και τον Καμίλο Σιενφουέγος αποτελούν τα σημαντικότερα πρόσωπα της νέας επαναστατικής κυβέρνησης. Ο Τσε πιο κοντά στις κομμουνιστικές ιδέες και ο Καμίλο με επιρροές από τον αναρχισμό θα αποτελέσουν στην πορεία την αριστερή πτέρυγα της Κουβανέζικης Επανάστασης.
Αμέσως μετά την ανατροπή του Μπατίστα ο Τσε Γκεβάρα γίνεται διοικητής στο φρούριο Λα Καμπάνια και υπεύθυνος της πολιτικής επιμόρφωσης του στρατού, εκείνη την περίοδο παντρεύεται και τη δεύτερη και τελευταία γυναίκα του Αλέιδα. Λίγους μήνες αργότερα του ανατίθεται ο τομέας βιομηχανίας στο ινστιτούτο Αγροτικής μεταρρύθμισης και η Εθνική Τράπεζα της Κούβας. Ο ίδιος αργότερα θα δηλώσει πως σε μια από τις πρώτες συνεδριάσεις της Κυβέρνησης ο Φιντέλ ρώτησε αν υπάρχει κάποιος “economista”, ο Τσε ακούει “communista” έτσι σηκώνει το χέρι του κι ο Φιντέλ του αναθέτει την Εθνική Τράπεζα!
Ο ρόλος του Τσε στην κυβέρνηση εκφράζει αντικειμενικές πιέσεις για βαθύτερες μεταρρυθμίσεις. Ο ίδιος πρωτοστατεί στην πάλη για την εθνικοποίηση της βιομηχανίας και απαλλοτρίωση του κεφαλαίου, για την αγροτική μεταρρύθμιση, ενώ αντιπαλεύει σθεναρά τα φαινόμενα γραφειοκρατικοποίησης. Οι προσπάθειες του δείχνουν ταυτόχρονα το μεγαλείο της πράξης ενός ανθρώπου και τα όρια της.
Σαν υπουργός βιομηχανίας στοχεύει στην προσέγγιση με την ΕΣΣΔ. Την περίοδο του Αμερικανικού εμπάργκο πετρελαίου η ΕΣΣΔ παίζει ένα πολύ θετικό ρόλο δίνοντας διέξοδο στην Κουβανέζικη Επανάσταση. Ο ίδιος ο Τσε εκείνη την περίοδο βλέπει στην ΕΣΣΔ τη μακρινή και γοητευτική σοσιαλιστική πατρίδα, μια θέση που θα αναθεωρήσει αργότερα. Το 1965 από την Αλγερία καταδικάζει την οικονομική εξάρτηση της Κούβας από την ΕΣΣΔ και καταγγέλλει την σοβιετική γραφειοκρατία ως αντι-σοσιαλιστική. Πράγματι η κουβανέζικη οικονομία είχε ενσωματωθεί στο οικονομικό πλάνο της σοβιετικής γραφειοκρατίας.
Μετά την απαλλοτρίωση του μεγάλου κεφαλαίου στην Κούβα οι κινήσεις του Τσε από το υπουργείο βιομηχανίας στρέφονται ενάντια στην νεοδημιούργητη γραφειοκρατία που ενισχύεται από στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας μετά την ενσωμάτωσή του στο κίνημα της 26ης Ιουλίου.
Ο Τσε Γκεβάρα προάγει την εθελοντική εργασία, ο ίδιος έχει ως απαράβατο όρο για τον εαυτό του και το επιτελείο του την εθελοντική εργασία κάθε Κυριακή. Κάθε διευθυντής εργοστασίου υποβάλλεται σε εργασία ως απλώς εργάτης στο εργοστάσιο του μια φορά το χρόνο.
Καθόλη τη διάρκεια της θητείας του είναι αμείλικτος σε οικονομικά ή άλλα ατοπήματα από μεριάς των διευθυντών και ταυτόχρονα επιβραβεύει το ζήλο των απλών εργατών. Κατά τη διάρκεια μιας εκδήλωσης παραδίδονται σαράντα πέντε σπίτια σε εργαζόμενους που διακρίνονται περισσότερο στην εργασία, ένας εργαζόμενος αρνείται το δώρο, ο Τσε τον συγχαίρει δημόσια. Σε μια εκδήλωση για την εξύμνηση των υλικών κινήτρων εκείνος συγχαίρει αυτόν που αρνείται το βραβείο. Με τα λόγια του ίδιου “η δουλειά πρέπει να πάψει να είναι μια κοπιαστική αναγκαιότητα και να γίνει ένα ευχάριστο κοινωνικό πρόταγμα, οι νέες παραγωγικές σχέσεις θα πρέπει αν λειτουργούν έτσι που να προωθούν την αναρρίχηση του ανθρώπου προς το βασίλειο της θέλησης.”
Σε άλλες περιπτώσεις όπως κατά την έναρξη του αμερικανικού εμπάργκο ο Τσε Γκεβάρα ανακοινώνει ως υπουργός επικείμενες ελλείψεις σε προϊόντα και επιβλέπει ώστε οι προμήθειες να μοιραστούν εξίσου σε διευθυντές, κυβερνητικούς αξιωματούχους και απλούς εργάτες.
Σαν υπουργός αποζητά τον αντίλογο από κατώτερους εργάτες και αποστρέφεται τη δουλοπρέπεια. Με όλα τα μέσα και τους τρόπους ο Τσε θέλει να εμφυσήσει μια διαφορετική κουλτούρα στη νέα κουβανέζικη κοινωνία, ο απλός εργάτης και ο αγρότης πρέπει να έχουν λόγο, γεγονός που αντιτίθεται στην ίδια την αντιφατική φύση της Κουβανέζικης Επανάστασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο απαλλοτρίωσης του κεφαλαίου και επισημοποίησης του σοσιαλιστικού χαρακτήρα του καθεστώτος από το Φιντέλ απαγορεύονται οι ελεύθερες εκλογές στα συνδικάτα και οποιαδήποτε ανεξάρτητη πολιτικά έκφραση από τους εργάτες.
Στόχος η παγκόσμια Επανάσταση
Για τον Τσε Γκεβάρα η Κούβα ήταν εξαρχής ένας σταθμός. Ήδη το 1964 ο Τσε αφήνει υπόνοιες ότι το επαναστατικό του ταξίδι δεν έχει τελειώσει στην Κούβα. Εξ αρχής για αυτόν το καθήκον είναι η Επανάσταση σε ολόκληρη την Λατινική Αμερική, η Κούβα είναι η μονάχα η αρχή.
Καθήκον που περνά όχι από επαναστατικά κόμματα μέσα από μικρές αντάρτικες ομάδες που μαζικοποιούνται στην πορεία με στόχο να πυροδοτήσουν τη λαϊκή αντίδραση.
Στα μέσα του 1962 επεξεργάζεται ένα σχέδιο για ένοπλο κίνημα στις Άνδεις με κέντρο την Αργεντινή και το Περού όμως τα σχέδια αποτυγχάνουν. Το 1964 συμμετέχει στη σύσκεψη του ΟΗΕ εκφωνώντας μια μνημειώδη ομιλία ενάντια στον Ιμπεριαλισμό και λίγο αργότερα πραγματοποιεί μεγάλη περιοδεία σε αρκετές χώρες μεταξύ αυτών και ορισμένες χώρες της Αφρικής όπου εκείνη τη στιγμή βρίσκονται σε ένοπλη αντιπαράθεση με ιμπεριαλιστικές αποικιοκρατικές δυνάμεις.
Αποφασίζει να εγκαταλείψει την Κούβα και τον Απρίλη του 1965 ταξιδεύει με τον Βίκτορ Ντρέκε και δώδεκα κουβανούς μαχητές στο Κονγκό για να βοηθήσει το Λαϊκό Στρατό, ενώ λίγο αργότερα φθάνουν κι άλλοι κουβανοί συνθέτοντας μια φάλαγγα με περίπου εκατό μαχητές. Με τα λόγια του προέδρου της Αλγερίας Αχμέτ Μπεν Μπέλα και φίλο του Τσε «η κατάσταση που κυριαρχούσε στην Αφρική, η οποία φαινόταν να διαθέτει μεγάλη δυναμική για μία επανάσταση, οδήγησε τον Τσε στο συμπέρασμα πως η Αφρική αποτελούσε τον αδύναμο κρίκο του ιμπεριαλισμού.»
Η έλλειψη οργάνωσης και συνοχής των κονγκολέζικων δυνάμεων καταγράφεται στα ημερολόγια του Τσε Γκεβάρα ως ο κύριος λόγος της αποτυχίας της επανάστασης. Το επαναστατικό πνεύμα, θα σημειώσει, δεν αρκεί, οι κονγκολέζοι μαχητές ελλείψει πραγματικής ηγεσίας και πειθαρχίας κλείνουν τα μάτια και αδειάζουν μια γεμιστήρα στον αέρα για να υποχωρήσουν άτακτα στη συνέχεια.
Στα τέλη του έτους, εγκαταλείπει το Κονγκό, μαζί με τους επιζώντες της κουβανικής ομάδας, ενδιάμεσα μένει στην Τανζανία και επεξεργάζεται νέα σχέδια με αρχικό στόχο το Περού και αργότερα τη Βολιβία.
Η προετοιμασία της επιχείρησης οργάνωσης αντάρτικου στη Βολιβία άρχισε το 1966, υπό συνθήκες άκρας μυστικότητας, σε ένα απομονωμένο μέρος στην επαρχία Πινάρ ντελ Ρίο στην Κούβα.
O Τσε έφτασε στη Βολιβία την 1η Νοεμβρίου του 1966 ταξιδεύοντας με αεροπλάνο. Ήδη, όμως, από τα πρώτα βήματα της εκστρατείας εμφανίστηκαν αποθαρρυντικά σημάδια: οι Βολιβιανοί παρουσιάστηκαν εξαιρετικά απρόθυμοι να στελεχώσουν το αντάρτικο, ο πυρήνας του οποίου παρέμενε κατά βάση κουβανέζικος.
Το Βολιβιανό καθεστώς του Μπαριέντος, υπό την καθοδήγηση σαράντα αμερικάνων συμβούλων κατορθώνει να απομονώσει την αντάρτικη ομάδα και να βάψει με αίμα μαζικές διαδηλώσεις στις πόλεις και τα ορυχεία. Το αντάρτικο δεν βρίσκει δρόμο να δεθεί με τις μάζες και στις καλύτερες στιγμές του αριθμεί μερικές δεκάδες μαχητές.
Την 7η του Οκτώβρη του 1967 αρχίζει η καταδίωξη της αντάρτικης ομάδας, στο σύνολο δεκαεφτά μαχητών κάτω από στενή επίβλεψη της CIA με επικεφαλής τον Φέλιξ Ροντρίγκεζ. Στις 9 του ίδιου μήνα η αντάρτικη ομάδα συλλαμβάνεται. Μόλις οι βολιβιανοί αξιωματούχοι συνειδητοποιούν ότι έχουν αιχμαλωτίσει τον Τσε Γκεβάρα δε χάνουν χρόνο, ο Μάριο Τεράν αναλαμβάνει την εκτέλεση, ακόμα και τότε φοβούνται τον αιχμάλωτο Γκεβάρα. Οι τελευταίες λέξεις του Τσε Γκεβάρα είναι «Ήρθατε να με σκοτώσετε. Ρίξε, δειλέ, έναν άντρα θα σκοτώσεις».
Συμπεράσματα. Η Κουβανέζικη Επανάσταση και ο ρόλος του Τσε Γκεβάρα
Η Κουβανέζικη Επανάσταση αποτελεί μια εξαιρετικά αντιφατική διαδικασία. Το κίνημα της 26ης Ιουλίου ρίχνεται στη μάχη ενάντια στον Μπατίστα με αμιγώς δημοκρατικά συνθήματα.
Στην αρχή της επαναστατικής διαδικασίας υπάρχει η δυναμική της διαρκούς επανάστασης κάτω από την ηγεσία της αντι-ιμπεριαλιστικής μικροαστικής τάξης στην Κούβα. Η ανατροπή του Μπατίστα δεν έχει πισωγύρισμα, η Κούβα μπορεί μονάχα να προχωρήσει μπροστά ή να μετατραπεί εκ νέου σε Αμερικανική αποικία. Η Επανάσταση σπάζει τους δεσμούς με την αστική τάξη, το κεφάλαιο απαλλοτριώνεται, γίνονται εθνικοποιήσεις και αγροτική μεταρρύθμιση. Η συνέχεια του κράτους διακόπτεται βίαια.
Όμως ο χαρακτήρας της ηγεσίας παραμένει μικροαστικός. Παράλληλα με την επισημοποίηση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης απαγορεύονται οποιαδήποτε όργανα ανεξάρτητης εργατικής πολιτικής.
Το κίνημα της 26ης Ιουλίου είναι μικροαστικό κόμμα κι όχι εργατικό κόμμα όχι από την άποψη των φυσικών μελών αλλά από την προγραμματική, οργανωτική και ιστορική τοποθέτηση που έχει. Το καθεστώς που δημιουργείται δεν είναι προϊόν συνεργασίας των τάξεων όμως
ούτε και δικτατορία του προλεταριάτου. Το κίνημα της 26ης Ιουλίου και προσωπικά ο Φιντέλ δημιουργούν έναν ιδιότυπο βοναπαρτισμό. Η εξουσία στην Κούβα βρίσκεται στα χέρια του Φιντέλ και ενός γραφειοκρατικού μηχανισμού που λειτουργεί ως προστάτης και παράλληλα ως δυνητικό εμπόδιο στην επαναστατική διαδικασία στην Κούβα.
Αν και η μικροαστική τάξη στην Κούβα πήγε πολύ μακριά παίρνοντας σοσιαλιστικά μέτρα κάτω από την αναγκαιότητα της εποχής, δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τη διαδικασία ως διαρκή επανάσταση. Η διαρκής επανάσταση είναι ο πολιτικός και κοινωνικός μετασχηματισμός κάτω από τη δικτατορία του προλεταριάτου και υπό αυτή την έννοια δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στην Κούβα.
Ο βοναπαρτισμός που δημιουργείται είναι προϊόν μιας νικηφόρας επανάστασης που ταυτόχρονα εμποδίζει ηθελημένα την ανάπτυξη της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η σχέση με την ΕΣΣΔ και η συγχώνευση της 26ης Ιουλίου με το ΚΚ Κούβας εντείνουν τη γραφειοκρατία και το βοναπαρτισμό.
Η Κουβανέζικη Επανάσταση πήγε πολύ πιο μακριά από εκεί που ο καθένας θα περίμενε κι αυτό δείχνει τις άνευ προηγουμένου γιγάντιες ιστορικές δυνατότητες. Η κουβανέζικη εμπειρία μένει σαν μια μεταβατική μορφή.
Η ιστορική αντίφαση για την Κούβα είναι άνευ προηγουμένου. Ένα μικρό νησί στα πόδια του αμερικανικού ιμπεριαλισμού χωρίς ένα επαναστατικό κόμμα στην ηγεσία του προσπαθεί να συμβάλει στην παγκόσμια επανάσταση ενώ την ίδια περίοδο η ΕΣΣΔ, η πατρίδα του μεγάλου Οκτώβρη, διακηρύσσει τον ειρηνικό δρόμο στο σοσιαλισμό.
Ο Τσε Γκεβάρα από κοινού με τον Καμίλο Σιενφουέγος, τον αρχηγό του Επαναστατικού Στρατού παλεύουν, έως τον πρώιμο θάνατο τους, στα αριστερά της Κουβανέζικης ηγεσίας. Οι ιδέες και η τάση του Τσε Γκεβάρα έχουν ξεκάθαρα μαρξιστικό διεθνιστικό περιεχόμενο και ιδιαίτερα προς το τέλος της ζωής του και ένα αντισταλινικό πρόσημο, μάλιστα γράφει σημειώσεις κριτικής στο σταλινικό σοβιετικό εγχειρίδιο πολιτικής οικονομίας.
Είναι χαρακτηριστική η διεθνιστική αντίληψη του Τσε για την Παγκόσμια Επανάσταση όπως και άλλες αντιλήψεις για την σοσιαλιστική οικοδόμηση. Δυστυχώς ο Τσε δεν αντιλαμβάνεται έγκαιρα τη σημασία του επαναστατικού κόμματος και της Διεθνούς ως κομβικά σημεία της επαναστατικής διαδικασίας, αντ’ αυτού προκρίνει τη μέθοδο του απομονωμένου Αντάρτικου ως μέθοδο αφύπνισης των μαζών. Η μέθοδος της ένοπλης αντάρτικης πάλης εκτός της εργατικής τάξης εμφανίζεται σε μια περίοδο όπου υπάρχει επαναστατική δυναμική εντός της τάξης. Λίγους μήνες μετά το θάνατο του ξέσπασε ο Μάης του 1968 και μια σειρά άλλες εξεγέρσεις, δεν μπορούμε να ξέρουμε τι τροπή θα έπαιρναν τα γεγονότα αν ζούσε ο Τσε Γκεβάρα.
Αν και μπορεί να του καταλογιστούν ορισμένες κρίσιμες λανθασμένες απόψεις ο Τσε Γκεβάρα είναι ένας πραγματικός κομμουνιστής επαναστάτης, ένας μαχητής της ζωής κι όχι ένας ρομαντικός, ένα πρόσωπο σε αναπτήρες. Η πάλη του και το παράδειγμα του στέκονται δίπλα στους ήρωες του επαναστατικού κινήματος. Με τα λόγια του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο “Ασεβής, περιπαικτικός, επίμονος στην ηθική του, αξέχαστος.”
Φοίβος Χολέβας-Μανιάτης
5/10/2017