Από 29 μέχρι 33 χρόνια φυλάκισης στον καθένα, εκτιτέα 20!

Κείμενο και φωτογραφίες του Θόδωρου Κουτσουμπού

Το δικαστήριο κακουργημάτων (Α΄ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων), που δίκαζε, στις φυλακές Κορυδαλλού, τους 11 αγωνιστές και αγωνίστριες της Επιτροπής Αλληλεγγύης στους Πολιτικούς Κρατούμενους σε Τουρκία και Κουρδιστάν, επέβαλε ποινές εκατοντάδων χρόνων φυλάκισης. Ποινές εξοντωτικές, χωρίς μέτρο, δίνοντας ένα μέτρο του άδικου και απάνθρωπου χαρακτήρα του θεσμού της αστικής δικαιοσύνης. Θεσμού όχι δικαίου, αλλά καταστολής.

Στον Sinan Ozen Oktay επέβαλε 33 χρόνια συνολικά, 14 χρόνια κάθειρξη για ένταξη και διεύθυνση σε τρομοκρατική οργάνωση, συν 3×6 χρόνια = 18 χρόνια για τα όπλα (εισαγωγή, κατοχή και συναρμολόγηση), συν 1 χρόνο για νόθευση εγγράφων, σύνολο 33 χρόνια κάθειρξη, εκτιτέα 20 χρόνια φυλάκιση!

Στους υπόλοιπους δέκα αγωνιστές, για τα ίδια αδικήματα πλην της «διεύθυνσης» τρομοκρατικής ομάδας, οι ποινές κυμαίνονται από 29 έως 31 χρόνια, εκτιτέα φυλάκιση τα 20 χρόνια.

Σε κανέναν δεν αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά, ούτε το λευκό ποινικό μητρώο, ούτε η μετεφηβική ηλικία. Ιδιαίτερα αυστηρό ήταν το δικαστήριο απέναντι στις δύο νεαρές γυναίκες-φοιτήτριες που κατηγορήθηκαν ότι επιτέθηκαν στους γιγαντόσωμους άνδρες της Αντιτρομοκρατικής όταν βιαίως εισήλθαν τα χαράματα της 19ης Μαρτίου 2020 στο σπίτι τους, στην οδό Αυλώνος.

Πρόκειται για εξοντωτικές ποινές αναντίστοιχες με τις πράξεις που υποτίθεται ότι διέπραξαν. Όλοι καταδικάστηκαν για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση. Όχι στην Επιτροπή Αλληλεγγύης, αλλά στην τουρκική ακροαριστερή οργάνωσης DHKP-C (Επαναστατικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Κόμμα-Μέτωπο), που ενέχεται σε σειρά επιθέσεων στην… Τουρκία. Για το ελληνικό δικαστήριο κακουργημάτων (Ιωάννα Λάμπρου-Βελησσάρη, πρόεδρος, Μαρία Σπυροπούλου, εισαγγελέας), άνθρωποι και ομάδες που τολμούν να παλέψουν την αυταρχία του τουρκικού κράτους και του Ερντογάν, ενάντια στην καταπίεση των εθνοτήτων όπως του Κουρδικού λαού και όχι μόνο, που αντιτίθενται στις στρατιωτικές εισβολές σε άλλες χώρες, όπως στη Συρία, τη Λιβύη ή το Αζερμπαϊτζάν, για να μην αναφέρουμε την εισβολή στην Κύπρο, είναι ένοχοι και τιμωρούνταιμε βαριές ποινές

Στην Ελλάδα η δικαζόμενη ομάδα και καθένας από τους κατηγορούμενους ξεχωριστά δεν έχει διαπράξει καμία τρομοκρατική πράξη, ούτε κατηγορήθηκαν γι’ αυτό. Η κατηγορία για συγκρότηση «διεθνούς τρομοκρατικής ομάδας» ήταν εντελώς έωλη και οι μαρτυρίες και οι συνήγοροι υπεράσπισης (Ιωάννα Κούρτοβικ, Αλέκα Ζορμπαλά, Δημήτρης Σαραφιανός, Πατρίκιος Πατρικουνάκος) την κατέρριψαν πλήρως. Εξ άλλου η κατηγορία από νομικής άποψης ήταν δύσκολο να σταθεί. Όταν τελέστηκαν τα «εγκλήματα» για τα οποία δικάζονταν, οι 7 από τους 11 κατηγορούμενους βρίσκονταν στις φυλακές, και μάλιστα σε διαφορετικές φυλακές, καθώς είχαν συλληφθεί το 2017, στα πλαίσια ανάλογης «αντι»-τρομοκρατικής επιχείρησης, είχαν παραπεμφθεί σε δίκη και… αθωωθεί. Ωστόσο το τωρινό δικαστήριο έκρινε ότι οι 11 συγκρότησαν τρομοκρατική ομάδα. Μάλιστα, η αρχική κατηγορία της Αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας ήταν για ίδρυση και ένταξη σε τρομοκρατική ομάδα. Των περισσότερων η «ένταξη» σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της φυλάκισής τους στις ελληνικές φυλακές…

Ήταν τόσο κραυγαλέα η κατηγορία που ως ιδρυτικά μέλη κατηγορήθηκαν νέα παιδιά που δεν είχαν γεννηθεί όταν ιδρύθηκε η εν λόγω «τρομοκρατική οργάνωση». Τελικά, το δικαστήριο αποφάσισε ότι ο ένας εκ των κατηγορουμένων, ο Σινάν Οζέν Οκτάι, έχει διευθυντικό ρόλο ενώ οι άλλοι καταδικάστηκαν για ένταξη. Η διαφορά είναι 2 χρόνια φυλάκισης, 12 για την ένταξη, για όλους τους κατηγορούμενους, και 14 για ένταξη και διεύθυνση.

Για την ύπαρξη ορισμένων όπλων, ενός αντιαρματικού Low, ενός RPG (χωρίς την εκρηκτική κεφαλή), ενός καλάσνικοφ, δύο πιστολιών και δυο-τριών χειροβομβίδων και μερικών σφαιρών, που όλα μαζί χωρούσαν σε ένα ορειβατικό σάκο σύμφωνα με τον μάρτυρα κατηγορίας της Αντιτρομοκρατικής αστυνόμο Λαμπρόπουλο, η καταδίκη ήταν ομαδική. Όλοι κρίθηκαν συνυπεύθυνοι για όπλα που παραχώθηκαν σε κρύπτη κάτω από το έδαφος (τούνελ) από τον Σινάν Οκτάι, ο οποίος ανέλαβε την ευθύνη, όπλα που κρατήθηκαν μόνο για 8 ώρες – πάλι σύμφωνα με τον αστυνόμο της Αντιτρομοκρατικής. Σε άλλες συνθήκες η υπόθεση θα εκδικαζόταν ως παράνομη κατοχή όπλων, ως πλημμέλημα. Στο παρόν αντι-τρομοκρατικό δικαστήριο όλοι καταδικάστηκαν σε 6 + 6 + 6 = 18 χρόνια για κατοχή, συναρμολόγηση και εισαγωγή όπλων. Ας σημειωθεί ότι κανένα από τα όπλα αυτά δεν χρησιμοποιήθηκε στην Ελλάδα και πιθανόν βέβαια να χρησιμοποιούνταν στη Ροζάβα, στο Κομπάνι, από τους Κούρδους και Κούρδισσες αντάρτες και αντάρτισσες που αντιστάθηκαν στον ISIS και στην εισβολή του τουρκικού στρατού υπό τις διαταγές του Ερντογάν. Κατηγορίες πλημμεληματικού χαρακτήρα έγιναν κακούργημα και επιβλήθηκαν δρακόντειες ποινές. Επιπλέον, για ελαφρύτερες κατηγορίες, για το αδίκημα της νόθευσης εγγράφων (αν και κανείς από τους κατηγορούμενους δεν χρησιμοποίησε πλαστό έγγραφο ή δεν εικονιζόταν σε αυτά) επιβλήθηκε δύο χρόνια φυλάκιση και επίσης σε δύο νέες κοπέλες για αντίσταση – «επίθεση» κατά δημοσίου υπαλλήλου (αστυνομικού) γιατί διαμαρτυρήθηκαν και φωνάξανε συνθήματα όταν η Αντιτρομοκρατική εισέβαλε στην κατοικία τους.

Οι εξοντωτικές ποινές των 29, 30 ή 33 χρόνων φυλάκισης επιβλήθηκαν βάσει του αντιτρομοκρατικού νόμου. Σε τι συνίσταται η τρομοκρατία των εν λόγω κατηγορουμένων; Δεν τρομοκράτησαν τον ελληνικό λαό, δεν προέβησαν σε τρομοκρατικές πράξεις στην Ελλάδα. Κατά το κατηγορητήριο της Αντιτρομοκρατικής το DHKP-C είναι τρομοκρατική οργάνωση γιατί έτσι έχει χαρακτηριστεί από την Τουρκία και από τις αστυνομικές υπηρεσίες της Ε.Ε. Αλλά από το τουρκικό κράτος όλοι, ακόμη και πολιτικά κόμματα, όπως το φιλοκουρδικό HDP, τρίτο κόμμα στην τουρκική βουλή, κρίνεται παράνομο και ο ηγέτης του Ντερμιτάς εδώ και 5 χρόνια βρίσκεται στη φυλακή. Ο αστυνόμος έκρινε όχι με βάση τις πράξεις αλλά με βάση τη λίστα των αστυνομικών υπηρεσιών και τους καταλόγους της επιβλέπουσας CIA. Βεβαίως, κατά τον κύριο αστυνόμο της Αντιτρομοκρατικής και η Χαμάς είναι τρομοκρατική οργάνωση, αν και είναι εκλεγμένη κυβέρνηση στη Λωρίδα της Γάζας από τον παλαιστινιακό λαό. Το δικαστήριο υιοθέτησε πλήρως την κατάθεση του αστυνόμου και το κατηγορητήριο, χωρίς να λάβει υπ’ όψιν τις συντριπτικές μαρτυρικές καταθέσεις και τα όσα περιέγραψαν κατηγορούμενοι που έχουν βιώσει τη φρίκη στις φυλακές και τα αστυνομικά τμήματα της Τουρκίας – αιτία για την οποία, οι ελληνικές αρχές τους παραχώρησαν πολιτικό άσυλο.

Στην πραγματικότητα στη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας ξεσκεπάστηκε πλήρως το κατηγορητήριο. Όλοι οι μάρτυρες υπεράσπισης, από μεγάλο φάσμα της αριστεράς και του συνδικαλιστικού κινήματος (μεταξύ των μαρτύρων ήταν οι Δ. Χατζηπαναγιώτου, Άρης Σειρηνίδης, Παύλος Αντωνόπουλος, Θ. Κούρκουλας, Μάνια Μπαρσέφσκι, Γρ. Καλομοίρης, Γρηγόρης Δαφνής από το ΕΕΚ) βεβαίωσαν ότι οι κατηγορούμενοι είναι αγωνιστές του μαζικού κινήματος – και όλοι τους γνωρίζουμε μέσα από τους κοινούς αγώνες. Το ίδιο το δικαστήριο, ακόμη και η εισαγγελέας σε μία από τις παρεμβάσεις της αναγνώρισε την ανιδιοτέλεια των κατηγορουμένων… Αυτό δεν εμπόδισε την ίδια και το δικαστήριο να απορρίψει μετά την ανακοίνωση των ποινών αίτημα των συνηγόρων να αναγνωριστούν τα μη ταπεινά κίνητρα.

Στις παρεμβάσεις και στις απολογίες οι κατηγορούμενοι κράτησαν αξιοπρεπή και θαρραλέα, με μια λέξη επαναστατική στάση μέσα στο δικαστήριο. Έκαναν καθαρό ότι αγωνίζονται για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και το σοσιαλισμό στην Τουρκία, για τα δικαιώματα των λαών που καταπιέζονται, ενάντια στο σκοταδισμό και τη βία του τουρκικού κράτους που επί Ερντογάν έχει πάρει ακραίες διαστάσεις.

Τόσο μάρτυρες υπεράσπισης, που έχουν επισκεφθεί την Τουρκία σε διεθνείς αποστολές, όπως και οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι περιέγραψαν με τα πιο μελανά χρώματα την κατάσταση, ένα ατέλειωτο «εξπρές του μεσονυκτίου» που βιώνουν όλοι και όλες που δεν θεωρούνται πιστοί στο καθεστώς Ερντογάν. Φυλακές ειδικές τύπου F, βασανιστήρια και απομόνωση, απεργίες πείνας μέχρι θανάτου και απεργίες πείνας των δικηγόρων σε ένδειξη διαμαρτυρίας γιατί δεν τους αφήνουν να ασκήσουν τα υπερασπιστικά τους καθήκοντα ή που βρέθηκαν κατηγορούμενοι γιατί υπεράσπισαν κάποιον κρατούμενο. Ακόμη και το συντηρητικό ελληνικό δικαστήριο αναγκάστηκε να αναγνωρίσει ότι στη γείτονα χώρα δεν υπάρχει κράτος δικαίου, αν κι η εισαγγελέας ψέλλισε κάτι για τη νομιμότητα του Ερντογάν, αφού έχει εκλεγεί – για να πάρει την απάντηση από κατηγορούμενο ότι και ο Χίτλερ ήταν επίσης εκλεγμένος…

Πώς δικαιολόγησε ο μάρτυρας αστυνόμος της Αντιτρομοκρατικής, η εισαγγελέας, και, τέλος, η δικαστική απόφαση την κατηγορία περί «τρομοκρατικής ομάδας»; Γιατί, υποτίθεται ότι θέτουν σε κίνδυνο τις σχέσεις της Ελλάδας με το κράτος και την κυβέρνηση της γείτονος χώρας. Δηλαδή, εφόσον αυτός ο φτωχός οπλισμός που χωρούσε σε ένα ορειβατικό σάκο έφθανε στην Τουρκία ή ίσως στο συριακό Κουρδιστάν θα έθετε σε κίνδυνο τις διπλωματικές σχέσεις. Εδώ, σε ένα πολιτικό ζήτημα διπλωματίας και γεωπολιτικών παζαρεμάτων βρίσκεται κατά τη γνώμη μας η ουσία των συλλήψεων των μελών της Επιτροπής Αλληλεγγύης για τους Πολιτικούς Πρόσφυγες σε Τουρκία και Κουρδιστάν, της δικαστικής δίωξης και της βαριάς καταδίκης τους. Ήδη, η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε το 2017 συλλάβει σε ανάλογη επιχείρηση μέλη της ίδιας ομάδας, τα οποία κρατήθηκαν για περισσότερο από ενάμισι χρόνο για να αθωωθούν στο δικαστήριο. Επτά(!) από τους 11 τωρινούς κατηγορούμενους είχαν συλληφθεί, φυλακιστεί και αθωωθεί με τις ίδιες κατηγορίες. Τότε, ο Τσίπρας, για τις -κοντόθωρες- διπλωματικές ανάγκες του, εν όψει της επίσκεψης Ερντογάν στην Αθήνα, συνέλαβε τους Τούρκους και Κούρδους αγωνιστές, και τους έκλεισε στη φυλακή ως τρομοκρατική ομάδα. Όπως είχαμε γράψει τότε, έδωσε τους αγωνιστές πεσκέσι στον Ερντογάν. Τώρα τη σκυτάλη την έχει πάρει ο Μητσοτάκης και με τις ίδιες χρεοκοπημένες μεθόδους επιχειρεί, στα πλαίσια και της ΕΕ, τη διπλωματική διευθέτηση των προβλημάτων με την Τουρκία. Και για να το πετύχει ξαναδίνει πεσκέσι τα κεφάλια των αγωνιστών ελπίζοντας ότι θα εξευμενίσει τον «Σουλτάνο» Ερντογάν.

Η καταδίκη των 11 αγωνιστών και αγωνιστριών δεν στηρίζεται σε νομικά κριτήρια. Είναι μια πολιτική απόφαση, κυνική και ανάλγητη, που δεν στηρίζεται στο δίκαιο – στο αστικό δίκαιο της χώρας. Κριτήριο του δικαστηρίου δεν ήταν η νομική αλήθεια αλλά οι ανάγκες της διπλωματίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Αλλά εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Όταν οι ελληνικές κρατικές υπηρεσίες (Αντιτρομοκρατική και ΕΥΠ) συλλαμβάνουν (με τη συνδρομή ή την υπόδειξη της τουρκικής ΜΙΤ) και τα δικαστήρια καταδικάζουν σε τόσο εξοντωτικές ποινές αναντίστοιχες με τα όποια αδικήματα καταλογίζουν στους κατηγορούμενους, όταν επιβάλλουν 547 χρόνια φυλάκισης σε 11 κατηγορούμενους, όταν η δικαιοσύνη χάνει το μέτρο, αυτή η ανομία στην καρδιά του δικαιικού συστήματος δείχνει ότι όλοι οι θεσμοί του κράτους, εκτελεστική εξουσία, δικαστική εξουσία, το αστικό κράτος συνολικά, βρίσκεται σε βαθειά κρίση και παρακμή. Είναι η άλλη όψη της κρίσης που εκδηλώνεται στην οικονομία, μετά την υπαγωγή της χώρας στο καθεστώς των μνημονίων, που τώρα με την σύνθεσή της με την υγειονομική κρίση από τον κορονοϊό γίνεται ανεξέλεγκτη.

Για το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα η υπόθεση των Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών, η υπεράσπισή τους δεν είναι απλά ζήτημα μιας συνηθισμένης και αναγκαίας διεθνιστικής αλληλεγγύης. Είναι επίσης ζήτημα άμεσης υπεράσπισης των δημοκρατικών δικαιωμάτων στη δική μας χώρα, που απειλούνται από αυτήν την αποκρουστική γιγάντωση του κράτους έκτακτης ανάγκης με την τρομερή «αντιτρομοκρατική» τρομο-κρατική νομοθεσία – και που με την ευκαιρία της πανδημίας θέλει να δημιουργήσει τον κρατικό Λεβιάθαν κοινωνικού ελέγχου των πάντων.

Μια μεγάλη καμπάνια πρέπει να αναπτυχθεί για την απελευθέρωση των φυλακισμένων συντρόφων και συντροφισσών. Δεν αρκεί η συνήθης τακτική της συνυπογραφής ψηφισμάτων – που στην πράξη σημαίνει αποχή από τη ζωντανή δράση.

«Το να αγωνίζεσαι δεν είναι έγκλημα – είναι καθήκον», είναι το σύνθημα που συνεχώς φώναζαν οι δικαζόμενοι κατά τη μεταγωγή τους με το βανάκι στη δικαστική αίθουσα και πίσω στις φυλακές. Και καθήκον του ταξικού εργατικού κινήματος, των ελληνικών οργανώσεων και κομμάτων της αριστεράς, του αναρχοκομμουνισμού και της αναρχίας, είναι να αγωνιστούμε για ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΥΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ.