Απόφαση 8ου Συνέδριου (1-2 /12/2001)

Ιμπεριαλιστικός Πόλεμος και Παγκόσμια Επανάσταση:

Να οικοδομήσουμε το ΕΕΚ! Να επανιδρύσουμε την Τέταρτη Διεθνή!

1. Όλοι οι ρυθμοί της Ιστορίας έχουν επιταχυνθεί με την έκρηξη των αντιφάσεων της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.

Η συγχρονισμένη παγκόσμια οικονομική ύφεση που βυθίζει ταυτόχρονα Αμερική, Ευρώπη και Ιαπωνία, οι μαζικές κινητοποιήσεις στις Μητροπόλεις και την περιφέρεια και τώρα ο νέος γύρος πολεμικών συγκρούσεων στην Κεντρική Ασία εκφράζουν με τον πιο δραματικό κι αναμφισβήτητο τρόπο την φύση της εποχής μας, την ιστορική παρακμή του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Η 20χρονη αχαλίνωτη επέκταση του πλασματικού κεφαλαίου και η παγκοσμιοποίηση των χρηματιστηριακών αγορών αντιπροσωπεύει μιαν απόπειρα ελέγχου της παγκόσμιας κρίσης και της ριζοσπαστικοποίησης των μαζών, μετά την κατάρρευση του οικοδομήματος του Μπρέττον Γουντς. Το ψηλότερο σημείο αυτής της αντεπίθεσης του κεφαλαίου ήταν η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και του “υπαρκτού”, καθώς οι αντιφάσεις που είχε συσσωρεύσει ο σταλινισμός στη μπλοκαρισμένη μεταβατική μετεπαναστατική κοινωνία πυροδοτήθηκαν από τη γιγάντωση των πιέσεων από την παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου. Το εγχείρημα όμως της χρηματιστικής παγκοσμιοποίησης όχι μόνον απέτυχε πλήρως στο να δώσει βιώσιμη διέξοδο στα ιστορικά του αδιέξοδα αλλά και παγκοσμιοποίησε τις αντιφάσεις που τώρα εκρήγνυνται. Ενώ στην αρχή η κατάρρευση στην Ανατολή έδωσε νέα ώθηση στη χρηματιστική παγκοσμιοποίηση, στη συνέχεια οι ίδιες οι παγκοσμιοποιημένες αντιφάσεις του παρακμασμένου καπιταλισμού μπλόκαραν την παλινορθωτική διαδικασία που το αδιέξοδό της εκδηλώθηκε στη χρεοκοπία της Ρωσίας το 1998. Γενικότερα, η χρηματιστική παγκοσμιοποίηση διαμόρφωσε μια ριζικά αλλαγμένη σε παγκόσμια κλίμακα αρένα για την ιστορική αναμέτρηση ανάμεσα στον παρακμασμένο ιμπεριαλισμό και τα πλήθη των καταπιεσμένων μαζών του πλανήτη στις αρχές του 21ου αιώνα.

Μετά το πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας και την ιμπεριαλιστική επιδρομή στο Αφγανιστάν κανένας δεν μπορεί ν αμφιβάλλει ότι ζούμε σε μια εποχή πολέμων. Σύντομα κανείς δεν θα αμφιβάλλει ότι η ίδια εποχή είναι και εποχή επαναστάσεων. Οι μάχες που ήδη έδωσε και συνεχίζει να δίνει ο “λαός του Σηάτλ και της Γένοβας” αλλά και ο παλαιστινιακός λαός με την ηρωική Ιντιφάντα είναι το προανάκρουσμα.

Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στη Κεντρική Ασία δεν μπορεί να ειδωθεί σωστά και να πολεμηθεί αποτελεσματικά από τους επαναστάτες χωρίς μια ολοένα βαθύτερη κατανόηση της γεμάτης σπασμούς και ζιγκ ζαγκ πορείας της παγκόσμιας Ιστορίας στη μεταβατική εποχή.

Δέκα χρόνια μετά τον πόλεμο του Κόλπου και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η περιβόητη “Νέα Τάξη” που εξάγγειλε ο ιμπεριαλισμός όχι μόνο δεν έχει επιβληθεί αλλά και τον υποχρεώνει σε ένα νέο αιματηρότατο κύκλο βίας για να ελέγξει τον χαοτικό μεταψυχροπολεμικό κόσμο.

2. Η διεθνής σπείρα της ιμπεριαλιστικής βίας που άνοιξε μετά το πλήγμα της 11ης Σεπτεμβρίου και τύλιξε το πάμπτωχο Αφγανιστάν με τις φλόγες του πολέμου δεν έκλεισε με την πτώση της Καμπούλ στα χέρια των πολεμάρχων της Βόρειας Συμμαχίας, συμμάχων του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Τίποτα το τελεσίδικο ή έστω σταθερό δεν μπορεί να προκύψει από την στημένη από τις Μεγάλες Δυνάμεις, με το κλασσικό τελετουργικό τους, ” Διάσκεψη της Βόννης” για την επιβολή της μετά Ταλιμπάν κυβέρνησης. Σύντομα ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός και οι σύμμαχοί του στον διεθνή τρομοκρατικό συνασπισμό θα ανακαλύψουν ότι ήταν ένα πράγμα να κάμψουν στρατιωτικά τους Ταλιμπάν και κάτι άλλο εντελώς διαφορετικό να χαλιναγωγήσουν τις αντιφάσεις και τις δυνάμεις καταστροφής που οι ίδιοι εξαπολύσανε.

Το χάος κυβερνάει το Αφγανιστάν. Η Κεντρική Ασία και η Ινδική υποήπειρος αποσταθεροποιούνται. Το Ιράκ απειλείται άμεσα με κλιμάκωση των επιδρομών που δέχεται μια δεκαετία τώρα. Η Ουάσιγκτον ανοικτά βάζει στην ημερήσια διάταξη της μακρόχρονης τρομοκρατικής εκστρατείας, που εξάγγειλε, το Σουδάν, τη Σομαλία, την Υεμένη και δεκάδες άλλες χώρες . Στο στόχαστρο έχουν μπει όχι μόνο οι μάζες του αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου αλλά κι όλοι οι καταπιεσμένοι του “Τρίτου Κόσμου”, από τις Φιλιππίνες και την Ινδονησία στη Νιγηρία, την Κολομβία κι όλη τη Λατινική Αμερική.

Στις ίδιες τις Μητροπόλεις ο κλοιός γύρω από τα δημοκρατικά δικαιώματα σφίγγει με τους τρομονόμους, την ίδια στιγμή που η οικονομική ύφεση απειλεί με κοινωνική καταστροφή.

Τελευταίο μα καθόλου έσχατο, στη διαδικασία της συγκρότησης της διεθνούς τρομοκρατικής συμμαχίας και του πολέμου κατά του Αφγανιστάν, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός κατόρθωσε, σε στενή συνεργασία με το βοναπαρτιστικό παλινορθωτικό καθεστώς του Πούτιν αλλά και τους τοπικούς σατράπες των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών της Κεντρικής Ασίας να εγκαταστήσει την στρατιωτική του παρουσία εντός των εδαφών της πρώην ΕΣΣΔ και στα σύνορα της Λαϊκής Κίνας, την στιγμή που η ανολοκλήρωτη ακόμα διαδικασία καπιταλιστικής παλινόρθωσης σε πρώην Σοβιετική Ένωση και Κίνα μπαίνει στο κρισιμότερο στάδιό της.

Έχει ανοίξει μια νέα περίοδος σκληρών κοινωνικών και εθνικών συγκρούσεων. Το ζήτημα δεν είναι το αν οι μάζες των εκμεταλλευομένων και των καταπιεσμένων θα αντισταθούν, αυτό είναι υποχρεωμένες να το κάνουν και θα το κάνουν. Το ζήτημα είναι το πώς θα αντεπιτεθούν και πώς θα νικήσουν -με ποια στρατηγική, πολιτική, προοπτική, οργάνωση.

Ο πόλεμος έβαλε με τον πιο άμεσο κι επιτακτικό τρόπο μπροστά στη διεθνή επαναστατική πρωτοπορία της εργατικής τάξης όλα τα άλυτα νέα και παλιά προβλήματα. Η επίλυσή τους είναι αλληλένδετη με το μέγα, ιστορικό αλλά και επείγον ζήτημα της Διεθνούς. Για το ΕΕΚ αυτό σημαίνει ότι όλα τα ζητήματα θεωρίας, πολιτικής και οργάνωσης οδηγούν στην επανατοποθέτηση στην ημερήσια διάταξη της αναγκαίας πάλης να ολοκληρωθεί το πρόταγμα που έθεσαν ο Λέων Τρότσκυ και οι πρωτοπόροι σύντροφοί του και που έμεινε ανολοκλήρωτο, μέσα στις περιπλοκές των ιστορικών εξελίξεων του 20ου αιώνα.

3. Στο 7ο Συνέδριο του ΕΕΚ τον Δεκέμβριο του 1997, για πρώτη φορά από την διάσπαση από τα υπολείμματα της διαλυμένης διεθνούς οργάνωσης του Χήλυ το 1989 και μετά από μια ανεξάρτητη πορεία οχτώ χρόνων, πάρθηκε η απόφαση της συμμετοχής μας στη πρωτοβουλία που ανέλαβαν διεθνώς μια σειρά ανεξάρτητων τροτσκιστικών οργανώσεων από τη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη για μια καμπάνια ανάμεσα στις πρωτοπόρες δυνάμεις που απελευθερώνονταν από την κατάρρευση των γραφειοκρατιών του σταλινισμού και του ρεφορμισμού για την επανίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς.

Το 8ο Συνέδριο έχει το καθήκον να δει πώς δοκιμάστηκε ιστορικά αυτή η προοπτική την οποία το ΕΕΚ έβαλε στο κέντρο της δράσης του τα τελευταία χρόνια, διεθνικά και εθνικά.

Η απόφασή μας πρώτα-πρώτα πάρθηκε στη βάση μιας συγκεκριμένης ανάλυσης της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης που πρέπει να ελεγχθεί στο φως των εξελίξεων, μαζί και με τα συγκεκριμένα βήματα που έγιναν στην οικοδόμηση μιας διεθνούς επαναστατικής οργάνωσης της εργατικής πρωτοπορίας.

Στο κέντρο της ανάλυσής μας στο 7ο Συνέδριο βρίσκονταν το διεθνές κραχ με επίκεντρο την Ασία το καλοκαίρι του 1997. Δεν επρόκειτο απλώς για ένα συγκυριακό φαινόμενο κρίσης που οι εντυπώσεις του καθόρισαν την πολιτική μας απόφαση. Το κραχ στην Ασία ήταν διεθνές στη φύση και τη δυναμική του, έχοντας την αφετηρία του στη κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου στις ίδιες τις μητροπολιτικές χώρες, και σημάδευε μια ποιοτική τομή: όλη η μακριά περίοδος από τα τέλη της δεκαετίας του ’70- αρχές της δεκαετίας του ’80 της φιλελευθεροποίησης και παγκοσμιοποίησης των χρηματιστηριακών αγορών, η χωρίς προηγούμενο υπερεπέκταση του πλασματικού κεφαλαίου σαν διέξοδος στη κρίση υπερπαραγωγής κεφαλαίου στην οποία είχε καταλήξει η μεταπολεμική κεϋνσιανή άνθηση, είχε φτάσει στα όριά της. Το κεφάλαιο είχε βρει το όριο στον ίδιο τον εαυτό του – και μαζί είχε βρει το όριό της μια ολόκληρη περίοδος αναδίπλωσης του επαναστατικού κινήματος που είχε συνδεθεί με το διεθνές κύμα αγώνων του 1968-75.

Η εξάντληση της χρηματιστηριακής παγκοσμιοποίησης, της τρίτης φάσης παγκοσμιοποίησης της οικονομικής ζωής μέσα στην ιμπεριαλιστική εποχή εκδηλώνεται σε όλα τα επίπεδα

·        Στο επίπεδο της διεθνούς ταξικής πάλης , από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 με την εξέγερση των Ζαπατίστας και τον γαλλικό Νοέμβρη-Δεκέμβρη του 1995 μέχρι την ορμητική εμφάνιση του κινήματος κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, μετά ακριβώς την τομή του 1997, από το Σηάτλ του 1999 στη Γένοβα του 2001. Μαζί με την αναζωπύρωση με νέους όρους, στόχους, μορφές οργάνωσης του αντικαπιταλιστικού κινήματος στις Μητροπόλεις, εμφανίζεται και ένα νέο κύμα απελευθερωτικών αντιιμπεριαλιστικών αγώνων, με αιχμή τους σήμερα την Ιντιφάντα του παλαιστινιακού λαού.

·        Στο επίπεδο της οικονομικής κρίσης , η σπείρα που άνοιξε το 1997 στην Ασία και τον Ειρηνικό, οδήγησε στη χρεοκοπία την Ρωσία το 1998- μαζί και στη χρεοκοπία των μέχρι τότε παλινορθωτικών προσπαθειών υπό το καθεστώς Γέλτσιν που αντικαθίσταται από τον Πούτιν- βύθισε στη κρίση όλη τη Λατινική Αμερική το 1999 και κατέληξε το 2000-2001 στη Μεγάλη Ύφεση στην Αμερική, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ιαπωνία αλλά και σ’ όλο τον κόσμο.

·        Στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων , από τον κύκλο των πολεμικών καταστροφών στη Γιουγκοσλαβία και τα Βαλκάνια, που καθόλου δεν έκλεισε όπως δείχνει η Μακεδονία, άνοιξε ο κύκλος του πολέμου στην Κεντρική Ασία. Η φαινομενική συσπείρωση των ιμπεριαλισμών και στα δύο περιπτώσεις δύσκολα κρύβει, το γεγονός ότι οι πολεμικές αυτές συγκρούσεις διαμορφώνουν την αρένα των οξυνόμενων ανταγωνισμών ανάμεσα στην ιμπεριαλιστική Ευρώπη και την Αμερική , που πυροδοτείται από την κατολίσθηση στη Μεγάλη Ύφεση και την απουσία ενός νέου διεθνούς πλαισίου παγκόσμιας ηγεμονίας μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Όλες οι αντικειμενικές εξελίξεις ανάμεσα στο 7ο και το 8ο Συνέδριο όχι μόνο δεν αναίρεσαν αλλά και επιβεβαίωσαν την ορθότητα του νέου προσανατολισμού μας στην άμεση πάλη για την συσπείρωση της διεθνούς επαναστατικής πρωτοπορίας σε μια επαναστατική Διεθνή στα θεμέλια που έθεσαν οι συνεχιστές του Μπολσεβικισμού και ο Λέων Τρότσκυ ιδρύοντας την Τέταρτη Διεθνή.

4. Η Τέταρτη Διεθνής ιδρύθηκε για να ολοκληρώσει το έργο που άρχισε η Οκτωβριανή Επανάσταση και μπλόκαραν οι ήττες της παγκόσμιας επανάστασης και η επικράτηση του Σταλινισμού. Στις δύσκολες αντικειμενικά και υποκειμενικά συνθήκες που διαμορφώθηκαν για όλη την επόμενη περίοδο η νεαρή Διεθνής κατακερματίστηκε και οι διασκορπισμένες δυνάμεις της αποπροσανατολίστηκαν. Η κατάρρευση του Σταλινισμού και του λεγόμενου “υπαρκτού σοσιαλισμού” συμπαρέσυρε ένα μεγάλο μέρος των δυνάμεων τροτσκιστικής αναφοράς στην κατάρρευση, την ιστορική απαισιοδοξία, την πολιτική διάλυση ή την σεχταριστική αποστέωση. Η αναντικατάστατη επαναστατική όμως κληρονομιά και η ιστορική εμπειρία και μνήμη από την έναρξη και τη πρώτη φάση της παγκόσμιας επανάστασης πρέπει να διασωθεί, να αναγεννηθεί, να ενσωματωθεί και να ξεπεραστεί διαλεκτικά, μαζί με όλες τις προοδευτικές εμπειρίες της ανθρωπότητας στη νέα φάση της αναμέτρησης ανάμεσα στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα και την παγκόσμια επανάσταση, στη νέα φάση της.

Αρνούμαστε την ιστορική αμνησία, αρνούμαστε να βάλουμε ταφόπετρα στη κληρονομιά του Οκτώβρη, πολύ περισσότερο γιατί επιμένουμε ότι το 1991, δεν πέθανε ό,τι γεννήθηκε το 1917: η τελική έκβαση της παλινορθωτικής αντεπανάστασης θα εξαρτηθεί από μια ολόκληρη περίοδο αναμετρήσεων ανάμεσα στην επανάσταση και την αντεπανάσταση στη χώρα του Οκτώβρη και σε παγκόσμια κλίμακα. Ο ίδιος ο πόλεμος στο Αφγανιστάν είναι ένας κρίσιμος σ’ αυτή την αλυσίδα συγκρούσεων καθώς είναι φανερό ότι ένας βασικός στρατηγικός στόχος του είναι όχι μόνο τα πετρέλαια του Καυκάσου και της πρώην σοβιετικής Ασίας αλλά και ολόκληρη η πρώην Σοβιετική Ένωση.

5. Στο διάστημα που μεσολάβησε γίνανε συγκεκριμένα βήματα, κερδήθηκαν σημαντικές κατακτήσεις, εμφανίστηκαν νέα προβλήματα.

Στη βάση της απόφασης του 7ου Συνεδρίου το ΕΕΚ οργάνωσε την παρέμβασή του στις διεθνείς συναντήσεις στο Σάο Πάολο του 1997 και στο Μπουένος Άϊρες το 1998 και πραγματοποίησε με επιτυχία τον Μάρτιο του 1999 στην Αθήνα την Διεθνή Εργατική Συνδιάσκεψη της ταξικής Αριστεράς. Καρπός της τελευταίας ήταν η συστράτευση της Μαρξιστικής Εργατικής Ένωσης της Τουρκίας στη κίνηση για την Επανίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς, ένα βήμα σημαντικό και για την διεθνή πάλη γενικότερα αλλά και για την αναγκαία όσο ποτέ διεθνιστική συνεργασία ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους επαναστάτες ενάντια στο σωβινισμό και την απειλή πολέμου σε Αιγαίο και Κύπρο.

Η επείγουσα ανάγκη αναγέννησης του προλεταριακού διεθνισμού φάνηκε αμέσως καθώς με το τέλος σχεδόν της Συνδιάσκεψης άρχιζε η Νατοϊκή πολεμική επιδρομή στην Γιουγκοσλαβία. Το ΕΕΚ συμμετείχε στη πάλη για την αλληλεγγύη στον λαό της Γιουγκοσλαβίας, οργανώνοντας και επισκέψεις στο βομβαρδιζόμενο Βελιγράδι. Ο απόηχος αυτής της παρέμβασης έφτασε πολύ μακριά και έπαιξε το ρόλο της στην πρόσκληση και επίσκεψη για πρώτη φορά στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, στη 50στή επέτειο της Κινεζικής σοσιαλιστικής επανάστασης τον Οκτώβριο του 1999.

Μαζί με την ΜΕΕ Τουρκίας και μετά την επικράτηση του ΝΑΤΟ και την μετατροπή του Κοσόβου σε προτεκτοράτο, το ΕΕΚ οργάνωσε τον Ιανουάριο του 2000 το Ιδρυτικό Συνέδριο του Βαλκανικού Σοσιαλιστικού Κέντρου “Κριστιάν Ρακόφσκυ”, εγκαθιδρύοντας ένα διεθνιστικό δίκτυο στα Βαλκάνια , στο οποίο συμμετέχουν και αγωνιστές από την Μέση Ανατολή , πρώτα-πρώτα το Κουρδικό Ριζγκαρί, αλλά και τη Ρωσία( το ΡΠΚ/Λένινγκραντ και η πολιτική κίνηση Αλτερνατίβι). Στο Δεύτερο Συνέδριο του Κέντρου Ρακόφσκυ τον Μάρτιο του 2001, έγιναν καινούργια βήματα προς τα εμπρός, προπαντός με την συμμετοχή στη δράση μας μιας πρωτοπόρας ομάδας επαναστατών στη κατεχόμενη Παλαιστίνη, που αμέσως μετά το συνέδριο ίδρυσε την Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση Παλαιστίνης, μια δύναμη μικρή αλλά εξαιρετικά μαχητική και πρωτοπόρα στους αγώνες της Ιντιφάντα και της κίνησης για την επανίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς.

Η Διεθνής Σύνοδος στο Μπουένος Άϊρες τον Μάϊο του 2000, όπου το ΕΕΚ συμμετείχε με μεγάλη αντιπροσωπεία, αποτέλεσε έναν άλλο σημαντικό κόμβο στη συγκρότηση της κίνησης για την επανίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς και στην εκπόνηση ενός Προγράμματος Δράσης.

Το Πρόγραμμα Δράσης προχωράει ανισόμετρα και με διαφορετικούς ρυθμούς , πιο προωθημένους στη Λατινική Αμερική και τα Βαλκάνια/ Μέση Ανατολή και πολύ βραδύτερους στη Δυτική Ευρώπη και την Αμερική. Μέρος αυτού του προγράμματος ήταν και η παρέμβασή μας στη διεθνή κινητοποίηση κατά του ΔΝΤ στην Πράγα τον Σεπτέμβριο του 2000.

Για το ΕΕΚ ήταν η απαρχή της πρακτικής και θεωρητικής δράσης του μέσα στο νέο διεθνές κίνημα κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, με επόμενο σημαντικό σταθμό τη μάχη της Γένοβας τον Ιούλιο του 2001.

Στη Γένοβα δώσαμε την μάχη τόσο μαζί με τους συντρόφους μας στη κίνηση για την επανίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς και στο Κέντρο Ρακόφσκυ όσο και με τους συντρόφους μας στην Αντικαπιταλιστική Αντιιμπεριαλιστική Επιτροπή κατά του G 8( που τώρα μετασχηματίστηκε σε Διεθνιστική Ριζοσπαστική Αντιιμπεριαλιστική Συσπείρωση Ελλάδας- ΔΡΑΣΕ και ετοιμάζεται να συμμετάσχει στη κινητοποίηση στις Βρυξέλλες τον Δεκέμβριο του 2001 ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα αντιλαϊκά της προγράμματα και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Κεντρική Ασία).

6. Η τελευταία εμπειρία αυτή δείχνει και την εσώτερη αλληλοσύνδεση της πάλης μας και των αναγκών της σε διεθνές και εθνικό επίπεδο.

Το ΕΕΚ βλέπει στο κίνημα κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης τον καρπό της έκρηξης των αντιφάσεών της. Απορρίπτουμε και τις σεχταριστικές “οικονομίστικες” τάσεις που του γυρνούν την πλάτη κατηγορώντας το σαν μικροαστικό όσο και τις οπορτουνιστικές τάσεις που όχι μόνο κρύβουν τις αντιφάσεις που διαπερνούν το κίνημα και τους σοβαρούς ιδεολογικούς περιορισμούς του αλλά επιχειρούν και να το χειραγωγήσουν σε μια κατεύθυνση “διαλόγου” και “πιέσεων” πάνω στο παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο και τους θεσμούς του για τον “εξανθρωπισμό” του, με μέτρα σαν εκείνα του φόρου Τόμπιν.

Η διαφοροποίηση και εναντίωσή μας στη δεξιά αυτή πτέρυγα και παρέμβαση, που θεσμοποιείται μάλιστα μέσα από τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, την ATTAC και το Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε, δεν είναι σεχταρισμός. Συμμετείχαμε και συμμετέχουμε στο κίνημα και δεν ταυτίζουμε ποτέ κίνημα με κινηματισμό. Ο τελευταίος κλείνει τα μάτια μπροστά στο διαρκώς πιο κραυγαλέο γεγονός ότι το κίνημα αυτό που ο ίδιος ο Χένρυ Κίσινγκερ αναγνώρισε ότι αποτελεί απειλή για τον καπιταλισμό, κινδυνεύει από τις δεξιόστροφες παρεμβάσεις χειραγώγησης να μετατραπεί σε λόμπι της Κεντροαριστεράς διαχείρισης της κρίσης της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.

Στην Ελλάδα αυτό φαίνεται πεντακάθαρα με τις ορατές δια γυμνού οφθαλμού διασυνδέσεις που πλέκονται ανάμεσα σε ΣΥΝ, συνδικαλοπατέρες του ΠΑΣΟΚ, ΣΕΚ, ΑΤΤΑ C , Δίκτυο και Χώρο Διαλόγου, στο όνομα της πάλης κατά της “νεοφιλελεύθερης”( και μόνον) παγκοσμιοποίησης. Το ρεφορμιστικό πρόγραμμα αυτής της συσπείρωσης αξιοποιεί την έλξη που ασκεί η διεθνιστική δράση σε αγωνιστές ιδιαίτερα της νέας γενιάς, σε συνθήκες όπου η εθνικιστική αγκύλωση κυριαρχεί σε ένα μεγάλο τμήμα της επίσημης και της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, από το ΚΚΕ μέχρι μέρους των “μ-λ” κι εκείνων των τμημάτων της άκρας αριστεράς που μέχρι πρότινος σνόμπαραν το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης του κεφαλαίου. Αλλά το αξιοποιεί δρώντας σταθεροποιητικά για το κλυδωνιζόμενο σκάφος της αστικής εξουσίας και της ιμπεριαλιστικής Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το όλο ζήτημα γίνεται ιδιαίτερα επικίνδυνο καθώς οι πιέσεις από την παγκόσμια κρίση, την Μεγάλη Ύφεση, το νέο γύρο πολεμικών περιπετειών, τις γεωπολιτικές περιπλοκές σε Βαλκάνια και Μέση Ανατολή, την σύγκρουση Ευρώπης /Αμερικής, την εισαγωγή και πορεία του Ευρώ κλπ. γίνονται συντριπτικές πάνω στον ελληνικό καπιταλιστικό κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, το πιο αδύναμο κρίκο στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα της Ε.Ε. Ούτε η παρούσα κυβέρνηση των “εκσυγχρονιστών” του ΠΑΣΟΚ που βρίσκεται στην κατιούσα ούτε η Νέα Δημοκρατία υπό τον Κωστάκη Καραμανλή θα μπορεί να ελέγξει τις αναταράξεις που προκαλεί η νέα περίοδος. Η Γενική Απεργία της 26 Απριλίου 2001 σημαδεύει μια τομή στην εξέλιξη της ταξικής πάλης στην χώρα και αποτελεί το προανάκρουσμα των συγκρούσεων που έρχονται.

Η μεγαλύτερη οχύρωση της αστικής εξουσίας είναι η έλλειψη αξιόπιστης πολιτικής δύναμης από τα αριστερά που θα μπορούσε να συσπειρώσει όλες τις εργατικές και λαϊκές δυσαρέσκειες και να τις στρέψει όχι μόνο ενάντια στην κυβέρνηση αλλά ενάντια στο ίδιο το σύστημα και την εξουσία των καπιταλιστών, εγχώριων και διεθνών, ανοίγοντας μια προοπτική εργατικής εξουσίας και σοσιαλιστικής ενοποίησης των Βαλκανίων και της Ευρώπης.

Γι αυτό κι ό,τι παρεμποδίζει την ανάδυση μιας επαναστατικής υποκειμενικότητας μέσα στις μάζες αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της αστικής στρατηγικής. Την ανάγκη αυτή εξυπηρετούν και οι διάφορες γεφυροποιήσεις ανάμεσα σε κινηματισμό, άκρα αριστερά, καθεστωτική αριστερά και το ίδιο το καθεστώς, στο όνομα του διαλόγου, της ενότητας και της κοινής δράσης, του αντι-νεοφιλελευθερισμού, της αντι-παγκοσμιοποίησης κλπ.

Από αυτή την άποψη αποχτά ιδιαίτερη σημασία για το ΕΕΚ η ενίσχυση, η προάσπιση και η ανάπτυξη της συσπείρωσης δυνάμεων της ανατροπής που επιχειρείται από το Μέτωπο Ριζοσπαστικής Αριστεράς ( όπου συμμετέχουν το ΕΕΚ, το ΝΑΡ, το ΕΚΚΕ, η ΑΚΟΣερρών , οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί, ανεξάρτητοι αγωνιστές) αλλά κι από το ΔΡΑΣΕ.

Το ΜΕΡΑ και το ΔΡΑΣΕ αποτελούν σημαντικές σφήνες που παρεμποδίζουν τη σύσταση μιας αριστερής εκδοχής της Κεντροαριστεράς, όπλα ενάντια στη χειραγώγηση της εργατικής πρωτοπορίας στο άρμα της ταξικής συνεργασίας. Μπορούν να γίνουν πόλος συσπείρωσης πολλών διάσπαρτων σήμερα κι ατίθασων ως προς το σύστημα και τις γραφειοκρατίες δυνάμεων.

Αναμφίβολα τέτοιες δυνάμεις υπάρχουν και έξω από αυτά τα σχήματα που είναι κυρίως προπλάσματα με πολλές από τις αδυναμίες του παρελθόντος, δυνάμεις που μαζί τους πρέπει να επιδιωχθεί και να επιτευχθεί η ενότητα στη δράση κι ο συλλογικός πολιτικό-ιδεολογικός προβληματισμός. Η Αριστερή Ανασύνταξη είναι οπωσδήποτε μια τέτοια δύναμη .

Όσο αναπτύσσεται την επόμενη περίοδο η ταξική πάλη τόσο πιο επιτακτική θα γίνεται η ανάγκη της συγκρότησης, με όρους πάντα πολιτικής ανεξαρτησίας, ενός Ενιαίου Μετώπου των κομμάτων, οργανώσεων, κινημάτων, ανεξάρτητων αγωνιστών του εργατικού και λαϊκού κινήματος ενάντια στην κεντρική αστική εξουσία, τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ. Κοινή δράση και τώρα και αύριο καθόλου, πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα και χωρίς καπελώματα, δεν αποκλείεται και με δυνάμεις της επίσημης αριστεράς, ιδιαίτερα του ΚΚΕ. Αλλά κάτι τέτοιο μπορεί και πρέπει να προωθηθεί με την συσπείρωση πρώτα-πρώτα των πιο πρωτοπόρων δυνάμεων της ταξικής Αριστεράς στη βάση ενός επαναστατικού προγράμματος μεταβατικών διεκδικήσεων.

Το 8ο Συνέδριο του ΕΕΚ επαναβεβαιώνει την επικαιρότητα του προγράμματος που διαμόρφωσε η Έκτακτη Συνδιάσκεψή του μετά την Γενική Απεργία του Απριλίου 2001, θεωρώντας ταυτόχρονα την επεξεργασία του Προγράμματος μία ανοικτή διαδικασία που δεν το μετατρέπει σε νεκρό δόγμα.

Η πολιτική συμμαχιών που σκιαγραφείται εδώ είναι πολιτική του Κόμματος και στη περίπτωσή μας του Κόμματος που οικοδομείται μέσα από το ΕΕΚ. Όπως είμαστε αντίθετοι τόσο στην υποκατάσταση του Κόμματος από το κίνημα (κινηματισμός) όσο και του κινήματος από το Κόμμα( γραφειοκρατισμός), έτσι είμαστε αντίθετοι και σε κάθε υποκατάσταση του Κόμματος από το μέτωπο ή της ανάγκης μιας πολιτικής συμμαχιών από την κομματική εσωστρέφεια και τον κομματικό ναρκισσισμό.

7. Ιστορικές θύελλες όπως αυτές που άρχισαν να φυσούν με τα τρομοκρατικά πλήγματα στους Δίδυμους Πύργους και τον πόλεμο στο Αφγανιστάν ” φρεσκάρουν την ατμόσφαιρα”, όπως έλεγε ο Τρότσκυ και δείχνουν με τα αληθινά της χρώματα κάθε αριστερή πολιτική δύναμη στο εσωτερικό της χώρας και διεθνώς.

Τα προβλήματα που αναφάνηκαν ήταν διαφορετικά ανάλογα με τον ιδιαίτερο ιστορικό χαρακτήρα της κάθε χώρας. Γενικά, στις μητροπολιτικές χώρες το πρόβλημα ήταν είτε η ανοιχτή ή καλυμμένη προσαρμογή στον ιμπεριαλιστικό πατριωτισμό είτε ο εγκλωβισμός σε πατσιφιστικά πλαίσια. Στις χώρες της περιφέρειας, ο κυρίαρχος αντιιμπεριαλισμός των μαζών συχνά έμενε παγιδευμένος στον εθνικισμό ή και τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό, χωρίς να απειλεί τις κοινωνικές βάσεις του συστήματος που ευθύνεται για την καταπίεση, την υπερεκμετάλλευση, την εξαθλίωση τους. Στην Ελλάδα ο περιορισμός στον εθνικό-και εθνικιστικό- ορίζοντα παρεμπόδιζε τελικά την ανάπτυξη ενός αντιπολεμικού κινήματος που θα ήταν εξίσου αν όχι περισσότερο μαζικό από εκείνο τον καιρό του πολέμου στο Κόσοβο.

Ανάλογα προβλήματα διαπέρασαν και την κίνηση για την επανίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς που εκφράστηκαν και με την καθυστέρηση μιας ενιαίας τοποθέτησης- που υπήρξε μετά την διεθνή συνάντηση στη Ρώμη και την Διακήρυξη της Συντονιστικής Επιτροπής της 4ης Νοεμβρίου.

Για την υπέρβαση των προβλημάτων αυτών απαιτείται μαζί με τον συντροφικό διεθνή διάλογο η ισχυροποίηση των δυνάμεων που βρίσκονται σήμερα πιο κοντά στο επίκεντρο των διεθνών αναμετρήσεων – το πολιτικό-οργανωτικό δυνάμωμα του ΕΕΚ, του Βαλκανικού Κέντρου Ρακόφσκυ, των ερεισμάτων μας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Ο άξονας της δράσης μας στηρίζεται στα αλληλένδετα συνθήματα:

·        Να χτίσουμε το ΕΕΚ!

·        Να επανιδρύσουμε την Τέταρτη Διεθνή!

Αθήνα, 1 και 2 Δεκεμβρίου 2001