Aνακοίνωση της ΚΕ του EEK για τη συμφωνία στο Γιούρογκρουπ της 15/6

Aνακοίνωση της ΚΕ του EEK για τη συμφωνία στο Γιούρογκρουπ της 15/6

Aνακοίνωση της ΚΕ του EEK για τη συμφωνία στο Γιούρογκρουπ της 15ης Iουνίου

Η συμφωνία της κρίσης

Η συμφωνία που υπεγράφη στις 15 Ιουνίου στο Γιούρογκρουπ ανάμεσα στους θεσμούς της Ευρωζώνης και το Δ.Ν.Τ με την συνένοχη κυβέρνηση Τσίπρα συμπυκνώνει και αντανακλά τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα της καπιταλιστικής κρίσης στην Ευρώπη και την Ελλάδα στην τρέχουσα συγκυρία. Μετά από ατέρμονες διαβουλεύσεις, αποφεύχτηκε προσωρινά η απειλή “κατά του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος”, σύμφωνα με τα λόγια του Πολ Τόμσεν του ΔΝΤ, βολεύτηκε ο Σόιμπλε ενόψει γερμανικών εκλογών, η κυβέρνηση Τσίπρα κράτησε την καρέκλα, και ρίχτηκαν 140 νέα συντριπτικά βάρη στις πλάτες του καθημαγμένου λαού, με την κυνική ευχή ότι το 2060 τα πράγματα γι’ αυτόν ίσως να γίνουν καλύτερα…

Το κεντρικό στοιχείο αυτής της συμφωνίας της 15ης Ιουνίου στο Γιουρογκρουπ είναι η απόφαση να εκταμιευθούν σταδιακά τα 8,5 δις ευρώ της δόσης του δανείου με την κατ’ αρχήν συμφωνία του ΔΝΤ να παραμείνει προσωρινά και συμβολικά, όπως ζητούσε η Γερμανία, στο ελληνικό πρόγραμμα, χωρίς να δώσει πεντάρα ώσπου να επιβεβαιωθεί το αδύνατο θαύμα, η “βιωσιμότητα” του ελληνικού χρέους. Στοχεύει στο να απομακρύνει το ενδεχόμενο χρεοκοπίας στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, στην Ελλάδα, στις 20 Ιουλίου, όταν δηλαδή λήγει ένα μεγάλο ποσό ομολόγων (6,1 δις ευρώ). Με την απόφαση αυτή μεταθέτει την άμεση απειλή χρεοστασίου για το 2023. Και αυτό γιατί μέχρι τότε το ελληνικό δημόσιο έχει ελάχιστες υποχρεώσεις σε εξωτερικό και εσωτερικό δανεισμό και οπωσδήποτε όχι τέτοιες που να μπορούν από μόνες τους να πυροδοτήσουν ένα ενδεχόμενο χρεοστασίου.

Τότε, δηλαδή το 2023, αρχίζουν και πάλι οι μεγάλες δανειακές υποχρεώσεις που επαναφέρουν τον κίνδυνο χρεοστασίου, αλλά οι οποίες παρ’ όλα αυτά παραμένουν κάτω του 15% του ΑΕΠ μέχρι το 2030, σαν συνέπεια της εφαρμογής των μέτρων βραχυπρόθεσμης πάρεμβασης στο χρέος που άρχισε να εφαρμόζεται τον Ιανουάριο (2017) και έχει σαν στόχο την απομείωσή του κατα 20% του ΑΕΠ.

Η συμφωνία αυτή έγινε δυνατή από πλευράς Ευρωζώνης και Δ.Ν.Τ μόνο μετά την αποδοχή από την πλευρά της κυβέρνησης, τόσο των μέτρων της δεύτερης αξιολόγησης, όσο και των επιπλέον μέτρων για την διετία 2019 – 2020 που αφορούν στις νέες περικοπές συντάξεων και αύξησης της φορολογίας.
Οι περικοπές αυτές χτυπάνε κατα βάση τα χαμηλά εισοδήματα και τους συνταξιούχους, όπως άλλωστε και τα μέτρα που εφαρμόζονται τώρα με την περιβόητη δεύτερη αξιολόγηση με στόχο την περαιτέρω κατεδάφιση των εργατικών και εργασιακών δικαιωμάτων.

Για την Ευρωζώνη η “συμφωνία” αυτή ήταν εκ των ων ουκ άνευ καθώς σε καμία περίπτωση δεν θα ήταν σε θέση να διακινδυνεύσει τις συνέπειες ενός χρεοστασίου σε χώρα -μέλος στην τρέχουσα συγκυρία, σε ένα πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον με ανοικτά τα μέτωπα αφ’ ενός των άγνωστων και απειλητικών για την παγκόσμια οικονομία συνεπειών της απόσχισης της Βρετανίας από την Ε.Ε. και αφ’ ετέρου των γερμανικών εκλογών, μετά τις κρίσιμες εκλογές και την καθεστωτική κρίση της γαλλικής 5ης Δημοκρατίας.

Και τα δύο αυτά στοιχεία καθιστούσαν απαγορευτικό το ενδεχόμενο να μη πληρωθούν τα ελληνικά ομόλογα στην ΕΚΤ τον Ιούλιο και να εκραγεί μία τέτοιας διάστασης κρίση μέσα στο ευρώ και την Ε.Ε. στις συνθήκες αυτές.

Σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, ουδέποτε, ούτε ακόμα και τον καιρό του δημοψηφίσματος το 2015, δεν είχαν υπάρξει διεθνείς συνθήκες τόσο ευνοϊκές για να επιδιώξει μία κυβέρνηση ένα πολιτικό και οικονομικό “εκβιασμό” είτε για να αποσπάσει κάποιες παραχωρήσεις είτε και για να ανατρέψει τα εφιαλτικά μέτρα επέκτασης του μνημονίου. Αλλά η αστική ψευτοαριστερή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ ΑΝΕΛ ήταν από καιρό παραδομένη κι έτοιμη για κάθε νέα συνθηκολόγηση με το διεθνές και ντόπιο κεφάλαιο.

Ο αρραβώνας της κρίσης

Η κυβέρνηση επέλεξε να δώσει ό,τι της ζήτησε η ευρωπαϊκή άρχουσα τάξη, από το ένα μέχρι το άλλο “άκρο” της νέας απόπειρας ανασύστασης του γαλλογερμανικού άξονα με Μέρκελ και Μακρόν.

Το αντάλλαγμα του κ. Τσίπρα για την διευκόλυνση αυτή προς την περιβόητη “ελίτ” της Ευρωζώνης, ήταν η “αποδοχή” του στο τραπέζι των Κυριάρχων σαν τον κατεξοχήν απαραίτητο Έλληνα συνομιλητή τους.
Η αποδοχή αυτή του δόθηκε μαζί με μία “υπόσχεση” ότι κάποια στιγμή μέσα στο 2018 θα συζητηθεί και το θέμα της διευθέτησης της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.

Αναβάλλοντας χρονικά την απειλή μιας έκρηξης του μη βιώσιμου, έτσι κι αλλιώς, ελληνικού χρέους, ελπίζουν η γερμανική άρχουσα τάξη του Σόιμπλε, της Μέρκελ και του Σουλτς μαζί με τους Γάλλους κεφαλαιοκράτες ότι πιθανόν να καταφέρουν να δρομολογήσουν την “νέα αρχιτεκτονική” της Ευρωζώνης στις νέες, αλλαγμένες συνθήκες.
Η οικονομική ρήξη με τις ΗΠΑ, που έχει αρχίσει ήδη από την προεδρία Ομπάμα και έχει πάρει νέες απρόβλεπτες διαστάσεις με τον Τράμπ, διαμορφώνει ένα νέο πεδίο αβεβαιότητας που αμφισβητεί όλες τις δομές με τις οποίες ο καπιταλισμός είχε διαχειριστεί την ανασυγκρότηση μετά το τέλος του Β’ Iμπεριαλιστικού πολέμου. Στρατηγικής σημασίας στο μέτωπο αυτό είναι οι αποφάσεις της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας (Fed) για την αύξηση των επιτοκίων και την μελλοντική αντιστροφή τους όταν τα σημάδια της ύφεσης εμφανισθούν στον ορίζοντα.
Ο γαλλογερμανικός άξονας πάνω στον οποίο στηρίχθηκε μεταπολεμικά η προσπάθεια καπιταλιστικής ολοκλήρωσης του ευρωπαϊκού καπιταλισμού και το εγχείρημα του ευρώ μετά την πτώση της ΕΣΣΔ είναι αμφίβολο αν μπορεί να ξεπεράσει τις ρωγμές της καπιταλιστικής κρίσης, των ανισομερειών, των ιμπεριαλιστικών ανταγωνιστικών συμφερόντων. Δύο βασικές προϋποθέσεις πάνω στις οποίες είχε στηριχθεί, δηλαδή η διέξοδος κεφαλαίων και εμπορευμάτων προς τις ΗΠΑ και την Κίνα αλλάζουν άρδην λόγω της νέας φάσης της κρίσης.
Το μαξιλάρι πάνω στο οποίο είχε στηριχθεί η οικονομία της Ευρωζώνης των τελευταίων χρόνιων της κρίσης -και είχε διαχειριστεί τους σπασμούς της μαζί και την υπόθεση Ελλάδα- ήταν και παραμένει η πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Είναι προφανές πως η ΕΚΤ δεν μπορεί να την σταματήσει όσο στα θεμέλιά της παραμένει αναμμένο το “φυτίλι”, η βόμβα του ιταλικού δημόσιου και κυρίως ιδιωτικού χρέους που συνολικά ξεπερνά τα 2 – 3 τρις ευρώ όπως επίσης και οι ανάλογης κλίμακας προβληματικές καταστάσεις στην Γαλλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Αυτό δεν σημαίνει ότι το όνειρο του Τσίπρα και του Τσακαλώτου για ένταξη στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ θα πάψει να είναι όνειρο θερινής νυκτός.

Τι ετοιμάζουν με το χρέος

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον η εγχώρια πολυδιασπασμένη άρχουσα τάξη είναι υποχρεωμένη να “δουλέψει” με αυτό που μέχρι πρόσφατα κατηγορούσε, την κυβέρνηση Τσίπρα. Γεγονός που και η ίδια η κυβέρνηση γνωρίζει πλέον και οργανώνει τα επόμενα βήματά της για να διατηρήσει την θέση της στην κυβερνητική εξουσία, εκμεταλλευόμενη τις δυνατότητες της κυβερνητικής παρέμβασης για να χτίσει γέφυρες μέσω των ιδιωτικοποιήσεων με το ευρωπαϊκό και το ντόπιο κεφάλαιο που πολλές φορές εμφανίζεται σαν “ξένο”.

Το γεγονός της συμφωνίας της 15 Ιουνίου κάθε άλλο παρά αναιρεί τις δραματικές συνθήκες μέσα στις οποίες η κυβέρνηση και η τρόικα έχουν ρίξει τους εργαζόμενους και τους καταπιεσμένους της χώρας.

Η υπόσχεση για την δρομολόγηση της διευθέτησης του δημόσιου χρέους το 2018 έχει ανάψει το πράσινο φως για την “διευθέτηση” και του ιδιωτικού χρέους το οποίο συσσωρεύεται με δραματικούς ρυθμούς.
Τα περιβόητα “κόκκινα δάνεια” ξεπερνούν τα 110 δις ευρώ ενώ με ταχείς ρυθμούς αυξάνονται και τα χρέη προς το δημόσιο (εφορίες, ταμεία, κ.λπ.).
Η ΕΚΤ μέσω του SSM έχει δρομολογήσει την πρώτη φάση εκκαθάρισης των κόκκινων δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Ήδη από τώρα το δημόσιο πολλαπλασιάζει τις κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς σε επιχειρήσεις και ιδιώτες.
Στον ιδιωτικό τομέα αυτό ήδη έχει αρχίσει με την εκκαθάριση των δανείων στις φούσκες των ΜΜΕ με δραματικές συνέπειες και εκατοντάδες απολύσεις- και μια νέα μοιρασιά της τράπουλας της διαπλοκής κεφαλαιοκρατών και κέντρων εξουσίας.

Από τον Σεπτεμβρίου ή το αργότερο τον Οκτώβριο αρχίζει ο κλοιός να σφίγγει από τις τράπεζες σε άλλες ομάδες υπερχρεωμένων κλάδων (ξενοδοχεία, εμπορικές αλυσίδες, κ.λπ.) αλλά και ιδιωτικές κατοικίες χωρίς να εξαιρεί τις χαμηλής ονομαστικής αξίας, ενώ παράλληλα αρχίζει να δρομολογείται σε πλατειά κλίμακα η πώληση χιλιάδων δανείων από τις τράπεζες σε ιδιωτικές ειδικές εταιρείες διαχείρισης δανείων.
Τα μεγέθη είναι τεράστια. Σ’ αυτή την “αγοραπωλησία” μέσα στους επόμενους μήνες πρόκειται να μετακινηθεί ένας τεράστιος όγκος ακίνητης περιουσίας, αξίας πολλαπλάσιας εκείνης που μετακινήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 μέσω της χρηματιστηριακής φούσκας.
Με την διαφορά ότι αυτήν την φορά δεν θα “χτυπήσει” την ήδη εξανεμισμένη αποταμίευση αλλά εκείνο το κομμάτι της που έχει στο μεταξύ μετατραπεί και συσσωρευτεί σε ακίνητα (πρώτης κατοικίας, εξοχικά, μαγαζιά, κ.λπ.).

Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι στη διαδικασία από το σκέλος της εκκαθάρισης των κόκκινων δανείων στις επιχειρήσεις, πρόκειται να χαθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας, αυξάνοντας την ήδη τρομακτική ανεργία και τις άθλιες συνθήκες εργασίας, όπου αυτή υπάρχει.

Η κυβέρνηση προφανώς γνωρίζοντας αυτά που πρόκειται να δρομολογηθούν τους επόμενους μήνες ετοιμάζει μία σειρά προγράμματα με κεφάλαια ΕΣΠΑ για να κλείσει προσωρινά τρύπες και να μετριάσει αντιδράσεις όπου μπορεί. Ήδη λήγουν προγράμματα με τα οποία είχαν επιχειρήσει να κλείσουν προηγούμενες “τρύπες” που είχε ανοίξει η εφαρμογή του μνημονίου, όπως συμβαίνει τώρα με τους αγώνες ενάντια στις απολύσεις των εργαζόμενων στους δήμους. Τέτοιες “τρύπες” που είχαν καλυφθεί με συμβασιούχους μικρής διάρκειας και κεφάλαια από το ΕΣΠΑ (σε γνώση της τρόικας) θα πολλαπλασιάζονται καθημερινά και το μέτωπο για το δικαίωμα στη δουλειά θα διευρυνθεί σε πολλούς τομείς του δημόσιου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα.
Οι μηχανισμοί προπαγάνδας και διασποράς σύγχυσης θα δουλέψουν με εντατικούς ρυθμούς για να κρύψουν την πραγματικότητα. Αλλά αυτό είναι τελικά αδύνατο όπως απέδειξε η εμπειρία της Ισπανίας.

Η εργατική τάξη, η νεολαία οι καταπιεσμένοι σ’ αυτή την χώρα πρέπει άμεσα να οργανωθούν, να εκμεταλλευτούν τις μέχρι τώρα συσσωρευμένες θετικές αλλά και αρνητικες εμπειρίες του αγώνα ενάντια στην ανεργία, την διαρκή επισφάλεια και δουλειά σε συνθήκες γαλέρας και να κινηθούν συλλογικά σε κάθε επιχείρηση του ευρύτερου δημοσίου τομέα και των δήμων, όπου εμφανισθεί αυτή η λαίλαπα των απολύσεων των “συμβασιούχων”.

Το μέτωπο αυτό, μαζί με το μέτωπο των απολύσεων από τις εκκαθαρίσεις των κόκκινων δανείων και κατά των εξώσεων πρέπει να γίνει η αιχμή της πάλης των εργαζόμενων στα συνδικάτα, στις αυτοοργανωμένες συλλογικότητες, στις γειτονιές, σε ένα ενιαίο μέτωπο αγώνα, που πρέπει να ανακόψει αυτό το ληστρικό εγχείρημα της τροϊκανής κυβέρνησης και των τραπεζιτών. Να στηρίξει και να ενωθεί με όλους τους αγώνες της εργατικής τάξης, με στόχο την ανατροπή της από τα κάτω και τα αριστερά, για να ανοίξει ο δρόμος να πάρει η ίδια η εργατική τάξη στα χέρια της τις τύχες της κοινωνίας και την εξουσία, για να δοθεί σοσιαλιστική διέξοδος και τέλος στον εφιάλτη της κρίσης.

Αυτοί, στις Βρυξέλλες και την Φρανκφούρτη με την συμφωνία της 15ης Ιουνίου διάλεξαν τον Τσίπρα σαν τον άνθρωπό τους για να κρατήσουν όρθιο τον καπιταλισμό-ζόμπι στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.
Η εργατική τάξη πρέπει να οργανωθεί ανεξάρτητα και ενάντια στους γραφειοκράτες, τα τσιράκια και τους “κουκουλοφόρους” τους μέσα στο εργατικό κίνημα και να τον ανατρέψει παλεύοντας για ρήξη με την ΕΕ και το ΔΝΤ, κατάργηση του χρέους κι όλων των μνημονίων της πείνας και της ανεργίας, εθνικοποίηση των τραπεζών κι όλων των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, για εργατική διαχείριση και έλεγχο, για εργατική εξουσία, στο πλευρό της εργατικής τάξης σ’ ολοκλήρη την Ευρώπη. Για να χτίσουμε μια αληθινά σοσιαλιστική Ευρώπη των ανθρώπων του μόχθου πάνω στα ερείπια της ιμπεριαλιστικής ΕΕ του Σόιμπλε, της Μέρκελ, του Μακρόν και των λακέδων τους.

Η πρόσφατη 4η Ευρωμεσογεική Συνδιάσκεψη απέδειξε έμπρακτα ότι οι εργαζόμενοι και οι μετανάστες στην Ευρώπη έχουν την δύναμη ανατροπής. Πρέπει και μπορούν να οργανωθούν, να αποκτήσουν νέα, αντιγραφειοκρατική, διεθνιστική επαναστατική ηγεσία και πρόγραμμα, να δώσουν την δική τους επαναστατική σοσιαλιστική διέξοδο στην καπιταλιστική κρίση.

Η Κεντρική Επιτροπή του ΕΕΚ

18/6/2017