ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ ΣΑΛΑΤΑΣ»

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ ΣΑΛΑΤΑΣ»

Από τη θητεία στα σύνορα του Καϊκματσαλάν

 

Ο χρόνος και το ιστορικό του πλαίσιο

Μάιος 1997 έως Σεπτέμβριος 1997.

Αλβανία. Αυθόρμητη λαϊκή επανάσταση ενάντια στο σκάνδαλο των τραπεζικών πυραμίδων (16 Ιανουαρίου έως 11 Αυγούστου 1997). Θα οδηγήσει στην ανάπτυξη μιας πολυεθνικής στρατιωτικής και αστυνομικής δύναμης καταστολής με 10.000 στρατιώτες και αστυνομικούς (η Ελλάδα θα συμμετάσχει με εκστρατευτικό σώμα επαγγελματιών στρατιωτικών 803 ατόμων) και σε ένα νέο κύμα μετανάστευσης προς Ιταλία και Ελλάδα, δύο χρόνια μετά την άρση του διετούς Ελληνικού εμπάργκο κατά της ΠΓΔ Μακεδονίας, και την λεγόμενη «ενδιάμεση συμφωνία» του 1995.

Ακόμη είναι σε εφαρμογή η εντολή της «ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ» στην ΠΓΔ Μακεδονίας με την ανάπτυξη μιας δύναμης 1.100 κυανόκρανων με σκοπό την αστυνομική επιτήρηση των συνόρων μετά την διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας από το NATO, υπό Αμερικάνική διοίκηση. Η περιοχή στα σύνορα με την Ελλάδα είναι στην ευθύνη μιας δύναμης που απαρτίζεται από 300 Φιλανδούς στρατιώτες.

Τρία χρόνια μετά την πρώτη εκλογική καταγραφή του μειονοτικού Kόμματος «Ουράνιο Τόξου» που πήρε 7500 ψήφους στις ευρωεκλογές του 1994, σχεδόν όλες στους νομούς Φλώρινας, Πέλλας και Καστοριάς. Βρισκόμαστε επίσης 2 χρόνια μετά την προσπάθειά του να ανοίξει γραφεία στην πόλη της Φλώρινας τα οποία και καταστράφηκαν από ένα εθνικιστικό πογκρόμ στο οποίο πρωτοστάτησε ο τότε νεοδημοκράτης δήμαρχος Φλώρινας και ο ακροδεξιός μητροπολίτης Καντιώτης. Μια υπόθεση για την οποία η Ελλάδα δικάστηκε και καταδικάστηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επιδικάστηκε μια μεγάλη χρηματική αποζημίωση εναντίον του ελληνικού δημοσίου και υπέρ του μειονοτικού κόμματος.

Στο μεταξύ η Αθήνα κερδίζει την διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 τον Σεπτέμβριο του 1997, κάτι που θα δώσει μια νέα ώθηση στο τρελό ράλι του χρηματιστηρίου, ενώ η Θεσσαλονίκη εορτάζει, ως «Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997»

 

O τόπος και η ιστορική φόρτιση του

Χωριό Καλύβια Παπαδιάς, (Κόλιμπι να Παπάντιγια / Kolibi na Papadija) στα 900 μέτρα υψόμετρο στο βορειοδυτικότερο σημείο του νομού Φλώρινας. Πλησίον των συνόρων με την Δημ. της Μακεδονίας που απέχουν 4 χιλιόμετρα κοπιαστικού ανηφορικού χωματόδρομου, σε μια έρημη κορυφογραμμή δυσπρόσιτη και σχεδόν εντελώς εγκαταλελειμμένη από την άλλη μεριά. Σε ευθεία νοητή γραμμή, 60 χιλιόμετρα από την Αλβανία, 118 χιλιόμετρα από την Βουλγαρία, 105 χιλιόμετρα από την Θεσσαλονίκη. Από πάνω μας οι ορεινοί όγκοι του Καϊμακτσαλάν (2511 μ. υψόμετρο) και της Πιπερίτσας (1998 μ.).

Η συγκεκριμένη περιοχή στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και από τα 1872 και το σχίσμα της Βουλγαρικής Εξαρχίας έριζαν για αυτήν τα διάφορα κομιτάτα. Κυρίως το Ελληνικό και το Βουλγάρικο, αλλά από κοντά και το Σέρβικο. Στα 1900 έκαναν την παρουσία τους και οι Ρουμάνοι και οι νέο-αφυπνισμένοι Αλβανοί εθνικιστές.

Τον Αύγουστο του 1903 η περιοχή ελευθερώθηκε από τους ντόπιους Μακεδόνες σλαβόφωνους χωρικούς για 2-3 μήνες με την εξέγερση του Ιλιντέν.

Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους οι Οθωμανοί εκμεταλλευόμενοι και την αδράνεια ή και ευμενή προς αυτούς ουδετερότητα των Ελλήνων, κατάφεραν να καταστείλουν την εξέγερση και η περιοχή έπεσε πάλι στα χέρια τους.

Στον πρώτο Βαλκανικό πόλεμο τον Νοέμβριο του 1912 η περιοχή απελευθερώθηκε από τον Σερβικό στρατό, αλλά μετά από λίγες εβδομάδες δόθηκε στην Ελλάδα με αμοιβαία ανταλλαγή ορθολογικής διευθέτησης των συνόρων Ελλάδας-Σερβίας. Η Ελλάδα πήρε όλη αυτήν την περιοχή της Φλώρινας και έδωσε στη Σερβία την περιοχή του Μορίχοβο που ήταν πιο βόρειο-ανατολικά.

Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τον Αύγουστο του 1916, η Βουλγαρία καταλαμβάνει την περιοχή επιτιθέμενη εντός του Ελληνικού εδάφους, στον στρατό της Αντάντ που είχε αναπτυχθεί εκεί νωρίτερα, ερήμην της επίσημης Ελληνικής κυβέρνησης των Αθηνών, την εποχή του «Εθνικού Διχασμού».

Ενάμιση μήνα μετά, τον Οκτώβριο του 1916, ο Σερβικός στρατός που είχε υποχωρήσει και ανασυνταχθεί εντός του Ελληνικού εδάφους, και που αποτελούσε το ανατολικό τμήμα της συμμαχικής στρατιάς της Μακεδονίας στη μάχη της Φλώρινας και του Μοναστηρίου, απελευθερώνει την περιοχή από τους Βούλγαρους και την παραδίδει ξανά στην Ελλάδα για δεύτερη φορά μέσα σε 4 χρόνια. Μαζί με τον Σερβικό στρατό στην περιοχή της Παπαδιάς πολέμησε και ένας Γαλλικός λόχος που αποτελούσε τον σύνδεσμο ανάμεσα στο Γάλλο-Ρωσικό εκστρατευτικό σώμα της πεδιάδας της Φλώρινας και την Σερβική στρατιά του Καϊμακτσαλάν.

Το χωριό της Παπαδιάς κατοικούνταν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από Βλάχους που μιλούσαν ένα Ρουμανοβλάχικο ιδίωμα και φιλοξενούσε ακόμη και Ρουμάνικο σχολείο μαζί με Ρουμάνικη εκκλησία. Αυτά φτιάχτηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα όταν η Οθωμανική διοίκηση ανέχτηκε ή και κάλεσε το Ρουμάνικο Κομιτάτο στα βλαχοχώρια της Μακεδονίας με σκοπό να τα αποσπάσει από την Ελληνική, Βουλγαρική και Σέρβικη προπαγάνδα. Και αυτό διότι είχε την αντίληψη ότι από την Ρουμανία με την οποία δεν συνόρευε εδαφικά δεν είχε τίποτα να φοβάται σε αντίθεση με την προπαγάνδα των τριών άλλων γειτονικών της κρατών.

Την ίδια εκτίμηση είχε αρχικά και το Ελληνικό κράτος όταν ενσωμάτωσε την περιοχή μετά τους Βαλκανικούς πολέμους γι’ αυτό και διατήρησε το Ρουμάνικο σχολείο μέχρι και το 1938. Ήταν η εποχή, που η συμφωνία Πολίτη-Καρλώφ και η σύναψη μειονοτικών συνθηκών με την Βουλγαρία, αναγνώριζε όλη την μειονοτική ζώνη στην Ελληνική Μακεδονία, ως Βουλγάρικη. Το Ρουμάνικο σχολείο έκλεισε για να καλλιεργηθεί η Ελληνική γλώσσα ως «σφήνα» στην αμιγώς Σλαβόφωνη ζώνη μόλις το 1938 από την δικτατορία Μεταξά. Έτσι εγκαινιάστηκε μια πιο αυστηρή πολιτική «ελληνοποίησης» με άνοιγμα ελληνικού σχολείου και προσπάθεια καλλιέργειας της ελληνικής εθνικής συνείδησης στους Βλάχους χωρικούς.

Το 1941 την περιοχή την καταλαμβάνουν οι Γερμανοί ναζί μαζί με την υπόλοιπη Ελλάδα.

Στις αρχές του 1944 η περιοχή θα πέσει για λίγο στα χέρια των παρτιζάνων του Τίτο που θα εκδιώξουν τους Γερμανούς. Οι Γερμανοί ναζί θα αντεπιτεθούν και θα πάρουν πίσω την περιοχή καίγοντας το χωριό της Παπαδιάς.

Η απελευθέρωση θα βρει την Παπαδιά στις 1 Νοεμβρίου του 1944 και είναι από τα τελευταία κομμάτια της Ελλάδας που απελευθερώνονται από την ναζιστική κατοχή.

Κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, οι αντάρτες του ΔΣΕ και του ΣΝΟΦ θα καταλάβουν την περιοχή και θα την κρατήσουν μέχρι την ήττα τους στη μάχη της Φλώρινας, τον Φεβρουάριο του 1949. Το χωριό της Παπαδιάς θα δεχτεί βομβαρδισμό από αμερικάνικο αεροπλάνο και θα ερημώσει οριστικά.

Τα απομεινάρια των πολέμων υπάρχουν έντονα πάνω στα σύνορα. Κατά μήκος και παράλληλα της νοητής μεθόριου γραμμής υπάρχουν δύο σειρές χαρακωμάτων που απέχουν η μία από την άλλη μερικές δεκάδες μέτρα. Η μία στο Ελληνικό έδαφος είχε φτιαχτεί από τον Σέρβικο στρατό που είχε ανασυνταχθεί εντός της Ελλάδας στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Η άλλη εντός του εδάφους της ΠΓΔ Μακεδονίας, είχε φτιαχτεί από τους Βούλγαρους που είχαν καταλάβει προσωρινά την περιοχή. Τα ευρήματα από κάλυκες (μερικές φορές και άθικτες σφαίρες με ολόκληρο το φορτίο της πυρίτιδας), τα θραύσματα από οβίδες, τα κομμάτια από χλαίνες, τα κουτάλια και οι φυσιγγιοθήκες με κυριλλικά γράμματα (σέρβικα ή βουλγάρικα) και χρονολογίες κατασκευής 1908-1911-1913, και μερικές φορές ακόμη και ανθρώπινα κόκαλα σπαρμένα εδώ και εκεί είναι σημάδια των μαχών που κόστισαν την ζωή σε πάνω από 5.000 Σέρβους και πάνω από 3.500 Βούλγαρους, με Πύρρεια Νίκη των πρώτων επί των δευτέρων.

Το εγκαταλελειμμένο φυλάκιο του Γιουγκοσλάβικου στρατού της εποχής του μεσοπολέμου και μέχρι την διάλυση της χώρας το 1991 βρίσκεται μόλις 5 μέτρα από τα σύνορα της Ελλάδας ακριβώς εκεί που ο χωματόδρομος της Παπαδιάς φτάνει στην μεθόριο γραμμή. Είναι μάρτυρας μιας πολυεθνικής χώρας που διαλύθηκε. Στο εσωτερικό του μπορεί κανείς να διαβάσει χαραγμένα ονόματα και συνθήματα στα κυριλλικά, σλοβένικα, κροατικά και επίσης ημερομηνίες θητείας από το 1929 μέχρι και το 1990…. 

Τα χωριά που διασχίζεις από την Φλώρινα προς την Παπαδιά είναι τρία Σλαβόφωνα χωριά. Η Μελίτη, η Αχλάδα και το μικρότερο και τελευταίο, ο Σκοπός.

Η Μελίτη είναι το μεγαλύτερο και είναι το κεφαλοχώρι της περιοχής, έδρα ενός από τους πιο δραστήριους πυρήνες του κόμματος του «Ουράνιου Τόξου» που παλεύει για την αναγνώριση του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού των ντόπιων ως εθνικά «Μακεδόνων». Στην ντόπια σλαβική διάλεκτο ονομάζεται «Βοστεράνη» και το όνομα Μελίτη το πήρε το 1926 με την υποχρεωτική μετονομασία.

Στη Μελίτη διεξάγεται κάθε χρόνο το μεγαλύτερο πανηγύρι στην γιορτή του Προφήτη Ηλία. Η γιορτή του Προφήτη Ηλία που είναι και εθνική εορτή στην ΠΓΔ Μακεδονίας, καθώς είναι η επέτειος της εθνικής Μακεδονικής εξέγερσης κατά των Οθωμανών το 1903, το λεγόμενο «Ίλιντεν».

Μέχρι το 1980 ήταν απαγορευμένοι, από το ελληνικό κράτος, οι τοπικοί χοροί και είχαν αντικατασταθεί με ποντιακούς, τσάμικο και καλαματιανό. Η χωροφυλακή και η ΚΥΠ παρακολουθούσαν το πανηγύρι με σκοπό να τηρηθεί η τάξη και η ασφάλεια. Μετά το 1980 επιτράπηκαν οι ντόπιοι χοροί αλλά όχι και τα τραγούδια με τους στίχους στη σλάβικη ντοπιολαλιά. Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 80 τα πράγματα χαλάρωσαν λιγάκι και έγινε εφικτό να ακούσεις και αυτά με κάποιο ιδιόρρυθμο σύμφωνο: μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα ποντιακά και καλαματιανός και μετά τα μεσάνυχτα τα «ντόπια».

Η Αχλάδα («Κρουσοράντι» την λένε οι ντόπιοι και έτσι λεγόταν μέχρι το 1926) με τους τρεις μαχαλάδες της, είναι το χωριό καταγωγής της οικογένειας του πρώην πρωθυπουργού της ΠΓΔ Μακεδονίας, του εθνικιστή ηγέτη του VMRO Νικόλα Γκρούεφσκι. Αυτός γεννήθηκε μεν στα Σκόπια το 1970, αλλά ο πατέρας του είχε γεννηθεί στην Αχλάδα. Ο παππούς του, Νικόλαος Γρούιος (1911 – 1940), πολέμησε ως στρατιώτης του Ελληνικού Στρατού κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, πληγώθηκε στη μάχη και πέθανε στο στρατιωτικό νοσοκομείο Φλώρινας το 1940. Μάλιστα το όνομά του είναι χαραγμένο στο ηρώο της Αχλάδας, μαζί με τους χωριανούς που σκοτώθηκαν στους Βαλκανικούς Πολέμους, στη μικρασιατική εκστρατεία και το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο η οικογένεια του πατέρα του Γκρούεφσκι, όπως χιλιάδες άλλοι Σλαβομακεδόνες, κατάφυγε στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Το «Γκρούεφσκι» είναι το όνομα με το οποίο βαφτίστηκε. Το «Γρούϊος» είναι το όνομα στο οποίο υποχρεώθηκε να πολιτογραφηθεί από την χούντα του Μεταξά που έκανε υποχρεωτική μετονομασία το 1936. Με αυτό το όνομα, κατατάχθηκε στον στρατό, πολέμησε και σκοτώθηκε στο μέτωπο της Αλβανίας. Ο γιος του, ο πατέρας του ηγέτη του VMRO ξαναπήρε το όνομα «Γκρούεφσκι» όταν πέρασε τα σύνορα της Γιουγκοσλαβίας. Η Αχλάδα έχει τρεις μαχαλάδες στους οποίους επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έμεναν στον πρώτο, οι Τούρκοι-Μουσουλμάνοι διοικητικοί, δραγάτες, εφοριακοί και χωροφύλακες, στον δεύτερο οι σλαβόφωνοι χωρικοί (εξαρχικοί και πατριαρχικοί ανεξαρτήτως εθνικής συνείδησης) και στον τρίτο οι τσομπάνηδες Βλάχοι.

Μετά την Αχλάδα συναντάς το τελευταίο κατοικήσιμο χωριό πριν το φυλάκιο, τον Σκοπό«Σετίνα» στα ντόπια). Είναι ένα πολύ μικρό χωριό στο οποίο σταματάει η άσφαλτος και αρχίζει ο χωματόδρομος για την Παπαδιά. Ένα χιλιόμετρο έξω από το χωριό είναι τα ερείπια ενός μεσαιωνικού κάστρου της Βουλγάρικης Αυτοκρατορίας και σε εκείνο το σημείο έγινε το 1017 μ.X. μια από τις τελευταίες σημαντικές μάχες του πολέμου μεταξύ Βυζαντινών και Βουλγάρων κατά την διάλυση της Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας, η «Μάχη της Σετίνα» όπου οι Βυζαντινοί κατατρόπωσαν τους Βούλγαρους.

Και στα τρία χωριά διαβάζεις συνθήματα με σπρέι στα Κυριλλικά και που και που μια μετάφραση στα Ελληνικά: «Έξω η ΚΥΠ από τα χωριά μας» και υπογραφή «Ουράνιο Τόξο».

 

Οι συνάδελφοι στο φυλάκιο

Ήμασταν συνολικά καμιά ντουζίνα αλλά θα αναφέρω λίγους μόνο εδώ. Δύο φαντάροι καταρχάς από την μειονότητα της Θράκης. Ο ένας Πομάκος από ένα χωριό της Κομοτηνής. Εργάτης γης, καλλιεργητής καπνού. Το όνειρό του είναι να κάνει οικονομίες και να γίνει «Χατζής», δηλαδή να βρει αρκετά χρήματα για να πάει να κάνει προσκύνημα στην Μέκκα. Κάνει μέρα παρά μέρα, ένοπλο περίπολο στα σύνορα, αλλά πάντα ως βοηθός και ποτέ ως επικεφαλής! Οι Πομάκοι απαγορεύεται να κάνουν περίπολο ως επικεφαλής, για να μην έχουν πρόσβαση στους μυστικούς κωδικούς περιπόλου ούτε στον ασύρματο της περιπολίας. Ο λόγος είναι απλός: το Α2 του στρατού και η ΚΥΠ τους απαγορεύουν να έχουν την πρόσβαση σε μυστικά που μπορεί να τα επικοινωνήσουν στην άλλη μεριά των συνόρων καθώς τα Πομάκικα και τα Σλαβομακεδόνικα στην πραγματικότητα είναι παραλλαγές της ίδιας γλώσσας: της Βουλγάρικης.

Ο δεύτερος, Τούρκος το γένος, από χωριό της Ξάνθης. Αν τον ρωτήσεις τι δηλώνει, θα σου πει «Μουσουλμάνος» και θα σκύψει το κεφάλι, ξέροντας ότι σου είπε ψέματα και ξέροντας ότι το ξέρεις ότι σου είπε ψέματα. Αυτός κάνει μόνο άοπλη θητεία, ως μάγειρας και θαλαμοφύλακας. Διότι η φοβερή και τρομερή αντικατασκοπία μας τον κατατάσσει πιο κάτω και από τους Πομάκους και δεν του εμπιστεύεται, όχι μόνο ασύρματο αλλά ούτε και όπλο. Κάνει μειωμένη θητεία ως πολύτεκνος και θα φύγει αμέσως μετά την θητεία του να πάει Γερμανία όπου ήδη έχουν φύγει μετανάστες οι δικοί του. «Μια ώρα αρχύτερα από εδώ χωρίς άλλους μπελάδες» θα μου πει κάποια στιγμή όταν με εμπιστευθεί.

Υπάρχουν επίσης δύο Έλληνες ομογενείς με διπλή υπηκοότητα. Ο ένας μετανάστης δεύτερης γενιάς γεννημένος στη Γερμανία, από φτωχή οικογένεια «Γκασταρμπάϊτερ», μιλάει σπαστά Ελληνικά και Γερμανικά.

Ο άλλος Πόντιος στην καταγωγή γεννημένος στον Ρωσικό Πόντο. Πρόλαβε και πολέμησε στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας. Μια μέρα όταν κάναμε μια άσκηση εκκένωσης στα πλαίσια του «Παρμενίωνα» έβαλε τα γέλια όταν μας είδε να δυσανασχετούμε. Μας είπε ότι είχε πολεμήσει στην πολιορκία του Γκρόζνυ το 1993, όταν ήταν πολυβολητής σε ένα «BMP» μεταφοράς προσωπικού και έπρεπε να διασχίσουν με το άρμα του μια κεντρική λεωφόρο της πόλης γαζώνοντας προληπτικά όλα τα παράθυρα που έβλεπαν ανοιχτά. Έφυγε λιποτάκτης από τον ρωσικό στρατό και έκανε την θητεία του στην Ελλάδα για να πάρει την ιθαγένεια.

 

Οι άνθρωποι γύρω από το φυλάκιο

 

Ο ιδιοκτήτης της κοντινής μάντρας με τις αγελάδες. Απόγονος κατοίκων της Παπαδιάς, μένει πλέον μόνιμα στον Χορτιάτη, στην Θεσσαλονίκη, και έρχεται κάθε Σαββατοκύριακο και όποτε άλλοτε μπορεί. Περήφανος για την Σαρακατσάνικη και Βλάχικη καταγωγή του με Ελληνική εθνική συνείδηση.

Όταν λείπει, στο πόδι του αφήνει τον Αλβανό βοηθό του. Αυτός είναι από το Φιέρι και κάθε τρεις και λίγο λέει «Να πέσει το Μπερίσα το κερατά. Εεεε μωρέ!! Ντεν έχει μπέσα, ντιπ! Με Χότζα ήμασταν καλύτερα»…

Χαρακτηριστική φιγούρα, ο μαγαζάτορας που έχει το καφενείο στον Σκοπό και μιλάει τα «ντόπια» με τους πελάτες του. Μια μέρα τον ρώτησα την γνώμη του για το θέμα του Ουράνιου Τόξου και της μειονότητας και μου είπε: «Κοίτα να δεις. Το 1900 ήρθε το Βουλγάρικο κομιτάτο και δηλώσαμε Βούλγαροι. Μετά, στο Ίλιντεν ήρθε η IMRO και δηλώσαμε Μακεδόνες. Ύστερα, το 1913 ήρθαν οι Σέρβοι, και δηλώσαμε Σέρβοι. Μετά ο Πάγκαλος μας βάφτισε ξανά Βούλγαρους. Και αργότερα ο Μεταξάς μας έκανε να δηλώσουμε Έλληνες. Ύστερα όταν ήρθαν οι Γερμανοί, δηλώσαμε Βούλγαροι ξανά. Μετά ήρθαν οι παρτιζάνοι και οι αντάρτες και δηλώσαμε Σλαβομακεδόνες. Κατόπιν ήρθε πάλι ο Ελληνικός στρατός και δηλώσαμε Έλληνες. Εάν αύριο έρθουν οι Κινέζοι, θαδηλώσουμε Κινέζοι. Μπορούν μόνο να μας αφήσουν ήσυχους να καλλιεργούμε τα χωράφια μας και να έχουμε τα ζώα μας και να μην μας ενοχλούν»;

Ο παπάς από την Φλώρινα που ανεβαίνει που και που να κάνει καμιά λειτουργία στα ξωκλήσια και όταν τον καλεί ο συνταγματάρχης να μας κάνει αγιασμό. Δεν του το ζητήσαμε αλλά θα το κάνει. Μια φορά μάλιστα που ο συνταγματάρχης ρώτησε τους δύο Μουσουλμάνους συναδέλφους μας αν θέλουν να αγιαστούν και αυτοί, καθώς κάθονταν παραπέρα με σεμνότητα και περίμεναν τους χριστιανούς να τελειώσουν, ο παπάς επέπληξε δημόσια τον συνταγματάρχη ότι δεν είναι σωστό να τους καλείς γιατί έτσι τους προσβάλεις.

Οι Φιλανδοί κυανόκρανοι. Τους είδαμε 2-3 φορές μόνο. Την μία φορά ένας Φιλανδός επιλοχίας πάρκαρε στην πόλη το τζιπ, με το οποίο είχε μεταφέρει τον αξιωματικό του σε εθιμοτυπική συνάντηση στην Μεραρχία, έξω από την λέσχη αξιωματικών Φλώρινας. Οι έκπληκτοι Έλληνες καραβανάδες τον κοιτούσαν με γουρλωμένα μάτια όταν έβγαλε το στρατιωτικό πηλήκιο του και φάνηκε η μακριά ξανθιά κόμη του που ήταν δεμένη σε κότσο. Το Φιλανδικό εθνόσημο μοιάζει στο σήμα και στο χρώμα με το Ελληνικό και από μακριά ένας Έλληνας καραβανάς που τον μπέρδεψε με Έλληνα στρατιώτη φώναζε στους άλλους «Σε ποιόν ανήκει αυτό το ρεμάλι να του ρίξει φυλακή;» Σε λίγο κατάλαβε την γκάφα του και οι άλλοι αξιωματικοί έβαλαν τα γέλια, όπως και όσοι φαντάροι ήμασταν σε διπλανή καφετερία και είδαμε την σκηνή.

Οι Σλαβομακεδόνες συνοριοφύλακες. Επίσης σπανίζουν εκεί πάνω. Μια φορά μόνο τους συναντήσαμε στα σύνορα, και ο σκύλος μας έτρεξε γαβγίζοντας προς το μέρος τους απειλητικά κάνοντας μια… λαθραία είσοδο στην χώρα τους όταν τους είδε να έρχονται έφιπποι σε τέσσερα πανέμορφα άλογα. Αφού τους χαιρετήσαμε στρατιωτικά τους ζητήσαμε ευγενικά να περάσουμε για να μαζέψουμε τον σκύλο, όπως και έγινε. Ο σκύλος μας… επαναπροωθήθηκε επειδή μας επέτρεψαν να… εισβάλλουμε ειρηνικά στην χώρα τους για 3-4 μέτρα και να του βάλουμε το λουρί του χωρίς να προκληθεί το παραμικρό διπλωματικό επεισόδιο! Δεν χρειάστηκε καν να το αναφέρουμε στη διοίκησή μας και πιστεύουμε και αυτοί πως έπραξαν το ίδιο γιατί δεν τους ξαναείδαμε τις επόμενες μέρες…

Οι Αλβανοί, Σέρβοι, Μολδαβοί και Ρουμάνοι μετανάστες που προσπαθούν να περάσουν τα σύνορα. Σχεδόν κανένας στον δυσπρόσιτο τομέα μας, αλλά αρκετοί στα γειτονικά φυλάκια. Παντού τα ίχνη τους. Βαλίτσες με ρούχα πεταμένα εδώ και εκεί, σκισμένα διαβατήρια και άλλα έγγραφα, τα απομεινάρια που βρίσκουμε κυρίως από τις παράνομες επαναπροωθήσεις που κάνει η ελληνική αστυνομία με βίαιο τρόπο σε δυσπρόσιτα σημεία των συνόρων. Μια φορά μόνο είδαμε εμείς από μακριά, ένα πρωινό με ομίχλη ένα ζευγάρι με ένα μικρό παιδί να κρατάνε δύο βαλίτσες και να περνάνε γρήγορα την μεθόριο και να χάνονται σε ένα μονοπάτι μέσα στο πυκνό δάσος. «Ώρα τους καλή»σκεφτήκαμε και στρίψαμε από την άλλη μεριά.

 

Γ. Χλ.

Στο επόμενο φύλλο το τέλος