Σαν τέτοιες μέρες, στις 19 Ιανουαρίου 1945, ο Κόκκινος Στρατός απελευθέρωνε το Λοτζ στην Πολωνία από τα ναζιστικά στρατεύματα και μαζί απελευθέρωνε και τους εναπομείναντες 877 Εβραίους κάτοικους του Εβραϊκού γκέτο του Λοτζ.

Όταν οι ναζί δημιουργούσαν το συγκεκριμένο γκέτο τον Δεκέμβριο του 1939, έκλεισαν εκεί, πρώτα τους 165 χιλιάδες Εβραίους της πόλης, που τους συγκέντρωσαν με τη βία για να μην έρθουν σε επαφή με τον υπόλοιπο πληθυσμό, τον οποίο έπεισαν πως «τον έσωσαν από τον Εβραϊκό κίνδυνο».

Σταδιακά, τα επόμενα χρόνια μετέφεραν εκεί άλλους 50 χιλιάδες Εβραίους από άλλες κατεχόμενες χώρες. Στο τέλος του πολέμου και στην απελευθέρωση, λιγότερο από 9 εκατοντάδες είχαν απομείνει ζωντανοί εκεί. Τους τελευταίους μήνες πριν τη διάλυση του γκέτο, από τους συνολικά 210-230 χιλιάδες Εβραίους του γκέτο, εκτελέστηκαν άμεσα ή αφέθηκαν να πεθάνουν από την πείνα και το κρύο οι περισσότεροι, είτε εκεί είτε στις πορείες θανάτου προς άλλα στρατόπεδα. Υπολογίζεται πως 10 χιλιάδες μόνο διασώθηκαν διασκορπισμένοι σε άλλα στρατόπεδα συγκέντρωση-εξόντωσης.

Πολλοί αναρωτιόνται αν κατά την διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου, ο Γερμανικός λαός γνώριζε και ενέκρινε τι γινόταν στα γκέτο, στο Άουσβιτς, στην Τρεμπλίνκα και στα άλλα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξόντωσης.

Ίσως να μην γνώριζαν το πλήρες μέγεθος και την έκταση και σίγουρα δεν ενέκριναν όλοι οι Γερμανοί αυτό που γινόταν εκεί. Αλλά δεν χωράει καμιά αμφιβολία: με πάνω από 3,5 εκατομμύρια εργαζόμενους Γερμανούς σε αυτά (αστυνομία, στρατός, επισιτισμός, τεχνικές υπηρεσίες κ.λπ.), χωρίς να υπολογίζουμε τους κάτοικους των γειτονικών περιοχών, ή τους συνεργάτες των ναζί από τις άλλες χώρες, είναι σαφές ότι η πλειοψηφία γνώριζε και είτε στήριζε, είτε αδιαφορούσε, είτε ανέχονταν.

Μιλάμε εξάλλου για έναν λαό που τα προηγούμενα χρόνια, είχε επαναστατήσει τρεις φορές, αλλά ηττήθηκε. Δολοφονήθηκαν, εξοντώθηκαν και φυλακίστηκαν, πρώτα και κύρια τα πιο προοδευτικά, πρωτοπόρα και ανήσυχα πνεύματά του πάνω στα οποία εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά οι πολιτικές των στρατοπέδων εξόντωσης, ήδη πριν τον πόλεμο. Έτσι και ο υπόλοιπος λαός παραδόθηκε στον φόβο, την απάθεια, την αδιαφορία και τελικά τη συνενοχή.

Όχι, οι κυρ-Παντελήδες δεν ήταν Χίμλερ και Μέγκελε. Δεν μπορούσαν να γίνουν. Χρειάζεται ένας συνδυασμός αντικειμενικών και υποκειμενικών συνθηκών για να γίνει κάποιος Χίμλερ και Μέγκελε. Οι Χίμλερ και οι Μέγκελε κυβέρνησαν τα γκέτο και τα στρατόπεδα εξόντωσης διότι τους το επέτρεπαν οι κυρ-Παντελήδες. Αυτοί, ήταν απλά πατριώτες που νόμιζαν ότι αυτό είναι καλό για την «υπεράσπιση της πατρίδας».

Ο πατριωτισμός βέβαια, δεν είναι ίδιο πράγμα με τον εθνικισμό ή τον φασισμό. Το ένα όμως μπορεί να οδηγήσει στο άλλο, όπως το αυγό του φιδιού, οδηγεί στο φίδι. Χιλιάδες αυγά σπάνε πριν γεννήσουν φίδια βέβαια. Δεν είναι αναπόφευκτη η πορεία αυτή. Αλλά κανένα φίδι δεν βγήκε έτσι, πριν περάσει από το στάδιο του αυγού.

Οι κυρ-Παντελήδες της Γερμανίας ανέχτηκαν ή στήριξαν τους ναζί διότι πίστευαν πως έτσι εξυπηρετείται το “εθνικό συμφέρον”. Ο δρόμος προς την κόλαση είναι πάντα στρωμένος με αγνές προθέσεις και παχιά λόγια.

***

Τις τελευταίες μέρες, στην Ελλάδα και μέσα σε διαφορετικές συνθήκες, είδαμε το πέρασμα της βαρυχειμωνιάς και του χιονιά σε πολλές περιοχές.

Είναι χαρακτηριστικές οι φωτογραφία από το 17ο χιλιόμετρο του επαρχιακού δρόμου Χίου-Βολισσού, στο σημείο που η κυβέρνηση επιχειρούσε να χτίσει τη νέα κλειστή δομή προσφύγων στο Αίπος της Χίου την περασμένη άνοιξη, εξαπολύοντας ένα απίστευτο όργιο αστυνομικής βίας ενάντια στους ντόπιους που αντιδρούσαν. Μαζί, βλέπουμε και το σχόλιο ενός οπαδού του Μηταράκη, κοινοτάρχη της κοινότητας του χωριού Χαλκειός, στο οποίο βρίσκεται η υφιστάμενη δομή της ΒΙΑΛ ο οποίος στηρίζει τη δημιουργία της νέας δομής στο βουνό με σκοπό να κλείσει η δομή που είναι στο χωριό του.

Ασφαλώς δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι ο Μηταράκης είναι Χίμλερ και ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος που γράφει αυτά ένας “Γερμανός κυρ-Παντελής ναζί”. Δεν θα μπορούσαν να γίνουν ακόμη και να ήθελαν.

Αυτό που κάνουμε όμως, είναι μια ιστορική αναλογία για να καταλάβουμε πως αν συνηθίσεις ως κοινωνία στην απανθρωπιά και την κτηνωδία που δείχνει η εξουσία απέναντι στους κατατρεγμένους τότε φτάνεις να την εξυπηρετείς στους σκοπούς της και έτσι να γίνεσαι συνένοχος στο έγκλημα. Αν η Ελληνική κυβέρνηση καταφέρει να κάνει τελικά ένα τέτοιο αίσχος όσοι τη στηρίξουν θα πρέπει να απολογηθούν εις τους αιώνες των αιώνων μετά.

Αλλά, ακόμη και αν αυτή η νέα δομή δεν γίνει σε αυτόν τον τόσο αφιλόξενο τόπο, η ήδη υφιστάμενη δομή, χωμένη μέσα στη λάσπη και τον πάγο από τον πρόσφατο χιονιά, όπως οι αντίστοιχες της Λέσβου, της Σάμου και όλης της υπόλοιπης νησιωτικής χώρας είναι ένα υπαρκτό, διαρκές, και μαζικό έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Οι φωτογραφίες μέσα από την ΒΙΑΛ είναι χαρακτηριστικές.

Πριν λίγες μέρες, η Ελληνική κυβέρνηση, δια του υπουργού μεταναστευτικής πολιτικής Νότη Μηταράκη, έκανε αίτημα στην Frontex και στην Ευρωπαϊκή υπηρεσία μετανάστευσης για την άμεση απέλαση 1500 προσφύγων, των οποίων το άσυλο έχει απορριφθεί σε δεύτερο βαθμό. Αυτοί, έχουν συλληφθεί σε διάφορες περιοχές και έχουν αρχίσει να στέλνονται στα νησιά πρώτης υποδοχής, στον Έβρο και αλλού. Μόνο στη Χίο, στην ΒΙΑΛ, υπάρχουν 188 πρόσφυγες με τελεσίδικη απόφαση απέλασης που δεν μπορεί όμως ακόμη να εκτελεστεί, ενώ εκατοντάδες ακόμη είναι εκείνοι των οποίων εκκρεμεί η έφεση ενάντια σε πρώτη απορριπτική απόφαση.

Εκεί δεν έχουν κανένα απολύτως δικαίωμα. Ούτε καν να στήσουν σκηνή και να πάρουν το ημερήσιο γεύμα από το στρατόπεδο. Η καθημερινή επιβίωσή τους εξαρτάται από την ανοχή που δείχνει η τοπική υπηρεσία φύλαξης του στρατοπέδου και την αλληλεγγύη που δείχνουν άλλοι πρόσφυγες ή οι ελάχιστοι εθελοντές και οι εργαζόμενοι σε όσες ΜΚΟ υπάρχουν ακόμη. Εννοείται πως είναι αποκλεισμένοι από υγειονομική περίθαλψη, νομική βοήθεια, παιδεία κ.λπ.

Μέσα στο στρατόπεδο, διαμένουν παράνομα, καθώς έχουν σπρωχθεί εκεί, από τη στιγμή που απώλεσαν κάθε άλλο δικαίωμα. Η αστυνομία σε περίπτωση ελέγχου τους διαλύει τις σκηνές και τους συλλαμβάνει. Ο λόγος που κάποιες φορές δεν το κάνει είναι διότι έχουν γεμίσει τα κρατητήρια και τα αστυνομικά κέντρα και δεν έχουν χώρο.

Αλλά ακόμη και η απέλασή τους δεν μπορεί να γίνει καθώς αυτό προϋποθέτει την αποδοχή τους από τις χώρες καταγωγής ή την Τουρκία ως χώρα διέλευσης. Το γνωρίζουν αυτό καλά, στην Ελληνική κυβέρνηση και την ΕΕ. Η κατάσταση αυτή καταδίκης σε αργό θάνατο από πείνα και κρύο μπορεί να κρατήσει και πάρα πολλούς μήνες.

Αλλά και όσοι έχουν πάρει άσυλο αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα. Με την απόδοση ασύλου, χάνουν το επίδομα που λάμβαναν (θεωρητικά διότι μπορούν πλέον να εργαστούν νόμιμα), χάνουν εντός ενός μήνα το δικαίωμα «στέγασης» και πρέπει να βρουν μόνοι τους σπίτι σε ένα εντελώς αφιλόξενο περιβάλλον ενοικιαστών, χάνουν επίσης και το δικαίωμα σίτισης. Υπολογίζεται πως αυτή τη στιγμή από τους 2.500 πρόσφυγες που μένουν στη ΒΙΑΛ, περίπου οι μισοί, βρίσκονται σε αυτήν την κατηγορία.

Ο λόγος που η κυβέρνηση τους στοιβάζει σε αυτές τις δομές, είναι διότι επιδιώκει να τις μετατρέψει από hot-spot υποδοχής και ταυτοποίησης, όπως τυπικά και νομικά είναι μέχρι τώρα, σε κλειστά προ-αναχωρησιακά κέντρα απέλασης, όταν μια νέα συμφωνία σε ανώτερο επίπεδο μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας το επιτρέψει και μαζί της τρέξουν και οι σχετικές κοινοτικές χρηματοδοτήσεις. Και επιπλέον κάνοντας τον βίο, αβίωτο ακόμη και σε όσους πάρουν άσυλο, να δώσουν ένα μήνυμα αποτροπής για νέες αφίξεις.

Καμιά «προστασία των συνόρων» θαλάσσιων ή χερσαίων δεν γίνεται χωρίς τη μαζική παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όσοι ισχυρίζονται το αντίθετο είναι απλά ψεύτες του κοινού ποινικού δικαίου.

Για την ΕΕ το προσφυγικό πρόβλημα είναι σαν ένα… λουκάνικο. Απολαμβάνει τα αποτελέσματα της πολιτικής «αποτροπής και φύλαξης των συνόρων», αλλά δεν θα ήθελε να ξέρει πως έγιναν. Αν κατά καιρούς βγαίνει κάτι στην φόρα, ασφαλώς θα καταδικάσει τη μαζική καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η κ. Μέρκελ θα κάνει αυστηρές συστάσεις, οι Γάλλοι πολιτικοί θα κάνουν δηλώσεις για «εγκαλιτέ, φρατερνιτέ», ο Πάπας θα κάνει μια προσευχή υπέρ των προσφύγων, το θέμα θα ξεχαστεί μετά από μερικά πρωτοσέλιδα στον τύπο και όλα θα συνεχίσουν πάλι όπως και πριν.

Αλλά έτσι δεν γίνονταν και με τα γκέτο και τα στρατόπεδα εξόντωσης στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο; Δεν γνώριζαν οι Σύμμαχοι τι γίνονταν στο Άουσβιτς; Δεν μπορούσαν τάχα, να βομβαρδίσουν την εξωτερική του περίμετρο για να βρεθεί ένας τρόπος διαφυγής; Δεν μπορούσαν να βομβαρδίσουν έστω τις σιδηροδρομικές γραμμές για να ανακόψουν τα φορτία του θανάτου;

Η τωρινή θανατοπολιτική της ΕΕ και της Ελληνικής κυβέρνησης στο προσφυγικό, διαφέρει μόνο ως προς την αναλογία και το μέγεθος με αυτή των ναζί στο Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.

Χρησιμοποιεί στον πυρήνα της όμως, την ίδια φιλοσοφία διαχωρισμού, γκετοποίησης και δαιμονοποίησης των προσφύγων. Και το κάνει αυτό πάνω στην άγνοια, την αδιαφορία, την απάθεια που έχει καταφέρει να διασπείρει σε μεγάλο τμήμα της κοινωνίας. Μαθαίνοντας όμως να ζεις με το θηρίο, γίνεσαι ένα με αυτό.

Αλλά τότε, τι είναι αυτό που μπορεί να αποτρέψει την πορεία προς τον φασισμό; Αρκεί η διαπίστωση των αιτιών του; Αρκεί η τελετουργική και για αυτό αποστεωμένη, επανάληψη αφηρημένων ευχολογίων για την «αλληλεγγύη» χωρίς αυτή η αλληλεγγύη να γίνεται καθημερινή δράση;

Όποιος το ισχυρίζεται αυτό απλά ονειρεύεται και σχεδιάζει ασκήσεις επί χάρτου. Η ιδέα πρέπει να γίνει υλική δύναμη. Αυτό που τότε έλειψε, δηλαδή ένα πραγματικό ενιαίο μέτωπο δράσης όλων όσων έπληττε ο φασισμός για να μπουν φραγμός στην πράξη, λείπει και τώρα απέναντι στον ρατσισμό και την προσφυγοφαγία.

Είναι καθημερινό χρέος του εργατικού και κομμουνιστικού κινδύνου η πάλη ενάντια στον ρατσισμό, την ξενοφοβία, την πολιτική των στρατοπέδων συγκέντρωσης, στην πράξη και όχι στα λόγια. Δεν νοείται ταξική πάλη χωρίς αυτό το στοιχείο.

Ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος, κρίθηκε από την νίκη των παρτιζάνικων αντιστασιακών κινημάτων στις κατεχόμενες χώρες και την τελική επέλαση του Κόκκινου στρατού, κατά βάση. Οι δυτικοί σύμμαχοι ασφαλώς συνέδραμαν στρατιωτικά, αλλά δευτερευόντως. Η μερίδα του λέοντος στις θυσίες ανήκει στους λαούς της ΕΣΣΔ και των κατεχομένων χωρών. Βασικό στοιχείο της δράσης των παρτιζάνικων αντιστασιακών κινημάτων ήταν η πάλη ενάντια στον αντισημιτισμό και η προστασία και διαφυγή όσων το δυνατόν περισσότερων Εβραίων. Τα κινήματα αντίστασης εξάλλου σε αρκετές κατεχόμενες χώρες, αρχικά ξεκίνησαν ως δίκτυα προστασίας και αλληλεγγύης σε Εβραίους που κρύβονταν για να γλυτώσουν από την ναζιστική θηριωδία. Πολλοί από αυτούς ενώθηκαν στις τάξεις των κινημάτων αντίστασης, επανδρώνοντας και δυναμώνοντας τα.

Δεν υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από αυτόν, στις μέρες μας. Καμιά ταξική πάλη και καμιά νίκη της ντόπιας εργατικής τάξης δεν μπορεί να έχει νικηφόρο αποτέλεσμα χωρίς την δημιουργία αυτών των δικτύων προστασίας και ενσωμάτωσης στις γραμμές της, των προσφύγων και μεταναστών. Δεν νοείται νικηφόρο «εθνικό» εργατικό κίνημα.

Γ.Χ.