της Βίκυς Κανατά
Πέρασαν 34 χρόνια από εκείνον τον Γενάρη του 1991, όταν ο Νίκος Τεμπονέρας, δάσκαλος, καθηγητής μαθηματικών, αγωνιστής και σύμβολο της αντίστασης, δολοφονήθηκε από τις εγκληματικές ομάδες “Κένταυροι” της ΟΝΝΕΔ-ΝΔ. Η θυσία του δεν ήταν απλώς ένα ακόμα επεισόδιο κρατικής βίας. Ήταν μια καίρια απόπειρα του συστήματος να καταστείλει ένα ορμητικό κίνημα που αμφισβητούσε τις πολιτικές και κοινωνικές αδικίες στην παιδεία.

Σήμερα, η επίθεση στην εκπαίδευση συνεχίζεται αναβαθμισμένη, με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, του ίδιου κόμματος των δολοφόνων, να προωθεί μια πολιτική που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά της: αξιολόγηση, τράπεζα θεμάτων, προσοντολόγιο, κατηγοριοποίηση σχολείων, υποχρηματοδότηση στις σχολές και τα σχολεία και γενικευμένη ελαστικοποίηση της εργασίας. Σε αυτή τη συγκυρία, η μνήμη του Τεμπονέρα δεν είναι απλώς μια υπόμνηση του παρελθόντος, αλλά μια πυξίδα για το παρόν και το μέλλον.
Η πολιτική της κυβέρνησης στην εκπαίδευση είναι συστημική, στοχευμένη και βαθιά ταξική. Ο σκοπός της είναι σαφής: η μετατροπή της δημόσιας εκπαίδευσης σε ένα εργαλείο παραγωγής υποταγμένων εργαζομένων, χωρίς κριτική σκέψη, έρμαιο στις απαιτήσεις του κεφαλαίου, πεδίο κερδοσκοπίας του ιδιωτικού κεφαλαίου.
Τα μέτρα αυτά συνθέτουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης που κινείται στους εξής άξονες:
Κατηγοριοποίηση και Εμπορευματοποίηση: Οι συγχωνεύσεις τμημάτων, η υποχρηματοδότηση και η τράπεζα θεμάτων οδηγούν στη δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων. Τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων αποκλείονται από τη γνώση και την προοπτική, ενώ οι «ελίτ» προωθούνται στα πρότυπα σχολεία και τα ιδιωτικά κολέγια, πλέον εξομοιωμένα με τα ΑΕΙ.
Αξιολόγηση και Πειθαρχία: Η αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών επιβάλλει λογικές αγοράς στον εκπαιδευτικό χώρο. Οι διευθυντές λειτουργούν ως μικρο-μάνατζερ, επιβάλλοντας αυταρχισμό και καταστρέφοντας κάθε ίχνος συλλογικότητας.
Υποβάθμιση του Εκπαιδευτικού και Ελαστική Εργασία: Οι προσλήψεις μέσω ΑΣΕΠ, το προσοντολόγιο και οι ελαστικές σχέσεις εργασίας καθιστούν τους εκπαιδευτικούς αναλώσιμους. Η εξουθένωση και ο φόβος των πειθαρχικών μέτρων είναι οι νέες κανονικότητες.
Η δολοφονία του Τεμπονέρα δεν ήταν τυχαία. Η κυβέρνηση της εποχής, όπως και σήμερα, επιχειρούσε να συντρίψει το μαθητικό και εκπαιδευτικό κίνημα. Ωστόσο, η θυσία του έγινε το φυτίλι για μια έκρηξη κοινωνικής αντίστασης. Οι δρόμοι πλημμύρισαν από ανθρώπους που διεκδικούσαν μια διαφορετική κοινωνία, ένα διαφορετικό σχολείο.
Αυτό το κύμα αντίστασης κατάφερε να μπλοκάρει πολλές από τις αντιδραστικές αλλαγές που σχεδιάζονταν. Ο αγώνας του ’91 ήταν μια υπενθύμιση πως ο συλλογικός αγώνας, όταν έχει πίστη, διάρκεια και στόχο, μπορεί να νικήσει ακόμα και τα πιο ισχυρά συστήματα καταστολής.
Σήμερα, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επανέρχεται με μια ανανεωμένη επίθεση. Με τον μανδύα της «μεταρρύθμισης», επιχειρεί να διαλύσει κάθε έννοια δημόσιας και δωρεάν παιδείας. Τα σχολεία μετατρέπονται σε μηχανισμούς παραγωγής, ενώ τα voucher παρουσιάζονται ως λύσεις για την υποχρηματοδότηση.
Ο αυταρχισμός είναι το κύριο εργαλείο τους. Διώξεις, απειλές, ποινικοποίηση απεργιών και διεκδικήσεων. Όμως, 34 χρόνια μετά, ο σπόρος που φύτεψε ο Τεμπονέρας εξακολουθεί να αναστενάζει για ζωή, να ανθίζει στους χρόνους του αγώνα. Και αυτός ο αγώνας ζει στις καρδιές των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των εργαζομένων που δεν αποδέχονται τη μοιρολατρία.
Ο Τεμπονέρας δεν ήταν μόνο ένας δάσκαλος που δολοφονήθηκε υπερασπιζόμενος τις καταλήψεις. Ήταν ένα σύμβολο της πάλης ενάντια σε ένα σύστημα που θέλει να επιβάλλει την αδικία ως φυσική κατάσταση.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η θυσία του μάς υπενθυμίζει πως το κράτος και το κεφάλαιο δεν θα σταματήσουν αν δεν συναντήσουν αντίσταση. Οι αλλαγές που επιχειρούνται δεν αφορούν μόνο την παιδεία. Αφορούν το μέλλον ολόκληρης της κοινωνίας.
Η θυσία του Τεμπονέρα μάς διδάσκει ακόμα πως τίποτα δεν χαρίζεται· όλα κατακτιούνται. Ο δρόμος είναι δύσκολος, γεμάτος εμπόδια, αλλά είναι ο μόνος δρόμος. Η μνήμη του δεν είναι μια απλή αναφορά στο παρελθόν. Είναι κάλεσμα για δράση.
Οι αγώνες του σήμερα, για δημόσια και δωρεάν παιδεία, για ελευθερία, για μια ζωή χωρίς εκμετάλλευση, για αξιοπρέπεια, είναι η φυσική συνέχεια εκείνης της πάλης. Όσο κι αν προσπαθήσουν να επιβάλουν το σκοτάδι, ο σπόρος της αντίστασης θα ανθίζει.
Γιατί, όπως έλεγε και ο ίδιος ο Τεμπονέρας μέσα από τη δράση του: «Η Ιστορία δεν γράφεται με συμβιβασμούς, αλλά με αγώνες.»
