Δύο ηγέτες του DIP διώχθηκαν από το κατεστημένο, αλλά αντεπιτέθηκαν!
του Σουνγκούρ Σαβράν
10 Νοεμβρίου 2016
Καθώς η κατάσταση του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης του Ταγίπ Ερντογάν και του ΑΚΡ αυξάνει τους διωγμούς της εργατικής τάξης και της κουρδικής αντιπολίτευσης, δύο εξέχοντες ηγέτες της νεότερης γενιάς του Επαναστατικού Εργατικού Κόμματος (DIP) διώχθηκαν.
Ο Λεβέντ Ντολέκ, αναπληρωτής πρόεδρος του DIP και λέκτορας στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης, ήταν ανάμεσα σε μια ομάδα κοινωνικών αγωνιστών στο Πανεπιστήμιο που εκδιώχθηκαν από τις θέσεις τους ύστερα από την έκδοση κυβερνητικού διατάγματος. Ο Μερτ Κουρκέρ, από την άλλη, ηγέτης του Κόμματος στην Άγκυρα και βοηθός έρευνας και υποψήφιος διδάκτορας στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο Μέσης Ανατολής της Άγκυρας, απειλήθηκε, για δεύτερη φορά, από τη διοίκηση του Πανεπιστημίου με αποβολή, μια πράξη που απροκάλυπτα κάνει ευκαιριακή χρήση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που βασιλεύει στη χώρα από το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου του τρέχοντος έτους.
Ο Ταγίπ Ερντογάν υπογράφει νομοθετικό διάταγμα που αποβάλλει το Λεβέντ και τους συνεργάτες του από τις θέσεις τους
Ο Λεβέντ Ντολέκ και οι συνεργάτες του απολύθηκαν βάσει ενός νομοθετικού διατάγματος που εξέδωσε το υπουργικό συμβούλιο υπό την προεδρία του Ταγίπ Ερντογάν. Κατηγορούνται για το γελοίο έγκλημα της υποτιθέμενης σχέσης τους με τρομοκρατική οργάνωση. Ο πραγματικός λόγος για την απόλυση του Λεβέντ και των συνάδελφων του είναι ξεκάθαρος σε όλους όσους γνωρίζουν την κατάσταση στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Ο Λεβέντ ήταν ένας από τους πλέον εξέχοντες ηγέτες ενός πολύ μαχητικού κινήματος την περίοδο 2008-2009, που αγωνίζονταν για την εξασφάλιση των θέσεων εργασίας των βοηθών ερευνητών του Πανεπιστημίου. Σε κάποιο στάδιο του αγώνα, το κίνημα προχώρησε τόσο πολύ ώστε να καταλάβει στη διάρκεια της νύχτας μια αίθουσα διαλέξεων στο κτίριο της Σχολής Θετικών Επιστημών, καθώς και να κάνει το ίδιο και με το γραφείο του προέδρου του Πανεπιστημίου μια άλλη μέρα.
Κέρδισαν τους στόχους τους, στη βάση της δύναμης του μαζικού κινήματος. Πολλά από τα μέλη της λεγόμενης «Επιτροπής Αντιπροσώπων» -το σώμα που το κίνημα δημιούργησε μέσα από το κόλπους του δημοκρατικά, όπου ο κάθε αντιπρόσωπος ενεργεί ως εκπρόσωπος των ερευνητικών βοηθών των διαφόρων μονάδων του Πανεπιστημίου- έχουν τώρα, εκ των υστέρων, απολυθεί!
Φυσικά, η πάλη του Λεβέντ δεν περιορίστηκε ούτε σ’ αυτό το συγκεκριμένο περιστατικό, ούτε στο συγκεκριμένο αγώνα της κατηγορίας μέσα στο εργατικό κίνημα. Εκτός από την κανονική καθημερινή εργασία του στο Κόμμα, ο Λεβέντ είναι ένα πολύ ενεργό μέλος του Συνδικάτου του, του «πανεπιστημιακού κλάδου» του Συνδικάτου των Εργαζομένων στην Εκπαίδευση, το μόνο προοδευτικό σωματείο των δημόσιων υπάλληλων οργανωμένο σε εκπαιδευτικά ιδρύματα σε όλη τη χώρα. Ήταν ο εκπρόσωπος του Συνδικάτου για την κεντρική πανεπιστημιούπολη. Ασχολούνταν και εξακολουθεί να ασχολείται, επίσης, διαρκώς με τους αγώνες των εργαζομένων, όχι μόνο στην Κωνσταντινούπολη, όπου ζει και εργάζεται, αλλά και σ’ όλη τη χώρα. Ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή όταν οι υπεργολαβικοί εργάτες του δικού του Πανεπιστήμιου, κάνοντας τακτικές δουλειές αλλά απασχολούμενοι με βάση εξαιρετικά επισφαλείς και χαμηλά αμειβόμενες συμβάσεις εργασίας, διεξήγαγαν αγώνες για τα δικαιώματά τους. Κινούνταν επίσης, συνεχώς μεταξύ των πολλών βιομηχανικών ζωνών της χώρας, από την Προύσα ως τη Μανίσα και από το Κοτζαελί ως τη Ντούζτζε, για να βοηθήσει τους βιομηχανικούς εργάτες να οργανωθούν και να παλέψουν. Ήταν παρών σε όλα τα σημαντικότερα πρόσφατα επεισόδια της ταξικής πάλης στην Τουρκία, παίζοντας σημαντικό ρόλο στο κίνημα των άγριων απεργιών των μεταλλεργατών στο οποίο συμμετείχαν δεκάδες χιλιάδες εργατών των μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών και άλλων μεταλλουργικών εργοστασίων την Άνοιξη και το Καλοκαίρι του 2015.
Ούτε περιορίστηκε η μαχητική του δράση στην ταξική πάλη, με την αυστηρή έννοια του όρου. Ήταν συνεχώς στο πλευρό των σπουδαστών, όταν οργάνωσαν δράσεις στο πλαίσιο του πολύ καταπιεστικού καθεστώτος του Πανεπιστημίου και προσπαθούσε να τους προστατεύσει από στις άγριες επιθέσεις που εξαπέλυαν εναντίον τους οι ιδιωτικοί φύλακες του Πανεπιστημίου και τα ΜΑΤ. Μόλις πρόσφατα ήταν στην πρώτη γραμμή, μαζί με δύο από τους συναδέλφους του (οι οποίοι, αναμενόμενα, έχουν πλέον απολυθεί!), προσπαθώντας να αποτρέψουν την αστυνομική βία εναντίον των φοιτητών του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι προσπαθούσαν να οργανώσουν μια διαμαρτυρία στην επέτειο της βομβιστικής ενέργειας αυτοκτονίας της 10ης Οκτωβρίου 2015 σε μια διαδήλωση των Συνδικάτων στην Άγκυρα την περασμένη χρονιά, στην οποία σκοτώθηκαν περισσότεροι από εκατό άνθρωποι – επίθεση οργανωμένη από το ISIL υπό το καλοπροαίρετο βλέμμα της κυβέρνησης του ΑΚΡ.
Όλα αυτά, φυσικά, δεν διέφυγαν της προσοχής της Διοίκησης του Πανεπιστημίου, ούτε της Κυβέρνησης.
Η Κυβέρνηση χρησιμοποιεί τις σχεδόν απεριόριστες εξουσίες της για να θεσπίσει Διάταγμα μέσω του οποίου οι δήθεν μύστες της αδελφότητας Γκιουλέν, που θεωρούνται υπεύθυνοι για το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, εκδιώκονται κατά χιλιάδες και δεκάδες χιλιάδες από τα δημόσια αξιώματα. Έχει πρόσφατα γίνει κανόνας η επέκταση αυτού του διατάγματος σε εκείνους τους δημόσιους υπαλλήλους που είναι ύποπτοι συγγένειας με το κουρδικό κίνημα, έστω και μόνο επειδή συμμετείχαν σε κάποια απεργία των συνδικάτων των δημόσιων υπάλληλων για να διαμαρτυρηθούν για τις κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην κουρδική περιοχή. Πιο πρόσφατα, τα ονόματα αγωνιστών της αριστεράς ή απλών κοινωνικών αγωνιστών άρχισαν να κρύβονται μέσα στον παχύ ιστό των χιλιάδων ονομάτων των οπαδών του Γκιουλέν. Ο Λεβέντ και οι συνάδελφοί του έπεσαν θύματα αυτής της αποτρόπαιης τακτικής της Κυβέρνησης, που δημιουργεί ένα γελοίο αμάλγαμα μεταξύ των πρώην συμμάχων της, της συντηρητικής θρησκευτικής αδελφότητας του Γκιουλέν και των άθεων Μαρξιστών οι οποίοι πάντα πάλευαν το ρεύμα Γκιουλέν, καθώς και το αντιδραστικό AKP. Στην περίπτωση του Λεβέντ, το κωμικό στοιχείο ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι ο πρόεδρος του Πανεπιστημίου και το περιβάλλον του, οι οποίοι κατά πάσα πιθανότητα κατάρτισαν τον κατάλογο των αριστεριστών που θα αποβληθούν, είναι ύποπτοι Γκιουλενικοί!
Φυσικά, δεν είναι ποτέ εύκολο να φιμώσεις ένα μαχητή Μαρξιστή που πιστεύει στην υπόθεσή του/της. Η κίνηση της κυβέρνησης απέτυχε στον άμεσο απόηχο του διατάγματος αποβολής. Μόνο τρεις ή τέσσερις ημέρες πριν την αποβολή, ο Λεβέντ και ορισμένοι από τους συναδέλφους του, βρέθηκαν υπό το φως της δημοσιότητας, με συνεντεύξεις σε τηλεόραση και εφημερίδες, εκατομμύρια καταχωρήσεις στους λογαριασμούς τους στα social media, με αποτέλεσμα ένα τεράστιο ενδιαφέρον για την αμετανόητη εμμονή του Λεβέντ στην ανάγκη να καταπολεμηθεί αυτή η κυβέρνηση και το καθεστώς της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Στις 3 Νοεμβρίου, αρκετές ημέρες αφότου το νομοθετικό διάταγμα είχε δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καλέστηκε μια μεγάλη διαδήλωση από πολλούς μαζικούς φορείς και τους φοιτητές και έλαβε χώρα στην πλατεία μπροστά από την κεντρική Πανεπιστημιούπολη, όπου ο Λεβέντ και μια φοιτήτρια από το DIP ήταν οι δύο από τους τρεις ομιλητές.
Ο Λεβέντ, με την υποστήριξη του συνόλου του Κόμματος, παλεύει να εξηγήσει στην εργατική τάξη, στην πλειοψηφία τους υποστηρικτές του Ταγίπ Ερντογάν, για λόγους που έχουμε εξηγήσει αλλού, ότι το κράτος του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε ένα καθεστώς επίθεσης ενάντια στην εργατική τάξη. Αν περιπτώσεις όπως η αποβολή του Λεβέντ και των συναδέλφων του δεν ήταν επαρκείς λόγοι για να αποδειχθεί αυτός ο ισχυρισμός, η αναμφισβήτητη απόδειξη προέρχεται από το ίδιο το εν λόγω νομοθετικό διάταγμα. Η κυβέρνηση αντηχεί για μερικούς μήνες, που χρονολογούνται πριν από το αποτυχημένο πραξικόπημα, το ενδεχόμενο ιδιωτικοποίησης των λατομείων άνθρακα του Ζονγκουλντάκ. Καμία ανησυχία για την σκανδαλώδη φύση μιας τέτοιας πρωτοβουλίας σε μια χώρα που πέρασε από την τραγωδία της Σόμα, όπου 303 ανθρακωρύχοι της ιδιωτικής εταιρείας παραγωγής άνθρακα, στην πλειοψηφία τους με υπεργολαβία, έχασαν τη ζωή τους σε ένα εργατικό «ατύχημα», πιο εύστοχα ονομαζόμενο σφαγή στην αναζήτηση κέρδους, μόλις πριν από δύο χρόνια! Αυτό, στην πραγματικότητα ήταν που οι ανθρακωρύχοι του Ζονγκουλντάκ υπενθύμισαν στην κυβέρνηση στις 14 Ιουλίου, μια μόλις μέρα πριν από το αποτυχημένο πραξικόπημα, όταν διαδήλωσαν σε ένα δυνατό συλλαλητήριο ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις. Mε το νομοθετικό διάταγμα που διώκεται ο Λεβέντ διώκονται επίσης οι μαχητικοί εργάτες και μηχανικοί, δηλαδή η πρωτοπορία της τάξης, στα ορυχεία του Ζονγκουλντάκ! Αν υπάρχει οποιοδήποτε τρομοκρατία σ’ αυτήν την πράξη, είναι σίγουρα η βία της καπιταλιστικής κυβέρνησης ενάντια στην εργατική τάξη!
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης και η αντεπίθεση του Μερτ
Η περίπτωση του Μερτ Κουρκέρ, του άλλου ηγέτη του DIP που διώκεται σήμερα, είναι κάπως πιο περίπλοκη, αλλά και πάλι τυπική στην ενσωμάτωση μιας διαφορετικής πτυχής της τρέχουσας περιόδου των αγώνων – αυτό που εμείς στο DIP αποκαλούμε καιροσκοπική «κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Εδώ, και πάλι, όπως και στην περίπτωση του Λεβέντ, η ιστορία πάει πίσω στο χρόνο.
Για αρκετά χρόνια τώρα, ο Μερτ υπήρξε ο οργανωτικός γραμματέας της Άγκυρας στον «πανεπιστημιακό κλάδο» του προαναφερόμενου Συνδικάτου Εκπαίδευσης (ο λόγος που αυτό το Συνδικάτο δεν λέγεται Συνδικάτο Εκπαιδευτικών είναι ότι δεν είναι τέτοιο, δηλαδή δεν είναι επαγγελματικό Συνδικάτο, αλλά ρίχνει τα δίχτυα του ευρέως για να οργανώσει όλους τους εργαζόμενους στον τομέα της εκπαίδευσης). Υπό αυτήν την ιδιότητα, ήταν ο κύριος διοργανωτής ενός ισχυρότατου απεργιακού κινήματος στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο Μέσης Ανατολής (METU) τον Δεκέμβριο του 2014. Αυτή η απεργία έφερε σε επαφή εργάτες διαφόρων κατηγοριών, από καθηγητές Πανεπιστημίου ως εργαζόμενους καφετεριών και από διοικητικό προσωπικό έως καθαριστές τουαλετών. Για τρεις ημέρες, περισσότεροι από χίλιοι εργάτες απήργησαν για οικονομικά θέματα τα οποία συνδέουν όλες αυτές τις κατηγορίες. Αυτή ήταν ίσως η καλύτερα οργανωμένη απεργία με τη μεγαλύτερη συμμετοχή που είδαν τα Πανεπιστήμια από την εποχή της μοιραίας στρατιωτικής χούντας του 1980.
Η διοίκηση του Πανεπιστημίου δεν καθυστέρησε πολύ να αντεπιτεθεί. Την Άνοιξη του 2015, λήφθηκαν πειθαρχικά μέτρα εναντίον του Μερτ, και κατά ενός άλλου συναδέλφου του, τεχνικού εργαστηρίου. Η τιμωρία που ζητήθηκε ήταν αποβολή από όλα τα δημόσια αξιώματα. Αυτή ακριβώς είναι η διοικητική (δηλαδή μη δικαστική) τιμωρία που επιβλήθηκε στον Λεβέντ. Είναι μια πολύ ενοχλητική τιμωρία, για τον απλούστατο λόγο ότι το άτομο δεν μπορεί να κάνει αιτήσεις για τυχόν άλλες θέσεις εργασίας στο δημόσιο τομέα, ακόμη και ως θυρωρός, για παράδειγμα. Υπάρχουν περαιτέρω συνέπειες, π.χ. δεν μπορεί κανείς να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου, γιατί σ’ αυτό έχει χορηγηθεί το κύρος του δημόσιου λειτουργού. Ο Μερτ και ο συνάδελφός του αποφάσισαν να αντεπιτεθούν με διαμαρτυρία στο γραφείο του προέδρου του Πανεπιστημίου. Έστησαν μια σκηνή ακριβώς μπροστά από το γραφείο, περνώντας 17 ημέρες και νύχτες διαμαρτυρίας. Υπήρχαν σε όλη αυτή την περίοδο πολλές υποστηρικτικές δράσεις οργανωμένες από καθηγητές Πανεπιστημίου, διοικητικό προσωπικό, εργάτες, φοιτητές κ.λπ.
Το METU συμβαίνει να είναι το σύμβολο μεταξύ των τουρκικών Πανεπιστημίων, από τις ένδοξες μέρες του αγώνα του παρελθόντος. Έτσι, η εξέλιξη ήταν δύσκολη για τη διοίκηση, η οποία προσπάθησε να ποζάρει ως διάδοχος όλων των αγώνων του 1960 και του 1970. Η κορύφωση του κινήματος ήρθε στις εξετάσεις αποφοίτησης. Οι φοιτητές κρατούσαν πολλά πλακάτ που έγραφαν «Κάτω τα χέρια από το δάσκαλό μου!» και άνοιξαν ένα γιγαντιαίο πανό εκφράζοντας την αλληλεγγύη τους στο Μερτ και στο συνάδελφό του απεργοφρουρό. Και το μισό του φοιτητικού σώματος γύρισε την πλάτη του στον πρόεδρο του Πανεπιστημίου, καθώς μιλούσε στο πλήθος που είχε συγκεντρωθεί!
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διοίκηση του Πανεπιστημίου (και το Συμβούλιο Ανώτατης Εκπαίδευσης, ένα πολύ αντιδραστικό υπερ-πανεπιστημιακό όργανο που δημιουργήθηκε από τη στρατιωτική χούντα της δεκαετίας του 1980 και χρεώθηκε με αυτού του είδους την πειθαρχία) έκανε πίσω! Ο φάκελος μπήκε σιωπηλά στο αρχείο. Προφανώς όμως, μόνο για να ξαναεμφανιστεί όταν οι συνθήκες ήταν πιο ευνοϊκές για κατασταλτικά μέτρα. Ο Μερτ παραπέμφθηκε και πάλι για πειθαρχικά μέτρα πριν από περίπου 20 ημέρες, με το ίδιο αίτημα για αποβολή από τα δημόσια αξιώματα.
Αυτό είναι ακριβώς ό,τι αποκαλούμε «κατάσταση έκτακτης ανάγκης του οπορτουνισμού», όταν φορείς της δημόσιας διοίκησης, εκτός από την ίδια την κυβέρνηση χρησιμοποιούν την πολιτική ατμόσφαιρα που γεννήθηκε από την ύπαρξη αυτού του καθεστώτος εξαίρεσης για κατασταλτικούς σκοπούς σε θέματα που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τη δίωξη και τιμωρία των δραστών του αποτυχημένου πραξικοπήματος. (Το ξεχωρίζουμε αυτό από τη χρήση των ίδιων εξουσιών της κατάστασης έκτακτης ανάγκης από την κυβέρνηση για να επιτεθεί στο κουρδικό κίνημα ή στο εργατικό κίνημα, διότι στην περίπτωση αυτή οι δύο είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι στην ίδια στρατηγική της εξάλειψης των αντιπάλων του Ερντογάν). Η διοίκηση του METU περίμενε ενάμιση χρόνο, μένοντας σε ολική αδράνεια, πριν να βάλει την αποπομπή του Μερτ στην ημερήσια διάταξη ξανά τώρα, απλώς και μόνο επειδή η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, όχι με καμία νομική έννοια, αλλά με έναν πολιτικο-ψυχολογικό τρόπο, δημιούργησε μια πιο κατασταλτική ατμόσφαιρα. Και αυτοί οι αξιοσέβαστοι καθηγητές διατείνονται ότι είναι αντίπαλοι των «δικτατορικών» φιλοδοξιών του Ερντογάν και της καταστροφής του κοσμικού κράτους! Όταν πρόκειται για την σύνθλιψη των αγώνων των εργαζόμενων, τείνουν πρόθυμα χείρα συνεργασίας προς αυτόν.
Ο Μερτ και οι σύντροφοι της Άγκυρας αποφάσισαν οργανώσουν για μια ακόμη φορά πικετοφορία στο γραφείο του προέδρου του Πανεπιστημίου. Η δράση αυτή είναι πλέον η πιο ενδεδειγμένη μετά από ένα δεκαπενθήμερο αγώνα.
Η πειθαρχική επιτροπή (στην πραγματικότητα, η διευθύνουσα επιτροπή) του Πανεπιστημίου, σε αυτό που αποδείχθηκε ότι ήταν μια τεταμένη και συγκρουσιακή συζήτηση, αρνήθηκε να εγκρίνει το αίτημα της διοίκησης για την αποπομπή του Μερτ από το δημόσιο αξίωμα. Νίκη!
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή η νίκη είναι, πρώτα απ’ όλα, ο καρπός της αντίστασης του Μερτ, με μια σκηνή που στήθηκε μπροστά από το γραφείο του προέδρου του Πανεπιστημίου για συνολικά 33 ημέρες σε δύο διαφορετικά στάδια αγώνα το καλοκαίρι του 2015 και τώρα. Ωστόσο, η διεθνής υποστήριξη από πολλούς εξέχοντες ακαδημαϊκούς και δημόσιους διανοούμενους από πολλές διαφορετικές χώρες του κόσμου, με τη μορφή συλλογής υπογραφών είχε επίσης την επίδρασή της στη διοίκηση του METU, παραδοσιακά πολύ γνωστή για το διεθνές κύρος της. Εδώ η συμβολή των Ελλήνων και των Ιταλών συντρόφων μας έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο. Αναδημοσιεύουμε τις δύο διεθνείς λίστες που έχουν υπογραφεί κατά τα δύο στάδια του αγώνα ως παράρτημα.
Φυσικά, ο Μερτ, όχι λιγότερο απ’ τον Λεβέντ, ήταν πάντα μέσα και συνήθως στην πρώτη γραμμή αμέτρητων εργατικών αγώνων στο παρελθόν. Συμμετείχε στις περισσότερες από τις πικετοφορίες ή τις περιστασιακές καταλήψεις εργασιακών χώρων που οργανώθηκαν στην Άγκυρα σε ένδειξη διαμαρτυρίας εναντίον της μιας ή της άλλης επίθεσης των αφεντικών στην εργατική τάξη. Το κυριότερο, ήταν δραστήρια ενεργός στη διάρκεια της 72ήμερης «Κομμούνας του Σαγγάριου», μια ονομασία που χρησιμοποιούμε στο DIP για την πόλη από σκηνές δημιουργήθηκε στην καρδιά της Άγκυρας στα τέλη του 2009 και στις αρχές του 2010 από εργάτες της Tekel (κρατική επιχείρηση που παρήγαγε προϊόντα καπνού και αλκοολούχα ποτά μέχρι που ιδιωτικοποιήθηκε). Ο Μερτ ήταν σε συνεχή επαφή με τις σκηνές των διαφόρων περιφερειών, συντόνιζε το έργο των αγωνιστών του DIP που στάλθηκαν προσωρινά από άλλες πόλεις στην Άγκυρα προκειμένου να βοηθήσουν τον αγώνα των εργατών, πολλοί περνώντας τις νύχτες σε σκηνές μαζί με τους εργάτες και τακτικά μοίραζαν φυλλάδια του κόμματος (περί τα είκοσι συνολικά) που αξιολογούσαν την εξελισσόμενη κατάσταση και προσπαθούσαν να δείξουν το δρόμο προς τα εμπρός στους εργάτες σε πολύ διακριτική γλώσσα, που στη συνέχεια διανέμονταν σε όλες τις σκηνές.
Είναι ενσωματωμένο στις πολιτικές παραδόσεις της τουρκικής αστικής τάξης το να τιμωρεί αυστηρά τέτοιους διανοούμενους, αφού γνωρίζει πολύ καλά ότι η ένωση που δημιουργείται μεταξύ Μαρξισμού και εργατικής τάξης, είναι εμπρηστική ουσία. Ο Λεβέντ και ο Μερτ παίρνουν τώρα το μερτικό τους απ’ αυτήν την τιμωρία, ενώ εμείς της παλαιότερης γενιάς, υποβληθήκαμε σε παρόμοιες διώξεις στη διάρκεια της στρατιωτικής χούντας των αρχών του 1980 στην αντιδραστική συνέπειά αυτού που ήταν για πολύ καιρό ένα καταπιεστικό καθεστώς υπό αστική κοινοβουλευτική μεταμφίεση. Bεβαίως, για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, για δεκαετίες τώρα, ήταν οι ηγέτες, τα στελέχη, ακόμα και τα απλά μέλη του κουρδικού κινήματος που υπέστησαν τη χειρότερη καταστολή, φτάνοντας μέχρι και σε απροκάλυπτες σφαγές. Μια νέα γενιά Μαρξιστών αγωνιστών έχουν πλέον αναγκάσει την αστική τάξη να επιστρέψει στη δίωξη επαναστατών ακτιβιστών της εργατικής τάξης.
Σπασμωδική Ανάπτυξη
Οπότε, η κυβέρνηση είναι τώρα σε πόλεμο με τον καθένα! Όχι μόνο επιτίθεται άγρια στην αδελφότητα Γκιουλέν, αλλά προσπαθεί να φιμώσει κάθε αντιπολίτευση προς την ίδια. Η εφημερίδα Τζουμχουριέτ, που θα μπορούσε να περιγραφεί με μια πολύ ευρεία έννοια ως το αντίστοιχο της LeMonde ή της TheGuardian ή της CorrieredellaSera στο τοπικό επίπεδο, τώρα παρενοχλείται με επιδρομές και συλλήψεις μιας ντουζίνας δημοσιογράφων. Συνολικά 130 μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν κλείσει. Και τα πράγματα χειροτερεύουν μέρα με τη μέρα. Η κυβέρνηση είναι επίσης σε πόλεμο με τη Μέση Ανατολή, αυξάνοντας το ρίσκο ημέρα με την ημέρα, τόσο στη Συρία, όσο και στο Ιράκ.
Μετά το πραξικόπημα, ο Ερντογάν βρέθηκε σχεδόν απομονωμένος διεθνώς και χωρίς τη σταθερή υποστήριξη οποιουδήποτε από τα κατασταλτικά όργανα του τουρκικού κράτους εγχώρια. Αλλά και πάλι, όπως το 2013, όταν ο Ερντογάν είχε κλονιστεί από τους δίδυμους σεισμούς της λαϊκής εξέγερσης του Γκεζί και τα σκάνδαλα διαφθοράς, ή το 2015, όταν έχασε τις εκλογές του Ιουνίου και αντιμετώπισε την τρομερή προοπτική δίωξης για διαφθορά, οι πρώην εχθροί του μέσα από τις τάξεις της αστικής τάξης, ήρθαν σε βοήθειά του. Η λεγόμενη «Εθνική Ομοφωνία» των κομμάτων, που υποτίθεται ότι δημιουργήθηκε για να υπερασπιστεί τη δημοκρατία απέναντι στην απόπειρα πραξικοπήματος (!), έφερε κοντά στο ΑΚΡ όχι μόνο το φασιστικό MHP, αλλά και το κόμμα του Ατατούρκ, το CHP, δίνοντας του νέα παράταση ζωής. Τρεις μήνες αργότερα, έχοντας σταθεροποιήσει την εξουσία του και πάλι μετά από ένα ασταθές ξεκίνημα στον απόηχο του πραξικοπήματος, ο Ερντογάν είναι τώρα όλο και περισσότερο διατεθειμένος να εγκαταλείψει το CHP, ενώ ο ίδιος έχει δημιουργήσει μια πολύ στενή αντικουρδική σοβινιστική συμμαχία με το φασίστα ηγέτη του MHP. Το άστρο του φαίνεται και πάλι να ανατέλλει. Αυτή η νέα συμμαχία μπορεί να του δώσει την εκτελεστική προεδρία που τόσο καιρό ποθεί και de facto ασκεί από την ανάληψη του σε μεγάλο βαθμό εθιμοτυπικού αξιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας το 2014. Ο Ραμπιισμός, το σουνιτικό θρησκευτικό πρόγραμμα του ΑΚΡ κυριαρχίας στον Αραβικό κόσμο και παραπέρα, εργάζεται πυρετωδώς για να κάνει χώρο στον«Ραϊς» (Ηγέτη) στη Μέση Ανατολή.
Ωστόσο, υπάρχουν επίσης τεράστιες δυσκολίες. Ο Ερντογάν παίζει με τη φωτιά στο Ιράκ και τη Συρία. Στην πραγματικότητα παίζει το παιχνίδι του Σαουδαραβικού κράτους-εισοδηματία αναζωπυρώνοντας τις φλόγες ενός πολέμου με το Ιράν, ο οποίος μπορεί να λάβει μόνο τη μορφή της ισλαμικής αδελφοκτονίας μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών. Στο εσωτερικό της χώρας, το αποτυχημένο πραξικόπημα του Καλοκαιριού παραμένει σκεπασμένο με πέπλο μυστηρίου. Πολλοί δείκτες υποδηλώνουν ότι οι ανώτεροι αξιωματικοί, η Υπηρεσία Πληροφοριών (ΜΙΤ) και ακόμη και ένα μέρος της οργάνωσης του AKP μπορεί να υποστήριξαν αρχικά την πρωτοβουλία για το πραξικόπημα, αλλά αποστασιοποιήθηκαν την τελευταία στιγμή. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει βαθιά ανησυχία στον τρόπο που ο Ερντογάν χειρίζεται τόσο τα εσωτερικά ζητήματα, όσο και τις διεθνείς σχέσεις. Ένας λόγος για την υποστήριξη που η πλειοψηφία της εργατικής τάξης δίνει στον Ερντογάν είναι η σχετικά σταθερή ανάπτυξη της οικονομίας μέχρι την πρόσφατη περίοδο. Αλλά τώρα η κρίση δεσπόζει στον ορίζοντα. Οι απολύσεις μπορεί να υποδαυλίσουν την καταπιεσμένη οργή της εργατικής τάξης απέναντι σε μια συστηματική πολιτική καταστροφής των προηγούμενων κερδών και δικαιωμάτων των εργαζομένων και, το σημαντικότερο, την ασφάλεια της δουλειάς τους, μια πολιτική που συνεχίστηκε κάτω από το AKP και οφείλει την προέλευσή της στη στρατιωτική χούντα.
Έτσι, οι αποφασιστικές μάχες είναι μπροστά. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι για μια διαδοχή γρήγορα μεταβαλλόμενων συνθηκών, για τις οποίες μίλησε ο Τρότσκι στο βιβλίο Η Τρίτη Διεθνής μετά τον Λένιν σχετικά με την παγκόσμια κατάσταση κατά τη μεταβατική εποχή, όταν μια γρήγορη διαδοχή αντικρουόμενων πολιτικών συγκυριών ήταν, κατά την άποψή του, ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Αυτό είναι το μοτίβο των γεγονότων που ονομάζει ο Τρότσκι «σπασμωδικό». Εδώ είναι μερικά αποσπάσματα που δίνουν μια γεύση της σκέψης του Τρότσκι για το θέμα αυτό:
«Ο εκρηκτικός χαρακτήρας αυτής της νέας εποχής, με τις απότομες μεταβολές των πολιτικών πλημμυρίδων και αμπώτιδων, με τη σταθερή σπασμωδική ταξική πάλη μεταξύ Φασισμού και Κομμουνισμού, έγκειται στο γεγονός ότι το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα έχει ήδη εξαντληθεί και δεν είναι πλέον σε θέση να προοδεύσει ως όλο.
(…)
Ο επαναστατικός χαρακτήρας της εποχής δεν έγκειται στο ότι επιτρέπει την πραγματοποίηση της επανάστασης, δηλαδή την κατάληψη της εξουσίας σε κάθε δεδομένη στιγμή. Ο επαναστατικός χαρακτήρας της συνίσταται στις βαθιές και έντονες διακυμάνσεις και απότομες και συχνές μεταβάσεις από μια άμεσα επαναστατική κατάσταση· με άλλα λόγια, από μια κατάσταση που επιτρέπει στο Κομμουνιστικό Κόμμα να αγωνιστεί για την εξουσία, σε μια νίκη της φασιστικής ή ημι-φασιστικής αντεπανάστασης, και από την τελευταία σε ένα προσωρινό μεσοβέζικο καθεστώς («συνασπισμό της Αριστεράς», ένταξη της σοσιαλδημοκρατίας στο συνασπισμό, άνοδο στην εξουσία του Kόμματος του ΜακΝτόναλντ, κ.ο.κ.), για να ξανακάνει αμέσως τις αντιθέσεις κοφτερές σαν ξυράφι και να θέσει ξανά με οξύ τρόπο το ζήτημα της εξουσίας.» (Λ. Tρότσκι, H Tρίτη Διεθνής μετά τον Λένιν, εκδ. Aλλαγή, σελ. 97-98).
Η Τουρκία αντιμετωπίζει πλέον πολύ συγκεκριμένα αυτό το «σπασμωδικό» μοντέλο ανάπτυξης. Η λαϊκή εξέγερση του Γκεζί και το σκάνδαλο διαφθοράς στα τέλη του 2013, ακολουθήθηκαν από την εκλογική νίκη του ΑΚΡ στις τοπικές εκλογές του Μαρτίου 2014 και τις προεδρικές εκλογές του Αυγούστου του ίδιου έτους. Αλλά το σερχιλντάν (εξέγερση στην κουρδική γλώσσα) για το Κομπανί τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, άλλαξε την κατάσταση για άλλη μια φορά. Αυτό ακολουθήθηκε από την ατίθαση απεργία των μεταλλεργατών και την ήττα του Ερντογάν στις κάλπες τον Ιούνιο του 2015. Ωστόσο, ως αποτέλεσμα των πολιτικών λαθών που διαπράχθηκαν από το κουρδικό κίνημα και την αριστερά, η κατάσταση αντιστράφηκε και πάλι στις πρόωρες εκλογές του Νοεμβρίου, όταν το ΑΚΡ έλαβε και πάλι την πλειοψηφία. Το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου ήταν ξώφαλτσο και έφερε τον Ερντογάν για άλλη μια φορά στην άκρη του γκρεμού. Τώρα, ο ίδιος και το ΑΚΡ εγείρονται από τις στάχτες τους, για μια ακόμη φορά!
Υπό το πρίσμα αυτής της ανάπτυξης σαν “τρενάκι λούνα παρκ”, το DIP ετοιμάζεται για όλα τα είδη πάλης, τα πολύ καταπιεστικά, καθώς και, ενδεχομένως, τα πιο προοδευτικά, όπου οι εργατικοί αγώνες υπερέχουν. Είμαστε έτοιμοι πολιτικά και ψυχολογικά για περαιτέρω διώξεις. Δεν υποκύπτουμε στην απόγνωση της πλειοψηφίας των ρευμάτων της αριστεράς, που συνεχώς γκρινιάζουν και κλαψουρίζουν για την καταπίεση και τη δικτατορία, αλλά αντεπιτιθέμαστε. Αντεπιτιθέμαστε, όχι μόνο εντός των κοσμικών μικροαστικών περιβαλλόντων, όπου σχεδόν ο καθένας έχει ήδη αποκτήσει μια αντι-Ερντογάν στάση. Όχι, εμείς κάνουμε αυτό που είναι η πιο δύσκολη δουλειά: κάνουμε το καλύτερο δυνατό για να πάμε προς τις εργαζόμενες μάζες, ξετρελαμένες με την υπερηφάνεια που ο Ερντογάν και η κουστωδία του τους έχουν ψευδώς γεμίσει, την υπερηφάνεια της εκ νέου ανακάλυψης των μακρά καταπιεσμένων «φυσικών και εθνικών» παραδόσεών τους και του ηγέτη τους που αψηφά τις μεγάλες δυνάμεις του κόσμου για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες. Ενώ ο Ερντογάν και οι υπόλοιποι επανέρχονται στους Οθωμανούς και στην παράδοση των χαλίφηδων, εμείς διεκδικούμε την παράδοση του κοινωνικού αγώνα και την ανυπότακτη εξέγερση στην Ανατολία και τη Θράκη κάτω από τους Οθωμανούς και χωρίζουμε τον πολιτισμό όχι μεταξύ εθνών, αλλά μεταξύ τάξεων. Ενώ οι ιδεολόγοι του ΑΚΡ μιλούν το ιδίωμα του εγγαστρίμυθου κριτικάροντας τις ΗΠΑ και τον ιμπεριαλισμό της ΕΕ, εμείς λέμε τα πράγματα με το όνομά τους και απαιτούμε δυνατά και καθαρά την έξοδο της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, να κλείσει η βάση του Ιντσιρλίκ και οι ΗΠΑ να στερηθούν των πυρηνικών κεφαλών που έχουν αποθηκεύσει εκεί και να διαλυθεί η λεγόμενη «αντιπυραυλική ασπίδα» που έχει συσταθεί κατά του Ιράν στην ανατολική Τουρκία. Αλλά πάνω απ’ όλα, τους δείχνουμε ακούραστα ότι το ΑΚΡ παλεύει για τα συμφέροντα της αστικής τάξης κι ενάντια στην εργατική τάξη.
Αν και μικρό σε μέγεθος, το DIP συνειδητά και συστηματικά προετοιμάζεται για τους τρομερούς αγώνες που έχουμε μπροστά μας. Έχει κατασκευαστεί ένα κλιμάκιο που είναι ικανό να ελιχθεί τακτικά κάτω απ’ όλες τις συνθήκες. Και η νέα γενιά της ηγεσίας αναλαμβάνει απρόσκοπτα. Ο Λεβέντ και ο Μερτ είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.
Παράρτημα
Διεθνής υποστήριξη για το Μερτ
Το Τεχνικό Πανεπιστήμιο Μέσης Ανατολής χρησιμοποιεί την Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης του Ερντογάν!
Το περασμένο καλοκαίρι μια αξιοσημείωτη ομάδα ακαδημαϊκών, συνδικαλιστών και πολιτικών από όλο τον κόσμο, διαμαρτυρήθηκαν έντονα κατά της απόπειρας επιβολής βαριάς πειθαρχικής ποινής σε βάρος κατώτερου ακαδημαϊκού προσωπικού του Τεχνικού Πανεπιστημίου Μέσης Ανατολής (METU) στην Άγκυρα. Αυτή η λίστα υπογραφών έθεσε σε αμφισβήτηση τις μελλοντικές σχέσεις της διεθνούς κοινότητας των προοδευτικών ακαδημαϊκών με το METU, αν το πανεπιστήμιο επιμείνει στη δίωξη του εν λόγω προσωπικού. Κάποιοι από εμάς είχαμε υπογράψει την παρούσα λίστα. Ευτυχώς, για το μέλλον των σχέσεών μας με το METU, οι κατηγορίες αποσύρθηκαν εκείνη τη στιγμή. Ακόμα και το αντιδραστικό Διοικητικό Συμβούλιο Ανώτατης Εκπαίδευσης, που έχει συσταθεί με σκοπό την φέρει τον τουρκικό ακαδημαϊκό χώρο στη γραμμή των αντιδραστικών πολιτικών της χούντας των αρχών της δεκαετίας του 1980, δεν έκρινε κατάλληλα τα πολύ βαριά μέτρα που αξίωνε η διοίκηση του METU.
Τώρα, ενάμιση χρόνο αργότερα, ο φάκελος άνοιξε για μια ακόμη φορά! Είναι απίστευτο το γεγονός ότι ένα μέλος του προσωπικού θεωρείται άξιος αποβολής από δημόσια αξιώματα και του αφαιρείται η άδεια εφ’ όρου ζωής και ακόμα έχει μείνει μόνο να διεξάγει ελεύθερα δραστηριότητες μέσα στο Πανεπιστήμιο για ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Γιατί αυτή η ολική παραμέληση του ζητήματος για ενάμιση χρόνο και το ξαφνικό αναμάσημά του τώρα; Υπάρχουν δύο εξηγήσεις για αυτήν την ανώμαλη κατάσταση. Κατ’ αρχάς, το Πανεπιστήμιο έχει τώρα ένα νέο Πρόεδρο, ο οποίος έχασε τις εκλογές στις οποίες οι ομότιμοί του ψήφισαν άλλο καθηγητή· αλλά παρ’ όλα αυτά αυτός διορίστηκε απ’ το Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη θέση του νικητή, σύμφωνα με την επαίσχυντη νομοθεσία για την επιλογή των Προέδρων των Πανεπιστημίων στην Τουρκία. Προφανώς, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος αποτίει σεβασμό προς τις δυνάμεις που τον εξέλεξαν. Δεύτερον, και πολύ πιο σημαντικό, μετά την παρέλευση ενάμιση χρόνου, το ζήτημα επανέρχεται στην ημερήσια διάταξη, διότι η Τουρκία βρίσκεται τώρα υπό καθεστώς κατάστασης έκτακτης ανάγκης που κηρύχτηκε μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου. Αυτό το καθεστώς εξαίρεσης χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση του ΑΚΡ για να διώξει ολοκληρωτικά όχι μόνο τους δράστες του πραξικοπήματος, αλλά όλα τα είδη της αντιπολίτευσης που κανένας λογικός άνθρωπος δε μπορεί να συνδέσει με το πραξικόπημα. Έτσι, η παρούσα διοίκηση του METU κάνει προφανώς ευκαιριακή χρήση του σημερινού καταπιεστικού καθεστώτος της Τουρκίας για να ανοίξει κλειστά αρχεία και να εκκαθαρίσει παλιούς λογαριασμούς.
Διαμαρτυρόμαστε έντονα εναντίον αυτής της απαίσιας προσφυγής από τη νέα διοίκηση του METU, στο πολύ αντιδημοκρατικό καθεστώς που υπάρχει σήμερα στην Τουρκία. Το METU, με τη μακρά προοδευτική ιστορία του, δεν αξίζει να περάσει στην ιστορία του αυτή την επαίσχυντη πράξη. Υποστηρίζουμε πλήρως την προηγούμενη λίστα υπογραφών, που υπογράφηκε τον περασμένο χρόνο από πολλούς από εμάς και το παρέχουμε ως παράρτημα του παρόντος.
Νόαμ Τσόμσκι (Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης, HΠA)
Τάρικ Άλι (New Left Review, Βρετανία)
Γκρεγκ Άλμπο (Πανεπιστήμιο του Γιορκ, Καναδάς)
Σάββας Μιχαήλ-Μάτσας (Ελλάδα)
Λούκα Σκάτσι (Πανεπιστήμιο της Κοιλάδας της Αόστα, Ιταλία)
Νηλ Φώλκνερ (Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, Βρετανία)
Ντέιβιντ Γκάουντ (Πανεπιστήμιο της Ουψάλα, Σουηδία)
Αλεσσάντρο Αριένζο (Αναπληρωτής Καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Νάπολης, Ιταλία, αντιπρόεδρος της Μόνιμης Επιτροπής Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Έρευνας, ETUCE)
Μαρία Γκράτζια Μονάτσι (Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο της Αόστα, Ιταλία)
Μαρία Γκράτσια Μερίτζι (Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο του Μπέργκαμο, Ιταλία)
Μασσιμιλιάνο Ταμπούσι (Αναπληρωτής καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Σιένα, Ιταλία)
Εουγκένιο Παρέντε (Καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Μπαζιλικάτα, Ιταλία)
Αλέσσιο Βιένο (Αναπληρωτής καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, Ιταλία)
Σίλβια Γκαττίνο (Ερευνητής, Πανεπιστήμιο του Τορίνο, Ιταλία)
Φραντσέσκα Ακουισταπάτσε (Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο της Πίζας, Ιταλία)
Αλίντα Κλεμέντε (Ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο της Φότζια, Ιταλία)
Λούκα Γκουτζέττι (Ερευνητής, Πανεπιστήμιο της Γένοβας, Ιταλία)
Ρενάτο Μικέλι (Καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Κοιλάδας της Αόστα, Ιταλία)
Μαρία Λετίτσια Ρουέλλο (Ερευνήτρια, Πολυτεχνείο του Μάρκε, Ιταλία)
Πατρίτσια Μερινγκόλο (Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, Ιταλία)
Αντονέλλα Αρένα (Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο της Μεσσήνης, Ιταλία)
Μαρία Λετίτσια Κορραντίνι (Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο του Καμερίνο, Ιταλία)
Αντρέα Ρεάλε (Αναπληρωτής καθηγητής, Πανεπιστήμιο Τορ Βεργκάτα της Ρώμης, Ιταλία)
Μπρούνο Καταναλόττι (Ερευνητής, Πανεπιστήμιο της Νάπολης, Ιταλία)
Κλαούντια Ορτού (Ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο του Κάλιαρι, Ιταλία)
Μάσσιμο Ζανέττι (Ερευνητής, Πανεπιστήμιο της Κοιλάδας της Αόστα, Ιταλία)
Ρομπέρτο Ντε Βόγκλι (Αναπληρωτής καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, Ιταλία)
Κιάρα Βολπάτο (Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο του Μιλάνο, Ιταλία)
Φάμπιο Σουλπίτζιο (Ερευνητής, Πανεπιστήμιο του Σαλέντο, Ιταλία)
Σιμόνα Σάτσι (Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο του Μιλάνο, Ιταλία)
Τζιόρτζιο Τασσινάρι (Αναπληρωτής καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Ιταλία)
Τζον Γκίλμπερτ (Λέκτορας, Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, Ιταλία)
Αντόνιο Καρράνο (Καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Νάπολης, Ιταλία)
Μισέλα Λέντζι (Ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, Ιταλία)
Μαργκερίτα Τσιέρβο (Ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο της Φότζια, Ιταλία)
Μάρκο Μπαλλερίνι (Ερευνητής, Πανεπιστήμιο του Τρέντο, Ιταλία)
Αλεσσάντρα Φιλαμπότσι (Ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο Τορ Βεργκάτα της Ρώμης, Ιταλία)
Σεμπαστιάνο Γκίσου (Ερευνητής, Πανεπιστήμιο του Σάσσαρι, Ιταλία)
Ιβάνα Φελλίνι (Ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο του Μιλάνο, Ιταλία)
Στεφάνια Τούζι (Ερευνητής, Πανεπιστημιο της Σαπιέντζα, Πανεπιστήμιο της Ρώμης, Ιταλία)
Σίλβια Μαρί (Ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο του Μιλάνο, Ιταλία)
Ντονάτο Ζιπέτο (Αναπληρωτής καθηγητής, Πανεπιστήμιο της Βερόνα, Ιταλία)
Στεφάνο Βιζεντίν (Ερευνητής, Πανεπιστήμιο του Ουρμπίνο «Κάρλο Μπο», Ιταλία)
Η περσινή λίστα υπογραφών
Αποσύρετε τη δίωξη εναντίον των συνδικαλιστών του METU!
Τα πρόσφατα γεγονότα στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Μέσης Ανατολής (METU) αποτελούν σοβαρή πηγή αναταραχής για τη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα και ανησυχούν τους επιστήμονες σε όλο τον κόσμο. Στο παρελθόν, πολλοί από εμάς έχουμε παρακολουθήσει επιστημονικά συνέδρια υψηλής ποιότητας σε αυτό το διακεκριμένο ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το METU υπήρξε επίσης στην πρώτη γραμμή των προοδευτικών κοινωνικών και πολιτικών κινημάτων από τα πρώτα χρόνια τις ύπαρξής του. Αυτή η μακρά παράδοση μισού αιώνα αναβίωσε πρόσφατα και η κοινότητα του METU συμμετείχε ενεργά στο προοδευτικό κοινωνικό κίνημα του 2013 στην Τουρκία, ευρύτερα γνωστό ως το κίνημα του Γκεζί, ονομαζόμενο έτσι από το πάρκο στην Κωνσταντινούπολη που η κυβέρνηση προσπάθησε να κατεδαφίσει, έτσι ώστε να δημιουργηθεί χώρος για ένα εμπορικό κέντρο – αν και το κίνημα ήταν εθνικής εμβέλειας και είχε επίσης μια ισχυρή συνιστώσα στην πρωτεύουσα της Άγκυρας, όπου βρίσκεται το METU.
Ενημερωθήκαμε ότι δύο υπάλληλοι του METU, ο Μερτ Κουρκέρ, βοηθός έρευνας και διδασκαλίας και ο Μπαρίς Τσελίκ, τεχνικός, είναι υπό απειλή για τη συνδικαλιστική δραστηριότητά τους. Οι Μερτ και Μπαρίς είναι και οι δύο συνδικαλιστές ηγέτες στο τοπικό παράρτημα της Άγκυρας του Συνδικάτου Εκπαιδευτικών δημοσίων υπαλλήλων (Eğitim-Sen) και συμμετείχαν ενεργά στη διοργάνωση ενός πολύ δυνατού απεργιακού κινήματος τον περασμένο Δεκέμβριο, στο οποίο συμμετείχαν περισσότεροι από χίλιοι εργαζόμενοι του Πανεπιστημίου για να διατυπώσουν ορισμένα οικονομικά αιτήματα. Ο φάκελός τους απεστάλη από τη διοίκηση του Πανεπιστημίου προς το Διοικητικό Συμβούλιο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, ένα σώμα που ιδρύθηκε από τη στρατιωτική δικτατορία στις αρχές της δεκαετίας του 1980 με ρητό σκοπό την πολιτική υποταγή των Πανεπιστημίων και του οποίου η νομιμότητα δεν έχει αναγνωριστεί από την προοδευτική κοινότητα των ακαδημαϊκών. Επιπλέον, ο θεσμός αυτός έχει ελεγχθεί πρόσφατα στενά από την κυβέρνηση του ΑΚΡ του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η απαίτηση που έχει η διοίκηση του Πανεπιστημίου είναι η αποβολή των Μερτ και Μπαρίς από τις θέσεις εργασίας τους και ο δια βίου αποκλεισμός τους από δημόσια υπηρεσία.
Οι Μερτ και Μπαρίς έχουν πλέον στήσει μια σκηνή μπροστά από το γραφείο του Πρόεδρου του Πανεπιστημίου με πλακάτ για την ανάκληση της εν λόγω διαδικασίας. Δύο διαφορετικές λίστες έχουν υπογραφεί από τους τοπικούς ακαδημαϊκούς, η μια από πάνω από 200 καθηγητές από άλλα Πανεπιστήμια και η άλλη από τους καθηγητές του METU. Οι παραδοσιακές τελετές αποφοίτησης του METU ήταν γεμάτες με διαδηλώσεις των φοιτητών κατά της κίνησης της πανεπιστημιακής διοίκησης κατά των Μερτ και Μπαρίς.
Εμείς οι υπογράφοντες διαμαρτυρόμαστε εναντίον αυτής της προσπάθειας διωγμού των δύο υπαλλήλων για τη συνδικαλιστική τους δουλειά και για τα εξαιρετικά κατασταλτικά μέτρα που απαίτησε ένα εμφανώς κατασταλτικό όργανο. Αυτή η κίνηση από τη διοίκηση του METU δημιουργεί μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση για την προοδευτική ακαδημαϊκή κοινότητα και ανησυχεί τους επιστήμονες σε όλο τον κόσμο για τη μελλοντική σχέση τους με το METU. Γι’ αυτό ζητάμε από τη διοίκηση του Πανεπιστημίου να αναθεωρήσει τη διαδικασία και να ανακαλέσει οποιεσδήποτε κινήσεις για κατασταλτικά μέτρα εναντίον των δύο συνδικαλιστών.
Νόαμ Τσόμσκι (HΠA), Ντέιβιντ Χάρβεϊ (ΗΠΑ-Βρετανία), Τάρικ Άλι (Βρετανία), Μίκαελ Λέβι (Γαλλία), Αγιάζ Αχμάντ (Ινδία), Χιλέλ Τίκτιν (Σκωτία), Τζον Γουίκς (Βρετανία), Τζόελ Κόβελ (ΗΠΑ), Αλεξάντερ Μπουζγκάλιν (Ρωσία), Λουντμίλα Μπουλάβκα (Ρωσία), Ντέιβιντ Επστάιν (Ρωσία), Ανβάρ Σαϊχ (ΗΠΑ), Νάνσυ Χόλστρομ (ΗΠΑ), Κριστόφ Σέρρερ (Γερμανία), Ρικάρντο Μπελοφιόρε (Ιταλία), Ρακέλ Βαρέλα (Πορτογαλία), Γκρεγκ Άλμπο (Καναδάς), Γουλιέλμο Καρτσέντι (Ολλανδία), Σάββας Μιχαήλ-Μάτσας (Ελλάδα), Μαρια Γκράτζια Μονάτσι (Ιταλία), Λούκα Σκάτσι (Ιταλία), Τατιάνα Φιλμόνοβα (Ρωσία), Ιωσήφ Άμπραμσον (Ρωσία), Μιχαήλ Κονάσεφ (Ρωσία), Τόμας Μαρόις (Βρετανία), Βιγιάι Πρασάντ (ΗΠΑ-Ινδία), Σίλα Ντελάνι (Καναδάς), Ρόμπερτ Πόλλιν (ΗΠΑ), Όγκοστ Νιμτζ (ΗΠΑ), Νηλ Φώλκνερ (ΗΠΑ)