Ο αρχιερέας τους σεμνά
παραδέχτηκε τις αυταπάτες τους Η εντολή δόθηκε Οι αερομαχίες με το ανέφικτο να σταματήσουν πάραυτα
Η ουτοπία τους τώρα ενσαρκώθηκε πατάει γερά στην αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα είναι αναγνωρίσιμη, σαφής και προβλέψιμη
Οι κεραυνοί ακούγονται κάπου μακριά, ξεθυμασμένοι Τζάμια χοντρά, αλεξικέραυνα παντού προστασία πλήρης, η καταιγίδα ξεψυχάει
Η ουτοπία τους πλέον είναι πειθήνια δεν αμφισβητεί το κατεστημένο Βέβαια ακόμη πιστεύει στο καινούργιο και το διεκδικεί χαμηλόφωνα ευγενικά χωρίς εντάσεις και χοντροκοπιές, δημοκρατικά, ειρηνικά και πολιτισμένα
Η ουτοπία τους τώρα ζει στην ομορφιά της τέχνης στην αβρότητα και την ευγλωττία σοφών εμπειρογνωμόνων Κάθε βράδυ γοητεύει τ’ αυτιά των φτωχών μοιράζοντας υποσχέσεις και χαϊδεύοντας τα όνειρά τους
Η ουτοπία τους έπαψε πλέον να μυρίζει τον ιδρώτα του άξεστου εργάτη, να μιλάει βραχνά κι ασύντακτα, να κάνει ορθογραφικά λάθη, να είναι αλμυρή σαν τον ιδρώτα του αγρότη
Η ουτοπία τους έπαψε πια να είναι επαναστατική, υποκλίνεται στους καλούς τρόπους κάθε ευσεβέστατου εκμεταλλευτή Η ουτοπία τους είναι τώρα ένας απλός εκσυγχρονισμός
|