Σεπτέμβριος 1843

Γράφτηκε από τον Καρλ Μαρξ στο Κρόυτσναχ, τον Σεπτέμβριο του 1843.

Πρωτοδημοσιεύτηκε στα Γερμανο-Γαλλικά Χρονικά τον Φεβρουάριο του 1844.

Περιλαμβάνεται στο https://www.marxists.org/archive/marx/works/1843/letters/43_09-alt.htm

Aυτή είναι η τρίτη επιστολή του 25χρονου Μαρξ στον φίλο του, Ρούγκε, μέσα στο 1843. Ο Μαρξ απαντά σε προηγούμενη επιστολή του Ρούγκε, στην οποία ο τελευταίος δήλωνε άθεος και ένθερμος υποστηρικτής των “νέων φιλοσόφων”.

Χαίρομαι που σας βρίσκω τόσο αποφασιστικό και τη σκέψη σας να έχει στραφεί από το παρελθὸν, μπροστά, προς ένα νέο εγχείρημα. Στο Παρίσι, λοιπόν, στο παλιό πανεπιστήμιο της φιλοσοφίας – ένας οιωνός! [Είθε να μην είναι κακός οιωνός]– και στη μοντέρνα πρωτεύουσα του νέου κόσμου! Ό,τι είναι αναγκαίο, αυτό γίνεται. Επομένως, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι όλα τα εμπόδια, το βάρος των οποίων δεν παραγνωρίζω, μπορούν να αρθούν.

Ωστόσο, είτε πετύχει είτε όχι το εγχείρημά μας, θα είμαι ούτως ή άλλως στο Παρίσι μέχρι το τέλος αυτού του μήνα, αφού εδώ ο αέρας κάνει τον άνθρωπο δουλοπάροικο και σίγουρα δεν βλέπω κανένα απολύτως περιθώριο για ελεύθερη δραστηριότητα στη Γερμανία.

Στη Γερμανία τα πάντα καταστέλλονται με τη βία, μια πραγματική αναρχία της σκέψης [επικρατεί], η βασιλεία της βλακείας καθ’ εαυτής μας έχει καταπλακώσει και η Ζυρίχη υπακούει στις εντολές του Βερολίνου. Καθημερινά γίνεται όλο και πιο προφανές ότι τα ανεξάρτητα, σκεπτόμενα μυαλά πρέπει να αναζητήσουν ένα νέο κέντρο. Είμαι πεπεισμένος ότι το σχέδιό μας θα ικανοποιούσε μια πραγματική ανάγκη και οι πραγματικές ανάγκες πρέπει να εκπληρωθούν στην πραγματικότητα. Δεν θα έχω καμία αμφιβολία μόλις ξεκινήσουμε σοβαρά.

Στην πραγματικότητα οι εσωτερικές δυσκολίες φαίνονται σχεδόν μεγαλύτερες από τα εξωτερικά εμπόδια. Γιατί ακόμα κι αν το ερώτημα “από πού;” δεν παρουσιάζει προβλήματα, το ερώτημα “προς τα πού;” είναι μια μεγάλη πηγή σύγχυσης. Όχι μόνο μια κατάσταση γενικής αναρχίας έχει ξεσπάσει ανάμεσα στους μεταρρυθμιστές, αλλά και καθένας θα πρέπει να παραδεχθεί για τον εαυτό του, ότι δεν έχει καμία συγκεκριμένη άποψη για το τι πρέπει να γίνει. Ωστόσο, αυτό ακριβώς το ελάττωμα μετατρέπεται σε πλεονέκτημα του νέου κινήματος, γιατί εμείς δεν αντιμετωπίζουμε δογματικά τον κόσμο, αλλά αντίθετα προσπαθούμε να ανακαλύψουμε τον νέο κόσμο μέσω της κριτικής του παλιού. Μέχρι τώρα οι φιλόσοφοι είχαν τα κλειδιά όλων των γρίφων στα γραφεία τους, και ο χαζός, αμύητος κόσμος έπρεπε μόνο ν’ ανοίξει το στόμα του έτσι ώστε τα ψητά περιστέρια της απόλυτης επιστήμης να πετάξουν μέσα σε αυτό. Τώρα η φιλοσοφία έχει εκκοσμικευτεί και η πιο χτυπητή απόδειξη αυτού φαίνεται στον τρόπο που η φιλοσοφική συνείδηση η ίδια, έχει ενταχθεί στη μάχη όχι μόνο εξωτερικά, αλλά και εσωτερικά. Αν και δεν είναι δική μας υπόθεση η κατασκευή του μέλλοντος ή η οργάνωσή του για πάντα, δεν μπορεί να υπάρχει καμία αμφιβολία για το έργο που αντιμετωπίζουμε σήμερα: την ανελέητη κριτική της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, ανελέητη τόσο με την έννοια ότι η κριτική δεν φοβάται τα αποτελέσματά της όσο και τη σύγκρουση με τις υπάρχουσες δυνάμεις.

Γι’ αυτό δεν είμαι υπέρ του να υψώσουμε μια δογματική σημαία, το αντίθετο. Πρέπει να προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε τους δογματικούς να ξεκαθαρίσουν τις ιδέες τους. Συγκεκριμένα, ο κομμουνισμός είναι μια δογματική αφαίρεση και με την έννοια αυτή δεν αναφέρομαι σε κάποιον φανταστικό και πιθανό κομμουνισμό, αλλά στον κομμουνισμό όπως υπάρχει στην πραγματικότητα στις διδασκαλίες των Cabet, Dezamy, Weitling, κ.λπ. Αυτός ο κομμουνισμός είναι μόνο μια ιδιαίτερη έκφραση της ουμανιστικής αρχής, που μολύνεται από το αντίθετό της, την ιδιωτική σφαίρα. Επομένως, η κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και ο κομμουνισμός καθόλου δεν ταυτίζονται, και ο κομμουνισμός έχει δει άλλες σοσιαλιστικές θεωρίες, όπως εκείνες του Φουριέ και του Προυντόν, όχι τυχαία αλλά αναγκαστικά, να εμφανίζονται η μια εναντίον της άλλης, επειδή ο ίδιος είναι μόνο μια ειδική, μονόπλευρη υλοποίηση της σοσιαλιστικής αρχής.

Και με την ίδια λογική, ολόκληρη η αρχή του σοσιαλισμού ασχολείται μόνο με τη μία πλευρά, δηλαδή την πραγματικότητα της αληθινής ύπαρξης του ανθρώπου. Αλλά πρέπει επίσης να ασχοληθούμε με την άλλη πλευρά, δηλαδή με τη θεωρητική ύπαρξη του ανθρώπου, και να κάνουμε αντικείμενο κριτικής μας τη θρησκεία του, την επιστήμη κ.λπ. Επιπλέον, θέλουμε να επηρεάσουμε πάνω απ’ όλα τους συγχρόνους μας, δηλαδή τους Γερμανούς συγχρόνους μας. Τίθεται το ερώτημα πώς θα επιτευχθεί αυτό. Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν δύο αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Πρώτα η θρησκεία και μετά η πολιτική είναι θέματα πρώτης σημασίας στη σύγχρονη Γερμανία. Το καθήκον μας είναι να τα πάρουμε όπως είναι και να μην τους αντιπαραθέσουμε οποιοδήποτε έτοιμο σύστημα όπως για παράδειγμα το Ταξίδι στην Ικαρία. [Voyage en Icarie, βιβλίο του Etienne Cabet, που περιγράφει μια κομμουνιστική ουτοπία.]

Ο Λόγος υπήρχε πάντοτε, αλλά όχι πάντα σε ορθολογική μορφή. Ως εκ τούτου ο κριτικός μπορεί να βασιστεί σε οποιαδήποτε μορφή θεωρητικής και πρακτικής συνείδησης και να αναπτύξει την αληθινή πραγματικότητα όπως πρέπει και τον τελικό σκοπό της από τις δικές της μορφές τής υπάρχουσας πραγματικότητας. Σε ό,τι αφορά την πραγματική ζωή, το πολιτικό κράτος σε όλες τις σύγχρονες μορφές του περιέχει τις απαιτήσεις της λογικής, ακόμα κι εκεί που δεν εκπληρώνονται ακόμη συνειδητά από τις σοσιαλιστικές απαιτήσεις. Και δεν σταματά εκεί. Υποθέτει ότι ο λόγος πραγματοποιείται παντού. Αλλά όπως παντού παγιδεύεται στην αντίφαση ανάμεσα στην ιδανική του λειτουργία και τις πραγματικές του προϋποθέσεις.

Από αυτή τη σύγκρουση του πολιτικού κράτους με τον εαυτό του, είναι λοιπόν δυνατό να αναπτυχθεί παντού η κοινωνική αλήθεια. Όπως η θρησκεία είναι ένας δείκτης των θεωρητικών αγώνων της ανθρωπότητας, έτσι το πολιτικό κράτος είναι ένας δείκτης των πρακτικών αγώνων της ανθρωπότητας. Το πολιτικό κράτος εκφράζει έτσι στα πλαίσια της μορφής του sub specie reipublicæ [υπό το σχήμα της δημοκρατίας] όλους τους κοινωνικούς αγώνες, τις ανάγκες και τις αλήθειες. Επομένως, το να πάρουμε ως αντικείμενο κριτικής ένα πιο εξειδικευμένο πολιτικό ζήτημα όπως η διαφορά ενός συστήματος που βασίζεται στην ιεραρχικά δομημένη με βάση την περιουσία τάξη [ständischem*] και ένα που βασίζεται στην αντιπροσώπευση – δεν είναι με κανένα τρόπο κατώτερο του hauteur des principes [ύψους των αρχών]. Γιατί αυτό το ζήτημα εκφράζει μόνο με έναν πολιτικό τρόπο τη διαφορά ανάμεσα στην διακυβέρνηση από τον άνθρωπο και την διακυβέρνηση από την ιδιωτική ιδιοκτησία. Γι’ αυτό η κριτική όχι μόνο μπορεί, αλλά πρέπει να ασχοληθεί με αυτά τα πολιτικά ζητήματα (τα οποία σύμφωνα με τους ακραίους σοσιαλιστές είναι ανάξια προσοχής). Στην ανάλυση της υπεροχής τού αντιπροσωπευτικού συστήματος έναντι του συστήματος με βάση την περιουσία, η κριτική με ένα πρακτικό τρόπο κερδίζει το ενδιαφέρον μιας μεγάλης μερίδας. Ανυψώνοντας το αντιπροσωπευτικό σύστημα από την πολιτική του μορφή, στη γενική μορφή και αποκαλύπτοντας την αληθινή σημασία που υποκρύπτεται σε αυτό το σύστημα, η κριτική ταυτόχρονα υποχρεώνει αυτή τη μερίδα να πάει πέραν των δικών της ορίων, γιατί η νίκη της είναι ταυτόχρονα ήττα της.

Τίποτα λοιπόν δεν μας εμποδίζει να συνδέσουμε την κριτική μας με την κριτική της πολιτικής, να λάβουμε μέρος στην πολιτική, δηλαδή στους πραγματικούς αγώνες και να ταυτιστούμε μαζί τους. Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν αντιμετωπίζουμε δογματικά τον κόσμο με μια νέα αρχή λέγοντας: Εδώ είναι η αλήθεια, γονατίστε μπροστά της! Αναπτύσσουμε νέες αρχές για τον κόσμο από τις αρχές του κόσμου. Δεν λέμε: σταματήστε τους αγώνες σας, είναι ανόητα πράγματα, θα σας δώσουμε το αληθινό σύνθημα του αγώνα. Απλώς δείχνουμε στον κόσμο γιατί πραγματικά αγωνίζεται και η επίγνωση είναι κάτι που πρέπει να αποκτήσει, ακόμα κι αν δεν το θέλει.

Η αλλαγή της συνείδησης συνίσταται μόνο στο να αφήσεις τον κόσμο να το συνειδητοποιήσει, να τον ξυπνήσεις από το όνειρο για τον εαυτό του, να του εξηγείς τη σημασία των πράξεών του. Ολόκληρος ο σκοπός μας δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο, όπως στην κριτική του Φόιερμπαχ στη θρησκεία, από το να διαμορφώσουμε τα θρησκευτικά και πολιτικά ζητήματα σε αυτοσυνείδητη ανθρώπινη μορφή.

Το σύνθημά μας λοιπόν θα πρέπει να είναι: Αναμόρφωση της συνείδησης όχι μέσω δογμάτων, αλλά μέσω ανάλυσης της μυστικής συνείδησης, ασαφούς καθ’ εαυτήν, είτε εκδηλώνεται με θρησκευτική είτε με πολιτική μορφή. Τότε θα γίνει φανερό ότι ο κόσμος κατέχει από καιρό το όνειρο ενός πράγματος, και αρκεί μόνο να το συνειδητοποιήσει για να το κατακτήσει πραγματικά. Θα φανεί τότε ότι δεν πρόκειται για μια μεγάλη γραμμή σκέψης μεταξύ του παρελθόντος και του μέλλοντος, αλλά για την εκπλήρωση των σκέψεων του παρελθόντος. Θα φανεί επιτέλους ότι η ανθρωπότητα δεν ξεκινά ένα νέο έργο, αλλά ολοκληρώνει το παλιό της έργο με επίγνωση.

Μπορούμε λοιπόν να συνοψίσουμε την κατεύθυνση του περιοδικού μας ως εξής: αυτογνωσία (κριτική φιλοσοφία) της εποχής για τους αγώνες και τις επιθυμίες της. Αυτό είναι ένα έργο για τον κόσμο και για εμάς. Μπορεί να είναι μόνο έργο ενωμένων δυνάμεων. Είναι μια ομολογία, τίποτα παραπάνω. Για να διασφαλίσει την άφεση αμαρτιών, η ανθρωπότητα χρειάζεται μόνο να τις δηλώσει για αυτό που είναι.

Μετάφραση Θόδωρος Κουτσουμπός

* ständischen, ständ, στα αγγλικά estate, Estate system. Ένα τμήμα της προκαπιταλιστικής κοινωνίας που κατέχει τυπικά προσδιορισμένα δικαιώματα και καθήκοντα, όπως η “τρίτη τάξη” στην προεπαναστατική Γαλλία δηλαδή εκείνοι που δεν ήταν ούτε ευγενείς, ούτε κληρικοί. Η αντίστοιχη λέξη στα γερμανικά είναι Stand. Δεν υπάρχει αντίστοιχη λέξη στην ελληνική γλώσσα που να έχει το νόημα του Stand, αντίστοιχα Estate, δηλαδή της κλειστής και με αυστηρούς προσδιορισμούς πληθυσμιακής μερίδας. Καθώς στην ελληνική ιστορία δεν είχαμε ποτέ περίοδο με τέτοια κοινωνική δομή ώστε να υπάρξει το φαινόμενο του Stand -χαρακτηριστικό της φεουδαλικής κοινωνίας της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης- δεν υπάρχει η αντίστοιχη λέξη/όρος. Oύτε η λέξη “κάστα” μπορεί να καλύψει τη συνεχή χρησιμοποίηση του όρου από τον Μαρξ (και τον Χέγγελ) στις πολλαπλές του εκφράσεις. Εδώ αποδόσαμε τον όρο περιφραστικά – Σ.τ.Μ.