ΕΠΤΑ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ-ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ

ΕΠΤΑ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ-ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ

Επτά ερωτήσεις – απαντήσεις για το νέο Ασφαλιστικό

 

Το Ασφαλιστικό, μαζί με το «Προσφυγικό» αποτελούν τα πιο καυτά κοινωνικά μέτωπα στα οποία δοκιμάζεται αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ. Χωρίς ένα επώδυνο συνταξιοδοτικό πακέτο -στο οποίο αντιδρά σύσσωμη η ελληνική κοινωνία- φαίνεται πως η κυβέρνηση δεν μπορεί να εξασφαλίσει την επόμενη δόση από το χρηματοδοτικό πακέτο που προβλέπει το νέο Μνημόνιο.

 

Έτσι θα βρεθεί σε χειρότερο σημείο από εκείνο που βρέθηκε στον περασμένο Ιούλιο, δηλαδή αντιμέτωπη με την ανοιχτή στάση πληρωμών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει «κάψει» και μάλιστα με το πιο απόλυτο τρόπο δύο εναλλακτικές πολιτικής διεξόδου, το Δημοψήφισμα και τις πρόωρες Εθνικές Εκλογές.

 

Γι’ αυτό το λόγο, η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά στην κατάρρευση, όποια μορφή και αν αυτή πάρει. Το εργατικό κίνημα βρίσκεται αντιμέτωπο με νέες αδυσώπητες προκλήσεις, βλέποντας την «πρώτη κυβέρνηση της αριστεράς» να καταρρέει και τις ξένες και ντόπιες δυνάμεις της αντίδρασης να ετοιμάζονται να ξεκινήσουν μία νέα , ανεξέλεγκτη λεηλασία. Η πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη αποτελεί το μόνο δρόμο για να τσακιστεί το ενδεχόμενο επιστροφής της δεξιάς αστικής αντίδρασης και της απροκάλυπτης Τροϊκανής κηδεμονίας.

 

1. Που βρισκόμαστε σήμερα;

 

Η κυβέρνηση έχει παρουσιάσει το προσχέδιο της για το νέο Ασφαλιστικό από τις 4 Ιανουαρίου.

 

Το προσχέδιο αυτό έχει απορριφθεί ουσιαστικά τόσο από τους «θεσμούς» (ΕΕ,ΔΝΤ, ΕΚΤ, ΕΣΜ), όσο και από τους «κοινωνικούς εταίρους» (ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, Επαγγελματικά Επιμελητήρια, συντονιστικά αγροτών κλπ.).

 

Το Μνημόνιο προέβλεπε τη ψήφιση του νέου Ασφαλιστικού έως 31 Οκτωβρίου 2015. Το νέο Ασφαλιστικό θα έπρεπε να οδηγήσει σε «εξοικονόμηση» ύψους 1,25% του ΑΕΠ την περίοδο 2015 -16 (1,8 δισ. ευρώ) ή 5,7% επί της συνολικής δαπάνης για συντάξεις δημοσίου -ιδιωτικού τομέα. Σε έκθεση της, όμως, η Κομισιόν αμέσως μετά την υπογραφή του νέου Μνημονίου, τον Αύγουστο του 2015, προβλέπει μέτρα 1,9% του ΑΕΠ ή 3,2 δισ. ευρώ την περίοδο 2015-2018.

 

Η κυβέρνηση έχει καθυστερήσει έως σήμερα πάνω από τρεις μήνες -λόγω της διαπραγμάτευσης που κάνει στο εξωτερικό με τους δανειστές και στο εσωτερικό με τους «κοινωνικούς εταίρους»- στο να ψηφίσει τη συνταξιοδοτική «μεταρρύθμιση», από την οποία θα ευρεθούν τα 1,2 εκατ. ευρώ από τα 1,8 δισ. ευρώ μέτρα της περιόδου 2015 -16.

 

Τα υπόλοιπα 600 εκατ. ευρώ υποτίθεται ότι έχουν βρεθεί με την εισφορά 6% που έχει επιβληθεί από τον περασμένο Σεπτέμβριο σε όλες τις συντάξεις υπέρ της ιατρο-φαρμακευτικής περίθαλψης.

 

Το μόνο που έχει κάνει η κυβέρνηση είναι η παρουσίαση του πορίσματος της «Επιτροπής Σοφών» για το Ασφαλιστικό στις 15 Οκτωβρίου 2015 και η παρουσίαση του προσχεδίου νόμου για το νέο Ασφαλιστικό στις 4 Ιανουαρίου 2016 στα κοινοβουλευτικά κόμματα, συνεχείς επαφές με εκπροσώπους των επαγγελματιών και των επιστημόνων (οι οποίοι τελικώς αποχώρησαν από το τραπέζι του διαλόγου) και πρόσφατα (Τρίτη 9 Φεβρουαρίου) κάλεσε την Οικονομική Κοινωνική Επιτροπή (σ.σ. ένας ευρωπαϊκός θεσμός που αποτελεί ένα «χώρο» συνάντησης κράτους και κοινωνικών εταίρων) να συμβάλλει στην συνέχιση του διαλόγου.

 

Στο μεταξύ έχουν γίνει δύο τουλάχιστον συναντήσεις του Υπ. Εργασίας με τα ανώτατα κλιμάκια των θεσμών (10 Δεκεμβρίου και 3-5 Φεβρουαρίου) χωρίς να υπάρξει ουδεμία συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών.

 

Μεταξύ των δύο συναντήσεων Κατρούγκαλου -θεσμών, είχε προηγηθεί μπαράζ συναντήσεων μεταξύ του Έλληνα Υπουργού Οικονομικών, Ευ. Τσακαλώτου και Ευρωπαίων ομολόγων αλλά και του Τσίπρα με επικεφαλής ΔΝΤ, ΥΠΟΙΚ -ΗΠΑ κ.ά . στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός (γ΄ δεκαήμερο Ιανουαρίου 2016) χωρίς κανένα θετικό -για την ελληνική πλευρά- αποτέλεσμα.

 

2. Τι προβλέπει το κυβερνητικό προσχέδιο για το νέο Ασφαλιστικό – τι επιδιώκει η κυβέρνηση ;

 

Το κυβερνητικό προσχέδιο για το νέο Ασφαλιστικό προβλέπει πως από 1.1.2016 (δηλαδή για όσους «βγουν» στη σύνταξη από την παραπάνω ημερομηνία ή έστω από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου, εφόσον ψηφιστεί) θα πρέπει να υπάρχει :

 

Εθνική σύνταξη (νέα βασική ή κατώτατη σύνταξη) για όλους ύψους 384 ευρώ με 15 χρόνια ασφάλισης η οποία θα χρηματοδοτείται από το κράτος. Αυτό σημαίνει μείωση 20% σε σχέση με το επίπεδο της σημερινής βασικής σύνταξης των 487 ευρώ. (Αν η εν λόγω μείωση επιβάλλονταν στις σημερινές βασικές συντάξεις θα θίγονταν περίπου 600.000 χαμηλοσυνταξιούχοι ή περίπου το 1/4 του συνόλου των συνταξιούχων)

 

Αναλογική σύνταξη για όσους έχουν πάνω από 15 χρόνια ασφάλισης με βάση νέα ποσοστά αναπλήρωσης στη βάση ολόκληρου του ασφαλιστικού βίου (και όχι της μισθολογικά καλύτερης ή τελευταίας 5ετίας του ασφαλιστικού). Τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης του μισθού από τη σύνταξη θίγουν δραματικά όσους έχουν εισόδημα/μισθό από 1200-1400 ευρώ και πάνω, οδηγώντας σε μείωση έως 20% στις κύριες συντάξεις. (Αν αυτή η μείωση επιβάλλονταν για τις σημερινές συντάξεις, οι δικαιούχοι τους θα ανέρχονταν σε κοντά 500.000 ή στο 1/5 του συνολικού πλήθους τους)

 

Παράλληλα, το ασφαλιστικό προσχέδιο προβλέπει κάλυψη της «διαφοράς» που θα προκύψει μεταξύ των ήδη καταβαλλόμενων (μέχρι 31.12.2015) συντάξεων που προκύπτουν με τα νέα μειωμένα ποσοστά αναπλήρωσης και των συντάξεων που θα προέκυπταν με βάση τα παλιά ποσοστά αναπλήρωσης («προσωπική διαφορά») έτσι ώστε να μην μειωθούν οι κύριες συντάξεις μέχρι τα μέσα του 2018.

 

Ωστόσο, σύμφωνα με το κυβερνητικό ασφαλιστικό προσχέδιο, η «προσωπική διαφορά» θα αρχίσει να μειώνεται μετά τα μέσα του Ιουλίου για τις σημερινές ή καταβαλλόμενες συντάξεις έως 31.15.2015 (σ.σ. στις καταβαλλόμενες συντάξεις συμπεριλαμβάνονται ακόμα και εκείνες οι οποίες δεν έχουν εκδοθεί αλλά έχει γίνει αίτηση από τους δικαιούχους τους).

 

Επίσης αυτή η «προσωπική διαφορά» δεν θα καλύπτεται για τις συντάξεις που θα γίνουν αντικείμενο αίτησης από τους δικαιούχους ασφαλισμένους μετά την 1.1.2016 αν είναι μικρότερη από 20%. Αν η «προσωπική διαφορά» για τις συντάξεις που θα γίνουν αντικείμενο αίτησης μετά την 1.1.2016 είναι μεγαλύτερη από το 20% , θα καλυφτεί κατά 50% το 2016 , κατά 1/3 το 2017 και κατά 1/4 το 2018. Μετά το 2018 δεν θα υπάρξει καμία κάλυψη.

 

Κατάργηση του ΕΚΑΣ μέχρι το 2019 ξεκινώντας από φέτος την Άνοιξη. Το μέτρο αυτό θα θίξει 300.000 χαμηλοσυνταξιούχους (δηλ. τους μισούς από όσους λαμβάνουν σήμερα βασική σύνταξη 487 ευρώ).

 

Εισφορά 20% στο καθαρό -δηλωτέο (προ φόρων) εισόδημα των επαγγελματιών, των επιστημόνων και των αγροτών για χάρη του κλάδου της κύριας ασφάλισης τους και 6,9% για τον κλάδο της ιατρο-φαρμακευτικής περίθαλψης.

 

Σύμφωνα με τις προβολές του Υπουργείου, όσοι δηλώνουν εισόδημα πάνω από 10.000 -12.000 ευρώ θα έχουν επιπλέον ασφαλιστική επιβάρυνση (σε σχέση με το σημερινό επίπεδο των κλάσεων που ισχύει στον ΟΑΕΕ, τον ΟΓΑ και το ΕΤΑΑ).

 

Για να μειώσει την επιπλέον επιβάρυνση των εισοδηματικών κλιμάκων μεταξύ 10.000 – 50.000 ευρώ, του Υπ. Εργασίας έχει προτείνει «εκπτώσεις» έως 50% στην συνολική επιβάρυνση από τη διπλή εισφορά 27% (20% για την κύρια σύνταξη και 7% για την υγεία) για την περίοδο 2017 -19.

 

Αύξηση των εργοδοτικών εισφορών υπέρ της επικουρικής ασφάλισης κατά 1-1,5% για τους μισθωτούς.

 

Σύμφωνα με το βασικό σκεπτικό της κυβέρνησης η αύξηση των εισφορών των αυτασφαλισμένων στον ΟΑΕΕ, τον ΟΓΑ και το ΕΤΑΑ (μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι) για την κύρια σύνταξη και τον ΕΟΠΥΥ αλλά και των εργοδοτικών εισφορών για την επικουρική σύνταξη (αφορά έως 1,7 εκατομμύρια εργοδότων και αυταπασχολούμενους) θα μπορούσε να κλείσει -σε συνδυασμό με μειώσεις στα εφάπαξ (10-20%) και τα μερίσματα των συνταξιούχων του Δημοσίου (30-40%) και πιθανόν κάποιους νέους κοινωνικούς πόρους (πχ από φόρο στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές) – μεσοπρόθεσμα τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων (3 – 4 δισ. ευρώ) και έτσι να μην χρειαστούν μεγάλες περικοπές στις κύριες και τις επικουρικές συντάξεις τις οποίες λαμβάνουν 2,6 εκατομμύρια συνταξιούχων.

 

3. Τι ζητούν οι θεσμοί ;

 

Οι θεσμοί έχουν εντελώς αντίθετη λογική. Υποστηρίζουν ότι μόνο μέσα από περικοπές στις κύριες και επικουρικές συντάξεις (μεσοσταθμικά κατά 10-15% από 1.1.2016 για όλους τους συνταξιούχους, σημερινούς και μελλοντικούς) και την κατάργηση των εφάπαξ μπορούν να κλείσουν τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων, αλλά και του κρατικού προϋπολογισμού (ο οποίος χρηματοδοτεί κατά 50% τα Ταμεία) και έτσι να είναι δυνατή η εξυπηρέτηση του ελληνικού δημοσίου χρέους.

 

Και αυτό γιατί το 40% των δαπανών της γενικής κυβέρνησης κατευθύνεται στην καταβολή των συντάξεων (31,5 δισ. ευρώ επί συνόλου 76 δισ. ευρώ). Συνεπώς, κατά τους θεσμούς, είναι αδύνατη οποιαδήποτε δημοσιονομική προσαρμογή στο επίπεδο του ισοζυγίου πληρωμών της γενικής κυβέρνησης και του χρέους χωρίς την δραστική περικοπή των δημόσιων συνταξιοδοτικών δαπανών.

 

Με μία μείωση 10-15% στις κύριες και επικουρικές συντάξεις θα προέκυπτε εξοικονόμηση 3-4 δισ. ευρώ που προβλέπουν οι προβολές της Κομισιόν και θα έκλειναν -σύμφωνα με τους δανειστές- τα ελλείμματα των Ταμείων.

 

Παράλληλα, οι δανειστές ζητούν κατάργηση του εφάπαξ, ρήτρα μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά ταμεία, εθνική σύνταξη (δηλ. νέα βασική σύνταξη) με 20 χρόνια ασφάλισης και με εισοδηματικά κριτήρια.

 

4. Που βρίσκεται η διαπραγμάτευση κυβέρνησης – θεσμών και «κοινωνικών εταίρων» ;

 

Η διαπραγμάτευση εντός και εκτός Ελλάδας έχει «κολλήσει». Η κυβέρνηση υποτίθεται ότι θέλει να κλείσει, με την ψήφιση του νέου Ασφαλιστικού μέχρι αρχές Μαρτίου. Ωστόσο, οι θεσμοί κατηγορούν την κυβέρνηση το ασφαλιστικό προσχέδιο δεν μπορεί να πετύχει τους ποσοτικούς στόχους του Μνημονίου όχι μόνο για το 2015-16 αλλά και για το 2015-18, ενώ παράλληλα δεν φαίνονται ουσιαστικά καθόλου ελαστικοί στην ατζέντα τους για άμεσες άγριες περικοπές στις συντάξεις. Έχουν μάλιστα παραδώσει στον Κατρούγκαλο λίστα των σκληρών απαιτήσεων τους από την Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου.

 

Έτσι αρχίζει ολοένα και περισσότερο να παίρνει προβάδισμα το ενδεχόμενο να θεσπιστεί το νέο Ασφαλιστικό προς τα μέσα-τέλη Απριλίου, δηλαδή λίγο πριν το Πάσχα.

 

Στην παραπέρα καθυστέρηση θέσπισης του νέου Ασφαλιστικού συντείνει το γεγονός πως οι «κοινωνικοί εταίροι» και προπαντός οι επαγγελματίες, οι επιστήμονες (μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι, οικονομολόγοι) και οι αγρότες κατηγορούν την κυβέρνηση όχι μόνο για « φορο-μπηξία», αλλά και για «κλειστά χαρτιά» σε ο,τι αφορά τους ποσοτικούς στόχους του διπλού ασφαλιστικού χαρατσιού 27%. Η ΓΣΕΕ έχει αρνηθεί εξαρχής οποιαδήποτε συμμετοχή σε οποιαδήποτε συζήτηση με το Υπουργείο, φτάνοντας στο σημείο να καλέσει σε αποχή το ΣΕΒ, την ΑΔΕΔΥ τη ΓΣΕΒΕΕ, την ΕΣΕΕ, τα Επαγγελματικά Επιμελητήρια κλπ. από τις διαδικασίες διαλόγου στα πλαίσια ακόμα και του θεσμού της Οικονομικής Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ).

 

Η κυβέρνηση φαίνεται να παίζει το τελευταίο της «χαρτί» στο εσωτερικό μέτωπο της διαπραγμάτευσης με το διάλογο τον οποίο επιχειρεί να στήσει υπό την ΟΚΕ, αν και η μεγάλη πλειοψηφία των μελών της, οι οποίοι ανήκουν σε οργανώσεις των αφεντικών και των αυταπασχολούμενων (ελάχιστες έδρες κατέχουν ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, κλπ.), έχει ταχθεί ενάντια στο Ασφαλιστικό λόγω της αντίθεσης τους να πληρώσουν επιπλέον ασφαλιστικές εισφορές. Αν και αυτό το «χαρτί» του διαλόγου υπό την ΟΚΕ καεί, με την έννοια ότι η ΟΚΕ είτε απορρίψει το νέο Ασφαλιστικό, είτε δεν μπορέσει καν να συγκληθεί ως «σώμα» για να αποφασίσει (πχ λόγω μη συμμετοχής των μελών της), τότε η κυβέρνηση δεν θα έχει ουσιαστικά κανένα έρεισμα στην ελληνική κοινωνία για το Ασφαλιστικό.

 

Την ίδια στιγμή, ουδής μισθωτός ή νυν συνταξιούχος (ανεξάρτητα από τη στάση της προδοτικής ΓΣΕΕ του «ναι» στο Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου) έχει πειστεί -έχοντας και τη στρατηγική εμπειρία του Σοκ της μετατροπής του «Όχι» στο Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 σε «ναι» – πως το κυβερνητικό ασφαλιστικό προσχέδιο δεν οδηγεί αργά ή γρήγορα, περισσότερο ή λιγότερο σε μειώσεις όχι μόνο των μελλοντικών, αλλά και των σημερινών συντάξεων.

 

Εξάλλου, ουδής μισθωτός ή συνταξιούχος έχει εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση που αύξησε τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια (με 15 χρόνια ασφάλισης) και στα 62 χρόνια (με 40 έτη ασφάλισης), που έφερε το χαράτσι 6% στις συντάξεις υπέρ του χρεοκοπημένου ΕΟΠΥΥ, αλλά και αθέτησε κάθε προεκλογική υπόσχεση από την επαναφορά της 13ης σύνταξης για τους χαμηλοσυνταξιούχους μέχρι την κάρτα υγείας των ανασφαλίστων.

 

5. Τι να περιμένουμε ;

 

Απομονωμένη όχι μόνο εκτός αλλά και εντός Ελλάδας η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με την κατάρρευση.

 

Πολύ δύσκολα μπορεί να πάει σε ένα νέο Δημοψήφισμα (πχ με ερώτημα «ναι» ή «όχι» στις περικοπές τις συντάξεις) μετά από την προδοσία του «όχι» της 5ης Ιουλίου.

 

Δύσκολα,επίσης, μπορεί να πάει ο ΣΥΡΙΖΑ ξανά σε εκλογές, μιας και οι προηγούμενες (20 Σεπτεμβρίου) προκηρύχτηκαν και κερδήθηκαν από το ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να περάσει ισοδύναμα μέτρα στο σκληρό Μνημόνιο που ο ίδιος υπέγραψε (πχ να εξοικονομήσει 1,8 δισ. ευρώ από το συνταξιοδοτικό χωρίς να κόψει συντάξεις).

 

Η στρατηγική αυτή της κυβέρνησης έχει αποτύχει δραματικά. Μόνη «στρατηγική» της πλέον είναι να καθυστερήσει όσο μπορεί τη συμφωνία με τους δανειστές για το Ασφαλιστικό, μιας και αυτή φαίνεται πως αναπόδραστα θα είναι επώδυνη για τις συντάξεις και άρα για την ίδια. Το ερώτημα, όμως, που τίθεται είναι πως θα «γεμίσει» οικονομικά και πολιτικά αυτή την καθυστέρηση.

 

Ένα επώδυνο Ασφαλιστικό θα απαιτήσει μία κοινοβουλευτική πλειοψηφία ευρύτερη σε σχέση με εκείνη που …δεν θα έχουν ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ σ’ αυτή την περίπτωση.

 

Ωστόσο, τα μνημονιακά κόμματα της αντιπολίτευσης (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι) γνωρίζουν ότι η θέσπιση του Ασφαλιστικού είναι το «κλειδί» όχι μόνο για την πετυχημένη αξιολόγηση του προγράμματος από τους θεσμούς και για την επόμενη δόση, αλλά και για την πολιτική επιβίωση της κυβέρνησης. Έτσι πολύ δύσκολα θα δώσουν τη συναινετική ψήφο τους. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η ΝΔ του υιού Μητσοτάκη και το ΠΑΣΟΚ της Φώφης (Γεννηματά) κάθε άλλο παρά σίγουρα κερδισμένοι πρέπει να θεωρούνται από ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές την ερχόμενη Άνοιξη, τις οποίες θα προκήρυσσε ο ΣΥΡΙΖΑ σε περίπτωση αδυναμίας του να περάσει το όποιο νέο Ασφαλιστικό από τη Βουλή.

 

Τα περιθώρια πολιτικής διαχείρισης της κυβέρνησης εξαρτώνται άμεσα από τα περιθώρια οικονομικής διαχείρισης, δηλαδή από το πόσο ακόμα θα μπορεί να καταβάλλει κανονικά μισθούς Δημοσίου και συντάξεις, δεδομένου ότι:

 

Αναμένεται πτώση των τακτικών φορολογικών εσόδων από τον ερχόμενο Μάρτιο μέχρι και το καλοκαίρι (σ.σ. η τελευταία μεγάλη είσπραξη της εφορίας είναι η τελευταία δόση του ΕΝΦΙΑ του 2015 στα τέλη Φεβρουαρίου)

 

Δεν θα έρχεται η δόση από από το δάνειο των θεσμών λόγω του ότι δεν θα έχει κλείσει η αξιολόγηση και, έτσι, δεν θα μπορεί να καλυφθεί έστω μέρος από τα ληξιπρόθεσμα των ασφαλιστικών φορέων (πχ ΕΟΠΥΥ).

 

Θα αρχίσουν να πέφτουν τα έσοδα των Ταμείων από ασφαλιστικές εισφορές λόγω της σχετιζόμενης με την εμπλοκή στη διαπραγμάτευση κυβέρνησης – δανειστών αβεβαιότητας που θα επικρατήσει στην αγορά.

 

6. Στρατηγική αποτυχία

 

Το ποιο τελικά σενάριο πολιτικής – οικονομικής διαχείρισης θα προκριθεί και εφαρμοστεί δεν μπορεί να κρύψει την πλήρη αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να βγάλει από την κρίση την ελληνική οικονομία και το ασφαλιστικό.

 

Η υπεράσπιση της γραμμής περί «μη -μείωσης των μισθών και των συντάξεων» στα πλαίσια του καπιταλισμού και της διεθνούς εποπτείας των ξένων θεσμών – εκβιαστών δεν μπορεί να προχωρήσει. Η γραμμή της υπεράσπισης των λαϊκών εισοδημάτων « χωρίς Μνημόνιο», αλλά χωρίς ρήξη με το κεφάλαιο οδήγησε , κατά την α’ θητεία της κυβέρνησης (Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2015), στα capital controls που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις 29 Ιουνίου (αφού η κυβέρνηση είχε αφήσει να αδειάσουν οι τράπεζες) και μετέπειτα στις εξευτελιστικές, για την ίδια την «πρώτη κυβέρνηση της αριστεράς» και, φυσικά, για το λαό του «Όχι», συμφωνίες του Ιουλίου και του Αυγούστου. Έτσι όσο ανέκαμψε η ελληνική οικονομία το α΄ εξάμηνο του 2016 (για πρώτη φορά μετά το 2009) ακριβώς λόγω της μη – περικοπής των συντάξεων και των μισθών, άλλο τόσο κατέπεσε το β΄εξάμηνο λόγω των capital controls που έφερε ο διεθνής ιμπεριαλιστικός εκβιασμός, αλλά και η κυβερνητική απραξία σε ότι αφορά σε οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση στην οικονομία. Η ανεργία και η μερική απασχόληση συνέχισαν να βρίσκονται στα ύψη (25% του εργατικού δυναμικού και 27% των ασφαλισμένων του ΙΚΑ αντίστοιχα) με συνέπεια τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων να συνεχίζουν να βρίσκονται στα ιστορικά χαμηλά τους. Ακόμα μεγαλύτερη αποτυχία έχει η επόμενη στρατηγική που ακολούθησε η κυβέρνηση από τις 20 Σεπτεμβρίου 2015 και έπειτα, δηλαδή εκείνη των «ισοδυνάμων» στα μέτρα λιτότητας των θεσμών, σεβόμενη απίστευτους δημοσιονομικούς στόχους (πχ εξοικονόμηση …1,8 δισ. ευρώ σε 1 1/2 χρόνο από το συνταξιοδοτικό).

 

Η απόπειρα της κυβέρνησης να κλείσει τα ελλείμματά τους με αυξήσεις στις εισφορές των εργοδοτών και των αυταπασχολουμένων έχει προκαλέσει την έκρηξή τους, δίνοντας «πάτημα» και στις απαιτήσεις των θεσμών για παραπέρα περικοπές των συντάξεων.

 

Δεν είναι μόνο οι μεγαλοεισοδηματίες που αντιδρούν, όπως διατείνεται η κυβέρνηση, αλλά και τα μεσαία και χαμηλά στρώματα των αυταπασχολούμενων. Και αυτό γιατί ούτε αυτά μπορούν να συνεχίσουν να καταβάλλουν οποιεσδήποτε ασφαλιστικές εισφορές ανεξάρτητα αν με το 27% και τις «εκπτώσεις» που έχει ανακοινώσει το Υπ. Εργασίας προκύπτει μείωση της επιβάρυνσης σε σχέση με τη σημερινή (κατά μέσο όρο στο 19%). Και δεν μπορούν τα χαμηλά και μεσαία στρώματα των επιχειρηματιών να καταβάλουν εισφορές, γιατί η ιδιωτική κατανάλωση συνεχίζει να βρίσκεται στα Τάρταρα και τα χρέη τους εξακολουθούν να είναι στον …ουρανό. Παράλληλα, η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να μειώσει το κόστος παραγωγής που αφορά την ενέργεια (πχ ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, πετρέλαιο), ούτε για να περιορίσει την τεράστια εισφοροδιαφυγή που στοιχίζει 3-4 δισ. ευρώ ετησίως στο ΙΚΑ (σ.σ. όσο δηλαδή είναι και το έλλειμμα του Ασφαλιστικού).

 

Την ίδια στιγμή, σχεδόν κανένας από τους μικροαστούς πείθεται πως η «διέξοδος» που προτείνουν τα αμιγώς μνημονιακά κόμματα που κυβέρνησαν τα πέντε πρώτα χρόνια των Μνημονίων υπό την απόλυτη κηδεμονία της τρόικας αποτελεί λύση, μιας και αυτή δοκιμάστηκε με την γνωστή …αποτυχία.

 

7. Εργατική πολιτική λύση

 

Ο λαός αυτής της χώρας έχει ζήσει κατά τα τελευταία χρόνια αλλεπάλληλες αποτυχίες πολιτικής διαχείρισης της καπιταλιστικής χρεοκοπίας στα πλαίσια του καπιταλισμού.

 

Απέτυχε όχι μόνο η πολιτική του δραστικού περιορισμού των δημοσίων δαπανών (2012-14), όσο και η μη – μείωση των δημοσίων δαπανών (2015 -16) να δημιουργήσει τους όρους εκείνους που θα επιτρέψουν την οικονομική ανάκαμψη, τα βιώσιμα πρωτογενή πλεονάσματα και τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους.

 

Μάταια κραυγάζουν τα «κοράκια» του ακραίου -όσο και παρωχημένου- νεοφιλελευθερισμού – πως τα Μνημόνια απέτυχαν επειδή δεν εφαρμόστηκαν …πλήρως, εννοώντας πως δεν επιτεύχθηκαν οι μνημονιακοί οικονομικοί και δημοσιονομικοί στόχοι επειδή δεν έγιναν μαζικές αποκρατικοποιήσεις και σκληρές «διαρθρωτικές» αλλαγές στις αγορές υπηρεσιών ή ακόμα και στις αγορές εργασίας (πχ ομαδικές απολύσεις στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα), όπως προβλεπόταν στις συμφωνίες του 2010-2015.

 

Οι πάντες γνωρίζουν πως αν το πολιτικό σύστημα (ούτε καν επί ΝΔ-ΠΑΣΟΚ) δεν άντεχε τις παραπέρα μειώσεις σε μισθούς – συντάξεις και θεσμοθετημένες μαζικές απολύσεις (σε συνθήκες ενός ανεξέλεγκτου κύματος απολύσεων) μία φορά , δεν θα μπορούσε να αντέξει …δυο φορές το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας σε συνθήκες χρηματιστηριακής και χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης. Πλήρης εφαρμογή των Μνημονίων δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ύπαρξη πρωτοφανώς αυταρχικών κυβερνήσεων.

 

Αμφότερες οι κυβερνήσεις της περιόδου 2010 -2016 επιχείρησαν παρεμβάσεις στο επίπεδο του εισοδήματος, είτε περιοριστικές (δηλ. περικοπές δαπανών για μισθούς -συντάξεις) είτε σταθεροποιητικές (δηλ. αναστολή περικοπών σε μισθούς -συντάξεις). Αμφότερες, όμως, αυτές οι κυβερνητικές παρεμβάσεις απέτυχαν να αυξήσουν το ΑΕΠ της χώρας, γιατί δεν επέφεραν καμία κομβική αλλαγή, είτε αντιδραστική (από ΝΔ-ΠΑΣΟΚ), είτε προοδευτική (από ΣΥΡΙΖΑ), στις εργασιακές σχέσεις και γενικότερα στο τρόπο ύπαρξης της κοινωνίας. Ζητούμενη, όμως, για το ξεπέρασμα της κρίσης προς όφελος της εργασίας είναι μία ριζική ανατροπή των κοινωνικών σχέσεων, η οποία είναι αδιανόητη χωρίς την επαναστατική ρήξη με τον καπιταλισμό, σε διεθνή και εθνική κλίμακα.

 

Η ρήξη μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη ρήξη της εργατικής τάξης με το κράτος το οποίο είναι δομημένο και «ενσαρκωμένο» για την εξυπηρέτηση της αστικής τάξης (δηλαδή το αστικό κράτος). Η ρήξη εργασίας – κεφαλαίου δεν μπορεί να γίνει, πάνω από όλα χωρίς την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τη συντριβή του αστικού κράτους. Μόνο εφόσον η εργατική τάξη έχει στα χέρια της όλα τα μέσα παραγωγής, επικοινωνίας και άμυνας τα οποία διαθέτει η κοινωνία -και τα οποία για την ώρα βρίσκονται στα χέρια και την υπηρεσία του κεφαλαίου- μπορεί να συντρίψει οικονομικά και πολιτικά την αστική τάξη.

 

Μόνο έτσι είναι δυνατός ο αναγκαίος για την επιβίωση ολόκληρου του λαού δημοκρατικός σχεδιασμός της παραγωγής και της διανομής του παραγόμενου πλούτου. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρήσουν τη ζωή και την αξιοπρέπεια τους οι συνταξιούχοι και οι μισθωτοί σ’ αυτή τη χώρα, ανεξαρτήτως του …ύψους των αποδοχών τους. Το ζήτημα δεν είναι πόσα λεφτά παίρνουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, αλλά αν η κοινωνία -με τον τρόπο ύπαρξης της- μπορεί να τους διασφαλίσει τα αναγκαία για μία αξιοπρεπή ζωή: Πρώτα απ’ όλα δουλειά για όλους (και όχι δουλεία), πρόσβαση σε μία υψηλού επιπέδου υγεία και παιδεία, στέγαση -σίτιση – ένδυση κλπ.

 

Είναι σαφές πλέον πως η ζωή και η αξιοπρέπεια του λαού δεν μπορεί διασφαλιστεί ούτε με «μη περικοπές» συντάξεων που οδηγούν ….σε στάση πληρωμών στο εσωτερικό (όπως πήγε να γίνει τον περασμένο Ιούλιο με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ) λόγω της χρηματοδοτικής εξάρτησης από τους διεθνείς δανειστές – τοκοφλύφους, ούτε με αέναες περικοπές συντάξεων για να μη γίνει στάση πληρωμών προς το εξωτερικό (όπως έγινε την περίοδο 2010-2014 από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ).

 

Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε ανεπιτυχώς να χρησιμοποιήσει το αστικό κράτος που κληρονόμησε για να έλθει σε ρήξη με τη «πολιτική της λιτότητας» που εφαρμόστηκε σε βάρος του λαού. Αντ’ αυτού, έγινε η ίδια υπηρέτης του αστικού κράτους, του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού και μάλιστα στη φάση της πιο προχωρημένης χρεοκοπίας και παρακμής τους.

 

Η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι, όμως, αποτυχία του λαού και ειδικότερα της εργατικής τάξης.

 

Οι εργαζόμενοι, άνεργοι και συνταξιούχοι εργάτες μαζί και οι φτωχοί βιοπαλαιστές της πόλης και της υπαίθρου θα βρεθούν αντιμέτωποι -μετά την πτώση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ – με μία αστική τάξη, ορεξάτη για νέες απροκάλυπτες φρικαλεότητες σε βάρος των εργατών, ντόπιων και μεταναστών. Την ίδια στιγμή, όμως, η συνεχιζόμενη «εγκατάλειψη» της Ελλάδας του μεγάλου κεφαλαίου (πχ μαζική εκροή καταθέσεων, «μετανάστευση» μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων), η αποσάθρωση του αστικού κράτους λόγω της χρεοκοπίας του και η κατάρρευση των παλιών αστικών κομμάτων δημιουργεί τις ευνοϊκότερες επαναστατικές συνθήκες μετά το 1941.

 

Το εργατικό κίνημα πρέπει να μπει επικεφαλής της ογκούμενης λαϊκής διαμαρτυρίας, στην οποία προς το παρόν πρωταγωνιστούν τα μικροαστικά στοιχεία. Επιτροπές αγώνα, μαχητικά σωματεία και εργατικές πολιτικές και άλλες οργανώσεις πρέπει να συστήσουν ένα ενιαίο μέτωπο για να μην περάσει το νέο Ασφαλιστικό και να ανατραπεί η κυβέρνηση από τα κάτω και από τα αριστερά. Για να φράξουμε το δρόμο στην αστική αντίδραση, παλεύοντας για την εργατική εξουσία, μία επαναστατική κυβέρνηση που θα υλοποιήσει ένα πρόγραμμα λαϊκής σωτηρίας με εκτεταμένενες εθνικοποιήσεις χωρίς αποζημίωση κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση, την έξοδο από ΕΕ-ευρώ, την πλήρη διαγραφή του δημοσίου χρέους, την πάλη για μία ενωμένη σοσιαλιστική Ευρώπη, για τη σοσιαλιστική ομοσπονδία των Βαλκανίων και της φλεγόμενης Μέσης Ανατολής. Ένα μαχητικό επαναστατικό μαρξιστικό κόμμα, μία επαναστατική Διεθνής είναι -όσο ποτέ πριν- τα πιο αναγκαία εργαλεία του προλεταριάτου.

 

Δ.Κ.