συνέχεια από το προηγούμενο
III) Στους προαναφερόμενους «ευρωπαίους διανοητές» ήρθαν να προστεθούν κι άλλοι, με απόψεις κι αντιλήψεις συμπληρωματικές των προεκτεθεισών! Έτσι ο Φίχτε (Johann Gottlieb Fichte), εκπρόσωπος του γερμανικού ιδεαλισμού, υποστήριξε πως ενώ το κράτος εξασφαλίζει στους πολίτες την υλική ύπαρξή τους, απαιτεί ως αντάλλαγμα την απάρνηση κάθε προσωπικής ελευθερίας και κάθε πολιτισμικής συνεργασίας με τους άλλους λαούς. Τον διέκρινε μια δεισιδαίμων πίστη στην «ιστορική αποστολή των Γερμανών». Προσδιόρισε το γερμανικό έθνος ως προορισμένο από την μοίρα να είναι «η μητέρα και ο αναδημιουργός της ανθρωπότητας…». Πρέπει να τονισθεί πως ο Φίχτε δεν ήταν μια περιθωριακή πνευματική μορφή. Η μορφή και ο ρυθμός της γλώσσας του άσκησαν μια τεράστια επιρροή στη γερμανική νεολαία η οποία κούρνιαζε στα πόδια του και αφουγκράζονταν τις τερατώδεις σοφιστείες του σαν να έβγαιναν από το στόμα ενός προφήτη. Ο Φίχτε είχε χαρακτηρίσει τους Γερμανούς ως έναν Αρχέγονο Λαό (Urvolκ), τον μόνο προορισμένο να επιτελέσει το έργο της σωτηρίας του ανθρωπου! (βλ. Ρούντολφ Ρόκερ, Εθνικισμός και Πολιτισμός, εκδόσεις Άρδην, τόμος Β, σελ. 152, 156-157, 218).
Δίπλα (και πάνω) απ’ τον Φίχτε ας τοποθετήσουμε τον Χέγκελ (Hegel), τον διανοητή που φιλοδόξησε να καταστήσει εαυτόν Μακιαβέλλι (Machiavelli) της Γερμανίας και της εποχής του (βλ. ό.π, τόμος Β, σελ. 168, Έρνστ Κασσίρερ, Ο μύθος του Κράτους, εκδόσεις γνώση, σελ. 173). Αναφερόμενος στο διαβόητο βιβλίο του Μακιαβέλλι «Ο Ηγεμόνας» -(κανείς ποτέ δεν αμφέβαλε ότι η πολιτική ζωή, όπως έχουν τα πράγματα, είναι γεμάτη εγκλήματα, προδοσίες και κακουργήματα· αλλά κανένας στοχαστής πριν τον Μακιαβέλλι δεν είχε επιχειρήσει να διδάξει την τέχνη αυτών των εγκλημάτων· αυτό κάνει με τον «Ηγεμόνα» του)- ο Χέγκελ κρίνει πως «το βιβλίο αυτό όχι μόνο δικαιώνεται, αλλά θα φανεί ως εξαιρετικά μεγαλειώδης και αυθεντική σύλληψη της γνήσιας πολιτικής ιδιοφυΐας ενός μεγίστου και υψίστου πνεύματος». (Έρνστ Κασσίρερ, Ο μύθος του Κράτους, εκδόσεις γνώση, σελ. 173, 174). Μια απ’ τις κύριες δοξασίες του είναι και η ακόλουθη: «ό,τι είναι λογικό είναι πραγματικό και ότι είναι πραγματικό είναι λογικό». Πρόκειται για καθαγίαση του υπάρχοντος ως υπάρχοντος. Ας επισημανθεί πως η αποδοχή του κόσμου ως έχει αποτελεί την πνευματική προϋπόθεση κάθε αντίδρασης. Διότι αντίδραση δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εμμονή σε παγιοποιημένες αρχές (Ρούντολφ Ρόκερ, ό.π. τόμος Β, σελ. 172, Έρνστ Κασσίρερ, ό.π., σελ. 344-345).
Ο Χέγκελ έβλεπε το κράτος ως την υπέρτατη και πληρέστερη πραγματικότητα, ως την ίδια την ενσάρκωση του «πνεύματος του κόσμου». Ενώ ο Ιερός Αυγουστίνος θεωρούσε την civitas terrena (γήινη πολιτεία) ως διαστρέβλωση και παραμόρφωση της civitas divina (θεϊκής πολιτείας), ο Χέγκελ έβλεπε σ’ αυτήν την civitas terrena την «Θεία Ιδέα στην επίγεια ύπαρξή της». Η ηθική δέσμευση, έλεγε, ισχύει για την ατομική βούληση, όχι για την καθολική βούληση του κράτους. Αν υπάρχει κάποιο χρέος για το κράτος, αυτό είναι το χρέος να διαφυλάξει τον εαυτό του. Αλλά το κράτος δεν είναι η μόνη οντότητα που εξαιρείται από κάθε ηθική δέσμευση. Η αυτή αρχή ισχύει για τα εξαιρετικά εκείνα άτομα τα οποία καθορίζουν την πορεία του πολιτικού κόσμου και είναι οι πραγματικοί δημιουργοί της ιστορίας. Αυτά τα άτομα εξαιρούνται από κάθε ηθική απαίτηση. Κατά τον Χέγκελ «η αλήθεια έγκειται στην ισχύ»! Πρέσβευε, επί πλέον, ότι σε κάθε εποχή της ιστορίας υπάρχει ένα και μοναδικό έθνος το οποίο εκπροσωπεί αυθεντικά το παγκόσμιο πνεύμα και ότι το έθνος αυτό έχει το δικαίωμα να εξουσιάζει όλα τα υπόλοιπα. (Έρνστ Κασσίρερ, ό.π., σελ.361, 363, 366, 374-375). Όταν λοιπόν «η αλήθεια έγκειται στην ισχύ», όταν «αρετή σημαίνει ισχύς», όταν υπάρχει μοναδικό έθνος που δικαιούται να εξουσιάζει τα υπόλοιπα, τότε δεν αφίσταται της αληθείας η διαπίστωση του Έρνστ Κασσίρερ ότι 1) «Κανένα άλλο φιλοσοφικό σύστημα δεν έχει συμβάλει τόσο στην προετοιμασία του φασισμού και του ιμπεριαλισμού όσο το εγελιανό δόγμα για το κράτος, αυτήν την ‘Θεία Ιδέα στην γήινη ύπαρξή της’» και 2) «Τα λόγια αυτά» -του Χέγκελ ότι η αλήθεια έγκειται στην ισχύ- «γραμμένα το 1801 περιέχουν το πιο ξεκάθαρο και πιο άτεγκτο φασιστικό πρόγραμμα που προτάθηκε ποτέ από πολιτικό ή φιλόσοφο» (ό.π., σελ. 366). [Δεν είναι του παρόντος να αναπτυχθεί το ότι η μορφή του εγελιανού συστήματος ήταν πολύ ανώτερη από το άμεσο περιεχόμενό του. Αυτή η μορφή έγινε εκρηκτική δύναμη στην εξέλιξη της πολιτικής σκέψης κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα. Πολύ συχνά λειτουργούσε και εναντίον του ίδιου του Χέγκελ διαψεύδοντας και υπονομεύοντας μερικές από τις πιο εδραίες και προσφιλείς του πολιτικές πεποιθήσεις. Έτερον, εκάτερον! Η τραγική μοίρα του Χέγκελ συνίστατο στο ότι χωρίς να το συνειδητοποίησει αποδέσμευσε τις πιο παράλογες δυνάμεις που φάνηκαν ποτέ στην κοινωνική και πολιτική ζωή του ανθρώπου].
ΙV) Τα όσα εν τάχει προαναφέρθηκαν αποσκοπούν στο να καταδείξουν δύο αλληλένδετα συμπεράσματα : Α) Το πρώτο τούτων συνίσταται στο ότι το πολυύμνητο(!) «ευρωπαϊκό αξιακό κεκτημένο» δεν είναι, ιστορικά και εννοιολογικά, μονοσήμαντα ανθρωπιστικό και προοδευτικό. Εμπεριέχει και απάνθρωπες, σκοταδιστικές δοξασίες και πρακτικές που αμαύρωσαν το ανθρώπινο είδος. Η «Ευρώπη» είναι η κοιτίδα της Ιεράς Εξέτασης, στην «Ευρώπη» γεννήθηκε και ανδρώθηκε ο φασισμός και η γερμανική εκδοχή του, ο ναζισμός με τα φρικώδη μαζικά εγκλήματά τους. Οι ευρωπαϊκές χώρες ήσαν οι πρώτες αποικιοκρατικές, ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που καταλήστευσαν τον υπόλοιπο κόσμο. Β) Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία για την σημερινή συγκυρία είναι η ακόλουθη, άκρως, ανησυχητική, διαπίστωσή μας: Σήμερα, στο πολιτισμικό, πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον τόνο ΔΕΝ τον δίνουν οι εκπρόσωποι του Διαφωτισμού, ούτε ο Γκαίτε, ο Χέρντερ ή ο Χάινε.
Η δεκαετία που διανύουμε είναι βαμμένη στα χρώματα της μισαλλοδοξίας, της εθνικιστικής υστερίας, της κοινωνικής εκμετάλλευσης και της πολιτικής χειραγώγησης και καταπίεσης. Σήμερα ο Λόγος υποχωρεί, η έλλογη σκέψη ηττάται, η μυθική σκέψη αναβιώνει σε πανευρωπαϊκή κλίμακα εγκαθιδρύοντας μια γενικευμένη αντιδραστική παλινδρόμηση. Σήμερα η κυρίαρχη κοινωνική βούληση της «Ευρώπης» και οι πολιτικοί εκφραστές της εκδηλώνουν συντριπτική περιφρόνηση απέναντι στα θεμέλια του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού· οι εκπρόσωποι των διεθνικών εταιριών θεωρούν ως και τα Συντάγματα των ευρωπαϊκών χωρών παρωχημένα κωλύματα της δράσης τους και, πάντως, όχι τον θεμελιωδέστερο νόμο έκαστου κράτους. Τις ατομικές ελευθερίες των ανθρώπων τις αντιμετωπίζουν ως κατάλοιπα νοησιαρχικών προλήψεων που εμποδίζουν την «οικονομική ανασυγκρότηση» και τον διαβόητο «τεχνικό χειρισμό των ανθρώπων». Το σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, με ό,τι κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά εκφράζει και αντιπροσωπεύει, είναι γι’ αυτούς ό,τι ήταν και για τον Hobbes (Χόμπς), «ο θνητός θεός», ο οποίος ελέγχει πλήρως την ιδιοκτησία και την ζωή, ακόμη και την γνώμη και την θρησκεία των υπηκόων του. Ήδη η κρατική εξουσία είναι POTESTAS LEGIBUS SOLUTA (εξουσία αποδεσμευμένη απ’ τους νόμους), ως εκ τούτου έχει JUS AD OMNIA (δικαίωμα σε όλα) ενώ ο άνθρωπος δεν έχει κανένα δικαίωμα έναντι αυτού του κράτους! Οι πολίτες της «Ευρώπης» «προστατεύονται» δια του ευρωπαϊκού κράτους και μέσω του ευρωπαϊκού κράτους, ΟΧΙ με δικαιώματα έναντι του κράτους! Το τελευταίο εκλαμβάνεται ως πολιτική βλασφημία.
V) Σύμφωνα με τον ειδήμονα καθηγητή Μαλινόφσκυ, η βιολογική λειτουργία της μαγείας είναι να ανακουφίζει έγκλειστα και διαψευσμένα αισθήματα που δεν μπορούν να βρουν καμιά λογική διέξοδο. (Παρατίθεται στο E.R Dodds, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδόσεις Ινστιτούτο του Βιβλίου – Α.Καρδαμίτσα, σελ. 52 και 212). Ακόμη και μέσα στις πρωτόγονες κοινωνίες, όπου ο μύθος διαποτίζει και κυβερνά όλη την κοινωνική αίσθηση και την κοινωνική ζωή των ανθρώπων, δεν έχει πάντοτε την ίδια λειτουργικότητα και ίδια δύναμη. Στην πλήρη ισχύ του φθάνει όταν οι άνθρωποι βρεθούν μπροστά σε εξαιρετικές και επικίνδυνες καταστάσεις. Τότε συσπειρώνονται περισσότερο, αποφεύγουν και εχθρεύονται τις καινοτομίες και τις νέες ιδέες, προσκολλώνται στενότερα στην παράδοση, γίνονται υπέρ το δέον συντηρητικοί. Αυτή η περιγραφή του ρόλου της μαγείας και του μύθου στην πρωτόγονη κοινωνία ισχύει εξ ίσου και για τα πολύ προηγμένα στάδια της πολιτικής ζωής του ανθρώπου. Σε καταστάσεις απόγνωσης –σαν την σημερινή κατά την οποία η ανεργία προσλαμβάνει χαρακτηριστικά επιδημίας, η κοινωνική ανασφάλεια επιδεινώνεται και η ελπίδα εξαφανίζεται– ο άνθρωπος θα καταφεύγει πάντα σε απεγνωσμένα μέσα και, τέτοια απεγνωσμένα μέσα υπήρξαν και εξακολουθούν να είναι οι πολιτικοί μύθοι του καιρού μας. Αν η «λογική» δείχνει ότι χρεοκόπησε, υπάρχει πάντα η ultima ratio, η δύναμη του θαυμαστού και του μυστηριώδους (βλ. Έρνστ Κασσίρερ, ο μύθος του κράτους, εκδόσεις γνώση, σελ. 380, 381). Αν ο μύθος δεν είναι τίποτε άλλο παρά η «προσωποποιημένη συλλογική επιθυμία» («le désir collectif personnifié»), κατά την λακωνική και οξεία διατύπωση του Ε.Doutté (παρατίθεται ό.π. σελ 383), τότε δεν πρέπει να λησμονούμε πως οι σύγχρονοι πολιτικοί μύθοι δεν αναπτύσσονται ελεύθερα, δεν αποτελούν τους άγριους καρπούς μιας οργιαστικής φαντασίας. Είναι πράγματα τεχνητά που επινόησαν πολύ επιτήδειοι και πολύ πανούργοι τεχνίτες. Ο μύθος, μπορεί, κάποτε – κάποτε, να έχει ένα fundamentum in re, να μην είναι σκέτο παραμύθι αλλά είναι ΠΑΝΤΟΤΕ στεγανός απέναντι στην εμπειρία, χειραφετημένος από την πραγματικότητα, την οποία περιφρονεί, αδιαπέραστος απ’ την λογική επιχειρηματολογία· δεν ανατρέπεται από επιχειρήματα και συλλογισμούς. Τουναντίον, τα επιχειρήματα είναι αυτά που περιττεύουν. Με την προδιαληφθείσα έννοια, ο μύθος είναι άτρωτος! (βλ. ό.π. σελ 386, 405). Πρωτίστως για όσους μπορούν να αντέξουν μια μονάχα πολύ μικρή δόση πραγματικότητας· και για όσους σπεύδουν διαγκωνιζόμενοι να απαλλοτριώσουν εκουσίως την έλλογη σκέψη τους.
23-ΙV – 2016
Πέτρος Πέτκας
Σημείωση: Οι βιβλιογραφικές παραπομπές συναρθρώνουν την υποδομή της επιχειρηματολογίας του άρθρου μας· γι’ αυτό παρατίθενται και όχι για να καταδείξουν μιαν υποτιθέμενη «υπέρβαρη επιστημοσύνη»!