της Βίκυς Κανατά
Οι πρόσφατες συναντήσεις των υπουργών μεταναστευτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήρθαν για άλλη μια φορά να αποδείξουν ότι η «Ευρώπη των αξιών και των λαών» είναι μια βιτρίνα που κρύβει πίσω της μια καλοκουρδισμένη μηχανή καταστολής, εκμετάλλευσης και γεωπολιτικών παιχνιδιών. Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων δεν βρίσκονται τα δικαιώματα των προσφύγων, δεν ακούγονται οι φωνές των λαών, δεν υπολογίζονται οι ανθρώπινες ανάγκες. Ό,τι αποφασίζεται υπαγορεύεται αποκλειστικά από τα συμφέροντα των μονοπωλίων, των στρατιωτικών μπλοκ και των κυβερνήσεων που υπηρετούν την κερδοφορία τού κεφαλαίου.
Στη συνάντηση αυτή, οι υπουργοί επανέφεραν με επιμονή το αφήγημα της «ασφάλειας», της «αποτροπής» και της «θωράκισης των συνόρων». Στο επίκεντρο βρέθηκαν η ενίσχυση της Frontex, οι επιτάξεις νέων χώρων για κλειστές δομές, οι συμφωνίες επαναπροωθήσεων με τρίτες χώρες και η επίσπευση διαδικασιών ασύλου που στην πράξη μετατρέπονται σε διαδικασίες απόρριψης.
Η ΕΕ δεν αναρωτιέται από πού προέρχονται οι πρόσφυγες. Δεν αγγίζει την καρδιά του προβλήματος: τους πολέμους που η ίδια συντηρεί, τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, την οικονομική λεηλασία της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, τις συμφωνίες με αυταρχικά καθεστώτα που βαφτίζονται «στρατηγικοί εταίροι». Αντί να προστατεύσει ανθρώπους που ξεριζώνονται από τις πατρίδες τους, επιλέγει να τους αντιμετωπίζει σαν «ροές» που πρέπει να σταματήσουν, σαν «απειλή» που πρέπει να περιοριστεί. Το πραγματικό διακύβευμα ωστόσο είναι: Εργάτες χωρίς δικαιώματα – Μετανάστες χωρίς φωνή
Αν κοιτάξει κανείς βαθύτερα, θα δει πως πίσω από τη συζήτηση για το μεταναστευτικό δεν κρύβεται τίποτε άλλο από την ανάγκη του συστήματος για μια μάζα εργατών φθηνών, ευάλωτων, ανασφάλιστων και διαρκώς εκβιάσιμων. Η ΕΕ θέλει μετανάστες «όταν τους χρειάζεται» —για τη γεωργία, τα ξενοδοχεία, τις κατασκευές— και τους διώχνει ή τους φυλακίζει όταν δεν τους έχει ανάγκη. Δεν είναι «ανθρωπισμός» το κριτήριο αλλά η λογική της αγοράς.
Οι αποφάσεις της Συνόδου έρχονται να ενισχύσουν ακριβώς αυτή την πραγματικότητα: κλειστές δομές για όσους «περισσεύουν», γρήγορες διαδικασίες για όσους μπορούν να ενσωματωθούν σε θέσεις χαμηλής αμοιβής. Με απλά λόγια: οι άνθρωποι κατηγοριοποιούνται ανάλογα με την κερδοφορία τους για το σύστημα.

Την ίδια στιγμή, διάφορες κυβερνήσεις και υπουργοί —ανάμεσά τους και ο Έλληνας υπουργός Πλεύρης— επιχειρούν να μετατρέψουν τον φόβο σε πολιτική. Αντί να στραφούν ενάντια σε αυτούς που δημιουργούν τις αιτίες της μετανάστευσης, ρίχνουν την ευθύνη στα θύματα. Προσπαθούν να πείσουν τον εργαζόμενο ότι ο μετανάστης είναι εκείνος που «απειλεί» τα δικαιώματά του, ενώ είναι οι ίδιες οι κυβερνήσεις και η ΕΕ που διαλύουν εργασιακές κατακτήσεις, ξεπουλούν δημόσιο πλούτο, τσακίζουν μισθούς και ασφάλιση.
Δεν είναι τυχαίο ότι η ρητορική τής «ασφάλειας» και της «εθνικής απειλής» συμπίπτει απόλυτα με τη ρητορική των ακροδεξιών κομμάτων της Ευρώπης. Όσο η κρίση του συστήματος βαθαίνει, τόσο η άρχουσα τάξη επιδιώκει να στρέψει τον θυμό του λαού προς τους πιο αδύναμους. Να μην κοιτάξει ο λαός προς τα πάνω –προς αυτούς που τον εκμεταλλεύονται– αλλά προς τα κάτω.
Ως κομμουνιστές βλέπουμε ξεκάθαρα τι συμβαίνει: ο καπιταλισμός γεννά προσφυγιά. Γεννά πολέμους, γεννά φτώχεια, γεννά ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, γεννά κυνήγι τού κέρδους σε βάρος ανθρώπινων ζωών. Δεν είναι «ανθρωπιστικό ζήτημα» το μεταναστευτικό είναι ταξικό ζήτημα. Γι’ αυτό και η απάντηση δεν μπορεί να είναι οι φράχτες, οι φυλακές, η καταστολή. Η απάντηση βρίσκεται:
- Στην αλληλεγγύη ανάμεσα στους λαούς και στην κοινή πάλη ντόπιων και μεταναστών εργατών.
- Στη σύγκρουση με τις πολιτικές της ΕΕ και της κυβέρνησης που υπηρετούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
- Στην πάλη για αποδέσμευση από τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων.
Η πραγματική απειλή για την ΕΕ και τις κυβερνήσεις της δεν είναι οι πρόσφυγες αλλά η ενδεχόμενη ενότητα των εργαζομένων. Τρέμουν την εικόνα Ελλήνων, Σύρων, Αφγανών και Αφρικανών εργατών να παλεύουν πλάι πλάι, να απαιτούν καλύτερους μισθούς, δικαιώματα, αξιοπρέπεια. Αυτό είναι που το σύστημα προσπαθεί να αποτρέψει με κάθε τρόπο.
Οι αποφάσεις των υπουργών της ΕΕ δεν είναι απλώς «διοικητικά μέτρα». Είναι μια επικίνδυνη οπισθοδρόμηση, μια επιστροφή στη λογική ότι κάποιες ζωές μετράνε και κάποιες άλλες όχι. Όμως ο λαός δεν πρέπει να το δεχτεί αυτό. Η ιστορία έχει δείξει ότι όταν οι λαοί ενωθούν, μπορούν να γκρεμίσουν τείχη, να ανατρέψουν καθεστώτα, να ξαναγράψουν το μέλλον.
Και αυτό το μέλλον θα ανήκει σε όλους —ντόπιους και μετανάστες— μόνο όταν σπάσουν τα δεσμά της εκμετάλλευσης και χτιστεί μια κοινωνία όπου ο άνθρωπος θα είναι πάνω από τα κέρδη.
