Σκέψεις για την επιτέλεση της λόγιας μουσικής στον κόσμο μετά τον κορωνοϊό
του Παύλου Αντωνιάδη
Δημοσιεύουμε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του πιανίστα και μουσικολόγου Παύλου Αντωνιάδη. Ο Παύλος Αντωνιάδης, έχει πλούσια καλλιτεχνική δραστηριότητα, ως διακεκριμένος πιανίστας της σύγχρονης πρωτοποριακής μουσικής. Το 2017, είχε πάρει μέρος στον ένα μήνα εκδηλώσεων για τα 100 χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης που είχε διοργανωθεί στο ΕΑΤ-ΕΣΑ από την Πρωτοβουλία Καλλιτεχνών και Διανοουμένων, δίνοντας την εναρκτήρια συναυλία και τον Μάιο του 2018, μαζί με συντρόφους καλλιτέχνες της Ομάδας Σημείο Μηδέν, παρουσίασε στην αίθουσα του Συλλόγου Αρχαιολόγων ένα μουσικό-θεατρικό δρώμενο για τα 50 χρόνια από το Μάη του 1968. Το παρακάτω κείμενό του έχει γραφτεί και δημοσιευτεί στα γαλλικά και μεταφράστηκε από τον συγγραφέα του, για την Νέα Προοπτική.
Η πανδημία της Covid-19 έχει πλήξει τον κόσμο του θεάματος χωρίς προηγούμενο από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά[1]. Τα έσοδα από τις συναυλίες καταρρέουν και οι υπηρεσίες αναμετάδοσης σε πραγματικό χρόνο στο διαδίκτυο (streaming) –καθαρή εκμετάλλευση των μουσικών εκτελεστών– κυριαρχούν στην αγορά, ενισχύοντας τάσεις που είχαν γίνει εμφανείς πολύ πριν την κρίση[2]. Οι υγρές αγορές άγριων ζώων[3], επίκεντρα των μοντέρνων επιδημιών του 21ου αιώνα, αποδεικνύονται ανέλπιστα στενά συνδεδεμένες με τις υγρές αγορές της μουσικής.
Μα γιατί υγρές; Στην περίπτωση των άγριων ζώων, ο όρος είναι κυριολεκτικός και αναφέρεται σε μία γενικευμένη κυκλοφορία υγρών στοιχείων: όχι μόνο στο γεγονός ότι συχνά πρόκειται για αγορές θαλασσινών με τα δάπεδά τους μονίμως υγρά λόγω του λιωμένου πάγου ή το συνεχή καθαρισμό των πάγκων, μα και λόγω της ροής του αίματος ζώων που σφαγιάζονται επί τόπου και της συνακόλουθης μετάδοσης ιών μεταξύ διαφορετικών ζωικών ειδών (ζωονόσων). Είναι ακριβώς αυτή η εγγύτητα ανθρώπων και ζώων, μία εγγύτητα χωρίς μέτρο και ρύθμιση, ανεξέλεγκτη, παραγόμενη από την ευρύτερη οικολογική κρίση διά της καταστροφής των φυσικών βιότοπων, η οποία απειλεί να μεταμορφώσει τη διαζωικότητα (interanimalité) και τη διασωματικότητα (intercorporéité)σα θεμέλιο της μουσικής πράξης (για τους όρους βλέπε Μωρίς Μερλώ-Ποντύ στο Ρικάρντο Boκάλι, 2019). Η φυσική συνύπαρξη μουσικών και ακροατών, μία υγρή αγορά από παλμούς και προϊόντα του μουσικού σώματος, από έντονα συναισθήματα, κάποιες φορές από αίμα, δάκρυα κι ιδρώτα, διατίθεται τώρα προς σφαγή και πώληση σε μία αγορά εξίσου υγρή, αν και με τρόπο διαφορετικό: είναι η αγορά της μετάδοσης ψηφιακών δεδομένων σε ροή μεταξύ εγκεφάλων (wetware) συνδεδεμένων σε δίκτυο (netware), που συμπληρώνουν την παραδοσιακή διάκριση μεταξύ λογισμικού (software) και υλικού (hardware), στα πλαίσια ενός γνωσιακού καπιταλισμού (Γιάν Μουλιέ Μπουτάν, 2007).
Ταυτόχρονα, αυτή η διπλή κρίση της οικονομίας των τεχνών που βασίζονται στη φυσική παρουσία έχει πυροδοτήσει πολλαπλές δημιουργικές αντιδράσεις σε επίπεδο τόσο καλλιτεχνικό όσο και τεχνολογικό, που δίνουν τροφή στις εικασίες σχετικά με το μέλλον της μουσικής πράξης. Από τις αυθόρμητες συναυλίες αλληλεγγύης σε μπαλκόνια ως τις εικονικές αίθουσες των μεγάλων φεστιβάλ από την άναρχη ανάπτυξη της μετάδοσης αυτοσχέδιων συναυλιών μέσα στους πιο ιδιωτικούς χώρους μουσικών σε επαγγελματική επισφάλεια, ως το μονοπώλιο της πλατφόρμας τηλεδιασκέψεων Zoom, που έχει μετατραπεί στο νέο σκηνικό των επικοινωνιών μας στο διαδίκτυο,από τον αγώνα ενάντια στην καθυστέρηση μεταφοράς του ηχητικού σήματος ως την έρευνα νέων τεχνολογιών μουσικής διάδρασης, τίθεται μία σειρά ερωτημάτων: Ποιό θα ήταν το πεπρωμένο του θεάματος, και πιο συγκεκριμένα της μουσικής εκτέλεσης, σε μια κατάσταση γενικευμένης ψηφιακής διαμεσολάβησης της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στους μουσικούς και το κοινό; Θα μπορούσε μία κουλτούρα προσομοίωσης των φυσικών και κοινωνικών αλληλεπιδράσεων μέσα σε μία ψηφιακή αίθουσα να αντικαταστήσει την εμπειρία του πραγματικού; Μπορούμε πραγματικά να κάνουμε τη διάκριση μεταξύ σωματικής αποστασιοποίησης και κοινωνικής αποστασιοποίησης; Πέρα από την τηλεματική εκτέλεση υπό τη μορφή των συναυλιών Zoom που επενδύουν στη μετάδοση ήχου και εικόνας, τί θα μπορούσε να επιφέρει η πιθανή ενσωμάτωση δεδομένων φυσικής αλληλεπίδρασης, όπως κίνησης ή αφής, μέσα στο πλαίσιο του διαδικτύου των πραγμάτων (Internet of Things) και μιας εικονικής ή διευρυμένης πραγματικότητας της συναυλίας; Ποιές είναι οι συνέπειες για την αξία της μουσικής εκτέλεσης, σε σχέση με τις αμοιβές και τα πνευματικά δικαιώματα των μουσικών σε διαδικτυακές συναυλίες;
Τούτο το κείμενο δε μπορεί παρά να σκιαγραφήσει κάποιες μη-απαντήσεις, πρωτόλειες, σύντομες, προσωρινές, κι αυτές μάλλον υγρές από πάθος για αυτό που μοιάζει να χάνεται και από ανυπομονησία για μία νέα γκουαταρική οικολογία ανάμεσα στο πραγματικό και το εικονικό, το συμβολικό και το ψηφιακό, το γνωσιακό και το σωματικό, το κοινωνικό και το προσωπικό. Προερχόμενο από ένα πιανίστα και μουσικολόγο που δουλεύει με διαδραστικές τεχνολογίες στη σύγχρονη κλασσική μουσική, το κείμενο αυτό περιορίζεται στο πεδίο της λόγιας μουσικής. Εξυπακούεται πως υπάρχουν μουσικές καταστάσεις πολύ πιο υγρές, ζωντανές και συμμετοχικές από αυτό το μουσικό είδος. Είναι όμως ακριβώς αυτή η υβριδική φύση της εκτέλεσης της λόγιας μουσικής, η φύση της ανάμεσα σε τελετουργία και συμβολική αφαίρεση, που την καθιστά εξαιρετικά επίκαιρη σαν αντικείμενο στοχασμού στην παρούσα κατάσταση. Κι αυτό διότι, κατά κάποιο τρόπο, η μετάλλαξη του μουσικού σώματος μέσα στη λόγια μουσική ήταν πάντοτε τεχνολογικά διαμεσολαβημένη, η τεχνολογία ήταν πάντοτε η οντολογία της.
Έτσι, η σκέψη μου τείνει να ξεπεράσει το σοκ της Covid-19 εντάσσοντας τις τωρινές εξελίξεις σε ένα ευρύτερο ιστορικό ορίζοντα, που περιλαμβάνει: τις βιοπολιτικές καταβολές της μουσικής εκτέλεσης, σε σχέση με την τυποποίηση τεχνικών σωματικής πειθαρχίας, ιδρυμάτων μουσικής εκπαίδευσης, αφαίρεσης και συμβολοποίησης μέσα από τη μουσική σημειογραφία και την αυστηρή ιεραρχία ανάμεσα σε συνθέτη κι εκτελεστή (Βόλφγκανγκ Λέσινγκ, 2014) την ιστορία της μουσικής τεχνολογίας σαν μία ιστορία ‘ακρωτηριασμών’ και ‘διευρύνσεων’ του υλικού και των φορέων του (Ντάγκλας Κέισλαρ, 2009, απηχώντας τον Μάρσαλ ΜακΛούαν), την αφομοίωση των μουσικών εμπειριών από τα εξελιγμένα διαδικτυακά συστήματα του γνωσιακού καπιταλισμού, με μία αντίστοιχη μεταμόρφωση της πολιτικής οικονομίας του θεάματος προς την κατεύθυνση της άυλης εργασίας και των άυλων παραγώγων της, της καινοτομίας και του επαναπροσδιορισμού της ανταλλακτικής αξίας (Γιάν Μουλιέ Μπουτάν, 2007)˙ την εκμετάλλευση σύντομα των πιο προσωπικών, βιομετρικών δεδομένων της μουσικής εκτέλεσης, μέσα στο πλαίσιο του κατασκοπευτικού καπιταλισμού (Σοσάννα Ζούμποφ, 2019), όπου η τροποποίηση και ο έλεγχος της ανθρώπινης συμπεριφοράς καθοδηγούνται από αόρατους ‘βαρώνους των πληροφοριών’ (Γουόρεν Νάιντιχ, 2013)˙ τέλος, στην αυξανόμενη ‘μουσικοποίηση’ των ίδιων των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας, με την έννοια της δεξιοτεχνίας και της επιτελεστικότητας που απαιτούνται από το χρήστη σε επίπεδο διάδρασης, οι οποίες, προερχόμενες από τη μουσική, έχουν επηρεάσει ριζικά την ανάπτυξη αυτών των τεχνολογιών (για παράδειγμα, τα γραφικά περιβάλλοντα των υπολογιστών) και οι οποίες θα γνωρίσουν μία νέα άνθηση μέσα στην έρευνα της εικονικής και διευρυμένης πραγματικότητας που θα ενσωματώνει απτικές, κινητικές και βιομετρικές μορφές αλληλεπίδρασης (Μπάξτον, 2008 στο Χόλλαντ, 2013).
Επομένως, το σοκ της Covid-19 δεν είναι παρά ένας καταλύτης για διαχρονικές διαδικασίες αφαίρεσης και αφομοίωσης της μουσικής εκτέλεσης στο τρέχον σύστημα του γνωσιακού καπιταλισμού: Ακρωτηριάζοντας τη φυσική συνύπαρξη και διευρύνοντας την ψηφιακή ρευστοποίηση, η τρέχουσα κατάσταση ακολουθεί την αιώνια γραμμή μιας αλχημικής μεταστοιχείωσης της μουσικής εκτέλεσης: το πέρασμα από την πράξη στα σύμβολα, στην αναλογική καταγραφή των φυσικών ενεργειών και τελικά στην ψηφιοποίησή τους. Μπορούμε να σκεφτούμε αυτή την αυξανόμενη συμβολοποίηση σα μία ‘διάνοιξη’ (με την έννοια του Ζαν-Λυκ Νανσύ, 2020): όχι μία αντίθεση στη φύση, παρά μία καινούρια διακλάδωση της οργανικής φύσης της μουσικής εκτέλεσης, τη δημιουργία μίας σχέσης με τον ίδιο της τον εαυτό. Σε μία τέτοια σύλληψη, το ανθρώπινο σώμα αποτελεί ένα συνεχές ανάμεσα στις μορφές του πραγματικού και του τεχνητού, είτε με όρους ζώου πρός σφαγή, είτε με όρους εγκεφάλων πρός διασύνδεση και διάχυση.
Ωστόσο, παραμένει κατεπείγον το κοινωνικοπολιτικό ερώτημα, πέρα από τα ‘απεριτίφ ζουμ’ και άλλα κενά τελετουργικά σε συνθήκες σωματικής αποστασιοποίησης: Ακολουθώντας την κριτική του Ντέιβιντ Γκρέημπερ στις θεωρίες του γνωσιακού καπιταλισμού και του τέλους της εργασίας, δεν επιτρέπεται να χάσουμε από τα μάτια μας το γεγονός ότι καμία υλική αντικειμενοποίηση, καμία νέα υλικότητα – φορέας μιας νέας ισορροπίας ανάμεσα στο πραγματικό και το εικονικό, το σώμα και τα ψηφιακά δεδομένα, την εγκεφαλική και πολιτισμική πλαστικότητα (Γουόρεν Νάιντιχ, 2013) δε θα μπορούσε να αντικαταστήσει την πιο σημαντική ίσως σύλληψη του Καρλ Μαρξ: Ότι ο κόσμος δεν αποτελείται από μία συλλογή διακριτών αντικειμένων προς αγοραπωλησία, αλλά από δράσεις και ζυμώσεις κοινωνικές. Η αξία στις τέχνες, συμπεριλαμβανομένης της εκτέλεσης της λόγιας μουσικής, δεν παράγεται ποτέ από την προσαρμογή των κυκλωμάτων της μουσικής βιομηχανίας, των παρόχων στρήμινγκ, των φεστιβάλ και των καλλιτεχνικών διευθυντών, των ΜΜΕ και των κρατών στις τεχνολογικές μεταλλάξεις που επιταχύνονται από την πανδημία, μα, αντιθέτως, από το θάρρος των καλλιτεχνών να δημιουργούν μετα-καπιταλιστικούς θύλακες, όπου:
είναι δυνατόν να πειραματιστούν με μορφές εργασίας, ανταλλαγής και παραγωγής που είναι ριζικά διαφορετικές από αυτές που προωθούνται από το κεφάλαιο. Μπορεί να μην είναι πάντα συνειδητοποιημένα επαναστατικοί, οι καλλιτεχνικοί κύκλοι όμως έχουν την τάση να αλληλεπικαλύπτονται με τους επαναστατικούς κύκλους, μάλλον ακριβώς διότι αυτοί είναι οι δύο χώροι όπου οι άνθρωποι μπορούν να πειραματιστούν με ριζικά διαφορετικές, λιγότερο αποξενωμένες, μορφές ζωής. Το γεγονός ότι συχνά αυτό γίνεται δυνατό με χρήμα που ρέει προς τα κάτω από τα κέντρα του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού δεν καθιστά τους χώρους αυτούς τελικά ένα προϊόν του καπιταλισμού, κατ’ αναλογία με το γεγονός ότι τα προϊόντα μίας ιδιωτικής αυτοκινητοβιομηχανίας, που χρησιμοποιεί κρατικές υποδομές, κρατική αστυνομία για να προστατεύει τα κτίριά της και δικαστήρια για να επιβάλλει τα συμβόλαιά της, δε θα μπορούσαν τελικά να θεωρηθούν σοσιαλιστικά. Καθολικά συστήματα δεν υπάρχουν, είναι μόνο ιστορίες που λέμε στους εαυτούς μας, και το γεγονός ότι το κεφάλαιο ακόμη κυριαρχεί δε σημαίνει ότι θα κυριαρχεί για πάντα. (Ντέηβιντ Γκρέημπερ, 2008, σελίδα 11)
Αυτοί οι αυτοδιαχειριζόμενοι θύλακες, περιφερειακοί μα πορώδεις στη σχέση τους με τις συστημικές δομές, θα παραμείνουν εξ ορισμού υγροί.
Αφιερωμένο στη μνήμη του Ντέιβιντ Γκρέημπερ που απεβίωσε στη Βενετία στις 02.09.2020.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Boccali, R. (2019). «Sur l’intercorporéité et l’interanimalité. Merleau Ponty et la chair primordiale.». Revue de métaphysique et de morale, 2019/1 No 101, p. 39-49. Presses Universitaires de France
https://www.cairn.info/revue-de-metaphysique-et-de-morale-2019-1-page-39.htm ( 23.12.2020)
Moulier Boutang, Y. (2007). Le capitalisme cognitif. Paris: Editions Amsterdam.
Lessing, W. (2014). “Versuch über Technik” in: Hiekel, J.P., Lessing, W. (Eds.) Verkörperungen der Musik. Interdisziplinäre Betrachtungen. Bielefeld : Transcript Verlag.
Keislar, D. (2009).“A Historical View to Computer Music Technology”, in Roger T. Dean (ed.) The
Oxford Handbook of Computer Music, Oxford University Press, 2009, pp. 11-43
Zuboff, S. (2019). The age of surveillance capitalism. The fight for a human future at the new frontier of power. New York: Public Affairs.
Neidich, W. (Ed.) (2013). The Psychopathologies of Cognitive Capitalism: Part Two. Berlin: Archive Books.
Buxton, W. (2008). “My vision isn’t my vision: Making a career out of getting back to where I started”. In T. Erickson & D. McDonald (Eds.), HCI remixed: Reflections on works that have influenced the HCI community (pp. 7–12). Cambridge, MA: MIT Press.
Holland, S., Wilkie, K., Mulholland, P., Seago, A.(eds.) (2013). Music and Human-Computer Interaction. London : Springer
Nancy, J.-L. (2020). “D’Ontologie en technologie”, dans La Peau Fragile du monde. Paris: Galilée
Graeber, D. (2008). “The sadness of post-workerism, or “Art and immaterial labour” conference, a sort of review”. The Commoner, 1 April
[1]https://www.culture.gouv.fr/Sites-thematiques/Etudes-et-statistiques/Publications/Collections-de-synthese/Culture-chiffres-2007-2020/L-impact-de-la-crise-du-Covid-19-sur-les-secteurs-culturels (23.12.2020)
[2]https://www.weforum.org/agenda/2020/05/this-is-how-covid-19-is-affecting-the-music-industry/ (23.12.2020)
[3]https://en.wikipedia.org/wiki/Wet_market (23.12.2020)