Γιατί 10 χρόνια μετά το 2008 το πρόβλημα είναι πάλι εδώ και... χειρότερο!

Τα στοιχεία δεν είναι αμφισβητήσιμα καθώς προέρχονται από δημόσια
τοποθέτηση μέλους της Συμβουλίου Εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Φ. Πανέττα) : οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι “φορτωμένες” με “τίτλους” (περιουσιακά στοιχεία) της τάξης των 6,8 τρις ευρώ τα οποία άμεσα ή έμμεσα χαρακτηρίζονται ως “τοξικά”, καθώς αξιολογούνται στις αξίες “επίπεδου 2 και 3” στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Ο όγκος αυτός είναι περίπου 12 φορές μεγαλύτερος από εκείνο των
“κόκκινων δανείων” σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Και το εντυπωσιακό είναι ότι το 75% του όγκου αυτής της
χρηματοοικονομικής “ωρολογιακής βόμβας” είναι εγκατεστημένο στους
ισολογισμούς των τραπεζών της Γαλλίας και της Γερμανίας.
Το στοιχείο αυτό έσκασε για πρώτη φορά δημόσια και ονομαστικά, παρά το
γεγονός ότι προκύπτει από τον συνδυασμό των στοιχείων που είχε δώσει η
BIS (Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών). Δεν είναι τυχαίο βέβαια το
γεγονός ότι η επίσημη “διαρροή” αυτού του στοιχείου για την κατάσταση
των ευρωπαϊκών τραπεζών προέρχεται από ιταλούς αξιωματούχους στην ΕΚΤ και την Κεντρική Τράπεζα της Ιταλίας, καθώς εξακολουθεί να φουσκώνει η ένταση μεταξύ Κομισιόν και Ιταλίας.
Το σημαντικό είναι ότι οι “τίτλοι” αυτοί, ειδικά αυτοί του “επιπέδου
3″ έχουν αποτυπωθεί στους ισολογισμούς των τραπεζών με τιμές οι οποίες
δεν προέρχονται από την χρηματιστηριακή αγορά, αλλά από μαθηματικούς
τύπους, που η κάθε τράπεζα λόγω της σύνθεσής τους (παράγωγα/σύνθετα
προϊόντα) χρησιμοποιεί για να τα υπολογίζει. Με άλλα λόγια η κάθε
τράπεζα τα τιμολογεί ως περιουσιακά της στοιχεία ανάλογα με τους
δικούς της υπολογισμούς !
Σχεδόν το ίδιο ισχύει και για τους τίτλους “επιπέδου 2” καθώς μη
υπάρχουσας μιας αγοράς η οποία να τα “τιμολογεί” αποτυπώνονται στους
ισολογισμούς σε τιμές που έχουν -οι ίδιες ή άλλες οι τράπεζες-
κάποια ανάλογης σύνθεσης παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα…
Με άλλα λόγια οι τιμές τους προσδιορίζονται με τον πλέον αυθαίρετο
τρόπο, θυμίζοντας καταστάσεις που πριν από 10 χρόνια είχαν “σκάσει”
και είχαν οδηγήσει στην κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος (Lehman
Brothers) για την ανάσχεση της οποίας οι κεντρικές είχαν ρίξει (προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, QE, κ.λπ.) πάνω από 15 τρις δολάρια.
Το εντυπωσιακό είναι ότι στα πρόσφατα stress test των ευρωπαϊκών
τραπεζών η ΕΚΤ, ενώ για τα κόκκινα δάνεια έχει ασκήσει ασφυκτικές
πιέσεις, αυτά τα αντιμετώπισε χωρίς αμφισβήτηση της “αξίας” τους και
αποδέχθηκε ως τιμές έναρξης στα stress tests τους, τις τιμές με τις
οποίες οι ίδιες οι τράπεζες τα είχαν αποτυπώσει στους ισολογισμούς
τους.
Ανά πάσα στιγμή σε μία κατασταση κρίσης τα “assets” αυτά μπορούν να
υποτιμηθούν, όπως έγινε το 2007-2008 και να οδηγηθούν οι τράπεζες
των οποίων τα κεφάλαια στηρίζονται σε αυτά, σε ταυτόχρονη ανάγκη
ανακεφαλαιοποίησης και κατάρρευση.
Το εντυπωσιακό είναι ότι παρά το γεγονός ότι η κατάσταση αυτή είναι σε
πλήρη γνώση των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης η εσωτερική
διάσπαση είναι τέτοια που στάθηκε αδύνατο στο Eurogroup να συμφωνήσουν σε “κάτι” που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν “εργαλείο” ανάσχεσης μιας νέας κατάρρευσης. Οι προσπάθειες να βρούν μία “συμφωνία” συνεχίζονται και μετά το Eurogroup προκειμένου να υπάρξει ένας συμβιβασμός στην Σύνοδο Κορυφής της 14ης Δεκέμβρη.
Προς το παρόν το μοναδικό σημείο σύγκλισης -και αυτό με προϋποθέσεις- είναι επέκταση του ρόλου του ESM σαν χρηματοδότη τελευταίας
ευκαιρίας για το Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξυγίανσης και Εκκαθάρισης
Τραπεζών (SRF). Αυτό δηλαδή που θα πρέπει να αναλαμβάνει την
εκκαθάριση της όποιας τράπεζας καταρρεύσει. Αλλά αυτό δεν μπορεί να
καλύψει ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα …
Με την πρόταση αυτή ο ESM θα μπορεί να καλύψει όποιες ανάγκες
προκύψουν στο SRF σε περίπτωση κατάρρευσης κάποιου τραπεζικού Ομίλου και δεν αρκούν οι δικοί του πόροι, οι οποίοι θα “ωριμάσουν” ως προς τον συνολικό τους όγκο το 2024. Μέχρι τότε ο ESM θα μπορεί να καλύπτει τις όποιες παραπάνω ανάγκες υπάρξουν με την μορφή δανείου.
Η παρέμβαση αυτή όμως δεν αντιμετωπίζει τις πραγματικές ανάγκες του
ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος για την ολοκλήρωση της τραπεζικής
ενοποίησης, που η ΕΚΤ θεωρεί ως ακρογωνιαίο λίθο για το ευρωπαϊκό
σύστημα.
Ο λόγος αυτής της ανεπάρκειας έχει να κάνει με το γεγονός που
προαναφέρθηκε ότι δηλαδή το ευρωσύστημα “κάθεται” πάνω σ’ αυτόν τον
πρωτοφανή όγκο “τοξικών” assets που στην τρέχουσα συγκυρία ξεπερνά τα
6,8 τρισ. ευρώ και του οποίου το 75% αφορά στους ισολογισμούς του
τραπεζικού συστήματος της Γερμανίας και της Γαλλίας, με την Deutsche
Bank να είναι εκ των πρωταγωνιστών αυτής της αβεβαιότητας.
Όπως αναφέρεται σε αρκετές μελέτες τελευταία, οποιεσδήποτε αιτίες που
θα μπορούσαν να προκαλέσουν την αξιακή απομείωση αυτών των assets θα οδηγούσαν τις τράπεζες που είναι “φορτωμένες” με αυτά σε διαγραφή
κεφαλαίων και σε άμεση νέα ανάγκη ανακεφαλαιοποίησής τους, η οποία αν
δεν γίνει θα οδηγεί σε κατάρρευση.
Χαρακτηριστικό της αβεβαιότητας και της ανεπάρκειας του ECOFIN μπροστά στις απαιτήσεις αυτές είναι το γεγονός ότι πέρασε εντελώς στο
περιθώριο η προώθηση της δημιουργίας του Ενιαίου Ταμείου Εγγύησης
Καταθέσεων (EDIS), ακόμα και με τις μεταβατικές μορφές που έχει
προτείνει η Κομισιόν.
Σύμφωνα με αυτές, το Ταμείο αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει
ταυτόχρονα και σε συνδυασμό με τα εν ισχύ εθνικά ταμεία εγγύησης
καταθέσεων, να τα καλύπτει με την μορφή δανείων σε περίπτωση ανάγκης
στο μεσοδιάστημα και μέχρι να απομειωθούν τα Npls σε επίπεδα που θα
επέτρεπαν την κατάργηση των εθνικών ταμείων και την ενεργοποίηση του
EDIS πανευρωπαϊκά. Η πρόταση δεν “πέρασε” και θα πάει μαζί με όλα τα
“υπολοιπα” στη Σύνοδο Κορυφής στην οποία οι δύο “ισχυροί” Μέρκελ και
Μακρόν θα είναι περισσότερο “ανίσχυροι” από ποτέ, με την Μέρκελ να
έχει χάσει την ηγεσία του CDU και τον Μακρόν να έχει… κοντύνει από
τα “κίτρινα γιλέκα”.
Γιαν. Αγγ.