"Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ"

[ Το κείμενο αυτό αποτέλεσε τη βάση της εισήγησης της σ. Kατερίνας Mάτσα, στο 9ο εκπαιδευτικό camping του EEK, στον Aγιόκαμπο Λάρισας, την Παρασκευή 25 Iουλίου 2014. Yπήρξε επίσης η βάση της ομιλίας της K.M. στο Ελεύθερο Αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο «Εμπρός», στις 8/3/2014 σε εκδήλωση για τη Μέρα της Γυναίκας.]

Κατερίνα Μάτσα
 «Η διαφορά των φύλων και οι αντιστάσεις των γυναικών»
Το κοινωνικό φύλο

«Η έρευνα έδειξε ότι το φύλο δεν αποτελεί αναλλοίωτη, φυσική οντότητα, αλλά προϊόν κοινωνικοπολιτιστικών όρων,  που αλλάζουν μέσα το χρόνο. Το περιεχόμενο της έννοιας του φύλου αποτελεί επομένως και αυτό κοινωνική κατασκευή με ιστορική διάσταση και συγκροτείται και αναπαράγεται από ένα πλέγμα σχέσεων τόσο ανάμεσα στα φύλα όσο και στο εσωτερικό των φύλων», λέει η Έφη Αβδελά9.
Με βάση την ανάλυση της  Judith Butler10  το φύλο δεν αποτελεί ένα απλό σωματικό δεδομένο, αλλά μια διαδικασία που ρυθμίζει τη σχέση ανάμεσα στο βιολογικό φύλο (sex) και το κοινωνικό φύλο (gender) μια «κινούμενη σχέση» κατά την Rada Ivekovic. Το υποκείμενο διαμορφώνεται μέσα από τη διαδικασία ανάληψης ενός φύλου. Η διαδικασία ανάληψης του φύλου πραγματοποιείται στο εσωτερικό της οικογένειας, μέσα από τη διαδικασία ταυτίσεων με την μάννα, τον πατέρα ή το σημαντικό Άλλο. Οι ταυτίσεις αφορούν το κανονιστικό φάντασμα του φύλου, δηλαδή το φύλο όπως παρουσιάζεται μέσα από τα κανονιστικά πρότυπα και τις ρυθμιστικές αρχές των εξουσιαστικών, κοινωνικών σχέσεων, που εδραιώνουν το ετεροφυλοφιλικό πρόταγμα και την ανδρική ηγεμονία. Με βάση αυτό το πρόταγμα ευνοούνται ή εμποδίζονται οι έμφυλες ταυτίσεις και κατασκευάζεται το κοινωνικό φύλο.
Το φύλο λοιπόν αποτελεί μια κοινωνική σχέση και έχει ένα κοινωνικό νόημα. Το Εγώ αναδύεται μέσα σ’ αυτές τις κοινωνικές σχέσεις ως μήτρα τους και είναι, πρώτα απ’ όλα, όπως έλεγε ο Φρόυντ, ένα «σωματικό εγώ». Αυτές οι σχέσεις διαμορφώνονται και αναπαράγονται διαρκώς μέσα από το σύστημα σεξουαλικότητας στη διαπλοκή του με τις σχέσεις συγγένειας, που θεσμοθετεί ο γάμος και η οικογένεια, στην υπηρεσία πάντα της εδραίωσης του ετεροφυλοφιλικού προτάγματος. Ό, τι το παραβαίνει, ό, τι αποτελεί απειλή για το θεσμό του γάμου και της οικογένειας κινητοποιεί αρχαϊκούς φόβους και ρατσιστικές συμπεριφορές.
Ιστορικό παράδειγμα αποτελεί η εξόντωση των ομοφυλόφιλων από τις ορδές του Χίτλερ και στις μέρες μας η συμπόρευση των χρυσαυγιτών με παραθρησκευτικές οργανώσεις έξω από το θέατρο «Χυτήριο», το Δεκέμβρη του 2012, για να επιτεθούν με τον πιο αποκρουστικά βίαιο τρόπο σε ό, τι αντιπροσώπευε την έννοια της ομοφυλοφιλίας. Αλλά και σήμερα ανατριχιαστικά ομοφοβικός ακούγεται ο λόγος του δημοσιογράφου Βερύκιου για το συγγραφέα Αύγουστο Κορτώ, «Αυτοί (οι ομοφυλόφιλοι) έχουν όχι μόνο θηλυκό κορμί αλλά και θηλυκό μυαλό. Γεννάει σατανάδες. Μωρέ, χρυσαυγίτης που τους χρειάζεται»5. Η ομοφοβία, ο σεξισμός και ο ρατσισμός λειτουργούν πάντα μαζί, με στόχο την ευγονική τακτοποίηση της κοινωνίας, την εξάλειψη του διαφορετικού, του μη – κανονικού.
Ό, τι συγκροτεί το αμετάβλητο του σώματος, το περίγραμμα του, τις κινήσεις του είναι πλήρως υλικό, αλλά η υλικότητά του επανεξετάζεται, ως αποτέλεσμα της εξουσίας στα πλαίσια και της κυρίαρχης κουλτούρας.
Η φύση λοιπόν «προτείνει» και η γυναίκα «κανονίζει» σε συνάρτηση πάντα με την ιστορία της, τις επιθυμίες της, το πλέγμα των εξουσιαστικών σχέσεων που τη διαμορφώνουν μέσα στην οικογένεια και στην κοινωνία11.
Μέσα από αυτό το πρίσμα πρέπει να κατανοήσουμε την περίφημα ρήση της Σιμόν ντε Μπωβουάρ «γυναίκα δε γεννιέσαι, γίνεσαι».
Ο «γυναικείος ψυχισμός» διαμορφώνεται μέσα σε αυτό το πλέγμα σχέσεων, που καθορίζουν τον «ανδρικό» και τον «γυναικείο» ρόλο και ανάγουν τη βία και τον ανταγωνισμό σε συστατικά στοιχεία του «ανδρικού» ρόλου, καθιστώντας τελικά την ίδια την βία πάνω στη γυναίκα μια όψη της «κανονικότητας». Ο «κανονικός» άντρας πρέπει να είναι σκληρός και βίαιος απέναντι στην γυναίκα. Γιατί άραγε, οι γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας, δεν καταγγέλλουν την κακοποίηση τους; Κλείνονται στον εαυτό τους βουτηγμένες στη ντροπή, γιατί κατά βάθος πιστεύουν ότι ευθύνονται και οι ίδιες για τη βίαιη συμπεριφορά του συζύγου, του συντρόφου, του πατέρα. Έχουν ενδοβάλει το κοινωνικό στερεότυπο της γυναίκας ως πηγής κάθε κακού. Αυτοενοχοποιούνται γιατί έτσι διαπαιδαγωγήθηκαν, στα πλαίσια της κοινωνικοποίησης τους, στο σπίτι, στο σχολείο, στην κοινωνία, στα πρότυπα του lifestyle που προβάλουν τα ΜΜΕ, δημιουργώντας την «ψευδή συνείδηση» της κατωτερότητας τους στα πλαίσια της αλλοτρίωσης της καπιταλιστικής κοινωνίας στο σύνολό της. Με αυτό τον τρόπο νομιμοποιείται στη συνείδηση τους τόσο ο κοινωνικός αποκλεισμός όσο και η υποταγή τους στη ανδρική εξουσία.
Όπως λέει ο Μωρίς Γκοντελιέ «ο αποκλεισμός και η υποταγή πρέπει πάντα να νομιμοποιούνται. Η κυριαρχία δεν εδρεύει μόνο στη βία, είτε είναι φυσική, είτε ψυχολογική. Εγκλείει πάντοτε το τουλάχιστο μερικό μοίρασμα των ιδίων απεικονίσεων από τα δύο φύλα, μοίρασμα που προτρέπει τη συνείδηση και τη βούληση των ατόμων σε κάποια μορφή συγκατάθεσης άρα συνεργασίας στη δική τους υποταγή»12.
Ο «ανδρικός» και ο «γυναικείος» ρόλος έχουν ως συνιστώσες τους την «πατρική» και την «μητρική» λειτουργία, που συμμετέχουν στη διαμόρφωση της προσωπικότητας. Όμως κάθε λειτουργία προσδιορίζεται ιστορικά και κοινωνικά. Η κουλτούρα της κοινωνίας δίνει νόημα και περιεχόμενο στη λειτουργία. Ο πατέρας της πατριαρχικής κοινωνίας ενσαρκώνει μια συμβολική λειτουργία ως φορέας του Νόμου, που θέτει τα όρια και τις απαγορεύσεις. Έτσι η πατρική λειτουργία συμπυκνώνει μέσα της την καταπίεση και την εξιδανίκευση της πατριαρχικής οικογένειας.
Σ’ αυτή την οικογένεια όσο βαθαίνει η κρίση των θεσμών, η παραβίαση των ορίων που θέτει ο Συμβολικός Νόμος τείνει να γίνει κανόνας.
Η απαγόρευση της αιμομειξίας, για παράδειγμα, συνάρτηση του ανθρώπινου πολιτισμού, κατά τον Ένγκελς, βάση οργάνωσης της σεξουαλικής ζωής των ανθρώπων, ακυρώνεται στην πράξη μέσα στην ίδια την οικογένεια, στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων, με ανυπολόγιστες συνέπειες στο ψυχισμό τους. «Σε μια κοινωνία, όπως η δική μας, όπου η οικογένεια αποτελεί την ενεργότερη εστία της σεξουαλικότητας και όπου αναμφίβολα εκείνο που διατηρεί και παρατείνει την ύπαρξη της είναι οι απαιτήσεις αυτής της σεξουαλικότητας, η αιμομειξία κατέχει κεντρική θέση για λόγους εντελώς διαφορετικούς και με ένα εντελώς διαφορετικό τρόπο: επιδιώκεται και αποκρούεται ασταμάτητα, αντικείμενο έμμονης ιδέας και επίκλησης, μυστικό φοβερό και σύναψη απαραίτητη. Εμφανίζεται σαν το απόλυτα απαγορευμένο μέσα στην οικογένεια, εφόσον αυτή λειτουργεί ως σύστημα συγγένειας· αλλά συνάμα αποτελεί εκείνο που απαιτείται διαρκώς για να είναι η οικογένεια η εστία μόνιμης υπόθαλψης της σεξουαλικότητας»13, λέει ο Μ. Φουκώ.
Ενδεικτικό του μεγέθους του προβλήματος είναι το ποσοστό κακοποίησης, στις περισσότερες  περιπτώσεις σεξουαλικής, των κοριτσιών κάτω των 15 χρονών, συνήθως από τους γονείς. Για την Ελλάδα φτάνει στο 25% και για τις χώρες της ΕΕ κατά μέσον όρο το 35%!14.
(Στο επόμενο φύλλο η συνέχεια)
 

 

Βιβλιογραφικές αναφορές
1.    Ελένη Βαρίκα, «Για μια πολιτική γραμματική του φύλου», εκδ. Πλέθρον, 2009, σελ. 14.
2.    Gérard Mendel, «Κατασκευάζοντας το νόημα της ζωής μας. Μια ανθρωπολογία των αξιών», εκδ. Πλέθρον, 2012, σελ. 117
3.    Φ. Ένγκελς, «Η καταγωγή της οικογένεια, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους», πρόλογος στην 4η έκδοση του 1891, εκδ. Θεμέλιο, 1966.
4.    Βλ. 2, σελ.157
5.    Μαρία Γκασούκα, «Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις του φύλου», εκδ. Διάδραση, 2013, σελ. 36-37.
6.    «Εφημέριδα των Συντακτών», 7-3-2014.
7.    Σ. Μιχαήλ, «Εγώ η Φρίντα Κάλο είμαι», ομιλία στο Ελεύθερο αυτοδιαχειριζόμενο θέατρο «Εμπρός» με αφορμή τη μέρα της γυναίκας, 7-3-2014.
8.    Rada Ivekovic, “Le sexe de la nation”, ed. Léo Sheer, 2003, σελ. 140.
9.    Ε. Αβδελά, «Ιστορία των γυναικών. Ιστορία του Φύλου, Φεμινιστική Ιστορία», Δίνη 6 (1993), σελ.19.
10.    Judith Butler, «Σώματα που έχουν σημασία. Σχετικά με τα όρια του «φύλου» σε επίπεδο λόγου», Στο συλλογικό τόμο «Τα όρια του σώματος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις», επιμ. Δημ. Μακραντώνη, εκδ. «Νήσος», Αθήνα, 2004, σελ. 181-205.
11.    Ελιζαμπέτ Μπατεντέρ, «Σε λάθος δρόμο», εκδ. Καστανιώτη, 2003.
12.    Μ. Γκοντελιέ, «Οι γυναίκες και η πολιτική εξουσία», στο «Γυναίκες και Ιστορία», εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1995, σελ. 109-122.
13.    Μισέλ Φουκώ, «Ιστορία της σεξουαλικότητας, τόμος 1, η δίψα της γνώσης», μτφρ. Γκλόρυ Ροζάκη, εκδ. Ράππα, 1978, σελ. 135.
14.    «Η «Σιωπή των αμνών» στον ευρωπαϊκό Νότο», εφημερίδα «τα Νέα», 6-3-2014.