Η διακλαδική απεργία της 1 Νοέμβρη και η γενική πολιτική απεργία διαρκείας

 

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η εργατική τάξη αναζητά νέους δρόμους και διεξόδους από την μεταμνημονιακή ευφορία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που συνοδεύεται και από τις πυρετώδεις ετοιμασίες για το εκλογικό 2019.
Το να περάσει η πρωτοβουλία των κινήσεων στο εργατικό-λαϊκό κίνημα είναι ζωτικό ζήτημα στρατηγικής σημασίας και καθοριστικό για την πολιτική ανεξαρτησία του εργατικού κινήματος από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία που είναι σφιχταγκαλιασμένη με το κράτος και την εργοδοσία μέσω της Κοινωνικής Συμμαχίας.

Η διακλαδική απεργία που οργάνωσαν με επιτυχία οκτώ σωματεία την 1η Νοέμβρη κάθε άλλο παρά διακλαδική ή μόνο οικονομική απεργία ήταν. Η διακλαδικότητα ξεπεράστηκε από το πλήθος οργανώσεων και συλλογικοτήτων που συμμετείχαν και τα οικονομικά αιτήματά της βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική των μνημονίων και της σημερινής κυβέρνησης.
Το πολιτικό της μήνυμα δεν σχετίζεται με τις προθέσεις των διοργανωτών όσο από τις αντιδράσεις των αντιπάλων της. ΑΔΕΔΥ και ΓΣΕΕ κήρυξαν απεργία εντός του Νοέμβρη (η απεργία της ΑΔΕΔΥ στις 14/11 ήταν αποτυχημένη) και το ΠΑΜΕ απέρριψε το βήμα που επιθυμούν πολλοί δικοί του αγωνιστές για μια απεργία εκτός των ορίων των γραφειοκρατών όπως είχε γίνει στην πρώτη απεργία του 2018 όταν πρωτοβάθμια σωματεία και ΠΑΜΕ είχαν κηρύξει απεργία (12/1) κατά την ψήφιση του απεργοκτόνου νόμου που θέτει σε κίνδυνο την ύπαρξη των σωματείων.

Η απεργία της 1η Νοέμβρη δημιουργεί έναν εναλλακτικό πόλο συσπείρωσης των εργατικών δυνάμεων σε μια νέα διάταξη μάχης για την επόμενη περίοδο που πρέπει να οδηγήσει σε περαιτέρω συγκέντρωση σωματείων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, συνδικαλιστικών σχημάτων που δεν πλειοψηφούν στα σωματεία, συλλογικότητες, μεμονωμένους αγωνιστές, εργαζόμενους και άνεργους.
Αυτό απαιτεί μια ιδιαίτερη συζήτηση σχετικά με το ενοποιητικό πρόγραμμα πάλης, τον τρόπο λήψης αποφάσεων και το αναγκαίο σχέδιο δράσης. Είναι πολύ διαφορετικό οι συνεννοήσεις μεταξύ λίγων από ό,τι η συνεννόηση σε πλατιά κλίμακα που πρέπει να διασφαλίζει την εργατική δημοκρατία και τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων για την δράση.
Ο χρόνος για την οργάνωση της απεργίας της 1/11 ήταν μακρύς κι υπήρξε επαρκής χρόνος συζήτησης και προετοιμασίας. Δεν πρέπει να μείνουμε με την βεβαιότητα ότι ο χρόνος επαρκεί μέχρι την επόμενη μαχητική δράση. Χωρίς να γίνει κανείς ανυπόμονος πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι κάτω από ορισμένες συνθήκες ο χρόνος συμπυκνώνεται και το χρονικό διάστημα για λήψη αποφάσεων και δράσης ελαχιστοποιείται. Ο χρόνος είναι ένα ζωτικό πρόβλημα της ταξικής πάλης, ειδικότερα αν πρόκειται για στιγμές που ο ταξικός αντίπαλος είναι αδύναμος, βρίσκεται σε παράλυση, καταστάσεις όμως που δεν διαρκούν πολύ.

Ζητήματα στρατηγικής και τακτικής πρέπει να γίνουν μέρος της συζήτησης για τη δημιουργία ενός μάχιμου εναλλακτικού πόλου συσπείρωσης της εργατικής τάξης. Δεν είναι φιλολογικό καθήκον.

Η σημασία που έχουμε δώσει στα ζητήματα της αυτο-οργάνωσης και της καίριας σημασίας των κέντρων αγώνα δεν είναι εξ ουρανού. Βασίζεται στην εκτίμηση της ίδιας της σημερινής κατάστασης και των αδιεξόδων της καπιταλιστικής οικονομίας και πολιτικής, της ατέρμονης λιτότητας, του μετασχηματισμού του αστικού κράτους πρόνοιας σε κράτος διαρκούς έκτακτης ανάγκης, της σήψης των παραδοσιακών συνδικαλιστικών ηγεσιών και του αναδυόμενου εφιάλτη του εθνικισμού, του φασισμού και του πολέμου.
Στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της δύσης, ο ρόλος των συνδικάτων, της οργανωμένης εργατικής τάξης δεν μπορεί να αγνοηθεί ή να παραμεριστεί εξαιτίας των προδοτικών τους ηγεσιών. Είναι ριζωμένα στη συνείδηση των εργατών κι αποτελούν μέρος της επαναστατικής δουλειάς που πρέπει να γίνει.
Αν έχουν απορριφθεί οι θεωρίες της άμεσης κατάρρευσης του κράτους και του καπιταλισμού, όμοια πρέπει να απορριφθούν οι θεωρίες του διαρκούς αρνητικού συσχετισμού των δυνάμεων που ανακυκλώνονται μέσα κι έξω από τα συνδικάτα όπως και τα συνθήματα της διαρκούς αντίστασης ή της διαρκούς αντιπολίτευσης.

 

Οι μεν πρώτες παρέχουν την ασφάλεια του βέβαιου τέλους του συστήματος που οδηγούν στην παράλυση και την μη προετοιμασία αφού όλα θα έρθουν στο πιάτο των αγωνιστών. Οι μεν δεύτερες οδηγούν στη διαρκή αναβλητικότητα της προετοιμασίας του εργατικού κινήματος να κινηθεί στην επίθεση. Και οι δυο αντιλήψεις οδηγούν σε μια διαρκή αμυντική πολιτική που δεν εμπεριέχουν καμιά θετική πρόθεση επίθεσης. Η απάντηση σε κρίσιμα ερωτήματα θέτει τις βάσεις σωστών ή λαθεμένων αποφάσεων την ώρα της μάχης.

Η διακλαδική απεργία βρίσκεται σε συνάφεια με το αίτημα που προβάλλουμε για την οργάνωση της Γενικής Πολιτικής Απεργίας Διαρκείας. Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι αποτελεί προϋπόθεσή της. Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς το ξαφνικό ξέσπασμα μιας τέτοιας μορφής αγώνα χωρίς να έχουν προηγηθεί βαθιές εσωτερικές διεργασίες στο σώμα της εργατικής τάξης και τη συνείδησή της, ένας μικρός ή μεγάλος απεργιακός κύκλος, συνεχής ή ασυνεχής, με ανοδική ή καθοδική τάση, γεγονότα με εξαιρετική μεταβλητότητα. Μέσα από όλα αυτά η εργατική τάξη συσσωρεύει τις δικές της εμπειρίες. Θα έλεγε κανείς ότι οι διεργασίες που γίνονται σήμερα σε μικρή κλίμακα έχουν μια πιο προχωρημένη ωριμότητα από τα θυελλώδη χρόνια του 2010-2012, των εκατοντάδων χιλιάδων απεργών.
Ο στόχος μιας τέτοιας απεργίας είναι να εμφανιστεί η εργατική τάξη όχι ως αντιπολίτευση, μηχανισμός πίεσης και διαπραγμάτευσης αλλά ως η τάξη που έχει τη δύναμη και την ικανότητα να λύσει όλα τα άλυτα προβλήματα της κοινωνίας. Πρόκειται για μια διάταξη των εργατικών δυνάμεων που έχουν στόχο να αναλάβουν την οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας “από τα κάτω”. Από μόνο του το ζήτημα είναι πολιτικό και όχι απλά συνδικαλιστικό για τη δημιουργία νέων συντονισμών επί των συντονισμών.
Η Γενική Πολιτική Απεργία Διαρκείας όμως δεν φετίχ. Η ιστορία εμπεριέχει εκπλήξεις και η εργατική τάξη εφευρετικότητα. Παρ’ όλα αυτά αποτελεί ένα σχέδιο που μένει να υλοποιηθεί γιατί στόχος της δεν είναι η επανάληψη των τελετουργικών απεργιών της ΓΣΕΕ και δεν αφορά μόνο την παράλυση της οικονομικής ζωής των αστών. Είναι κύρια η αποδιοργάνωση των λειτουργιών του αστικού κράτους και των μηχανισμών καταστολής που ακόμα κι όταν είναι η σκιά τους, φαίνονται παντοδύναμα.

Όποιος δεν σκέφτεται τι θα γίνει με το κράτος μάλλον αφήνει έξω από τους υπολογισμούς του τον κύριο αντίπαλο. Δεν κρύβουμε ότι σκοπός μας είναι η συντριβή, καταστροφή του αστικού κράτους και η αντικατάστασή του με θεσμούς που θα δημιουργήσει η εργατική τάξη. Στη γλώσσα μας η πολιτική των εργατικών συμβουλίων είναι η μισητή για τους αστούς δικτατορία του προλεταριάτου.

Ἐχουμε προτείνει και πρέπει να επαναφέρουμε με μεγαλύτερη ζωτικότητα μετά την απεργία της 1 Νοέμβρη την πρόταση που έχουμε καταθέσει: ” Να προετοιμαστεί, να ζυμωθεί συστηματικά και να οργανωθεί μεθοδικά μια Ανοιχτή Πανελλαδική Συνέλευση όλων των οργανώσεων και συλλογικοτήτων που παλεύουν για τη ρήξη με τον καπιταλισμό, για την κοινωνική χειραφέτηση, από την επαναστατική Αριστερά, σε όλες τις οργανωμένες εκφράσεις της και τους πολυπληθείς ανένταχτους αγωνιστές έως τις αναρχικές ελευθεριακές συλλογικότητες. Να συζητήσουμε εκεί συλλογικά, χωρίς «καπελώματα», στείρες αντιπαραθέσεις και αρχηγισμούς αλλά και χωρίς απώλεια της πολιτικής ανεξαρτησίας και φυσιογνωμίας της κάθε συλλογικότητας και αγωνιστή. Κεντρικός στόχος πρέπει να είναι η επεξεργασία ενός κοινού εναλλακτικού προγράμματος διεξόδου από την κρίση, ενάντια στα προγράμματα λιτότητας και υποταγής στη μνημονιακή βαρβαρότητα που υπηρετούν τόσο η Δεξιά όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ. Πάνω σ’ αυτήν την βάση,να συζητήσουμε και να αποφασίσουμε ένα κοινό, τολμηρό σχέδιο πανελλαδικής δράσης, άμεσο και σε βάθος χρόνου, πάνω στα καυτά ταξικά-κοινωνικά ζητήματα. Μια τέτοια διέξοδος για μας δεν μπορεί παρά να είναι η επαναστατική σοσιαλιστική έξοδος από τον χρεοκοπημένο καπιταλισμό και όλους τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ και η νίκη της εργατικής εξουσίας.”(Προοπτικές του 16ου Συνεδρίου του ΕΕΚ).

Το καθήκον αυτό είναι σήμερα από μόνο του ένα μεγάλο αντίβαρο στο εκλογολάγνο 2019 όπου οι συζητήσεις θα μετατοπιστούν στις εκλογικές συνεργασίες κι υπάρχει ο κίνδυνος η συζήτηση να παραπεμφθεί στις καλένδες.

Το ζήτημα ενός αδιάλλακτου πόλου μέσα στο εργατικό κίνημα θα βρει πολλούς συμμάχους από τη στιγμή που η ίδια η εργατική τάξη αναζητά δρόμους επίλυσης των ζωτικών της προβλημάτων που καμιά αστικοδημοκρατική καπιταλιστική κυβέρνηση δεν πρόκειται να ικανοποιήσει σε συνθήκες εθνικής πτώχευσης και παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

20/11/2018
Γιάννης Πευκιώτης