ή αλλιώς «τα τρία κακά της μοίρας τους»

του Γιάννη Αγγέλη

Η είσοδος στον δεύτερο χρόνο της πανδημίας με τον εφιάλτη του τρίτου κύματος να κρατάει την Ευρώπη παγιδευμένη στα lockdown διαψεύδει με τραγικό τρόπο τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε εθνικό επίπεδο, τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί με την εμφάνιση των εμβολίων.

Τουρισμός και Ταμείο Ανάκαμψης, οι δύο βασικές πηγές από τις οποίες οι «κυβερνήτες», ευρωπαίοι και ντόπιοι, είχαν συναρτήσει την χρηματοδότηση της περιβόητης οικονομικής επανεκκίνησης, ειδικά για τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου και την Ελλάδα, παραμένουν σε κατάσταση «pause», με άγνωστη ακόμα την ημερομηνία ενεργοποίησής τους.

Και στα δύο αυτά μέτωπα, το ευρωπαϊκό φιάσκο -«αστοχίες» τα ονομάζουν στις Βρυξέλες- τόσο της Κομισιόν με την αποτυχημένη οργάνωση της τροφοδοσίας εμβολίων, όσο και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης, έχουν οδηγήσει στην εξάντληση των αντοχών των οικονομιών της Ευρώπης, με τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου να είναι και πάλι στην χειρότερη θέση.

Όσον αφορά στον τουρισμό, ο οποίος βρίσκεται σε απόλυτη συνάρτηση με την επίτευξη ή όχι μαζικής ανοσίας και ειδικά στα πλέον κινητικά ηλικιακά στρώματα, η κατάσταση είναι πλέον ξεκάθαρη: είναι αδύνατο το 2021 να υπάρξει ανοικτή τουριστική σεζόν…

Το Ταμείο Ανάκαμψης το οποίο όπως είναι γνωστό έχει μπλοκάρει λόγω της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης που το κρίνει «παράνομο», με συνέπεια να μη μπορεί η γερμανική Βουλή να το εγκρίνει, έχει οδηγηθεί σε «πάγωμα». Πράγμα που έχει μπλοκάρει και την Κομισιόν από το να αρχίσει την έκδοση ευρω-ομολόγων με τα οποία προβλέπεται η χρηματοδότηση του Ταμείου.

Με άλλα λόγια, το Ταμείο υπάρχει στα «χαρτιά» της Ε.Ε., αλλά δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει κανέναν καθώς δεν έχει κεφάλαια, αφού η Κομισιόν δεν έχει την έγκριση να βγει στις αγορές και να δανεισθεί για να το χρηματοδοτήσει. Αυτό το Ταμείο επρόκειτο να είναι το χρηματοδοτικό εργαλείο, το οποίο μαζί με την επανεκκίνηση των οικονομιών λόγω των εμβολίων μέσα στο 2021 –και κυρίως του τουρισμού – θα στήριζε τις οικονομίες της Ε.Ε. να ανακάμψουν από την βαθιά ύφεση του 2020.     

Στα δύο αυτά μέτωπα, του Τουρισμού και του Ταμείου Ανάκαμψης, έχει στο μεταξύ προστεθεί και ένα τρίτο, η αναδυόμενη δυναμική χρεοκοπιών σε μεγάλους κλάδους της οικονομίας, εκεί όπου οι αντοχές έχουν ήδη εξαντληθεί και στους οποίους η «εθνική» δημοσιονομική πολιτική στήριξης, έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές της και αρχίζει ήδη να γίνεται… επιλεκτική, ανοίγοντας μια φάση, που ήδη αποκαλείται από τους αναλυτές κατ’ ευφημισμό «δημιουργική καταστροφή».

Με τον όρο αυτό περιγράφεται η «καταστροφή» περιοχών της καπιταλιστικής οικονομικής δραστηριότητας, που δεν είναι «ανταγωνιστικές» ή αλλιώς βιώσιμες και η αντικατάστασή τους με νέες δραστηριότητας, που σύμφωνα με την στρατηγική του Ταμείου Ανάκαμψης (βλέπε σχετικό άρθρο στην Νέα Προοπτική), αλλά και του περιβόητου σχεδίου Πισαρίδη, είναι οι νέες τεχνολογίες, η πράσινη ανάπτυξη, κ.λπ.

Ελλάδα

Το αξιοσημείωτο και σημαντικό στο σημείο αυτό για την Ελλάδα, είναι ότι ενώ η ασφυκτική πίεση και η εξάντληση των οικονομικών αντοχών το 2020 εμφανιζόταν να πλήττει κυρίως τον χώρο των υπηρεσιών, με την είσοδο στον δεύτερο χρόνο της πανδημίας, η ασφυκτική πίεση εμφανίζεται να ξεδιπλώνεται κυρίως στον χώρο της μεταποίησης και της παραγωγικής διαδικασίας σε βιοτεχνίες – μικρομεσαίες βιομηχανίες.

Οι απολύσεις που θα προκύψουν από τις εξελίξεις στο χώρο αυτό και τα πρόσθετα ποσοστά ανεργίας που τώρα ακόμα κρύβονται πίσω από την ομίχλη των προγραμμάτων στήριξης μέσω του SURE, προδικάζουν μία κατάσταση η οποία ξεπερνά εκείνη της τριετίας 2010 – 2013.

Αυτό όμως σημαίνει ότι ένα εκτεταμένο κύμα χρεοστασίων στη μεταποίηση, απειλεί να μετατρέψει την περιβόητη «δημιουργική καταστροφή» σε μία εφιαλτική «καταστροφική… καταστροφή», σε μια καπιταλιστική οικονομία, όπως είναι ειδικά η ελληνική, η οποία υποφέρει από σχεδόν μόνιμα, λόγω της δομής, ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εδώ και… αιώνες.

Το μοναδικό στοιχείο, σ’ αυτήν την εικόνα η οποία με εξαιρετικά αισιόδοξους όρους βλέπει τον Τουρισμό να κινείται φέτος λίγο πάνω από το επίπεδο του 2020 και το Ταμείο Ανάκαμψης να αρχίζει (;) την εκταμίευση πόρων όχι νωρίτερα από τις αρχές του 2022 -στο θετικό πάντα σενάριο– που αποτελεί «αποκούμπι» για τους κυβερνώντες, είναι ότι η ΕΚΤ παραμένει παγιδευμένη και αυτή στα ίδια ακριβώς αδιέξοδα.

Γεγονός που την υποχρεώνει να κρατήσει ζωντανό με φουλ μηχανές το PEPP ό,τι και αν λένε ή συζητάνε κάποιοι κεντρικοί τραπεζίτες σε χώρες της κεντρικής και της βόρειας Ευρώπης.

Χαρακτηριστικά ήταν τα όσα δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του στην El Pais το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Φάμπιο Πανέττα, εκφράζοντας και την θέση της Κριστίν Λαγκάρντ. Χρησιμοποιώντας μία… αλλόκοτη γλώσσα, για να κρύψει την υπάρχουσα απαισιοδοξία για την κατάσταση, υποστήριξε ότι ο κίνδυνος που αντιμετωπίζει η ΕΚΤ να κάνει περισσότερα από όσα χρειάζεται, είναι πολύ μικρότερος, από το να κάνει λιγότερα από όσα χρειάζεται…

«Μεταφράζοντας» ο ίδιος τον εαυτό του ξεκαθάρισε ότι η ΕΚΤ σ’ αυτό το περιβάλλον, ίσως υποχρεωθεί όχι μόνο να εξαντλήσει το πακέτο του PEPP, αλλά και να κάνει περισσότερα αν χρειασθεί, από όσα αυτό προβλέπει.

Στη «γλώσσα» των τραπεζιτών της ΕΚΤ αυτό σημαίνει ότι ο «αναπνευστήρας» της νομισματικής πολιτικής, μέσα από το οποίο κρατιούνται στη ζωή, εδώ και ένα χρόνο οι καπιταλιστικές οικονομίες της Ε.Ε. και κυρίως οι οικονομίες του ευρωπαϊκού νότου που βρίσκονταν ήδη πριν από την πανδημία παγιδευμένες σε υψηλό χρέος, θα παραμείνει ανοικτός για όσο ακόμα χρειασθεί.  

Αυτό σημαίνει ότι τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα συνεχίσουν να αποτελούν μία τελευταίας λύσης διέξοδο για την ασφυξία της εγχώριας οικονομίας και στον δεύτερο χρόνο της πανδημίας, όσο ο Τουρισμός και το Ταμείο Ανάκαμψης θα παραμένουν «προσδοκίες» και όχι υπαρκτά οχήματα χρηματοδότησης της οικονομίας…

Αυτό βέβαια, δηλαδή ο εξ ανάγκης δανεισμός, δεν απαντά στα ερωτήματα που τίθενται από το τρίτο μέτωπο, αυτό του επερχόμενου νέου κύματος χρεοστασίων και μάλιστα αυτή την φορά στη μεταποίηση, μετά την έναρξη της απόσυρσης των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης.

Εκεί η ΕΚΤ και οι ευκολίες δανεισμού, δεν είναι περιοχές από τις οποίες μπορεί κανείς τους να περιμένει κάτι.

Ίσα – ίσα το αντίθετο, αν κρίνουμε από τις τελευταίες συστάσεις του κ. Αντρέα Ενρία, επικεφαλής του SSM (ΕΚΤ), ο οποίος έχει ήδη δώσει εντολή στις τράπεζες να «βγάλουν την πρίζα» από τις μη βιώσιμες εταιρείες στο πλαίσιο της στρατηγικής της «αναδιάρθρωσης» του τραπεζικού συστήματος .

Αυτό, ειδικά για μία οικονομία, όπως η ελληνική, η οποία εξακολουθεί παρά τον Ηρακλή Ι και ΙΙ (τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων με μερική εγγύηση δημοσίου), να παραμένει παγιδευμένη σε διψήφιο ποσοστό Npls (κόκκινων δανείων, παλιών αλλά και νέων, μοιάζει «φαύλος κύκλος» χωρίς καμία διέξοδο στον ορίζοντα.