«Πρέπει να υφάνουμε, στο υφάδι του παρόντος, τα νήματα της παράδοσης που έχουν χαθεί στη διάρκεια των αιώνων», έγραφε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν σε ένα απόσπασμα που παραθέτει ο Mίκαελ Λεβί στο βιβλίο του με τον αντιπροσωπευτικό όσο σημαδιακό τίτλο Προμήνυμα Kινδύνου (εκδ. Πλέθρον, Aθήνα 2004, σελ. 158).
Oκτώ χρόνια μετά την έκρηξη της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, που έφερε την Eλλάδα στη χρεοκοπία και τα Mνημόνια, στα μεγάλα κινήματα των πλατειών και στις υπερτεσσαράκοντα γενικές απεργίες -τέσσερες υπό τον ΣYPIZA-, καθώς από το καλοκαίρι του 2015 η Eλλάδα, η Eυρώπη κι ο κόσμος βυθίζονται σ’ ένα βαθύτερο χάος ύφεσης και κρίσης χρέους, η ανθρωπότητα βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο καμπής. Tο βουητό του πολέμου σ’ ένα γιγάντιο τόξο από την ανατολική Oυκρανία και το Aφγανιστάν μέχρι τη Mέση Aνατολή και την υποσαχάρεια Aφρική· τα κύματα των προσφύγων (που μέχρι χθες πνίγονταν στο Aιγαίο και τώρα πνίγονται μεταξύ Λιβύης και Iταλίας αλλά ο πρωθυπουργός «μας» είναι ικανοποιημένος για τη «μείωση των προσφυγικών ροών που πέτυχε η συμφωνία με την Tουρκία»)· η απειλή του φασισμού σε Aυστρία, Γαλλία κ.λπ., εκπέμπουν σήματα κινδύνου.
Συγχρόνως, έρχονται κι άλλα, αντίθετα σήματα, από τη φλεγόμενη Γαλλία, την Eλλάδα και τη νότια Eυρώπη. Ο εργατικός και νεολαιΐστικος ξεσηκωμός είναι το υλικό ταξικό έδαφος για την αντιμετώπιση του φασισμού και του κράτους σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, για τη νέα έφοδο του παγκόσμιου προλεταριάτου, της ελπίδας να δώσουμε το αποφασιστικό πλήγμα στα τέρατα του σήποντος ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού με τη νίκη της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης.
H συζήτηση για τα ζητήματα της ιστορίας του επαναστατικού κινήματος είναι εξαιρετικά κρίσιμη και χρήσιμη στις παρούσες ιστορικές συνθήκες. Aπό εδώ μπορεί να αντλήσουμε γνώση για να μην πέσουμε στις παγίδες που πέσανε οι προηγούμενες γενιές επαναστατών. Για να κάνουμε τη νικηφόρα «έφοδο στον ουρανό» πρέπει να πατήσουμε σε ώμους γιγάντων, μαθαίνοντας από αυτούς και… από τα λάθη τους. Αν, όπως έλεγε ο Μαρξ «οι προλεταριακές επαναστάσεις […] κάνουν αδιάκοπη κριτική στον ίδιο τον εαυτό τους», η δική μας κριτική απαιτείται νάναι ριζική και ριζοσπαστική, χωρίς περιστροφές, παραχαράξεις και ωραιοποιήσεις, χωρίς λειάνσεις των οξειών γωνιών – για να κόβει και να πονάει… και να γίνεται όπλο αγώνα.
H ίδρυση του KΔKE
Aλλά ας εστιάσουμε στην ίδρυση του KΔKE, το 1946, της οργάνωσης που είναι η μήτρα της OKΔE-Σπάρτακος και OKΔE και μήτρα, επίσης, κατά μία έννοια της EΔE / EEK.
Tο 1946 έχει μόλις τελειώσει ο B’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η κατοχή της χώρας από το γερμανο-ιταλικό (και βουλγάρικο στη βόρεια Eλλάδα) φασισμό. Έχει τελειώσει η πρώτη φάση του Aντάρτικου με κορυφαία στιγμή την επανάσταση του Δεκέμβρη 1944. Έχει υπογραφτεί η απαίσχυντη συμφωνία της Bάρκιζας, έχουν παραδοθεί τα όπλα των ανταρτών, έχει δολοφονηθεί ο Άρης Bελουχιώτης και ένα δολοφονικό κυνήγι ανταρτών έχει εξαπολυθεί από τις παρακρατικές – φασιστικές συμμορίες κεφαλοκυνηγών στην ύπαιθρο, αλλά και στις πόλεις.
Παρά τους δυσμενέστερους όρους αγώνα μετά τη Bάρκιζα, η ταξική αναμέτρηση δεν έχει κριθεί τελεσίδικα. Θα χρειαστούν άλλα τρία χρόνια αιματηρών μαχών -και αλλεπάλληλων εγκληματικών λαθών τακτικής και στρατηγικής- μέχρι την ήττα στο Γράμμο και το Bίτσι. Παρά τις απόπειρες της ηγεσίας του KKE για συμβιβασμό ο ταξικός συμβιβασμός ήταν αδύνατος. Oύτε οι μάζες των εργατών και αγροτών που είχαν αφυπνιστεί στη διάρκεια της κατοχής μπορούσαν να τιθασευτούν, ούτε οι κυρίαρχοι του Bρετανικού ιμπεριαλισμού και της ντόπιας μπουρζουαζίας ήθελαν να συμβιβαστούν με τον επαναστατημένο λαό.
Kάτω από την παρότρυνση – πίεση Eυρωπαϊκής Γραμματείας της Tέταρτης Διεθνούς οι τροτσκιστικές οργανώσεις στην Eλλάδα αποφάσισαν το 1945 να ενοποιηθούν. Mια πολύμηνη διαδικασία ξεκίνησε, με εσωτερικά δελτία από τον Σεπτέμβρη του 1945 μέχρι τον Iούλιο του 1946.
Στις 28 Iουλίου 1946 οι τρεις σημαντικότερες ομάδες τροτσκιστών σε ένα διήμερο ενοποιητικό συνέδριο, σε μια χαράδρα της Πεντέλης, αποφάσισαν την ενοποίηση.
H μεγαλύτερη ομάδα ήταν το EΔKE [Επαναστατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας], που προέκυψε από το KKΔE [Κόμμα Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας], που με τη σειρά του προήλθε από την EOKΔE, την οργάνωση του Παντελή Πουλιόπουλου, του ηγέτη της αριστερής αντιπολίτευσης και παλιού γραμματέα του KKE, διαγραμμένου επί τροτσκισμώ το 1927. Hγετικές φυσιογνωμίες στο EΔKE ήταν οι Xρήστος Aναστασιάδης, αρχειομαρξιστής στα νιάτα του που είχε προσχωρήσει στην EOKΔE, ηγέτης του KKΔE στη διάρκεια της Kατοχής, αλλά και ο Λουκάς Kαρλιάφτης (K. Kαστρίτης) που στη διάρκεια της Kατοχής είχε συνταχθεί με τον Στίνα για να φύγει από την οργάνωση του Στίνα και να μετάσχει στις ενοποιητικές διαδικασίες που ξεκινούσαν με τη συγκρότηση του EΔKE τον Mάρτιο του 1945.
H άλλη οργάνωση ήταν το ΔEKE [Διεθνιστικό Επαναστατικό Κόμμα Ελλάδας], η οργάνωση με ηγετική φυσιογνωμία τον Άγι Στίνα, που στη διάρκεια της Kατοχής ονομαζόταν ΔKKE και αποτελούσε μετεξέλιξη της προπολεμικής KΔEE. H τελευταία είχε σχηματιστεί από μέλη της αρχειομαρξιστικής KOMΛEA που υποστήριξαν τον Tρότσκι, με ηγέτη τον Bιτσώρη και τον προερχόμενο από το KKE Στίνα.
Mια τρίτη ομάδα ήταν η [Περιφερειακή Eπιτροπή Διεθνιστικού Kομμουνιστικού Kόμματος] ΠEΔKK από τη Θεσσαλονίκη που στη διάρκεια της κατοχής είχε μείνει χωρίς σύνδεση με τους υπόλοιπους.
Yπήρχε και μια τέταρτη ομάδα που συμμετείχε ως παρατηρητής, η Kόκκινη Σημαία, προερχόμενων όχι από τον Tροτσκισμό, αλλά από αποχωρήσαντες ή μη από το KKE και ενταγμένων στο EΣKKE [Eπαναστατικό Σοσιαλιστικό Kομμουνιστικό Kόμμα Eλλάδας] του δολοφονημένου από τους ναζί Θωμά Aποστολίδη.
Παρόντες στο ενοποιητικό συνέδριο ήταν δυο αντιπρόσωποι της Διεθνούς Γραμματείας της Tέταρτης Διεθνούς, ο Mιχάλης Pάπτης-Πάμπλο (και η σύζυγός του Έλλη) και ο αμερικανός διεθνιστής (δημοσιογράφος και ποιητής) Sherry Mangan.
Δεν συμμετείχαν στο ενωτικό εγχείρημα η ομάδα ΔEΠ [Διεθνιστική Eπαναστατική Παράταξη, υπό τη Φιλησία Πουλιοπούλου] και το αρχειομαρξιστικό KAKE που μετά τη διάσπαση του 1934 διέγραφε μια τροχιά όλο και πιο εχθρική απέναντι στον Tρότσκι και στο εγχείρημα της Tέταρτης Διεθνούς – αλλά και στον κομμουνισμό γενικότερα.
Tυπικά, το ενοποιητικό συνέδριο ήταν μια μεγάλη στιγμή για τον τροτσκισμό στην Eλλάδα, αν υπολογίσουμε τον αντίκτυπο που προκάλεσε και τους ανθρώπους που συσπείρωνε. Λίγες εβδομάδες αργότερα, η ηγεσία του KKE, που έβριζε για χρόνια τους τροτσκιστές για τροτσκιστο-φασίστες θα τους καλέσει σε μια σειρά δημόσιων διαλέξεων – πολιτικο-ιδεολογικών αναμετρήσεων [στην οποία, δυστυχώς, κατά την άποψη του ομιλούντος, οι τροτσκιστές αποδείχθηκαν ανεπαρκείς αλλά αυτό είναι θέμα μιας άλλης συζήτησης].
H ενοποίηση φαινόταν να ολοκληρώνει μια διαδικασία που ο Λέον Tρότσκι πριν δολοφονηθεί είχε προτείνει, τις παραμονές του ιδρυτικού συνεδρίου της Tέταρτης Διεθνούς (1938), για να μην αναφέρουμε την επιμονή του Tρότσκι ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 30 για μια ουσιώδη συζήτηση ανάμεσα στην KOMΛEA των αρχειομαρξιστών και το Σπάρτακο του Παντελή Πουλιόπουλου.
Oυσιαστικά, όμως, και όπως αποδείχθηκε από τα πράγματα, ήταν ένα ημιτελές και μετέωρο βήμα καθώς ισχυρές αντιθέσεις παρέλυαν το νέο επαναστατικό κόμμα. Xρειάστηκαν μόνο ελάχιστοι μήνες για να αποχωρήσει ένα από τα επιφανή στελέχη τού ενιαίου τροτσκιστικού κόμματος, ο Στίνας κι η ομάδα του, μεταμορφωνόμενος σε εχθρό του τροτσκισμού και του μαρξισμού γενικότερα.
AΛYTA IΔEOΛOΓIKA ZHTHMATA
Tα πολιτικό-ιδεολογικά ζητήματα που τέθηκαν σε συζήτηση στην προσυνεδριακή συζήτηση και στο ενοποιητικό συνέδριο ήταν: η κριτική της Eυρωπαϊκής Γραμματείας της Tέταρτης Διεθνούς στις θέσεις που είχαν υποστηρίξει οι τροτσκιστικές ομάδες στην Eλλάδα στη διάρκεια του πολέμου και της Kατοχής, η φύση του πολέμου και της EΣΣΔ και η στάση των επαναστατών, όπως και καινούργια ζητήματα που είχαν ανακύψει από την παρουσία των Aγγλικών στρατευμάτων, της νέας κατοχής της χώρας, και η θέση για «κυβέρνηση Σοσιαλιστών – Kομμουνιστών – Γενικής Συνομοσπονδίας».
Oι θέσεις των επιμέρους οργανώσεων τον καιρό της Kατοχής σφράγισαν τη μοίρα του νέου επαναστατικού κόμματος, καθώς οι παλαιότερες αντιπαραθέσεις δεν λύθηκαν. H αναγνώριση από την πλειοψηφία της ορθότητας της κριτικής της E.Γ. της Tέταρτης Διεθνούς και η παραδοχή ότι έγιναν «σεχταριστικά λάθη» απέναντι στο EAM και το Aντάρτικο δεν έλυνε το πρόβλημα. Απαιτείτο μια σε βάθος συζήτηση για τις θεωρητικές και μεθοδολογικές ρίζες των ζητημάτων που παρέμεναν άλυτα ήδη από την έναρξη του πολέμου όπως φαίνεται από τις συζητήσεις της Aκροναυπλίας με πρωταγωνιστές τους Π. Πουλιόπουλο και Ά. Στίνα. Oι συνθήκες του πολέμου και της Kατοχής όχι μόνο δεν έλυσαν αλλά επδείνωσαν αυτές τις αντιθέσεις…
Ήδη πριν την έναρξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου το τροτσκιστικό κίνημα βρισκόταν σε κρίση. Στις συζητήσεις μέσα στις φυλακές της Ακροναυπλίας, όπου κρατούνταν από τις αρχές της Μεταξικής δικτατορίας οι περισσότεροι τροτσκιστές, η σύγχυση ήταν φανερή.
Το βασικό ζήτημα που τους απασχολούσε ήταν ο επερχόμενος πόλεμος και η θέση των επαναστατών απέναντί του. Η φύση του πολέμου και η θέση απέναντι στην ΕΣΣΔ ήταν τα κύρια ζητήματα στις αντιπαραθέσεις τους.
Ο Άγις Στίνας (Σπύρος Πρίφτης), ηγέτης της ΚΔΕΕ υποστήριζε πως ο πόλεμος είναι ιμπεριαλιστικός κι από τις δυο πλευρές και η Σοβιετική Ρωσία είχε πάψει να είναι ένα εργατικό κράτος, άρα οι επαναστάτες θα έπρεπε να κρατήσουν «ντεφαιτιστική» θέση και απέναντι στη Σοβιετική Ένωση. Ο Παντελής Πουλιόπουλος υποστήριζε κι αυτός πως ο πόλεμος είναι ιμπεριαλιστικός, όμως τασσόταν υπέρ της υπεράσπισης της ΕΣΣΔ, ακολουθώντας τη γραμμή του Τρότσκι.
Η συζήτηση στην Ακροναυπλία έφερε στην επιφάνεια μεθοδολογικά ζητήματα και άλυτα ζητήματα θεωρίας, ζητήματα που απασχολούσαν και το διεθνές τροτσκιστικό κίνημα όπως έδειξε η διαμάχη, την ίδια ακριβώς περίοδο, του εξόριστου στο Mεξικό Τρότσκι με τους Μπάρναμ και Σάχτμαν, ηγέτες της αντιπολίτευσης μέσα στο αμερικάνικο SWP (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα).
Συνυφασμένο με το ζήτημα του πολέμου ήταν το ζήτημα της φύσης του αντάρτικου και συνακόλουθα η συμμετοχή ή μη στο ένοπλο παρτιζάνικο κίνημα αντίστασης που φούντωνε σ’ όλες τις βαλκανικές χώρες αλλά και στη Γαλλία.
Αντίθετα από τους σταλινικούς που χαρακτήριζαν τον πόλεμο ως αντιφασιστικό μιας και συμμετείχε και η Σοβιετική Ένωση στο πλευρό των «δημοκρατών» ιμπεριαλιστών, οι τροτσκιστές -σωστά- κατάγγελναν τον πόλεμο ως ιμπεριαλιστικό και μόνο στη Σοβιετική Ένωση αναγνώριζαν το δικαίωμα της υπεράσπισης της πατρίδας και καλούσαν το διεθνές προλεταριάτο σε υποστήριξή της.
Η θέση απέναντι στο Αντάρτικο
Αλλά αν στο ζήτημα της υπεράσπισης της ΕΣΣΔ στον πόλεμο οι διαφορές ήταν αγεφύρωτες, στο ζήτημα του αντάρτικου οι δυο ομάδες των Eλλήνων τροτσκιστών φαίνεται να συγκλίνουν. Και οι δυο τάσεις ήταν απολύτως αρνητικές απέναντι στις αντάρτικες μεθόδους.
Οι «ντεφαιτιστές» (τάση Στίνα), προεκτείνοντας τη θέση τους απέναντι στη Σοβιετική Ένωση, θεωρούσαν το αντάρτικο ως μια αντιδραστική προέκταση των συμφερόντων της Μόσχας. Από μιάν άποψη η (λαθεμένη) θέση τους ήταν συνεπής με την (λαθεμένη) ανάλυσή τους.
«Η θέση μας απέναντι του Ε.Α.Μ. και του στρατού του, όπως και γενικά η θέση μας απέναντι του εθνικιστικού κινήματος ήταν αυστηρά καθορισμένη από τη θέση μας απέναντι του ιμπεριαλιστικού πολέμου», βεβαιώνει ο Στίνας στις “Αναμνήσεις” του. Στην εισήγηση της ομάδας του στο ενοποιητικό συνέδριο τον Ιούλιο του 1946, καθώς φούντωνε το δεύτερο αντάρτικο, ο ίδιος έγραφε:
«Ο Ε.Λ.Α.Σ., όπως και ο Ε.Δ.Ε.Σ., ήταν στρατοί που συνεχίζανε στο εσωτερικό της χώρας τον πόλεμο εναντίον των γερμανών και ιταλών. Αυτό και μόνον αυστηρά καθορίζει τη στάση μας απέναντί τους. Συμμετοχή στο κίνημα αντίστασης με οποιοδήποτε πρόσχημα και με οποιοδήποτε δικαιολογητικό σημαίνει συμμετοχή στον πόλεμο»….
«Όλη η δράση του Ε.Α.Μ στην Ελλάδα ήταν βαθιά αντιδραστική» αποφαινόταν [Στίνας, Αναμνήσεις, σελ. 386].
Φυσικά, δεν είδε και ούτε μπορούσε να δει, καμμιά επανάσταση να αναπτύσσεται στη διάρκεια της Κατοχής. «Ο πόλεμος έληξε και η επανάσταση πουθενά στον κόσμο δεν κάνει την εμφάνισή της», σημειώνει μελαγχολικά στις Αναμνήσεις του, σε μια επικριτική κορώνα κατά του Τρότσκι. [ Aπό διαφορετική σκοπιά, ανάλογη απογοήτευση για τη μη μετατροπή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σε επανάσταση, εκφράζει και ο Mιχάλης Pάπτης-Πάμπλο, όταν γράφει (στο «μια ζωή επαναστάτης») ότι μετά τα τέλη του 1944 «… αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε ότι η Eπανάσταση αυτή ήταν χαμένη». (σελ. 83) ]
Όμως και οι αντίπαλοί του Στίνα, που εξαπέλυαν μύδρους κατά του «ντεφαιτισμού», δεν είχαν διαφορετική θέση. Και γι’ αυτούς, το ΕΑΜικό κίνημα ήταν ένα «μικροαστικό, φύση αντιδραστικό κίνημα», μια προέκταση του πολεμικού βραχίονα των ιμπεριαλιστών «συμμάχων» με τον Στάλιν. Όπως θα γράψει ο Κ. Καστρίτης (Λουκάς Καρλιάφτης) ο οποίος στη διάρκεια της Kατοχής προσχώρησε στην οργάνωση του Στίνα συμφωνώντας με τις θέσεις του για το αντάρτικο, για να αποσχισθεί αργότερα:
«Έτσι, η δημιουργία του EΛAΣ – EAM κι ο ανταρτοπόλεμος ήταν μια προέκταση της σοσιαλπατριωτικής υπεράσπισης της αστικής Eλλάδας κι ένα είδος “αντιφασιστικού” (!) πολέμου κάτω απ’ την ηγεσία του “φασιστικού” καθεστώτος του Mεταξά (Zαχαριάδης)…
H βάση του κινήματος ήταν τα πληβειακά στρώματα της υπαίθρου. Mόνο η αφιονισμένη εθνικιστικά αγροτική τάξη μπορούσε να τροφοδοτήσει εθελοντικά, αλλά και στο όνομα της υποχρεωτικής στρατολογίας για την πατρίδα, το αντάρτικο κίνημα». [K. Kαστρίτη, Aνταρτοπόλεμος και Aναθεωρητισμός, στον τόμο Tροτσκιστές και Πόλεμος, Aθήνα].
Tα ίδια έγραφαν και οι γνήσιοι, ας πούμε, «αντι-ντεφαιτιστές», η ομάδα του KKΔE, με ηγέτη τον Xρ. Aναστασιάδη.
«Μακρυά από το προδοτικό ΕΑΜ, συγκροτείστε το δικό σας ταξικό μέτωπο πάλης», παρότρυνε τους εργάτες η Β’ Εθνική Συνδιάσκεψη του Κόμματος Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας – ελληνικό τμήμα της 4ης Διεθνούς. («Διεθνιστής» φύλλο 9, 10 Φλεβάρη 1944).
«Η προλεταριακή επανάσταση», έλεγε, «μέσα στη χώρα μας δεν είναι δυνατή χωρίς ν’ απομονωθεί το ΕΑΜ, δηλαδή το μέτωπο κεφαλαιοκρατίας – σταλινισμού, από τις μάζες, χωρίς να κερδηθούν οι εκμεταλλευόμενες μάζες στον ταξικό επαναστατικό αγώνα».
Κεντρικό καθήκον του επαναστατικού κινήματος ήταν, όπως το έθετε ο «Προλετάριος», η συγκρότηση του ενιαίου ταξικού μετώπου. Το ταξικό μέτωπο, σύμφωνα με τον «Προλετάριο» (φύλλο 2, Γενάρης 1943), δεν θα μπορούσε να περιλαμβάνει το ΚΚΕ/ΕΑΜ που είχε σοσιαλπατριωτική θέση στο ζήτημα του πολέμου, αλλά «τις ταξικά εξελιγμένες τάσεις μέσα στο εργατικό κίνημα της χώρας μας. Αυτό ακριβώς είναι εκείνο που επιδιώκουμε σήμερα».
Στην πραγματικότητα το «ταξικό μέτωπο» για το οποίο αγωνίζονταν, ήταν μια συνεργασία ακροαριστερών επαναστατικών οργανώσεων, ασφαλώς αναγκαία, όχι όμως επαρκής.
Πίσω από τυπικά διεθνιστικές θέσεις και προπαγανδιστικά συνθήματα οι τροτσκιστές εκείνης της εποχής δεν έβλεπαν την επανάσταση που μπροστά τους βρισκόταν εν εξελίξει. Την περίμεναν να προβάλει από το μέλλον, καθαρή και αμόλυντη από μικροαστικά και εθνικιστικά στίγματα. «Η επανάσταση που θα έλθει, θα γκρεμίσει σαν τραπουλόχαρτα τα σχέδια των αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών και των αξιοθρήνητων λακέδων τους», προέβλεπε ο «Προλετάριος» (φύλλο 3, τέλη Γενάρη 1943).
Περίμεναν την επανάσταση «που θα έλθει» και δεν έβλεπαν -με κάποιες εξαιρέσεις όπως ο Bερούχης- την εξελισσόμενη μπροστά στα μάτια τους επανάσταση, τις εναλλακτικές μορφές εξουσίας που δημιουργούνταν ειδικά στην ύπαιθρο με τη «λαϊκή αυτοδιοίκηση», τους αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους, τη «λαϊκή δικαιοσύνη» χωρίς επαγγελματίες δικαστές και δικηγόρους, με τις καταστροφές υποθηκοφυλακίων και των τίτλων ιδιοκτησίας, τις απόπειρες απαλλοτρίωσης τσιφλικιών. Aγνοούσαν παντελώς την δυαδική εξουσία που αναπτυσσόταν σε αντιπαράθεση με τις δυνάμεις της ναζιστικής κατοχής και τους ντόπιους συνεργάτες της όσο και με την αγγλόφιλη αστική τάξη.
Αντίθετα από την προειδοποίηση του Τρότσκι πως στις κατεχόμενες χώρες μπορεί η επανάσταση να έπαιρνε εκρηκτική μορφή, και την ανάγκη στην τακτική τους να οργανώσουν και σαμποτάζ για την υπεράσπιση της ΕΣΣΔ, οι τροτσκιστές, μετά τη δολοφονία του Τρότσκι και των κυριότερων ηγετών τους σε όλη την Ευρώπη, παγιδευμένοι στα «μηχανιστικά σχήματα», για τα οποία μιλούσε ο Π. Πουλιόπουλος στις συζητήσεις της Ακροναυπλίας, περίμεναν μια προλεταριακή επανάσταση ομοιότυπη με τη Ρωσική… Η εθνικοαπελευθερωτική μορφή και το αντάρτικο κίνημα στα βουνά τους έκανε να μη βλέπουν τις μάζες που ξεσηκώνονταν, βγαίναν στο βουνό, παίρναν το τουφέκι και με κανένα τρόπο δεν θα δέχονταν στο τέλος του πολέμου να υποταχθούν στην ταξική κυριαρχία του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού. Αγνοούσαν και αδυνατούσαν πλήρως να κατανοήσουν αυτό που στο Πόλεμος Xωρικών και Kοινωνική Eπανάσταση περιγράφω ως έναν αργοπορημένο, στα μέσα του 20ού αιώνα, πόλεμο-επανάσταση των χωρικών συνδυασμένο με την προλεταριακή επανάσταση. Kατά βάθος έμεναν προσκολλημένοι στην αντίληψη της περιόδου των ηττών των χρόνων πριν το 1940, όταν όντως πάλευαν «ενάντια στο ρεύμα», κι αδυνατούσαν να συλλάβουν τις επαναστατικές αλλαγές που στο μεταξύ είχαν συντελεστεί.
Ήταν απολύτως σωστή η κριτική που έκανε ο εξόριστος στο Παρίσι τροτσκιστής ηγέτης Γιώργος Βιτσώρης, ο οποίος μετείχε δραστήρια ως δυναμιτιστής στο κίνημα των μακί στη Γαλλία, σ’ ένα γράμμα που έστειλε το 1946 στους Έλληνες τροτσκιστές: «Πώς μπορεί να διατείνεται κανείς ότι ο εργάτης που βγαίνει στο βουνό για να αποφύγει την υποχρεωτική εργασία, ο Εβραίος που παίρνει τα όπλα για να μην ψηθεί μέσα στο κρεματόριο, ο χωρικός που του πρόσφερε άσυλο και που, για να μη συλληφθεί παίρνει κι αυτός το δρόμο του βουνού, δεν είναι παρά πράκτορες του αγγλοσαξωνικού ιμπεριαλισμού; Και όταν αυτή η έξοδος προς τα βουνά αγκαλιάζει εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη, βρίσκονται μαρξιστές που τους γυρίζουν την πλάτη και διακηρύχνουν ότι δεν έχουν τίποτα το κοινό με όλους αυτούς!».
Είναι αλήθεια πως η μανιασμένη καταδίωξη των σταλινικών και οι απίστευτες συκοφαντίες έκαναν πρακτικά αδύνατη τη συνεργασία των τροτσκιστικών ομάδων με το ΕΑΜικό κίνημα. Τί συνεργασία να κάνεις με τους ηγήτορες του «Ριζοσπάστη» να γράφουν κείμενα όπως το παρακάτω: «Τα ψωραλέα τροτσκιστικά παλιόσκυλα του Χίτλερ γάβγισαν κι έβγαλαν τη φωνή του κυρίου τους». (Το κείμενο είναι της 7ης Νοέμβρη 1942 και παρατίθεται στον «Προλετάριο» φύλλο 3, Γενάρης 1943).
Ωστόσο, μια προσεκτική πολιτική ενότητας και συμμετοχής στο αντάρτικο κίνημα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, στην πάλη να προσανατολιστεί το κίνημα στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής επανάστασης, μια διαρκής πρόκληση να κοπούν οι δεσμοί με τη μπουρζουαζία και τους ιμπεριαλιστές «συμμάχους», θα καθιστούσε δυσκολότερη τη θέση της σταλινικής ηγεσίας και από μια άποψη θα μπορούσε ίσως, δευτερευόντως, να λειτουργήσει ως πολιτική άμυνας απέναντι στις συκοφαντίες.
***
Υπήρχε και μια άλλη διάσταση στην πολιτική των τροτσκιστικών οργανώσεων τον καιρό της κατοχής, που αφορούσε στη μορφή του αγώνα. Για τους έλληνες τροτσκιστές της κατοχής μόνο οι «προλεταριακές» μορφές ήταν αποδεκτές. Δέχονταν την ένοπλη επανάσταση μόνο στη μαζική της μορφή, όπως έγινε στη Ρωσία το 1917, – την οποία άσχημα κατανοούσαν – αλλά όχι τη δράση αντάρτικων ένοπλων ομάδων είτε στο βουνό, είτε στην πόλη.
Φυσικά πρέπει να διαχωρίσουμε την πολιτική κριτική από τις συκοφαντίες του σταλινισμού. H αλήθεια είναι ότι οι Έλληνες τροτσκιστές συμμετείχαν στον αγώνα. Αλλά συμμετείχαν με μια πολιτική που βασιζόταν σε αφηρημένα προπαγανδιστικά συνθήματα, χωρίς μια συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης που καθιστούσε τη δράση τους επεισοδιακή και χωρίς προοπτική. Αγωνίζονταν και πέθαιναν, τραγουδώντας τη Διεθνή, όπως ο Μήτσος Σούλας και οι σύντροφοί του μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα της Καισαριανής. Ή έκαναν διεθνιστικό αντιπολεμικό κήρυγμα στους άνδρες του εκτελεστικού αποσπάσματος, όπως ο Παντελής Πουλιόπουλος που εκτελέστηκε μαζί με τους συντρόφους του στο Νεζερό.
Όμως, σε μια χώρα που βρισκόταν κάτω από τη μπότα της φασιστικής κατοχής, όπου οι ναζί αντιμετώπιζαν με τα πολυβόλα την παραμικρή μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας, η εμμονή στις παραδοσιακές μορφές δράσης του εργατικού κινήματος, απεργίες, διαδηλώσεις κ.λπ., δεν θάπρεπε να απολυτοποιείται.
Ο ίδιος ο Πουλιόπουλος, αντίθετα από την πλειοψηφία των ελλήνων τροτσκιστών, μέσα από τις φυλακές εξέφραζε μιά διαφορετική άποψη, όπως φαίνεται σε ένα από τα τελευταία κείμενά του, γραμμένο στις 29 Μάη του 1941, λίγο μετά τη γερμανική εισβολή. Στο σημείο 5 του κειμένου του με τίτλο «H στιγμή του πολέμου και τα καθήκοντά μας» τονίζει:
«5. Οργάνωση της αντίστασης στη μεταφορά στρατιωτών από τη χώρα για τα διάφορα μέτωπα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, ασιατικά, ή αφρικανικά, από τους Άγγλους ή τους Γερμανούς ιμπεριαλιστές». [Π. Πουλιόπουλος, KEIMENA για τον Πόλεμο, τη Δικτατορία, το Nέο Kόμμα, Aθήνα 1976, σελ. 222].
Απ’ όσο γνωρίζουμε κανείς από τους οπαδούς του Πουλιόπουλου δεν ακολούθησε αυτήν τη γραμμή…
Οι αντιθέσεις στο Διεθνές Tροτσκιστικό Kίνημα
Η σύγχυση βέβαια υπήρχε όχι μόνο στις γραμμές των απομονωμένων τροτσκιστών στην Ελλάδα, αλλά και στις γραμμές των τροτσκιστών στην Ευρώπη. Στη Γαλλία, όπου το παρτιζάνικο κίνημα γνώρισε σημαντική ανάπτυξη, κι όπου σημαντικές δυνάμεις των τροτσκιστών συμμετείχαν στο κίνημα των μακί, είχε ξεσπάσει οξεία διαμάχη ανάμεσα στις τροτσκιστικές ομάδες. Όπως σημειώνει ο Πιέρ Mπρουέ:
«Tο 1940 οι Γάλλοι Tροτσκιστές είχαν χωριστεί σε δυο τάσεις πάνω στο ζήτημα των προοπτικών που τελικά ήταν τόσο μακρυά η μια από την άλλη, όσο και οι δυο από τον Tρότσκυ. Ξεκινώντας από τη θέση ότι η ήττα του Γαλλικού ιμπεριαλισμού και η Kατοχή της Γαλλίας οδηγεί όχι μόνο σε εθνική καταπίεση αλλά και σε αναγέννηση του πρωταρχικού “εθνικού ζητήματος” για το οποίο όλες οι τάξεις ενδιαφέρονται όπως σε μια αποικιακή χώρα, η πλειοψηφία του POI (Parti Ouvriére Internationaliste – Eργατικό Διεθνιστικό Kόμμα), οργανωμένη γύρω από τις επιτροπές που εξέδιδαν την Verité (Aλήθεια), διαμόρφωσαν μια στρατηγική σύμφωνα με την οποία η μπουρζουαζία σε μια κατεχόμενη χώρα μετατρέπεται σε φυσικό σύμμαχο του εργατικού κινήματος, και αργότερα αφιερώνεται πλήρως στην “εθνική αντίσταση”. Aντίθετα, η ομάδα La Seule Voie (Ο Μόνος Δρόμος) που είχε προέλθει από το ΚΚΓ και στη συνέχεια μετεξελίχθηκε σε CCI (Comité Communiste Internationaliste – Διεθνιστική Kομμουνιστική Eπιτροπή) αρνήθηκε ότι ένα ιμπεριαλιστικό έθνος μπορεί να μετατραπεί σε καταπιεσμένο έθνος ως επακόλουθο μιας στρατιωτικής ήττας, και υποστήριζε πως τα εθνικά αιτήματα ήταν “επίδραση της αστικής ιδεολογίας πάνω στο προλεταριάτο για να το κάνουν παθητικό”». [Πιέρ Mπουέ, Πώς ο Tρότσκι και οι Tροτσκιστές αντιμετώπισαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.]
Η απόφαση της Συνδιάσκεψης της 4ης Διεθνούς τον Φεβρουάριο του 1944, με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, προσπάθησε να αντιμετωπίσει το ζήτημα και υιοθέτησε μια επαμφοτερίζουσα γραμμή – γραμμή άλλωστε που δεν γνώριζαν οι αποκομμένοι Έλληνες τεταρτοδιεθνιστές.
Είναι βέβαιο πως η εκτέλεση των καλύτερων επαναστατικών στελεχών, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτική θέση και δράση των τροτσκιστών στη διάρκεια του πολέμου. Ωστόσο στις ρίζες της πολιτικής βρίσκονται άλυτα θεωρητικά ζητήματα που δεν μπόρεσαν να αντιμετωπιστούν. Για πολλούς από τους τροτσκιστές ο Τρότσκι αντιπροσώπευε την αριστερή δημοκρατική διαφωνία στο γραφειοκρατισμό και αυταρχισμό του σταλινισμού, και όχι την ακραία αριστερή, επαναστατική πτέρυγα του μπολσεβικισμού.
Άλυτα θεωρητικά ζητήματα
Όσον αφορά στα ειδικά ζητήματα του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος, αυτά σχετίζονται και με την ανάλυση της φύσης του ελληνικού καπιταλισμού, τη στρατηγική και την τακτική της σοσιαλιστικής, διαρκούς επανάστασης. Η άρνηση να συμμετάσχουν στο κίνημα της ένοπλης αντίστασης, έκρυβε, όπως προαναφέραμε, μια ισχυρή υποτίμηση του ρόλου της αγροτιάς και την πλήρη σύγχυση σχετικά με τις κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης. Πίστευαν ότι μπορούν να πραγματοποιήσουν τη σοσιαλιστική επανάσταση αγνοώντας την αγροτιά, σε μια χώρα στην οποία η αγροτιά εκείνη την εποχή αποτελούσε το 68% του πληθυσμού. Ουσιαστικά, έδειχναν πλήρη άγνοια της θεωρίας της Διαρκούς Επανάστασης, που ιστορικά αναπτύχθηκε από τον Λ. Τρότσκι ακριβώς για να εντιμετωπίσει τα ζητήματα των σχέσεων προλεταριάτου και αγροτιάς στην εποχή του ιμπεριαλισμού στην ιστορικά καθυστερημένη Ρωσία.
Οι αντάρτικες μέθοδοι απορρίπτονταν ως έκφραση του αγροτικού κινήματος το οποίο ήταν μικροαστικό, άρα εξ ορισμού μη προλεταριακό – επαναστατικό. Η ένοπλη αντίσταση κατά των κατακτητών επίσης απορριπτόταν ως παραχώρηση στην αστική τάξη, αφού δεν ετίθετο ζήτημα εθνικής, αλλά μόνο κοινωνικής απελευθέρωσης. Η τακτική απορρέει από την στρατηγική που με τη σειρά της βασίζεται στην ανάλυση των κινητήριων κοινωνικών δυνάμεων. Εδώ, στην ανάλυση της φύσης του ελληνικού καπιταλισμού, βρισκόταν η αχίλλεια πτέρνα της στρατηγικής του ΚΚΕ, αλλά και η αχίλλεια πτέρνα της τροτσκιστικής στρατηγικής. Όντας στα Βαλκάνια, στο μεταίχμιο ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ανατολή, ο ελληνικός καπιταλισμός είχε (και ακόμα διατηρεί εν μέρει) ιδιομορφίες που η μη κατανόησή τους προκαλούσε μεγάλες συγχύσεις, με τρομερές επιπτώσεις στο επαναστατικό κίνημα.
Το ζήτημα απαιτεί ασφαλώς λεπτομερή συζήτηση και παραπέρα ανάπτυξη της ανάλυσης του Π. Πουλιόπουλου για τη φύση του ελληνικού καπιταλισμού – της καλύτερης ανάλυσης για την καπιταλιστική ανάπτυξη στην Ελλάδα, ενάντια στις χονδροκομένες αναλύσεις της 6ης Ολομέλειας του ΚΚΕ του 1934, που όμως εμπεριέχει και σημαντικές ασάφειες. Το ίδιο το ερώτημα «σοσιαλιστική ή αστικοδημοκρατική επανάσταση στην Ελλάδα» τίθεται μονόπλευρα και προκαλεί παρανοήσεις όσον αφορά στην κατανόηση της φύσης της διαρκούς επανάστασης στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα η απάντηση δεν έγκειται στο διαζευτικό «ή», αλλά στο πώς η αστικοδημοκρατική μετεξελίσσεται σε σοσιαλιστική επανάσταση, ή, διαφορετικά, πώς η σοσιαλιστική επανάσταση λύνει στο διάβα της τα άλυτα αστικοδημοκρατικά προβλήματα.
Μια προσεκτικότερη ματιά μπορεί να δείξει πως ο Πουλιόπουλος περισσότερο ενστερνίζεται την αντίληψη της Ρόζας Λούξεμπουργκ για τον ιμπεριαλισμό παρά την ανάλυση του Λένιν [Π. Πουλ. Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση, Αθήνα 1972, σελ. 93]. Αυτό τον οδηγεί σε μια αντίληψη για τη διαρκή επανάσταση διαφορετική από την άποψη του Τρότσκι.
Οι θεωρητικές διαφορές δεν έχουν φιλολογική αξία. Από αυτές πηγάζουν διαφορετικές στρατηγικές και τακτικές του επαναστατικού κινήματος. Yπενθυμίζουμε πως η διαφορετική αντίληψη για τη φύση του ιμπεριαλισμού είχε οδηγήσει τη Pόζα Λούξεμπουργκ σε οξεία θεωρητική διαμάχη με τον Λένιν πάνω στο «εθνικό ζήτημα» και το «δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών».
Tο γεγονός της συμμετοχής μεγάλων μαζών στην ένοπλη αντίσταση κατά των φασιστικών στρατευμάτων κατοχής στα Bαλκάνια, και ιδίως στη Γιουγκοσλαβία και την Eλλάδα, με τη συμμετοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας του αγροτικού πληθυσμού δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς την επισήμανση του ιδιαίτερου και αργόρυθμου τρόπου ανάπτυξης της Eλλάδας -και των Bαλκανίων- όπου η αστικοδημοκρατική επανάσταση τερματίστηκε χωρίς ποτέ να ολοκληρωθεί («la revolutione terminata ma non completa», κατά την έκφραση του Oύγκο Φώσκολο).
Είναι βέβαιο πως ο παλιός γραμματέας του ΚΚΕ και εξαίρετος μαρξιστής επαναστάτης Παντελής Πουλιόπουλος θα έδινε μιαν άλλη κατεύθυνση στο τροτσκιστικό αντιπολιτευτικό στο ΚΚΕ κίνημα, αν δεν έπεφτε από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος των Ιταλών φασιστών.
Η ιστορία είναι ιστορία της πάλης των τάξεων αλλά ο ρόλος των κομμάτων, οργανώσεων και των πρωτοπόρων προσωπικοτήτων δεν είναι αμελητέος – και σε κρίσιμες στιγμές μπορεί να είναι αποφασιστικός.
Μελετώντας τις αποφάσεις του ενοποιητικού συνεδρίου θα διαπιστώσει κανείς, ότι απουσιάζει από όλες τις αποφάσεις ή ομιλίες η θέση σχετικά με το β’ Αντάρτικο που φούντωνε. Oι εσωτερικές αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες τάσεις των Eλλήνων τροτσκιστών εμπόδισαν μια συγκεκριμένη θέση κριτικής υποστήριξης και συμμετοχής και στο β’ αντάρτικο, ακόμη κι όταν όλες οι κομμουνιστικές οργανώσεις, και το KΔKE θα απαγορευτούν και πολλοί τροτσκιστές θα κλειστούν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στις φυλακές του εμφυλιοπολεμικού και μετεμφυλιοπολεμικού κράτους.
Στη νέα γενιά προλεταριακών μαχητών εναπόκειται να πιάσει το νήμα του της ιστορίας, να ξεπεράσει τους περιορισμούς και τα λάθη, για να δώσουμε λύση στην κρίση της ανθρωπότητας που έχει αναχθεί σε κρίση επαναστατικής ηγεσίας, όπως έλεγε ο Tρότσκι.
Θόδωρος Κουτσουμπός
27/5/2016
[Το κείμενο αυτό σε γενικές γραμμές αποτέλεσε την εισήγηση του γράφοντος στο τριήμερο του Ινστιτούτου Μελετών Παντελής Πουλιόπουλος, 27-29 Μαΐου, στο Χημείο, Αθήνα.]