H αναφορά στη Λατινοαμερικάνικη Επανάσταση, είναι πολύ αγαπητή στην Αριστερά (ίσως μόνον η κυβέρνηση Τραμπ την κατανοεί καλύτερα και παίρνει μέτρα) – θα επανέλθουμε σε αυτό.
Η Βενεζουέλα ως έθνος, είναι μία από αυτές τις χώρες-παρίες του κόσμου, που πρόσφατα, κατ’ εφαρμογή της Διαμερικανικής Συμφωνίας Αμοιβαίας Βοήθειας (TIAR), της απαγορεύτηκε να έχουν το δικαίωμα 29 ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησής της, συμπεριλαμβανομένου του [προέδρου] Μαδούρο, να πατήσουν το πόδι τους στο έδαφος των 15 χωρών που αποτελούν αυτό το σώμα. Ο Μάικ Πομπέο, ο ηγέτης της ΤΙΑR, σχολίασε ότι μια πιθανή άμεση επέμβαση στη Βενεζουέλα αποκλείστηκε λόγω των πιθανών κινδύνων που συνεπάγεται, και πρέπει να μειωθούν αυτοί οι κίνδυνοι. Η πιθανότητα επέμβασης παραμένει και συνεπώς για τους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές το κακό δεν είναι η παρέμβαση, αλλά οι κίνδυνοι που διατρέχει το τομάρι των Γιάνκηδων. Ο αηδιαστικός τρόπος που μιλάει αυτό το άθλιο άτομο είναι η καθημερινή πραγματικότητα για την Βενεζουέλα.
Όπως και με το σχέδιο Κόνδορα της δεκαετίας του 1970, χωρίς προφανώς να είναι το ίδιο, οι κυβερνήσεις με δημοκρατική πρόσοψη -όντας στην πραγματικότητα μισθοφόροι του αμερικανικού ιμπεριαλισμού κι οι οποίες σχημάτισαν την Ομάδα της Λίμα, στο όνομα της “δημοκρατίας”- απειλούν την Βενεζουέλα. Καθοδηγούνται από τον Μάικ Πομπέο, τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών υπεύθυνο για την Λατινική Αμερική και πρώην διευθυντή της CIA και τον Έλιοτ Άμπραμς, υπεύθυνο για τα μέτρα κατά της Βενεζουέλας, ένα άτομο με βαρύ ιστορικό προμηθειών, και βρώμικων εγκληματικών επιχειρήσεων σε συνεργασία με δικτατορικές κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική από τη δεκαετία του ’80 του προηγούμενου αιώνα.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η Βενεζουέλα συνεχώς υποφέρει από οικονομικά εμπάργκο, επιθέσεις, και επιχειρούμενα πραξικοπήματα χρόνια τώρα, με την υποστήριξη των παραπάνω σεσημασμένων πρακτόρων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου, προσφάτως συγκαταλέγεται, μαζί με την Υεμένη, το Νότιο Σουδάν και την Συρία, στις χώρες που έχουν υποστεί με τις μεγαλύτερες κοινωνικές καταστροφές στον κόσμο. Και οι τρεις αυτές χώρες υποφέρουν από αιματηρούς πολέμους. Στην περίπτωση της Βενεζουέλας, η χώρα υποφέρει τόσο από την κακοδιαχείριση της κυβέρνησής της όσο και από την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που ξέσπασε το 2007-2008. Οι δείκτες το δείχνουν: πολύ πάνω από δύο εκατομμύρια Βενεζουελάνοι, έχουν μεταναστεύσει σε άλλες χώρες εξαιτίας της έλλειψης δουλειάς, την πείνα και την εξαθλίωση. Ο υπερπληθωρισμός έχει κλιμακωθεί εδώ και πάνω από δύο χρόνια, ενώ ο ελάχιστος μισθός είναι ένας από τους χαμηλότερους στον κόσμο, κι οι συγκοινωνίες, ο ηλεκτρισμός, το πετρέλαιο, το γκάζι, η πρόσβαση στα φάρμακα, τα υλικά οικοδομής, το ατσάλι και το τσιμέντο, μεταξύ άλλων, έχουν καταρρεύσει, η βιομηχανία έχει παραλύσει, και το AEΠ μέσα σε 5 χρόνια έχει πέσει περισσότερο από 50%.
Πρέπει να επισημανθεί το αξιοσημείωτο ενεργειακό δυναμικό που η Βενεζουέλα αντιπροσωπεύει στον κόσμο: οι πολυάριθμες πηγές του, κάποιες από τις οποίες είναι στρατηγικά απαραίτητες για άλλες χώρες, ιδιαίτερα το πετρέλαιο, (οι ΗΠΑ ακόμα το καταναλώνουν, παρεχόμενο διαμέσου των Ρώσων, που το αγοράζουν από τη χώρα και το διαπραγματεύονται με τους Λατινοαμερικάνους)· επίσης το αέριο που έχει, τα πετροχημικά, ο χρυσός και άλλα μέταλλα που είναι απαραίτητα σε άλλα μέρη του κόσμου. Ο ορυκτός αυτός πλούτος είναι ο θεμελιακός λόγος για τις συνεχείς επιθέσεις.
Γιατί η Βενεζουέλα;
Από το 1989 ο Βενεζουελάνικος λαός εξεγέρθηκε ενάντια στα μέτρα του ΔΝΤ και της κυβέρνησης, με κόστος παραπάνω από 3.000 νεκρούς. Η κοινωνική εξέγερση της 27ης και 28ης Φεβρουαρίου αυτού του έτους, γνωστή ως το Καρακάσο, έγινε 10 χρόνια μετά την συντριβή στις εκλογές του δεξιού καθεστώτος της AD (Acción Democratica-Δημοκρατική Δράση) που επιβλήθηκε το 1958, μετά την πτώση της δικτατορίας του Μάρκο Πέρεζ Χιμένεθ.
Το 1999, άρχισε η λαϊκιστική κυβέρνηση του Τσάβες, επιβάλλοντας μια πολιτικο-στρατιωτική δομή, η οποία νίκησε διάφορες απόπειρες πραξικοπήματος, προωθούμενες από τον ιμπεριαλισμό, την διεφθαρμένη Βενεζουελάνικη ολιγαρχία και ένα τμήμα του στρατού, γεγονός που τον ανάγκασε να εκκαθαρίσει τις Ένοπλες Δυνάμεις, με αποτέλεσμα έναν στρατό μη-συνδεδεμένο με τους σκοπούς του αμερικανικού Πενταγώνου.
Από την άλλη πλευρά, δημιουργήθηκε μια πολιτοφυλακή -με πολλά ελαττώματα αλλά εκπαιδευμένη και αναμφισβήτητα δημοφιλής- υποταγμένη τώρα στον Μαδούρο και στα υψηλά κλιμάκια του στρατού, που από το 2000 βοηθά την επαναστατική Κούβα, η οποία παρέχει βοήθεια ιδιαίτερα στην εκπαίδευση και την υγεία. Η Βενεζουέλα είναι η άλλη χώρα μαζί με την Κούβα που δέχεται συνεχώς επίθεση από τις ΗΠΑ, κι αντιστέκεται ακόμα παραμένοντας, παρ’ όλες τις ανωμαλίες, η κυβέρνηση που συνεργάζεται με τους Κολομβιανούς αντάρτες. Ακόμα είναι αξιοσημείωτο ότι η Βενεζουέλα δεν συμμετέχει στην επέμβαση με άλλους στρατούς της Λατινικής Αμερικής στην Αϊτή, διαμέσου της Minustah («Αποστολή Σταθεροποίησης των Ηνωμένων Εθνών στην Αϊτή» -Σ.τ.M.). Ένα άλλο σημείο ιστορικής προόδου ήταν η αντικατάσταση των ιστορικών συνδικαλιστικών γραφειοκρατιών, των γκάνγκστερς της ΑD και του COPEI. Παρόλα αυτά, πρέπει να καταγγελθεί το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μαδούρο ενισχύει μια νέα συνδικαλιστική γραφειοκρατία με κορπορατίστικα στοιχεία, σαν αντιπροσώπους των εργατών που είναι με την σειρά τους υπάλληλοι της κυβέρνησης και των αφεντικών, κι έχουν την υποστήριξη των κατασταλτικών δυνάμεων ασφαλείας. Το εργατικό κίνημα, όμως, δεν έχει νικηθεί ακόμα.
Η παραδοσιακή ακροδεξιά που αποπειράται εδώ και πολλά χρόνια πραξικοπήματα, προετοιμασμένα και χρηματοδοτημένα από την αμερικανική Δεξιά, με φασιστικές ενέργειες, ακόμα και με το κάψιμο ζωντανών ανθρώπων και με πολλές άλλες δολοφονίες, είναι εκείνοι που υποκριτικά μιλούν για δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα, δημοκρατικές ελευθερίες. Από την άλλη πλευρά, η λεγόμενη λατινοαμερικάνικη Αριστερά, όταν προσπαθεί να μένει ουδέτερη σε αυτήν την σύγκρουση, φανερώνει την τύφλα της αρνούμενη να δείξει αλληλεγγύη σε μια χώρα καταπιεσμένη κι η οποία δέχεται επίθεση. Ακόμα λιγότερο δεν δίνει καμιά υποστήριξη στο σχέδιο της οικοδόμησης μιας διεθνούς οργάνωσης των εργατών, της Τέταρτης Διεθνούς.
Για τον εθνικισμό
«Είμαστε υποχρεωμένοι να συνδυάσουμε την πάλη για τα πιο στοιχειώδη καθήκοντα της εθνικής ανεξαρτησίας και της αστικής δημοκρατίας με την σοσιαλιστική πάλη ενάντια στον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό», γράφει το ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ της Τέταρτης Διεθνούς1.
Ο εθνικισμός δεν έχει πεθάνει, είναι ακόμα ζωντανός και έχει διάφορες μορφές έκφρασης, με αντιφατικές εκδηλώσεις και πολλές φορές, με αυτόν τον τρόπο προκαλεί σύγχυση. Ο Περονισμός είναι ένα παράδειγμα αυτής της έκφρασης, και αν το προοδευτικό του στάδιο έχει εξαντληθεί αυτό δεν σημαίνει ότι ο εθνικισμός δεν συνεχίζει να υπάρχει. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το γεγονός πως οργανώσεις, άνεργοι φοιτητές ή πικετέρος [κίνημα των ανέργων], συνδικάτα ακόμα πληρώνουν φόρο τιμής σε αυτό το «άταφο πτώμα» εκδηλώνει την ανακρίβεια αυτής της αντίληψης. Η λαθεμένη αυτή αντίληψη δεν βοηθάει, αλλά το αντίθετο, εμποδίζει να ξεπεραστεί αυτή η εμπειρία, που ακόμα υπάρχει και βαραίνει, όχι ισχυρή όπως πριν, αλλά ζωντανή. Αυτές είναι οι πραγματικές συνθήκες της ταξικής πάλης. Δεν μπορεί να περιφρονείς και να στέκεσαι μακριά, απομονωμένος από αυτήν την εσωτερική πάλη, για να μπορέσεις να νικήσεις τους περιορισμούς της και να κάνεις κατανοητό το πρόγραμμα των μεταβατικών μας αιτημάτων.
Το κεντρικό καθήκον είναι οι μάζες να υπερβούν τον εθνικισμό, να απαλλαγούν από την ηγεσία τους, αυτή είναι η κύρια αντίφαση χωρίς να μεταθέτουμε την πάλη για τον σοσιαλισμό. Στην εποχή της καπιταλιστικής παρακμής και της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, αυτές οι δύο μορφές της πάλης είναι πολύ συνδεδεμένες, αλλά δεν μπορούμε να υπερπηδήσουμε στάδια, με τον κίνδυνο να απομονωθούμε, άσχετα από το πόση πρόοδο ίσως έχουμε πετύχει σαν μια πολιτική οργάνωση των εκμεταλλευμένων. Δεν μπορούμε να υποτιμήσουμε τον εθνικισμό, δεν είναι πτώμα, αλλά επανεμφανίζεται και είναι ένα δυσοίωνο λάθος που μπορεί να εκφυλιστεί και να φέρει τραγωδίες.
Από την άλλη πλευρά, είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε ότι η επανάσταση είναι λατινοαμερικάνικη. Αυτή είναι η συνολική σκηνή της σύγκρουσης, γεγονός για το οποίο οι εχθροί μας είναι ξεκάθαροι. Γι’ αυτό η λατινοαμερικάνικη αντεπανάσταση, που εκπροσωπείται από την Ομάδα της Λίμα, στρέφεται ενάντια στο λαό της Βενεζουέλας (σαν τον πιο εύθραυστο κρίκο στην αλυσίδα) σε συνεργασία με τον ΟAK (Οργανισμός Αμερικάνικων Κρατών), την Ευρωπαϊκή Ένωση και απευθείας με τον Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, αντιπρόσωπο της κυβέρνησης Τραμπ.
Ο ιμπεριαλισμός έχει μια στρατηγική για την Λατινική Αμερική. Όλες οι κυβερνήσεις της και οι στρατοί τους δεν ελέγχονται απλώς, αλλά υπάγονται, σε διαφορετικά επίπεδα, στο Πεντάγωνο, την CIA, την αναστημένη TIAR. Η Βενεζουέλα αποτελεί την διαφορά. Επειδή δεν συνδέεται με την πολιτική τους, αντιπροσωπεύει το θεμελιακό εμπόδιο για να φέρουν σε πέρας την πολιτική τους ως όλο. Η επιθετικότητα αυτή στρέφεται ταυτόχρονα κι ενάντια στην Κούβα και σε κάποιο βαθμό ενάντια και στη Νικαράγουα.
Στη Λατινική Αμερική η κρίση του κεφαλαίου αναμειγνύεται με την αποτυχία του αστικού εθνικισμού, σε ποικίλους βαθμούς σε όλες τις χώρες που την αποτελούν. Έτσι είναι καθαρό ότι δεν πρόκειται για περιφερειακά και τοπικά γεγονότα, αλλά για έκφραση της παγκοσμιοποίησης της καπιταλιστικής κρίσης στην υποήπειρό μας. Τώρα οι ΗΠΑ θέτουν εμάς ως προτεραιότητα, γιατί υποφέρουν από την κύρια συνέπεια της κρίσης. Θέλουν να προστατευτούν σε βάρος μας, σε βάρος των χωρών που παρέχουν πρώτες ύλες, εξ ου και η συστηματική τους επίθεση, μαζί και οι επιθέσεις με δασμούς στη Βραζιλία και την Αργεντινή στο αλουμίνιο και τον χάλυβα.
Η Opción Obrera (Εργατική Εναλλακτική) και η Τέταρτη Διεθνής
Όλη η πολιτική ανάλυση πρέπει να συνδέεται με την προοπτική των εργατών και της πρωτοπορίας τους, στο επίπεδο που βρίσκονται σήμερα. Εάν αυτό δεν γίνεται κατανοητό, ο στόχος της οικοδόμησης του διεθνούς προλεταριακού κόμματος, του Λατινοαμερικάνικου τμήματός του, δεν υπηρετείται.
Πώς η Τέταρτη Διεθνής οικοδομείται; Περιμένοντας να γεννηθεί η ιδανική οργάνωση; Κάτι τέτοιο δεν εξυπηρετεί σε τίποτα κι όταν μάλιστα δεν λαμβάνεται υπόψη η δική μας πάλη -και δεν εννοούμε μοναχά εμάς, την Opción Obrera [Εργατική Εναλλακτική]. Ο Τσαβισμός, καθοδηγούμενος τώρα από τον Μαδούρο και τους δικούς του, με όλη του την αδυναμία, ακόμα κινητοποιεί, τον ακολουθούν και τον ψηφίζουν μάζες. Ποια η ισχύς του; Αν την αρνηθούμε, κάτι τέτοιο πηγαίνει ενάντια στο διαλεκτικό γίγνεσθαι και δεν εξηγεί από πού έρχεται. Απλώς ρωτήστε τον Τραμπ. Αυτοί που έχουν το σύνθημα «έξω ο Μαδούρο!» πρόκειται να νικήσουν τον ιμπεριαλισμό; Δεν μπορείς να είσαι ουδέτερος ανάμεσα στα δύο αστικά στρατόπεδα που συγκρούονται. Το εθνικό πρόγραμμα πρέπει να ξεπεραστεί από τις μάζες μέσα στην πάλη τους, στην οποία πρέπει να βρισκόμαστε σαν προλεταριακή πρωτοπορία στην ηγεσία, χωρίς να περιμένουμε κάποιο θαύμα.
Χοσέ Καπιτάν
Εύα Λόπεζ
1. Παράγραφος, οι καθυστερημένες χώρες και το πρόγραμμα των μεταβατικών αιτημάτων