Η “ψευδής εικόνα” του 2014 σε επανάληψη
Τις τελευταίες εβδομάδες στα ΜΜΕ οργιάζουν οι φήμες ότι το ελληνικό δημόσιο ετοιμάζεται να βγει στις αγορές με την έκδοση ομολόγου, σαν επιβεβαίωση ότι “λύθηκε” το πρόβλημα του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Η αλήθεια είναι ότι, πράγματι, μεγάλες ξένες επενδυτικές τράπεζες έχουν “πλευρίσει” το Υπ. Οικονομικών μέσω του συμβούλου που αυτό έχει προσλάβει, την τράπεζα Rothtsild και προτείνουν την άμεση επανέκδοση του πενταετούς ομολόγου που είχε βγάλει την άνοιξη του 2014 η κυβέρνηση Σαμαρά στο πλαίσιο του περιβόητου τότε success story πριν τις ευρωεκλογές και το οποίο κατέρρευσε λίγους μήνες αργότερα.
Η έκδοση ενός τέτοιου ομολόγου π.χ. μέσα στον Ιούλιο, δηλαδή ένα χρόνο πριν λήξει το νυν μνημονιακό πρόγραμμα, έχει δύο στόχους.
Ο ένας είναι να στηρίξει το κυβερνητικό παραμύθι –όπως και το 2014– ότι όταν εφαρμόζεις το μνημόνιο και ό,τι άλλο πρόσθετο σου ζητάνε, όπως τα εφιαλτικά μέτρα του 2019 – 20 που πήγαν στην Βουλή αυτή την εβδομάδα, όλα πάνε καλά και επιστρέφεις στον… κανονικό κόσμο των αγορών. Είναι μέρος της “ψεύτικης εικόνας” με την οποία η Κυβέρνηση επιχειρεί να νομιμοποιήσει την ανατροπή του δημοψηφίσματος και το γενικευμένο ξεπούλημα που έχει ήδη δρομολογήσει σε όλα τα επίπεδα της οικονομίας και της πολιτικής.
Ο άλλος λόγος είναι ότι αυτού του είδους οι εκδόσεις ομολόγων, ακριβώς λόγω των ειδικών όρων με τους οποίους βγαίνουν, έχουν αφ’ ενός ψηλότερα επιτόκια δηλαδή είναι πιο ακριβά και αφ’ ετέρου έχουν πολύ ψηλές προμήθειες για τις τράπεζες αναδόχους. Στην “πιάτσα” την τραπεζική αντιμετωπίζονται σαν… ξερολούκουμα τα οποία αναζητούν σε κάθε χώρα με ψηλό χρέος και αδυναμία να δανεισθεί. Αυτή η “προμήθεια” όμως είναι και ο έμμεσος τρόπος με τον οποίο κυβέρνηση και τράπεζες μαζί στήνουν και πουλάνε την “ψευδή εικόνα” της επιστροφής στην “κανονικότητα” με το αζημίωτο βέβαια για τους τραπεζίτες.
Αυτή την “εικόνα” ετοιμάζονται να δρομολογήσουν είτε μέσα στον Ιούλιο είτε το φθινόπωρο αν οι αντιδράσεις είναι ισχυρές.
Ο “οδικός άξονας”
Έχουν μάλιστα ετοιμάσει τον περιβόητο “οδικό άξονα” αυτής της διαδρομής η οποία περιλαμβάνει την συμφωνία για την περαιτέρω διευθέτηση (αναδιάρθρωση) του χρέους με όρους ΔΝΤ. Η διαδρομή αυτή περνάει μέσα από την συμφωνία του Μαϊου του 2016 την οποία η κυβέρνηση Τσίπρα αποδέχθηκε και υπέγραψε όλο το πακέτο μέτρων που έκτοτε ξεδιπλώνονται χωρίς… τέλος, με “αντάλλαγμα” την απαλλαγή της ευρωζώνης από τον βραχνά μιας χρεοκοπίας στην Ελλάδα. Αυτό το δεύτερο σκέλος περιλάμβανε τα περιβόητα βραχυπρόθεσμα και μεσομακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Τα βραχυπρόθεσμα έχουν ήδη δρομολογηθεί από τις αρχές Γενάρη μετά το τέλος της πρώτης αξιολόγησης και τα μεσοπρόθεσμα πρέπει να δρομολογηθούν μετά την δεύτερη αξιολόγηση, αλλά να εφαρμοσθούν μετά το τέλος του προγράμματος.
Μέχρι στιγμής η τελική ευθεία διευθέτησης των μεσοπρόθεσμων εκκρεμοτήτων για το ελληνικό χρέος ξεκινάει στις 16 Ιουνίου, την επομένη του Eurogroup στο οποίο ΔΝΤ και Ευρωζώνη θα πρέπει να “ξεπεράσουν” τις διαφορές τους για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Η συμφωνία έχει προσδιορισθεί και συμφωνηθεί ότι θα είναι αυτή που είχε “περιγραφεί” τον Μάιο του 2016.
Όσο για τα πρωτογενή πλεονάσματα έχει ήδη υπάρξει σύγκλιση για διατήρηση του στόχου στο 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2023 (με ό,τι μέτρα αυτό προϋποθέτει) και αποκλιμάκωσή του στην συνέχεια.
Η διαφορά ΔΝΤ και Σόιμπλε
Η “διαφορά” που παραμένει ανοικτή και δεν είναι πιθανό να ξεπερασθεί την Δευτέρα 22/5 στο Eurogroup αφορά στο πολιτικά κρίσιμο γεγονός ότι το ΔΝΤ απαιτεί να ανακοινωθεί πως τα μέτρα για την μεσοπρόθεσμη αναδιάρθρωση του χρέους θα εφαρμοσθούν μετά το τέλος του προγράμματος (Αύγουστος 2018), ενώ αντίθετα ο Σόιμπλε επιμένει στην διατύπωση ότι τα μέτρα θα εφαρμοσθούν “εάν αυτό χρειασθεί…”.
Η διαφορά δεν είναι λεκτική ή απλά διατύπωσης, καθώς πίσω από αυτή κρύβεται η υπαναχώρηση της Ευρωζώνης στην αντίστοιχη συμφωνία του Νοεμβρίου του 2012, στην οποία η Ευρωζώνη είχε αναλάβει την δέσμευση έναντι του ΔΝΤ να κάνει ότι χρειασθεί για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους αν το ελληνικό δημόσιο από την πλευρά του διασφαλίσει πρωτογενή πλεονάσματα.
Το ελληνικό δημόσιο “πέτυχε” τότε πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά η Ευρωζώνη ποτέ δεν ενεργοποίησε την ρήτρα για την διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Το αξιοσημείωτο είναι ότι τότε ούτε το ελληνικό δημόσιο (Στουρνάρας, Υπουργός Οικονομικών) είχε ζητήσει την ενεργοποίηση της ρήτρας, με αποτέλεσμα να υπάρξει “ρήγμα” εμπιστοσύνης που έχει προκαλέσει πολλές τριβές στο εσωτερικό του Εκτελεστικού Συμβούλιου του ΔΝΤ και έχει δημιουργήσει προβλήματα στην Λαγκάρντ η οποία είχε συνάψει την συμφωνία.
Τώρα η Λαγκάρντ δεν δέχεται να ξαναπάει στο Συμβούλιο με μία πρόταση συμμετοχής του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα, με μια απλή δέσμευση της Ευρωζώνης, με πολλά και όχι ξεκάθαρα “εάν” για το τι θα γίνει με την ευθύνη της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους στο μέλλον…
Η “διαφορά” αυτή έχει περιθώρια να ξεπερασθεί στο μεσοδιάστημα του Ιουνίου και ιδιαίτερα στο Eurogroup του Ιουνίου (15/6) οπότε οι Υπ. Οικονομικών της Ευρωζώνης θα πρέπει να υιοθετήσουν μία απόφαση, η οποία στην διατύπωσή της θα αναλαμβάνει την ευθύνη εφαρμογής των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και θα ικανοποιεί το ΔΝΤ, ξεπερνώντας τις επιφυλάξεις του 2012.
Για τον λόγο αυτό αναζητούνται κάποιες ισορροπίες στα μεγέθη των προβλέψεων για την πορεία του ΑΕΠ και των επιτοκίων που να επιτρέψουν μία σύγκλιση των δύο πλευρών με εγγύηση πάντα τα διαθέσιμα του τρίτου δανείου από τον ESM έναντι των υποχρεώσεων της Ελλάδας για το δάνειο του ΔΝΤ, τόσο το παλιό (που λήγει κανονικά το 2023) όσο και το νέο.
Με άλλα λόγια ένα πολιτικό παιχνίδι μεταξύ Ευρωζώνης – ΔΝΤ και Αθήνας με στόχο την στήριξη για άλλη μια φορά μιας “ψευδούς εικόνας” για την πραγματική οικονομική κατάσταση, που θα επιτρέπει να κρύβει -έστω και προσωρινά- την Ελλάδα από την εικόνα της ευρωπαϊκής κρίσης εν όψει των γερμανικών εκλογών…
Γ. Αγγ.