Kομμένη και ραμμένη στα μέτρα των πολυεθνικών
Η υπογραφή της TPP έγινε στην Ατλάντα αρχές Οκτώβρη, μετά από 5 ημέρες μυστικών διαπραγματεύσεων, ωστόσο οι ΗΠΑ επεξεργάζονται αυτές τις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου τα τελευταία 5 χρόνια.
Η TTP είναι μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μεταξύ 12 χώρων: Τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, το Μεξικό, το Περού, τη Χιλή, τη Νέα Ζηλανδία, την Αυστραλία, τη Σιγκαπούρη, τη Μαλαισία, το Μπρουνέι, το Βιετνάμ και την Ιαπωνία. To σύμφωνο εμπορικής συνεργασίας των κρατών της περιοχής του Ειρηνικού (Trans-Pacific Partnership) καλύπτει περίπου το 40% της παγκόσμιας οικονομίας και θα δημιουργήσει ένα νέο οικονομικό μπλοκ με περιορισμένους εμπορικούς δασμούς και εμπόδια για μια μεγάλη κατηγορία προϊόντων.
Η TPP (Trans Pacific Partntership) έχει επικριθεί παγκοσμίως, αφού χαλαρώνει τους περιορισμούς με τους οποίους δεσμεύονται οι πολυεθνικές εταιρείες, ενώ το περιεχόμενο των διατλαντικών συμφωνιών παραμένει εν πολλοίς άγνωστο. Πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν μαζέψει περισσότερες από 3 εκατ. υπογραφές κατά της TTIP, της ανάλογης συμφωνίας που αφορά και την Ευρώπη.
Ένα άμεσο αποτέλεσμα αυτής της συμφωνίας είναι η κατακόρυφη αύξηση των τιμών των φαρμάκων.
Για παράδειγμα, η ενίσχυση του μονοπωλίου στα βιολογικά σκευάσματα που χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς θα αναγκάσει τους ανθρώπους που κατοικούν στις αναπτυσσόμενες χώρες να πληρώνουν πολύ μεγάλα ποσά προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε αυτά. Η TPP θα έχει τεράστια επίπτωση για πολλά χρόνια στη δημόσια υγεία σε παγκόσμιο επίπεδο.
TTIP (Trans-atlantic trade and investment partnership). Η Ευρωπαϊκή version της TTP
Το 2013 η Ευρώπη και οι ΗΠΑ ξεκίνησαν να συζητούν το ενδεχόμενο κατάργησης των οικονομικών δασμών, αυτών δηλαδή που εμπεριέχονται σε κάθε οικονομική και εμπορική συναλλαγή. Το 2015 αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί κάθε διαπραγμάτευση, το 2016 θα πάει στο Ευρωκοινοβούλιο προς έγκριση και το 2017 θα αρχίσει να εφαρμόζεται.
Σύμφωνα με τους “εγκέφαλους” της συμφωνίας -και το πιο ευνοϊκό σενάριο- το κέρδος για κάθε οικονομία θα είναι 16 τρις δολάρια το 2027 δηλαδή 10 χρόνια μετά την λειτουργία της συμφωνίας. Οι διαδικασίες αυτές γίνονται σε πλήρη αδιαφάνεια κεκλεισμένων των θυρών όχι μόνο για τους πολίτες των χωρών αλλά ακόμα και για τους βουλευτές του ευρωκοινοβουλίου, μη κρατώντας ακόμα και τα αστικοδημοκρατικά προσχήματα του κοινοβουλευτισμού.
Τι αλλάζει με την TTIP;
Περιγράφοντας σχηματικά την TTIP θα μπορούσαμε να πούμε ότι με τη συμφωνία αυτήν μια ολόκληρη χώρα θα εκπροσωπείται από ένα δικηγόρο, η πολυεθνική εταιρία επίσης από έναν δικηγόρο και μαζί με έναν ουδέτερο τρίτο δικηγόρο αυτοί οι τρεις άνθρωποι θα αποφασίσουν αν η χώρα θα αναγκαστεί να δεχτεί τα ξένα προϊόντα και υπηρεσίες έτσι και αλλιώς. Και επίσης καθορίζουν πιθανό πρόστιμο για χαμένες εμπορικές ευκαιρίες πληρωτέο από τη χώρα επειδή τήρησε τους νόμους της και δεν δέχτηκε την συναλλαγή. Οι αποφάσεις αυτές θα λαμβάνονται κεκλεισμένων των θυρών.
Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αρχίσει να συνεργάζεται με άλλες χώρες για τη δημιουργία ενός ειδικού δικαστηρίου για τις επενδύσεις. Στόχος είναι το διεθνές δικαστήριο επενδύσεων να αντικαταστήσει, σταδιακά, όλους τους μηχανισμούς επίλυσης επενδυτικών διαφορών που προβλέπονται σε συμφωνίες της ΕΕ, σε συμφωνίες των κρατών μελών της ΕΕ με τρίτες χώρες και σε εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ τρίτων χωρών.
Η TTIP όμως θα είναι ισχυρότερη από τις νομοθεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τα δικαιώματα των πολιτών της. Ουσιαστικά θα είναι μια συμφωνία κομμένη και ραμμένη στα συμφέροντα των πολυεθνικών και των μονοπωλίων.
Οι πολυεθνικές όταν θεωρούν ότι τα συμφέροντά τους θίγονται, θα μπορούν να διεκδικήσουν αποζημιώσεις από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις λόγω άνισης μεταχείρισης ή απώλειας κερδών. Η Συμφωνία θα επιτρέπει στις εταιρείες να παρακάμπτουν τα κρατικά δικαστήρια και να διεκδικούν αποζημιώσεις και την προστασία των επενδύσεών τους μέσω ενός ειδικού δικαστηρίου.
Ένα τυπικό παράδειγμα είναι όταν μία κυβέρνηση αποφασίσει να επανακρατικοποιήσει οργανισμούς ή υπηρεσίες που διαχειρίζονται πολυεθνικές εταιρείες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι εταιρείες θα έχουν πρόσβαση στο ειδικό δικαστήριο για να απαιτήσουν, συνήθως υπέρογκες, αποζημιώσεις. Επιπλέον η Συμφωνία διευκολύνει κυβερνήσεις που στοχεύουν σε αποκρατικοποιήσεις: εκατοντάδες χιλιάδες Βρετανοί υπέγραψαν πέρυσι διαμαρτυρία κατά της Συμφωνίας, καθώς απειλούσε, μεταξύ άλλων, το βρετανικό Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Έτσι με την διατλαντική συμφωνία εμπορίου θεσμοθετείται η ασυδοσία των πολυεθνικών απέναντι στους λαούς. Πλέον, η επίλυση διαφορών μεταξύ πολυεθνικών και κρατών θα γίνεται διαμέσου αυτής της συμφωνίας και θα αποτελεί τον κανόνα και όχι την “εξαίρεση”. Η συμφωνία αυτή ενισχύει δραματικά την ισχύ των πολυεθνικών εταιριών ενάντια στα κράτη και τη δυνατότητά τους να ρυθμίζουν την οικονομία και να προστατεύουν δημόσια αγαθά, όπως το περιβάλλον ή η δημόσια υγεία. Αυτή η προσέγγιση έχει μεγάλη δόση αλήθειας. Παρόλα αυτά, παραβλέπει την απλή αλήθεια ότι είναι τα ίδια τα κράτη που διαπραγματεύονται και επιδιώκουν την συμφωνία. Σε αυτό θα επανέλθουμε σε επόμενο φύλλο της Ν.Π.
Γ. Σιορόκος.