Η περίπτωση του Σουχέλ από την Ντέερα της Συρίας μέσα από τα ίδια του τα λόγια
[Εξιστορήσεις από την καθημερινότητα των εγκλωβισμένων προσφύγων από το προσωπικό ημερολόγιο μιας αλληλέγγυας]
Η Χ. γνώρισε τον Σουχέλ στην ΒΙΑΛ. Ήταν εκεί εγκλωβισμένος από τον Ιούνιο του 2016 και της έκανε αμέσως εντύπωση. Ο λόγος ήταν ότι επιδίωκε να βοηθάει στο πρόχειρο και υποτυπώδες Child Friendly Space που είχαν στήσει κάποιες ΜΚΟ.
Εκεί προσέφερε στα μικρά προσφυγόπουλα, υπηρεσίες μετάφρασης αλλά και εκμάθησης αγγλικής και αραβικής γλώσσας, εθελοντικά ενώ πάντα ήταν πρόθυμος να βοηθήσει όποιον του το ζητούσε. Ο ίδιος της συστήθηκε ως φοιτητής νομικής στο πανεπιστήμιο της Δαμασκού.
Η καταγωγή του ωστόσο είναι από ένα χωριό της Ντέερα. Η πόλη της Ντέερα, κοντά σε σύνορα με την Ιορδανία και τα κατεχόμενα από το Ισραήλ υψώματα του Γκολάν, είναι η πρώτη πόλη στην οποία ξεκίνησε ο Συριακός εμφύλιος πόλεμος και είναι ακόμη διαφιλονικούμενη με τον κυβερνητικό στρατό να κατέχει την μισή και την άλλη μισή να την κατέχουν οι αντάρτες του Free Syrian Army. Στα γειτονικά χωριά μαζί και στο χωριό του ομιλητή, το Ισλαμικό Κράτος του ISIS κατέχει έναν συμπαγή θύλακα έχοντας επιβάλλει μια σκληρή διακυβέρνηση κατά τα γνωστά πρότυπά του.
Κατά την διάρκεια της διαμονής του στην Χίο, ο Σουχέλ δεν έδειξε μόνο την θέλησή του να προσφέρει στους συνανθρώπους του. Έδειξε και μια ευαίσθητη και ευάλωτη προσωπικότητα. Δύο φορές τουλάχιστον έκανε απόπειρες αυτοκτονίας τσακισμένος από τις σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν στο κολαστήριο της ΒΙΑΛ αλλά και στον καταυλισμό της Σούδας, στο Κάστρο της Χίου, δίπλα από το λιμάνι.
Ο ίδιος, όταν επιτέλους πήρε την πολυπόθητη άδεια να μετακινηθεί από την Χίο στην Αθήνα, βρήκε το κουράγιο και το θάρρος να μοιραστεί την προσωπική του ιστορία δημόσια, μιλώντας στην ημερίδα για την ψυχική υγεία στους προσφυγικούς πληθυσμούς που οργάνωσε ο συντονισμός σωματείων για το προσφυγικό. Από εκείνη την δημόσια ομιλία του ακολουθεί και το παρακάτω απόσπασμα:
«Ονομάζομαι Σουχέλ, είμαι 20 ετών και κατάγομαι από ένα μικρό χωριό κοντά στην Ντέερα, πόλη της Συρίας που βρίσκεται κοντά στα σύνορα με την Ιορδανία.
Έφτασα στην Ελλάδα στις 2 Ιουνίου 2016. Έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου μου σε πρώτο βαθμό εδώ και 10 μήνες περίπου και κανείς δεν γνωρίζει για ποιον λόγο. Σήμερα, ως πρόσφυγας που συνεχίζει να ζητά άσυλο, θα ήθελα από εσάς να με ακούσετε για λίγα λεπτά.
Όλοι οι άνθρωποι απόψε το απόγευμα θα γυρίσουν στο σπίτι τους. Θα φάνε, θα κάνουν ό,τι άλλο θέλουν στον ελεύθερο χρόνο τους, θα ξεκουραστούν, θα κοιμηθούν το βράδυ στο κρεβάτι τους. Και την επόμενη μέρα θα σηκωθούν. Άλλοι θα πάνε στην δουλειά τους, άλλοι στο σχολείο τους, άλλοι στο πανεπιστήμιο που σπουδάζουν, άλλοι στο νοσοκομείο κ.λπ.
Αλλά υπάρχει ένα μικρό κομμάτι ανθρώπινων όντων που δεν μπορούν να το κάνουν αυτό: Εμείς!
Και όταν λέω «Εμείς», εννοώ όλους εκείνους τους ανθρώπους που θα μιλήσω εξ ονόματος τους σήμερα. Δηλαδή όλους εκείνους τους ανθρώπους που έφτασαν στα ελληνικά νησιά μετά την 20η Μαρτίου 2016, και την συμφωνία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που ήταν φοιτητές, μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι, καθηγητές, εργάτες αλλά που μετά την άφιξή τους όλα αυτά άλλαξαν.
Όταν φθάσαμε εδώ που βρεθήκαμε, χάσαμε το νόημα της ζωής. Και το εννοώ στην κυριολεξία αυτό. Όταν η μοίρα μας το έφερε έτσι ώστε το μέλλον μας βρέθηκε στα χέρια ανθρώπων που δεν είχαν καμία ανθρωπιά μέσα τους.
Δυστυχώς αρκετοί από εμάς αποδέχτηκαν αυτή την κατάσταση που συνίσταται στο ότι πρέπει να ξεχάσουν ότι είναι ανθρώπινα όντα με στόχους στη ζωή τους. Και μετατράπηκαν σε πλήθος που το μόνο που κάνουν είναι να τρώνε, να πίνουν και να κοιμούνται.
Εξευτελισμοί, ύβρεις, και κακή συμπεριφορά όλη την ώρα από αυτούς που διοικούν τα προσφυγικά καμπ. Και ας μην ξεχνάμε εδώ πόσες πολλές φορές δεχτήκαμε και φασιστικές επιθέσεις όπως επίσης και πόσες διαδηλώσεις έγιναν εναντίον μας.
Πάρα πολλοί άνθρωποι, και αισθάνομαι πολύ άσχημα για αυτό, δυστυχώς δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση.
Πολλοί δεν άντεξαν την διαφθορά, τον ρατσισμό, και την κακομεταχείριση και έκαναν απόπειρες αυτοκτονίας όταν είδαν ότι τελικά ο θάνατος ήταν καλύτερος από την κατάσταση που βιώνουν μέσα στις σκηνές στην παραλία όπου οι αρουραίοι ήταν οι κυρίαρχοι.
Ήταν καλύτερος, από τους εξευτελισμούς που έπρεπε να δεχτούν κάθε φορά που στήνονταν με τις ώρες στην ουρά για να φάνε.
Καλύτερος από το να ζούνε ανάμεσα σε ρατσιστές που τους αντιμετώπιζαν ρατσιστικά εξαιτίας του χρώματος του δέρματός τους, της θρησκείας τους, της καταγωγής τους. Καλύτερος από το να τους αντιμετωπίζουν σαν ζώα.
Προσωπικά παρέμεινα εγκλωβισμένος στην Χίο για έναν χρόνο και δέκα μέρες. Δυστυχώς και εγώ προσπάθησα να αυτοκτονήσω δύο φορές. Αλλά ευτυχώς δεν τα κατάφερα. Θέλω να σας πω λίγα πράγματα, και παρακαλώ να με ακούσετε και να καταλάβετε τι εννοώ,
Όταν έχεις αντιμετωπίσει τον θάνατο και πάνω από το κεφάλι σου πετάνε πολεμικά ελικόπτερα. Και όταν στην προσπάθειά σου να γλυτώσεις βάζεις τον εαυτό σου σ’ ένα νέο κίνδυνο με το να μπεις σε μια μικρή βάρκα στην άγρια θάλασσα. Μια μικρή βάρκα που δεν χρειάζεται να σας περιγράψω πόσο άθλια είναι, και βρεθείς εκεί με άλλα 60 άτομα. Και όταν έχεις βρεθεί σε εξαιρετικά άθλιες συνθήκες διαβίωσης για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Και όταν έχεις αρχίσει να χάνεις την ικανότητα σου να ζεις κάτω από τέτοιες εξαιρετικά σκληρές και απαράδεκτες συνθήκες. Και το μεγαλύτερο πρόβλημά σου είναι να μην γνωρίζεις τι σου ξημερώνει το μέλλον σου. Και να φοβάσαι ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να απελαθείς πίσω σε μια άλλη χώρα.
Αυτές οι συνθήκες μπορούν να γονατίσουν και τον πιο δυνατό άνθρωπο στον κόσμο. Για αυτό και ζητάω από εσάς να συναισθανθείτε πώς εμείς νιώθουμε. Τελειώνοντας θα ήθελα να σας ευχαριστήσω που μου δώσατε την ευκαιρία να σας εξηγήσω το πως νιώθω εγώ.»