του Νίκου Λέκκα

Που σιγά σύντροφοι, το καλωσόρισμα στην ζωή να μην έγινε από ανθρώπους της καθημερινότητας, όπως το καλωσόρισμα στα τρελλάδικα να μην έγινε από τους συγκρατούμενους. Που είχαν χάσει το δικαίωμα της όρασης. Ακόμα και οι συμπότες, λίγο μετά. Από όλους, για όλους όσοι το παίζαν μέντορες. Αλλά τους μέντορες τους δικούς μας τους περισσότερους, στον καθημερινό βίο, τους γνωρίσαμε μέσα από συνεντεύξεις ή χρόνια, μετά διά ζώσης.

Και τι μπορεί να προσφέρει μια ξεχασμένη τηλεόραση, ένα ξεχασμένο περιοδικό, άνθρωποι που έχουν περάσει στην απέναντι, και κάποιοι λίγοι επιζώντες από το απόλυτο χαμένο. Ο χαμένος τα παίρνει όλα, δε λένε; Και αυτοί που χαθήκανε και αυτοί που μείνανε, αν και με πολλά βάσανα εσωτερικά κάτι νιώσαν. Εναντίον ενός παγωμένου συναισθήματος.

Βάζω πάγο στο συναίσθημα έγραψε η Κ. Γώγου για την πρέζα σε χρόνους παλιούς. Και ο Θεός, που επικαλέστηκε την αξίωσε να μην δει τους σημερινούς χασικλήδες, που δεν πάγωσαν το συναίσθημα και διαρκώς καταστρέφουν με παγωμένο αίσθημα. Όσο για τα πρεζάκια και αυτά στην ιστορία σαν τους κωλομπαράδες.

Που μπορεί να υπάρχουν αλλά με τόσα παραλλαγμένα ονόματα που είναι σαν να μην υπάρχουν. Και τι μπορεί να τους προσφέρει μια κολακευτική δημοσίευση στα Μέσα ή αρνητική στις εφημερίδες της κυράτσας, απολύτως τίποτα. Γιατί η ζωή είναι εδώ.

Και ζωή μας ο δρόμος και ένα δωμάτιο γεμάτο. Βιβλία κυρίως και κάποιες αναμνήσεις από την ένδοξη ζωή. Που αυτά αρκούν για να υπάρχεις. Ένα δωμάτιο μόνο και αναμνήσεις. Χωρίς την λέρα, χωρίς ποτέ να λερώσεις το οτιδήποτε. Και χωρίς σκουριά στο είναι. Και τα πάντα κλειστά αλλά τόσο ανοιχτά όσο ποτέ άλλοτε. Που με αυτά κρατάς το μασίφ της μαγκιάς, της δικής μας μαγκιάς. Κατά μόνας είναι καλύτερα. Ακόμα καλύτερα από τις συναναστροφές, που δεν είναι για αφθονία. Και μόνος του μπορεί ο άνθρωπος. Μπορεί αλλά με κόπο. Τώρα αν θέλουν την ξεκούραση άλλο κεφάλαιο αυτό. Και μιλάω για το εξελικτικό βήμα της ζωής, που εμπεριέχει και το σώμα αλλά όχι όπως το εννοούν. Πού τώρα τι;

Αλλά όσο και η τηλεόραση είναι ένα απλό ξερό αντικείμενο θυμάμαι την τηλεπερσόνα Κατερίνα Μάτσα, κάποια χρόνια πριν την συνεργασία της με τις εκδόσεις Άγρα, να λέει το εξής απλό αλλά τότε δυσνόητο. «Όχι σ’ ένα παρόν πλαϊνό αλλά σύντομα σε σας σ’ ένα μέλλον κοντινό». Που νιώσαμε χωρίς ποτέ να εναντιωθούμε στο μέλλον, και αυτό μας έκανε να έχουμε αντοχές. Γιατί και η αντοχή μπορεί να έχει κάτι το αμφιλεγόμενο για όλους. Ο κύριος ομιλητής της εκπομπής, ένας κύριος με τιρκουάζ μάτια αλλά χωρίς ίχνος σπίντας πάνω του, λες και όλα στην ζωή είναι ένα μουρμούρικο τραγούδι, έλεγε «ότι η πρέζα είναι ου μπλέξεις» κάποια άλλοι την θεωρούν γύμνασμα, όσο και ένας έρωτας. Και αν από τον έρωτα έχεις καεί, αυτό είναι επιλογή, όσο και να καείς από την πρέζα. Που μέσα στην ζωή, άρα στον έρωτα και στην τοξικομανία, έχεις τα άπειρα ενδεχόμενα να ζήσεις άπειρες εναλλαγές. Που τα χαρτιά των εναλλαγών δεν είναι τυφλά, ούτε ανάποδα, ξέρεις ποιο χαρτί τραβάς. Δική σου η επιλογή και δικό σου και το κόστος. Σαν τον έρωτα. Που ξέρεις εκ των πρότερων πού μπορεί να σε βγάλει. Ακόμα και αν βρεθείς εσύ ή αυτός στο φέρετρο.

Κάτι σαν τις εκπομπές στην κυρίας Βίκυς Μιχαλονάκου. Αρχής δεδομένης από το Ερωτοδικείο και την Πόλη των παραισθήσεων.

Η ζωή είναι Έρωτας και η καθημερινότητα Παραίσθηση. Για όσο διαρκεί. Και το προχωρημένο εμάς μας τραβά και οι περιπτώσεις άπειρες, από όλους τους οικείους, όσο και αν η υποτιθέμενη πρόοδος προσπαθεί να εξευγενίσει τα μύχια του ανθρώπου.

Ζούμε να για δημιουργήσουμε και ζούμε για την προσφορά στον άνθρωπο. Για το είναι του, όχι για το φαίνεσθαι. Ένα φαίνεσθαι, που όσα τραβήγματα και να φάει το ρυτίδωσε μια φρίκη, κάτι τέτοιο υποστηρίζει και η Μαρία Μήτσορα. Η φρίκη του μικροαστισμού και μιας υποτιθεμένης προόδου, αλλά στην ζωή του καθενός στο τέλος φαίνεται το σκορ. Στο μείον ή στο άπειρο.