Κριστιάν Ρακόφσκι - 1905 O Σοσιαλισμός και η εργατική τάξη

Κριστιάν Ρακόφσκι – 1905
O Σοσιαλισμός και η εργατική τάξη

Εισαγωγή του μεταφραστή
Το παρόν κείμενο του Κριστιάν Ρακόφσκι, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στα Ελληνικά, είχε δημοσιευθεί στις 13 Μαρτίου 1905 στο δεύτερο μόλις φύλλο της εφημερίδας «România Muncitoare» («Η Ρουμανία των Εργατών»).
Η εφημερίδα αυτή ήταν το όργανο της Ρουμάνικης Σοσιαλδημοκρατίας και είχε κλείσει από την διάσπαση και διάλυση στα 1899, του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος Ρουμανίας τμήματος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Την εποχή που γράφει αυτό το κείμενο ο Ρακόφσκι, σύμφωνα με τον βιογράφο του Γκας Φάγκαν, συμμετέχει σε μια από τις μικρές σοσιαλιστικές ομάδες που είχαν προκύψει από αυτήν την διάσπαση και επανιδρύει την εφημερίδα σε εβδομαδιαία βάση. Μέσα από την ομάδα αυτή προκύπτει και ο σοσιαλιστικός πυρήνας που επαναδραστηριοποιείται εκείνη την εποχή, στα 1905. Κάτω από την επιρροή και της πρώτης Ρωσικής επανάστασης και της ανταρσίας του θωρηκτού Ποτέμκιν, που θα οδηγήσει στην ανάταση του εργατικού κινήματος στην Ρουμανία, η ομάδα του Ρακόφσκι θα προσανατολιστεί στην επανίδρυση του κόμματος, κάτι που θα καταστεί εφικτό λίγα χρόνια μετά, το 1910, αυτήν τη φορά με την ονομασία Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό κόμμα Ρουμανίας. Είναι από αυτό το κόμμα που θα ξεπηδήσουν οι Ρουμάνοι διεθνιστές που θα συμμετέχουν με τον Ρακόφσκι στην αντιπολεμική συνδιάσκεψη του Τσίμμερβαλντ και που μετά το 1921 θα ιδρύσουν το ΚΚ Ρουμανίας, προσανατολιζόμενοι στην Κομιντέρν. (βλέπε: Selected Writings on Opposition in the USSR 1923–30 editor: Gus Fagan, Allison & Busby, London & New York, 1980)
Ο Ρακόφσκι ως γνωστό, αργότερα στήριξε τον Τρότσκι και δολοφονήθηκε από τους σταλινικούς. Παρόλο που επίσημα δεν αποκαταστάθηκε κομματικά ποτέ από τον σταλινισμό -παρά μόνο στα χρόνια της περεστρόικα στην δεκαετία του 80- ωστόσο αυτό το κείμενο γνώρισε μια δεύτερη δημοσίευση στα Ρουμάνικα επίσης, στο «Presa muncitorească și socialistă din România», Editura Politică  ( «Ο Εργατικός και Σοσιαλιστικός Τύπος στη Ρουμανία», Πολιτικός Εκδοτικός Οίκος) το 1966, αναγνωρισμένο ως ένα από τα ιστορικά ιδρυτικά κείμενα του Ρουμάνικου σοσιαλιστικού κινήματος.To 1977 μάλιστα θα δημοσιευθούν στην Ρουμανία πολλά κείμενα της προεπαναστατικής περιόδου του Ρακόφσκι στην συλλογή «Scrieri social-politice (1900-1916)» από τον ίδιο εκδοτικό.
Σε αυτό το κείμενο, που εμφανώς έχει γραφτεί σε όσο περισσότερο απλή και κατανοητή γλώσσα θα μπορούσε να γίνει, ο Ρακόφσκι επιχειρεί να εισαγάγει τις βασικές γραμμές προπαγανδισμού της σοσιαλιστικής προοπτικής στο νεαρό και χωρίς πολιτική παράδοση, Ρουμάνικο προλεταριάτο.
Επιχειρηματολογεί όσο πιο απλά γίνεται πάνω στην έννοια της απαλλοτρίωσης της εργασίας από το κεφάλαιο, περιγράφει την βίαιη προλεταριοποίηση των τεχνητών της προκαπιταλιστικής οικονομίας –μια διαδικασία που στην κατά βάση καθυστερημένη Ρουμανική κοινωνία των αρχών του 20ου αιώνα,  ακόμη βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη– και προτείνει την σοσιαλιστική προοπτική ως τον μόνο τρόπο να τιθασευτεί η «διαβολική» αποξένωση που προκαλούν στους εργάτες οι μηχανές.
Σύμφωνα με την σχετική και εύστοχη παρατήρηση του Λ. Τρότσκι στην αυτοβιογραφία του «Η ζωή μου» (εκδ. Αλλαγή 1986), για τους μαρξιστικούς κύκλους εκείνης της εποχής των αρχών του 20ου αιώνα, που όπως στην Ρωσία, έτσι και στα Βαλκάνια, είναι αναγκαστικά προπαγανδιστικοί και απομονωμένοι ακόμη από το νεαρό και χωρίς πολιτική κουλτούρα προλεταριάτο, ήταν ζήτημα τιμής να γίνονται κατανοητοί στα γραπτά και στους λόγους τους από τους εργάτες. Είναι για το περιεχόμενο αυτής της παραδοχής του Τρότσκι που το κείμενο αυτό του Ρακόφσκι διατηρεί την σημασία του στις μέρες μας, ως ένα εξαιρετικό παράδειγμα προπαγανδιστικής σοσιαλιστικής φιλολογίας για αρχάριους.

Mετάφραση – απόδοση από την Αγγλική σελίδα του Marxist Internet Archive (HTML: Joonas Laine CopyLeft: Creative Commons (Attribute & ShareAlike) Marxists.org 2019), καθώς επίσης και επιμέλεια σημειώσεων  από τον Γιώργο Χλωρό

 
Τι είναι ο σοσιαλισμός;
Ο σοσιαλισμός είναι η μοναδική λύση, η μια και μόνη με επιστημονική βάση και η μόνη που ακολουθεί την εξέλιξη της οικονομικής επιστήμης απαντώντας στα μεγάλα προβλήματα που κυριαρχούν πάνω απ’ όλα τα άλλα και τα οποία είναι τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα της εποχής, δηλαδή το πρόβλημα της φτώχειας και το πρόβλημα της εκμετάλλευσης της εργασίας.
Η προοπτική των προσπαθειών του διεθνούς σοσιαλιστικού κόμματος είναι γνωστή: οι σοσιαλιστές πιστεύουν ότι η εκμετάλλευση της εργασίας, μαζί με όλες τις συνέπειες πολιτικής, ηθικής και πνευματικής τάξεως, δεν θα μπορέσουν να εξαφανιστούν μέχρι την μέρα που τα μέσα παραγωγής –δηλαδή η γη, τα μηχανήματα και γενικότερα όλοι οι συντελεστές της παραγωγής– θα περάσουν από την ατομική στην δημόσια ιδιοκτησία.
Ήδη ακόμη και μόνο από αυτήν την πολύ επιγραμματική περιγραφή, οι εργάτες μπορούν να αντιληφθούν πόσο πολύ προς το συμφέρον τους είναι ο σοσιαλισμός. Ακόμη και αν δεν είναι σοσιαλιστές, οι εργάτες δεν μπορούν να παραμείνουν απαθείς στην εικόνα ενός κόμματος που τους λέει: μόνο εμείς θα σας φέρουμε την γιατρειά στα κοινωνικά δεινά που υπομένετε.
Γι’ αυτό και είναι απόλυτη αναγκαιότητα για έναν εργάτη που νοιάζεται για την τύχη του και για την μοίρα όλης της τάξης του, να γνωρίζει την σοσιαλιστική πολιτική και τις μεθόδους του αγώνα της. Και κάθε εργάτης που μελετάει από κοντά τις αναλύσεις μας, πολύ γρήγορα θα πειστεί για την ανάγκη να γίνει σοσιαλιστής. Όχι μόνο γιατί σε αυτές τις αναλύσεις θα βρει τις απαντήσεις που ικανοποιούν τα ταξικά του συμφέροντα, αλλά και γιατί ο σοσιαλισμός είναι η τελευταία λέξη των οικονομικών επιστημών και γιατί η ακαταμάχητη κοινωνική νομοτελειακή εξέλιξη, από μόνη της, σπρώχνει την ανθρωπότητα προς την φάση της σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας.
Εδώ ενδεχομένως, κάποιος θα μπορούσε να προβάλλει μια ένσταση, στην οποία θα πρέπει να απαντήσουμε. «Πως είναι δυνατόν» -θα μπορούσε κάποιος να πει- «να συμβαίνει ο σοσιαλισμός να είναι μια αληθινή επιστήμη, να διεκδικεί να αποτελεί την τελευταία λέξη στην μοντέρνα πολιτική οικονομία και ταυτόχρονα να ψάχνει να βρει τα μέλη και τους οπαδούς του ανάμεσα στους εργάτες, που σε γενικές γραμμές είναι λιγότερο μορφωμένοι από τις άρχουσες τάξεις;»
Σε αυτή την ένσταση, θα απαντήσω χρησιμοποιώντας τα λόγια του Άγγλου φιλόσοφου Χομπς [1] : «Αν στην πρόσθεση δύο συν δύο που μας κάνουν τέσσερα, επρόκειτο να εισαγάγω κριτήρια ατομικού συμφέροντος, τότε οι μισοί άνθρωποι θα ισχυρίζονταν πως δύο συν δύο μας κάνουν πέντε!»
Αλλά είναι ακριβώς για αυτόν τον λόγο, το ότι δηλαδή οι κοινωνικές αλήθειες και ειδικά όσες αφορούν την οικονομική, πολιτική και θρησκευτική εξουσία, θίγουν τα συμφέροντά τους και λειτουργούν για το κοινωνικό καλό και όχι για αυτό, των αρχουσών τάξεων.
Δεν είναι συνεπώς να μας προκαλεί απορία το γεγονός ότι οι μορφωμένοι δεν ακολουθούν τον σοσιαλισμό σαν κίνημα: τα ιδιαίτερα κοινωνικά τους συμφέροντα, οι συνήθειες και οι προκαταλήψεις τους, τους σπρώχνουν προς άλλες κατευθύνσεις περισσότερο και όχι προς τον σοσιαλισμό.
Όπως φαίνεται, είναι οι ταπεινοί εργάτες αυτοί που είναι οι πρωταθλητές της αλήθειας, διότι τα ιδιαίτερα ταξικά τους συμφέροντα είναι αυτά που ταυτίζονται με τις κοινωνικές επιστήμες τις ίδιες. Η εργατική τάξη μπορεί να αισθάνεται υπερήφανη για αυτόν τον ρόλο. Μόνο η εργατική τάξη έχει την ικανότητα να υψώσει το ανάστημά της και να οριοθετηθεί απέναντι σε όλους αυτούς τους θρασείς και διπρόσωπους ηλίθιους και να τους φωνάξει: «Πόσο ελεεινή είναι η δική σας, ταξική επιστήμη που κρύβει το πρόσωπό της και δεν μπορεί να δει τις θλιβερές πραγματικότητες της ζωής!»
Γιατί όμως οι σοσιαλιστές επιμένουν ότι μόνο με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής μπορούμε να βρούμε τις λύσεις στο κοινωνικό πρόβλημα; Αλλά, καταρχάς, ας ξεκινήσουμε απαντώντας σε τι συνίσταται το κοινωνικό πρόβλημα;
Αν μελετήσουμε διεξοδικά την κοινωνία στην οποία ζούμε, θα πέσουμε πάνω σε ένα ακόμη πιο θεμελιώδες ζήτημα, ακόμη πιο οικουμενικό και καθολικό, που εμφανίζεται σε όλους τους τομείς της παραγωγής. Μιλάμε για την αντίφαση που υπάρχει ανάμεσα σε δύο βασικούς πυλώνες κάθε είδους οικονομικής προόδου: την εργασία καθαυτή από την μια μεριά και τα εργαλεία της εργασίας από την άλλη.
Και με τον όρο «εργαλεία της εργασίας» πρέπει να κατανοήσουμε ότι μιλάμε για όλα τα μέσα που συντελούν στην παραγωγή (πέρα από την εργατική δύναμη του εργάτη δηλαδή): μηχανήματα, εργαλεία, γη, πρώτες ύλες, μεταφορικά μέσα, με μια λέξη, όλα όσα ονομάζουμε κεφάλαιο στην σφαίρα της οικονομίας. Έτσι έχουμε την αντίφαση, από την μια μεριά της εργασίας που είναι αφοπλισμένη και μόνη, αντιπροσωπευόμενη από την εργατική τάξη και από την άλλη μεριά το πανίσχυρο κεφάλαιο κάτω από την εξουσία της αστικής τάξης.
Αυτή η κατάσταση είναι που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα, την μοντέρνα καπιταλιστική κοινωνία. Στην εποχή της πρωτόγονης κομμουνιστικής κοινωνίας δεν συναντούσαμε ανταγωνισμό ανάμεσα στα μέσα της εργασίας και την ίδια την εργασία, διότι και τα δύο ήταν κάτω από τον έλεγχο όλης της κοινωνίας.
Στην αρχαιότητα και στην φεουδαλική κοινωνία εμφανίστηκε αυτός ο ανταγωνισμός μόνο εν μέρει. Είναι μεν ο κυρίαρχος ανταγωνισμός που υπάρχει στην αγροτική οικονομία που είναι εκτεταμένη σε αυτές τις κοινωνίες. Αλλά στους ειδικευμένους τεχνίτες και στην μικρή βιοτεχνία αυτών των κοινωνιών, βρίσκουμε πως η εργασία και τα εργαλεία της εργασίας ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο. Υποδηματοποιοί, ράφτες, στεγάδες, και μια σειρά άλλοι ειδικευμένοι μάστορες και χειροτέχνες, είναι ταυτόχρονα εργάτες και αφεντικά και στις περισσότερες περιπτώσεις την μόνη εργατική δύναμη που εκμεταλλεύονται είναι η δική τους.
Είναι σε αυτήν την προγενέστερη αρμονία ανάμεσα στην εργασία και στα μέσα της εργασίας που έβαλε ο καπιταλισμός ένα τέλος, αν και το σωστότερο ήταν να πούμε, που τείνει να βάλει ένα τέλος. Για να γίνει αυτός ο βαθύτερος διαχωρισμός στις οικονομικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων χρειάστηκε να κάνουν την εμφάνισή τους, η τεχνολογική εξέλιξη, η τεράστια ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου και ο κυρίαρχος ρόλος που έπαιξε η επέκταση της πίστωσης και το χρήμα.
Δεν μπορούμε να μιλήσουμε διεξοδικά στο παρόν άρθρο για την ιστορική εξέλιξη αυτών των παραγόντων στην παραγωγή. Θα αρκεστούμε απλά να την σημειώσουμε και να αφήσουμε την επεξήγησή της για κάποια άλλη στιγμή.
Αυτό που θα μας απασχολήσει εδώ είναι τα αποτελέσματα αυτής της ιστορικής εξέλιξης. Ο διαχωρισμός της εργασίας από τα μέσα της εργασίας, σε τι άλλο μπορεί να οφείλεται πέρα από την ίδια την γιγάντωση της εξέλιξης των μηχανών; Οι μηχανές, είτε με ατμό αρχικά, είτε με ηλεκτρισμό αργότερα, επέτρεψαν την ραγδαία εκβιομηχάνιση των επαγγελμάτων και την δημιουργία της μεγάλης παραγωγής, το μεγάλο εργαστήριο και τελικά το μεγάλο εργοστάσιο, στο οποίο κατευθύνεται τώρα όλη η οικονομική ζωή των χωρών.
Τα απλά αριθμητικά δεδομένα μας το αποδεικνύουν και θα ήθελα εδώ να παραθέσω μερικές πρόσφατες διαθέσιμες βιομηχανικές στατιστικές:
Έτσι, στην βιομηχανία της Ρουμανίας από ένα σύνολο κινητήριας δύναμης 60.744 ίππων πέρσι [1904], οι 45.211 ανήκουν στη μεγάλη βιομηχανία και κατανέμονται σε μόλις 625 επιχειρήσεις. Και εδώ, όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες, οι μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, μονοπωλούν σταδιακά την βιομηχανική παραγωγή.
Και τα αποτελέσματα; Είναι ξεκάθαρα! Η σταθερή και μοιραία πορεία εξαφάνισης των μικρών ανεξάρτητων παραγωγών από την ραγδαία εκβιομηχάνιση, ο αποχωρισμός από τα παλιά εργαλεία τους, η απαλλοτρίωση των περιουσιών τους και η αναπόφευκτη προλεταριοποίησή τους και η ενσωμάτωσή τους στις γραμμές της μισθωτής εργασίας.
Το πανίσχυρο κεφάλαιο, εξοπλισμένο με όλα τα μηχανήματα και τα άλλα πλεονεκτήματά του με τα οποία μπορεί να παράξει, κυριαρχεί έναντι του μικρού εργαστηρίου, που είτε εξαφανίζεται είτε συνεχίζει να φυτοζωεί ολοένα και πιο αδύναμο! Ο αριθμός των ιδιοκτητών μειώνεται, και αντίθετα αυτός των μισθωτών και των απόκληρων αυξάνεται.
Έτσι, όταν οι σοσιαλιστές ισχυρίζονται ότι οι νόμοι της συγκέντρωσης του κεφαλαίου είναι την ίδια στιγμή η άρνηση της ιδιοκτησίας και η καταστροφή του ίδιου του αισθήματος της κυριότητας δεν λένε κάτι παράδοξο, μα κάτι αληθές! Και όταν οι σοσιαλιστές ισχυρίζονται ότι ο ίδιος ο καπιταλισμός προετοιμάζει τις μάζες για τον σοσιαλισμό, καταστρέφοντας μέσα από τον κτηνώδη ανταγωνισμό του, την έννοια και την αίσθηση των ιδιοκτητών, βρίσκονται ξανά στο στρατόπεδο της αλήθειας!
Ο ρόλος του καπιταλισμού όμως δεν σταματάει εδώ. Δεν μπορεί να ικανοποιηθεί απλά και μόνο, με το να απαλλοτριώσει τα εργαλεία της εργασίας από τα χέρια των απαρχαιωμένων ανεξάρτητων χειροτεχνών. Αυτά θα πέσουν στα χέρια των καπιταλιστών σαν μέσο εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Το μέχρι χθες υπάκουο εργαλείο με το οποίο ο εργάτης εφάρμοζε την δημιουργική τεχνική του στην εργασία του, πάνω στις πρώτες ύλες με τις οποίες τον προίκισε η φύση, τώρα έχει μετατραπεί σε μια τερατώδη μηχανή που γίνεται ο εχθρός του! Η μηχανή αντικαθιστά τον χρόνο εργασίας του εργάτη και τον μισθό το αναπόφευκτα, όταν και εφόσον του επιτρέπει να εργαστεί και ακόμη, τον ρίχνει στον δρόμο, όταν μια βελτίωσή της, την κάνει ακόμη πιο παραγωγική.
Έτσι δημιουργεί τον εφεδρικό στρατό εργασίας, δηλαδή τους χιλιάδες εργάτες που έχοντας χάσει την δουλειά τους, έχουν περιθωριοποιηθεί στην απόλυτη ντροπή από την αυτο-αποκαλούμενη πολιτισμένη κοινωνία, και έχουν καταδικαστεί να ζητιανεύουν, να ζουν χωρίς τιμή και υπόληψη και να εγκληματούν.
Βάζουμε μια άνω τελεία εδώ και περνάμε στο δεύτερο μέρος του προβλήματος.
Είπαμε πως το κοινωνικό ζήτημα συνίσταται σε μια κατάσταση βίαιης διαφοροποίησης και ανταγωνισμού, ανάμεσα στην εργασία και στα άλλα μέσα παραγωγής. Έχοντας εντοπίσει εκεί το βασικό αίτιο του κοινωνικού ζητήματος, είναι πιο απλό να διατυπώσουμε την λύση του. Δεν είναι απόλυτα προφανές ότι πρέπει να γίνει αυτή η άρση του διαχωρισμού ανάμεσα σε αυτούς τους δύο παραγωγικούς συντελεστές; Όμως, θα αναρωτηθεί κανείς, αυτός ο διαχωρισμός σημαίνει να ξαναγυρίσουμε πίσω στις παλιές μορφές κοινωνικής οργάνωσης;
Ακόμη παραπέρα, κάποιος θα μπορούσε να σκεφτεί πως οι εργάτες, βλέποντας όλα αυτά τα διαβολικά αποτελέσματα που η μηχανοποίηση έχει φέρει, θα έπρεπε να καταστρέψουν τα μηχανήματα και να διακόψουν την παραγωγή. Αλλά με μια τέτοια ενέργεια θα καταστρέφονταν μαζί και όλη η υλική βάση βελτίωσης του πολιτισμού και ο πλούτος που έχει παραχθεί. Και μαζί θα καταστρέφονταν και η αφθονία που έχει παραχθεί από την βελτίωση που έχει φέρει η ανάπτυξη της παραγωγικότητας στην ανθρώπινη εργασία.
Γυρίζοντας πίσω στις παλιές μορφές οργάνωσης, στην περιθωριοποίηση της βιομηχανίας και στις πατριαρχικές συνήθειες και έθιμα, αυτό θα σήμαινε μια άρνηση κάθε επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου και μια άρνηση του συσσωρεμένου πλούτου που έχει παραχθεί από τις προσπάθειες εκατομμυρίων και εκατομμυρίων προλεταρίων και, με μια λέξη, θα ήταν η άρνηση του ίδιου του πολιτισμού.
Εδώ είναι που έρχεται να απαντήσει η σοσιαλιστική πρόταση: Με την κοινή ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Αυτή θα εξαφάνιζε τον διαχωρισμό και τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους δύο συντελεστές της παραγωγής, που εξυπηρετούν την ίδια προοπτική. Ταυτόχρονα αυτοί θα συμφιλιώνονταν στο ίδιο πρόσωπο-παραγωγό και σε όλη την κοινωνία, ενώ την ίδια στιγμή, όλη η τεχνολογική πρόοδος όχι μόνο θα διασώζονταν μα και θα εμπλουτίζονταν παραπέρα.
Και με αυτή την πεποίθηση, έρχονται στο νου μας τα λόγια του μεγάλου σοσιαλιστή Σαιν Σιμόν [2] : «η ευτυχία του ανθρώπινου γένους δεν βρίσκεται στο παρελθόν μα στο μέλλον»
ΤΕΛΟΣ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ο Thomas Hobbes (1588 – 1679), ή Thomas Hobbes of Malmesbury, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, ήταν Βρετανός φιλόσοφος και ένας από τους θεμελιωτές της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης. Εμπειριοκριτικιστής και ντετερμινιστής έγινε ευρύτερα γνωστός με το κλασσικό έργο του «Λεβιάθαν» όπου διατυπώνει την θεωρία του για την συγκρότηση του συγχρόνου πολιτικού κράτους
2.  Ο Comte Claude Henri de Ronvroy Saint-Simon (1760-1825), όπως είναι το πλήρες όνομα του Ουτοπικού Σοσιαλιστή, Σαιντ Σιμόν, ήταν Γάλλος επαναστάτης που πολέμησε στο πλευρό των Γιακωμπίνων αλλά και ως εθελοντής στον Αμερικανικό επαναστατικό πόλεμο της ανεξαρτησίας. Φιλοσοφικά ήταν ντετερμινιστής πιστεύοντας στην αναπόφευκτη εξέλιξη της κοινωνίας μέσα από την ανάπτυξη των επιστημών. Ο Ρακόφσκι ήταν μεγάλος θαυμαστής του και έγραψε αρκετά κείμενα γι’ αυτόν στην διάρκεια της ζωής του.