(αποσπάσματα)

του Μιρσαΐντ Σολτάν Γκαλίεφ

Εισαγωγή του μεταφραστή

Το συγκεκριμένο άρθρο, που μεταφράζεται για πρώτη φορά στα Ελληνικά, είναι ένα εκτεταμένο απόσπασμα από ένα μεγαλύτερο κείμενο του Τάταρου επαναστάτη και στελέχους του Μπολσεβίκικου κόμματος Σολτάν Γκαλίεφ. Σκοπός του άρθρου ήταν η διερεύνηση των μεθόδων αντιθρησκευτικής προπαγάνδας που έπρεπε να διεξάγει το μπολσεβίκικο κόμμα ανάμεσα στους μεγάλους μουσουλμανικούς καταπιεσμένους πληθυσμούς της Ρωσίας κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαιτερότητα ενός πληθυσμού επί αιώνες καταπιεσμένου από το μεγαλορωσικό χριστιανικό στοιχείο.

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό του Λαϊκού Επιτροπάτου εθνοτήτων «Η ζωή των εθνών»: Sultan-Galiev, Metody anti-religioznoi propagandy sredi musul’man, Zhiz n’ natsional’nostei, Μόσχα, 14 Δεκεμβρίου 1921 και 23 Δεκεμβρίου 1921. Κυκλοφόρησε ως ξεχωριστό φυλλάδιο τον Ιανουάριο του 1922, και βρίσκεται μαζί με το σύνολο των διασωθέντων έργων του Σολτάν Γκαλίεφ στον τόμο που εκδόθηκε στο Καζάν στα Ρωσικά το 1998.

Ο Σολτάν Γκαλίεφ, ως το πλέον γνωστό ηγετικό μουσουλμανικό στέλεχος των μπολσεβίκων, μπήκε στο μπολσεβίκικο κόμμα τον Ιούλιο του 1917, δηλαδή λίγο πριν την επανάσταση. Τότε το κόμμα στο Καζάν του Ταταρστάν αριθμούσε μόλις 650 μέλη. Την εποχή που γράφεται αυτό το άρθρο, όταν ακόμη ακούγονται τα κανόνια του εμφυλίου, το κόμμα φτάνει να έχει 4.420 μέλη. Ωστόσο, μόλις 1.095, ή αλλιώς το 24%, είναι ντόπιοι Τάταροι και στο υπόλοιπο ποσοστό κυριαρχούν οι Ρώσοι που αποτελούν το 56% των μελών1βλ. A. V. Gnedenkov, V. G. Sarkin, and I. N. Iudin, eds., Partiinaia organizatsiia Tatarii v tsifrakh i dokumentakh, 1917-1977 gg. (Kazan: Tatarskoe knizhnoe izdatel’stvo, 1978), 17, 47..

Η κατάσταση δεν είναι πολύ καλύτερη σε άλλες περιοχές, στις οποίες αν και ο πληθυσμός είναι κατά βάση μουσουλμανικός, το κόμμα απαρτίζεται συντριπτικά από Ρώσους στην καταγωγή. Λίγους μήνες πριν την συγγραφή του συγκεκριμένου άρθρου, στις αρχές του 1921, ο Σολτάν Γκαλίεφ -έχοντας βρεθεί στην Κριμαία ανάμεσα στους Τάταρους της περιοχής- συντάσσει μια αναφορά διαμαρτυρίας προς τον Στάλιν, επικεφαλής του Λαϊκού Επιτροπάτου Εθνοτήτων, στην οποία αναφέρει με μελανά χρώματα την κατάσταση.

Σε αυτή την αναφορά φαίνεται πως στην πρωτεύουσα της Κριμαίας, Συμφερόπολη, υπάρχουν όλοι κι όλοι μόλις 30 ντόπιοι Τάταροι μουσουλμάνοι στο κόμμα, που κυριαρχείται από χριστιανούς Ρώσους, ενώ στα περίχωρα οι μουσουλμάνοι μπολσεβίκοι είναι ακόμη λιγότεροι. Το κόμμα συνολικά κατά τον Γκαλίεφ ακολουθεί μια αφηρημένη δογματική προσέγγιση καταδίκης της θρησκείας, που στην περιοχή είναι το Ισλάμ. Αυτή γίνεται με τον πλέον «ερασιτεχνικό τρόπο» και με χοντροκομμένες μεθόδους άγνοιας της καθημερινής πραγματικότητας των ντόπιων πληθυσμών.

Ο Γκαλίεφ χτυπάει το καμπανάκι και προειδοποιεί για την ανάγκη μιας διαφορετικής προσέγγισης από μεριάς των μπολσεβίκων. Αλλιώς κινδυνεύει να αποξενωθεί από τους Τατάρους, που αποτελούν ένα σημαντικό έθνος όχι μόνο στην περιοχή αλλά ευρύτερα. Και αυτό διότι οι Τάταροι είναι ένας λαός διασκορπισμένος σε όλη την χώρα και θεωρούνταν παραδοσιακά ως διαμεσολαβητές ανάμεσα στους Ρώσους και όλους τους Μουσουλμανικούς λαούς. Έτσι, τα εκτεταμένα αντίποινα που κάνει ο Κόκκινος Στρατός στην περιοχή ενάντια στα τοπικά υπολείμματα των υποστηρικτών των Λευκών στρατευμάτων του Βράγγελ εκλαμβάνονται από τους ντόπιους ως τμήμα της συνέχειας της μεγαλορωσικής πολιτικής του παρελθόντος2βλ. M. Kh. Sultan-Galiev, “Doklad narodnomu komissaru po delam natsional’nostei I. V. Stalinu, kopiia v TsK RKP(b), o polozhenii v Krymu” in Izbrannye trudy, 323- 34. 16 M. Kh.

Με το συγκεκριμένο άρθρο, στο οποίο ο Γκαλίεφ επιχειρηματολογεί υπέρ μιας άλλης αντίληψης για την αντιθρησκευτική προπαγάνδα, διαφαίνεται μια προσέγγιση σαν αυτήν που, λίγα χρόνια αργότερα, θα περιγράψει ο Τρότσκυ στο σημαντικό άρθρο του «Η σημασία και οι μέθοδοι της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας», που αναδημοσίευσε πρόσφατα η Νέα Προοπτική.

Σε αυτό ο Τρότσκυ στηλιτεύει την αφηρημένη αντιθρησκευτική προπαγάνδα, που στρέφεται άμεσα ενάντια στα θρησκευτικά πιστεύω χωρίς να μπορεί να δώσει λύσεις στην υλική αντικειμενική πραγματικότητα που τα παράγει, και από τις οποίες εξαρτάται άμεσα η επιτυχία του υλισμού.

Ομοίως και ο Σολτάν Γκαλίεφ, χρόνια πριν τον Τρότσκυ, δείχνει έναν διαφορετικό δρόμο προσέγγισης, που εξαρτά την επιτυχία της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας ανάμεσα στους καταπιεσμένους μουσουλμάνους από άλλες μεθόδους εξύψωσης του συνολικότερου επιπέδου διαβίωσής τους.

Θεωρεί όρο “εκ των ων ουκ άνευ” την εκπαιδευτική δουλειά ανάμεσα στους ίδιους τους μπολσεβίκους που οφείλουν να γνωρίζουν τα έθιμα, την ιστορία και τις συνήθειες αυτών των ανθρώπων.

Επισημαίνει την σημασία που έχει να αναδειχθούν τα ηγετικά στελέχη του κόμματος και του σοβιετικού κράτους μέσα από τους ίδιους τους τοπικούς πληθυσμούς. Για τους επί αιώνες καταπιεσμένους μουσουλμανικούς λαούς αυτή η προϋπόθεση θα ήταν η μεγαλύτερη υλική απόδειξη, μέσα από την οποία θα μπορούσε να αποδώσει και η όποια αντιθρησκευτική προπαγάνδα. Και απαιτεί μια μακρά και υπομονετική περίοδο δουλειάς που θα έπρεπε να αποφεύγει τις άμεσες επιθέσεις ενάντια στην μουσουλμανική θρησκεία που θα έφερναν το αντίθετο αποτέλεσμα.

Ζητάει επίσης τον απόλυτο διαχωρισμό του κόμματος από στοιχεία της Ρωσικής χριστιανικής εκκλησίας, που προσπαθούν καιροσκοπικά να προσκολληθούν στην σοβιετική εξουσία, με σκοπό να συνεχίσουν το ιεραποστολικό έργο προσηλυτισμού των μουσουλμάνων.

Τέλος, σύμφωνα με την μελέτη του ιστορικού Cary Guadagnolo, από την οποία αντλήθηκαν τα προαναφερόμενα στοιχεία, σε τμήματα του άρθρου -που δεν έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και έτσι δεν αναδημοσιεύονται εδώ- ο Γκαλίεφ προτείνει να επικεντρωθεί η δουλειά του κόμματος αρχικά στους Τατάρους, που είναι οι πλέον κοσμικοί από όλους Μουσουλμάνους της Σοβιετικής Ρωσίας. Και να αντιμετωπιστεί πιο προσεκτικά και με βραδύτερο ρυθμό η εξάπλωση σε άλλους μουσουλμανικούς λαούς, που είτε είναι πιο δογματικά προσηλωμένοι στη Σαρία, όπως οι Τουρκμένοι, είτε έχουν ακόμη και πιο πρωτόγονες προ-ισλαμικές ανιμιστικές και παγανιστικές δοξασίες, όπως οι Μπασκίριοι3Βλ. “Who Am I”: Revolutionary Narratives and the Production of the Minority Self in the Early Soviet Era, Cary Guadagnolo, 2012, PhD in the History Department at University North Carolina, pp 77-78.

Στην παρούσα δημοσίευση παραθέτουμε ως παράρτημα και μια σύντομη αλληλογραφία μεταξύ Σολτάν Γκαλίεφ και Λένιν, του Ιουλίου 1921, στην οποία φαίνεται πως ο τελευταίος ενημερώνεται για πρώτη φορά από τον πρώτο για τον προβληματισμό μεταξύ των τοπικών στελεχών της περιφέρειας στο πώς πρέπει να κινηθούν στο συγκεκριμένο ζήτημα και ζητάει περισσότερες διευκρινήσεις. Φαίνεται πως η επικοινωνία του Γκαλίεφ με τον Λένιν έγινε όταν ο Στάλιν δεν ανταποκρίθηκε μετά την επισήμανση του προβλήματος και έπρεπε να παρακαμφθεί.

Η σημασία της δημοσίευσης αυτού του άρθρου δεν βρίσκεται μόνο στην αναμφισβήτητη ιστορική του αξία. Στις μέρες μας, που το προσφυγικό ρεύμα στην Ευρώπη και στην Ελλάδα θέτει επί τάπητος ως κυρίαρχο ζήτημα την παρέμβαση ανάμεσα στους προσφυγικούς πληθυσμούς, που αποτελούν το πλέον καταπιεσμένο τμήμα της εργατικής τάξης, απαιτείται ένας θεωρητικός και ιδεολογικός εξοπλισμός. Σε αυτόν επιχειρεί να συνεισφέρει και αυτό. Μια σωστή προσέγγιση απέναντι στην θρησκεία είναι απαραίτητο να υπάρξει σε αυτήν την κατεύθυνση και είναι χρέος κάθε συνειδητού κομμουνιστή.

Ειδικά όταν ένα μεγάλο κομμάτι της Ευρωπαϊκής αριστεράς παρασύρεται από τις σειρήνες της ιμπεριαλιστικής αστικής δημοκρατίας και της εκλεπτυσμένης, κατά Μακρόν, καρικατούρας της laïcité. Που δεν αποτελεί παρά μια πιο ραφιναρισμένη εκδοχή του εν Ελλάδι ρατσιστικού φόβου για «τους μουσουλμάνους πρόσφυγες που θα αλλοιώσουν τον πολιτισμό μας». Μιας αντίληψης που δεν αντιλαμβάνεται πως η υπέρβαση των ηθών και εθίμων του Ισλάμ μεταξύ των προσφύγων δεν μπορεί ούτε να επιβληθεί διοικητικά από μεριάς του κράτους, ούτε θα προκύψει μέσα από αφηρημένη προπαγάνδα αθεΐας και κοσμικότητας από μεριάς του κινήματος των καταπιεσμένων. Αντίθετα, απαιτεί την άρση της γκετοποίησης και του ρατσιστικού διαχωρισμού στην πράξη, και την πλήρη πρόσβασή τους στα αγαθά της υλικής και πνευματικής πραγματικότητας του σύγχρονου πολιτισμού μέσα από μια υπομονετική διαδικασία συμπερίληψης. Καθήκον που από την μεριά των κομμουνιστών δεν μπορεί να διαχωριστεί από την καθημερινή δράση στην ταξική πάλη.

Γιώργος Χλωρός4Μεταφράστηκε από τον Γιώργο Χλωρό από το αγγλικό κείμενο: Xenia Joukoff Eudin and Robert C. North, Soviet Russia and the East, 1920-1927; a documentary survey (Stanford: Stanford University Press, 1957), pp. 46-47.

Ο Μιρσαΐντ Σολτάν Γκαλίεφ στο πρώτο Πανρωσικό Συνέδριο Κομμουνιστικών Οργανώσεων των Λαών της Ανατολής (4-10 Νοεμβρίου 1918 στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν). Στην φωτογραφία διακρίνεται και ο Τούρκος κομμουνιστής Μουσταφά Σουμπχί (όρθιος, έκτος από δεξιά).

Το ζήτημα των μεθόδων της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας ανάμεσα στους Μουσουλμάνους είναι πολύπλοκο. Από την μια μεριά εξαιτίας της θέσης που έχει το Ισλάμ στην καθημερινότητα των Μουσουλμανικών λαών και από την άλλη μεριά εξαιτίας των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών των Μουσουλμανικών λαών γενικότερα.

Το ζήτημα της αναγκαιότητας της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας ανάμεσα στους Μουσουλμάνους, όχι εντός της Ρωσίας αλλά και πολύ πιο μακριά από τα Ρωσικά σύνορα, δεν εγείρει όπως είναι φυσικό καμιά αμφισβήτηση ή διαφωνία ανάμεσα σε εμάς τους Κομμουνιστές. Για εμάς, όλες οι θρησκείες είναι το ίδιο. Αυτό που μας απασχολεί είναι η επιλογή των μεθόδων από μεριάς μας για να ανταπεξέλθουν σε αυτό το καθήκον όσο δυνατόν πιο πετυχημένα και χωρίς πόνο.

Δεν μπορείς όμως να αντιμετωπίσεις κάτι, χωρίς να το γνωρίζεις. Αλλιώς κινδυνεύεις με αποτυχία, για να μην πούμε με ολοκληρωτική ήττα. Πρέπει λοιπόν να αναγνωρίσουμε πως υπάρχουν μια σειρά λόγοι για να υιοθετήσουμε μεθόδους που να διαφέρουν εντελώς από αυτές που έχουν χρησιμοποιηθεί έναντι άλλων λαών.

Ανάμεσα στις «μεγάλες» θρησκείες του κόσμου, το Ισλάμ είναι αυτό που έχει συγκριτικά την πιο πρόσφατη καταγωγή και για αυτό διαθέτει ακόμη κάποια ιδιαίτερη δυναμική και σθένος. Επιπρόσθετα παρέχει, περισσότερο από κάθε άλλη πίστη, κανόνες πολιτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς και κατά αυτόν τον τρόπο διαφέρει από τις άλλες θρησκείες. Κανόνες που κυριαρχούν πνευματικά και εθιμικά. Η Σαρία, ή αλλιώς ο μουσουλμανικός νόμος, αντιπροσωπεύει έναν κώδικα νόμων και δικονομικών κανονισμών που ρυθμίζουν στο σύνολό της την ζωή ενός Μουσουλμάνου.

Το δεύτερο σημαντικό ζήτημα που περιπλέκει την αντιθρησκευτική προπαγάνδα είναι ο κοινωνικός και οικονομικός ρόλος των Μουσουλμανικών λαών κατά την διάρκεια των πρόσφατων αιώνων.

Η ήττα που γνώρισε η Αραβική κουλτούρα από την μια μεριά και η Τουρκο-Ταταρική κουλτούρα από την άλλη, δηλαδή η εκδίωξη των Αράβων από την Ισπανία και των Τουρκο-Τατάρων από την νοτιοανατολική Ευρώπη, και επιπλέον η κατάκτηση από τους Ευρωπαίους της Βόρειας Αφρικής και των Μουσουλμανικών εδαφών της Εγγύς Ανατολής, και η καθυπόταξη από τους Ρώσους των Τατάρων, των Μπασκίρων, των Ορεσίβιων του Καυκάσου και των Τουρκικών λαών της Κεντρικής Ασίας, όλα αυτά έχουν οδηγήσει σε μια πολιτική, κοινωνική και οικονομική σκλαβιά του συνόλου σχεδόν του Μουσουλμανικού κόσμου που απαριθμεί 300 εκατομμύρια ανθρώπους.

Όλοι αυτοί οι προαναφερόμενοι παράγοντες έχουν επιδράσει στην πίστη των Μουσουλμανικών λαών. Οι πρώτες κατακτήσεις του Δυτικο-Ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού στις Μουσουλμανικές χώρες πήραν την μορφή των Σταυροφοριών, αλλά τα τελευταία χρόνια ο αγώνας έχει πάρει καθαρά οικονομική μορφή. Παρόλα αυτά, στα μάτια των Μουσουλμάνων, ή τουλάχιστον της πλειοψηφίας τους, ο αγώνας αυτός ερμηνεύεται σαν πολιτικός αγώνας, δηλαδή σαν αγώνας ενάντια στο Ισλάμ ως όλο. Αυτή η συμπεριφορά μπορεί εύκολα να εξηγηθεί διότι, σύμφωνα με τους Μουσουλμάνους, όλος ο Μουσουλμανικός κόσμος χωρίς διακρίσεις ανάμεσα σε εθνότητες και φυλές, αντιπροσωπεύει ένα αδιαίρετο όλο.

Σαν συνέπεια το Ισλάμ είναι μέχρι τις μέρες μας, στα μάτια των Μουσουλμανικών λαών, μια θρησκεία καταπιεσμένη που πρέπει να την υπερασπιστούν. Εδώ βρίσκεται και η δυσκολία της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας ανάμεσα στους Μουσουλμάνους. Μιλώντας για τα εμπόδια που αντιμετωπίζει η αντιθρησκευτική προπαγάνδα ανάμεσα στους Μουσουλμάνους πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι τα έθνη τους είναι αρκετά οπισθοδρομικά.

Ποιες είναι συνεπώς οι μέθοδοι που πρέπει να χρησιμοποιηθούν;

Καταρχάς μια πολύ προσεκτική και επιδέξια προσέγγιση. Το πρόγραμμά μας θα πρέπει να είναι από την φύση του, αυτό μιας αντιθρησκευτικής προπαγάνδας και όχι ενός αντιθρησκευτικού αγώνα. Πρέπει να πάρουμε από τα χέρια των εχθρών μας τα όπλα που χρησιμοποιούν εναντίον μας: Πρέπει ανοιχτά να πούμε σε όσους ανησυχούν ότι εμείς δεν διεξάγουμε αγώνα ενάντια στην θρησκεία, αλλά προπαγανδίζουμε μόνο την δική μας αθεϊστική άποψη όπως έχουμε κάθε δικαίωμα να το κάνουμε.

Δεύτερον, πρέπει πολύ ξεκάθαρα να δείξουμε ότι εμείς δεν έχουμε κανενός είδους σχέση με τις ιεραποστολικές ομάδες της χριστιανικής εκκλησίας και γι’ αυτό πρέπει στις γραμμές μας να έχουμε μόνο Κομμουνιστές με Μουσουλμανική καταγωγή για να διεξάγουν την αντιθρησκευτική προπαγάνδα.

Τρίτον, πρέπει να διεξάγουμε πολύ αποτελεσματικά την προπαγάνδα μας και να κάνουμε την συμπεριφορά μας υπόδειγμα. Είναι αναγκαίο για κάθε Μουσουλμάνο να εξοικειωθεί με έναν αθεϊστή και να σχηματίσει την καλύτερη δυνατή εντύπωση για αυτόν. Πρέπει να του δώσουμε να καταλάβει πως ο κομμουνιστής δεν είναι ένας διάβολος μεταμορφωμένος, όπως συνήθως απεικονίζεται. Αλλά αντίθετα είναι ένας άνθρωπος σαν αυτόν. Μόνο που είναι πιο θετικός, καλλιεργημένος, αποφασιστικός και ενεργητικός. Είναι επιθυμητό να διεξάγουμε συζητήσεις σε θρησκευτικά ζητήματα ανάμεσα στους Μουσουλμάνους εργάτες στις πόλεις και στα εργοστάσια και βαθμιαία να περάσουμε την πληροφορία και στα χωριά.

Αλλά όταν διεξάγουμε την αντιθρησκευτική προπαγάνδα ανάμεσα στους Μουσουλμάνους δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ούτε για μια στιγμή την πολιτιστική τους οπισθοδρόμηση και πως η θέση τους αυτή ως καταπιεσμένων πολιτικά και ηθικά είναι το μεγαλύτερο κακό.

Από τις απαρχές ακόμη του σχηματισμού των αυτόνομων δημοκρατιών, οι Μουσουλμάνοι πολύ συχνά έχουν μείνει έξω από την πολιτική ζωή των δημοκρατιών τους. Όσο καιρό δεν σπάμε αυτές τις αλυσίδες της πολιτικής οπισθοδρόμησης, όσο καιρό δεν κάνουμε αυτούς τους ανθρώπους αληθινά ελεύθερους και ισότιμους πολίτες της Σοβιετικής δημοκρατίας, καμμιά αντιθρησκευτική προπαγάνδα δεν θα είναι πετυχημένη.

Η βελτίωση της παιδείας των Μουσουλμανικών λαών, η διευρυμένη είσοδος αυτών των ανθρώπων στα οικονομικά, διοικητικά και επίσης στα πολιτικά όργανα της κυβέρνησης, οποτεδήποτε είναι εφικτό, το άνοιγμα της κομματικής δουλειάς ανάμεσά τους, αυτά είναι τα καθήκοντα της δουλειάς μας ανάμεσα στους Μουσουλμανικούς λαούς.

ΤΕΛΟΣ

Μιρσαΐντ Σολτάν Γκαλίεφ, Φατμά Ερζίν και Ισμαήλ Κερίμτζανοφ Φιρντέφς, στην Επαρχιακή Επιτροπή του Καζάν, του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι), το 1919.

Παράρτημα: Η Αλληλογραφία Σολτάν Γκαλίεφ και Λένιν5Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σαν παράρτημα το 1923 στην συλλογή: Chetvyortoye soveshchaniye TsK R.K.P.s otvetstvennymi rabotnikami natsionalnykh respublik i oblastei – Stenografichesky otchot – 4η Συνδιάσκεψη της ΚΕ του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος και υπεύθυνων εργατών από τις Εθνικές Δημοκρατίες και Περιοχές – στενογραφημένα πρακτικά. Σε εκείνη την συνδιάσκεψη, που ακολούθησε δηλαδή το 12ο συνέδριο του κόμματος και την πρώτη σύλληψη του Σολτάν Γκαλίεφ. Με την δημοσίευση αυτής της επιστολής ο Στάλιν ήθελε να δείξει πως ο Σολτάν Γκαλίεφ έδειχνε ανοχή σε μικροαστικές εθνικιστικές τάσεις σε τοπικό επίπεδο για να μπορεί να αιτιολογήσει την πρόσφατη σύλληψή του.
Public Domain: Lenin Internet Archive. You may freely copy, distribute, display and perform this work, as well as make derivative and commercial works. Please credit “Marxists Internet Archive” as your source.

Ιούλιος 1921: Απόσπασμα της επιστολής προς τον Λένιν, του Σολτάν Γκαλίεφ, Προέδρου της Κεντρικής Εξελεγκτικής Επιτροπής της Ταταρικής Αυτόνομης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας που θέτει τα ακόλουθα τέσσερα ερωτήματα:

  1. Υπάρχει η ανάγκη ύπαρξης των μικρών αυτόνομων δημοκρατιών μέσα στη Ρωσική Σοβιετική Ομοσπονδία γενικά, και της Ταταρικής Δημοκρατίας ιδιαίτερα;
  2. Αν η απάντηση είναι «ναι», τότε για πόσο καιρό, δηλαδή με άλλα λόγια, μέχρι την εκπλήρωση ποιών καθηκόντων ή ποιών στόχων;
  3. Θα ήταν σωστό να ισχυριστεί κανείς ότι οι Κομμουνιστές των πρώην κυρίαρχων εθνών, καθώς έχουν ένα ανώτερο επίπεδο από κάθε άποψη, θα έπρεπε να παίξουν τον ρόλο του παιδαγωγού και του νοσοκόμου στους Κομμουνιστές όλων των άλλων εργαζόμενων των πρώην καταπιεσμένων εθνών τα οποία έχουν συγκροτήσει τις προαναφερόμενες αυτόνομες δημοκρατίες (περιοχές ή κοινότητες); Θα έπρεπε οι πρώτοι να τους παραχωρήσουν τις κυβερνητικές θέσεις τους στους δεύτερους καθώς θα ωριμάζουν;
  4. Σε όλες τις αυτόνομες δημοκρατίες, και στην περίπτωση της Ταταρικής Δημοκρατίας, υπάρχουν δύο ξεκάθαρα διακρινόμενες ομαδοποιήσεις ανάμεσα στους τοπικούς Κομμουνιστές (Τατάρους): Η μια στέκεται στο έδαφος της ταξικής πάλης και εργάζεται για την εμβάθυνση της ταξικής πάλης μέσα στον τοπικό πληθυσμό. Η άλλη έχει μια σκιά μικροαστικού εθνικισμού… Θα ήταν σωστό, οι πρώτοι να απολαμβάνουν της πλήρους και ολικής υποστήριξης του συνόλου του Ρ.ΚΚ.(μπ) και των ανώτερων οργάνων του, ενώ οι δεύτεροι (στον βαθμό που είναι ειλικρινείς και έχουν την ζέση να εργαστούν για την προλεταριακή επανάσταση και είναι μέχρι στιγμής πολύτιμοι για την εργασία που έχουν κάνει) να χρησιμοποιηθούν και παράλληλα να εκπαιδευτούν στο πνεύμα του καθαρού διεθνισμού, χωρίς ωστόσο να τους δοθεί προβάδισμα έναντι των πρώτων, όπως έχει γίνει πρόσφατα και όχι μόνο στην Ταταρική Δημοκρατία;”

Η απάντηση του Λένιν στον Σολτάν Γκαλίεφ με την μορφή σύντομου λακωνικού σημειώματος στις 21 Ιουλίου 1921:

  • Για το πρώτο ερώτημα – Ναι
  • Για το δεύτερο – Για μια μακρά περίοδο ακόμη
  • Για το τρίτο – Όχι «παιδαγωγοί και νοσοκόμοι», αλλά βοηθοί
  • Για το τέταρτο – Παρακαλώ, δώσε μου συγκεκριμένες, σύντομες, ξεκάθαρες πληροφορίες για τις «δύο τάσεις».

Μετάφραση: Γιώργος Χλωρός

Μιρσαΐντ Σολτάν Γκαλίεφ και Ισμαήλ Κερίμτζανοφ Φιρντέφς στην Επαρχιακή Επιτροπή
του Καζάν, του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι), το 1919.

Υποσημειώσεις[+]