Ο Μεσαίωνας επιστρέφει για τα 15χρονα γυμνασιόπαιδα

της Μαργαρίτας Κουτσανέλλου

Αναχρονισμός, οπισθοδρόμηση και αποδόμηση των διακηρύξεων για τα δικαιώματα των παιδιών και την προστασία της παιδικής ηλικίας. Αυτή είναι η περιγραφή σε δύο γραμμές του προσανατολισμού που προσδίδει στην επαγγελματική εκπαίδευση και στην εκπαίδευση των ανηλίκων γενικότερα, το αντιδραστικό νομοσχέδιο που έθεσε σε δημόσια διαβούλευση η υπουργός των παγουρινίων και της ταξικής τηλεκπαίδευσης, Νίκη Κεραμέως.

Παρά τα 100 και πλέον άρθρα του νομοσχεδίου, η πολιτική του ουσία συμπυκνώνεται στα περίπου 10 άρθρα που επιχειρούν να ανακατευθύνουν τη μόνο κατ’ όνομα «εκπαίδευση» μετά το Γυμνάσιο των ανηλίκων ηλικίας 15 – 18 ετών, σε πρότυπα που γυρίζουν τις συνθήκες για τους ανήλικους μαθητές πολλές δεκαετίες πίσω, ακόμα και πριν τον 20ο αιώνα.

Με τις Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης –επιπέδου 3–, η Υπουργός συμμορφούμενη προς τις επιταγές της ΕΕ, του ΟΟΣΑ και του ΣΕΒ, θέτει ως στόχο τη μεγιστοποίηση του όγκου αποφοίτων του Γυμνασίου, οι οποίοι θα εγκαταλείπουν τη μη υποχρεωτική δευτεροβάθμια εκπαίδευση (λύκειο, επαγγελματικό ή γενικό) προκειμένου να λάβουν στοιχειώδη τεχνική κατάρτιση στις διετούς φοίτησης Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης, στερημένοι από κάθε είδους εγκύκλια παιδεία. Οι σχολές αυτές θα μπορούν να ιδρύονται από οποιονδήποτε, ακόμα και έναν εργοδότη, ο οποίος απλώς στο όνομα της μαθητείας και της βιωματικής εκπαίδευσης, θα εξασφαλίζει δωρεάν εργασία με αντάλλαγμα μία βεβαίωση παρακολούθησης κατάρτισης, ούτε καν ένα βασικό μισθό. Το νομοσχέδιο φροντίζει με δύο τρεις προτάσεις μέσα σε 175 σελίδες να προετοιμάσει αυτή την εξέλιξη, αποφεύγοντας να αναπτύξει πλήρως το πλαίσιο, προκειμένου να περιορίσει τις αντιδράσεις. Το νομοσχέδιο γενικά διαπνέεται από αυτή τη λογική, δηλαδή να παρουσιάζεται λαλίστατο στα σημεία του που αφορούν την οργάνωση της γραφειοκρατίας (πώς συγκροτούνται για παράδειγμα τα διάφορα συμβούλια για το σχεδιασμό και τη διοίκηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης) και εξαιρετικά αόριστο και ολιγόλογο στα θέματα που καίνε, όπως ποιοι θα διδάσκουν στις ΕΣΚ, με τι είδους προσόντα, ποιες είναι οι ειδικότητες που θα διδάσκονται, τι σημαίνει πιστοποίηση άτυπης εκπαίδευσης, ποιος θα την κάνει, τι σημαίνει μαθητεία με άλλου είδους αποζημίωση αντί αμοιβής και πολλά άλλα. Μία – δύο προτάσεις, μία δυο λέξεις κρυμμένες πίσω από καταιγισμό φλύαρων διατάξεων, εν πολλοίς δυσνόητων, οι οποίες όμως συνιστούν πύλες θριάμβου για την απαρχή ανατροπής θεμελιωδών ρυθμίσεων για την οργάνωση της εργασίας, όπως αυτές που αφορούν την παιδική εργασία, την εργασία των ανηλίκων, το δικαίωμα στη μόρφωση και την παιδική ηλικία, στην ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου.

Φωτογραφία: Θόδωρος Κουτσουμπός

Για τα παιδιά ενός κατώτερου θεού που κατάγονται π.χ. από το Περιστέρι, και προορίζονται να γίνουν ψυκτικοί, κατά τη δήλωση του πορφυροσπουδαγμένου στο Χάρβαρντ, στην εξαγορασμένη από τον πατέρα του έδρα, πρωθυπουργό Μητσοτάκη, αυτά που δεν θα μπορούν να συνεχίσουν στο λύκειο, το νομοσχέδιο δεν χαλαλίζει ούτε καν εκπαιδευτικούς. Επινοεί τον όρο εκπαιδευτής για ανήλικα, ο οποίος μπορεί να είναι αστοιχείωτος και ανυπόστατος επιστημονικά και νομικά. Για τα παιδιά αυτά, οι συντάκτες του νόμου δεν δίνουν καμία επιστημονική ή άλλη επαρκή εξήγηση για το γεγονός ότι για όσα συνεχίζουν στο λύκειο επιλαμβάνονται της εκπαίδευσής τους, εκπαιδευτικοί οι οποίοι απαιτείται να πληρούν την προϋπόθεση της παιδαγωγικής επάρκειας, πράγμα που για τους ανήλικους 15χρονους των Επαγγελματικών Σχολών Κατάρτισης δεν κρίνεται σκόπιμο από την Υπουργό και τους τεχνοκράτες της.

Η αλήθεια είναι ότι οι ΕΣΚ δεν παρέχουν στην πραγματικότητα ούτε καν εκπαίδευση. Για λόγους ευφημισμού μόνο, ο όρος «επαγγελματική εκπαίδευση» περιλαμβάνεται μαζί με την κατάρτιση στον ορισμό που δίνεται στο σχετικό άρθρο. Οι ΕΣΚ δεν αφορούν παρά στοιχειώδη κατάρτιση σε γνώσεις περιορισμένου εύρους και δεξιότητες με προσωρινή χρησιμότητα, αφού συνδέονται κυρίως με εργασίες που στην πορεία αντικαθίστανται και εγκαταλείπονται λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων και των αλλαγών στις παραγωγικές διαδικασίες.

Η κυβέρνηση επιθυμεί διακαώς να δημιουργήσει ζήτηση σε αυτού του επιπέδου τις σχολές, αφού αποτελεί στρατηγικό σχεδιασμό της να μειώσει τις δαπάνες τόσο στην μη υποχρεωτική δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όσο και στην τριτοβάθμια. Πολύ περισσότερο αποτελεί στρατηγικό σχεδιασμό σε επίπεδο κεντρικής εκπαιδευτικής πολιτικής στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία δίνει και τις κατευθύνσεις μέσω του CEDEFOP, του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης.

Ο σχεδιασμός με απλά λόγια αποσκοπεί στη δημιουργία πειθήνιου εργατικού δυναμικού, χαμηλής μόρφωσης, αναλώσιμων γνώσεων ώστε να μπορούν να συμμετέχουν στην παραγωγή μέχρι του σημείου που αυτό είναι αναγκαίο για τους εργοδότες, με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Οι ανήλικοι αυτοί εργαζόμενοι, αφού στο πλαίσιο της κατάρτισης δεν θα ανταμείβονται ούτε καν με χρήματα, αλλά με μία βεβαίωση κατάρτισης, εν συνεχεία και για όσο αυτό είναι δυνατόν θα εργάζονται για τον εκπαιδευτή-εργοδότη τους, με αναμενόμενη εξέλιξη μετά από κάποιο χρονικό διάστημα να καθίστανται περιττοί στην παραγωγή, ενώ οι ίδιοι ως άτομα δεν θα διαθέτουν το απαιτούμενο εύρος γνώσεων, ώστε να αναζητήσουν άλλη δουλειά ή καλύτερα αμειβόμενη. Εκτός αυτού, πιο άμεσα, η απομάκρυνση των 15χρονων από το Λύκειο συνεπάγεται λιγότερους εκπαιδευτικούς, όπως επίσης και λιγότερους υποψήφιους φοιτητές για το ελληνικό κράτος. Οι εκπαιδευτές των ΕΣΚ θα είναι αμειβόμενοι με το κομμάτι, με την ώρα και με όρους πλήρως ευέλικτους και ελαστικούς πράγμα που σημαίνει σημαντική μείωση των αντίστοιχων δαπανών. Επίσης, θα είναι πολύ φθηνότεροι, αφού δεν αναμένεται να είναι ιδιαίτερα αυξημένων τυπικών (ακαδημαϊκών) προσόντων οι ίδιοι. Εξάλλου μεγάλο κομμάτι της «εκπαίδευσης» θα έρχεται εις πέρας από στελέχη των ιδιωτικών επιχειρήσεων στις οποίες θα μαθητεύουν οι καταρτιζόμενοι, από αυτούς δηλαδή που θα τους αναθέτουν ως προϊστάμενοι μία δουλειά που θα εκτελούν τζάμπα, με αντάλλαγμα «να μάθουν την τέχνη». Η κυβέρνηση θα προσπαθήσει πολύ να αλλάξει την κοινωνική συνείδηση που αξιολογεί ως πολύ σημαντική την απόκτηση ακαδημαϊκών προσόντων, όπως θα προσπαθήσει να κάνει και αυτή την απόκτηση όσο πιο δύσκολη γίνεται. Εξάλλου αυτό είναι ήδη σε μεγάλο βαθμό η πραγματικότητα, δηλαδή το βαρύ κόστος που έχει η μόρφωση, έστω και αν παραμένει και ισχύει ακόμα τυπικά η παιδεία ως δημόσια και δωρεάν.

Το έτερο ζήτημα που σίγουρα απασχόλησε πολύ και με ειλικρινές ενδιαφέρον τους συντάκτες του νομοσχεδίου είναι η προετοιμασία και η διευκόλυνση της εισόδου των ιδιωτών και στο χώρο της τεχνικής, επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Φυσικά, όσον αφορά το θέμα αυτό, το ενδιαφέρον του νομοσχεδίου στρέφεται στο πώς να δημιουργήσει πηγές κέρδους με κάθε πρόσφορο τρόπο. Πολλά θα μπορούσε κάποιος να σταχυολογήσει, αλλά προς το παρόν θα περιοριστούμε στο γεγονός ότι ακόμα και για τη δυνατότητα να αποκτήσει τελικά ένα φτωχόπαιδο έστω και αυτά τα υποβαθμισμένα πιστοποιητικά, θα χρειάζεται να απευθυνθεί σε εξωσχολικούς φορείς από τους οποίους θα εξετάζεται καταβάλλοντας εξέταστρα. Οι ΕΣΚ (και τα ΙΕΚ) δεν θα είναι παρά φροντιστηριακές δομές που θα χορηγούν απλές βεβαιώσεις παρακολούθησης. Για να πιστοποιήσει ο καταρτιζόμενος τις γνώσεις που απέκτησε θα χρειάζεται να εξεταστεί με το ανάλογο κόστος από άλλους φορείς, εκτός σχολείου. Παράλληλα, το νομοθέτημα μεθοδεύει και τον εκτοπισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο χώρο της συνεχιζόμενης κατάρτισης (ΚΔΒΜ), αφού δυσκολεύει τις προδιαγραφές που χρειάζονται οι κτηριακές και λοιπές υποδομές (διοικητικό προσωπικό κλπ). Στόχος είναι να εξαφανιστούν από την πολλά υποσχόμενη αγορά επαγγελματικής εκπαίδευσης οι μικροί παίχτες και να απομείνει ένα ολιγοπώλιο μεγάλων εκπαιδευτικών επιχειρήσεων, οι οποίες θα χρηματοδοτηθούν από τους φουσκωμένους προϋπολογισμούς των ΕΣΠΑ.

Η συζήτηση πάνω στα θέματα της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και των αναδιαρθρώσεων που επιχειρεί το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι εξαιρετικά πολυδιάστατη και οι πτυχές που πρέπει να αναδειχθούν πολλές και μείζονος σπουδαιότητας όλες. Απαιτούνται δεκάδες σελίδες για να αναλυθεί και να κατανοηθεί κάθε μία απ’ αυτές και δεν είναι δυνατόν να εξαντληθούν στο σχόλιο αυτό, το οποίο είναι απλώς μία πρώτη προσέγγιση. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, του οποίου η δημόσια διαβούλευση έληξε μόλις χθες, εντάσσεται στο γενικό σχεδιασμό που υλοποιείται όλα τα χρόνια των μνημονίων, ο οποίος περιλαμβάνει τις αναδιαρθρώσεις σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης, με τα νομοσχέδια Αρβανιτόπουλου, Διαμαντοπούλου, Γαβρόγλου να έχουν προηγηθεί, όλα προσβλέποντας στην εμπορευματοποίηση της γνώσης και στην ιδιωτικοποίηση του εκπαιδευτικού συστήματος.