Μαρία Χλωρού
Eν είδει αυτοκριτικής…
Μέχρι πριν κάποια χρόνια η αριστερά δεν είχε ασχοληθεί αρκετά με το θέμα του σεξισμού, τις διακρίσεις εις βάρος των ομοφυλόφιλων, τρανς και γενικά όσων ανήκουν στην ΛΟΑΤ κοινότητα.
Δεν αναφερόμαστε στις ακραίες περιπτώσεις της έμφυλης βίας όπως ο βιασμός και το trafficking αλλά σε αυτόν τον ύπουλο, ‘σχεδόν κανονικό’, ‘αποδεκτό’, σεξισμό που εισχωρεί παντού σαν αέρας σε όλες τις εκφράσεις τις ζωής μας, στα αστεία μας στην καθημερινότητά μας. Αυτός ο σεξισμός που δεν αφήνει σημάδια και τραυματισμούς στο σώμα, ήταν ένα θέμα που προσπερνούσαμε και δεν αναπτύσσαμε πολύ.
Βασισμένοι στη θέση ότι ο σεξισμός αναπτύσσεται μέσα από την ταξική και πατριαρχική δομή της κοινωνίας, οδηγούμασταν συχνά στην άποψη ότι θα ξεπεραστεί, με ένα σχεδόν μαγικό τρόπο, κατά το πέρασμα σε μια κοινωνία σοσιαλιστική, κομουνιστική, αταξική. Αυτή η συζήτηση λοιπόν καθώς και όλοι οι προβληματισμοί που προκύπτουν από αυτήν δεν αναπτύσσονταν σε βάθος αφού η λύση μετατίθετο στο μέλλον, κάπου μετά ή κατά την διάρκεια της κοινωνικής επανάστασης για την οποία αγωνιζόμαστε.
Μόνο κάποιες μικρές, σχεδόν περιθωριακές ομάδες, εντός ή εκτός του κινήματος, διεκδικούσαν να θέσουν το θέμα στο κέντρο του ενδιαφέροντος και της ανάλυσης. Οι συλλογικότητες αυτές αναδείκνυαν τον προβληματισμό για τις έμφυλες διακρίσεις με ένα τρόπο περισσότερο ή λιγότερο αποκομμένο από ένα ευρύτερο πολιτικό διεκδικητικό πλαίσιο και συχνά αποκομμένο από την ταξική πολιτική του διάσταση. Ακόμα όμως και όταν οι ομάδες αυτές λειτουργούσαν εντός ενός ευρύτερου αριστερού κινήματος με επαναστατικές μαρξιστικές καταβολές και διεκδικήσεις σπάνια το ζήτημα το σεξισμού αναδεικνύονταν ως ιδιαίτερα σημαντικό από το κίνημα αυτό. Έτσι ο λόγος για τον σεξισμό ήταν απογυμνωμένος από το πολιτικό του περιεχόμενο.
Προφανώς, η αριστερά και οι αριστεροί, δεν ήμασταν ακόμα έτοιμοι και ώριμοι να ασχοληθούμε με αυτό. Πιθανά γιατί φοβόμασταν ότι μέσα από αυτή την συζήτηση θα ανακαλύπταμε πόσο εμείς οι ίδιοι αναπαραγάγαμε τα ίδια στερεότυπα και διακρίσεις, με διάφορες αποχρώσεις και σε διάφορους βαθμούς, συχνά χωρίς να το καταλαβαίνουμε αλλά πάλι συχνά και χωρίς να θέλουμε να αλλάξουμε όταν το συνειδητοποιούσαμε. Αιώνες ολόκληροι πατριαρχίας, ενσταλάζουν μέσα μας βαθιά σημάδια και καθορίζουν τον τρόπο που χτίζουμε την ταυτότητά μας, το ασυνείδητο, τις αντιλήψεις και τις πρακτικές μας. Διαπνεόμαστε οι ίδιοι, σε κάποιο βαθμό, από τα ίδια στερεότυπα, φόβους και διακρίσεις με αυτά που καταγγέλλουμε στη συντηρητική, ομοφοβική, πατριαρχική κοινωνία.
Μόνο τα τελευταία χρόνια, ο σεξισμός και οι έμφυλες διακρίσεις έχουν αρχίσει να συζητούνται σε άλλη βάση και να αναπτύσσεται έντονος προβληματισμός μέσα στο εργατικό κίνημα και στην επαναστατική αριστερά. Φαίνεται ότι τώρα είμαστε περισσότερο ώριμοι να ασχοληθούμε με αυτήν την φανερή ή κρυφή βία που διαπνέει όλες κοινωνικές πρακτικές και εκφράσεις της ζωής και να αντέξουμε να δούμε και τους εαυτούς μας μέσα σε αυτήν χωρίς την ντροπή και την άρνηση του παρελθόντος. Γιατί ο σεξισμός έχει πολύ βαθιές ρίζες σε πολλές εκφράσεις της ζωής, στην εκπαίδευση, την εργασία, την πολιτική, την τέχνη, στον ατομικό προσωπικό χώρο, στις σχέσεις μας.
Η έμφυλη ταυτότητα
Το φύλο είναι μια κοινωνική κατασκευή και σαν τέτοια αποτελεί μια κοινωνική σχέση, έχει κοινωνικό νόημα.
Ο ρόλος της οικογένειας μέσα στη διαδικασία ανάληψης του φύλου είναι καθοριστικός. Η διαδικασία ανάληψης φύλου πραγματοποιείται στο εσωτερικό της οικογένειας μέσα από τη διαδικασία ταυτίσεων με την μάνα και τον πατέρα. Οι ταυτίσεις αφορούν το κανονιστικό φάσμα του φύλου όπως παρουσιάζονται μέσα από τα κανονιστικά πρότυπα και τις ρυθμιστικές αρχές των εξουσιαστικών κοινωνικών σχέσεων που εδραιώνουν το ετεροφυλικό πρόταγμα και την ανδρική κυριαρχία, όπως αναφέρει η Κ. Μάτσα.
Πριν ακόμα γεννηθεί ένα παιδί, οι γονείς του φαντασιώνουν το πως θα είναι. Αυτή η φαντασίωση εμπεριέχει στοιχεία που διαφοροποιούνται ανάλογα με το φύλο του. Ακόμα και σε ένα βρέφος ημερών συμπεριφερόμαστε διαφορετικά ανάλογα με το φύλο του. Αυτές οι ταυτίσεις ωστόσο δεν οδηγούν πάντα στην ανάπτυξη της ταυτότητας του φύλου με τον κυρίαρχο τρόπο που ορίζουν τα πρότυπα τα φύλων για τον άνδρα και την γυναίκα.
Υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο βιολογικό φύλο (sex) και στο κοινωνικό φύλο (gender). Η βιολογία καθορίζει σε μεγάλο βαθμό αλλά δεν ταυτίζεται με το κοινωνικό περιεχόμενου του φύλου (gender). Δεν γεννιέσαι γυναίκα, γίνεσαι, λέει η Σιμόν Ντε Μπουβουάρ και θα συνεχίζαμε λέγοντας ότι δεν γεννιέσαι άντρας, λεσβία, ομοφυλόφιλος, τρανς κ.λπ. αλλά γίνεσαι.
Το φύλο λοιπόν δεν αποτελεί αναλλοίωτη φυσική οντότητα αλλά προϊόν όρων κοινωνικών, πολιτιστικών, που αλλάζουν μέσα στο χρόνο. Το περιεχόμενο της έννοιας του φύλου έχει ιστορική διάσταση, συγκροτείται και αναπαράγεται από ένα πλέγμα σχέσεων, λέει η Εφη Αβδελά.
Σε μια πατριαρχική κοινωνική δομή ο ρόλος της μητρότητας και της αναπαραγωγής είναι πρωταρχικός για την γυναίκα ενώ ο ρόλος του άντρα βασίζεται στον προστάτη, πολεμιστή, αυτόν που εργάζεται για να εξασφαλίσει τους πόρους εκτός της οικίας. Ό,τι διαφοροποιείται από το ετεροφυλικό πρόταγμα κινητοποιεί αρχαϊκούς φόβους και ρατσιστικές συμπεριφορές γιατί αμφισβητεί αυτήν ακριβώς την πρωταρχική επιταγή για τα φύλα, ξεφεύγει από την νόρμα και βάζει σε κίνδυνο την παραδοσιακή λειτουργία της οικογένειας.
Ο ανταγωνισμός των φύλων θεμελιώνεται πάνω σε ταξικούς ανταγωνισμούς, δεν πηγάζει από την ανθρώπινη φύση και την βιολογία, κατά τους Ενγκελς και Μαρξ. Άρα, η αμφισβήτηση των έμφυλων ιεραρχιών οφείλει να δώσει έμφαση στην ταξική φύση του ζητήματος. Ο πρώτος καταμερισμός εργασίας είναι αυτός ανάμεσα στα φύλα. Σύμφωνα με αυτόν τον καταμερισμό, σήμερα ακόμα, ο ρόλος της μητρότητας ανάγεται ως κυρίαρχος και αποκλειστικός για την γυναίκα όπως και ο ρόλος της νοικοκυράς. Ακόμα και όταν η γυναίκα μπαίνει στην εργασία οφείλει να ρυθμίσει έτσι τη ζωή της ώστε να μην διαταράσσεται ο παραδοσιακός της ρόλος
Μέσα από αιώνες μυθοπλασιών, δοξασιών και θρησκειών, στις γυναίκες αποδίδονται πολλά δεινά για την ανθρωπότητα. Η γυναίκα συχνά συμβολίζει την πηγή του κακού. Η γυναίκα είναι η αιτία που οι πρωτόπλαστοι διώχθηκαν από τον παράδεισο. Οι γυναίκες που ξεχώριζαν από το κανονικό, από τη νόρμα, καίγονταν σαν μάγισσες στις μεσαιωνικές πυρές. Η γυναίκα λοιπόν έχει ενδοβάλει το κοινωνικό στερεότυπο που την αναγάγει σαν πηγή τού κακού και ενοχοποιείται. Το ίδιο συμβαίνει και με το στερεότυπο του αδύναμου. Εσωτερικεύει την αδυναμία, έχει χαμηλή αυτοπεποίθηση σε σχέση με τον άνδρα και μεγαλώνει με μια διαρκή αίσθηση πόνου, ανασφάλειας, ντροπής και ταπείνωσης. Στο καπιταλιστικό εμπορευματικό στερέωμα επίσης αποδίδεται στη γυναίκα ένας κυρίαρχος ρόλος ως αντικείμενο σεξουαλική ηδονής.
Αγώνες ενάντια στις έμφυλες διακρίσεις
Σε όλες τις κοινωνικές επαναστάσεις, των τελευταίων αιώνων, μπαίνει το αίτημα της απελευθέρωσης της γυναίκας. Φαίνεται μάλιστα ότι ο βαθμός συμμετοχής των γυναικών στις κοινωνικές επαναστάσεις είναι ευθέως ανάλογος με το βαθμό της κοινωνικής ρήξης και της τομής που επιχειρεί να φέρει η επανάσταση αυτή. Στη Γαλλική Επανάσταση, στην Παρισινή Κομμούνα, στη Ρώσικη Επανάσταση του 17, οι γυναίκες μπήκαν μαζικά στην ιστορική κοινωνική αρένα, μαχόμενες μεταξύ άλλων και για την ίδια τους την θέση στην κοινωνία. Στην Ισπανική Επανάσταση οι γυναίκες συμμετείχαν στις πολιτοφυλακές και σε όλες τις πολιτικές διεργασίες, στην ελληνική επανάσταση 1941-49 οι γυναίκες πάλεψαν στην αντίσταση και στο αντάρτικο μαζί με τους άνδρες συντρόφους τους, δίπλα δίπλα σαν ίσοι. Πόσο διαφορετική κουλτούρα και ηθική ανάμεσα στα φύλα μπορεί να έχει αναδυθεί μέσα από τέτοιους κοινωνικούς αγώνες. Οι ελληνίδες επαρχιώτισσες, την περίοδο 1941-49 βγήκαν στο βουνό όχι μόνο για κοινωνική απελευθέρωση αλλά ταυτόχρονα για την απελευθέρωση από τον άντρα, πατέρα, αδελφό αφέντη. Το 1/3 των μαχητών του ΕΛΑΣ ήταν γυναίκες και αυτό το ποσοστό φαίνεται εντυπωσιακό για την ελληνική συντηρητική κοινωνία της εποχής αυτής.
Στο φεμινιστικό κίνημα και στο LOAT κίνημα οφείλουμε την υπέρβαση του δυιστικού κανονιστικού οικοδομήματος ‘αρσενικό – θηλυκό’ και τη διεύρυνση του φάσματος των κατηγοριών του φύλου. Στον αγώνα όλων αυτών των κινημάτων οφείλουμε τη διάκριση ανάμεσα στο βιολογικό φύλο (sex) και στο κοινωνικό φύλο (gender).
Τα τελευταία χρόνια έχουν ενταθεί οι ρατσιστικές και ομοφοβικές επιθέσεις σε ανθρώπους που τολμούν να υπερβούν το κανονιστικό πρότυπο των φύλων. Ταυτόχρονα τα κινήματα LOAT έχουν αρχίσει να διεκδικούν δυναμικά το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό της έμφυλης ταυτότητας και να αγκαλιάζoνται από ευρύτερα κομμάτια του κινήματος. Αυτή η σύνδεση δίνει ένα πολιτικό περιεχόμενο σε αυτή τη διεκδίκηση. Το κίνημα LOAT έχει βγει από το περιθώριο και έχει γίνει κομμάτι της διεκδίκησης ενός ευρύτερου κινήματος. Αυτό εγείρει όλα τα ρατσιστικά και ομοφοβικά αντανακλαστικά της κοινωνίας και έχουμε συχνά βίαιες επιθέσεις από ακροδεξιούς και φασίστες σε όλα τα μέρη της ελληνικής επικράτειας. Οι συγκεκριμένες επιθέσεις δεν είναι άσχετες με την άνοδο της επιρροής της Χρυσής Αυγής και άλλων φασιστικών ‘παραφυάδων’ που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Ο φασισμός, ο ρατσισμός και η ομοφοβία λειτουργούν πάντα μαζί.
Η εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 και τα χρόνια της κρίσης που ακολουθούν από το 2008 μέχρι σήμερα, έχουν φέρει μια τομή στην ελληνική κοινωνία. Έχουν επιταχύνει το ξέσπασμα των κοινωνικών αντιφάσεων και έχουν αναπτύξει τις ταξικές και κοινωνικές συγκρούσεις. Πολλά εγχειρήματα αυτοοργάνωσης έχουν την πηγή τους σε αυτή την συνθήκη. Με αυτή τη νέα συνθήκη για την ελληνική πραγματικότητα, μέσα σε αυτούς τους χώρους, τις καταλήψεις, τα στέκια κ.λπ. μπαίνει σε μια νέα διάσταση ο προβληματισμός για τον σεξισμό, την έμφυλη βία και την ταυτότητα του φύλου. Από το περιθώριο έρχεται στο επίκεντρο της συζήτησης και των νέων πρακτικών και διεργασιών.
Ακραίες μορφές έμφυλης βίας
Οι ακραίες μορφές της έμφυλης βίας εντείνονται τόσο σε όλα πολεμικά μέτωπα όσο και στον λεγόμενο ανεπτυγμένο κόσμο.
Ο βιασμός είναι ένα πολεμικό όπλο που χρησιμοποιείται για την κατάκτηση και καθυπόταξη των λαών. Είναι μια βάρβαρη πρακτική που συναντάς σε κάθε πόλεμο και σήμερα. Όχι μόνο στην μακρινή Ρουάντα, όπου το 1994 το 80% των γυναικών είχαν βιαστεί, αλλά στη Γιουγκοσλαβία, στην περιφέρεια της Ευρώπης, μόλις λίγο πριν το τέλος τους 20ου αιώνα, 15.000 – 20.000 γυναίκες βιάστηκαν κατά την δεκαετία του ‘90. Στην καρδιά της Ευρώπης, και όχι σε κάποια περιφέρεια, στη Γαλλία και Γερμανία στο τέλος του Β’ Π.Π. περίπου 15.000 γυναίκες βιάστηκαν από τους απελευθερωτές στρατιώτες. Στον πόλεμο της προσφυγιάς και στο ταξίδι προς την ελπίδα (ή το ταξίδι της απελπισίας) οι γυναίκες πρόσφυγες από τη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν και την Β. Αφρική βιάζονται και κακοποιούνται από τους διακινητές τους σήμερα.
Δεν πρόκειται για ένα απλό έγκλημα «κατά της γενετήσιας ελευθερίας». Η σεξουαλικότητα δεν εξαντλείται στη γενετήσια σφαίρα, σηματοδοτεί όλη την περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης όπως αναφέρει η Φ. Τσαλίκογλου. «H απροκάλυπτη βία», συνεχίζει, «που ασκείται με το βιασμό δεν διακυβεύει μόνο τη γενετήσια ελευθερία της γυναίκας αλλά και τη συνολική δομή της ύπαρξής της. Ο σεξουαλικός καταναγκασμός σηματοδοτεί για τη γυναίκα το χώρο μιας τρομαχτικής σιωπής, ένα χώρο ακύρωσης του εαυτού, ακύρωσης μιας από τις πιο θεμελιακές ίσως ανθρώπινες επιθυμίες, της ερωτικής».
Η ανάλυση της συμπεριφοράς του βιαστή υποδηλώνει ότι στόχος του δεν είναι η σεξουαλική απόλαυση αλλά η υποταγή, ο εξευτελισμός, η ταπείνωση της γυναίκας. Σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες ο βιασμός είναι ένα έγκλημα στο οποίο υπάρχει μεγάλη κοινωνική ανοχή.
Στην Ελλάδα, σήμερα, μόνο το 10 -15% των βιασμών καταγγέλλονται. Από αυτούς εξιχνιάζονται μόνο οι μισοί και από αυτούς μόνο στις μισές περιπτώσεις τιμωρείται ο δράστης. Δηλαδή μόνο το 3-4% των βιαστών τιμωρούνται. Οι περισσότεροι βιασμοί γίνονται από οικεία πρόσωπα συχνά εντός οικογενειακού περιβάλλοντος και όταν δεν υπάρχουν εμφανή σημάδια βίας, όπως τραυματισμοί κ.λπ., δεν στοιχειοθετούνται.
Ο βιασμός εξακολουθεί να είναι το μόνο ίσως έγκλημα που το θύμα μετατρέπεται σε θύτη. Αυτό έδειξε για μια ακόμη φορά το γεγονός του πρόσφατου βιασμού στη Ξάνθη όπου οι δύο δράστες αθωώθηκαν ομόφωνα, ενώ η βιασθείσα αναγκάστηκε να παρατήσει τις σπουδές της και να αλλάξει πόλη.
Μόλις το 2006 η ελληνική νομοθεσία αναγνώρισε τον βιασμό και εντός του γάμου ενώ από 1984 και μετά ο βιασμός μετατρέπεται σε αδίκημα που διώκεται αυτεπάγγελτα.
Όσον αφορά την πορνεία και το trafficking που είναι μια σύγχρονη μορφή σκλαβιάς από τις χειρότερες και πιο βάρβαρες, η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες διακίνησης με πολύ ψηλά ποσοστά συγκριτικά με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Υπολογίζεται ότι την δεκαετία του 90, μετά την διάλυση των χωρών του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού, περίπου 60.000 – 80.000 γυναίκες διακινήθηκαν στην Ελλάδα και υπέφεραν τον εξαναγκασμό στην πορνεία. Οι ελάχιστες περιπτώσεις δίωξης των κυκλωμάτων διακίνησης και οι ακόμα λιγότερες καταδίκες επιβεβαιώνουν τον κανόνα: το trafficking είναι ένα έγκλημα που κατά κανόνα μένει ατιμώρητο. Στα κυκλώματα αυτά, εμπλέκονται αστυνομικές, τελωνειακές και συνοριακές αρχές, ενώ τα θύματα μένουν απροστάτευτα.
Αυτό που πραγματικά εντυπωσιάζει, όμως, είναι το γεγονός ότι ο ίδιος ο πορνοπελάτης μένει στο απυρόβλητο. Όχι μόνο κανένας πελάτης ποτέ δεν διώχθηκε ή τιμωρήθηκε αλλά δεν εγείρεται κανένας προβληματισμός, καμιά συζήτηση για την δική του ευθύνη. Την ίδια στιγμή που το ποινικό σύστημα προβλέπει κυρώσεις για την αγορά ενός προϊόντος που αποκτήθηκε και διακινείται παράνομα, ο πορνοπελάτης που αγοράζει μια υπηρεσία σεξ, κατά τεκμήριο παράνομη ως προϊόν καταναγκασμού δεν διώκεται ούτε τιμωρείται. Αντίθετα προστατεύεται.
Ακραίο, αλλά όχι έσχατο, παράδειγμα τέτοιας πρακτικής είναι η διαπόμπευση των 32 οροθετικών γυναικών, το 2012, από τον τότε υπουργό Λοβέρδο με τη συνεργασία της αστυνομίας, των ΜΜΕ και του ΚΕΕΛΠΝΟ. Στις κοπέλες αυτές ασκήθηκε ποινική δίωξη για πρόκληση σωματικής βλάβης από πρόθεση γιατί εκδίδονταν ενώ ήταν οροθετικές. Οι περισσότερες δεν γνώριζαν ότι ήταν φορείς του ιού HIV. Η δίωξή τους συνοδεύτηκε από διαπόμπευση και στιγματισμό. Κάποιες από αυτές δεν ζουν πλέον. Οι υπόλοιπες έχουν αθωωθεί αλλά δεν έχουν αποζημιωθεί για όσα υπέφεραν και υποφέρουν εξ αιτίας του στιγματισμού αυτού.
Πού βρίσκεται άραγε η ευθύνη του πελάτη που πληρώνει παραπάνω για σεξ χωρίς προφύλαξη, και επιστρέφει μετά ανακουφισμένος στην «Αγία του Οικογένεια», έχοντας την συνείδησή του ήσυχη, προστατευμένη από την σιωπηρή ανοχή της μικροαστικής ηθικής μας;
Προβληματισμοί και διλήμματα
Κάποιες φορές μπροστά στην αγωνία μας να καταγγείλουμε και να ανατρέψουμε τα στερεότυπα των φύλων μπαίνουμε σε μια διαδικασία να αρνηθούμε το ίδιο το φύλο και την διαφορετικότητα που αντιπροσωπεύει.
Το γεγονός ότι το φύλο είναι μια κοινωνική κατασκευή δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι είναι μια ‘κακή’ κατασκευή. Εξαρτάται από τα ‘υλικά’ από τα οποία κατασκευάζεται. Αν η κοινωνία διαπνέεται από σχέσεις κυριαρχικές, εξουσιαστικές, βασισμένες στην ανισότητα, τότε αυτές οι σχέσεις ενσταλάζονται και αντανακλώνται, όχι άμεσα αλλά με διάφορες διαμεσολαβήσεις και συμβολοποιήσεις και στο περιεχόμενο του φύλου. Αν δηλαδή η κοινωνία εμπεριέχει την ανισότητα ως συστατικό της δομικό στοιχείο τότε και το περιεχόμενο του φύλου θα εμπεριέχει ανισότητα. Το όραμά μας λοιπόν δεν μπορεί να είναι η ανάδειξη του ‘μη – φύλου’ ούτε η εξαφάνιση της κάθε διαφορετικότητας των φύλων. Αυτό θα παρέπεμπε σε ένα ιδιότυπο ρατσισμό. Δεν μπορεί την ίδια στιγμή που αναγνωρίζουμε το δικαίωμα στη διαφορετικότητα αλλού να μην αναγνωρίζουμε το δικαίωμα της διαφορετικότητας ανάμεσα στο αρσενικό – θηλυκό. Οφείλουμε και μπορούμε να υπερβούμε το δίλημμα ‘διαφορετικότητα ή ισότητα’. Οι άντρες και οι γυναίκες, οι ομοφυλόφιλοι και οι λεσβίες, οι τρανς, μπορούμε να είμαστε διαφορετικοί και ταυτόχρονα ίσοι και αλληλέγγυοι. Παλεύουμε ενάντια στα στερεότυπα που παράγουν ή αναπαράγουν την ανισότητα ή προκύπτουν από αυτήν. Η διαφορετικότητα είναι ομορφιά και πλούτος.
Κάποιες φορές, η λαχτάρα των γυναικών να κάνουν τα πάντα μόνες τους χωρίς τους άνδρες, τους οποίους βλέπουν μόνο ως ανταγωνιστές ή δυνάστες, τις οδηγούν να αναλάβουν ένα μοναχικό δρόμο στη ζωή και ένα μοναχικό δρόμο προς την μητρότητα. Πότε άραγε αυτή η επιλογή είναι επίτευγμα της χειραφέτησης της γυναίκας από τον άνδρα και πότε είναι απομόνωση και μοναξιά;
Θα νιώσουμε άραγε πανικό αν το κοριτσάκι μας παίζει με τις κούκλες και τις ταΐζει με τα κουζινικά, θεωρώντας ότι έχει εσωτερικεύσει τα κυρίαρχα κοινωνικά στερεότυπα των φύλων ή θα θεωρήσουμε ότι μπορούμε να του επιτρέψουμε να παίξει και να φαντασιώσει και αυτόν τον ρόλο που πιθανά θα τον αναλάβει όταν μεγαλώσει – όχι ως αποκλειστικότητα. Αντίθετα, θα νιώσουμε πανικό και αγωνία αν το μικρό αγοράκι κάνει το ίδιο παιχνίδι;
Πώς θα σταθούμε μπροστά σε μια νομοθετική ρύθμιση, ευνοϊκή υπέρ των γυναικών π.χ. για πρόωρη σύνταξη ή σε μια ανάλογη διεκδίκηση; Θα την καλωσορίσουμε σαν μια αναγνώριση της απλήρωτης γυναικείας εργασίας εντός του σπιτιού, σαν μια προσπάθεια για την επανόρθωση της ανισότητας ή θα θεωρήσουμε ότι θεσμοθετεί και αναγνωρίζει, αυτή την εντός σπιτιού εργασία και φροντίδα παιδιών, ως αποκλειστικότητα των γυναικών και άρα θα την πολεμήσουμε ως αναχρονιστική και άνιση;
Μπορούμε να καλλιεργήσουμε μια άλλη ηθική και κουλτούρα στις σχέσεις των φύλων από τώρα χωρίς να τη μεταθέτουμε στον ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, μετά την επανάσταση; Να απελευθερωθούμε από την βία και την ανισότητα των διακρίσεων; Να μιλήσουμε για την δυσκολία μας ή προθυμία μας να το πράξουμε; Μπορούμε να δοκιμάσουμε να κάνουμε πράξη μια κουλτούρα αλληλεγγύης συντροφικότητας και συνεργασίας ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες και σε όλο το φάσμα των φύλων, ενάντια στα στερεότυπα και τους καταναγκασμούς;
Δύο από τα ιστορικά παραδείγματα που άνοιξαν δρόμους…
Στην Αμερική που συνταράσσεται από τον πόλεμο του Βιετνάμ και τα κινήματα της δεκαετίας ‘60, στο Μανχάταν, λειτουργεί το gay bar ‘stonewall inn’. Έχει γίνει στόχος της μαφίας και της αστυνομίας η οποία καθημερινά διώκει, χλευάζει και ταπεινώνει τους θαμώνες του.
Τον Ιούνιο του 1969 οι θαμώνες του ‘stonewall’ αποφασίζουν ότι δεν θα ανεχτούν πλέον τη στάση της αστυνομίας και του κράτους και ξεκινούν μια εξέγερση με κέντρο το ‘stonewall’ bar. Για μια εβδομάδα εκτυλίσσονται άγριες συγκρούσεις σώμα με σώμα με τις ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας. Στον χώρο συσπειρώνονται ομάδες της αριστεράς, του αμερικανικού αντιπολεμικού κινήματος και μέλη των Μαύρων Πανθήρων, τα συνθήματα των οποίων χρησιμοποιούνται και μετασχηματίζονται: το ‘Black is Beautifull’ γίνεται ‘Gay is Good’ και το ‘Black Power’ γίνεται ‘Gay Power’.
Μέσα από αυτήν την εξέγερση των LOAT φτιάχτηκε μια ομάδα που ονομάστηκε ‘Απελευθερωτικό Μέτωπο Ομοφυλόφιλων’ κατά το ‘Απελευθερωτικό Μέτωπο Βιετνάμ’. Στην πρώτη της διακήρυξη αναφέρει: «Είμαστε μια επαναστατική ομάδα ομοφυλόφιλων Ανδρών και Γυναικών που διαμορφώθηκε με την πεποίθηση ότι η σεξουαλική απελευθέρωση όλων των ανθρώπων δεν μπορεί να επιτευχθεί αν δεν καταργηθούν οι υπάρχοντες κοινωνικοί θεσμοί. Θα βρισκόμαστε πάντα στο πλευρό όλων των καταπιεσμένων, δίπλα στον αγώνα των κατοίκων του Βιετνάμ, δίπλα στους ανθρώπους του τρίτου κόσμου, στους μαύρους, στους εργάτες, σε όσους δηλαδή καταπιέζονται από το βρώμικο και γαμημένο καπιταλιστικό σύστημα».
Μερικές δεκαετίες αργότερα οι γυναίκες του Δυτικού Κουρδιστάν, της Ροζάβα, φτιάχνουν τον πρώτο καθαρά γυναικείο στρατό. Το σύνθημα της Ροζάβα είναι: «Η Επανάσταση δεν θα σώσει τις γυναίκες αλλά χρειάζεται την σκέψη, την δράση και την οργάνωση των γυναικών. Η Επανάσταση χρειάζεται το χρώμα της γυναίκας».
Bιβλιογραφικές αναφορές
Φ. Τσαλίκογλου, Μυθοπλασίες βίας και καταστολής, Παπαζήσης 1996
Μ. Φουκώ, Η Ιστορία της σεξουαλικότητας, τ. Ι H δίψα της γνώσης, Ράππας 1982
Φ. Ενγκελς, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, Σύγχρονη Εποχή 1997
Μαρξ, Εγκελς, Λενιν, Για το γυναικείο ζήτημα, Σύγχρονη Εποχή 1987
Μ. Άκελσμπεργκ, Τ. Καπλάν, Λ. Ουίλλιζ, Οι γυναίκες στην Ισπανική Επανάσταση, Αυτόνομη Γυναικεία Εκδοτική Ομάδα 1988
Γ. Λάζος, Πορνεία και διεθνική σωματεμπορία στη σύγχρονη Ελλάδα, τ. Ι και ΙΙ, Καστανιώτης 2002
Ε. Αβδελά, Ιστορία των γυναικών, Ιστορία του φύλου, Φεμινιστική Ιστορία, Δίνη 6 1993
Κ. Μάτσα, Η διαφορά των φύλων και οι αντιστάσεις των γυναικών, εισήγηση στο εκπαιδευτικό camping του ΕΕΚ, Aγιόκαμπος, 25/7/2014 και στο αυτοδιαχειριζόμενο θέατρο ΕΜΠΡΟΣ 8/3/2014
Α. Αθανασίου, Π. Χατζαρούλα, Ρ. Αστρινάκη, Mελέτες για το φύλο στην ανθρωπολογία και την ιστορία, Αλεξάνδρεια 1012
Αλίντα Δημητρίου, Η ζωή στους βράχους, ντοκιμαντέρ 2009
Αρης Χατζηστεφάνου, infowar: τα gaybar που άλλαξαν τον κόσμο, ραδιοφωνική εκπομπή στο Κόκκινο 21 Ιουνίου 2016
[Το κείμενο αυτό αποτέλεσε βάση εισήγησης για το διήμερο αντιρατσιστικό φεστιβάλ ΕΑΑΚ-ΑρΚΑΣ στη σχολή Καλών Τεχνών, τον Μάιο 2017]