Στις 23 Φεβρουαρίου είχε καθιερωθεί να γιορτάζεται η Ημέρα του Κόκκινου Στρατού. Ο Κόκκινος Στρατός ιδρύθηκε με διάταγμα της σοβιετικής εξουσίας, στις 23 Φεβρουαρίου 1918. Ήταν ο επαναστατικός στρατός των εργατών και αγροτών που ίδρυσαν οι Μπολσεβίκοι, ορίζοντας ως επικεφαλής τον Τρότσκυ, για να υπερασπίσουν την Οκτωβριανή σοσιαλιστική επανάσταση από την αντεπαναστατική εκστρατεία των τσαρικών στρατηγών και των συνασπισμένων μεγαλοκαπιταλιστών και φεουδαρχών, τους οποίους συνέδραμαν οι στρατιές 15 ιμπεριαλιστικών χωρών (ανάμεσά τους και η Ελλάδα) που εισέβαλαν για να καταπνίξουν την νεαρή σοβιετική δημοκρατία. Όμως, ο νεοσύστατος Κόκκινος Στρατός αναδείχθηκε νικητής! Το κείμενο που ακολουθεί, το δεύτερο της σειράς από το Militant, περιγράφει το πώς ο Τρότσκι οργάνωσε τον Κόκκινο Στρατό και σφυρηλάτησε εκείνη την ακατανίκητη δύναμη άμυνας της επανάστασης. Η ηρωική αντίσταση του Κόκκινου Στρατού κατά της γερμανικής ναζιστικής εισβολής είναι συνδεμένη με τις επαναστατικές παραδόσεις πάνω στις οποίες χτίστηκε και γαλουχήθηκε ο Κόκκινος Στρατός των Εργατών και των Αγροτών μετά τη νίκη της Οκτωβριανής σοσιαλιστικής επανάστασης. Γράφτηκε από τον John G. Wright, ηγετικό στέλεχος του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (SWP) της τροτσκιστικής οργάνωσης των ΗΠΑ, μεταφραστή πολλών έργων του Τρότσκυ, και αρθρογράφο. Δημοσιεύτηκε στην βδομαδιάτικη εφημερίδα Μίλιταντ, τον Οκτώβριο του 1941, λίγο μετά τη γερμανική ναζιστική εισβολή στην ΕΣΣΔ. Η μετάφραση στα ελληνικά έγινε από τον Σάββα Στρούμπο από το The Militant, Vol. 2 No. 8, October 1941. Η Νέα Προοπτική θα δημοσιεύσει μια σειρά άρθρων γύρω από τον Κόκκινο Στρατό και μεταφράσεις από τα Στρατιωτικά Έργα του Λέον Τρότσκυ. Θ.Κ.
του John G. Wright
Στα παλιά δυτικά πεδία μάχης του Εμφυλίου Πολέμου του 1918-1920, ο Κόκκινος Στρατός και οι σοβιετικές μάζες διεξάγουν τώρα τον δεύτερο επαναστατικό πόλεμο στη σύγχρονη εποχή. Οι αρχικές φάσεις αυτού του τιτάνιου αγώνα διεξάγονται υπό την ηγεσία του Στάλιν και της κλίκας του των σφετεριστών, που κάνουν ό,τι μπορούν για να προσαρμόσουν τον επαναστατικό πόλεμο στο γραφειοκρατικό ζουρλομανδύα του Κρεμλίνου. Αλλά αυτό δεν αλλάζει και δεν μπορεί να αλλάξει την ταξική φύση της ναζιστικο-σοβιετικής σύγκρουσης. Η ρωσική επανάσταση γράφει τώρα στις σελίδες της ιστορίας το δεύτερο μεγάλο κεφάλαιο του στρατιωτικού της αγώνα ενάντια στον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό και την παγκόσμια αντεπανάσταση.
Μόνο εκείνοι που δεν μπορούν να διαβάσουν τη γλώσσα της ιστορίας δεν θα καταλάβουν την έννοια του ηρωισμού και του ανυπότακτου πνεύματος των σοβιετικών μαχητών, που ανάβουν μια νέα ελπίδα στις καρδιές των καταπιεσμένων σε όλο τον κόσμο. Οι μεγαλύτερες κατακτήσεις του Οκτώβρη ζουν ακόμα! Και ένα από τα κρίσιμα επιτεύγματα της επανάστασης ήταν η δημιουργία του Κόκκινου Στρατού.
Ο Κόκκινος Στρατός ήταν και θα παραμείνει πάντα συνδεδεμένος με τα ονόματα των μεγάλων ηγετών του Μπολσεβικισμού, του Λένιν και του Τρότσκι. Όχι μόνο η ηγεσία στην οργάνωση και την οικοδόμηση του στρατού, αλλά και η πρωτοβουλία για τον σχηματισμό του, προήλθε από τον Λέoν Τρότσκι. Ήταν ο ακούραστος εμπνευστής κάθε αποφασιστικού βήματος που έγινε προς αυτήν την κατεύθυνση. Το διάταγμα για την καθιέρωση της καθολικής υποχρεωτικής στρατιωτικής εκπαίδευσης εγκρίθηκε στις 22 Απριλίου 1918 από την Πανρωσική Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ βάσει της έκθεσης του Τρότσκι σε αυτό το σώμα. Δύο εβδομάδες μετά το σχηματισμό του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου τον Μάρτιο του 1918, ο Τρότσκι ορίστηκε πρόεδρός του. Όταν το σώμα αυτό αντικαταστάθηκε, τον Σεπτέμβριο, από το Επαναστατικό Στρατιωτικό Συμβούλιο, παρέμεινε πρόεδρος.
Ακριβώς επειδή το όνομα του Τρότσκι είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον σχηματισμό και τη ζωή του Κόκκινου Στρατού, η ιστορία του έχει κατασταλεί ή παραποιηθεί. Τα μεγάλα μαθήματα της δημιουργίας του έχουν καταπατηθεί. Ο ρόλος του στη ζωή της σοβιετικής εξουσίας είναι εντελώς κρυμμένος. Όσοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα από το μαρξισμό, μπορούν άνετα να υποβαθμίσουν το ζήτημα του Κόκκινου Στρατού σε καθαρά στρατιωτικούς όρους. Για εμάς, τα στρατιωτικά επιτεύγματα της ΕΣΣΔ συνδέονται άρρηκτα με τις ταξικές δυνάμεις και την ταξική πολιτική. Ο Κόκκινος Στρατός αντιπροσωπεύει μία από τις μεγάλες πολιτικές κατακτήσεις του Μπολσεβικισμού.
Ο κοινωνικός ρόλος του Κόκκινου Στρατού
Όπως κάθε στρατός, ο Κόκκινος Στρατός δεν είναι κάτι ξεχωριστό από το κράτος, αλλά, αντίθετα, αποτελεί την πεμπτουσία του σοβιετικού κράτους που, με τη σειρά του, αντιπροσωπεύει μια νέα και πρωτοφανή μορφή πολιτικής δύναμης. Χωρίς το ουσιαστικό όργανο του Κόκκινου Στρατού, το εργατικό κράτος δεν θα μπορούσε να αντέξει για περισσότερο από λίγους μήνες. Δεν θα μπορούσε ποτέ να επιζήσει στα χρόνια της σταλινικής κυριαρχίας. Και πάλι, αυτό δεν πρέπει να γίνει κατανοητό με μια καθαρά στρατιωτική έννοια. Στη ζωή του εργατικού κράτους, ο στρατός παίζει έναν ρόλο που είναι ποιοτικά διαφορετικός από τον ρόλο που διαδραματίζουν οι στρατιωτικές δυνάμεις σε μια ταξική κοινωνία που κυβερνάται από μια εκμεταλλευτική μειοψηφία. Τα αστικά στρατεύματα χρησιμεύουν ως όργανα εξαναγκασμού και καταπίεσης. Ο ιδανικός στρατιώτης της αστικής τάξης είναι ένα υπάκουο αυτόματο που δεν σκέφτεται και δεν θέτει ερωτήματα. Με τον Κόκκινο Στρατό και τον Κόκκινο στρατιώτη συμβαίνει κάτι τελείως διαφορετικό. Αρκεί να επισημάνουμε ότι στη ζωή του Λένιν και πολύ μετά το θάνατό του, ο Κόκκινος Στρατός χρησίμευσε ως πολιτικός και πολιτιστικός θεσμός που ερχόταν δεύτερος μονάχα μετά το μπολσεβίκικο κόμμα. Το άνθος της νεολαίας της χώρας έλαβε στις τάξεις του όχι μόνο τη στρατιωτική εκπαίδευση αλλά και πολιτική και πολιτιστική εκπαίδευση. Επιπλέον, ο Κόκκινος Στρατός έχει ουσιαστικά ενσωματωθεί από την αρχή με τους παραγωγικούς τομείς της χώρας. Οι κόκκινοι στρατιώτες έλαβαν μέρος της εκπαίδευσής τους σε βιομηχανικές επιχειρήσεις που συνδέονταν στενότερα με την άμυνα και, κατά συνέπεια, ήταν από τις πιο προηγμένες τεχνολογικά.
Η κολοσσιαία πολιτιστική μετατόπιση που προέκυψε μέσω της οργάνωσης του στρατού, έβγαλε τεράστια στρώματα αγροτών από τη βαρβαρότητα της αγροτικής ζωής. Στην πραγματικότητα, αυτό προετοίμασε σε μεγάλο βαθμό το έδαφος για τις μελλοντικές επιτυχίες της εκβιομηχάνισης. Και αυτά με τη σειρά τους ενήργησαν για να ενισχύσουν τη στρατιωτική δύναμη του στρατού.
Το Κρεμλίνο φυσικά προσπαθεί να σφετεριστεί την ηρωική αντίσταση του Κόκκινου Στρατού, αλλά ο Στάλιν δεν θα το πετύχει αυτό.
Εμείς οι Τροτσκιστές συνδέουμε την παρούσα ηρωική αντίσταση των Κόκκινων στρατιωτών απευθείας με τον Ρωσικό Οκτώβρη και τον Εμφύλιο Πόλεμο. Όποιος εκπλήσσεται από τη δύναμη της Σοβιετικής αντίστασης δεν γνωρίζει ότι μόνο η επανάσταση εξαπολύει δυνάμεις ικανές να ξεπεράσουν τα ανυπέρβλητα εμπόδια. Αυτό αποδεικνύεται στα πεδία της μάχης σήμερα. Αυτό απεικονίστηκε παραστατικά το 1918 στην οργάνωση του πρώτου νικηφόρου στρατού της προλεταριακής επανάστασης.
Πώς ο Τρότσκι έχτισε τον Κόκκινο Στρατό
Τι περιελάμβανε πραγματικά το έργο της οικοδόμησης του Κόκκινου Στρατού; Περιλάμβανε τη μετάφραση σε στρατιωτικούς όρους των μεγάλων πολιτικών καθηκόντων της σοβιετικής εξουσίας. Όπως επεσήμανε ο Τρότσκι:
«Τα περισσότερα από τα ζητήματα αρχής και οι δυσκολίες σε σχέση με το εποικοδομητικό έργο των Σοβιέτ κατά τα επόμενα χρόνια συναντήθηκαν πρώτα απ’ όλα στη στρατιωτική σφαίρα και εδώ σε πιο συγκεντρωμένη μορφή».
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Λένιν συνεχώς αναφερόταν στις εμπειρίες του στρατού σε κάθε κρίσιμο στάδιο της ανάπτυξης της Σοβιετικής Ένωσης στη ζωή του. Η εκτίμηση του Λένιν ήταν αυτή:
«Στην οργάνωση του Κόκκινου Στρατού, η συνάφεια και η σταθερότητα της προλεταριακής ηγεσίας, σε μια συμμαχία μεταξύ των εργατών και της εκμεταλλευόμενης αγροτιάς εναντίον όλων των εκμεταλλευτών, πραγματοποιήθηκε λαμπρά». (Lenin’s Collected Works, τόμος XVII, σελ. 412–414.)
Ο Στρατός, όπως και τα Σοβιέτ, αντλεί τη δύναμή του από την πλήρη εμπιστοσύνη και την υποστήριξη των μαζών. Σε μια επιστολή προς τον Λένιν που γράφτηκε το 1918 στο πρώτο του ταξίδι στο μέτωπο, ο Τρότσκι είπε:
«Χτίζω έναν οργανισμό που υπολογίζεται για έναν μακρύ πόλεμο. Είναι απαραίτητο να γίνει αυτός ο πόλεμος λαϊκός. Οι εργαζόμενοι πρέπει να αισθανθούν ότι αυτός είναι δικός τους πόλεμος.»
Υπενθυμίζοντας την εμπειρία εκείνων των ημερών, ο Τρότσκι έγραψε στην αυτοβιογραφία του: «Οι πρώτες γραμμές των μαζών, έπρεπε να συνειδητοποιήσουν τον θανάσιμο κίνδυνο της κατάστασης. Η πρώτη προϋπόθεση για την επιτυχία ήταν να μην κρύψουμε τίποτα, την αδυναμία μας πάνω απ’ όλα, όχι για να παίξουμε με τις μάζες, αλλά για να ονομάσουμε τα πάντα με το σωστό τους όνομα.»
Η Κόκκινη διοίκηση δεν δίστασε ποτέ να αποκαλύψει τη ζοφερή αλήθεια ενώπιον του στρατού και της χώρας. Χαρακτηριστικό αυτής της στάσης ήταν η εντολή που εκδόθηκε στις 18 Οκτωβρίου 1919 κατά τη διάρκεια της υπεράσπισης της Πετρούπολης εναντίον του Γιουντένιτς, όταν ο Τρότσκι εξέδωσε οδηγίες: «να μην σταλούν ψευδείς αναφορές για τους σκληρούς αγώνες, όταν η πραγματική αλήθεια ήταν ο πικρός πανικός. Τα ψέματα θα τιμωρηθούν ως προδοσία. Η στρατιωτική εργασία παραδέχεται λάθη, αλλά όχι ψέματα, εξαπάτηση και αυταπάτη.» Σε αντίθεση με αυτό, το σταλινικό καθεστώς, το οποίο δεν έχει εμπιστοσύνη στις μάζες και τις φοβάται φοβερά, καταφεύγει πάντοτε στα ψέματα που η επανάσταση επιδίωξε να τιμωρήσει ως προδοσία.
Η επανάσταση καταδίκασε το ψέμα επειδή το πρωταρχικό καθήκον ήταν να εκπαιδεύσει και να προετοιμάσει τις μάζες για τον σοσιαλισμό.
«Για εμάς», έγραψε ο Τρότσκι, «τα καθήκοντα της εκπαίδευσης στον σοσιαλισμό ήταν στενά συνδεδεμένα με αυτά της μάχης. Τα ιδανικά που μπαίνουν στο μυαλό κάτω από τη φωτιά παραμένουν εκεί με ασφάλεια και για πάντα».
Στο χωνευτήρι του Εμφυλίου Πολέμου, εκατομμύρια επί εκατομμυρίων εκπαιδεύτηκαν με γνώμονα τον διεθνισμό και την αφοσίωση στο εργατικό κράτος. Αυτή η παράδοση ήταν τόσο ισχυρή που συνεχίστηκε αναγκαστικά με την εκπαίδευση κι άλλων εκατομμυρίων στα επόμενα χρόνια, ακόμη και μετά τον σταλινικό εκφυλισμό της Σοβιετικής Ένωσης. Για παράδειγμα, όταν ο M.M. Λάντα, ο τότε εκδότης του Ερυθρού Αστέρα, επίσημου όργανου του Κόκκινου Στρατού, έγραψε ένα φυλλάδιο (το οποίο μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες) το 1934 για τον Κόκκινο Στρατό, ανέφερε τον ίδιο τον Στάλιν ως αυθεντία για το γεγονός ότι:
«Η δύναμη του Κόκκινου Στρατού έγκειται σε αυτό, ότι από τις πρώτες μέρες της γέννησής του έχει ανατραφεί στο πνεύμα του διεθνισμού».
Στην πρώτη σύνοδο του Πρώτου Παγκόσμιου Συνεδρίου της Κομιντέρν στις 2 Μαρτίου 1919, ο Τρότσκι έδωσε μια έκθεση για τον Κόκκινο Στρατό στην οποία είπε στους συγκεντρωμένους αντιπροσώπους:
«Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι οι εργάτες-κομμουνιστές που αποτελούν τον πυρήνα αυτού του στρατού αισθάνονται ότι δεν είναι μόνο ο φύλακας της Ρωσικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας αλλά και ο Κόκκινος Στρατός της Τρίτης Διεθνούς».
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, ο Στάλιν, που εν τω μεταξύ πρόδωσε τον διεθνισμό, εξακολουθούσε να είναι υποχρεωμένος να επαναλαμβάνει το ίδιο, επειδή αυτή η παράδοση ήταν βαθιά ριζωμένη, πάνω απ’ όλα στον ίδιο το στρατό.
Η επιρροή του στρατού δεν περιορίστηκε στις δικές του τάξεις. Μία από τις κύριες λειτουργίες των Κομσομόλων -της Ρωσικής Κομμουνιστικής Ένωσης Νέων- ήταν η εργασία σε σχέση με την ανάπτυξη του στρατού και του στόλου. Αυτή η στενή σχέση μεταξύ της νεολαίας και των ενόπλων δυνάμεων ήταν αναμφίβολα ένας από τους λόγους της πολιτικής απαλλοτρίωσης της νεολαίας από το Κρεμλίνο το 1936, όταν η Κομσομόλ μετατράπηκε σε μη πολιτική οργάνωση.
Επιπλέον, ο τακτικός στρατός συμπληρώθηκε από περιφερειακές πολιτοφυλακές και από πολιτικούς φορείς όπως η Ossoaviakhim (Εταιρεία Βοήθειας στην Άμυνα και στην Αεροπορική-Χημική Βιομηχανία) που διέδωσαν παρόμοια εκπαίδευση μεταξύ επιπλέον εκατομμυρίων.)
Αυτό το τσιμέντο της ταξικής πάλης που αποτελούσε αρχικά το τσιμέντο του Κόκκινου Στρατού, είναι αυτό που συγκρατεί τις τάξεις του σήμερα, παρά το χάος που υπέστη από το Σταλινισμό.
Το πρόβλημα της Διοίκησης του Κόκκινου Στρατού
Ο στρατός ήταν ο πρώτος σύνθετος κοινωνικός μηχανισμός που ανασυστάθηκε πλήρως από την επανάσταση. Το πρόβλημα που προέκυψε αμέσως και έντονα ήταν αυτό ενός διοικητικού προσωπικού, δηλαδή το ζήτημα της εντολής, χωρίς την οποία δεν μπορούσε να επιτευχθεί αυτός ο περίπλοκος μηχανισμός. Οι ίδιες οι μάζες δεν θα μπορούσαν ενδεχομένως να προσφέρουν αυτό το προσωπικό στο βαθμό που δεν είχαν εκπαίδευση, εμπειρία, αλλά και τις ίδιες τις συνήθειες άσκησης εξουσίας. Οι καταρτισμένοι διοικητές θα μπορούσαν στην αρχή να προέρχονται κυρίως από τις πρώην άρχουσες τάξεις, πρώτα απ’ όλα, από την παλιά Τσαρική διοίκηση. Αυτό το πρόβλημα, που η αστική τάξη και το τεχνικό και διοικητικό προσωπικό της εργάστηκαν για την επανάσταση ήταν ιδιαίτερα έντονο σε μια χώρα τόσο πίσω όσο η Ρωσία. Αλλά ακόμη και στις πιο προηγμένες χώρες, μετά την πτώση της αστικής τάξης, θα λυθεί κατά βάση με τον τρόπο που έπραξαν οι Μπολσεβίκοι, δηλαδή, καταρρίπτοντας αδίστακτα όλες τις απόπειρες σαμποτάζ και, στη συνέχεια, προσφέροντας απασχόληση στα μέλη των εκτοπισμένων τάξεων .
Στις αναμνήσεις του για τον Λένιν, που γράφτηκαν λίγο μετά το θάνατό του το 1924, ο Τρότσκι αναφέρει πώς το ζήτημα των στρατιωτικών ειδικών προέκυψε σχεδόν αμέσως μετά την κατάληψη της εξουσίας. Το Γενικό Επιτελείο κατείχε τότε ένα από τα δωμάτια στο Σμόλνι.
«Ήταν το πιο χαοτικό από όλα τα ιδρύματα», έγραψε ο Τρότσκι. «Κανείς δεν θα μπορούσε ποτέ να μάθει ποιος έδωσε εντολές, ποιος ήταν εκείνος που έπαιρνε εντολή και τι ακριβώς εντολή είχε να κάνει. Εδώ, για πρώτη φορά, προέκυψε το ζήτημα, στη γενική του μορφή, των στρατιωτικών ειδικών. Είχαμε ήδη κάποια εμπειρία σε αυτό το ζήτημα στον αγώνα ενάντια στον Κρασνόφ, όταν διορίσαμε (τον πρώην Τσαρικό) συνταγματάρχη Μουράβιεφ ως επικεφαλής. Στον Μουράβιεφ ήταν κοντά τέσσερις ναύτες και ένας στρατιώτης, με οδηγίες να κρατήσουν τα δύο τους μάτια ανοιχτά και τα περίστροφά τους σε ετοιμότητα. Αυτό ήταν το έμβρυο του συστήματος των Κομισσάριων. Και αυτή η εμπειρία σε κάποιο βαθμό χρησίμευσε ως βάση για τη δημιουργία του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου.
«Χωρίς σοβαρούς και έμπειρους στρατιωτικούς δεν θα βγούμε ποτέ από αυτό το χάος», θα έλεγα στον Βλαδιμίρ Ίλιτς μετά από κάθε επίσκεψη στο Επιτελείο.
“Από την εμφάνιση των πραγμάτων, έτσι είναι. Αλλά ας υποθέσουμε ότι προδίδουν…”
” Θα τοποθετήσουμε έναν Κομισσάριο σε καθέναν από αυτούς.”
“Και ακόμα καλύτερα, ας τους κάνουμε δύο”, αναφώνησε ο Λένιν.
“Και καλά οπλισμένους. Δεν υπάρχει πιθανότητα έλλειψης ισχυρών οπλισμένων κομμουνιστών “.
“Αυτή ήταν η προέλευση του σχηματισμού του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου.»
Σε ομιλία του στις 19 Μαρτίου 1918 ενώπιον των Αντιπροσώπων των Εργαζομένων, Αγροτών και Στρατιωτών της Μόσχας, ο Τρότσκι εξήγησε: «Ναι, χρησιμοποιούμε στρατιωτικούς ειδικούς. Διότι, τελικά, τα καθήκοντα της σοβιετικής δημοκρατίας δεν συνίστανται καθόλου στην απόρριψη όλων των τεχνικών δυνάμεων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κερδοφόρα για την επιτυχία του ιστορικού μας έργου, αφού έχουν υπαχθεί πολιτικά στο υπάρχον καθεστώς. Εξάλλου, σε σχέση με τον στρατό, ολόκληρη η εξουσία θα παραμείνει εξ ολοκλήρου στα χέρια των Σοβιέτ, τα οποία θα ορίσουν σε όλα τα στρατιωτικά όργανα και τα στρατιωτικά τμήματα αξιόπιστους πολιτικούς επιτρόπους για να ασκήσουν γενικό έλεγχο. Η σημασία αυτών των επιτρόπων πρέπει να αυξηθεί σε τεράστια ύψη˙ οι εξουσίες τους θα είναι απεριόριστες. Οι στρατιωτικοί ειδικοί θα κατευθύνουν την τεχνική πλευρά του έργου, καθαρά στρατιωτικά ζητήματα, επιχειρησιακές δραστηριότητες, στρατιωτικές δράσεις, ενώ η πολιτική πλευρά του σχηματισμού, της εκπαίδευσης και της εκπαίδευσης των τμημάτων πρέπει να υπαχθεί εξ ολοκλήρου στους πληρεξούσιους εκπροσώπους του Σοβιετικού καθεστώτος στο πρόσωπο του κομισσάριου. Δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει άλλη διέξοδος αυτή τη στιγμή. Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο αγώνας απαιτεί τεχνικές γνώσεις εκτός από τον ενθουσιασμό που υπάρχει στους ανθρώπους.»
Η αντίθεση του Στάλιν στη Λύση του Τρότσκι
Το κεντρικό θέμα της «Στρατιωτικής Αντιπολίτευσης» ήταν η αντίθεσή τους στη χρήση αυτών των στρατιωτικών ειδικών. Τα αρχεία αυτού του αγώνα έχουν αποσιωπηθεί, επειδή εμπλέκουν απελπιστικά τον Στάλιν και αποκαλύπτουν εντελώς τον ρόλο του ως σκηνοθέτη του αγώνα της «Στρατιωτικής Αντιπολίτευσης».
Ήταν αυτή η αντίθεση λόγω απλής ηλιθιότητας και άγνοιας; Από την πλευρά των ατόμων, η απειρία και η ηλιθιότητα μπορούν να αντιπροσωπεύσουν πολλά. Όμως, όταν εμπλέκονται πολιτικά ζητήματα, είναι πάντα απαραίτητο να διερευνήσουμε τις ταξικές ρίζες από τις οποίες τρέφονται οι περισσότερες ψυχολογικές αντιδράσεις. Οι αντίπαλοι φοβήθηκαν την προδοσία. Αυτός ο φόβος των «ειδικών» στην πραγματικότητα εξέφραζε μια υπερβολική εκτίμηση των δυνάμεων της αστικής τάξης και δυσπιστίας στη δύναμη των μαζών και του νέου καθεστώτος. Τι εξέφραζε αυτός ο φόβος, αν όχι μια τυπική μικροαστική αντίδραση;
Σχολιάζοντας αυτήν την ερώτηση σε μια επιστολή, η Νατάλια Σέντοβα Τρότσκι κάνει την ακόλουθη ανάλυση:
«Θυμάμαι την πυρετώδη συζήτηση που διήρκεσε για εβδομάδες. Θυμάμαι τον παθιασμένο αγώνα που διεξήγαγε ο Λ. Ντ. (Λέον Νταβίντοβιτς) από κοινού με τον Β.I. (Λένιν) προκειμένου να προσελκύσει ειδικούς στην κατασκευή του τακτικού στρατού. Η πρώτη εμπειρία του Λ. Ντ. σε αυτόν τον τομέα τον έπεισε ότι χωρίς αυτή τη βασική προϋπόθεση δεν θα μπορούσαμε να νικήσουμε. Το ζήτημα της οικοδόμησης του Κόκκινου Στρατού με σκοπό την αντικατάσταση του ανταρτισμού, ήταν γι’ αυτόν το ζήτημα της ζωής και του θανάτου της επανάστασης. Τα επιχειρήματα των αντιπάλων ήταν αβάσιμα. Βασίστηκαν στον φόβο της προδοσίας. Μας έσυραν πίσω στην προ-επαναστατική περίοδο, όταν στη βάση όλων των επιχειρημάτων βρισκόταν επίσης φόβος – αδυναμία να ληφθούν υπόψη οι δυνάμεις και οι δυνατότητές μας. Και αυτό ώθησε τους διαφωνούντες Μπολσεβίκους να υποχωρήσουν μπροστά στην υπάρχουσα και εξαιρετικά ευνοϊκή πολιτική κατάσταση για την κατάληψη της εξουσίας.»
Η ίδια η ζωή αντικρούει τους αντιπάλους. Το πρόβλημα της παροχής στον Κόκκινο Στρατό του διοικητικού προσωπικού, λύθηκε με εξαιρετικό τρόπο μέσω του συνδυασμού «ειδικών» με πολιτικούς επιτρόπους. Συνοψίζοντας την εμπειρία ο Λένιν είπε εν τω μέσω του εμφυλίου πολέμου:
«Όταν ο σύντροφος Τρότσκι με πληροφόρησε πρόσφατα ότι στο στρατιωτικό μας τμήμα οι αξιωματικοί αριθμούνται σε δεκάδες χιλιάδες, απέκτησα μια συγκεκριμένη αντίληψη για το τι αποτελεί το μυστικό της σωστής χρήσης του εχθρού μας… για το πώς να χτίσουμε τον κομμουνισμό από τα τούβλα που είχαν συγκεντρωθεί από τους καπιταλιστές για να χρησιμοποιήσουν εναντίον μας.»
Με τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου, το πρόβλημα του διοικητικού προσωπικού πήρε μια διαφορετική μορφή. Η επανάσταση ήταν τώρα σε θέση να εκπαιδεύσει τους δικούς της «ειδικούς». Ο θεσμός των πολιτικών επιτρόπων άλλαξε εντελώς τον χαρακτήρα του, μεταμορφώθηκε σε Πολιτικό Τμήμα του Κόκκινου Στρατού, υπεύθυνο για την πολιτική εκπαίδευση των στρατευμάτων. Ο Τρότσκι παρέμεινε προσωπικά υπεύθυνος για αυτό το έργο ως Κομισσάριος έως ότου απομακρύνθηκε το 1925.
Ο Στάλιν και ο Κόκκινος Στρατός σήμερα
Η γραφειοκρατικοποίηση της Σοβιετικής Κυβέρνησης και του Μπολσεβίκικου Κόμματος, η οποία χρονολογείται από τις αρχές μέχρι τα μέσα του 1922, δεν είχε άμεση επίδραση στο στρατό παρά πολύ αργότερα. Κατά μια ορισμένη έννοια, είναι σωστό να πούμε ότι ο Κόκκινος Στρατός παρέμεινε για χρόνια σε μια ειδική και προνομιακή θέση σε σχέση με το υπόλοιπο του μηχανισμού. Αυτό αντικατοπτρίζεται ακόμη και στον τομέα των σταλινικών πλαστογραφιών. Μόνο το 1929 ο Στάλιν τολμούσε να αρχίσει να «ξαναγράφει» την ιστορία του Κόκκινου Στρατού, και ακόμη και τότε πολύ προσεκτικά. Όσον αφορά το διοικητικό προσωπικό, ο Στάλιν κέρδισε την υποταγή του, αλλά δεν ήταν επανδρωμένο από τα δικά του αδίστακτα και ανίκανα ανδρείκελα, ως τις αιματηρές εκκαθαρίσεις του 1937-1938.
Αν και τα χτυπήματα που έδωσε ο Στάλιν στον Κόκκινο Στρατό ήταν φοβερά, παραμένει το μόνο θεσμικό όργανο που επηρεάζεται λιγότερο από το εκφυλισμένο καθεστώς του. Αυτή η εξαιρετική εξέλιξη, την οποία κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει, μπορεί να διαδραματίσει ζωτικό ρόλο στον καθορισμό του μέλλοντος, όχι μόνο της Σοβιετικής Ένωσης αλλά και της ανθρωπότητας.
Τα γεγονότα έχουν πλέον επιβεβαιώσει το γεγονός ότι ήταν πέρα από τη δύναμη του σταλινισμού -ο οποίος αποδείχθηκε ικανός να διαστρέψει και να καταστρέψει τόσες πολλές πολιτικές κατακτήσεις του Οκτώβρη- για να υπονομεύσει εντελώς το δημιουργικό έργο του Κόκκινου Στρατού. Ο Λένιν και ο Τρότσκι το είχαν σφυρηλατήσει ως το σπαθί της παγκόσμιας επανάστασης. Σφυρηλατήθηκε τόσο σταθερά και τόσο καλά που ενώ η άκρη αυτού του σπαθιού έχει ξεθωριάσει και πελεκηθεί από τον σταλινισμό, η λεπίδα του παραμένει ακόμα άθραυστη.
Έχουμε δείξει σε ποιο βαθμό ο Κόκκινος Στρατός επέζησε του σταλινικού εκφυλισμού της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτός ο εκφυλισμός, ωστόσο, δεν απέτυχε να κάνει τρομακτικές επιδρομές στον στρατό. Δεν θα μπορούσε διαφορετικά. Κάθε στάδιο του εκφυλισμού του εργατικού κράτους βρήκε την αντίστοιχη εκτροπή στις τάξεις του στρατού. Έτσι, η απομάκρυνση της προλεταριακής εμπροσθοφυλακής από το κόμμα προηγήθηκε του κυνηγιού του Τροτσκισμού και άλλων αντιπολιτευόμενων στοιχείων στις ένοπλες δυνάμεις. Από το 1925 έως το 1927, εξαιρετικοί μαχητές του Εμφυλίου Πολέμου και διοικητές όπως οι Ι.Ν. Σμυρνόφ (ήταν γνωστός ως «Λένιν της Σιβηρίας»), Ν.Ι. Mουράλοφ, Σ.Β. Μάτσκοβσκι και αμέτρητοι άλλοι υπέστησαν την ίδια μοίρα με τον Τρότσκι και τη γραμματεία του, απομακρύνθηκαν από τις στρατιωτικές τους θέσεις και στη συνέχεια στάλθηκαν είτε σε στρατόπεδα εξορίας είτε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και φυλακή. Αργότερα δολοφονήθηκαν από τον Στάλιν.
Μετά το 1929, όταν ο Στάλιν έσπασε το μπλοκ του με τους Μπουχάριν-Ρίκοφ, παρόμοια μοίρα έπληξε τους υποστηρικτές της Δεξιάς Πτέρυγας. Πολύ λίγοι από αυτούς που συνθηκολόγησαν, πρώην της Αριστερής Αντιπολίτευσης και πρώην της Δεξιάς Πτέρυγας, είχαν το δικαίωμα να επανακτήσουν υψηλές στρατιωτικές θέσεις.
Τον Σεπτέμβριο του 1935 εισήχθησαν σαρωτικές αλλαγές στον Κόκκινο Στρατό. Οι πολιτοφυλακές περιορίστηκαν πολύ. Αυτό εξασθένισε τους άμεσους δεσμούς μεταξύ του στρατού και του λαού. Τα οπλοστάσια που στο παρελθόν ήταν σε κάθε εργοστάσιο, τα κατείχε πλέον η GPU. Ένα άλλο τρομερό πλήγμα καταφέρθηκε στις αρχές του Οκτωβρίου με την αποκατάσταση μιας κάστας προνομιούχων αξιωματικών. Όλα αυτά τα μέτρα ήταν πολιτικά μέτρα που έλαβε ο Στάλιν για να δέσει τον στρατό πιο σταθερά στο καθεστώς του.
Όμως, ενώ εξασθένησε έτσι την αμυντική δύναμη της ΕΣΣΔ, ο Στάλιν δεν πέτυχε τον στόχο του. Η μέγγενή του στον στρατό δεν μπορούσε να διασφαλιστεί από «μεταρρυθμίσεις». Κατά συνέπεια κατέφυγε στην αιματηρή εκκαθάριση που έπληξε βαθιά και άγρια ολόκληρη την Κόκκινη Διοίκηση.
Στο διάστημα ενός έτους -Μάιος 1937 έως Μάιος 1938- ο Κόκκινος Στρατός απογυμνώθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου από όλους αυτούς τους διοικητές που είχαν αναδειχθεί κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Εκκαθαρίστηκαν και αυτοί οι μαχητές του Εμφυλίου Πολέμου που προέρχονταν από τον λαό κατά τα επόμενα 15 χρόνια. Το άνθος της διοίκησης του Κόκκινου Στρατού εκτελέστηκε ή φυλακίστηκε ως «εχθροί του λαού» κατά την περίοδο των περίφημων δικών της Μόσχας.
Κανένας άλλος στρατός στην ιστορία δεν υπέστη ποτέ τέτοιο χτύπημα και μάλιστα, την παραμονή της συμμετοχής της ΕΣΣΔ σε έναν μεγάλο πόλεμο.
Το έργο του Κόκκινου Στρατού σε όλους τους τομείς από το 1925 έως το 1937 ήταν υπό την καθοδήγηση εκείνων των στρατηγών που ήταν μέλη του αρχικού διοικητικού προσωπικού του Τρότσκι. Ο Τουχατσέφσκι, ο Γκαμάρνικ, ο Γιακίρ, ο Ουμπορέβιτς, ο Μπλάουχερ, ο Πριμακόφ (ο εξαιρετικός διοικητής του Κόκκινου Ιππικού), ο Έϊντεμαν και άλλοι, συνέχισαν, ακόμη και υπό τον Στάλιν, να χτίζουν τον Κόκκινο Στρατό στα θεμέλια των Λένιν και Τρότσκι. Αυτοί οι άνδρες είχαν εκσυγχρονίσει και εκμηχανίσει τον Κόκκινο Στρατό. Σχεδίασαν και έχτισαν τις οχυρώσεις στη Δύση (τη λεγόμενη γραμμή Στάλιν) και παρόμοιες οχυρώσεις στη Σιβηρία. Κατάρτισαν τα σχέδια κινητοποίησης. Εκπόνησαν τα στρατηγικά σχέδια για την αντιμετώπιση μελλοντικών επιθέσεων.
Το επαναστατικό έργο του Κόκκινου Στρατού
Στη θέση αυτών των ανδρών, ο Στάλιν διόρισε ανθρώπους χωρίς επαναστατική εμπειρία, χωρίς στρατιωτική γνώση, χωρίς κύρος μεταξύ των στρατευμάτων και χωρίς ηθικό κεφάλαιο. Αυτά τα όντα οφείλουν τα πάντα στον Στάλιν. Δεν έχουν άλλη επιλογή ή επιθυμία παρά να τον ακολουθήσουν. Ο Στάλιν έστεψε τις εκκαθαρίσεις του καταργώντας τον «Σοσιαλιστικό Όρκο» του Κόκκινου Στρατού, θεσπίζοντας νέα πειθαρχικά καθεστώτα στο πνεύμα των αστικών στρατών, και ανυψώνοντας μια νέα κάστα αξιωματικών σε διοικητές, με τον ίδιο ως Αρχηγό.
Ο πόλεμος αποκαλύπτει στο μέγιστο την αντίθεση μεταξύ του καθεστώτος του Στάλιν και των αναγκών του στρατού που ασφυκτιά από τον στραγγαλισμό του. Κάθε ώρα αγώνων αποκαλύπτει όλο και πιο ξεκάθαρα την εγκληματική ανεπάρκεια και την αναποτελεσματικότητα του Στάλιν και των ανδρείκελών του. Χιλιάδες κόκκινοι στρατιώτες και αξιωματικοί, μαζί με άλλες χιλιάδες εργάτες και αγρότες -ειδικά εκείνοι που έχουν και πάλι όπλα- γίνονται όλο και πιο ενήμεροι για το τρομερό κόστος από άποψη εδάφους, βιομηχανικών και φυσικών πόρων, στρατιωτικού εξοπλισμού και εργατικού δυναμικού που η Σοβιετική Ένωση πληρώνει τώρα για τη συνέχιση της σταλινικής «ηγεσίας».
Οι παραδόσεις του Εμφυλίου Πολέμου αναβιώνουν. Ο αγώνας ενάντια στον εχθρό, ολόκληρη η εμπειρία του πολέμου, διαποτίζει τον Κόκκινο Στρατό με τη διαβεβαίωση ότι με μια εξειδικευμένη και επαναστατική ηγεσία, που αντιστοιχεί στην ταξική φύση του πολέμου, ο αγώνας ενάντια στους Ναζί θα μπορούσε να μετατραπεί κυριολεκτικά από τη μια μέρα στην άλλη από αμυντικός σε επιθετικό. Η ίδια η λογική του αγώνα θέτει τώρα με τον πιο έντονο τρόπο στον Κόκκινο Στρατό την ανάγκη να απαλλαγεί η χώρα από τη γραφειοκρατική θηλιά. Ο σταλινισμός μπορεί να οδηγήσει τον Κόκκινο Στρατό στο τέλος μόνο στο ίδιο τυφλό δρομάκι στο οποίο έφτασε ο ίδιος. Ο Κόκκινος Στρατός πρέπει να λύσει αυτό το ζήτημα ζωής και θανάτου για να διεξαγάγει έναν νικηφόρο επαναστατικό πόλεμο.
Μετάφραση Σάββας Στρούμπος