Οι εργαζόμενοι του εργοστασίου ξυλείας της εταιρείας ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ – ΠΑΓΟΥΡΑΣ ΑΒΒΕ, λίγο έξω από την Βέροια, στην Πατρίδα Ημαθίας, απηυδησμένοι από την κοροϊδία και την εκμετάλλευση που δεχόντουσαν από το 2010 από την εργοδοσία, αποφάσισαν να πάρουν οι ίδιοι τη ζωή τους στα χέρια τους και να γυρίσουν το γρανάζι της παραγωγής χωρίς αφεντικά.
Για 5μιση χρόνια έκαναν υπομονή παραμένοντας πολλές φορές απλήρωτοι και ανασφάλιστοι, βάζοντας πλάτη για την σωτηρία μιας επιχείρησης στην οποία πολλοί από αυτούς δαπάνησαν ολόκληρη τη ζωή τους. Τις αρχικές υποσχέσεις της εργοδοσίας για βελτίωση της κατάστασης, διαδέχθηκαν σύντομα οι απειλές και οι ύβρεις προς όσους αξίωναν τα δεδουλευμένα τους.
Στις 4/10/2011 η εταιρεία κατέθεσε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου αίτηση πτώχευσης η οποία έπειτα από συνεχείς αναβολές της δικάσιμου στις 22/2/12 και στις 11/11/2012 εκδικάστηκε τελικά στις 13/03/2013, ημερομηνία κατά την οποία η εταιρεία αναγνώρισε εγγράφως όλες τις οφειλόμενες και ληξιπρόθεσμες οφειλές και απαιτήσεις προς το προσωπικό έως και τον Σεπτέμβριο του 2011.
Τα επόμενα χρόνια η τακτική που τα αφεντικά ακολούθησαν είχε ως σκοπό να απαλλάξει την εταιρεία από τις ευθύνες της απέναντι στους δανειστές της. Και μολονότι το πρωτοδικείο αποφάσισε το αντίθετο, ξεκίνησαν να πουλάνε τον μηχανολογικό εξοπλισμό, αλλοιώνοντας την περιουσία της εταιρείας. Παράλληλα όμως συνέχιζαν να συσσωρεύουν χρέη τόσο προς τους εργαζόμενους όσο και προς προμηθευτές αλλά και τους ασφαλιστικούς φορείς. Την ίδια τακτική ακολούθησε και ο επίδοξος επενδυτής που εμφανίστηκε τον Σεπτέμβριο του 2015, αφήνοντας και αυτός με την σειρά του απλήρωτους λογαριασμούς αρκετών εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, λοιπόν, τον περασμένο Ιανουάριο οι εργαζόμενοι προχώρησαν σε επίσχεση εργασίας καταλαμβάνοντας παράλληλα το εργοστάσιο. Αρνούμενοι να συμβιβαστούν με την ανεργία και την αποστράτευση είναι αποφασισμένοι να λειτουργήσουν οι ίδιοι το εργοστάσιο που έχτισαν με τον μόχθο τους, με αυτοδιαχείρηση στην παραγωγή, ακολουθώντας το παράδειγμα της ΒΙΟΜΕ. Συνεχίζουν επίσης να διεκδικούν την επιστροφή στην επιχείρηση όλων των παρανόμως πωληθέντων μηχανημάτων, εξαρτημάτων, αυτοκινήτων, φορτηγών, μηχανημάτων βαρέως τύπου, και των καλωδίων από την πώληση των οποίων πήραν χρήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο μετονόμασαν την επιχείρηση από ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ-ΠΑΓΟΥΡΑΣ στο συμβολικό Ρομπέν του Ξύλου. Ταυτοχρόνως όμως έκαναν έκκληση και σε όλα τα μαχητικά στοιχεία του κινήματος να τους υποστηρίξουν. Δίπλα τους από την πρώτη στιγμή βρέθηκε το Σωματείο Εργαζομένων της ΒΙΟΜΕ καθώς και η Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης ΒΙΟΜΕ. Μάλιστα, το διήμερο 27-28/2 οι εργαζόμενοι της Ρομπέν υποδέχθηκαν στην Πατρίδα, δεκάδες αλληλέγγυους από Βέροια, Νάουσα και Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσουν το εγχείρημά τους ανοίγοντάς τους τις πύλες του εργοστασίου.
Αναμφίβολλα και μόνο η απόφαση των εργαζομένων ακόμη ενός εργοστασίου, μετά την ΒΙΟΜΕ, να προχωρήσει σε μια πράξη αμφισβήτησης της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής με το πέρασμά τους σε εργατικό έλεγχο είναι από μόνο του ένα πολύ σημαντικό πρώτο βήμα. Ο δρόμος όμως συνεχίζει να είναι δύσκολος και κάθε αγώνας έχει τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δε μπορεί να αποτελέσει φωτοκόπια κάποιου άλλου.
Είναι καθήκον της κοινωνίας, τοσο της τοπικής όσο και της ευρύτερης, να αγκαλιάσει και να υποστηρίξει αυτή την προσπάθεια καθώς τέτοια εγχειρήματα αποτελούν απάντηση στην υπάρχουσα κρίση που έχει καταστρέψει την παραγωγή και έχει οδηγήσει εκατομμύρια στην ανεργία. Είναι όμως και καθήκον των εργαζομένων από την πλευρά τους, να αγκαλιάσουν και αυτοί την κοινωνία, τασσόμενοι στο πλευρό όλων των υπολοιπων εργαζομένων, που βιώνουν τα ίδια προβλήματα δέχομενοι την ανελέητη επίθεση του κεφαλαίου, ούτως ώστε να περάσει στα χέρια τους ο έλεγχος όχι μονο των εργοστασίων αλλά και ολόκληρης της κοινωνικής παραγωγής..
Bάγιος Tζαχρήστας