Σάββας Μιχαήλ-Μάτσας
Ουγγαρία 1919: Μια Κομμούνα στην καρδιά της Ευρώπης
[Εισήγηση στο Διεθνές Συνέδριο για τα 100 χρόνια της Ουγγρικής Σοβιετικής Δημοκρατίας του 1919, που διοργανώθηκε από τo θεωρητικό περιοδικό Eszmélet, στη Βουδαπέστη 22-23 Μαρτίου 2019]
Για τους συντηρητικούς, ιδιαίτερα τους απολογητές, παλιούς και νέους, της αντεπαναστατικής δικτατορίας του Χόρτι, οι 133 ημέρες της Ουγγρικής Κομμούνας του 1919, ήταν «ένα παραμύθι ειπωμένο από έναν ηλίθιο, γεμάτο θόρυβο και μανία, που δε σήμαινε τίποτα»1 για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Μάκβεθ. Αλλά και για τους σκεπτικιστές στην αριστερά, τόσο πριν, όσο και ιδιαίτερα μετά τις δραματικές αλλαγές που σημειώθηκαν το 1989/91, η Ουγγρική Επανάσταση των Συμβουλίων των Εργατών και των Στρατιωτών δε μπορεί καν να αποκληθεί επανάσταση…
Στον αντίθετο πόλο, τόσο ενάντια στους απολογητές όσο και στους σκεπτικιστές, ο Λένιν, στις 23 Μαρτίου 1919, στην ομιλία του στο 8ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας, χωρίς να κρύβει τις ανησυχίες και τις προειδοποιήσεις του για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η νεογέννητη Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία, θεωρούσε την εμφάνισή της ως μια «ιστορική αναγκαιότητα» και, ακόμη, τη χαιρέτησε ως «μια ηθική νίκη» επί της μπουρζουαζίας2.
Γιατί ήταν «ιστορική αναγκαιότητα», και όχι ένα ιστορικό ατύχημα; Και, γιατί να συνεχίζει να θεωρείται «ηθική νίκη», αν και ακολούθησε μια συντριπτική ήττα μετά από 133 μέρες;Το να απαντηθούν σωστά αυτά τα ερωτήματα μπορεί να αποκαλύψουν την επικαιρότητά τους ακόμα και σήμερα.
Αναγκαιότητα
Ιστορική αναγκαιότητα δε σημαίνει μια προκαθορισμένη πορεία γεγονότων, αλλά ένα ιστορικά καθορισμένο πεδίο αντικειμενικών αντιφάσεων που καθιστούν αναπόφευκτο έναν ζωντανό αγώνα ζωντανών δυνάμεων, όχι το αποτέλεσμα.
Οι ιστορικές ρίζες της Ουγγρικής Κομμούνας της 21ης Μαρτίου πρέπει να ιχνηλατηθούν βαθιά στο παρελθόν, στα αποτελέσματα της ήττας των επαναστάσεων του 1848 στην Ευρώπη. Η Αυστροουγγρική Μοναρχία μπορούσε να επιβιώσει και να διατηρήσει την εύθραυστη ισορροπία της, στο βαθμό που η καπιταλιστική ανάπτυξη στην Ευρώπη και διεθνώς μπορούσε να διατηρήσει στο πλαίσιό της συγκρουόμενες δυνάμεις και αντιφατικές τάσεις σε ολόκληρη την Ήπειρο. Ως αποτέλεσμα των ηττών του 1848, η ενοποίηση και η εκβιομηχάνιση της Γερμανίας επιτεύχθηκε από τον Βίσμαρκ «από τα πάνω», με μια «σιδερένια γροθιά». Η ανάπτυξη του ανερχόμενου πρωσικού μιλιταρισμού, στη συνέχεια, βρήκε ένα τεράστιο απόθεμα στρατιωτών στην υποτακτική, φθίνουσα αυτοκρατορία των Αψβούργων, κυβερνώμενη από ένα αυταρχικό αστυνομικό κράτος που ιδρύθηκε πριν από πολύ καιρό από τον Μέτερνιχ. Η ουγγρική αριστοκρατία επέζησε μέσα σε ένα αδύναμο φάντασμα «μοναρχίας», κάνοντας έναν εξυπηρετικό συμβιβασμό με την αυστριακή αριστοκρατία το 1867.
Αυτή η οντότητα, σαρκαστικά αποκαλούμενη από το Ρόμπερτ Μούζιλ, στο αριστούργημά του Ο Άνθρωπος χωρίς ιδιότητες, KaKanie, περιγράφηκε από τον Τρότσκι ως «απλά ένα συσσωμάτωμα που προέκυψε από δυναστικές ανάγκες, στο οποίο όλες οι εθνικότητες ήταν φυγόκεντρα θραύσματα»3. Ο Έρνστ Μπλοχ, σε ένα άρθρο της πασιφιστικής νεότητάς του, τον Σεπτέμβριο του 1918, την παραμονή της Επανάστασης στη Γερμανία, την Αυστρία και την Ουγγαρία, έγραψε σωστά ότι «η παραδουνάβια μοναρχία ήταν το καθίζημα της έννοιας της ίδιας της αδυνατότητας, η ζώσα εξίσωση πέντε αγνώστων στον τομέα της πολιτικής»4. Τόσο ο Τρότσκι, γράφοντας στη Borba το 1914, στο ξεκίνημα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όσο και ο Μπλοχ σχεδόν στο τέλος του 1918, παρά το πολιτικό χάσμα μεταξύ τους, συμφώνησαν ότι «ο μόνος δρόμος προόδου, όχι μόνο γιατην [Κεντρική και] Νοτιοανατολική Ευρώπη […] αλλά και για την ίδια τη Γερμανία περνάει μέσα από τα ερείπια, την αποσύνθεση της Αυστροουγγρικής Μοναρχίας»5.
Στην πρόσφατη σπουδαία του ταινία Ηλιοβασίλεμα, ο Ούγγρος σκηνοθέτης Λάσλο Νέμες έδειξε αριστοτεχνικά τις αντιφάσεις και τις ταραχές που έβραζαν κάτω από την επιφάνεια της Μπελ Επόκ, τις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου: η περιφρόνηση της αυτοκρατορικής Βιέννης για την υποτελή Βουδαπέστη, η δουλικότητα των Ούγγρων καπιταλιστών προς την κυβερνώσα αριστοκρατία και η κτηνωδία τους προς τους Ούγγρους εργάτες και τη μειονότητα των Ρομά, προλεταριακές εξεγέρσεις, η αποσύνθεση μιας ετοιμοθάνατης κοινωνικής τάξης.
Οι συνθήκες που επέτρεψαν αυτήν την ενσάρκωση της «έννοιας της κρατικής αδυνατότητας» να επιβιώσει, μετατράπηκαν στο αντίθετό τους με τις δραματικές παγκόσμιες ιστορικές αλλαγές στις αρχές του 20ού αιώνα. Η μετά το 1848 περίοδος του απόγειου του καπιταλισμού τελείωσε, καθώς και η μετάβαση στο τελευταίο ιμπεριαλιστικό στάδιο του παγκόσμιου καπιταλισμού, στην εποχή μας της καπιταλιστικής παρακμής. Η ισορροπία των συγκρουόμενων δυνάμεων στην Ευρώπη και διεθνώς, οι οποίες μέχρι τότε συντηρούσαν αναχρονισμούς όπως η παραδουνάβια Μοναρχία, έχει σπάσει. Η έκρηξη των διεθνών αντιφάσεων οδήγησε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων και κυρίως «το σπάσιμο της διεθνούς ιμπεριαλιστικής αλυσίδας στον πιο αδύναμο κρίκο της», στη Ρωσία τον Οκτώβριο του 1917. Έτσι, η μοίρα του KaKanie σφραγίστηκε και η Επανάσταση του 1918 έδωσε ένα αναγκαίο τέλος σε αυτή την κρατική αδυνατότητα.
Αλλά οι αντιφάσεις δεν εξουδετερώθηκαν με το τέλος της Μοναρχίας και την πλασματική «ανεξαρτησία» της Ουγγαρίας που αμφισβητήθηκε αμέσως από τις νικηφόρες ιμπεριαλιστικές Μεγάλες Δυνάμεις της Αντάντ. Από την αντίθετη πλευρά, η δυναμική της διεθνούς επαναστατικής διαδικασίας έτεινε να αποκτήσει το διαρκή χαρακτήρα της, ακριβώς αυτό που δεν είχε επιτευχθεί τραγικά το 1848, αλλά αναδύθηκε νικηφόρα το 1917, στη σοσιαλιστική επανάσταση του Οκτώβρη.
Ο Λένιν δικαίως είπε ότι το 1917 δεν ήταν μόνο ο εθνικός ασθενέστερος κρίκος που είχε σπάσει αλλά και η ίδια η διεθνής αλυσίδα. Η διεθνής δυναμική της επανάστασης προκύπτει από αυτήν την ιστορική ρήξη της συνέχειας. Η πορεία προς τη διάρκειά της προέρχεται από τις ανολοκλήρωτες απαιτήσεις της παγκόσμιας ιστορικής διαδικασίας που συγκρούονται με τον παρακμάζοντα παγκόσμιο καπιταλισμό.
Η Ουγγαρία μετά τον Νοέμβριο του 1918 βρισκόταν στο σταυροδρόμι των ανεπίλυτων διεθνών αντιφάσεων. Από τη μια πλευρά, η πρόσφατη επίσημη ανεξαρτησία της απειλείται βίαια από την αποσύνθεση που επέβαλαν οι νικητές ιμπεριαλιστές της Αντάντ, ιδιαίτερα από το περίφημο Vixultimatum που απειλεί τη Βουδαπέστη με στρατιωτική κατοχή.Από την άλλη πλευρά, η χώρα, και κυρίως το εργατικό της κίνημα, βρισκόταν στο επίκεντρο του διεθνούς επαναστατικού αναβρασμού μετά το 1917 στην περιοχή, στην Κεντροανατολική Ευρώπη και στα Βαλκάνια.
Η ουγγρική αστική τάξη είχε παραλύσει, εντελώς ανίκανη να αντιμετωπίσει την απειλή ενός νέου πολέμου, σε μια χώρα ήδη κατεστραμμένη από τον πόλεμο. Αποσύρεται κυριολεκτικά από κάθε ευθύνη και πολιτική εξουσία. Ο συνασπισμός μεταξύ των αστών δημοκρατών και των σοσιαλδημοκρατών αποσυντέθηκε. Η σοσιαλδημοκρατία διασπάστηκε. Η πλειοψηφία της αριστερής πτέρυγας στράφηκε στο νεοϊδρυθέν Κομμουνιστικό Κόμμα στο εξωτερικό για βοήθεια, φέρνοντας τελικά τον Μπέλα Κουν και τους φυλακισμένους συντρόφους του από τη φυλακή στην εξουσία. Η Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία γεννήθηκε.
Ο Μπέλα Κουν, στην ομιλία του στη δημόσια συνάντηση των Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών της Βουδαπέστης, τον Απρίλιο του 1919, ορθά δήλωσε: «Δύο παγκόσμια ρεύματα συγκρούονται στη μάχη πάνω από την Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία: ο ιμπεριαλιστικός καπιταλισμός και ο μπολσεβίκικος σοσιαλισμός […]. Είναι ένα ζήτημα διεθνούς ταξικής πάλης […]. Όταν ιδρύσαμε τη δικτατορία του προλεταριάτου στην Ουγγαρία, δε βασίσαμε τους υπολογισμούς μας στην ικανότητά μας να αντιμετωπίσουμε τα στρατεύματα της Αντάντ με τη στρατιωτική μας δύναμη σε οργανωμένο πόλεμο. Δεν πιστεύαμε ότι θα μπορούσαμε να σταματήσουμε την επίθεση που μας απειλούσε απ’ όλες τις πλευρές με αυτές τις έξι μεραρχίες τις οποίες οι συμφωνίες ανακωχής επέτρεψαν στη Σοβιετική Δημοκρατία. Τονίσαμε και εξακολουθούμε να τονίζουμε ότι βασίζουμε την τύχη της Ουγγρικής Σοβιετικής Δημοκρατίας στη διεθνή προλεταριακή επανάσταση»6.
Η μόνη δυνατή εναντίωση στο Vixultimatum και σε μια συνολική εθνική καταστροφή θα μπορούσε να δοθεί από τις δυνάμεις της διεθνούς κοινωνικής επανάστασης και από τη σοβιετική εξουσία. Γι’ αυτό ήταν ιστορική αναγκαιότητα. Ένα τολμηρό, ίσως απεγνωσμένο αλλά αναγκαίο άλμα πέρα από την αστική δημοκρατία στο δρόμο προς τον παγκόσμιο σοσιαλισμό.
Η παραίτηση της ουγγρικής μπουρζουαζίας, τη στιγμή της αλήθειας, μπροστά στον ιμπεριαλισμό, έδειξε την αδυναμία οποιουδήποτε ανεξάρτητου ρόλου που θα μπορούσε ποτέ να διαδραματίσει στην ιστορία. Έδειξε τον ψεύτικο «πατριωτισμό» και την υποκρισία όλων των αστών εθνικιστών, ιδιαίτερα στην Κεντροανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, που πάντα αντιπαλεύουν τη σοσιαλιστική επανάσταση και το σοσιαλισμό στο όνομα της «πατρίδας» και «για να αποφύγουν μια εθνική καταστροφή». Στην πραγματικότητα καταφέρνουν μόνο να φέρουν και κοινωνικές και εθνικές καταστροφές.
Με αυτήν την έννοια μπορούμε να κατανοήσουμε ότι η Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία εκπροσωπούσε επίσης μια ηθική νίκη επί της μπουρζουαζίας. Ανέλαβε την ευθύνη και την εξουσία από την ιστορική και ηθική αποτυχία της παραιτημένης αστικής τάξης.
Η παραίτηση της μπουρζουαζίας σε συνθήκες ακραίας κρίσης αντανακλούσε, σε γενικές γραμμές, τα ιστορικά όρια, την εξάντληση και την παρακμή της αστικής τάξης και του συστήματός της σε διεθνές επίπεδο. Οι ιμπεριαλιστές και οι τοπικές εξαρτημένες εθνικές τους ελίτ κατανόησαν ότι η επιβίωσή τους εξαρτιόταν από την ήττα της παγκόσμιας επαναστατικής τάσης, αυτού που συνήθιζαν να αποκαλούν «Διεθνή Μπολσεβικισμό» ή «μια διεθνή Ιουδαιο-Μπολσεβίκικη συνωμοσία». Από την άλλη πλευρά, η κατάρρευση ακόμη και της ριζοσπαστικής δημοκρατικής πτέρυγας της μπουρζουαζίας αντιπροσώπευε τη μετάβαση σε μια ανώτερη μορφή πολιτείας. Όπως είπε ο Λένιν «η Ουγγρική Επανάσταση, λόγω του ότι γεννήθηκε με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ τη δική μας, θα αποκαλύψει σε ολόκληρο τον κόσμο αυτό που αποκρύπτεται στη Ρωσία – δηλ. ότι ο μπολσεβικισμός συνδέεται με μια νέα προλεταριακή εργατική δημοκρατία…»7.
Από αυτήν την άποψη, η Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία ήταν μια αναγκαία εκδήλωση της φύσης της μεταβατικής μας εποχής.
Κεντρικότητα
Η Ουγγρική Επανάσταση των Συμβουλίων των Εργατών και των Στρατιωτών δεν πρέπει να θεωρείται δευτερεύον γεγονός στην περιφέρεια της Ευρώπης μετά το Μεγάλο Πόλεμο και τη Ρωσική Επανάσταση. Δεν είναι υπερβολή να δηλώσουμε ότι, σε μια συγκεκριμένη στιγμή της μεταπολεμικής επαναστατικής αναταραχής στην Ευρώπη, σε ολόκληρο το διεθνές πλαίσιο, η Ουγγρική Κομμούνα κατέλαβε κεντρική θέση.
Ήταν μια Κομμούνα στην καρδιά της Ευρώπης, όχι μόνο γεωγραφικά αλλά πολιτικά. Για 133 δραματικές ημέρες, βρισκόταν στο επίκεντρο της ηπειρωτικής σύγκρουσης μεταξύ επανάστασης και αντεπανάστασης, μεταξύ του διεθνούς μπολσεβικισμού και του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού.
Η Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της Ανατολικοκεντρικής ευρωπαϊκής επανάστασης οργανικά συνδεδεμένη με τη χώρα της Οκτωβριανής Επανάστασης, που εκείνη την εποχή αγωνιζόταν απεγνωσμένα ενάντια στην αντεπαναστατική επίθεση των δεκατεσσάρων ιμπεριαλιστικών στρατών και των συμμοριών της Λευκής Τρομοκρατίας των Κολτσάκ και Ντενίκιν. Η Σοβιετική Ουγγαρία αντιπροσώπευε το υψηλότερο και κρίσιμο σημείο της περιφερειακής επαναστατικής αναταραχής που συνέδεε τη Ρωσία με τη Γερμανική Επανάσταση.
Τον Ιανουάριο του 1919, τον τραγικό μήνα της προδοσίας της Γερμανικής Σοσιαλιστικής Επανάστασης από το SPD με επικεφαλής τους Έμπερτ και Σάιντεμαν, τη χρονιά της δολοφονίας της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λήμπκνεχτ από τα πρωτοναζιστικά Φράικορπς υπό τις διαταγές του σοσιαλδημοκράτη Νόσκε, δύο μήνες πριν από την Ουγγρική Επανάσταση της 21ης Μαρτίου, ο Μπέλα Κουν έγραψε σε μυστικό μήνυμα στο Λένιν: «Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η μοίρα μας αποφασίζεται στη Γερμανία, αλλά παρόλα αυτά θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν»8.
Η μοίρα της Ευρωπαϊκής Επανάστασης δε σφραγίστηκε το 1919. Το μέλλον της ήταν ακόμη ανοιχτό. Παρά την ήττα και τη βίαιη καταστολή των Κομμουνιστών Σπαρτακιστών στη Γερμανία, η επαναστατική δυναμική του εργατικού κινήματος στη χώρα αυτή, την πιο εκβιομηχανισμένη και προηγμένη στην ηπειρωτική Ευρώπη, δεν είχε εξαντληθεί μέχρι μια σειρά από συντριπτικές ήττες το 1921-23. Για μια σύντομη αλλά κρίσιμη περίοδο, για 133 ημέρες, η Ουγγρική Κομμούνα στην καρδιά της Ευρώπης ήταν η απαραίτητη γέφυρα, η ζωτική διαμεσολάβηση μεταξύ της επαναστατικής δίνης από την ανατολή, της σοβιετικής Ρωσίας, και των μητροπολιτικών κέντρων της Δυτικής Ευρώπης.
Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και αργότερα, μετά την ήττα, το 1926, το Κάλεσμα της Κομιντέρν, το επαναστατικό τραγούδι που συνέθεσε ο Χανς Άισλερ με τα λόγια του FranzJahnke επικέντρωσε την προσοχή του διεθνούς προλεταριάτου σε τέσσερις μεγάλες πόλεις με τη μεγαλύτερη σημασία εκείνη την εποχή για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια επανάσταση: Λονδίνο, Παρίσι, Βουδαπέστη και Βερολίνο…
Οι ιμπεριαλιστές των νικηφόρων ιμπεριαλιστικών Μεγάλων Δυνάμεων της Αντάντ γνώριζαν πολύ νωρίς τον κίνδυνο μιας Κομμούνας στην καρδιά της Ευρώπης. Έσπευσαν να ανατινάξουν την ουγγρική γέφυρα μεταξύ του ρωσικού και των γερμανικών Οκτώβρηδων.
Η Ανώτατη Διοίκηση της Αντάντ«έσπευσε να κλείσει τα βορειοανατολικά μέτωπα στα Καρπάθια και στις δύο πλευρές με ασφαλή στρατιωτικά κορδόνια, για να αποτρέψει το «μικρόβιο του Μπολσεβικισμού» να διεισδύσει στην Ευρώπη μέσω της Ουγγαρίας»9. Ο Λένιν, στην ηγεσία των μπολσεβίκων, στο αντίθετο στρατόπεδο, προέτρεψε τον Κόκκινο Στρατό στην Ουκρανία να δημιουργήσει τη σύνδεση με την Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία και να ανοίξει τη σιδηροδρομική γραμμή που συνδέει τη Βουδαπέστη με το Κίεβο.
Ο ιμπεριαλισμός ενισχύθηκε από την άνοδο του μη ουγγρικού αντιδραστικού εθνικισμού στην περιοχή. Από την πλευρά του κινητοποιήθηκε, «οπιο επικίνδυνος εχθρός του Κόκκινου Στρατού της Ουγγαρίας: ο στρατός των Βογιάρων της Ρουμανίας»10. Οι εθνικιστικές φιλοδοξίες των αδύναμων τοπικών αστικών τάξεων που ανέβαιναν στην εξουσία καλλιεργήθηκαν και χειρίστηκαν από την Αντάντ για να χρησιμοποιηθούν ως αντεπαναστατική δύναμη.
Τα νέα εθνικά αστικά κράτη που προέκυψαν από την αποσύνθεση των παλαιών Αυτοκρατοριών στην Κεντροανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια γίνονταν γρήγορα υποτελή και ρυθμιστικά κράτη στην υπηρεσία των ανταγωνιστικών Μεγάλων Δυνάμεων. Η πραγματική εθνική ανεξαρτησία από τον ιμπεριαλισμό και τις παρεμβάσεις του στην περιοχή από τώρα και στο εξής ήταν και είναι δυνατή μόνο μέσα από έναν αντιιμπεριαλιστικό αγώνα, σε μια ριζοσπαστική σύγκρουση με τα τοπικά αστικά συμφέροντα – με άλλα λόγια, παίρνοντας έναν επαναστατικό σοσιαλιστικό και διεθνιστικό δρόμο.
Πιο συγκεκριμένα, λόγω της πολυ-εθνοτικής σύνθεσης της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, η σύγκρουση μεταξύ εθνικής και κοινωνικής χειραφέτησης και τοπικού αντιδραστικού σοβινισμού στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού, υπό συνθήκες κρίσης και σύγκρουσης μεταξύ επανάστασης και αντεπανάστασης, αναβιώνει επίσης τα πολυετή αιτήματα για δημοκρατικές και σοσιαλιστικές Ομοσπονδίες του Δούναβη και των Βαλκανίων, με πλήρη σεβασμό των εθνικών δικαιωμάτων όλων των εθνικοτήτων.
Σε αυτό το πνεύμα, μετά την επανάσταση της 21ης Μάρτη, οι επαναστατικές πολιτικές δυνάμεις αναδιοργανώθηκαν σε ομοσπονδιακή βάση. 15 εθνικά τμήματα εντάχθηκαν σε μια Διεθνή Σοσιαλιστική Ομοσπονδία, στα μέλη της οποίας περιελάμβαναν γερμανικά, βουλγαρικά, γαλλικά, ιταλικά, μαγυάρικα, ανατολικοτρανσυλβανικά, ουκρανικά, καρπαθοουκρανικά και εβραϊκά τμήματα και το Ανατολικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, το οποίο απαρτιζόταν από Μουσουλμάνους (Αλβανούς, Τούρκους και Άραβες). Η Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία ανέπτυξε πολιτικές προστασίας των μη ουγγρικών εθνικοτήτων, με βάση την αρχή του δικαιώματος αυτοδιάθεσης11.
Ο προλεταριακός διεθνισμός βασισμένος στην προοπτική της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης παρέμεινε κεντρική στρατηγική κατευθυντήρια αρχή.
Αλλά η Ουγγρική Κομμούνα έπρεπε να αντιμετωπίσει όχι μόνο τη στρατιωτική απομόνωση, την επιθετικότητα και την εισβολή των ξένων ιμπεριαλιστικών και φιλοϊμπεριαλιστικών στρατευμάτων ή την εχθρότητα του περιφερειακού αστικού εθνικισμού. Έπρεπε να αντιμετωπίσει μεγάλα προβλήματα στο ίδιο το κίνημα της εργατικής τάξης: την εχθρότητα ή την αδράνεια των παραδοσιακών ρεφορμιστικών και κεντριστικών ηγεσιών του εργατικού κινήματος στη γειτονική Αυστρία υπό τον δεξιό σοσιαλδημοκράτη Ρέννερ και βεβαίως στη Γερμανία· αλλά και τις δικές του υποκειμενικές αδυναμίες, την ανωριμότητα και τα λάθη της ηγεσίας.
Είναι γνωστές και τεκμηριωμένες, οι έντονες επικρίσεις του Λένιν και του Τρότσκι στην ηγεσία του Μπέλα Κουν, παρά την αναγνώριση της αφοσίωσής του στον επαναστατικό σκοπό. Επέκριναν την επαναστατική καπηλεία φράσεων από αυτόν, τη συνεχή αμφιταλάντευσή του μεταξύ ιμπρεσιονιστικού υπερενθουσιασμού και παθητικής προσαρμογής στους ρεφορμιστές, μεταξύ οπορτουνισμού και τυχοδιωκτισμού, αυτό που ο Τόμας Κράους εύστοχα περιέγραψε ως προσδοκία για μια «γραφειοκρατική εξαγορά»12.
Αυτά τα αρνητικά χαρακτηριστικά δεν ήταν μόνο προσωπικοί περιορισμοί ενός μεμονωμένου ηγέτη αλλά εκδηλώσεις μιας γενικότερης υποκειμενικής αδυναμίας μέσα στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης: ένα έλλειμμα θεωρητικής, πολιτικής, οργανωτικής προετοιμασίας για τις τεράστιες, εξ ολοκλήρου νέες και απροσδόκητες προκλήσεις της ιστορίας, σε συνθήκες μιας ακραίας κρίσης που εξελισσόταν ταχέως στο τέλος της. Η στροφή στην προλεταριακή επανάσταση ξεκίνησε στις 21 Μαρτίου του 1919, με το θόλωμα ακόμη και της οριοθέτησης μεταξύ ριζοσπαστικής σοσιαλδημοκρατίας και επαναστατικού κομμουνισμού, καθώς τα δύο κόμματα της Αριστεράς, το «παλιό» σοσιαλδημοκρατικό και το νεοσυσταθέν Ουγγρικό Κομμουνιστικό Κόμμα συγχωνεύθηκαν σε ένα μόνο κόμμα.
Η ωριμότητα της συνείδησης του προλεταριάτου είναι ένας πολύ σημαντικός αλλά σχετικός παράγοντας. Σε τέτοιες συνθήκες η υπευθυνότητα της ηγεσίας γίνεται τεράστια. «Η νίκη είναι ένα στρατηγικό καθήκον», έλεγε ο Τρότσκι13. Και η έλλειψη στρατηγικής στην ηγεσία της ουγγρικής επανάστασης εκδηλώθηκε ιδιαίτερα στην αντιμετώπιση του αγροτικού ζητήματος. Η εθνικοποίηση της γης δεν ακολουθήθηκε από το μοίρασμά της στους φτωχούς αγρότες. Αυτή η πολιτική αποξένωσε την ουγγρική αγροτιά από την εργατική εξουσία, ενώ η μπουρζουαζία στις γειτονικές χώρες ξεκίνησε μεταρρυθμίσεις γης για να εξασφαλίσει την πολιτική στήριξη των αγροτών -με τον εθνικιστικό τους προσανατολισμό στη στέγαση- με τα ξένα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Η αντεπανάσταση βρήκε μια πολιτική βάση στις αγροτικές περιοχές μέσα σε μια απομονωμένη Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία που περιβαλλόταν και δεχόταν εισβολή από εχθρικές στρατιωτικές δυνάμεις. Τελικά, δεν ήταν κυρίως η εσωτερική αντεπανάσταση αλλά κυρίως η ξένη στρατιωτική εισβολή που έδωσε στην ηρωική Ουγγαρία τη χαριστική βολή, ακολουθούμενη από τη βαρβαρότητα της λευκής τρομοκρατίας και τη μακρά βάρβαρη δικτατορία υπό τον Ναύαρχο Μίκλος Χόρτι.
Η κεντρικότητα όχι μόνο της έκρηξης της ουγγρικής επανάστασης αλλά και της ήττας της δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Ήταν ένα τεράστιο πλήγμα όχι μόνο κατά του ουγγρικού προλεταριάτου, αλλά εις βάρος της Ευρωπαϊκής Επανάστασης στο σύνολό της, ένα πλήγμα για το μέλλον του διεθνούς Σοσιαλισμού. Συνέβαλε στην απομόνωση της Ρωσικής Επανάστασης του Οκτώβρη και τέλος στο γραφειοκρατικό εκφυλισμό της Σοβιετικής Ένωσης από το Σταλινισμό.
Επικαιρότητα: το μέλλον μέσα στο παρελθόν
Η νίκη ή η ήττα δεν εξαρτώνται ούτε από ένα μηχανιστικό ντετερμινισμό ούτε μπορούν να μειωθούν σε έναν κατάλογο υποκειμενικών σφαλμάτων. Στην ιστορία, ακόμη και στην περίπτωση της Ουγγρικής Σοβιετικής Δημοκρατίας, οι εξελίξεις δεν είναι γραμμικές. Μια πολύπλοκη ζήση, διαλεκτική αλληλεπίδραση αντικειμενικών και υποκειμενικών παραγόντων, ενσωματωμένη σε μια καθορισμένη ιστορική κατάσταση, οδηγεί σε ένα τόσο αναγκαίο όσο και ανοικτό αποτέλεσμα.
Η Ουγγρική Επανάσταση του 1919 πρέπει να μελετηθεί ως στρατηγική εμπειρία, με την έννοια που ο Τρότσκι χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο στα Μαθήματα του Οκτώβρη. Περιλαμβάνει ζωτικά διδάγματα από τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ διεθνούς και εθνικού, μεταξύ Κεντροανατολικής και Δυτικής Ευρώπης, μεταξύ πολιτικής και οικονομίας, μεταξύ τάξεων και πολιτικών τάσεων, κομμάτων και ηγεσιών.
Περιγράφει τη δυναμική των μεγάλων βαθιών τάσεων της εποχής που άνοιξε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Οκτωβριανή Επανάσταση στις αρχές του 20ού αιώνα, που εξακολουθεί να δουλεύει εκατό χρόνια αργότερα, στον 21ο αιώνα, με νέους σύνθετους τρόπους, σε νέες καταστάσεις, σε περιφερειακό επίπεδο και σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα.
Η Ουγγρική Κομμούνα στην καρδιά της Ευρώπης ήταν μια κρίσιμη στιγμή μιας ατελούς διεθνούς επαναστατικής διαδικασίας. Η σημερινή παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, η οποία παραμένει άλυτη εδώ και πάνω από μια δεκαετία, καταδεικνύει ότι αυτή η ημιτελής διαδικασία, ακόμα σήμερα, οδηγεί στο να αποκτήσει το διαρκή χαρακτήρα της για να δώσει μια σοσιαλιστική διέξοδο από ένα ιστορικό αδιέξοδο που απειλεί την ανθρωπότητα.
Ακόμη και κατά τις 133 ημέρες της ζωής της, η Ουγγρική Κομμούνα έδειξε στην πράξη βασικά στοιχεία μιας τέτοιας σοσιαλιστικής εξόδου: συνεχείς και συνεπείς κοινωνικές πολιτικές για ισότητα και δικαιοσύνη· για μισθούς, θέσεις εργασίας, συντάξεις, στέγη· ένα δωρεάν σύστημα υγείας για όλους, συλλογικά διαχειριζόμενο από γιατρούς και επιτροπές νοσοκομειακών εργατών· μια δωρεάν, υψηλής ποιότητας εκπαίδευση για όλους, ανοιχτή στις πιο σύγχρονες τάσεις. Ψυχαναλυτές όπως ο Σάντορ Φερέντσι, η Μέλανι Κλάιν ή η Γκέζα Ροχάιμ, που αργότερα έγιναν διάσημοι σε διεθνές επίπεδο και οι οποίοι στο παρελθόν απαγορευόταν να διδάσκουν ή να ασκούν το λειτούργημά τους στο πλαίσιο του προεπαναστατικού καθεστώτος, τώρα εμπλέκονται και υποστηρίζονται από την επανάσταση. Το θέατρο, ο κινηματογράφος, η μουσική άνθιζαν με μεγάλους καλλιτέχνες, όπως ο Μπέλα Μπάρτοκ, ο οποίος αργότερα, εξορίστηκε στο εξωτερικό από την αντεπανάσταση, την υπερηφάνεια για όλο τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Ο πολιτισμός και η επανάσταση, το Σύγχρονο στην Τέχνη και την Ιστορία, συναντήθηκαν σε μια σύνθεση, ακόμη και προσωρινά, ακόμη και μόνο για 133 ημέρες, προβλέποντας ένα μέλλον παγκόσμιας ανθρώπινης χειραφέτησης, που θεωρείται μέχρι τώρα μόνο ως μια απροσπέλαστη Ουτοπία.
Μόλις ένα μήνα πριν από το τραγικό τέλος της Ουγγρικής Κομμούνας, την 1η Ιουλίου 1919, ο φουτουριστής Κασάκ, απευθυνόμενος στο Συνέδριο των Νέων Κομμουνιστών Εργατών, δήλωσε αψηφώντας την επερχόμενη βαρβαρότητα: «Στεκόμαστε στη μέση της ζωής όπως στη δίνη των γρήγορων υδάτων, με ένα μεγάλο κόκκινο αστέρι στα μέτωπά μας…»14.
Και σήμερα, η Κομμούνα, όχι ο Χορτισμός, στέκεται ακόμα στη μέση της ζωής όλων των καταπιεσμένων, ως αναμονή του ερχόμενου μέλλοντος, ενυπάρχουσα εν σπέρματι μέσα στο ανεκπλήρωτο παρελθόν.
Mετάφραση Γιαν. Σιμ.
1. Ουίλιαμ Σέξπηρ, Μάκβεθ, Πράξη 5η, Σκηνή 5η
3. Λέον Τρότσκι, Η Διεθνής και ο Πόλεμος, Tête de feuilles 1974 σελ. 69
4. ΈρνστΜπλοχ, la Lutte, Pas la Guerre – Ecrits pacifistes radicaux (1918), Editions de la Maison des Sciences de l’Homme, 2018, σελ. 52
8. Τιμπόρ Χαϊντού, ό.π. σελ.25-26
9.ό.π. σελ.28
11.ό.π. σελ. 426
12. Τόμας Κράους, Ανασυγκροτώντας του Λένιν – μια διανοητική βιογραφία, Εκδόσεις Monthly Review 2015 σελ. 308
6
13. Λέον Τρότσκι, Η Τάξη, το Κόμμα, και η Ηγεσία στο Η Ισπανική Επανάσταση (1931-39) Pathfinder Press 1973, σελ. 360.7