του Σάββα Μιχαήλ
Όχι, δεν υπάρχει λάθος τυπογραφικό ή αβλεψία του συγγραφέα στον τίτλο του κειμένου που διαβάζετε και πιο συγκεκριμένα στην ημερομηνία: όταν το ημερολόγιο της καθημερινότητας γράφει 8 Ιουνίου, στην Γαλλία της εξέγερσης είναι η 100στή Μαρτίου 2016.
Ο απεργιακός αναβρασμός ενάντια στο Νόμο για την Εργασία οδήγησε σε μια τομή στις 31 Μαρτίου. Έτσι, οι καταληψίες στην Πλατεία της Δημοκρατίας, την Place de la République του Παρισιού, από όπου εξαπλώθηκε σε όλες τις κεντρικές πλατείες των γαλλικών πόλεων το κίνημα καταλήψεων Όρθιοι την Νύχτα – Nuits Debout, αποφάσισαν την επομένη, την 1η Απριλίου να την ονομάσουν 32η Μαρτίου. Στη συνέχεια, η αρίθμηση των ημερών κατάληψης ακολουθεί αυτήν την παράδοξη αφετηριακή ημερομηνία: 33 Μαρτίου, 34 Μαρτίου, 35 Μαρτίου κ.ο. κ.
Δεν επρόκειτο για πρωταπριλιάτικο αστείο. Ήταν αναγνώριση της Τομής στην ιστορική συνέχεια, ανατροπή της κατεστημένης αντίληψης προσέγγισης στις εξελίξεις, σαν να ξετυλίγονταν μέσα σε ένα κενό, ομοιογενή χρόνο, σε μια απαρασάλευτη κοινωνική ρουτίνα, την Αιώνια Επιστροφή του Ίδιου. Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, στις περίφημες Θέσεις πάνω στην Έννοια της Ιστορίας, μιλώντας ακριβώς γι’ αυτήν την επαναστατική – μεσσιανική τομή του χρόνου, θύμισε ένα χαρακτηριστικό γεγονός από την Επανάσταση του 1830, πάλι στην Γαλλία, ενάντια στη μοναρχία του Λουδοβίκου-Φιλίππου: η ένοπλη εξέγερση άρχισε με τους επαναστάτες να στρέφουν τα όπλα τους και να πυροβολούν τα ρολόγια στους δρόμους του Παρισιού, σταματώντας τη ροή του χρόνου, εγκαινιάζοντας ένα Νέο Χρόνο, σύμφωνα με το καινο-τόμο ημερολόγιο της Επανάστασης.
Μ’ αυτήν την ένδοξη επαναστατική παράδοση του γαλλικού προλεταριάτου συνδέεται η απόφαση των Nuits Debout. Είναι η συνειδητή αναγνώριση ότι το Συμβάν της εισβολής των μαζών στη Γαλλία στην αρένα της ταξικής πάλης αποτελεί επαναστατική Τομή. Και για να μην μείνει αμφιβολία για τον χαρακτήρα της αλλαγής του χρόνου, οι καταληψίες αλλάξανε και το όνομα του χώρου: η Place de la République μετονομάστηκε από Πλατεία της Δημοκρατίας σε Place de la Commune, Πλατεία της Κομμούνας, παίρνοντας το όνομα της παρισινής Κομμούνας του 1871, της πρώτης προλεταριακής επαναστατικής “εφόδου στον ουρανό”, για την εργατική εξουσία και την εξάλειψη του Κράτους.
Η Τομή δεν είναι αυτονόητη – ούτε και η αναγκαία πάλη για τη διάρκεια των ανατρεπτικών συνεπειών της.
Δεν είναι αυτονόητη στο εξωτερικό, μαζί και στην Ελλάδα, όπου πολλοί βλέπανε μέχρι πρότινος αποκλειστικά την άνοδο της γαλλικής Ακροδεξιάς και τη θριαμβευτική πορεία της Μαρίν Λεπέν προς την Προεδρία και τώρα περνούν από εντύπωση σε εντύπωση, από την μαυρίλα στην έκσταση για τις οδομαχίες, ενώ οι αιώνιες Κασσάνδρες προεξοφλούν την ήττα.
Αλλά η Τομή δεν είναι αυτονόητη ούτε και στο εσωτερικό της εξεγερμένης Γαλλίας. Όχι μόνον οι αναπόφευκτοι μικροαστοί “θεατές” των δρώμενων αλλά και οι ενεργητικά συμμετέχοντες, συχνά, αναγνωρίζουν απλώς, με χαρά, ότι “τώρα υπάρχει κοινωνικό κίνημα, ενώ πριν δεν υπήρχε”. Το βάρος του συσσωρευμένου επί δεκαετίες σκεπτικισμού είναι αισθητό. Αυτή η αντίληψη, διαδεδομένη ιδιαίτερα στην γαλλική “ριζοσπαστική” Αριστερά, την άκρα Αριστερά, και σε μεγάλο τμήμα της αναρχίας, από την μια υποτιμά τους έστω μεμονωμένους και διάσπαρτους αγώνες που προϋπήρξαν και από την άλλη, το κυριότερο, εξαφανίζει τον ποιοτικό χαρακτήρα των νέων αγώνων, της τωρινής, τρίμηνης μαζικής κινητοποίησης σε δρόμους, πλατείες, τόπους δουλειάς και σπουδής. Δεν βλέπουν την Τομή που επέφερε η γαλλική Άνοιξη κι έτσι τα πολιτικά καθήκοντα που μπαίνουν στην ημερήσια διάταξη από την ίδια την πράξη των μαζών.
Αυτή η τυφλότητα μπροστά στην αλλαγή είναι αξιοπερίεργη, ιδιαίτερα όταν επιμένει.
Σε ένα πρώτο επίπεδο προσέγγισης, το κοντράστ, η αντίθεση με την αμέσως προηγούμενη πολιτική κατάσταση δεν θα μπορούσε να είναι εντονότερη. Το 2015, από την αρχή μέχρι το τέλος του, από την δολοφονική επίθεση του λεγόμενου “Ισλαμικού Κράτους” στο Charlie Hebdo στις αρχές του χρόνου μέχρι την τυφλή σφαγή αθώων στις 13 Νοεμβρίου από φονιάδες του ίδιου φυράματος, το καταθλιπτικό πολιτικό τοπίο καλύπτονταν από τον υποτιθέμενο “πόλεμο” κατά του “Ισλαμικού Κράτους” που κήρυξε η σοσιαλφιλελεύθερη κυβέρνηση του γαλλικού ιμπεριαλισμού κάτω από την προεδρία Ολάντ, του χειρότερου, πιθανόν, Γάλλου Πρόεδρου στην ιστορία του θεσμού. Επιβλήθηκε μια διαρκώς ανανεούμενη “Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης”. Έγινε γενικό προσκλητήριο για “εθνική ενότητα” στους Γάλλους πολίτες, βασικά, της “πρώτης κατηγορίας”, όσους δηλαδή δεν ήταν κάπως “μαυριδεροί”, αμφίβολης εθνοτικής καταγωγής και θρησκείας, Blacks ή Beurs που απειλήθηκαν με αφαίρεση της εθνικότητας. Δεν έλειψαν ούτε και οι διαφημιζόμενες από τα ΜΜΕ εκδηλώσεις αγάπης κι οι εναγκαλισμοί του κοινού με τα στρατιωτικά περίπολα, την ένοπλη αστυνομία και τα γαλλικά ΜΑΤ, τα μισητά, κατά τα άλλα, CRS.
Το αποπνικτικό κλίμα, το διαβρωτικό του δηλητήριο διαπερνούσαν τις πολιτικές και θεωρητικές συζητήσεις στο ευρύτερο κίνημα της κοινωνικής χειραφέτησης.
Πολιτικά, οι διαμάχες για την “μαντήλα” και το Ισλάμ, είχαν φουντώσει ξανά στο χώρο της Αριστεράς και της άκρας Αριστεράς, με τις παραδοσιακές γαλλικές ευαισθησίες, τις laiques (κοσμικές) και républiquaines (αστικοδημοκρατικές).
Στις θεωρητικές αναζητήσεις, με λιγοστές εξαιρέσεις (π.χ. τον Alain Badiou), η προβληματική περιστρέφονταν γύρω από το ερώτημα εάν η κοινωνική πάλη των τάξεων έχει αντικατασταθεί από τον “πόλεμο των κοινοτικών ταυτοτήτων” -ένα άλλο όνομα για την κακόφημη “σύγκρουση των πολιτισμών”- ή ακόμα για το εάν την σύγκρουση καπιταλισμού/ αντικαπιταλισμού την έχει διαδεχτεί η σύγκρουση φιλελεύθερου καπιταλισμού/ “τζιχαντισμού”, “μοντέρνας εκκοσμίκευσης” και “αρχαϊκής επιστροφής του θεολογικο-πολιτικού” ή και ο πόλεμος δύο ανερχόμενων φασισμών, με Δυτικό, κοσμικό πρόσημο ο ένας, με ισλαμικό, φονταμενταλιστικό ο άλλος.
Και ξαφνικά ήρθε η Άνοιξη.
Ο ασκός του Αιόλου άνοιξε από την Υπουργό Ελ Κομρί που κατέθεσε το σχέδιο Νόμου για την αλλαγή του κώδικα εργασίας καταργώντας τα πιο βασικά εργατικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα κι επιβάλλοντας στη Γαλλία μαύρες “εργασιακές σχέσεις”, παρόμοιες με εκείνες που εφαρμόζονται προ πολλού στην Ελλάδα των μνημονιακών καταστροφών.
Με αυτόν τον τρόπο το καθεστώς Ολάντ έλπιζε ότι ρίχνοντας τα βάρη τής κρίσης στην εργατική τάξη όλων των γενεών, θα αντιμετωπίσει την θανάσιμη κρίση της μεγάλης βιομηχανίας και των μεσαίων επιχειρήσεων, την πτώση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας, τα ελλείμματα, την κρίση δημόσιας και ιδιωτικής υπερχρέωσης, τα εκρηκτικά προβλήματα κι ανεπάρκειες του γαλλικού καπιταλισμού που διογκώνονται επικίνδυνα κάτω από την κλιμακούμενη πίεση της καπιταλιστικής κρίσης παγκόσμια και στην ΕΕ.
Ο Νόμος για την Εργασία (Loi Travail) έπαιξε τον ρόλο καταλύτη κι ενοποιητικής δύναμης που συγκέντρωσε όλα τα ρυάκια της εργατικής και λαϊκής δυσαρέσκειας που προϋπήρχαν. Ακόμα κι όταν ορισμένοι κλάδοι (π.χ. στις συγκοινωνίες) κινητοποιούνται για δικά τους, “κλαδικά” αιτήματα, είναι λάθος κι αποπροσανατολιστικό να δούμε τους αγώνες τους σαν κλαδικούς. Αποκτούν νέα διάσταση, νέα δυναμική, καινούργιο βάρος μέσα στο νέο πλαίσιο που έθεσε η κυβέρνηση Βαλς-Ολάντ με το Νόμο Ελ Κομρί. Δεν είναι η πρώτη φορά, κάθε άλλο, που μια κοινωνική έκρηξη, ακόμα και μια προεπαναστατική και επαναστατική κατάσταση προκαλείται από μια πρωτοβουλία των “από πάνω” που ενοποιεί όλες τις αντιστάσεις των αδικημένων “από τα κάτω”.
Η άποψη περί “επιμέρους, κλαδικών κινητοποιήσεων των πιο μαχητικών τμημάτων της εργατικής τάξης” καλλιεργείται κυρίως από τα τμήματα εκείνα της γραφειοκρατίας που χωρίς να είναι (ακόμα;) απεργοσπαστικά, όπως είναι ανοιχτά η φίλα προσκείμενη στην κυβέρνηση ρεφορμιστική Συνομοσπονδία CFDT, εναντιώνονται στην προοπτική μιας Γενικής Απεργίας διαρκείας, ένα στόχο που ήδη προβάλλουν πολλά πρωτοβάθμια σωματεία και κλάδοι. Ο διάσπαρτος χαρακτήρας των αγώνων αποτελεί τροχοπέδη και παράγοντα κόπωσης του κινήματος. Δίνει περιθώρια ελιγμών στην κυβέρνηση και τους “πρόθυμους” γραφειοκράτες των συνδικάτων. Η πανεθνική εργατική δράση δεν μπορεί ούτε πρέπει να έχει όριο ή και ημερομηνία λήξης την 14η Ιουνίου, μέρα κατάθεσης του νόμου στην Γερουσία. Η κλιμάκωση και γενίκευση είναι όρος για την νίκη.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Τομή έγινε ακριβώς με την πανεθνική εργατική κινητοποίηση στις 31 Μαρτίου. Από αυτήν την άποψη, σωστά την αναγνώρισαν σαν τέτοια και την χαιρέτισαν οι καταληψίες των Nuits Debout στην Πλατεία της Κομμούνας στο Παρίσι, πρώτα-πρώτα η νεολαία, οι μαθητές, οι φοιτητές.
Το τωρινό κίνημα των γαλλικών πλατειών, οι Nuits Debout, έχει πολλά κοινά αλλά και διαφορές με τα προηγούμενα στη Νότια Ευρώπη, στην Ισπανία ή την Ελλάδα. (Μόνο η “πεφωτισμένη “ηγεσία του ΚΚΕ μπορεί να δει σ’ αυτό το κίνημα μια… συνωμοσία του ιμπεριαλισμού για αν φτιαχτεί ένα νέο Podemos ή ένας νέος ΣΥΡΙΖΑ!) Είναι εντελώς λάθος να θεωρηθούν οι καταλήψεις αυτές σαν διαμαρτυρία και μόνον μικροαστών ή-ακόμα χειρότερα -κάποιων “bo-bo” (boêmes bourgeois- μποέμ αστών), όπως κάποιοι επιπόλαια είπαν. Σύντομα, οι Nuits Debout προχώρησαν πέρα από τις αιώνιες διαδικαστικές συζητήσεις για την “οριζοντιότητα” και την άμεση δημοκρατία. Με όλη την αναπόφευκτη σύγχυση, η τάση προσανατολισμού προς το εργατικό κίνημα και τα λαϊκά προβλήματα υπερισχύει. Από μια άποψη, όταν το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, έκανε, σε ορισμένα χρονικά διαστήματα “λακούβα”, οι καταλήψεις των πλατειών εξασφάλισαν την συνέχεια του αγώνα. Μαζί και το όραμα και την αναζήτηση ενός νέου ορίζοντα καθολικής χειραφέτησης. Όπως έγραφε κι ένα σύνθημα με κόκκινη μπογιά στις όχθες του Σηκουάνα -πριν το καλύψουν οι κατακλυσμιαίες βροχές, ο χειρότερος εχθρός των καταλήψεων των πλατειών- Καλύτερα όρθιοι την νύχτα παρά γονατισμένοι την ημέρα!
Μ’ όλες τις ιστορικές διαφορές, εδώ, στο πρόταγμα άρνησης της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων και στην αναζήτηση της καθολικής ανθρώπινης χειραφέτησης, βρίσκεται και η αναλογία με τον επαναστατικό Μάη του ’68.
Φυσικά, οι ίδιες οι Nuits Debout δεν ήταν από μόνες τους η Τομή. Το κρίσιμο σημείο ήταν η ορμητική παρέμβαση της κοινωνικής δύναμης που οι ηττοπαθείς και οι ρηχοί διανοητές θεωρούσαν ότι έχει εκλείψει ιστορικά: της ίδιας της εργατικής τάξης που συνενώνεται σαν τάξη ενάντια σε κεφάλαιο, κράτος και κυβέρνηση.
Την επαύριο της σφαγής στο Charlie Hebdo, σε εκδήλωσή του ΕΕΚ στην Αθήνα, τονίζαμε ότι δεν πρόκειται για άλλη μια επανάληψη συγκρούσεων ανάμεσα στην ιμπεριαλιστική Μητρόπολη και την πρώην αποικιακή περιφέρεια, συχνά με τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα. Οι δράστες ήταν νεαροί Γάλλοι πολίτες από την κόλαση των προαστίων της πρωτεύουσας. Το ίδιο ισχύει και για τις σφαγές της 13ης Νοεμβρίου 2015 στο Παρίσι. Επίσης, Βέλγοι πολίτες από τις δραματικά υποβαθμισμένες συνοικίες της πρωτεύουσας του Βελγίου και της ΕΕ ήταν και οι δράστες της σφαγής στις 22 Μαρτίου 2016 στις Βρυξέλλες. Η ιμπεριαλιστική Ευρώπη δεν κάνει εισαγωγή αλλά εξαγωγή μηδενιστών-τρομοκρατών που εκκολάπτονται στον διαλυμένο κοινωνικό της ιστό προς το “Ισλαμικό Κράτος” στην διαλυμένη Συρία και το εξίσου διαλυμένο Ιράκ. Τονίζαμε από τον Ιανουάριο του 2015: δεν είναι πράξεις τυφλής βίας που έλκουν την καταγωγή τους στην Μέση Ανατολή-πρόκειται για κοινωνική εσωτερική κατάρρευση, “ενδόρρηξη” (implosion) της ίδιας της Ευρώπης.
Σε μια αρχική φάση, το σκοτεινό, μαύρο ρήγμα φαίνονταν να ευνοεί και να εκτινάσσει τις πιο αντιδραστικές και σκοταδιστικές δυνάμεις. Η γαλλική κυβέρνηση αλλά κι όλες οι άλλες ευρωπαϊκές αστικές κυβερνήσεις καλλιέργησαν τρομοϋστερία, ξενοφοβία, ρατσισμό, ισλαμοφοβία. Ενίσχυσαν τρομερά τους μηχανισμούς επιτήρησης και καταστολής σε εθνική, πανευρωπαϊκή και διεθνή κλίμακα. Στραγγάλισαν στοιχειώδεις ελευθερίες, στο όνομα μιας “κατάστασης εξαίρεσης” που έγινε ο κανόνας και μιας ανύπαρκτης “εθνικής ενότητας” σε συνθήκες ενός ανύπαρκτου πολέμου με ένα ανύπαρκτο κράτος, ένα τέρας του Φρανκενστάιν που η ίδια η “πολιτισμένη Δύση” κατασκεύασε. Ταύτισαν την “τρομοκρατία” με την προσφυγιά εκατομμυρίων απελπισμένων θυμάτων τους από την Συρία, την Μέση Ανατολή, την Ασία, την Αφρική που πνίγονται στην Μεσόγειο ή εγκλείονται σε νέα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το ίδιο το “Φρούριο Ευρώπη” διαλύεται εσωτερικά καθώς ο άλλοτε “ενιαίος χώρος” μετατρέπεται σε ένα λαβύρινθο αδιέξοδων στοών, με κλειστά εθνικά σύνορα και φράχτες με συρματοπλέγματα που περιφρουρούν σιδερόφραχτοι δεσμοφύλακες, κρατικές, παρακρατικές και φασιστικές συμμορίες.
Στην ίδια την Γαλλία του Ολάντ, η εσωτερική κατάρρευση της Ευρώπης σήμαινε μέχρι τώρα βούλιαγμα στην κοινωνική κρίση, την ανέχεια, την αυξανόμενη ανεργία, τα μέτρα λιτότητας της “κυβερνώσας Αριστεράς” που ούτε η Δεξιά του Σαρκοζύ δεν είχε τολμήσει να πάρει. Σήμαινε αλματώδη άνοδο του ακροδεξιού “Εθνικού Μετώπου”. Σήμαινε, από την άλλη, διάλυση ενός τμήματος των απελπισμένων στο ζόφο ενός θανατόφιλου και θανατηφόρου μηδενισμού με ψεύτικο ισλαμικό ένδυμα.
Είναι μέσα στο πηχτό σκοτάδι της πιο μαύρης νύχτας που ξαφνικά ακούστηκε ο παροιμιώδης, προλεταριακός γαλατικός κόκορας, για τον οποίο μιλούσε ο Μαρξ, να προμηνύει τον ερχομό της Νέας Ημέρας.
Η μαχητική εισβολή της εργατικής τάξης στην αρένα έδωσε ένα σαφή ταξικό χαρακτήρα στην κοινωνική πόλωση. Η εργατική απεργιακή δράση, ιδιαίτερα στους σιδηροδρόμους, γενικά στις συγκοινωνίες, στα λιμάνια, τα μπλόκα στα διυλιστήρια, στα πυρηνικά κέντρα, στην ενέργεια συνολικά με διακοπές του ρεύματος σε καίρια εμπορικά κέντρα κι επανασύνδεση του ηλεκτρικού σε 300.000 νοικοκυριά που τους είχε κοπεί λόγω αδυναμίας πληρωμής του λογαριασμού, οι μαχητικές διαδηλώσεις και οδομαχίες με τις δυνάμεις καταστολής, δεν απομόνωσαν το εργατικό κίνημα από τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Αντίθετα έστρεψαν την κοινωνική δυσαρέσκεια ενάντια στον κύριο πολιτικό ένοχο, την κυβέρνηση Ολάντ-Βαλς που είδαν την προσωπική δημοτικότητά τους να καταποντίζεται στην άβυσσο.
Η κυβέρνηση και το Κράτος με την ένθερμη βοήθεια όλων των αστικών ΜΜΕ αντεπιτέθηκαν με πρωτοφανή βία. Τα αστυνομικά αυτοκίνητα πέφτουν με ορμή πάνω στις διαδηλώσεις για να τις διαλύσουν και οι βολίδες των ΜΑΤ πάνω στα κεφάλια, όπως στο νεαρό φωτορεπόρτερ, στις 26 Μαΐου που ακόμα χαροπαλεύει σε κώμα. Είναι αυτή η βοναπαρτιστική ανύψωση του Κράτους πάνω από μια κοινωνία σε έκρηξη που εκδηλώνεται και στην αστυνομική βία αλλά και στην προώθηση του νομοσχεδίου με Προεδρικό διάταγμα , παρακάμπτοντας την Βουλή.
Μόνο που ο Ολάντ αποτελεί την πιο γελοία κι ανήμπορη καρικατούρα Βοναπαρτίσκου που μπορεί να φανταστεί κανείς. Η Δεξιά κι η άκρα Δεξιά τον κατηγορούν ακριβώς για την ανικανότητά του να επιβληθεί και να συντρίψει αυτό που οι φασίστες του “Εθνικού Μετώπου” της Λεπέν ονομάζουν insurrection, ένοπλη εξέγερση.
Οι προσπάθειες δαιμονοποίησης, πρώτα των υποτιθέμενων casseurs, των “μπαχαλάκηδων”, και στη συνέχεια, της Γενικής Εργατικής Συνομοσπονδίας CGT και του ηγέτη της Μαρτινέζ, πέφτουν στο κενό. Γιαυτό και η κυβέρνηση προσπαθεί να ελιχθεί μεταξύ των διάφορων συνδικαλιστικών γραφειοκρατικών φραξιών, να πιέσει, να εξαγοράσει, να διασπάσει, να στρέψει, με κλαδικές μικροπαραχωρήσεις και υποσχέσεις, τα συμβιβασμένα τμήματα του συνδικαλισμού ενάντια στα πιο μαχητικά. Η κυβέρνηση και προπαντός η άρχουσα τάξη ξέρουν καλά τα όρια του συνδικαλισμού, ακόμα και του πιο μαχητικού. Και πατούν πάνω στην κυριότερη αδυναμία του κινήματος: την απουσία πολιτικής εναλλακτικής προοπτικής εξουσίας.
Η κατάσταση της γαλλικής Αριστεράς -δεν εννοούμε, βεβαίως, την δεξιά παρωδία της “κυβερνώσας Αριστεράς”- μαζί και της άκρας Αριστεράς ή και των αναρχικών δεν είναι απλώς τραγικά αναντίστοιχη με τις απαιτήσεις του αγώνα, είναι επιεικώς άθλια. Σε όλο το φάσμα, από το γαλλικό ΚΚ στον φανφαρόνο “αριστερό” εθνικιστή Μελανσόν (που θέλει όχι μόνο να γίνει Χαλίφης στη θέση του Χαλίφη αλλά και να εξαποστείλει τους πρόσφυγες στις χώρες τους) και μέχρι όλες τις φράξιες του ΝΡΑ, την Lutte Ouvrière ή το νεφέλωμα αναρχικών και αυτόνομων, επικρατεί πολιτικός σκεπτικισμός και συντηρητισμός, διανθισμένος ή όχι με μαρξίζουσα ή αναρχίζουσα προπαγανδιστική ρητορική. Συμμετέχουν, στο ένα ή τον άλλο βαθμό, στο κίνημα που το βλέπουν αποκλειστικά σαν “κοινωνικό”-συνδικαλιστικό, δηλαδή μη πολιτικό, ενώ οι πολιτικές τους ανησυχίες περιορίζονται στον ορίζοντα των… Προεδρικών Εκλογών του 2017, στον πιο κατάλληλο αριστερό υποψήφιο για τους μεν ή στην αποχή και το “μαχητικό μποϋκοτάζ” για τους δε.
Πέρα, όμως, από τα ατέλειωτα μοιρολόγια για τα χάλια της Αριστεράς, σε μια από τις αναρίθμητες συγκεντρώσεις – συζητήσεις, ένας νεαρός σύντροφος συνδικαλιστής του μαχητικού συνδικάτου SUD προσέγγισε το θέμα αρκετά νηφάλια. Το κίνημα -είπε- προχωράει αναζητώντας να βρει, μέσα από διαδοχικές προσεγγίσεις, δοκιμάζοντας διαρκώς και αλλάζοντας μορφές σαν το φίδι το δέρμα του, εκείνη την μορφή αγώνα και οργάνωσης που θα του δώσει την νίκη.
Το ζήτημα της επαναστατικής οργάνωσης αποτελεί μια εμμενή στο κίνημα διαδικασία. Δεν είναι ένα εξωτερικό καλούπι που του το επιβάλλει μια γραφειοκρατία ή μια αυτόκλητη μειοψηφία. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα πιο πρωτοπόρα, στην πράξη και τη θεωρία τμήματα μέσα στο κίνημα πρέπει να αυτοδιαλυθούν στα όριά του και στην αναπόφευκτη σύγχυση που χειραγωγεί η αστική τάξη, το σύστημά της, η ιδεολογία της. Ίσα-ίσα, ο ρόλος τους είναι να σπάσουν αυτά τα όρια και να χειραφετήσουν την επαναστατική τάξη από κάθε χειραγώγηση. Για αν το επτύχουν οι επαναστάτες δεν ξεκινούν με τη μιζέρια και τον σκεπτικισμό, την απαισιοδοξία ότι η μάχη είναι χαμένη εκ των προτέρων μια και “δεν υπάρχει ακόμα η αναγκαία, μαζική, επαναστατική κομμουνιστική οργάνωση”. Ο Λένιν -που κανένας δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ότι υποκλίνονταν στο “αυθόρμητο”- επαναλάμβανε τη φράση του Ναπολέοντα : on s’engage et puis on voit, ριχνόμαστε στη μάχη και κατόπιν βλέπουμε. Δεν πάμε με άδειο κεφάλι αλλά δοκιμάζουμε, διορθώνουμε, αναπτύσσουμε την επαναστατική στρατηγική, την τακτική, το πρόγραμμα μέσα στην μάχη, παλεύοντας να νικήσουμε, χωρίς να τρέφουμε αυταπάτες αλλά κι ούτε παραιτούμενοι εκ των προτέρων από την νίκη.
Το εάν στην παρούσα ταξική θύελλα στην Γαλλία θα συγκροτηθεί εγκαίρως η αναγκαία όσο ποτέ επαναστατική κομμουνιστική οργάνωση, για να αναδειχθεί η ίδια η εργατική τάξη ως η εναλλακτική δύναμη πολιτικής εξουσίας, παραμένει ένα ζήτημα ανοιχτό. Θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, και εσωτερικούς, στο κίνημα και στη συνολική ταξική πάλη, αλλά προπαντός διεθνείς.
Η επαναστατική κομμουνιστική οργάνωση της εποχής μας δεν μπορεί παρά να είναι διεθνιστική και διεθνής. Αν η εθνικιστική τύφλα είναι άμεσα καταστροφική, η εθνική μυωπία είναι επίσης ολέθρια. Το κλείσιμο στο εθνικό περιβάλλον οδηγεί σε προσαρμογή στις πιέσεις του.
Μερικοί, ιδιαίτερα όσοι φλερτάρουν με τον αριστερό εθνικισμό, προσπαθούν να εξηγήσουν την παρούσα κοινωνική έκρηξη στην Γαλλία, με τις ιδιαιτερότητες του γαλλικού καπιταλισμού, την “εξωτερική” αρνητική επίδραση της ΕΕ και του ευρώ πάνω του ή και με το πολιτικό ταμπεραμέντο των Γάλλων που ξεσηκώνονται κάθε 10 περίπου χρόνια, μία το 1995 ενάντια στο συνταξιοδοτικό της δεξιάς κυβέρνησης Ζυπέ, μία το 2006 ενάντια στην Σύμβαση Πρώτης Απασχόλησης της δεξιάς πάλι κυβέρνησης Βιλελμέν-Σαρκοζύ και τώρα, μια δεκαετία μετά, με την κινητοποίηση ενάντια στο Νόμο για την Εργασία της ψευτοαριστερής κυβέρνησης Βαλς-Ολάντ.
Το πλαίσιο, όμως, το εθνικό και προπαντός το διεθνές ήταν εντελώς διαφορετικό στις κινητοποιήσεις αυτές ώστε να μην σχηματίζουν κάποιο δεκαετή περιοδικό κύκλο.
Η κινητοποίηση του 1995 εκδήλωνε το γεγονός ότι το μαχητικό δυναμικό της εργατικής τάξης δεν είχε συντριβεί παρά τη χρεοκοπία των κυβερνήσεων του “σοσιαλιστή” Μιτεράν και προπαντός παρά το διατυμπανιζόμενο “τέλος της Ιστορίας” μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.
Η κινητοποίηση του 2006 στη Γαλλία ήταν πολιτικοκοινωνικός προ-σεισμός της επερχόμενης παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης. Ακολουθήθηκε από τις κινητοποιήσεις της φοιτητικής νεολαίας στην Ελλάδα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση των Πανεπιστημίων – μια κινητοποίηση που με την σειρά της προμήνυε την εξέγερση του Δεκέμβρη 2008, την “πρώτη πολιτική έκρηξη της τρέχουσας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης”, κατά την περίφημη ρήση του τότε επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρως Καν.
Η τωρινή κινητοποίηση του 2016 επέρχεται μετά την αποτυχία όλων των παρεμβάσεων κυβερνήσεων και κεντρικών τραπεζών, του G20, του ΔΝΤ, της ΕΕ, της Κίνας και των BRICS, να δώσουν διέξοδο από την παγκόσμια κρίση στην περίοδο μετά την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς και την Μεγάλη Ύφεση.
Είναι σημαντικό ότι τώρα, σε αντίθεση με την πρώτη φάση της κρίσης που χτύπησε στην ΕΕ τον αδύνατο κρίκο, την Ελλάδα και στη συνέχεια, την ευρωπαϊκή περιφέρεια, τώρα η κοινωνική αναταραχή ξεσπά στον σκληρό πυρήνα της ΕΕ, στην Γαλλία, στον ένα, τον πιο αδύναμο, από τους δύο πόλους του πάλαι ποτέ γαλλογερμανικού άξονα της συγκρότησης της ΕΕ και της ευρωζώνης. Από αυτήν την άποψη μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η γαλλική Άνοιξη αλλάζει την πολιτική κατάσταση σε όλη την Ευρώπη – μαζί και στην κατεστραμμένη Ελλάδα, όπου ο θλιβερός Τσίπρας του τρίτου μνημονίου φιλοξενούσε δουλικά τον λαομίσητο Βαλς , την ώρα της μάχης των Γάλλων εργατών και νεολαίων ενάντιά του.
Θα έχουν την ίδια τύχη και οι δύο. Υπάρχουν δύο Ελλάδες, δύο Γαλλίες και δύο Ευρώπες. Η μία Ελλάδα, Γαλλία, Ευρώπη είναι εκείνη των μαχόμενων εργατών και φτωχών λαϊκών στρωμάτων, κι η άλλη είναι εκείνη των ταξικών τους εχθρών. Όπως οι κατακλυσμιαίες βροχές από την Γαλλία ήρθαν και στην Ελλάδα, αρχές καλοκαιριού, το ίδιο θα συμβεί και με την κοινωνική καταιγίδα και την πολιτική θύελλα.
Ας επαγρυπνούμε κι ας παλεύουμε κι ας οργανωνόμαστε Όρθιοι μέσα στη Νύχτα των μνημονίων, στις δικές μας Nuits Debout, για να μην είμαστε γονατιστοί στην τρόικα και τους κυβερνητικούς υπηρέτες της.
Αθήνα, 8 Ιουνίου 2016
Παρίσι, 100 Μαρτίου 2016