της Μαργαρίτας Κουτσανέλλου
Στις 4 Μαρτίου 2025, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν παρουσίασε στις Βρυξέλλες το νεόκοπο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενίσχυση των αμυντικών δαπανών της και την αναβάθμιση της στρατιωτικής επιχειρησιακής ικανότητάς της με την κωδική ονομασία RE-ARM Europe (Rapid European Armament and Military production). Η στριφνή και αμφιλεγόμενη Φράου, σύζυγος η ίδια πάμπλουτου, φέροντα τον τίτλο ευγενείας «Φον», με λογοκλοπές διδακτορικών, μίζες από εμβόλια κατά την περίοδο Covid-19 και πολλά ανάλογα στο ανεπίσημο βιογραφικό της, ανακοίνωσε έναν προϋπολογισμό για αμυντικές δαπάνες στη ζώνη των 27 χωρών της ΕΕ, ο οποίος ζαλίζει. Οκτακόσια δισεκατομμύρια ευρώ σε βάθος τετραετίας! Όπως το περιέγραψε η ίδια, «ζούμε στους πιο σημαντικούς και επικίνδυνους καιρούς», αναφερόμενη σε σοβαρές απειλές και αναρωτώμενη κατά πόσο η Ευρώπη είναι έτοιμη να δράσει «με ταχύτητα και φιλοδοξία».
To προτεινόμενο σχέδιο RE-ARM Europe, δεν έχει καταστεί ακόμα επίσημη ευρωπαϊκή νομοθεσία, σε αντίθεση με το σχέδιο SAFE (Strategic Technologies for Europe Platform), το οποίο με ευρωπαϊκό νόμο που υιοθετήθηκε το 2025, ενέκρινε μία χρηματοδότηση 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την υποστήριξη της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (επενδύσεις σε αμυντικές τεχνολογίες και τεχνολογίες διπλής χρήσης). Προϋπόθεση χρηματοδότησης είναι το 65% της δαπάνης να πηγαίνει σε εταιρείες που έχουν την έδρα και την παραγωγή τους στην Ευρώπη και στην Ουκρανία. Παρόλα αυτά χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Μ. Βρετανία, η Τουρκία, ακόμα και η Κίνα δεν φαίνονται διατεθειμένες να παραιτηθούν από την προσπάθεια να επωφεληθούν με όσο γίνεται μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα αυτών των θηριωδών πολεμικών δαπανών.

Παγκόσμιο Πόλεμο η Γερμανία στέλνει μια ταξιαρχία Πάντσερ στη Λιθουανία
για μόνιμη παραμονή, για να αποτρέψει, υποτίθεται, τη Ρωσία να εισβάλει…
Το RE–ARM Europe έγινε κατ’ αυτόν τον τρόπο το καινούργιο motto με το οποίο τα επιτελεία των Βρυξελλών επικοινωνούν στους ευρωπαϊκούς λαούς μία ιστορική αλλαγή στον διακηρυγμένο οραματικό προσανατολισμό της ενωμένης Ευρώπης. Μία καμπή στην ευρωπαϊκή ιστορία από την εποχή που με τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993 και πιο πριν με τη συνθήκη της Ρώμης το 1957, τα ευρωπαϊκά εθνικά κράτη που προσχωρούσαν στην οικονομική και μετέπειτα πολιτική ένωση, ευαγγελίζονταν ως όραμά τους “την Ευρώπη της ειρήνης, της συνεργασίας, της δημοκρατίας, της προόδου, της κοινωνικής ευημερίας”. Αυτή η Ευρώπη (και στο βαθμό που εκπλήρωσε το εν λόγω όραμα) καταποντίζεται.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση που σύμφωνα με τους αστικούς ευφημισμούς, οικοδομήθηκε τάχα για το καλό των λαών της Ευρώπης και για την επούλωση των πληγών τους μετά τους δύο παγκόσμιους πολέμους που ισοπέδωσαν και αιματοκύλησαν την ήπειρο, ξεφορτώνεται κακήν-κακώς την προβιά του κοινωνικού κράτους και καλεί σε πόλεμο. Η ΕΕ αποκαλύπτεται ως αυτό που πραγματικά είναι. Μία λυκοσυμμαχία της άρχουσας τάξης, έτοιμη να κατασπαράξει λαούς ολόκληρους για τη διάσωσή της, όπως επανειλημμένα έχει πράξει στο παρελθόν και η ιστορική εμπειρία μας έχει διδάξει.
Ποιο είναι όμως το διεθνές περιβάλλον μέσα στις αλληλεπιδράσεις του οποίου λαμβάνουν χώρα όλες αυτές οι ιστορικές τομές; Διανύοντας ήδη το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα, ποια Ευρώπη και γιατί, μας καλεί σε πόλεμο; Τι συνέβη και οι ευρωπαϊκοί λαοί μετά από δεκαετίες οδυνηρής λιτότητας και διαρκούς αξεπέραστης κρίσης από το 2008 και μετά, αντί να πιάσουν τόπο οι θυσίες τους, όπως υπερθεμάτιζαν οι θιασώτες και απολογητές του νεοφιλελευθερισμού, βρίσκονται αντιμέτωποι με τον εφιάλτη ενός πολέμου να χτυπά πια και τη δική τους πόρτα; Ποιος είναι ο εχθρός του υπερεθνικού μορφώματος της ΕΕ, όπου η δημοκρατία κατά τεκμήριο λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα προς τις διακηρύξεις των θεσμών της γι’ αυτήν;
Η “συλλογική Δύση” διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη
Δεν πρόκειται για κεραυνό εν αιθρία, αλλά πλέον γίνεται ορατό δια γυμνού οφθαλμού. Μετά την έναρξη της δεύτερης θητείας Τραμπ στο Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο 2025, ό,τι γνωρίζαμε ως συλλογική Δύση, συγκλονίζεται από συγκρούσεις μεταξύ των εθνικών κρατών και ισχυρές διαλυτικές κρίσεις των διαφόρων υπερεθνικών θεσμών που τη συγκροτούν (ΝΑΤΟ, EE, G7, ΔΝΤ, ΟΗΕ, ΔΠΔ, ΠΟΥ, ΠΟΕ, FIVE EYES/UKUSA κ.ο.κ.). Αρκούμαστε να μιλήσουμε μόνο για τις διεθνείς σχέσεις των ΗΠΑ, τον ισχυρότερο πόλο της πολυεπίπεδης και πολυμερούς αυτής συμμαχίας. Οι ΗΠΑ του δόγματος MAGA διανύουν τη βασιλική οδό προς την ανήκεστη ρήξη με όλους μαζί και καθένα ξεχωριστά.

φωτογραφία με ναζί στρατηγούς στη Βαλτική, (1942)
O οριακός Τραμπ με τη χαρακτηριστική λεξιπενία του (η οποία απηχεί και ανάλογη διανοητική στενότητα), γίνεται παράγοντας και επιταχυντής της διάλυσης της εξωτερικής πολιτικής, με την οποία οι ΗΠΑ μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οικοδόμησαν την ηγεμονία τους, ως παγκόσμια υπερδύναμη. Οι ΗΠΑ εγκαταλείπουν στο διεθνές επίπεδο την πολιτική των πολυμερών συνεργασιών (multilaterism), οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση με την οποία ρυθμίστηκαν οι διεθνείς σχέσεις και λειτούργησε ο παγκόσμιος καπιταλισμός μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι διεθνείς συμφωνίες και υπερεθνικοί θεσμοί όπου περισσότερα από δύο ανεξάρτητα κυριαρχικά κράτη συγκλίνουν σε ρυθμίσεις που γίνονται σεβαστές από κοινού, υποβαθμίζονται και απαξιώνονται. Πλέον, οι διμερείς σχέσεις (bilaterism), στις οποίες κυριαρχεί το δίκαιο του ισχυρότερου, είναι το μοντέλο με το οποίο οι ΗΠΑ ασκούν την εξωτερική τους πολιτική. Στη βάση πλέον των διμερών σχέσεων, απομένει η ισχύς που διαθέτει καθένα από τα δύο μέρη έναντι του άλλου, για να επιβληθεί η θέληση του δυνατότερου. Οι ρήξεις είναι αλλεπάλληλες, ηχηρές, μη αντιστρέψιμες. Αποσύρεται η αμοιβαία εμπιστοσύνη στις διεθνείς σχέσεις και αντικαθίσταται από αβεβαιότητες και ρευστότητα. Το Διεθνές Δίκαιο μαζί με τη δικαιολογητική βάση του καταρρέουν. Ο Τραμπ κηρύσσει δασμολογικό πόλεμο στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την οποία λέει ότι «γεννήθηκε για να π*δ*ξ* τις ΗΠΑ», στο στρατιωτικό συνασπισμό τους δυσανασχετεί για το οικονομικό βάρος που αναλογεί στις ΗΠΑ λέγοντας ότι «κανένας δεν πληρώνει για το ΝΑΤΟ», ότι «Η Γερμανία χρωστά τεράστια ποσά», ότι «Το ΝΑΤΟ είναι νεκρό», ότι «Εάν η Ευρώπη δεχτεί επίθεση, οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να βοηθήσουν» και πολλά παρόμοια. Ένας καινούργιος δυστοπικός κόσμος ξημερώνει για τους λαούς όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά σε όλη τη Γη, όπου οι αρχές του διεθνούς και ανθρωπιστικού δικαίου, όχι απλώς αμφισβητούνται, αλλά de facto καταργούνται ήδη, με κορυφαίο παράδειγμα την εθνοκάθαρση της Παλαιστίνης και τη γενοκτονία του λαού της από το αποικιοκρατικό καθεστώς-απαρτχάιντ του Ισραήλ.
Συμπέρασμα: Στο πεδίο των γεωπολιτικών ανταγωνισμών, αν και το ΝΑΤΟ βρίσκεται πολύ μακριά από το να διαλυθεί, εν τούτοις, η Ευρώπη δεν αισθάνεται ότι μπορεί να λογαριάζει τις ΗΠΑ ως σύμμαχο, στο εγγύτερο ή απώτερο μέλλον. Η ευθεία διεκδίκηση της Γροιλανδίας από τις ΗΠΑ είναι πρώτης τάξεως παράδειγμα για το πόσο λίγο απέχει άλλη μία διπλωματική μόνο προς ώρας “αμετροέπεια” τραμπικού τύπου, από μία απολύτως υπαρκτή επεκτατική βλέψη εκ μέρους των υπερχρεωμένων ΗΠΑ, σε αναζήτηση ζωτικού χώρου.
Τι δρομολογεί για την Ευρώπη η έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία;
Στο μέτωπο της Ουκρανίας, όπου εδώ και τρία χρόνια διεξάγεται πόλεμος δι’ αντιπροσώπων μεταξύ ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ από τη μία, και Ρωσίας από την άλλη, η κατάσταση ως γνωστόν είναι ότι ο πόλεμος αυτός χάνεται ολοταχώς για το Δυτικό μπλοκ. Οι ΗΠΑ επί διακυβέρνησης Τραμπ, θέτουν νέες προτεραιότητες με επίκεντρο την Ασία και ενώ έχουν εξασφαλίσει την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τις ίδιες (καταστροφή Nord Stream). Πλέον, επιθυμούν να αποστασιοποιηθούν από το οικονομικό βάρος του πολέμου αυτού, ενώ παράλληλα δεν παραλείπουν να κουνάνε επιδεικτικά το λογαριασμό των νατοϊκών εξοπλισμών στους ευρωπαίους συμμάχους τους. Η Ευρώπη λοιπόν, ξεμένει στο ανοιχτό πολεμικό μέτωπο με τη Ρωσία, ενεργειακά εξαρτημένη από τους κατά τ’ άλλα “συμμάχους” της Αμερικανούς, οι οποίοι όμως της έχουν κηρύξει ήδη, οικονομικό προς το παρόν πόλεμο, αλλά εν δυνάμει, θερμό. Ταυτόχρονα βρίσκεται εκτεθειμένη προς τα ανατολικά, εγκλωβισμένη σε ένα θερμοπολεμικό κλίμα που η ίδια υποκίνησε και καλλιέργησε συστηματικά σε βάθος χρόνου, με αποκορύφωμα τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και με τις διαρκείς διευρύνσεις του ΝΑΤΟ, παρά τις συμφωνίες κυρίων περί του αντιθέτου μεταξύ της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης και των ΗΠΑ.(Το 1990, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την επανένωση των δύο Γερμανιών, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, James Baker, είχε διαβεβαιώσει τον Γκορμπατσώφ ότι το ΝΑΤΟ δεν πρόκειται να επεκταθεί «ούτε μία ίντσα προς ανατολάς».) Δεν βγαίνεις λοιπόν, από ένα πόλεμο αβρόχοις ποσί, όποτε τα βρίσκεις σκούρα, αφού φρόντισες προηγουμένως με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο να τον προκαλέσεις, όπως έπραξε η Ευρωπαϊκή Ένωση, συμμαχώντας ακόμα και με το διάβολο – τους νεοναζί του Ουκρανικού καθεστώτος. Οι «σύμμαχες» ΗΠΑ εγκαταλείπουν, αλλά η Ευρώπη ούτε μπορεί, ούτε θέλει βέβαια να ακολουθήσει, αφού κάτι τέτοιο σημαίνει ότι η κρίση θα μεταφερθεί στο εσωτερικό της.
Συμπέρασμα: Ο πόλεμος της Ευρώπης δι’ αντιπροσώπων εναντίον της Ρωσίας, με τον Ουκρανικό λαό να γίνεται κιμάς στα κανόνια που προμηθεύει αφειδώς ο δυτικός άξονας, βαίνει άδοξος. Μετά από αυτό, η Ευρώπη πλέον καλείται να επιφορτιστεί η ίδια το βάρος μίας σύγκρουσης, την οποία, η ίδια έκανε ό,τι μπορούσε για να προκαλέσει, πολύ πριν το 2022, οπότε η Ρωσία προχώρησε στην εισβολή στην Ουκρανία (2014 κίνημα Μαϊντάν, υπόθαλψη νεοναζί στην Ουκρανία κ.λπ.). Ο δρόμος του πολέμου δεν έχει γυρισμό, παρά μόνο εάν ανοίξει μία επανάσταση έναν καινούργιο! Ή ο πόλεμος θα ανακόψει μία πορεία προς επανάσταση, ή μία επανάσταση θα τερματίσει τον πόλεμο. Σε αυτό το αδιέξοδο βρίσκεται η ιμπεριαλιστική Ευρώπη σήμερα! Με αυτή την ιστορική πρόκληση θα αναμετρηθούν και οι λαοί της.
Όπλα αντί βούτυρο
Η συζήτηση και η συστημική αρθρογραφία γύρω από την στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης, κατά κύριο λόγο περιστρέφεται όχι στο γιατί και πώς φτάσαμε ως εδώ, όπως θα έπρεπε, αλλά γύρω από το «ποιος θα πάρει τις δουλειές» που αντιστοιχούν στα 800 δισεκατομμύρια που αναμένεται να δαπανηθούν. Επιβάλλεται να πούμε κι εμείς με τη σειρά μας ότι δεν πρόκειται για χρήματα που θα πέσουν από τον ουρανό, αλλά για χρήματα που θα περικοπούν από τις κοινωνικές δαπάνες (welfare) των εθνικών προϋπολογισμών των κρατών-μελών της ΕΕ. Στο διαχρονικό πολιτικό-οικονομικό δίλημμα λοιπόν, «guns over butter», η Ευρώπη δηλώνει αναφανδόν υπέρ των όπλων,επικαλούμενη απειλή από τη μετασοβιετική Ρωσία, στην οποία αποδίδει προθέσεις επεκτατισμού, μεγαλοϊδεατισμού, κατά της δημοκρατίας και των αξιών της κλπ.
Η αναγωγή της Ρωσίας σε απειλή, μπορεί κανείς να καταλάβει ότι είναι ζήτημα υπαρξιακής επιβίωσης της ΕΕ. Κι αυτό επειδή, οι διαλυτικές τάσεις στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι έντονες, με τους ανταγωνισμούς και τις διαφωνίες να πληθαίνουν και να σκληραίνουν, λόγω της υφεσιακής κρίσης. Μόνο με τη συσπείρωση λοιπόν, γύρω από ένα εξωτερικό αντίπαλο δέος –τη Ρωσία εν προκειμένω- μπορεί η ΕΕ να συντηρήσει ως ένα επίπεδο μία ελάχιστη συσπείρωση στο εσωτερικό της, μεταξύ των εθνικών κρατών που την απαρτίζουν και αυτό πάλι δεν είναι σίγουρο. Όπως διαπιστώνουμε, η ιδεολογία του MAGA, αναπαράγεται με τη μορφή χιονοστιβάδας και μεταξύ των κρατών-μελών. Οι εθνικισμοί φουντώνουν στα ευρωπαϊκά κράτη και μαζί τους η φενάκη ότι ο καπιταλισμός μπορεί να ξαναγυρίσει στη μήτρα του, και να γίνει εθνικός. Οι συνέταιροι γίνονται ολοταχώς ανταγωνιστές, με την αντίφαση να συνασπίζονται ταυτόχρονα εναντίον της Ρωσίας, ως κοινή απειλή γι’ αυτούς και με απώτερες βλέψεις βέβαια, στο διαμελισμό της. Ποιος δεν θα θυμηθεί στο “Ο Ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού”, την αναφορά του Λένιν στο Βρετανό επιχειρηματία και πολιτικό Σέσιλ Ρόουντς (1853 – 1902), στον οποίο αποδίδει τη φράση: “Αν δεν θέλετε εμφύλιο πόλεμο, πρέπει να γίνετε ιμπεριαλιστές”.
Η εικόνα της στρατιωτικής ισχύος της Ευρώπης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν διαθέτει στρατό και συνεκτικό αμυντικό πλαίσιο. Η άμυνά της είναι υπόθεση των εθνικών κρατών. Οι μεγάλες χώρες – εταίροι (Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία) δεν διαθέτουν εδώ και δεκαετίες στρατό και αμυντική βιομηχανία, άξια λόγου. Στην ανατολική Ευρώπη αντίθετα, οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία είναι πιο προετοιμασμένες. Γαλλία και Πολωνία αναδύονται ως ηγέτες από άποψη στρατιωτικής ισχύος, με την Πολωνία να διαθέτει το μεγαλύτερο στρατό ξηράς. Η Ευρώπη είναι εξαρτημένη από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ στο στρατιωτικό σκέλος. Επιπλέον, στο εσωτερικό της δεν είναι εξασφαλισμένη ομοιόμορφη θέση απέναντι στη Ρωσία. Κυβερνήσεις (όπως της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας) είναι πιο φιλορωσικές, είτε ταλαντευόμενες ή ακόμα και εχθρικές προς το ΝΑΤΟ. Το ίδιο και η ακροδεξιά σε πολλές χώρες, όπως το AfD στη Γερμανία, η Λεπέν στη Γαλλία, το Fidesz στην Ουγγαρία.

H στροφή στην πολεμική οικονομία (πολεμικός κεϋνσιανισμός) δυνητικά θα αναζωογονήσει κάποιους παραγωγικούς τομείς στην Ευρώπη ή θα επιβραδύνει και θα αντιστρέψει την αποβιομηχάνιση, η οποία είναι δεδομένη εδώ και δεκαετίες, όπως επίσης θα περιορίσει την ανεργία, δημιουργώντας όμως μία φούσκα, η οποία ανά πάσα στιγμή μπορεί να εκραγεί, εάν οι προτεραιότητες αλλάξουν. Ακόμα κι έτσι όμως, δεν είναι διασφαλισμένο ότι παρά την τροφοδότηση με ζεστό χρήμα του τομέα αυτού, αυτός θα αποβεί αποτελεσματικός, καθώς η Ευρώπη δεν μπορεί να έχει κεντρικό σχεδιασμό, ενώ η παραγωγή είναι κατακερματισμένη στον ευρωπαϊκό χώρο, με αλληλοκαλύψεις στη γραμμή παραγωγής, με διαφορετικά εθνικά θεσμικά πλαίσια κ.λπ. Την ίδια στιγμή, η προετοιμασία πολέμου πολιτικά συνεπάγεται περιορισμό των δημοκρατικών λειτουργιών, ενίσχυση της κρατικής αυταρχίας, τάση προς τη δημιουργία πολεμικών κρίσεων και τη στρατιωτικοποίηση λόγω της εξάρτησης από τις εξαγωγές εξοπλισμών. Κυρίως όμως, πολιτική αποσταθεροποίηση, λόγω της απαξίωσης και εγκατάλειψης της κοινωνικής πολιτικής και της εξαθλίωσης των μαζών.
Πολεμική οικονομία, μία ασημένια σφαίρα στον κρόταφο της Ευρώπης
Στον καπιταλισμό, ιδίως στην εποχή του ιμπεριαλισμού, ο θερμός πόλεμος είναι μία διαρκής σταθερά. Η ειρήνη δεν είναι παρά διαλείμματα μεταξύ των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων, μία ανάπαυλα από τις αιματοχυσίες των λαών μέχρι να συρθούν ξανά ως αμνοί σε θυσία στον βωμό του Μαμωνά. Επίσης, πόλεμος και δημοκρατία δεν πάνε μαζί. Οι θεσμοί της καπιταλιστικής Ευρώπης (Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) και τα πολιτικά της όργανα (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Συμβούλιο της Ευρώπης, Συμβούλιο Υπουργών, Ευρωπαϊκή Επιτροπή) δεν είναι παρά ενεργούμενα των πανίσχυρων μεγαλοκαπιταλιστικών λόμπι, τα συμφέροντα των οποίων είναι ο απόλυτος γνώμονας των πολιτικών επιλογών και των στρατηγικών που χαράσσονται στο όνομα των λαών, αλλά σε καμία περίπτωση, δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους. Η στροφή της ευρωπαϊκής πολιτικής στην προετοιμασία πολέμου είναι το ανησυχητικό επιστέγασμα και η θλιβερή επιβεβαίωση ότι καμία διαχείριση με τους νόμους των αστικών κυβερνήσεων δεν μπορεί να επαναφέρει την αξιοπρέπεια στις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, σε αυτό που περιγράφεται συχνά ως «έξοδος από την κρίση». Η κρίση βαθαίνει και γίνεται όλο και πιο απειλητική. Επικαλούνται άνοιγμα της οικονομίας και καλούν πλέον, τους λαούς της Ευρώπης, να υποταχθούν σε ακόμα μεγαλύτερες στερήσεις, να εργαστούν και να υποστηρίξουν τον παρανοϊκό σχεδιασμό της εμπλοκής σε πόλεμο. Ποιος απλός, φυσιολογικός άνθρωπος μπορεί να ονειρεύεται για τον ίδιο και τα παιδιά του ένα τέτοιο μέλλον; Κανείς! Μόνο κάποιος που έχει δηλητηριαστεί από την εθνικιστική υστερία, χωρίς ταξική συνείδηση και χωρίς επίγνωση της αβύσσου που τον χωρίζει από την οικονομική ολιγαρχία που διαφεντεύει τη χώρα που ζει, ελέγχει τις πολιτικές αποφάσεις και διαθέτει τη φυσική ισχύ (στρατό, δυνάμεις καταστολής).
Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος -όπως αυτός που σήμερα, στα δικά μας χρόνια, στον τωρινό μας κόσμο, θεριεύει ξανά- είναι ό,τι με ανεξίτηλο και αξεπέραστο μέχρι τα τώρα τρόπο έχουν περιγράψει και μας εξήγησαν οι γίγαντες που θεμελίωσαν τη θεωρία του επιστημονικού μαρξισμού και τη σφράγισαν με την επαναστατική τους πράξη. Ας πατήσουμε στις πλάτες τους και ας διαλύσουμε τα θολά σύννεφα του εθνικισμού και του οπορτουνισμού από τη σκέψη μας. Μόνο έτσι θα περιέλθουμε στη βαθιά ταξική συνειδητοποίηση που χρειάζεται να έχουμε για να αντιπαρατεθούμε και να ανατρέψουμε το σχέδιο της πολιτικής, κοινωνικής και φυσικής εξόντωσής μας. Γιατί την εξόντωσή μας σηματοδοτεί το ιμπεριαλιστικό σχέδιο πολέμου, στο οποίο μάς καλεί η Ευρώπη των αφεντικών, των αστών, των καπιταλιστών, των εκμεταλλευτών, των τραπεζιτών, των βιομηχάνων, των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής και των θεωρητικών και πολιτικών απολογητών τους. Μας καλούν σε ένα πόλεμο, στον οποίο θα εξοντωθούμε με όλους τους τρόπους, για να εξυπηρετηθούν τα δικά τους συμφέροντα. Οι λαοί, δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε μεταξύ μας, γιατί έχουμε πλήρη επίγνωση ότι:
«Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Δεν μπορούμε να τους πάρουμε αυτό που δεν έχουν. (Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, Καρλ Μαρξ – Φρίντριχ Ένγκελς, 1848)
«Ο ιμεριαλιστικός πόλεμος είναι πόλεμος για τη διανομή του κόσμου, για την εκμετάλλευση των λαών και των χωρών. Είναι εγκληματικός, άδικος, αντιδραστικός […] Ο μόνος σωστός τρόπος για την εργατική τάξη είναι να μετατρέψει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο σε εμφύλιο πόλεμο». (Ο Ιμπεριαλισμός, Ανώτατο Στάδιο του Καπιταλισμού, Β. Λένιν, 1916)
«Όσοι υποστηρίζουν τον “αμυντικό πόλεμο” από πλευράς των ιμπεριαλιστικών κυβερνήσεων είναι προδότες του σοσιαλισμού, είναι σοσιαλσοβινιστές». (Η Καταστροφή που μας Απειλεί και πώς να την Αντιμετωπίσουμε, Β. Λένιν, 1917)
«Οι πόλεμοι είναι η επιτάχυνση των ιστορικών διαδικασιών. Οι τάξεις, τα κόμματα, τα κράτη δοκιμάζονται στον πόλεμο. Ο καθένας αποκαλύπτει τον χαρακτήρα του. Ένας επαναστάτης δεν αρκεί να λέει “είμαι ενάντια στον πόλεμο”. Πρέπει να είναι υπέρ της επανάστασης που θα συντρίψει τον πόλεμο». (Το Μάθημα του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, Λ. Τρότσκι, 1934)
«Η μόνη πραγματική πάλη ενάντια στον πόλεμο είναι η επαναστατική πάλη ενάντια στην ίδια σου την κυβέρνηση, για την ανατροπή της». (Η Τέταρτη Διεθνής και ο Πόλεμος, Λ. Τρότσκι, 1938)
«Ο κύριος εχθρός βρίσκεται μέσα στην ίδια μας τη χώρα», όπως διακήρυξε ο Λίμπκνεχτ δημοσίως το 1915, αφού είχε διαφοροποιηθεί ριζικά από την ηγεσία του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), που είχε ψηφίσει υπέρ των πολεμικών πιστώσεων το 1914.
