Τον περασμένο Αύγουστο ένα αποκρουστικό έκτρωμα εμφανίστηκε «δυναμικά» στις Η.Π.Α. Το όνομα του: alt-right (εναλλακτική δεξιά) ή για να μην κρυβόμαστε, ο Φασισμός, ο οποίος ενθαρρύνθηκε από τη σοβινιστική ρητορική του Τραμπ. Η alt-right, είναι μια ομπρέλα, υπό την οποία ενώθηκαν και κινητοποιούνται όλοι οι φασιστές των Η.Π.Α. προσπαθώντας να αποδείξουν ότι έχουν αλλάξει. Μάταια όμως!!! Τα γεγονότα στην ακροδεξιά πορεία στο Σάρλοτσβιλ 11 και 12 Αυγούστου, όπου ένας νεοναζί δολοφόνησε μια νεαρή αντιρατσίστρια και μέλος του συνδικάτου των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου, με «τροχαίο», την Χέγιερ και έστειλε άλλους 19 ανθρώπους στο νοσοκομείο αποδεικνύουν το αντίθετο.
Τα γεγονότα στο Σάρλοτσβιλ, μας αφύπνισαν για μια ακόμη φορά στον κίνδυνο του φασισμού. Εκεί η alt-right ένωσε πετυχημένα παραδοσιακούς φασιστικούς σχηματισμούς και ομάδες της λευκής υπεροχής, όπως η Κου Κλουξ Κλαν, το Εθνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα με νεότερες ομάδες όμως η «Πρωτοπόρα Αμερική», το Παραδοσιακό Εργατικό Κόμμα, που έχουν δει τους αριθμούς τους να αυξάνονται σημαντικά το τελευταίο έτος.
Ο φασισμός, η alt-right αποτελείται από φασιστικά, ρατσιστικά, ξενόφοβα, μισογυνικά, ομοφοβικά σκουπίδια που προσπαθούν να στρατολογήσουν νέους λευκούς επαναλαμβάνοντας σαν καραμέλα τον αστικό μύθο ότι η οικονομική και κοινωνική αστάθεια και η ανασφάλεια που νιώθουν στις ζωές τους οφείλεται στην επίθεση που δέχονται τα «δικαιώματα τους» και ο ευρωχριστιανικός «πολιτισμός» καθώς και η «λευκή κουλτούρα» από φεμινιστές, αριστερούς, εβραιομπολσεβίκους, το «φιλελεύθερο» πανεπιστήμιο και τους διεφθαρμένους Δημοκρατικούς πολιτικούς που υπερασπίζουν τους μοχθηρούς κακούς μαύρους και τους εγκληματίες λαθρομετανάστες που έρχονται να καταστρέψουμ το αμερικάνικο όνειρο και τη γη της… ελευθερίας.
Ο φασισμός βασίζεται σε εξωκοινοβουλευτικές δεξιές ομάδες οργισμένων και καθυστερημένων μικροαστικών συνήθως στοιχείων και ατόμων που προέρχονται από το ποικιλόμορφο «λούμπεν προλεταριάτο» (μόνιμα ανέργους, μικροαπατεώνες αλλά και άλλα κοινωνικά περιθωριοποιημένα στρώματα). Φυσικά η αστυνομία και το στρατιωτικό προσωπικό είναι άλλη μια πηγή στρατολόγησης των φασιστών. Ενώ οι επιθέσεις απέναντι στην αριστερά, συνδικάτα, μειονότητες φυλετικές και όχι μόνο είναι μεταξύ των συνηθισμένων χαρακτηριστικών του, επίσης έχουμε και το δημαγωγικό επιχείρημα της υπεράσπισης του «κακόμοιρου πατριώτη», του «ανθρωπάκου που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα». Μάλλον σ’ αυτό που διαφωνούν οι φασιστικές ομάδες στις Η.Π.Α. και όχι μόνο είναι ποια ανίσχυρη μειονότητα να χτυπήσουν πρώτα και ποια είναι η πιο αποτελεσματική τακτική και στρατηγική για την εξόντωση της.
Ο Φασισμός εμφανίστηκε αρχικά στη Δυτική Ευρώπη μετά το τέλος του πρώτου παγκόσμιου πολέμου με τον καπιταλισμό σε οξεία κρίση και την αστική κοινοβουλευτική πολιτική δυσφημισμένη και ανίκανη να αντιμετωπίσει την αγωνία της μικροαστικής τάξης και όχι μόνο. Ο Τρότσκι είχε παρατηρήσει τότε ότι αν το κομμουνιστικό κόμμα είναι το «κόμμα της επαναστατικής ελπίδας, τότε ο φασισμός ως μαζικό κίνημα είναι το κόμμα της αντεπαναστατικής απελπισίας». Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο, επαναστατικές ευκαιρίες αναπτύχθηκαν τόσο σε Ιταλία όσο και σε Γερμανία. Το προλεταριάτο όμως δεν κατάφερε να καταλάβει την εξουσία εξαιτίας της πολιτικής ανωριμότητας του Κομμουνιστικού Κόμματος και της προδοσίας της Σοσιαλδημοκρατίας.
Στην Ιταλία το φασιστικό κίνημα δημιουργήθηκε από πρώην συνδικαλιστές και σοσιαλιστές που ήρθαν σε ρήξη με τον επαναστατικό διεθνισμό και προώθησαν τον εθνικισμό και την εδαφική ιμπεριαλιστική επέκταση της χώρας τους. Το 1922 ο Μουσολίνι και το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα του πραγματοποίησαν πορεία προς τη Ρώμη με τους παραστρατιωτικούς τραμπούκους τους (Μελανοχιτώνες), που οδήγησε στην κατάκτηση της κρατικής εξουσίας από τους Φασίστες. Στη Γερμανία το Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Χίτλερ και των Φαιοχιτώνων του απόκτησαν σταδιακά υποστήριξη επιτιθέμενοι σε συνδικαλιστές, σοσιαλιστές, κομμουνιστές, Εβραίους και άλλες μειονότητες προτού πάρουν την κρατική εξουσία τον Ιανουάριο του 1933. Και στις δυο περιπτώσεις τα φασιστικά κινήματα υποστηριζόταν από το μεγάλο κεφάλαιο που τα είδε ως ένα σημαντικό όπλο εναντίον της οργανωμένης εργατικής τάξης και ως ένα μέσο αποκεφαλισμού των μαζικών κομμάτων της αριστεράς.
Σήμερα η αμερικάνικη κυρίαρχη τάξη δεν αντιμετωπίζει ακόμα σοβαρές απειλές είτε από τα συνδικάτα είτε από την επαναστατική αριστερά. Αν και κάποιες από τις ακροδεξιές ομάδες στηρίζονται από πλούσιους «αρωγούς», συνολικά το αμερικάνικο κεφάλαιο δεν έχει ανάγκη ακόμα από εξωκοινοβουλευτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις. Ωστόσο η παρακμή και αποσύνθεση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και η αισχρή συγκέντρωση πλούτου στα χέρια μιας χούφτας πολυεκατομμυριούχων, έχει υπονομεύσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα θεμέλια της αστικής δημοκρατίας και το παραδοσιακό δικομματικό σύστημα έχει πια χάσει την αίγλη του και τη νομιμότητα του στα μάτια των μαζών. Αυτό φάνηκε και στις εκλογές του 2016, που έμοιαζαν με ριάλιτι σόου παρά με προεκλογική καμπάνια. Στο μέλλον η αστική τάξη μπορεί να χρειαστεί τη χρήση αυτών των ομάδων, εκτός αν η εργατική τάξη εμφανιστεί πάλι με όλες τις της μαχητικές παραδόσεις και εξαφανίσει το αποκρουστικό έκτρωμα του φασισμού και του καπιταλισμού που τον γεννά.
Αξίζει να σημειώσουμε, όπως παραθέτει και ο Ρόμπιν Μπλικ στο βιβλίο του για το πώς ο φασισμός στη Γερμανία κατάστρεψε το πιο ισχυρό εργατικό κίνημα, πως ο Χίτλερ, αφού οι Ναζί κατέλαβαν την εξουσία, δήλωσε: «Μόνο ένα πράγμα θα μπορούσε να είχε κάμψει το κίνημα μας – αν ο αντίπαλος είχε κατανοήσει τις αρχές του και από την αρχή είχε συντρίψει με απίστευτη κτηνωδία τον πυρήνα του νέου κινήματος μας». Στο ίδιο πλαίσιο ο Ναζί υπουργός προπαγάνδας Γκέμπελς δήλωσε «Αν ο εχθρός γνώριζε πόσο αδύναμοι ήμασταν, κατά πάσα πιθανότητα θα μας είχε πολτοποιήσει. Θα είχε συντρίψει αιματηρά την αρχή του έργου μας».
Η φιλελεύθερη ρεφορμιστική στρατηγική που στηρίζεται στο καπιταλιστικό κράτος για τη συντριβή ή την απαγόρευση του φασισμού οδηγεί στην αποτυχία και το μόνο που κάνει είναι να ενισχύει τις κατασταλτικές δυνάμεις του αστικού κράτους κατά της αριστεράς. Ο φασισμός είναι μια ασφαλιστική δικλείδα για τον καπιταλισμό, κάτι που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης όταν οι συνηθισμένοι τρόποι κοινωνικού ελέγχου και αστικής νομιμότητας δεν είναι πια αποτελεσματικοί. Ο φασισμός δεν είναι μια ιδέα ή ιδεολογία με την οποία μπορείς να έρθεις σε θεωρητική συζήτηση αλλά μια θανάσιμη απειλή για την εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους που πρέπει να συντριφτεί αμείλικτα μέσω της μαζικής κινητοποίησης των καταπιεσμένων, τους οποίους θέλει να εξοντώσει.
Οι Ναζί συνέτριψαν το πανίσχυρο γερμανικό εργατικό κίνημα τόσο εύκολα επειδή ήταν βαθιά διαιρεμένο. Το Κομμουνιστικό Κόμμα ακολουθώντας οδηγίες από τη Σοβιετική γραφειοκρατία με επικεφαλή τον Στάλιν, αρνήθηκε να συνεργαστεί με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα σε οποιαδήποτε κοινή δράση κατά των Ναζί. Καταγγέλλοντας τους Σοσιαλδημοκράτες ως «σοσιαλφασίστες», ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Τέλμαν είχε δηλώσει ότι μια Ναζιστική κυβέρνηση θα δυσφημούνταν πολύ γρήγορα, οπότε σύμφωνα με τον γραμμικό ιδεαλιστικό τρόπο σκέψης των Σταλινικών και του Τέλμαν, θα ερχόταν η σειρά των Κομμουνιστών. Έτσι διατυπώθηκε το περιβόητο σύνθημα «Μετά τον Χίτλερ, η σειρά μας».
Σε αντίθεση με τον καταστροφικό σεχταρισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος, η Διεθνής Αριστερή Αντιπολίτευση, με επικεφαλής τον Τρότσκι, προασπίστηκε την πολιτική του ενιαίου μετώπου των εργατικών οργανώσεων, διατηρώντας την οργανωτική και πολιτική ανεξαρτησία τους καθώς και το δικαίωμα κριτικής τους αλλά πολεμώντας από κοινού και μαχητικά τον κίνδυνο του φασισμού.
Η Αριστερή Αντιπολίτευση υποστήριξε πως αν οι Σοσιαλδημοκράτες συμφωνούσαν να συνεργαστούν με τους Κομμουνιστές για τη συντριβή της φασιστικής απειλής, τότε η εργατική τάξη και οι καταπιεσμένοι θα κέρδισαν μια σημαντική νίκη. Αν αρνούνταν, θα αποκάλυπτε την πολιτική χρεοκοπία της στους υποστηρικτές της και έτσι θα επιτάχυνε την εξαφάνιση της και την εμφάνιση ενός πραγματικά μαχητικού και επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος.
Σήμερα βλέπουμε την απειλητική εμφάνιση ενός πυρήνα ενός νέου πιο «εκλεπτυσμένου» φασιστικού κινήματος στις Η.Π.Α. Η άκρα δεξιά θεωρεί την κινητοποίηση στο Σάρλτοσβιλ επιτυχία
(που δεν επαναλήφθηκε σε άλλες πολλές λόγων των μαζικών κινητοποιήσεων των αντιφασιστών). Ένας από τους σημαντικούς ηγέτες των υποστηρικτών της λευκής υπεροχής, Ντιούκ μάλιστα «διάβασε» την καταδίκη και των «δυο πλευρών» από τον Τραμπ ως έκφραση αλληλεγγύης προς την alt-right και τους φασίστες.
Η ιστορία έχει δείξει ότι ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η φασιστική απειλή είναι μόνο καταφέρνοντας ταπεινωτικές και καθοριστικές ήττες εναντίον της απειλής αυτής, προτού μπορέσει να αναπτυχθεί. Τα φασιστικά κινήματα στρατολογούν πάνω στη βάση της «ισχύς» και της «σκληρότητας» τους. Αδιαφορούν για καταγγελίες από τα αστικά Μ.Μ.Ε., πολιτικούς ή ακόμα και από τον κλήρο, όταν συμβαίνει αυτό. Η δημόσια πολιτική συζήτηση της αριστεράς για το φασισμό, όσο σημαντική και αν είναι – και είναι- θα πρέπει να συνδυάζεται με την ενιαιομετωπική δράση του εργατικού κινήματος, των οργανώσεων των καταπιεσμένων και άλλων εν δυνάμει θυμάτων των φασιστών.
Είναι δεδομένο ότι είμαστε αλληλέγγυοι με όσους αντιφασίστες συμμετείχαν στην αντιδιαδήλωση στο Σάρλοτσβιλ, στην Βοστόνη, το Σαν Φρανσισκο και αλλού που παλεύουν, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια τους τη σωματική ακεραιότητα, αποτρέποντας τις εκδηλώσεις των Ναζί και των Φασιστών που θέλουν να διαδώσουν το δηλητήριο τους. Για αυτές τις ενιαιομετωπικές δράσεις δεν χρειάζεται να συμφωνούμε σε όλα τα πολιτικά ζητήματα αλλά βασικά μόνο σε ένα, την προθυμία μας να δράσουμε κατά των Ναζί, Φασιστών, Κου Κλουξ Κλαν και οποιοδήποτε άλλο φασιστικό παράσιτο και να το εξαφανίσουμε από προσώπου γης.
Aρ. Mα.