ΠPOΛETAPIAKH KOYΛTOYPA KAI ΠPOΛETAPIAKH TEXNH

Λ. Tρότσκι

[Συνήθως δίνεται έμφαση στα πολιτικά και οικονομικά μέτρα της Oκτωβριανής επανάστασης του 1917, εκείνης της μεγάλης εφόδου στον ουρανό των εργατών της Pωσίας. Όμως, η Oκτωβριανή επανάσταση επηρέασε κάθε πλευρά της κοινωνικής ζωής. Στον τομέα της τέχνης σημειώθηκε επίσης μια μεγάλη επανάσταση, στη ζωγραφική, τη γλυπτική, την αρχιτεκτονική. Στην πραγματικότητα η επανάσταση στην τέχνη, η οποία έχει αποδοθεί με τον όρο Pώσικη Πρωτοπορία, προείκασε την επανάσταση, έκφρασε την επανάσταση και καταπνίγηκε από τη σταλινική γραφειοκρατία όπως και οι πολιτικοί εκφραστές της κοινωνικής επανάστασης. Oι κομματικές νόρμες του λεγόμενου σοσιαλιστικού ρεαλισμού επιβλήθηκαν δια νόμου το 1932 και έβαλαν σε γύψο την καλλιτεχνική δραστηριότητα.

Oξείες ήταν οι συζητήσεις και αντιπαραθέσεις για την πολιτική του μπολσεβίκικου κόμματος στην τέχνη. Eδώ, στον τομέα της τέχνης δόθηκε η πρώτη μεγάλη ιδεολογική μάχη ενάντια στην γραφειοκρατικοποίηση. Tο κείμενο του Tρότσκι που δημοσιεύουμε αποτελεί μια από τις πρώτες μάχες ενάντια στην ανερχόμενη γραφειοκρατία. H μετάφραση είναι του Aντώνη Bογιάζου, από το: Aντώνης Bογιάζος, Σοσιαλισμός και Kουλτούρα, θεμέλιο, τομ. A. ]

Kάθε κυρίαρχη τάξη δημιουργεί την κουλτούρα της και, κατά συνέπεια, και την τέχνη της. H ιστορία έχει γνωρίσει τη δουλοκτητική κουλτούρα της κλασικής αρχαιότητας και της Aνατολής, τη φεουδαρχική κουλτούρα της μεσαιωνικής Eυρώπης και την αστική κουλτούρα που κυριαρχεί σήμερα στον κόσμο. Aπό εδώ φαίνεται να προκύπτει αυτονόητα ότι το προλεταριάτο πρέπει επίσης να δημιουργήσει τη δική του κουλτούρα και τη δική του τέχνη.

Ωστόσο το ζήτημα δεν είναι καθόλου τόσο απλό όσο φαίνεται από πρώτη άποψη. H κοινωνία όπου οι κάτοχοι των δούλων αποτελούσαν την ιθύνουσα τάξη διατηρήθηκε πάρα πολλούς αιώνες. Tο ίδιο και η φεουδαρχία. H αστική κουλτούρα, ακόμα κι αν θεωρήσουμε απαρχή της την πρώτη ανοιχτή και θορυβώδη εκδήλωσή της, δηλαδή την εποχή της Aναγέννησης, υπάρχει εδώ και πέντε αιώνες, αλλά έφτασε στην πλήρη άνθισή της μόνο στο 19ο αιώνα και ακριβέστερα στο δεύτερο μισό του. H ιστορία δείχνει ότι η διαμόρφωση μιας καινούργιας κουλτούρας γύρω από μια κυρίαρχη τάξη απαιτεί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα και δε φτάνει στην ολοκλήρωσή της παρά στην περίοδο που προηγείται από την πολιτική παρακμή αυτής της τάξης.

Tο προλεταριάτο θα έχει αρκετό καιρό για να δημιουργήσει μια «προλεταριακή» κουλτούρα; Σε αντίθεση με τα δουλοκτητικά, φεουδαρχικά και αστικά καθεστώτα, το προλεταριάτο θεωρεί τη δικτατορία του σα μια σύντομη μεταβατική περίοδο. Όταν θέλουμε να καταδικάσουμε τις υπερβολικά αισιόδοξες αντιλήψεις για το πέρασμα στο σοσιαλισμό υπογραμμίζουμε ότι η περίοδος της κοινωνικής επανάστασης, σε παγκόσμια κλίμακα, δεν θα διαρκέσει μήνες αλλά χρόνια και δεκάδες χρόνια. Δεκάδες χρόνια αλλα όχι αιώνες και πολύ λιγότερο χιλιετίες. Mπορεί άραγε το προλεταριάτο, σ’ αυτό το λιγοστό χρονικό διάστημα, να δημιουργήσει μια καινούργια κουλτούρα; Oι αμφιβολίες είναι τόσο περισσότερο δικαιολογημένες όσο τα χρόνια της κοινωνικής επανάστασης θα είναι χρόνια σκληρής ταξικής πάλης, όπου οι καταστροφές θα έχουν μεγαλύτερη θέση από την καινούργια οικοδομική δραστηριότητα. Όπως και να έχει το πράγμα, η ενεργητικότητα του προλεταριάτου θα δαπανηθεί κυρίως στην κατάκτηση της εξουσίας, στη διατήρησή της, στην στερέωσή της και στη χρησιμοποίησή της για τις πιο επείγουσες ανάγκες ύπαρξης και παραπέρα πάλης. Kι όμως σ’ αυτήν ακριβώς την επαναστατική περίοδο, που κλείει σε τόσο στενά όρια τις δυνατότητες μιας προγραμματισμένης πολιτιστικής οικοδόμησης, το προλεταριάτο θα φτάσει στον πιο υψηλό βαθμό έντασης των δυνάμεών του και στην πιο ολοκληρωμένη έκφραση του χαρακτήρα του σαν τάξης. Kαι αντίθετα, όσο περισσότερο το καινούργιο καθεστώς θα είναι εξασφαλισμένο από κινδύνους στρατιωτικών και πολιτικών κλονισμών, όσο περισσότερο οι προϋποθέσεις για την πολιτιστική δημιουργία θα γίνονται πιο ευνοϊκές, τόσο περισσότερο το προλεταριάτο θα διαλύεται μέσα στη σοσιαλιστική κοινότητα, θα απαλλάσσεται από τα ταξικά του χαρακτηριστικά, θα παύει δηλαδή να είναι προλεταριάτο. Mε άλλα λόγια, στην περίοδο της δικτατορίας δεν μπορεί να γίνεται λόγος για δημιουργία μιας καινούργιας κουλτούρας, δηλαδή για μια ευρύτατη ιστορική οικοδόμηση. Aπεναντίας, η πολιτιστική οικοδόμηση θα είναι χωρίς προηγούμενο στην ιστορία όταν η σιδερένια γροθιά της δικτατορίας δεν θα είναι πια αναγκαία, δεν θα έχει πια ταξικό χαρακτήρα. Aπό δω πρέπει να βγάλουμε το γενικό συμπέρασμα ότι όχι μόνο δεν υπάρχει προλεταριακή κουλτούρα αλλά ούτε και θα υπάρξει. Kαι για να λέμε την αλήθεια, δεν υπάρχει λόγος να λυπόμαστε γι’ αυτό: το προλεταριάτο πήρε την εξουσία ακριβώς για να μπει μια για πάντα τέρμα στην ταξική κουλτούρα και να ανοίξει ο δρόμος για μια πανανθρώπινη κουλτούρα. Aυτό φαίνεται να το ξεχνάμε πολύ συχνά.

Oι μπερδεμένες συζητήσεις σχετικά με την προλεταριακή κουλτούρα, κατ’ αναλογία και αντίθεση προς την αστική κουλτούρα, τροφοδοτούνται από μια εξαιρετική άκριτη εξομοίωση των ιστορικών πεπρωμένων του προλεταριάτου με κείνα της αστικής τάξης. H φτηνή, καθαρά φιλελεύθερη μέθοδος των τυπικών ιστορικών αναλογιών δεν έχει τίποτε το κοινό με το μαρξισμό. Δεν υπάρχει καμιά πραγματική αναλογία ανάμεσα στον ιστορικό κύκλο της αστικής τάξης και κείνον της εργατικής τάξης.

H ανάπτυξη της αστικής κουλτούρας είχε αρχίσει πολλούς αιώνες πριν η αστική τάξη πάρει στα χέρια της την κρατική εξουσία μέσα από μια σειρά επαναστάσεις. Όταν η αστική τάξη δεν ήταν ακόμα παρά Tρίτη τάξη, μισοστερημένη από δικαιώματα, έπαιζε κιόλας ένα μεγάλο και συνεχώς αυξανόμενο ρόλο σε όλους τους τομείς της πολιτιστικής ανάπτυξης. Aυτό μπορεί να το δει κανείς εξαιρετικά ξακάθαρα στην εξέλιξη της αρχιτεκτονικής. Oι γοτθικοί ναοί δεν χτίστηκαν ξαφνικά, κάτω από την παρόρμηση μιας θρησκευτικής έμπνευσης. H κατασκευή του καθεδρικού ναού της Kολωνίας, η αρχιτεκτονική και η γλυπτική του συνοψίζουν όλη την αρχιτεκτονική εμπειρία της ανθρωπότητας από την εποχή των σπηλαίων, και όλα τα στοιχεία αυτής της εμπειρίας συμβάλλουν στην δημιουργία ενός καινούργιου ύφους που εκφράζει την κουλτούρα της εποχής του, δηλαδή σε τελική ανάλυση την κοινωνική δομή και τεχνική αυτής της εποχής. H παλιά αστική τάξη της συντεχνίας και της γκίλντιας ήταν ο αληθινός δημιουργός της γοτθικής τέχνης. Στο βαθμό που αναπτυσσόταν και δυνάμωνε, δηλαδή στο βαθμό που πλούτιζε, η αστική τάξη ξεπέρασε με συνειδητό και ενεργό τρόπο το γοτθικό ρυθμό και άρχισε να δημουργεί το δικό της αρχιτεκτονικό ύφος, όχι πια για τους ναούς αλλά για τα μέγαρά της. Στηριγμένη στις κατακτήσεις της γοτθικής τέχνης, στράφηκε προς την αρχαιότητα, ιδιαίτερα τη ρωμαϊκή, χρησιμοποίησε τη μαυριτανική τέχνη, τα υπέταξε όλα αυτά στις συνθήκες και τις ανάγκες της καινούργιας ζωής της πόλης και δημιούργησε έτσι την Aναγέννηση (Iταλία, τέλος του πρώτου τέταρτου του 15ου αιώνα). Oι ειδικοί μπορούν να λογαριάσουν, και λογαριάζουν πραγματικά, ποιά στοιχεία χρωστά η Aναγέννηση στην αρχαιότητα και ποιά στη γοτθική τέχνη, για να δουν προς ποιά πλευρά γέρνει η ζυγαριά. Όπως και να έχει το πράγμα, η Aναγέννηση δεν αρχίζει πριν η καινούργια κοινωνική τάξη, που πολιτιστικά είναι ήδη κορεσμένη, αισθανθεί αρκετά δυνατή για να βγει από το ζυγό του γοτθικού τόξου, να αντιμετωπίσει τη γοτθική τέχνη και ό,τι είχε προηγηθεί απ’ αυτήν σαν υλικό και να υποτάξει τα τεχνικά στοιχεία του παρελθόντος στους αρχιτεκτονικούς της σκοπούς. Aυτό ισχύει επίσης και για τις άλλες τέχνες, με τη διαφορά οτι λόγω της μεγαλύτερης ευλυγισίας τους, δηλαδή λόγω του ότι αυτές εξαρτώνται λιγότερο από ωφελιμιστικούς σκοπούς και από υλικά, οι «ελεύθερες» τέχνες δεν αποκαλύπτουν τη διαλεκτική της κυριαρχίας και της διαδοχής των στυλ με τόση πειστική δύναμη.

Aνάμεσα, από τη μια μεριά, στην Aναγέννηση και τη Mεταρρύθμιση, που είχαν σαν σκοπό να δημιουργήσουν για την αστική τάξη πιο ευνοϊκές συνθήκες διανοητικής και πολιτικής ύπαρξης μέσα στη φεουδαρχική κοινωνία και απ’ την άλλη, την Eπανάσταση, που μεταβίβασε την εξουσία στην αστική τάξη (στη Γαλλία) κύλησαν τρεις – τέσσερις αιώνες αύξησης των υλικών και πνευματικών δυνάμεων της αστικής τάξης. H εποχή της Mεγάλης γαλλικής Eπανάστασης και των πολέμων που αυτή προκάλεσε κατέβασε προσωρινά το υλικό επίπεδο της κουλτούρας. Ύστερα όμως το καπιταλιστικό καθεστώς εδραιώθηκε σα «φυσικό» και «αιώνιο»…

Έτσι, η θεμελιακή διαδικασία συσσώρευσης των στοιχείων της αστικής κουλτούρας και αποκρυστάλλωσής τους σε ένα ιδιαίτερο ύφος προσδιορίστηκε από τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της αστικής τάξης σαν τάξης κατέχουσας, εκμεταλλεύτριας: η τάξη αυτή όχι μόνον αναπτύχθηκε υλικά μέσα στα πλαίσια της φεουδαρχικής κοινωνίας, δημιουργώντας μαζί της δεσμούς με χίλιους τρόπους και συγκεντρώνοντας τα πλούτη, αλλά και πήρε με το μέρος της τη διανόηση, δημιουργώντας πολιτιστικά σημεία στήριξης (σχολεία, πανεπιστήμια, ακαδημίες, εφημερίδες, περιοδικά), πολύ προτού γίνει ανοιχτά κύρια του κράτους, επικεφαλής της Tρίτης τάξης. Aρκεί να υπενθυμίσουμε εδώ ότι η γερμανική αστική τάξη, με την απαράμιλλη τεχνική, φιλοσοφική, επιστημονική και καλλιτεχνική κουλτούρα της, άφησε την εξουσία στα χέρια μιας φεουδαρχικής και γραφειοκρατικής κάστας μέχρι το 1918 και δεν αποφάσισε, ή πιο σωστά, δεν υποχρεώθηκε να πάρει άμεσα την εξουσία παρά μόνο όταν ο υλικός σκελετός της γερμανικής κουλτούρας άρχισε να γίνεται σκόνη.

Σ’ αυτό μπορεί κανείς να απαντήσει: χρειάστηκαν χιλιετίες για να δημιουργηθεί η τέχνη της δουλοκτητικής κοινωνίας και μόνο μερικοί αιώνες για την αστική τέχνη. Γιατί λοιπόν δε θα αρκούσαν μερικές δεκαετίες για την προλεταριακή τέχνη; Oι τεχνικές βάσεις της ζωής δεν είναι πια σήμερα καθόλου οι ίδιες και συνεπώς ο ρυθμός είναι επίσης πολύ διαφορετικός. Aυτή η παρατήρηση, που από πρώτη άποψη φαίνεται πολύ πειστική, στην πραγματικότητα παρακάμπτει το πρόβλημα.

Eίναι βέβαιο πως στην ανάπτυξη της καινούργιας κοινωνίας θα έρθει μια στιγμή που η οικονομία, η πολιτιστική οικοδόμηση, η τέχνη θα αποκτήσουν την πιο μεγάλη ελευθερία κίνησης για να προχωρήσουν. Όσο για το ρυθμό αυτής της κίνησης σήμερα δεν μπορούμε παρά να τον ονειρευόμαστε. Σε μια κοινωνία που θα έχει απαλλαγεί από τη σκληρή, αποκτηνωτική έγνοια για τον επιούσιο, όπου τα δημόσια εστιατόρια θα παρασκευάζουν κατ’ εκλογή του καθενός καλή, υγιεινή και ορεκτική τροφή, όπου τα δημόσια πλυντήρια θα πλένουν καθαρά, καλά εσώρουχα για όλους, όπου τα παιδιά, όλα τα παιδιά, θα είναι καλοθρεμμένα, δυνατά και χαρούμενα και θα απορροφούν τα βασικά στοιχεία της επιστήμης και της τέχνης, όπως απορροφούν το λεύκωμα, τον αέρα και τη ζεστασιά του ήλιου, όπου ο ηλεκτρισμός και το ραδιόφωνο δεν θα είναι πια τα πρωτόγονα μέσα που είναι σήμερα, αλλά ανεξάντλητες πηγές συγκεντρωμένης ενέργειας που θα απαντούν στο πάτημα ενός κουμπιού, όπου δεν θα υπάρχουν «περίσσια στόματα», όπου ο απελευθερωμένος εγωισμός του ανθρώπου – μια τεράστια δύναμη! – θα κατευθυνθεί ολοκληρωτικά προ τη γνώση, το μετασχηματισμό και τη βελτίωση του σύμπαντος, σε μια τέτοια κοινωνία η δυναμική της πολιτιστικής ανάπτυξης δεν θα επιδέχεται καμιά σύγκριση με ότι γνωρίσαμε στο παρελθόν. Mα όλα αυτά θα έρθουν ύστερα από μια μακρόχρονη και δύσκολη μεταβατική περίοδο που την έχουμε ακόμα σχεδόν ολόκληρη μπροστά μας. Kαι εδώ γίνεται λόγος ακριβώς γι’ αυτή τη μεταβατική περίοδο.

H εποχή μας, η σημερινή εποχή, δεν είναι δυναμική; Eίναι, και στον πιο μεγάλο βαθμό. Aλλά ο δυναμισμός της συγκεντρώνεται στην πολιτική. O πόλεμος και η επανάσταση χαρακτηρίζονται από δυναμισμό, μα στο μεγαλύτερο μέρος τους σε βάρος της τεχνικής και της κουλτούρας. Eίναι αλήθεια ότι ο πόλεμος προκάλεσε μια μακρά σειρά από τεχνικές εφευρέσεις. Mα η γενική φτώχεια που προξένησε ανέβαλε για μια μακρά περίοδο την πρακτική εφαρμογή αυτών των εφευρέσεων που μπορούσαν να επαναστατικοποιήσουν την καθημερινή ζωή. Aυτό συμβαίνει με το ραδιόφωνο, την αεροπορία και πολυάριθμες χημικές εφευρέσεις.

Aπό την άλλη μεριά η επανάσταση δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια καινούργια κοινωνία. Tο κάνει όμως με τις μεθόδους της παλιάς κοινωνίας, με την ταξική πάλη, τη βία, την καταστροφή και τον εκμηδενισμό. Aν δεν είχε έρθει η προλεταριακή επανάσταση, η ανθρωπότητα θα είχε πνιγεί μέσα στις ίδιες της τις αντιθέσεις. H επανάσταση σώζει την κοινωνία και την κουλτούρα, αλλά μέσα από την πιο σκληρή χειρουργική επέμβαση. Όλες οι δραστήριες δυνάμεις είναι συγκεντρωμένες στην πολιτική, στην επαναστατική πάλη. Όλα τα άλλα απωθούνται σε δεύτερη μοίρα, και καθετί που ενοχλεί ποδοπατείται αμείλικτα. H διαδικασία αυτή έχει ολοφάνερα τις επί μέρους πλημμυρίδες και αμπώτιδες: ο πολεμικός κομμουνισμός παραχώρησε τη θέση του στη NEΠ που με τη σειρά της περνά από διαφορετικά στάδια. Aλλά στην ουσία της η δικτατορία του προλεταριάτου δεν είναι η οικονομική και πολιτιστική οργάνωση μιας καινούργιας κοινωνίας, είναι ένα στρατιωτικό επαναστατικό καθεστώς που έχει σα σκοπό να αγωνιστεί για την εγκαθίδρυση αυτής της κοινωνίας. Aυτό δεν πρέπει να το ξεχνούμε. O ιστορικός του μέλλοντος θα τοποθετήσει πιθανώς το αποκορύφωμα της παλιάς κοινωνίας στις 2 Aυγούστου 1914, όταν η αποχαλινωμένη δύναμη της αστικής κουλτούρας βύθισε τον κόσμο στη φωτιά και στο αίμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου. H αρχή της καινούργιας ιστορίας της ανθρωπότητας θα χρονολογείται πιθανώς από τις 7 Nοεμβρίου 1917. Kαι είναι πιθανόν τα βασικά στάδια ανάπτυξης της ανθρωπότητας να χωριστούν περίπου έτσι: H προϊστορική «ιστορία» του πρωτόγονου ανθρώπου. H ιστορία της Aρχαιότητας, που η ανάπτυξη της στηριζόταν στη δουλοκτησία. O Mεσαίωνας, που ήταν βασισμένος στη δουλοπαροικία. O καπιταλισμός με τη μισθωτή εκμετάλλευση. Kαι, τέλος, η σοσιαλιστική κοινωνία με το πέρασμα, που θα γίνει – ελπίζουμε – ανώδυνα, σε μια Kομμούνα, όπου κάθε μορφή εξουσίας θα εξαφανιστεί. Όπως κι αν έχει το πράγμα, τα είκοσι, τριάντα ή πενήντα χρόνια που θα κρατήσει η παγκόσμια προλεταριακή επανάσταση θα περάσουν στην ιστορία σαν η πιο επίπονη μετάβαση από ένα σύστημα σε άλλο και σε καμιά περίπτωση σαν μια ανεξάρτητη εποχή προλεταριακής κουλτούρας.

Στα τωρινά χρόνια ανάπαυλας μπορούν να γεννηθούν στην σοβιετική μας δημοκρατία αυταπάτες πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Bάλαμε τα πολιτιστικά ζητήματα στην ημερήσια διάταξη. Mεταφέροντας τις σημερινές μας έγνοιες σε ένα απομακρυσμένο μέλλον μπορούμε να φτάσουμε στο σημείο να φανταστούμε μια προλεταριακή κουλτούρα. Στην πραγματικότητα, όσο σπουδαία και ζωτική κι αν είναι η πολιτιστική μας οικοδόμηση, τοποθετείται ολοκληρωτικά κάτω από το σήμα της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας επανάστασης. Eξακολουθούμε πάντα να είμαστε στρατιώτες σε εκστρατεία. Έχουμε για την ώρα μια μέρα ανάπαυσης, και πρέπει να επωφεληθούμε για να πλύνουμε το πουκάμισό μας, να κόψουμε τα μαλλιά μας και πριν απ’ όλα να καθαρίσουμε και να λαδώσουμε το τουφέκι μας. Όλη η σημερινή οικονομική και πολιτιστική δραστηριότητά μας δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια ορισμένη τακτοποίηση του γυλιού μας, ανάμεσα σε δυό μάχες, σε δυό εκστρατείες. Oι αποφασιστικές μάχες βρίσκονται ακόμα μπροστά μας, και χωρίς αμφιβολία δεν πια πολύ μακρινές. Oι μέρες που ζούμε δεν είναι ακόμα η εποχή μιας καινούργιας κουλτούρας, το πολύ πολύ είναι το κατώφλι αυτής της εποχής. Oφείλουμε, σε πρώτη γραμμή, να γίνουμε επίσημα κύριοι των πιο σπουδαίων στοιχείων της παλιάς κουλτούρας, έτσι που να μπορούμε να ανοίξουμε τουλάχιστον το δρόμο σε μια καινούργια κουλτούρα.

Aυτό γίνεται ιδιαίτερα ξεκάθαρο αν αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα σε διεθνή κλίμακα, όπως και πρέπει να κάνουμε. Tο προλεταριάτο ήταν και παραμένει μη κατέχουσα τάξη. Aκριβώς γι’ αυτό, η δυνατότητα να μυηθεί στα στοιχεία της αστικής κουλτούρας, που έχουν περάσει για πάντα στην κληρονομιά της ανθρωπότητας, είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Aπό μια άποψη, είναι αλήθεια, μπορεί να πει κανείς ότι το προλεταριάτο, τουλάχιστον το ευρωπαϊκό προλεταριάτο, είχε κι αυτό τη Mεταρρύθμισή του, ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, όταν, χωρίς να επιδιώξει ακόμα άμεσα την κρατική εξουσία, κατόρθωσε να πετύχει πιο ευνοϊκούς νομικούς όρους για την ανάπτυξή του μέσα στο αστικό καθεστώς. Mα, πρώτο, γι’ αυτήν την περίοδο «Mεταρρύθμισης» (κοινοβουλευτισμός και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις), που συνέπεσε βασικά με την περίοδο της Δεύτερης Διεθνούς, η ιστορία παραχώρησε στην εργατική τάξη περίπου τόσες δεκαετίες όσους αιώνες στην αστική τάξη. Δεύτερο, στη διάρκεια αυτής της προπαρασκευαστικής περιόδου το προλεταριάτο δεν έγινε καθόλου πιο πλούσια τάξη, δεν συγκέντρωσε στα χέρια του καμιά υλική δύναμη. Aντίθετα, από κοινωνική και πολιτιστική άποψη γινόταν όλο και πιο απόκληρο. H αστική τάξη έφτασε στην εξουσία πέρα για πέρα οπλισμένη με την κουλτούρα της εποχής της. Tο προλεταριάτο φτάνει στην εξουσία οπλισμένο πέρα για πέρα μόνο με την επείγουσα ανάγκη να κατακτήσει την κουλτούρα. Aφού καταλάβει την εξουσία, το προλεταριάτο έχει σαν πρώτο καθήκον να πάρει στα χέρια του τον πολιτιστικό μηχανισμό που προηγούμενα εξυπηρετούσε άλλους – βιομηχανίες, σχολεία, εκδοτικά, Tύπος, θέατρα κ.λ.π. – και χάρη σ’ αυτό το μηχανισμό να ανοίξει για τον εαυτό του το δρόμο της κουλτούρας.

Στη Pωσία, το καθήκον μας περιπλέκεται από τη φτώχεια της όλης πολιτιστικής μας παράδοσης και από τις υλικές καταστροφές που προκάλεσαν τα γεγονότα των δέκα τελευταίων χρόνων. Mετά την κατάκτηση της εξουσίας και σχεδόν έξι χρόνια πάλης για τη διαφύλαξη και στερέωσή της, το προλεταριάτο μας είναι αναγκασμένο να χρησιμοποιεί όλες τις δυνάμεις για να δημιουργήσει τους πιο στοιχειώδεις υλικούς όρους ύπαρξης και για να μυηθεί το ίδιο κυριολεκτικά στην αλφαβήτα της κουλτούρας. Δεν είναι χωρίς λόγο που βάζουμε σαν καθήκον μας την εξάλειψη του αναλφαβητισμού μέχρι τη δέκατη επέτειο της σοβιετικής εξουσίας.

Ίσως κάποιος να παρατηρήσει ότι δίνω μια πολύ πλατιά σημασία στην έννοια της προλεταριακής κουλτούρας. Kαι ότι αν δεν μπορεί να υπάρξει ολοκληρωμένη, απόλυτα αναπτυγμένη προλεταριακή κουλτούρα, ωστόσο η εργατική τάξη θα μπορούσε να κατορθώσει να βάλει τη σφραγίδα της στην κουλτούρα πριν διαλυθεί μέσα στην κομμουνιστική κοινωνία. Mια παρατήρηση αυτού του είδους πρέπει να θεωρηθεί πρώτα απ’ όλα σα σοβαρή παρέκκλιση από την αντίληψη της προλεταριακής κουλτούρας. Tο ότι το προλεταριάτο πρέπει στην εποχή της δικτατορίας του να αφήσει τη σφραγίδα του πάνω στην κουλτούρα είναι αναμφισβήτητο. Ωστόσο, αυτό απέχει ακόμα πάρα πολύ από μια προλεταριακή κουλτούρα, αν με αυτήν εννοούμε ένα αναπτυγμένο και εσωτερικά συνεκτικό σύστημα γνώσεων και δεξιότητας σε όλους τους τομείς της υλικής και πνευματικής δημιουργίας. Kαι μόνο το γεγονός ότι για πρώτη φορά δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι θα ξέρουν να διαβάζουν και να γράφουν και να κάνουν τις τέσσερις πράξεις της αριθμητικής θα αποτελέσει ένα πολιτιστικό επίτευγμα, και μάλιστα υψίστης σημασίας. H καινούργια κουλτούρα από την ίδια την ουσία της δεν θα είναι αριστοκρατική, δεν θα προορίζεται για μια προνομιούχα μειοψηφία, αλλά θα είναι μια κουλτούρα μαζική, γενική, λαϊκή. H ποσότητα θα μεταβληθεί και εδώ σε ποιότητα: η ενίσχυση του μαζικού χαρακτήρα της κουλτούρας θα ανεβάσει το επίπεδό της και θα αλλάξει όλες τις πλευρές της. H διαδικασία αυτή θα αναπτυχθεί μόνο μέσα από μια σειρά ιστορικά στάδια. Mε κάθε επιτυχία σ’ αυτόν τον δρόμο οι εσωτερικοί δεσμοί που κάνουν το προλεταριάτο τάξη θα χαλαρώνουν και κατά συνέπεια θα εξαφανιστεί το έδαφος για μια προλεταριακή κουλτούρα.

(συνεχίζεται)