Συζήτηση με τους ηθοποιούς της παράστασης "Περιμένοντας τον Γκοντό"

«Περιμένοντας τον Γκοντό», του Σάμουελ Μπέκετ, στο Θέατρο Τέχνης Kάρολος Kουν
Περιμένοντας… σε κενό χρόνου και  τόπου την ελπίδα
Συζήτηση με τις ηθοποιούς της παράστασης

Πέντε ηθοποιοί και πάρα πολλοί θεατές, για πάνω από δύο μήνες, συμμετέχουν στην θεατρική παράσταση «Περιμένοντας τον Γκοντό» που παίζεται στο Θέατρο Τέχνης Kάρολος Kουν (Φρυνίχου 14, Πλάκα) σε σκηνοθεσία Κώστα Καπελώνη. Ο συγγραφέας του έργου, ο ιρλανδός Σάμουελ Μπέκετ, ήταν μία επαναστατική φυσιογνωμία του 20ου αιώνα, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, αγωνιστής της αντιναζιστικής αντίστασης στη Γαλλία και κάτοχος ενός νόμπελ λογοτεχνίας που αρνήθηκε να παραλάβει.

Σε αντίθεση με προγενέστερες εκτελέσεις του έργου, στην παράσταση αυτή όλους τους – άφυλους κατά τον σκηνοθέτη- χαρακτήρες υποδύονται γυναίκες. Η Κάτια Γέρου  είναι ο Εστραγκόν κι η Δήμητρα Χατούπη ο Βλαντιμίρ. Η Λουκία Πιστιόλα ο ξεπεσμένος κραταιός Πότζο με τον δούλο του, τη Μυρτώ Αλικάκη-Λάκυ. Και η Αριάδνη Καβαλλιέρου το αινιγματικό αγόρι που αναγγέλει έξω από την καλυμμένη με ένα δίχτυ σκηνή, ότι ο πολυπόθητος ερχομός του Γκοντό αναβάλλεται.

Το έργο ξεκίνησε να γράφεται το 1948 και ολοκληρώθηκε το 1953. Όπως λέει κάποια στιγμή ο Βλαντιμίρ: «Ναι, μέσα σ αυτήν την απέραντη σύγχυση, το παγκόσμιο χάος, ένα πράγμα μόνο είναι ολοφάνερο. Περιμένουμε να έρθει ο Γκοντό-».

Η Νέα Προοπτική (NΠ) είχε την ευκαιρία να συζητήσει με την κάθε μία από τις ηθοποιούς τόσο για την αναγκαιότητα μιας μαχόμενης επαναστατικής τέχνης και στάσης ζωής μέσα στο σημερινό χάος της παγκόσμιας κρίσης καθώς και πολλά άλλα ζητήματα που αφορούν σ’ αυτή την πρωτοποριακή και άκρως ευαίσθητη δουλειά πάνω στο εμβληματικό έργο του θεατρικού μοντερνισμού.

ΛΟΥΚΙΑ ΠΙΣΤΙΟΛΑ
ΝΠ: Πώς εξηγείτε τη μεγάλη προσέλευση του κόσμου σε μια παράσταση που για κάποιους θεωρείται δύσκολη για το ευρύ κοινό;
Λουκία Πιστιόλα: Από την αρχή συμφωνήσαμε με τις συναδέλφους ότι στη σημερινή εποχή δε μπορούσαμε να κάνουμε κάποιο άλλο έργο. Είναι τόσο επίκαιρο και ο ζόφος του έχει τόσο πια μπει στη ζωή μας που τι να βγεις να κάνεις, κωμωδία, μπουλβάρ, κάτι περί έρωτος, τι άλλο ακουμπάει τόσο αυτό που γίνεται σήμερα. Δεν είναι τυχαίο αυτό που νιώσαμε και το βλέπεις από την προσέλευση του κόσμου και ειδικά από νέα παιδιά που ακόμα και αν δεν το κατανοούν εγκεφαλικά το κατανοούν με την ψυχή τους. Νιώθουμε όλοι ότι αιωρούμαστε σε ένα κενό χρόνου και τόπου.
Τώρα όσον αφορά στον Πότζο, που με πανικόβαλε στην αρχή, ο Πότζο είναι εξουσία, οικονομική, ερωτική, εξουσία με όποια μορφή κι αν έχει. Για μένα σήμερα ο Πότζο είναι η κρατική εξουσία, η βία που ασκεί το κράτος σε ένα καπιταλιστικό καθεστώς επάνω στον πολίτη. Έβλεπα προχτές τον Κουλούρη που έλεγε με όλη αυτή τη χυδαιότητα «μα τι έκανα, πέρασα τρία τέσσερα φανάρια με κόκκινο – ήταν τόσο φοβερό;». Η συμπεριφορά του Πότζο έχει όλη αυτή τη χυδαιότητα, τον κομπασμό ακόμα και την απειλητική ευγένια των ψεύτικων χαμογέλων – όλο αυτό που ποτέ δεν ήταν τόσο έντονο όσο σήμερα. Σήμερα είναι χωρίς προσχήματα. Ακούς την Διαμαντοπούλου να λέει ότι θα κάνουμε ιδιωτικά πανεπιστήμια «για να ανεβάσουμε το επίπεδο, το επίπεδο θέλουμε να ανεβάσουμε όχι δε θέλουμε να ιδιωτικοποιήσουμε τα πανεπιστήμια, τώρα αν για να ανεβάσουμε το επίπεδο κάνουμε και πανεπιστήμια ιδιωτικά, ε… θα το κάνουμε αναγκαστικά». Δηλαδή σε δουλεύουνε, σε κοροϊδεύουνε όλοι αυτοί γι’ αυτό είμαι πολύ υπερήφανη για αυτή τη δουλιά που κάνουμε.  

ΝΠ: Ακόμα και ο Πότζο όμως δεν είναι τόσο χυδαίος όσο αυτοί.
Λουκία Πιστιόλα: Ιδιαίτερα στο δεύτερο μέρος. Γιατί ας μη ξεχνάνε όλοι αυτοί που ασκούν την εξουσία ότι «γεννιόμαστε καβάλα σε ένα τάφο – το φως για όλους λάμπει για μια στιγμή και μετά νύχτα και πάλι» και τα κάτω έρχονται πάνω και τα πάνω κάτω.
Η διέξοδος είναι στην ελπίδα που υπάρχει στη σχέση με τον άλλο άνθρωπο. Λέει ο Εστραγκόν στον Βλαντιμίρ: «μη μου μιλάς μη με ρωτάς μείνε μαζί μου». Η ελπίδα είναι όταν βγούμε από το εγώ μας και γυρίσουμε το βλέμμα μας στον άλλο. Ενωμένοι με αυτόν θα μπορέσουμε να κάνουμε πράγματα χωρίς να διχαζόμαστε σε χίλια κομμάτια. Αυτό είναι το πρόβλημα του ελληνικού λαού. Εδώ έχουμε μια αριστερά διασπασμένη σε χίλια κομμάτια. Που είναι η αριστερά; Αυτό αναρωτιέται όλος ο κόσμος. Τώρα που έπαψε ο δικομματισμός μετά από τόσα χρόνια κι ο κόσμος γύρισε την πλάτη του στα δύο μεγάλα κόμματα που ταλαιπωρούν τριάντα και χρόνια την Ελλάδα που είναι η αριστερά; Μόνο αν βγούμε από το εγώ μας και στρέψουμε το βλέμμα μας στον άλλο άνθρωπο, μόνο τότε μπορούμε να προχωρήσουμε. Εκεί είναι η ελπίδα. Μέσα στο ζόφο του Μπέκετ στο βάθος αχνοφέγγει ένα φως: «και αν έρθει; – αν δεν έρθει θα κρεμαστούμε».

ΔΗΜΗΤΡΑ ΧΑΤΟΥΠΗ
Καμία από τις συναδέλφους δεν βίωσε το έργο έξω από τη συγκεκριμένη εποχή. Αν το ανεβάζαμε άλλοτε θα λέγαμε ότι ανεβάζουμε ένα σημαντικό και δύσκολο συγγραφέα, θα το βλέπαμε μόνο από την καλλιτεχνική σκοπιά. Είναι ένα έργο που έχει απόλυτη σχέση με το σήμερα και φαίνεται από πολλές ατάκες. Πολλοί νομίζουν ότι τις προσθέσαμε εμείς κι όμως είναι μέσα στο έργο αυτές οι ατάκες. Και είναι το χαρακτηριστικό κάθε μεγάλου συγγραφέα, σε κάθε εποχή είναι παρών. Σίγουρα ήταν μια δύσκολη πορεία και δύσκολος δρόμος τον οποίο αγαπήσαμε πολύ. Είναι εντελώς διαφορετικό για μας τους ηθοποιούς όταν υπάρχει ένα έργο που πιστεύουμε και αγαπάμε ή ένα έργο στο οποίο απλώς συμμετέχουμε. Υπάρχει ένας κοινός στόχος για όλους μας με αυτήν την παράσταση. Κυρίως αυτό που εκτιμώ είναι η παρουσία της νεολαίας. Αυτό κάτι σημαίνει. Τα νέα παιδιά μπορούν να επικοινωνούν πάρα πολύ με αυτό το κείμενο. Υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας που είναι πάρα πολύ σημαντικό.

ΝΠ: Ο αινιγματικός χαρακτήρας του έργου έχει μεγάλο αντίκτυπο ούτως ή άλλως.  
Δήμητρα Χατούπη: Δεν είναι να ψάξεις να βρεις κάτι τελικά. Είναι μάλλον αυτό που περιμένουμε όλοι όταν περιμένουμε. Ουσιαστικά δεν υπάρχεις στο τώρα δε ζεις. Ο Μπέκετ θέλει να μας διδάξει και μια άλλη αίσθηση του χρόνου: η παράσταση αφορά σε μια ολόκληρη ζωή μέσα σε δυο ώρες. Όταν περιμένεις κάτι ο χρόνος έχει άλλη διάρκεια από όταν δρας. Γι’ αυτό και οι ήρωές μας προσπαθούν απεγνωσμένα κάτι να κάνουν για να μη νιώσουν το χρόνο που περνάει και για να μην αφήσουν τον εσωτερικό τους εαυτό να ρθει στην επιφάνεια.


ΜΥΡΤΩ ΑΛΙΚΑΚΗ

ΝΠ: Υπάρχει κατ’ εσάς κάποια αλλαγή στη γενικότερη κατάσταση, μια αναζήτηση του κόσμου σήμερα που ωθεί πολλούς να έρθουν και να δουν την παράσταση;
Μ. Αλικάκη: Αυτό που λες εύχομαι να ισχύει, δε μπορώ να ξέρω όμως αν ισχύει. Σίγουρα σε περιόδους τέτοιου ζορίσματος και στενέματος και κρίσης οι άνθρωποι ψάχνουν να βρουν διεξόδους και μακάρι να βρίσκουν τέτοιες διεξόδους, δηλαδή στην τέχνη ή σε ο,τιδήποτε τους κάνει να σκεφτούν, να αναρωτηθούν τι είναι όλο αυτό που συμβαίνει γύρω μας. Σίγουρα το ότι έχουμε κόσμο σε ένα έργο θεωρητικά δύσκολο και βαρύ είναι πολύ ελπιδοφόρο δεδομένων των συνθηκών.

ΝΠ: Και δείχνει ότι αυτό που ζούμε μέσα στην κρίση δεν είναι μόνο η φτώχεια που προκαλεί το πετσόκομμα μισθών και συντάξεων αλλά και μια μετάβαση σε κάτι νέο.
Μυρτώ Αλικάκη: Και άγνωστο. Και αυτό είναι νομίζω που μας κάνει να μπλοκάρουμε τόσο πολύ μέσα σε αυτήν την κατάσταση. Το αύριο. Σίγουρα δε θα είναι όπως το χτες σίγουρα φαντάζει αρκετά ζοφερό και δύσκολο για αρκετά χρόνια τουλάχιστον και επειδή κάπως είχαμε μάθει να επιβιώνουμε αυτό το άγνωστο προκαλεί τρομερή ανασφάλεια και άγχος και πανικό. Υποθέτω ότι θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα. Άλλοι άνθρωποι έζησαν εμφυλίους πολέμους. Τώρα ζούμε άλλοι λιγότερο ή περισσότερο μια φτώχεια. Και μια γενικότερη κρίση αξιών. Όταν τρέχεις για το αύριο δέχεσαι πολύ πιο εύκολα να υποχωρήσεις μπροστά σε όλα αυτά. Φαντάζομαι ότι τα πράγματα κάνουν ένα κύκλο και απλά ζούμε την ύφεση αυτή τη στιγμή. Πιστεύω ότι αν το παρατηρήσεις και ιστορικά οι κοινωνίες κάνουν κύκλους. Υπάρχει άνθηση και πτώση. Δεν ξέρω πότε θα ανθήσει ή οτιδήποτε.

ΝΠ: Το ζήτημα του χρόνου που είναι και στο επίκεντρο του έργου είναι πολύ κρίσιμο για να κατανοήσουμε και τη σημερινή κατάσταση. O χρόνος ακολουθεί μια σπειροειδή και ασυνεχή τροχιά. Μήπως ζούμε σε μια επαναστατική κατάσταση;
Μ. Αλικάκη: Ό χρόνος είναι σίγουρα μια σχετική έννοια. Όταν περνάς ωραία ο χρόνος περνάει γρήγορα και όταν περνάς άσχημα περνάει αργά δείχνει τη σχετικότητα της αίσθησης του χρόνου που έχει ο καθένας. Τώρα ο χρόνος κυλάει με διάφορους τρόπους. Για κάποιους κυλάει υπερβολικά αργά για κάποιους υπερβολικά γρήγορα. Εγώ αισθάνομαι ότι μου συμβαίνουν και τα δύο ανάλογα με τη στιγμή και τη φάση.

NΠ: Ποιος είναι ο Λάκυ;
Για το Λάκυ δεν υπάρχει ελπίδα. Ίσως γι’ αυτό να είναι ο πιο ευτυχισμένος από τους υπόλοιπους. Νομίζω ότι ο Λάκυ προτιμάει το ζυγό για την ασφάλεια που του προσφέρει παρά το άγνωστο. Ζει το φόβο για την ελευθερία. Γιατί έχεις την επιλογή να γίνεις σαν τον αφέντη σου ή κάτι καλύτερο αν είσαι ελεύθερος. Το θέμα είναι αν αντέχουμε την ελευθερία. Για το Λάκυ ελευθερία υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό του. Γι’ αυτό και όταν ανοίγει το στόμα του λέει υπέροχα πράγματα – κατακερματισμένα φυσικά και χωρίς ειρμό. Αν είχαν ειρμό θα επαναστατούσε κιόλας. Αλλά μοιάζει να είναι σαν κάποιος που κάποτε είχε μια πολύ ωραία σκέψη και στην πορεία κάτι τον εγκλώβισε και τον έκανε να αποδεχτεί αυτή τη μοίρα. Αυτό είναι κάτι που βλέπουμε συχνά γύρω μας. Κάποιος που ξεκινάει με πολύ ωραίες προοπτικές και για κάποιο λόγο αυτό διακόπηκε.

ΝΠ: Πρέπει να συνεχίσουμε στο δρόμο που ανοίγει το έργο. Να διεκδικήσουμε την έκφραση.
Μ. Αλικάκη: Και την σκέψη. Είναι πολύ εύκολο να συμβεί μέσα στο άγχος της καθημερινότητας για να τα βγάλεις πέρα να σταματήσεις να σκέφτεσαι. Είμαι λίγο απαισιόδοξη για την ανθρώπινη φύση. Ο άνθρωπος έχει πολλά ψυχολογικά προβλήματα και είναι πρόβλημα που ενώ όλες οι επαναστάσεις ξεκίνησαν για καλό και οι ηγέτες τους τελικά κατέληξαν είτε να καταστραφούν είτε να καταστρέψουν. Ούτε οι αγνοί ιδεαλιστές μπορούν να μείνουν εκεί, αλλά και αυτοί που τους κερδίζει η εξουσία μένουν σ’ αυτήν και γίνονται και χειρότεροι πολλές φορές από τους προκατόχους τους.

ΑΡΙΑΔΝΗ ΚΑΒΑΛΙΕΡΟΥ

ΝΠ: Πώς βιώσατε την παράσταση σε σχέση με όλα όσα ζούμε σήμερα;
Α. Καβαλιέρου: Σήμερα τα πράγματα γενικά είναι δύσκολα και για μας πολύ περισσότερο γιατί εμείς είμαστε αυτοί που θα πρέπει να κάνουμε κάτι για την κατάσταση. Αυτό είναι που λέει το έργο. Μην περιμένεις κάποιον να σε σώσει αλλά να δίνουμε ο ένας στον άλλο την αλληλεγγύη. Μην περιμένεις κάποια θεϊκή παρέμβαση γιατί αλλάζουν οι κυβερνήσεις και ουσιαστικά έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα. Οπότε θα πρέπει να γίνει κάποια παρέμβαση από τους πολίτες και για αυτό υπάρχει αυτή η προσέλευση στο έργο. Είναι επίκαιρο και λόγω της ατμόσφαιράς του που βοηθάει σ’ αυτό που θέλει να πει.
Πρέπει να αλλάξουν οι ανθρώπινες σχέσεις και ο τρόπος που ο ένας αντιμετωπίζει τον άλλο. Γιατί ακόμα και σε πολιτικές συζητήσεις υπάρχει πιο πολύ το πολιτικό κομματι. Αν δεν υπάρχει αυτή η αδιαφορία του ενός για τον άλλο τότε θα υπάρξουν αλλαγές προς το καλύτερο.
Το ουσιαστικό για τον άνθρωπο δεν είναι ο θάνατος αλλά η ζωή πριν το θάνατο. Μέσα στο έργο φαίνονται αυτοί οι δύο τύποι περιμένοντας. Το αγόρι είναι το σύστημα. Τους υποβάλλει και τους υποχρεώνει να περιμένουν και αύριο και αύριο. Και αυτό είναι πολύ ωραίο, ότι ο ένας δε μπορεί να ζήσει μακριά από τον άλλο. Περιμένουν παρέα και όχι καθ ένας μόνος του.  

ΚΑΤΙΑ ΓΕΡΟΥ
Η παράσταση παίζεται πάνω από δύο μήνες και έχουμε ακόμα ένα μήνα. Πάει καλά από άποψη προσέλευσης και χωρίς ιδιαίτερη βοήθεια διαφημιστική. Από στόμα σε στόμα έρχεται ο κόσμος.

Ν.Π: Είναι ενδεικτικό μιας γενικότερης αναζήτησης;
Κ. Γέρου: Ας πούμε ότι ένα κομμάτι κόσμου αναζητά. Εγώ δεν πιστεύω όμως αυτό που λένε ότι η κρίση θα βγάλει τα καλύτερα πράγματα. Για ένα κομμάτι θα γίνει αυτό που είπες πριν. Αλλά για το μεγαλύτερο κομμάτι πιστεύω ότι θα βυθιστούνε σε μια μεσαιωνική ατμόσφαιρα. Με την έννοια ότι όταν υποβαθμιστεί η Παιδεία, όταν ο άνθρωπος δεν έχει δύο δραχμές να αγοράσει ένα βιβλίο ή να πάει στο θέατρο όλα αυτά συντελούν σε ένα βύθισμα του ανθρώπου. Ναι η αλληλεγγύη, ναι τα κινήματα, ναι η στροφή σε ένα είδος τέχνης, μην ξεχνάμε και το άλλο κομμάτι. Μια μεγάλη μερίδα κόσμου βυθίζεται σε ένα σκότος μεσαιωνικό. Γιατί η φτώχεια δεν είναι καλό πράγμα και μην τη θεοποιούμε.
Φαντάσου να αρχίσουν να φεύγουν οι νέοι και να πηγαίνουν αλλού. Είναι τρομαχτικό. Άλλο να θες να φύγεις μόνος σου για ποικιλία και αλλαγή και άλλο να είσαι υποχρεωμένος. Είναι εφιαλτικό. Χιλιάδες είναι εφιαλτικά αυτή τη στιγμή. Εγώ αγαπάω πολύ το χειμώνα. Περνώντας από την Κοραή μέτρησα καμιά 30 αστέγους μόνο σ’ αυτό το δρόμο. Έπαψα να αγαπάω το χειμώνα. Τι θα κάνουν αυτοί οι άνθρωποι;
Η μεγάλη φρίκη είναι να συνηθίσουμε τη μιζέρια και τη δυστυχία και τη φτώχεια. Έ, μωρέ, έχουμε και αστέγους. Έ, μωρέ, αυτοκτονεί και ο κόσμος. Έ, μωρέ, φεύγουν και έξω. Αν το συνηθίσουμε και αυτό θα είναι η εφαρμογή του απόλυτου δόγματος του σοκ. Με κάθε τρόπο πρέπει να κρατάμε το μάτι μας έκπληκτο και το μυαλό μας έκπληκτο και τον εαυτό μας όλο θυμωμένο. Αν θέλουμε να γίνει κάτι. Γιατί τα συνηθίζει όλα ο άνθρωπος και τα χειρότερα. Φοβάμαι τη συνήθεια. Παρουσιάζεται από μια μερίδα των ΜΜΕ μία κατάσταση «ναι μεν, παίρνουμε το μνημόνιο γιατί είναι απαραίτητο, αλλά να, κάνουμε και καλές πράξεις, μαζεύουμε και μακαρόνια». Γιατί σαφώς θα μαζέψουμε και μακαρόνια αλλά αν αυτό πάει πακέτο ότι ήταν αναγκαίο αυτό που έγινε, τότε είναι πολύ άγριο.

Ν.Π: Ποια είναι η φύση του υπαρξιακού προβλήματος των ανθρώπων στην παράσταση;
Κ. Γέρου: Σίγουρα είναι υπαρξιακό αλλά το κομμάτι της ανέχειας υπάρχει. Αυτοί κοιμούνται στο ύπαιθρο, τρώνε μόνο βολβούς από τη γη, καρότα, γογγύλια και ραπανάκια και κοιμούνται στο ύπαιθρο. Είναι ένας κρανίου τόπος. Γύρω γύρω εγώ φαντάζομαι ότι είναι μετά από μια μεγάλη καταστροφή. Αφού ανθρώπους βλέπουν σπάνια, ξυλοκοπούνται από τους ανθρώπους. Μέσα σε μια ένδεια αναπτύσσεται αυτό το υπαρξιακό αδιέξοδο που σαφώς είναι στο πρώτο επίπεδο.
Το δίχτυ είναι η παγίδα τους. Έχουν αυτοπαγιδευτεί και περιμένουν τη σωτηρία από κάποιο ον περίεργο που κανείς δεν το έχει δει, κανείς δεν ξέρει καν αν υπάρχει και αυτοί περιμένουν σωτηρία από κάτι που κατά πάσα πιθανότητα θα υπάρχει. Δεν περιμένουν σωτηρία από τους εαυτούς τους γι’ αυτό μένουν σε τέτοια ένδεια και ψυχοπλακώνεσαι βλέποντάς τους. Το μόνο για μένα παρήγορο και αισιόδοξο σ’ αυτό το έργο είναι η ανθρώπινη εγγύτητα, η ζεστασιά, η παρεούλα. Είναι αυτό που θα μας βοηθήσει να τη βγάλουμε καθαρή και στην κρίση. Βγαίνεις από τη μοναξιά σου, αγγίζεις το χέρι του διπλανού και αυτό έχει ήδη μια θερμοκρασία. Τσακώνεσαι, κάνεις αστεία, φιλοσοφείς, μαζί με τον άλλο όμως. Το μαζί με τον άλλο μπορεί να ξορκίσει τον εφιάλτη της ύπαρξης των ηρώων του Μπέκετ, τον εφιάλτη της δικής μας ύπαρξης. Αυτό είναι το μόνο αισιόδοξο.

ΝΠ: Ακόμα και ο Πότζο του έργου είναι πολύ πιο ανθρώπινος από την εξουσία που εκπροσωπεί.
Κ. Γέρου: Απολύτως γιατί ο Πότζο ταλαιπωρείται. Γιατί η εξουσία όπως κυβερνάει σήμερα δεν πρόκειται να ταλαιπωρηθεί ποτέ. Ενώ οι μπεκετικοί ήρωες ταλαιπωρούνται και αυτοί. Με μία έννοια δεν τη βλέπουμε την εξουσία στη σκηνή, η εξουσία είναι κάπου εκτός. Ο Γκοντό είναι η εξουσία ή αυτοί που φτιάξανε το φάντασμα του Γκοντό και είπανε κυρίες και κύριοι, αυτός θα σας σώσει. Αυτοί που φτιάξανε μια ψεύτικη ελπίδα. Αυτοί που φτιάχνουνε το παγκοσμιοποιημένο χρήμα, αυτοί που φτιάχνουνε τις φούσκες, αυτοί που φτιάχνουνε τους μεγάλους μύθους των ενοχών ότι είμαστε λαμόγια και τεμπέληδες και βρωμεροί και τρισάθλιοι και καλά να πάθουμε και να πληρώσουμε γιατί είμαστε άθλια όντα. Αυτοί είναι η απόλυτη φρικτή εξουσία. Μ’ αυτή την έννοια την εξουσία δεν τη βλέπουμε επί σκηνής, ο Πότζο είναι ένας μικρομεσαίος εξουσιαστής.

ΝΠ: Η σημερινή κρίση ωστόσο έχει υπονομεύσει την εξουσία του κεφαλαίου και των διαχειριστών του. Η παγκόσμια επανάσταση μοιάζει αναπόφευκτη. Και ίσως έτσι αντιμετωπίσουμε σε νέα βάση και ζητήματα όπως αυτό του θανάτου.   Κ. Γέρου: Σίγουρα, αλλά ξέρεις πότε κάποιος δε φοβάται το θάνατο; Όταν έχει ζήσει μια ολοκληρωμένη ζωή και νιώθει πληρότητα. Το θάνατο δε μπορείς να τον ξορκίσεις και να τον αποφύγεις αλλά τουλάχιστον μέχρι την ώρα που θα έρθει ας ζήσουμε όλοι μια καλή, πλήρη, ποιητική, ερωτική και αλληλέγγυα ζωή και αν έρθει η ώρα του θανάτου καλώς να έρθει. Αλλά να έχουμε προλάβει να κάνουμε τον κύκλο μας. Να δούμε, να ζήσουμε, να καταλάβουμε, να ταξιδέψουμε. Δεν είναι αυτό που λέει η ηλίθια η Μέρκελ ότι κάνετε «πολλές διακοπές», τι λες κυρά μου;!! Μέσα σε μια διαρκή διακοπή και δημιουργική εργασία θα έπρεπε να ζει ο άνθρωπος. Ενοχοποιούμαστε επειδή αναπνέουμε, επειδή είμαστε νέοι, μεσήλικες, γέροι; Είμαστε ένοχοι! Σε λίγο θα μας βάλουν στην πλατεία Συντάγματος και με ένα φλογοβόλο θα μας καθαρίζουν γιατί περισσεύουμε. Είμαστε μπελάς! Έχουν κάνει ολόκληρο λαό να νιώθει μπελάς, να νιώθει βάρος! Αυτό είναι πολύ σιχαμένο και πρέπει να τιμωρηθεί! Γι’ αυτό όταν θα έρθει η ώρα να αντιμετωπίσουμε τα υπαρξιακά μας ερωτήματα θα έχουμε κάνει ένα κύκλο και θα αξίζουν τα χρόνια που ζούμε.

ΝΠ: Παρά και ενάντια στις δυσκολίες, μεγάλες όχι μόνο για τους θεατές αλλά και για σας τους ηθοποιούς, πρέπει να συνεχίσουμε στο δρόμο που ανοίγει η παράσταση. Γιατί θεωρώ ότι αυτό που κάνετε ανοίγει μια διέξοδο σήμερα.
Κάτια Γέρου: Εύχομαι να ισχύει. Εννοείται πάντως ότι θα συνεχίσουμε γιατί δεν πιστεύουμε στην μετεμψύχωση. Μαζί θα τα αντιμετωπίσουμε όλα.