Τα βήματα της κρίσης που έρχεται ακούγονται ήδη καθαρά

Στο παρελθόν, φθινόπωρο του 2018, η ΝΠ είχε δημοσιεύσει ρεπορτάζ με επισημάνσεις για ένα “φαινόμενο” του οποίου η εμφάνιση προμήνυε την πιθανότητα ταχείας επανεμφάνισης της κρίσης. Το “φαινόμενο” που έχει διαπιστωθεί -και εξηγηθεί- σχεδόν πάντα πριν από το ξέσπασμα κάποιας ισχυρής υφεσιακής κρίσης, συνίσταται στο ότι η απόκλιση ανάμεσα στα μακροχρόνια επιτόκια των δεκαετών ομολόγων και των ομολόγων διετίας ή ακόμα και των εντόκων γραμματείων, τείνει να μηδενιστεί. Τότε η τάση εκείνη ήταν ισχυρή. Τώρα αυτή τάση ξεπέρασε τον σημείο μηδέν και ακόμα περισσότερο έχει αντιστρέψει την φυσική σχέση ανάμεσα στον βραχυπρόθεσμο και τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο, δηλαδή τα επιτόκια τα βραχυμεσοπρόθεσμα έχουν γίνει μεγαλύτερα από τα μακροπρόθεσμα.

Σε αριθμούς αυτό το γεγονός, το περασμένο δεκαήμερο, πριν από τις ανακοινώσεις της αμερικάνικης ομοσπονδιακής τράπεζας (FED) είχε κάνει τα δεκαετή ομόλογα “φθηνότερα” από τα έντοκα γραμμάτια των τριών μηνών και περίπου ιδίου επιτοκιακού κόστους με τα ομολογα διετίας.

Η ερμηνεία του φαινόμενου είναι ότι όσο μεγαλύτερο επιτόκιο τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος, με άλλα λόγια οι περιβόητες αγορές κεφαλαίου αξιολογούν τον κίνδυνο για την οικονομία των ΗΠΑ μεγαλύτερο άμεσα παρά στο μέλλον (σε δέκα χρόνια).

Βέβαια οι στατιστικές που βεβαιώνουν για την ακρίβεια της πρόβλεψης αυτής, ότι δηλαδή η εικόνα των επιτοκίων προδικάζει την ύφεση της αμερικάνικης οικονομίας, αναφέρουν επίσης ότι από την στιγμή που θα αντιστραφεί η σχέση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων με τα μακροπρόθεσμα ο χρόνος εμφάνισης της ύφεσης στην οικονομία κυμαίνεται μεταξύ 18 και 24 μηνών… Με άλλα λόγια αν οι στατιστικές αυτές ισχύσουν όπως στο παρελθόν η αμερικάνικη οικονομία θα μπεί σε ύφεση στις αμερικάνικες εκλογές ή λίγο μετά…

Το ενδιαφέρον είναι ότι στο μεσοδιάστημα τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι τα χρηματιστήρια συμπεριφέρονται σαν να μην καταλαβαίνουν και πολλές φορές χτυπάνε ακόμα ψηλότερους δείκτες, πριν αρχίσει η “βουτιά” και το κράχ.

Στο σημείο αυτό δεν μπορεί να μη επισημάνει κανείς ότι από το περασμένο φθινόπωρο και μετά, όταν δηλαδή άρχισαν να αποτυπώνονται οι “τάσεις” αυτές στους αριθμούς, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες, όπως η FED και η ΕΚΤ, άρχισαν προσεκτικά να αλλάζουν το λεξιλόγιό τους βάζοντας ερωτηματικά για το κατα πόσο και πώς θα συνεχίσουν την στροφή της νομισματικής τους πολιτικής από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης σε προγράμματα επιστροφής σε “φυσιολογικά” (αυξημένα) επιτόκια.

Όλα αυτά μέχρι το τελευταίο δεκαπενθήμερο, όταν τόσο η ΕΚΤ όσο και η FED με τις ανακοινώσεις των ΔΣ τους άρχισαν να αναδιπλώνονται μπροστά στο επερχόμενο νέο τσουνάμι. Και οι δύο κεντρικές τράπεζες πάτησαν “pause” στα προγράμματα επιστροφής στην “ομαλότητα” και είτε επανέφεραν μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης (EKT), είτε σταμάτησαν ή αναίρεσαν τα προγραμματισμένα μέτρα αύξησης επιτοκίων (FED).

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα “αναμονής” στο νέο επερχόμενο τσουνάμι άρχισαν ήδη στο περιβάλλον των κεντρικών τραπεζών -και ειδικά της FED- να συζητούν για το αν και πώς θα μπορούσαν να επιστρέψουν σε παρεμβάσεις ποσοτικής χαλάρωσης.

Με την διαφορά ότι υπό τις παρούσες συνθήκες η μεν ΕΚΤ βρίσκεται με τα χέρια δεμένα όσον αφορά την δυνατότητα μείωσης του κόστους του χρήματος (έχει ήδη μηδενικά επιτόκια), ενώ η FED που είχε προλάβει να αυξήσει τα επιτόκιά της 9 φορές είναι ήδη φορτωμένη με πάνω από 3 τρισ. δολάρια τίτλους και έχει περιορισμένα περιθώρια νέων μεγάλων αγορών…
Γιαν. Aγγ.