Από την πρώτη στιγμή που έγιναν γνωστά τα γεγονότα στα Τέμπη μέχρι και σήμερα, η όλη προπαγανδιστική στρατηγική της κυβέρνησης και συνολικά των αστών εντολοδοτών της (πέραν της υποκριτικής “συγγνώμης” του Μητσοτάκη) όπως αυτοί εκφράζονται από τα ΜΜΕ τους στηρίχτηκε στο ότι αυτά οφείλονται κυρίως στο “ανθρώπινο λάθος” του σταθμάρχη της Λάρισας…
Με άλλα λόγια, είναι ο σταθμάρχης της Λάρισας εκείνος που κατά κύριο λόγο φταίει για την τραγική σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου προς 1η Μαρτίου 2023.
Δεν χρειάζεται να επαναλάβει κανείς (σ.σ. για τις ανάγκες του παρόντος σημειώματος) όλους τους λόγους για τους οποίους το ανθρώπινο λάθος του σταθμάρχη της Λάρισας κλπ. ήταν, στην πραγματικότητα, το τελευταίο “βαγόνι” μίας γιγάντιας “αμαξοστοιχίας” στην οποία προπορεύονται άλλα διαχρονικά “βαγόνια” όπως: η ιδιωτικοποίηση – εγκατάλειψη του ΟΣΕ, η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, η εντατικοποίηση της εργασίας και οι πελατειακές σχέσεις και πιο τελευταία, δηλαδή επί κυβερνήσεως Κυριάκου Μητσοτάκη (2019 – 2023), προστέθηκαν τα “βαγόνια” του “επιτελικού κράτους”, του οργίου των απευθείας αναθέσεων στον ιδιωτικό τομέα και, εν τέλει, του λανσαρισματος της “ατομικής ευθύνης”.
Υπενθυμίζεται πως το δόγμα της “ατομικής ευθύνης” εφαρμόστηκε πρώτη φορά -και μάλιστα μαζικά- από τον Μητσοτάκη, στις αρχές κιόλας της διακυβέρνησής του όσον αφορά την αντιμετώπιση της εξάπλωσης της πανδημίας του κορονοϊού το 2020 – 2021.
Συνεχίστηκε, όμως, η εφαρμογή της και στην αντιμετώπιση της επόμενης μεγάλης κρίσης, μετά την κορονο-κρίση, δηλαδή της ενεργειακής, μέσω της επιδότησης των λογαριασμών με κριτήριο τη μείωση της ατομικής κατανάλωσης ενέργειας, αλλά και τα διάφορα εξατομικευμένα έκτακτα επιδόματα (π.χ. market pass).
Πιο περιορισμένα, όμως, εφαρμόστηκε και σε άλλα επιμέρους πεδία, όπως το συνταξιοδοτικό, με τις συντάξεις fast track με ευθύνη του συνταξιούχου, με τον “ατομικό κουμπαρά” στο νέο επικουρικό αλλά και στο εργασιακό με την ατομική διευθέτηση του χρόνου εργασίας.
Από αυτήν την άποψη, στα Τέμπη δεν ξεμπροστιάστηκε μόνο η διαχρονική πολιτική της ιδιωτικοποίησης, της εργασιακής απορρύθμισης των πελατειακών σχέσεων κ.λπ. Συνετρίβη, επίσης, δυστυχώς με θύματα 57 ανθρώπους, η Μητσοτακική πολιτική της “ατομικής ευθύνης”, η οποία απηχεί στον ελληνικού τύπου “νεοφιλελευθερισμό”, ο οποίος εφαρμόστηκε παρά τις δύο απανωτές διεθνείς κρίσεις που έπληξαν τον ελληνικό καπιταλισμό, την κορονο-κρίση αλλά και την ενεργειακή κρίση, πριν καλά – καλά ξεπεραστεί η χρεοκοπία του 2010-2018.
Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση προέβαινε σε ένα πρωτοφανές ρεσιτάλ “Κρατισμού” μέσω των αλλεπάλληλων πρωτοφανών έκτακτων κρατικών πακέτων “στήριξης” των πληττόμενων εργαζομένων, ανέργων και επιχειρήσεων από τις κρίσεις της πανδημίας και του ενεργειακού, όχι μόνο διατηρούσε όλο το νεοφιλελεύθερο πλαίσιο των Μνημονίων, αλλά προχωρούσε σε παραπέρα νεοφιλελεύθερα μέτρα, όπως εκείνα που προαναφέρθηκαν στο συνταξιοδοτικό και στο εργασιακό (ατομικός κουμπαράς στο νέο επικουρικό, ατομική διευθέτηση εργασίας κ.ά.), αλλά και στην υγεία (προσωπικός γιατρός, νόμος για το ΕΣΥ κλπ.).
Το τέλος της πανδημίας (μαζί και των περιοριστικών μέτρων αλλά και των πακέτων στήριξης) αντί να φέρει την περιλάλητη “ανάκαμψη” της οικονομίας έριξε την τελευταία στα βράχια της ενεργειακής κρίσης, ώστε το ελληνικό αστικό κράτος να μην μπορεί πλέον επ’ ουδενί (καθότι ξεφραγκιάστηκε επί πανδημίας και δεν πρόλαβε να γεμίσει πάλι τα “σεντούκια” λόγω της ενεργειακής κρίσης) να συνεχίσει να “στηρίζει” τους “κοινωνικά ευάλωτους”, πόσο μάλλον να κλείσει τις παντός είδους κοινωνικές μαύρες “τρύπες” που άφησε στο ευρύτερο δημόσιο αλλά και στον ιδιωτικό τομέα το μπαράζ των κρίσεων που έπληξαν τη χώρα από το 2010 έως σήμερα.
Στην πραγματικότητα, εκείνο που βιώνουμε είναι βαθύτερες κοινωνικές εκδηλώσεις της νέας πρωτίστως “εσωτερικής” χρεοκοπίας της χώρας, η οποία προέκυψε ως συνέπεια της “εξωτερικής” χρεοκοπίας η οποία εκδηλώθηκε από την αδυναμία αποπληρωμής του εξωτερικού δημοσίου χρέους πριν 13 χρόνια…
Όπως ανάγλυφα φαίνεται στην τραγωδία των Τεμπών αυτές οι μεταμνημονικές μαύρες “τρύπες” δεν αφορούσαν μόνο τις τσέπες των εργαζομένων και των συνταξιούχων αλλά και άλλους τομείς οι οποίοι αφορούν άμεσα αυτούς, όπως οι δημόσιες συγκοινωνίες.
Όπως πολύ πρόσφατα (17/2/2022) αναφερόταν σε δημοσίευμα της ηλεκτρονικής “Νέας Προοπτικής” για το τοπίο όχι μόνο μετά την “έξοδο” από τα Μνημόνια αλλά και μετά την πανδημική και ενεργειακή κρίση, «διαμορφώνεται μία απόλυτη αντίθεση μεταξύ των αναγκών των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων (που δεν μπορεί να ικανοποιήσει ο ιδιωτικός τομέας, πετώντας το “μπαλάκι” στο κράτος) από τη μια μεριά και των ολοένα και μειωμένων οικονομικών αντοχών του (αστικού) κράτους από την άλλη, ακριβώς λόγω της βαθιάς κρίσης του ιδιωτικού τομέα (γι’ αυτό και ζητά συνεχώς νέες ελαφρύνσεις όπως οι μειώσεις εισφορών, φόρων κ.λπ.)».
Αυτή η “απόλυτη αντίθεση” εκδηλώθηκε όχι μόνο με το χαμό των 57 συνανθρώπων μας στα Τέμπη, οι οποίοι θυσιάστηκαν στο βωμό του “μεταμνημονιακού” αστικού “επιτελικού κράτους” δηλαδή του κράτους – σταθμάρχη της ιδιωτικοποίησης και της αρπαχτής αλλά και στις παλλαϊκές κινητοποιήσεις που έχουν ξεσπάσει σε κάθε γωνιά της χώρας από την επομένη του εγκλήματος αυτού ακριβώς ενάντια σε αυτό το κράτος…
Δεν πρόκειται απλά για τις μεγαλύτερες (σε όγκο) κινητοποιήσεις μετά την εκρηκτική αντι-μνημονιακή διετία του 2010-2012, αλλά για τη δυναμική επιστροφή του “φαντάσματος” της εξέγερσης του Δεκεμβρίου του 2008, την επαύριον της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Και γιατί πρόκειται για δυναμική “επιστροφή’’;
1. Γιατί, κατά πρώτον, σημειώνεται άμεση μαζική δράση όχι μόνο της νεολαίας με αφορμή τη “προδιαγεγραμμένη” δολοφονία αυτή τη φορά δεκάδων νέων στα Τέμπη -όπως συνέβη το Δεκέμβριο του 2008 (με αφορμή τη δολοφονία ενός νέου από ένα αστυνομικό)- αλλά σημειώνεται και άμεση μαζική δράση ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων – όπως δεν συνέβη το Δεκέμβριο του 2008. Αυτές τις μέρες, ζούμε όσο ποτέ, την κοινή άμεση δράση της νεολαίας μαζί με όλο το λαό.
Όπως και το Δεκέμβριο του 2008, η ΓΣΕΕ (του “ναι” στο δημοψήφισμα του 2015 κ.λπ.) απέχει από τις τρέχουσες κινητοποιήσεις, αν και οι εργαζόμενοι στα τρένα υπάγονται σε αυτή. Ωστόσο, εν έτει 2023, κανείς εργαζόμενος του ιδιωτικού τομέα δεν “περιμένει” το κάλεσμα της γραφειοκρατίας του “αιώνιου” ΠΑΣΟΚου προέδρου της, Γιάννη Παναγόπουλου, για να δράσει. Πέραν από τις σημαντικές απεργιακές αποφάσεις των σιδηροδρομικών, της ΑΔΕΔΥ, της ΟΛΜΕ, της ΔΟΕ, τοπικών εργατικών κέντρων, συνολικά η εργατική τάξη, εργαζόμενη και άνεργη, συνταξιούχα και νέα, επέλεξε την άμεση δραση για να καταγγείλει τις κυβερνητικές ευθύνες και το ίδιο το σύστημα…
2. Κατά δεύτερον, η τρέχουσα εν εξελίξει κινητοποίηση δεν γίνεται σε συνθήκες κυριαρχίας του μεταπολιτευτικού “δικομματισμού”, όπως το 2008. Πλέον όχι μόνο το μεταπολιτευτικό “δικομματικό” σύστημα (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ) έχει διαλυθεί (2012 – 2015), αλλά έχει καταρρεύσει η “πρώτη φορά αριστερά” του ΣΥΡΙΖΑ (2015 – 2019).
Μάλιστα, όχι μόνο έχει καταρρεύσει η πολιτική της “αριστερής κυβερνησιμότητας”, αλλά και (για όποιον δεν το κατάλαβε ακόμη…) δεν “τραβά” η πολιτική της εξ αριστερών κινηματικής “πίεσης” στην εκάστοτε αστική κυβέρνηση, δεξιά, κεντροδεξιά, κεντροαριστερή, “αριστερή” κ.λπ. Εξάλλου, ήταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που ξεπούλησε τον ΟΣΕ στην ιταλική εταιρεία, συνεχίζοντας το έργο των προκατόχων του και έτσι δεν δικαιούται “δια να ομιλεί” επί του θέματος… Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει σήμερα διακριτός εναλλακτικός πολιτικός πόλος από τα αριστερά για να παίξει το ρόλο του διαμεσολαβητή του λαού με την αστική εξουσία προς όφελος της δεύτερης, όπως ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012 και έως το 2019.
Το “μπαλάκι”, λοιπόν, πέφτει κατευθείαν στην αριστερά πέραν του ΣΥΡΙΖΑ.
3. Κατά τρίτον, τις τελευταίες μέρες η Νέα Δημοκρατία έχει υποστεί ένα τεράστιο πολιτικό πλήγμα που όμοιο του δεν έχει υποστεί στα 4 χρόνια της διακυβέρνησής της. Μάλιστα, το πλήγμα αυτό δεν αφορά μόνο την κραταιά, στη ΝΔ, πτέρυγα του Μητσοτάκη αλλά και την καραμανλική εσωκομματική “αντιπολίτευση”, λόγω της εμπλοκής του νεοσσού της γνωστής πολιτικής δυναστείας, Κώστα Αχιλλέα Καραμανλή, στην τραγωδία των Τεμπών ως Υπουργού Μεταφορών).
Έτσι έχει αρχίζει και καταρρέει, με απρόβλεπτες για την ώρα συνέπειες ενόψει των επικείμενων εθνικών εκλογών, ο μοναδικός (μετά την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ το 2012-2015 από την οποία ουδέποτε έχει συνέλθει) μαζικός αστικός πολιτικός πόλος. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως η Νέα Δημοκρατία, δεν θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι για να παραμείνει στην εξουσία, ίσως μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη λύσσα από ό,τι είχε σκοπό να κάνει!
Από την άλλη μεριά, η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ το 2019 δεν σήμανε μία δεξιά στροφή των μαζών, όπως φάνηκε όχι μόνο από εκλογικό αποτέλεσμα τότε (32% ο ΣΥΡΙΖΑ, 3% το ΜΕΡΑ25, διατήρηση δυνάμεων ΚΚΕ κ.λπ.) αλλά και αργότερα, όπως στις πρόσφατες κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών.
Εκείνο που ανέβασε προπαντός τη μητσοτακική ΝΔ στην εξουσία πριν τέσσερα χρόνια, ήταν όχι μόνο η “κωλοτουμπα” του Τσίπρα το 2015 αλλά και η δεξιά μετακίνηση μικροαστικών στρωμάτων για χάρη της “ασφάλειας” και της μείωσης της φορολογίας κ.λπ. Ωστόσο, η μείωση της φορολογίας στην οποία πράγματι προχώρησε η ΝΔ για χάρη των καπιταλιστών “κάηκε” από τις φλόγες της πανδημικής και, έπειτα της ενεργειακής κρίσης, ενώ το παραμύθι της “ασφάλειας” κάηκε ολοσχερώς στα Τέμπη.
Συνεπώς έχουμε εισέλθει σε μία κρίση όλου του μεταμνημονιακού, εξαρχής εύθραυστου πολιτικού συστήματος -καθώς μετά την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, έρχεται και η κατάρρευση της μητσοτακικής ΝΔ και κανένα ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη προφανώς δεν μπορεί να σηκώσει κεφάλι- και παράλληλα, ζούμε μία εμβάθυνση της καθεστωτικής κρίσης στην Ελλάδα.
Από αυτή την άποψη, απάντηση δεν αρκεί μόνο το (ορθότατο) αίτημα και ο αγώνας -πάνω από όλα αυτή τη στιγμή για συνέχιση των κινητοποιήσεων με νέες απεργίες, διαδηλώσεις και καταλήψεις σχολών και σχολείων στην κατεύθυνση της οργάνωσης μίας Γενικής Απεργίας Διαρκείας- για την κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων (και όλων των μαζικών συγκοινωνιών, αλλά και των τέως ΔΕΚΟ) χωρίς αποζημίωση και κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση αλλά και η πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη από τα κάτω και από τα αριστερά, για την ανάληψη της κρατικής εξουσίας από την εργατική τάξη, για μία εργατική σοσιαλιστική εναλλακτική πολιτική λύση.
Και αυτό γιατί ζητούμενη δεν μπορεί απλά και μόνο να είναι μία “ επιστροφή” στον κρατικό ΟΣΕ, ούτε μπορεί να υπάρξει πραγματικός και έτσι αποτελεσματικός -για χάρη όλου του λαού- εργατικός έλεγχος και διαχείριση σε ένα ένα κρατικό ΟΣΕ, αν το ίδιο το κράτος δεν βρίσκεται στα χέρια των εργατών, προκειμένου να παράσχει κάθε δυνατό “εφόδιο”, οικονομικό, ενεργειακό, κ.λπ. σε έναν τέτοιο ΟΣΕ…
Ας το πούμε, άλλη μια φορά, ξεκάθαρα: Δεν μπορεί να υπάρξει “μεταβατικό” αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα χωρίς το στόχο αυτής της μετάβασης, δηλαδή την συντριβή του καπιταλισμού από την εργατική εξουσία!
Οποιαδήποτε άλλη πρόταση, σε αυτές τις συνθήκες που δεν θα συνδέει τη συλλογική πάλη για πραγματικά κρατικές συγκοινωνίες με την… συλλογική εξουσία της εργατικής τάξης -την εργατική εξουσία- θα είναι κάτι περισσότερο από ένα συλλογικό λάθος της αριστεράς σε βάρος της εργατικής τάξης και έτσι δεν θα τιμωρηθεί πραγματικά το… απάνθρωπο “λάθος” του αστικού κράτους με επικεφαλής το Μητσοτάκη να ρίχνει κάθε στραβό -ακόμη και το θάνατο 57 επιβατών σε μία κεντρική σιδηροδρομική γραμμή της χώρας- στο ατομικό ανθρώπινο λάθος ενός σταθμάρχη, αφού προηγούμενα έχει αφήσει καθετί στην “ατομική ευθύνη”, την ιδιωτική (καπιταλιστική) πρωτοβουλία και ούτω κάθε εξής.
Δ.Κ.