Kεντρική Επιτροπή του ΕΕΚ
Εισαγωγή
To ζήτημα της επαναστατικής εφημερίδας τίθεται ξανά, σήμερα, σε μια νέα φάση έκρηξης των εσωτερικών αντιφάσεων του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού, πολέμων και συνακόλουθων επαναστατικών εκρήξεων.
Η άλυτη από το 2008 παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού έχει πυροδοτήσει τον πόλεμο του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ δι’ αντιπροσώπου στην Ουκρανία και τώρα, μετά την ένοπλη έφοδο των Παλαιστινίων της Γάζας, τη βάρβαρη ισοπέδωση της Λωρίδας με τη γενοκτονική επίθεση του κράτους-απαρτχάιντ του Ισραήλ, συνεπικουρούμενου από τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την συνένοχη κυβέρνηση Μητσοτάκη στην Ελλάδα – που και στους δύο πολέμους αναδεικνύεται ως το κυνηγόσκυλο των ιμπεριαλιστών.
Στην Ελλάδα, όπως έδειξαν οι κοινοβουλευτικές και οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές είναι σαφής η κρίση εξουσίας της άρχουσας τάξης. Αλλά η κρίση της αστικής εξουσίας σηματοδοτεί την ανάγκη το προλεταριάτο να δράσει και να διεκδικήσει την ανατροπή της αστικής εξουσίας, την συντριβή του αστικού κράτους και την δική του εξουσία/αντιεξουσία των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων τάξεων. Όλα τα κοινωνικά δυναμικά υπάρχουν, όπως δείχνουν και οι μαζικότατες διαδηλώσεις στην 50ή επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου που παρά τις συκοφαντίες, την απαξίωση, τις απόπειρες ενσωμάτωσης και μετατροπής του σε κρατική σχολική γιορτή, και παρά τις κατά καιρούς βίαιες αστυνομικές επιθέσεις με νεκρούς (Κουμής, Κανελλοπούλου, Μιχάλης Καλτεζάς) και τραυματίες, στέκει ολόρθιο διεκδικώντας την ολοκλήρωσή του και τη δικαίωση των αγώνων και των νεκρών του. Όμως, αυτά τα επαναστατικά κοινωνικά δυναμικά δεν μπορούν να βρουν πολιτική έκφραση στις παρούσες συνθήκες κρίσης και στο στρατόπεδο της αριστεράς, συμπεριλαμβανομένης της επαναστατικής και ριζοσπαστικής της έκφρασης. Ξανά, αποδεικνύεται ότι κρίση της ανθρωπότητας έχει αναχθεί σε κρίση ηγεσίας τού προλεταριάτου που πρέπει να λυθεί με την συνειδητή παρέμβαση των επαναστατών διεθνιστών που συνεχίζουν τις παραδόσεις του μπολσεβικισμού και των συνεχιστών του Λένιν, του Τρότσκι, των πρώτων χρόνων της Τρίτης και της Τέταρτης Διεθνούς.
1. α) Η πάλη για την κοινωνική απελευθέρωση της εργατικής τάξης διεξάγεται σε όλα τα επίπεδα:
* στους χώρους παραγωγής/εργασίας
* στους χώρους κοινωνικής ζωής (τόπους κατοικίας, ψυχαγωγίας κ.λπ.)
* στα Σχολεία και τα Πανεπιστήμια
* στο Στρατό
Τα στελέχη, μέλη και σύντροφοι/σες, φίλοι του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης οφείλουν να δίνουν τις ταξικές μάχες μαζί με την εργατική τάξη και τον εργαζόμενο λαό στους παραπάνω τόπους στο πλευρό και την πρωτοπορία της μαχόμενης τάξης. Όπως διασαφηνίζεται στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, «Οι κομμουνιστές δεν αποτελούν ένα ξεχωριστό κόμμα που αντιτίθεται στα άλλα εργατικά κόμματα. Δεν έχουν συμφέροντα που ξεχωρίζουν από τα συμφέροντα του προλεταριάτου στο σύνολό του. Δεν διατυπώνουν ξεχωριστές αρχές, που σύμφωνα μʼ αυτές θα θέλανε να πλάσουν το προλεταριακό κίνημα. Οι κομμουνιστές διαφέρουν από τα άλλα προλεταριακά κόμματα μονάχα κατά τούτο: ότι από τη μια μεριά, στους αγώνες των προλετάριων των διαφόρων εθνών τονίζουν και επιβάλλουν τα συμφέροντα που είναι κοινά σʼ όλο το προλεταριάτο και ανεξάρτητα από την εθνότητα. Και από την άλλη, στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης του αγώνα ανάμεσα στο προλεταριάτο και στην αστική τάξη, εκπροσωπούν πάντα τα συμφέροντα του κινήματος στο σύνολό του. Στην πράξη λοιπόν οι κομμουνιστές είναι το πιο αποφασιστικό τμήμα των εργατικών κομμάτων όλων των χωρών, το τμήμα που τα κινεί πάντα προς τα εμπρός. Θεωρητικά, πλεονεκτούν από την υπόλοιπη μάζα του προλεταριάτου, στην κατανόηση των όρων, της πορείας και των γενικών αποτελεσμάτων του προλεταριακού κινήματος».
Οι ταξικές μάχες πρέπει να δίνονται σε όλα τα επίπεδα, στο εργατικό/συνδικαλιστικό επίπεδο, στους δρόμους για τα κοινωνικά ζητήματα κι ενάντια στο φασισμό, στο πολιτικό επίπεδο και στο ιδεολογικό / φιλοσοφικό επίπεδο. Αμφισβητούμε και αντιπαλεύουμε την κυρίαρχη τάξη σε όλα τα επίπεδα, αποσκοπώντας στη συνολική ήττα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, την απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών, με στόχο την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη με όργανα σοβιετικού τύπου. Σ’ αυτήν την αναμέτρηση, η ιδεολογική πάλη είναι μέρος της ταξικής πάλης στο πλέον υψηλό επίπεδο.
β) Αφ’ ότου ο σοσιαλισμός έγινε επιστημονικός, δηλαδή μαρξιστικός, η πάλη για την επιστημονική διατύπωση των ιδεών της κοινωνικής απελευθέρωσης είναι ουσιώδης. Οι ιδέες, αντανάκλαση του υλικού κόσμου, αλληλεπιδρούν και γίνονται υλική δύναμη όταν μπαίνουν στις μάζες.
Πέραν της επιστημονικής σαφήνειας και ακρίβειας, πέρα από την πολεμική κατά των αστικών πολιτικών και ιδεολογημάτων, είναι αναγκαίο να ανοίγει ο ορίζοντας της εργατικής τάξης. Στον κλειστό περιορισμένο ορίζοντα του ατομικού εμπορευματοκάτοχου (της εργατικής δύναμης) ή του μικρού εμποροπαραγωγού είναι αναγκαίο να αντιπαραβάλλεται ο κόσμος των ανοικτών οριζόντων σε όλα τα πεδία της κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής.
Η συνδικαλιστική αντίληψη της ταξικής θέσης και ταξικής πάλης είναι αναγκαίο εφαλτήριο, όμως είναι περιορισμένη. Δεν ξεφεύγει από τα όρια των καπιταλιστικών σχέσεων αγοράς – πώλησης της εργατικής δύναμης ως εμπορεύματος, μέσα στο σύστημα της μισθωτής εργασίας, ταξικής εκμετάλλευσης, καταπίεσης και ταπείνωσης.
Είναι αναγκαίο να διευρυνθεί ο ορίζοντας της εργατικής τάξης και της επαναστατικής της πρωτοπορίας με την εξοικείωση / γνώση των κατακτήσεων του ανθρώπινου πνεύματος στην τέχνη, τον πολιτισμό και, επίσης πολύ σημαντικό, στις επιστήμες.
Και αν, όπως σημείωνε ο Ένγκελς, κάθε μεγάλη επιστημονική επανάσταση στις φυσικές επιστήμες καθιστά απαραίτητη την αλλαγή της μορφής του υλισμού (Λουδοβίκος Φόυερμπαχ), αυτό είναι επιτακτικό σήμερα λόγω των επαναστατικών συνεπειών στην κοσμοθεωρία που επιφέρει η θεωρία της Σχετικότητας, η Κβαντομηχανική και η καταιγιστική ανάπτυξη των τεχνολογιών τα τελευταία 50 χρόνια (pc, tv, laser, internet, τεχνητή νοημοσύνη), η διείσδυση στα βαθύτερα μυστικά του μικρόκοσμου και η εξερεύνηση του απέραντου σύμπαντος.
Ο ρόλος της επαναστατικής εφημερίδας κι όλων των μέσων παρέμβασης στις μάζες και στην ταξική πάλη της οργανωμένης σε επαναστατικό κόμμα πρωτοπορίας (έντυπων, ηλεκτρονικών κ.ά.) είναι η ανύψωση της συνείδησης της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων στο επίπεδο της επαναστατικής ταξικής συνείδησης για την ανάγκη ανατροπής του καπιταλισμού με την κοινωνική επανάσταση και τη νίκη του παγκόσμιου σοσιαλισμού.
2. Τα “μέσα” ζύμωσης, προπαγάνδας, ιδεολογικής αντιπαράθεσης, προγραμματικού και θεωρητικού προσανατολισμού είναι αλληλένδετα με τον “σκοπό” την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού και την ανάδειξη της εργατικής τάξης σε κυρίαρχη δύναμη εξουσίας, για να ανοίξει ο δρόμος προς τον σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό, την κατάργηση του κράτους και του χρήματος και μάλιστα όχι μόνο σε μία χώρα αλλά σε παγκόσμια κλίμακα. Τα μέσα προσδιορίζονται από τον σκοπό, όμως, επίσης, κάθε φορά επικαθορίζονται από το επίπεδο της τεχνολογίας, αλλά και των δυνατοτήτων της επαναστατικής οργάνωσης (μαζικότητα, μέλη, στελέχη, οικονομικά).
3. Η επαναστατική εφημερίδα στην επαναστατική παράδοση
Πριν αναφερθούμε, για την ακρίβεια, πριν αναζητήσουμε τον/τους καλύτερους συγκεκριμένους τρόπους παρέμβασης στην ταξική πάλη (σε όλα τα επίπεδα), είναι αναγκαίο να γυρίσουμε πίσω στην ιστορία του επαναστατικού κινήματος. Όχι για άντληση παραδειγμάτων, παρ’ ότι και αυτό είναι χρήσιμο, όσο για την ιστορική και λογική θεμελίωση των τωρινών μας επιλογών, των μέσων που πρέπει να επιλέξουμε.
Σε όλες τις μεγάλες επαναστάσεις της νεωτερικότητας ο επαναστατικός τύπος έπαιζε καίριο ρόλο. Και πριν από το κομμουνιστικό κίνημα και τον Μαρξ, από την Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση ή την Ελληνική Επανάσταση του 1821, ο τύπος έπαιζε μεγάλο ρόλο. Ο Φίλος του Λαού, του Μαρά, είναι ο κήρυκας της πρωτόλειας θεωρίας της διαρκούς επανάστασης…
Η παράδοση που έχουμε κληρονομήσει από τη δράση και το παράδειγμα των Μαρξ και Ένγκελς είναι καίρια. Αν τα Γερμανο-Γαλλικά Χρονικά, με τη μορφή περιοδικού, ήταν το αναγκαίο εφαλτήριο για τη θεωρητική διερεύνηση και θεμελίωση των νέων επαναστατικών ιδεών τού κομμουνισμού, η Νέα Εφημερίδα του Ρήνου, ήταν η μεγάλη, καθημερινή επαναστατική εφημερίδα της εποχής της πρώτης εμφάνισης της εργατικής τάξης στη σκηνή της παγκόσμιας ιστορίας. Στην πραγματικότητα, η πάλη για την οργάνωση της πρώτης επαναστατικής πρωτοπορίας (Ένωση Κομμουνιστών) για την παρέμβαση στην διεθνή επανάσταση του 1848-50 ήταν συνυφασμένη με την πάλη για την έκδοση της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου. Ασφαλώς, ήταν αλληλένδετη με το πρόγραμμα και τις προοπτικές του Κομμουνιστικού Μανιφέστου. Τα “μέσα” έχουν αξία στο βαθμό που εξυπηρετούν και διευρύνουν το “σκοπό” – το πρόγραμμα χειραφέτησης της εργατικής τάξης από τη μισθωτή και κάθε άλλη σκλαβιά. Πώς εκλαϊκεύεις και περνάς το επαναστατικό πρόγραμμα στις μάζες; Αυτό ήταν (και είναι) το καθήκον της επαναστατικής εφημερίδας. Ο Ένγκελς, στο κείμενό του «Ο Μαρξ και η “Νέα Εφημερίδα του Ρήνου”», (Μάρτης 1884), τόνιζε ότι στόχος τους δεν ήταν η έκδοση μιας μικρής επαρχιακής εφημεριδούλας που θα κήρυσσε τον κομμουνισμό, αλλά μια μεγάλη ημερήσια εφημερίδα για ένα μεγάλο κόμμα δράσης, όχι για μια μικρή αίρεση. Μια εφημερίδα “κήρυκας του λαού”, με ζωντάνια και φλογερό πάθος, πολιτική κριτική στους αναποφάσιστους και υποκριτές ηγέτες, στον κοινοβουλευτικό κρετινισμό, και ταυτόχρονα όπλο θεωρητικής εμβάθυνσης, αν κρίνει κανείς ότι σε συνέχειες δημοσιεύτηκε η μπροσούρα του Μαρξ Μισθωτή εργασία και Κεφάλαιο. Στερεώνοντας τα θεωρητικά θεμέλια της νέας κοσμοθεωρίας, σε συνδυασμό με αποκαλύψεις και προτροπή και οργάνωση άμεσης επαναστατικής δράσης.
Με τον Λένιν η επαναστατική εφημερίδα συνυφαίνεται με την οικοδόμηση μιας Παν-ρωσικής επαναστατικής οργάνωσης της εργατικής τάξης. Στο Από πού ν’ αρχίσουμε; (1901) το προετοιμαστικό κείμενο του Τι να κάνουμε, ο Λένιν χωρίς περιστροφές θέτει το δικό του σχέδιο:
«Kατά τη γνώμη μας, η αφετηρία της δράσης, το πρώτο πραχτικό βήμα για τη δημιουργία της οργάνωσης που θέλουμε, τέλος, το κυριότερο νήμα, που όταν το κρατάμε στα χέρια μας, θα μπορέσουμε να αναπτύσσουμε, να βαθαίνουμε και να πλαταίνουμε σταθερά την οργάνωση, πρέπει να είναι η ίδρυση μιας πανρωσικής πολιτικής εφημερίδας. Μας χρειάζεται κατά πρώτο λόγο μια εφημερίδα· χωρίς αυτή είναι αδύνατο να διεξάγουμε συστηματική, βασισμένη σε αρχές και ολόπλευρη προπαγάνδα και ζύμωση, πράγμα που αποτελεί μόνιμο και κύριο καθήκον της σοσιαλδημοκρατίας [όπως τότε λέγονταν] γενικά και ένα εξαιρετικά επιτακτικό καθήκον της σημερινής στιγμής, τώρα που μέσα στα πλατιά στρώματα του πληθυσμού έχει ξυπνήσει το ενδιαφέρον για την πολιτική, για τα ζητήματα του σοσιαλισμού.» (Λένιν, τομ. 5, σελ. 9). Να τι ονειρευόταν ο Λένιν: Μια πανρωσική, πολιτική εφημερίδα, που θάβγαινε τακτικά (“αν θάξιζε να ονομάζεται εφημερίδα, αν θάβγαινε δηλ. τακτικά κι όχι μια φορά το μήνα, όπως βγαίνουν τα ογκώδη περιοδικά, μα ας πούμε τέσσερες φορές το μήνα”), που θα διαμόρφωνε δεσμούς ανάμεσα στις πόλεις, όχι μόνο για τις ανάγκες της κυκλοφορίας της, αλλά και το πιο σπουδαίο, για την ανταλλαγή πείρας, υλικού, δυνάμεων και χρηματικών πόρων… Που θα διαμόρφωνε στελέχη που δεν θα εξαντλούνταν στη στενή τοπική δουλειά, αλλά «Αρχίζοντας από μικρά ταξίδια για υποθέσεις του κόμματος και με έξοδα του κόμματος, οι άνθρωποι θα συνήθιζαν να συντηρούνται ολοκληρωτικά με έξοδα του κόμματος, θα γίνονταν επαγγελματίες επαναστάτες και θα διαμορφώνονταν σε πραγματικούς ηγέτες».
«Κι αν πραγματικά κατορθώναμε να φτάσουμε σε σημείο που όλες οι τοπικές επιτροπές, οι τοπικές ομάδες και όμιλοι ή μια σημαντική πλειονότητά τους να καταπιαστούν δραστήρια με το κοινό έργο, θα μπορούσαμε πολύ σύντομα να εκδώσουμε μια βδομαδιάτικη εφημερίδα που θα μοιράζονταν τακτικά σε δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα σε ολόκληρη τη Ρωσία. Η εφημερίδα αυτή θα γινόταν ένα κομματάκι ενός τεράστιου φυσερού σιδηρουργού, που θα συδαύλιζε κάθε σπίθα ταξικής πάλης και λαϊκής αγανάκτησης για ν’ ανάψει μια γενική πυρκαγιά. Γύρω απ’ αυτή τη δουλειά, που αυτή καθεαυτή είναι πολύ αθώα και πολύ μικρή ακόμα, μα τακτική και κοινή με όλη τη σημασία της λέξης, θα επιλέγονταν και θα εκπαιδεύονταν συστηματικά μια μόνιμη στρατιά από δοκιμασμένους αγωνιστές. Στις σκαλωσιές ή στα μαδέρια αυτής της κοινής οργανωτικής οικοδομής θ’ ανέβαιναν γρήγορα και θα αναδεικνύονταν από τους επαναστάτες μας οι σοσιαλδημοκράτες Ζελιάμποφ και από τους εργάτες μας οι Ρώσοι Μπέμπελ, που θα έμπαιναν επικεφαλής του κινητοποιημένου στρατού και θα ξεσήκωναν το λαό για να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς με το αίσχος και την κατάρα της Ρωσίας.
Να τι πρέπει να ονειρευόμαστε!» (Λένιν, Τι να κάνουμε, τομ. 6 σελ. 17).
Η εφημερίδα είναι η σκαλωσιά για το κτίσιμο του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης. Είναι ο συλλογικός προπαγανδιστής, αγκιτάτορας και οργανωτής του κόμματος. Είναι κήρυκας του λαού, όργανο αγκιτάτσιας [ζύμωσης], που ξεσκεπάζει τα οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα, κάνει αποκαλύψεις, καταγγέλλει τις κοινωνικές ανισότητες, την εκμετάλλευση, την τσαρική αυταρχία, την αστυνομική καταπίεση και καταστολή, το θρησκευτικό σκοταδισμό, στηρίζει τους εργατικούς αγώνες, υποκινεί εξεγέρσεις…
Ταυτόχρονα, ως “προπαγανδιστής” παλεύει για την ανάπτυξη της θεωρίας, για την επιστημονική θεώρηση των ζητημάτων και, έτσι, της ταξικής συνείδησης του προλεταριάτου. «Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα», διατείνεται ο Λένιν και δεν ισχύει το αντίστροφο, όπως κάποιοι ισχυρίζονται. Η αυθόρμητη συνείδηση του προλεταριάτου δεν είναι ταξική σοσιαλιστική συνείδηση, είναι τρεϊντγιουνιονιστική [συνδικαλιστική, οικονομίστικη] συνείδηση, λέει ο Λένιν στο περίφημο Τι να κάνουμε. Αντίθετα από εκείνους που όπως και σήμερα υποστηρίζουν ότι “στο δρόμο γεννιούνται οι συνειδήσεις” (ή στο εργοστάσιο), ο Λένιν επιμένει ότι η αυθόρμητη συνείδηση είναι εν τέλει αστική συνείδηση. Ούτε αρκεί «να δοθεί πολιτικός χαρακτήρας στον οικονομικό αγώνα», που και τότε και τώρα λέγεται. Επειδή η κυρίαρχη ιδεολογία είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης, όχι απλά λόγω της προπαγάνδας, αλλά κυρίως ως αντανάκλαση στις συνειδήσεις των υλικών κυρίαρχων σχέσεων παραγωγής και ανταλλαγής, του εμπορεύματος και του χρήματος, μέσα στον καπιταλισμό, η σοσιαλιστική θεωρία δεν πηγάζει απλώς μέσα από την ταξική πάλη. Αναπτύσσεται πλάι πλάι με την ταξική πάλη, χωρίς να απορρέει από αυτήν. «Η σύγχρονη σοσιαλιστική συνείδηση μπορεί να γεννηθεί μόνο πάνω στη βάση της βαθιάς επιστημονικής γνώσης». (Λένιν, Άπαντα, τόμ. 6 σελ. 39) Όμως, η εργατική τάξη είναι τάξη υποδουλωμένη, απ-αλλοτριωμένη και αποκλεισμένη από τα υλικά και πνευματικά μέσα, επομένως δεν μπορεί να είναι ο φορέας της επιστήμης. Τόσο η σοσιαλιστική θεωρία όσο και η σοσιαλιστική συνείδηση δεν γεννιούνται αυθόρμητα από την ταξική πάλη αλλά εισήχθησαν και εισάγονται στην ταξική πάλη του προλεταριάτου. Εδώ ο Λένιν συμφωνεί με την ανάλυση του Κάουτσκι, ότι «η σοσιαλιστική συνείδηση είναι κάτι που έχει εισαχθεί απ’ έξω στην ταξική πάλη του προλεταριάτου και όχι κάτι που γεννήθηκε αυθόρμητα απ’ αυτήν». Επομένως, «το καθήκον της σοσιαλδημοκρατίας (διάβαζε του κομμουνισμού, σήμερα) είναι να μπάσει στο προλεταριάτο (επί λέξη: να γεμίσει το προλεταριάτο) με τη συνείδηση της θέσης του και τη συνείδηση του καθήκοντός του». (Λένιν, ό.π., σελ. 39). Η έκφραση “απ’ έξω” έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις, το νόημά της όμως είναι έξω από τη σφαίρα της άμεσης σχέσης του εργάτη με το αφεντικό, με τον καπιταλιστή. Η ταξική δραστηριότητα των εργατών, η συμμετοχή τους στις διεκδικήσεις λ.χ. για αυξήσεις στους μισθούς ή για βελτίωση των συνθηκών εργασίας, είναι το ευνοϊκό υλικό έδαφος που κεντρίζει το πολιτικό ενδιαφέρον για να αναπτυχθεί σε ταξική προλεταριακή κομμουνιστική συνείδηση μέσω της παρέμβασης των συνειδητών ταξικά στοιχείων της εργατικής πρωτοπορίας (του επαναστατικού κόμματος). Ανάπτυξη της πολιτικής ταξικής συνείδησης της εργατικής τάξης σημαίνει όχι μόνο επίγνωση του ασυμβίβαστου των ταξικών συμφερόντων εργατών – αφεντικών, αλλά περιλαμβάνει την διαπαιδαγώγηση των εργατών “να μάθουν να απαντούν” ενάντια σε όλες τις περιπτώσεις καταπίεσης, βίας, κατάχρησης εξουσίας, σε βάρος γυναικών, κουήρ, ομοφυλόφιλων, μεταναστών, τσιγγάνων, φυλακισμένων, θρησκευτικών μειονοτήτων κ.ά. Ο Λένιν τονίζει, στο κεφάλαιο για τις Πολιτικές Αποκαλύψεις:
«Η συνείδηση της εργατικής τάξης δεν μπορεί να είναι αληθινά πολιτική συνείδηση αν οι εργάτες δεν μάθουν ν’ απαντούν σε όλες χωρίς εξαίρεση τις περιπτώσεις αυθαιρεσίας και καταπίεσης, βίας και κατάχρησης, οποιεσδήποτε τάξεις κι αν αφορούν οι περιπτώσεις αυτές και να απαντούν από σοσιαλδημοκρατική (σήμερα, κομμουνιστική) κι όχι από οποιαδήποτε άλλη σκοπιά. Η συνείδηση της μάζας των εργατών δεν μπορεί να είναι αληθινά ταξική συνείδηση, αν οι εργάτες δεν μάθουν σε συγκεκριμένα και κατά πρώτο λόγο σε φλέγοντα (επίκαιρα) πολιτικά γεγονότα και περιστατικά να παρατηρούν την κάθε άλλη κοινωνική τάξη σε όλες τις τις εκδηλώσεις τής πνευματικής, ηθικής και πολιτικής ζωής της· αν δεν μάθουν να εφαρμόζουν στην πράξη την υλιστική ανάλυση και την υλιστική εκτίμηση όλων των πλευρών της ζωής και δράσης όλων των τάξεων, στρωμάτων και ομάδων του πληθυσμού. Όποιος συγκεντρώνει την προσοχή, την παρατηρητικότητα και τη συνείδηση της εργατικής τάξης αποκλειστικά ή έστω κυρίως, μόνο στον εαυτό της, αυτός δεν είναι σοσιαλδημοκράτης, γιατί η αυτεπίγνωση της εργατικής τάξης συνδέεται αδιάρρηκτα με την πλήρη σαφήνεια όχι μόνο των θεωρητικών… πιο σωστό μάλιστα θάταν να πούμε όχι τόσο των θεωρητικών αντιλήψεων, για τις αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ όλων των τάξεων της σύγχρονης κοινωνίας, όσο των αντιλήψεων για τις σχέσεις αυτές, που έχουν αποκτηθεί με την πείρα της πολιτικής ζωής. Να γιατί είναι τόσο πολύ επιζήμια και τόσο βαθιά αντιδραστική ως προς την πρακτική της σημασία η ιδέα που κηρύσσουν οι “οικονομιστές” μας, ότι η οικονομική πάλη είναι το πιο πλατιά χρησιμοποιήσιμο μέσο για να τραβηχτούν οι μάζες στο πολιτικό κίνημα. Για να γίνει σοσιαλδημοκράτης (κομμουνιστής, σήμερα) ένας εργάτης πρέπει να έχει σαφή εικόνα της οικονομικής φύσης και της κοινωνικοπολιτικής φυσιογνωμίας του τσιφλικά και του παπά, του ανώτερου αξιωματούχου και του αγρότη, του φοιτητή και του αλήτη, να ξέρει τις δυνατές και τις αδύνατες πλευρές τους, πρέπει να μπορεί να καταλαβαίνει τις συνηθισμένες φράσεις και τα κάθε λογής σοφίσματα, με τα οποία κάθε τάξη και κάθε στρώμα συγκαλύπτουν τις εγωιστικές τους επιδιώξεις και τον αληθινό “εσωτερικό” τους κόσμο, να ξέρει να διακρίνει τι συμφέροντα αντανακλούν ορισμένοι θεσμοί και νόμοι και πώς ακριβώς τα αντανακλούν. Αυτή όμως την “σαφή εικόνα” δεν μπορεί να την έχεις από κανένα βιβλίο: αυτή μπορούν να σου τη δώσουν μόνο οι ζωντανές εικόνες και οι αποκαλύψεις που γίνονται με βάση ζωντανά ακόμη τα ίχνη αυτού που συμβαίνει γύρω μας στη δοσμένη στιγμή, για το οποίο μιλάει ο καθένας με τον τρόπο του ή τουλάχιστον το ψιθυρίζει ο καθένας, πράγμα που εκφράζεται στα τάδε γεγονότα, στους τάδε αριθμούς, στις τάδε δικαστικές αποφάσεις κτλ, κτλ. Οι ολόπλευρες αυτές πολιτικές αποκαλύψεις αποτελούν αναγκαίο και βασικό όρο για την καλλιέργεια της επαναστατικής δραστηριότητας των μαζών.» (Λένιν, Τι να κάνουμε, τόμ. 6, σελ. 71).
Παραθέσαμε ένα μεγάλο ομολογουμένως απόσπασμα, όμως σ’ αυτό μπορεί κανείς να δει ή να καταγράψει τομείς της δουλειάς μιας επαναστατικής εφημερίδας. Ζητήματα που συχνά αγνοούνται, τη στιγμή που είναι επίκαιρα και φλέγοντα, πρέπει να αναδεικνύονται σε όλες τις πλευρές τους εκπαιδεύοντας την εργατική τάξη στην κομμουνιστική συνείδηση. Αυτά έχει υπ’ όψη του και σχολιάζει στα χιλιάδες άρθρα του, σε όλη του την πολιτική πάλη ο Λένιν, συγγράφοντας όχι μόνο φιλοσοφικές, θεωρητικές και πολιτικές πολεμικές και αναλύσεις, αλλά επίσης και μικρά σχόλια, καταγγελίες, υποδείξεις κ.λπ.
Βεβαίως, κανένα συνταγολόγιο δεν μπορεί να υπάρξει, όλο το ζήτημα συνίσταται στην εκπαίδευση της σκέψης των επαναστατών στην υλιστική διαλεκτική μέθοδο με ευαισθησία, ταξικό μίσος και τόλμη. Τόλμη, και ξανά τόλμη, αμφισβητώντας την άρχουσα τάξη σε όλα τα επίπεδα. Αυτήν την τόλμη που έδειξαν οι μπολσεβίκοι, ο Λένιν και μαζί του ο Τρότσκι, στην πάλη για την εργατική εξουσία στη Ρωσία το 1917 και μετά στον εμφύλιο πόλεμο και την απόκρουση των ιμπεριαλιστών εισβολέων.
Ο Τρότσκι, με το αξεπέραστο λογοτεχνικό του στυλ θα εξυψώσει τη δημοσιογραφία στο ύψος των Μουσών, δίπλα στις αρχαίες μούσες των τεχνών και των επιστημών. «Όλες οι Μούσες, ακόμα και η πληβειακή Μούσα της δημοσιογραφίας», θα σημειώσει στον πρόλογο της Ιστορίας της Ρωσικής Επανάστασης (τόμ. Ι), «μόλο που έχει γερά πλευρά, δυσκολεύονται να ζήσουν σε καιρό επανάστασης». Όμως, είναι στον καιρό της επανάστασης και στην προετοιμασία της επανάστασης, που η δημοσιογραφία χρειάζεται όσο ποτέ. Και όπως ο δρόμος της επανάστασης δεν είναι στρωμένος με ρόδα, σε τέτοιους καιρούς η επαναστατική δημοσιογραφία πρέπει να αντιμετωπίσει, να προετοιμάσει και να προετοιμαστεί για το δημιουργικό χάος της ιστορίας. Με το ψευδώνυμο Πέρο (Πένα), ο Τρότσκι από την ένταξή του στο επαναστατικό κίνημα στα μαθητικά του χρόνια, όταν συμμετείχε στην ίδρυση της Ένωσης Εργατών της Νότιας Ρωσίας μέχρι το τέλος της ζωής του βασικά θα γράφει για κάποια εφημερίδα, θα εργάζεται σε εφημερίδα, θα εκδίδει εφημερίδα, συχνά με πολύ μεγάλη επιτυχία. Η πιο επιτυχής του έκδοση θα είναι στο Annus Mirabillis του Τρότσκι, το 1905, στη διάρκεια της πρώτης ρωσικής επανάστασης, τη χρονιά που πρωτοεμφανίζονται τα σοβιέτ στην ιστορία, όπου ο ίδιος θα είναι πρόεδρος του σοβιέτ της Πετρούπολης (από μια περίεργη σύμπτωση, που μάλλον κρύβει μέσα της μια βαθύτερη αναγκαιότητα, την ίδια χρονιά ο επίσης 26χρονος Αϊνστάιν θα διατυπώσει την ειδική θεωρία της σχετικότητας και άλλες ανακαλύψεις που θα θέσουν τις βάσεις για την κβαντική επανάσταση). Όπως ο ίδιος ο Τρότσκι αφηγείται στη Ζωή μου έγραφε σε τρεις εφημερίδες. Μαζί με τον Πάρβους διηύθυνε τη μικρή εφημερίδα Ρούσκαγια Γκαζέτα, που σύντομα την μετέβαλαν σε μαχητικό όργανο των μαζών με κυκλοφορία από 30.000 έως 100.000 φύλλα και ένα μήνα αργότερα έφθασε να κυκλοφορεί σε μισό εκατομμύριο φύλλα! Ο περιορισμός ήταν η τυπωτική ικανότητα των μηχανημάτων. Το πρόβλημα ξεπεράστηκε με την κυκλοφορία της Νατσαλό (Ξεκίνημα) στις 13 Νοέμβρη 1905, με τεράστια επιτυχία. «Πιστεύω πως η εφημερίδα αυτή, περισσότερο από κάθε άλλη, μέσα στα τελευταία 50 χρόνια, πλησίασε το κλασικό πρότυπο της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου του Μαρξ στο 1848», θα σημειώσει ο Τρότσκι. Σύντομα θα κυκλοφορήσει η εφημερίδα του επαναστατικού σοβιέτ, Ισβέστια (Νέα), όπου ο Τρότσκι έγραφε τα κύρια άρθρα, μαζί με αμέτρητες προκηρύξεις, προγράμματα, αποφάσεις. (Λ. Τρότσκι, Η Ζωή μου, εκδ. Αλλαγή, 1986, σελ. 173). Στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων και του Α’ ιμπεριαλιστικού πολέμου θα γράφει στην Κιέβσκαγια Μισλ τα περίφημα ρεπορτάζ που έχουν γίνει ένας μεγάλος τόμος που κυκλοφορεί και στα ελληνικά (Βαλκάνια και Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-13), ενώ με την Γκόλος, που σύντομα θα δώσει τη θέση της στη Νάσσε Σλόβο, θα είναι η φωνή της Τσιμερβαλντιανής αντιπολεμικής διεθνιστικής αριστεράς. Ακόμη κι όταν εξοριστεί από τη Γαλλία στις ΗΠΑ για την αντιπολεμική διεθνιστική του αρθρογραφία, στο σύντομο διάστημα που θα μείνει στη Νέα Υόρκη θα μπει στη σύνταξη της καθημερινής ρωσικής εφημερίδας Νόβιγι Μιρ.
Μετά τη Φεβρουαριανή ρωσική επανάσταση, επιστρέφοντας από την εξορία, το στρατόπεδο συγκέντρωσης και τη φυλακή που του επιφύλαξε ο “δημοκρατικός” βρετανικός ιμπεριαλισμός, θα παλέψει μαζί με τον Λένιν για τον προσανατολισμό του μπολσεβίκικου κόμματος, της εργατικής τάξης, των στρατιωτών και φτωχών αγροτών στη σοσιαλιστική επανάσταση και την κατάληψη της εξουσίας. Σε λιγότερο από ένα μήνα από την επιστροφή του θα κυκλοφορήσει το Βπεριόντ (Εμπρός) όπου θα αναπτύξει τις θέσεις του, που συμπίπτουν με αυτές του Λένιν. Η ένταξή του, μαζί με την ομάδα των Μεσραγιόντσι στους μπολσεβίκους ήταν αναμενόμενη. Πέρα από τις εφημερίδες του μπολσεβίκικου κόμματος, θα εκδώσει, μόλις γίνει πρόεδρος του σοβιέτ της Πετρούπολης το Εργάτης και Στρατιώτης, ως όργανο του σοβιέτ της Πετρούπολης. Δεν υπάρχει περίοδος της ζωής του που να μην εκδίδει έντυπο, να μη γράφει βιβλία, άρθρα και πολεμικές υπεράσπισης του επαναστατικού διεθνισμού, ίσως μόνο στην περίοδο του ανθρωποκυνηγητού από την σταλινική δολοφονική μηχανή της γραφειοκρατίας, όταν έφευγε από πόλη σε πόλη κι από χωριό σε χωριό στη Γαλλία. (Όχι “περιφερόμενος”, ούτε “περιπλανώμενος Ιουδαίος” [που] “κρυβόταν στις γαλλικές Άλπεις” όπως έγραφε η όψιμη ιστορική συκοφαντομηχανή των Δάγκα, Μαργαρίτη και σία σε τόμο της Ελευθεροτυπίας για τις Δίκες της Μόσχας, αλλά κυνηγημένος από τους φασίστες, τους σταλινικούς, τους “δημοκρατικούς” και μη ιμπεριαλιστές). Τότε, ο Τρότσκι αναγκάστηκε να καταφύγει στη συγγραφή Ημερολογίου. «Το ημερολόγιο», σημείωνε στις 7 Φλεβάρη 1935, «δεν είναι το φιλολογικό είδος που συμπαθώ ιδιαίτερα. Αυτό τον καιρό θα προτιμούσα την καθημερινή εφημερίδα.»
Kαι φυσικά, δεν μπορούμε να παραλείψουμε να σημειώσουμε τις χειρόγραφες εφημερίδες που εξέδιδαν οι κρατούμενοι σοβιετικοί οπαδοί του Τρότσκι στο Βερκνεουράλσκ και σε άλλες φυλακές της ΕΣΣΔ, όπου ρίχθηκαν μετά τον θερμιδοριανό εκφυλισμό της επανάστασης. Με κίνδυνο της ζωής τους, εξέδιδαν εφημερίδες χειρόγραφες, και σε κάποια περίπτωση, στο κεραμοποιείο της Βορκούτα, που δεν είχαν χαρτί, φτιάχνανε την Πράβδα πίσω από τα κάγκελα, προφορική(!), για να διαδώσουν τις επαναστατικές τους ιδέες και να πολεμήσουν την δολοφονική εξουσία της γραφειοκρατίας του Στάλιν.
Η ελληνική εμπειρία. Η διαμόρφωση των πρώτων σοσιαλιστικών ομάδων στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα είναι συνδεμένες με την έκδοση εντύπων. Η ίδρυση του πρώτου αριστερού πυρήνα της επαναστατικής πτέρυγας του ΣΕΚΕ είναι συνδεμένη με τον Εργατικό Αγώνα που εξέδιδαν ο Λιγδόπουλος και Τζουλάτι και έγινε όργανο του ΣΕΚΕ.
Το Αρχείο του Μαρξισμού, απ’ όπου προήλθε ο Αρχειομαρξισμός σηματοδότησε επίσης τη διαμόρφωση ενός επαναστατικού ρεύματος στο εργατικό κίνημα στην Ελλάδα, που συνδέθηκε λίγο αργότερα με την Αριστερή Αντιπολίτευση στη Ρωσία και τη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση λίγα χρόνια αργότερα. Η διαμόρφωση του τροτσκισμού στην Ελλάδα και των δύο βασικών τάσεων, ήταν δεμένη με την έκδοση αντίστοιχων εντύπων. Σπάρτακος, το περιοδικό του Παντελή Πουλιόπουλου και των διαγραμμένων στελεχών του ΚΚΕ και Πάλη των Τάξεων η εφημερίδα των Μπολσεβίκων – Λενινιστών (Αρχειομαρξιστών) που συγκρότησαν το μεγαλύτερο εκτός ΕΣΣΔ τμήμα της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης.
Ακόμη και στον τύπο της Κατοχής, πέραν των δεκάδων εφημερίδων που εξέδιδαν όχι μόνο το ΕΑΜ αλλά και τμήματα του ΕΛΑΣ και τοπικών κινήσεων, ο τροτσκιστικός διεθνιστικός τύπος έδινε την ταυτότητα των διαφορετικών ομάδων κυρίως μέσω των ονομάτων των εντύπων τους. (Προλετάριος και Διεθνιστής, Εργατικό Μέτωπο… ).
Η διαμόρφωση της ΕΔΕ και μετέπειτα του ΕΕΚ έχει στο κέντρο της την έκδοση επαναστατικών φύλλων. Ώρα της Αλλαγής στο εξωτερικό (Λονδίνο), ένας τίτλος που αντανακλούσε το επίπεδο συνείδησης της εποχής, και το βάρος της αριστερής ρεφορμιστικής παράδοσης (Αλλαγή, Δημοκρατική Αλλαγή) της ΕΔΑ/ΚΚΕ, που όμως για την εποχή της έπαιξε σημαντικό ρόλο στη συσπείρωση γύρω από την ΕΔΕ πρωτοπόρων διεθνιστών αγωνιστών που προσδέθηκαν με την Διεθνή Επιτροπή της Τέταρτης Διεθνούς, αμφισβητώντας την ολοένα και πιο ρεφορμιστική γραμμή της Ενιαίας Γραμματείας της Τέταρτης Διεθνούς.
Στο εσωτερικό της χουντοκρατούμενης Ελλάδας, η έκδοση της Πρωτοπορίας από τον Απρίλιο του 1970 κάθε μήνα αδιάλειπτα, ακόμη και μετά τις συλλήψεις του 1974, υπήρξε μεγάλο επίτευγμα μιας ομάδας συντρόφων που πριν και μετά το Πολυτεχνείο και την πτώση της χουντικής δικτατορίας, έγιναν ο πυρήνας συσπείρωσης εκατοντάδων μελών και φίλων του τροτσκιστικού κινήματος. Με την Πρωτοπορία και τις προκηρύξεις που δημοσιεύονταν συμβάλαμε ενεργητικά στην κατάληψη του Πολυτεχνείου – της εξέγερσης που ξεθεμελίωσε την 7χρονη στρατιωτική δικτατορία, που ανατράπηκε λίγους μήνες αργότερα μέσα από τη συμβολή των κραδασμών που προκάλεσε το εθνικό ζήτημα της προδοσίας της Κύπρου.
Με την Σοσιαλιστική Αλλαγή μετά την πτώση της χούντας, αρχικά μία φορά την εβδομάδα και για κάποια χρόνια δύο φορές την εβδομάδα (Τετάρτη και Σάββατο), καλύψαμε όλα τα επαναστατικά γεγονότα και τη δράση του νέου προλεταριάτου και του εργοστασιακού συνδικαλισμού που αναδύθηκε από την τρίτη μεγάλη εκβιομηχάνιση της Ελλάδας στα χρόνια 1963 – 1977 και αποτέλεσε το κοινωνικό έρεισμα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και της Μεταπολίτευσης.
Η Σ.Α. αποτέλεσε επίσης βήμα προβολής των εθνικο-απελευθερωτικών κινημάτων γενικά και ιδιαίτερα της Παλαιστινιακής επανάστασης. Ήταν το δημοσιογραφικό όργανο της πάλης για την παγκόσμια επανάσταση και κατά της σταλινικής γραφειοκρατίας στην Ελλάδα και διεθνώς.
Ταυτόχρονα, η Σ.Α. πρόβαλε και υπεράσπισε νέα ρεύματα στη μουσική, την ροκ και αργότερα πανκ μουσική που εκείνη την εποχή δέχονταν τα πυρά και τις συκοφαντίες των σταλινικών ως αμερικάνικος τρόπος ζωής και φυτώρια… ναρκομανών.
Η Νέα Προοπτική έπαιξε τον δικό της σημαντικό ρόλο στην επανασυσπείρωση του ΕΕΚ μετά τη διάσπαση στης Διεθνούς Επιτροπής της Τέταρτης Διεθνούς (1986) και του ΕΕΚ (1989).
Όλα αυτά τα χρόνια, από τον καιρό της χούντας στο εξωτερικό και μέσα στην Ελλάδα μετά την πτώση της δικτατορίας, εκδίδαμε θεωρητικά – πολιτικά περιοδικά, τον Κομμουνιστή, για λίγα τεύχη στη διάρκεια της χούντας και την Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση μετά την πτώση της χούντας. Ζητήματα μαρξιστικής θεωρίας και φιλοσοφίας, τέχνης και πολιτισμού, επιστημών έβλεπαν το φως της δημοσιότητας από την ΕΜΕ. Μια καινούργια προσέγγιση στην ιστορία του εργατικού κινήματος, του Αντάρτικου και της (διαρκούς) επανάστασης στην Ελλάδα 1941 – 1949, είδαν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας σε αυτά τα έντυπα, όπως επίσης η καινούργια εκτίμηση για τον Αρχειομαρξισμό, πέραν του συκοφαντικού κλίματος του σταλινισμού και των επιγόνων του Παντελή Πουλιόπουλου που τον καιρό του αντάρτικου και της επανάστασης κράτησαν μια πολιτική διαμετρικά αντίθετη από εκείνη του θεμελιωτή του τροτσκισμού στην Ελλάδα, αφήνοντας να επικρατήσουν, στην πράξη, οι ντεφετιστικές θεωρίες του Άγι Στίνα (όχι υπεράσπιση της ΕΣΣΔ απέναντι στον ναζισμό και τον ιμπεριαλισμό, εχθρότητα απέναντι στο αντάρτικο κ.λπ.). Αλλά ακόμη και μια κριτική, ιστορική εκτίμηση του ηγέτη του τροτσκισμού στην Ελλάδα, Παντελή Πουλιόπουλου, έγινε δυνατή μέσα από αυτά τα έντυπα.
4. Η Νέα Προοπτική μετά το 1990 έπαιξε, όπως σημειώσαμε τον ρόλο της στη συσπείρωση των επαναστατών διεθνιστών, στην ιδεολογική υπεράσπιση του μαρξισμού, του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού και της κληρονομιάς της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917, μετά την κατάρρευση / ενδόρρηξη της ΕΣΣΔ και το διαβόητο Τέλος της Ιστορίας με την ιστορική επικράτηση του καπιταλισμού. Με αναλύσεις και στοιχεία παρακολουθήσαμε και δείξαμε την ιστορική χρεοκοπία του παγκόσμιου καπιταλισμού. Αντισταθήκαμε στις ιμπεριαλιστικές στρατιωτικές εισβολές στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, και υπερασπίσαμε την Γιουγκοσλαβία από τον ΝΑΤΟϊκό και Αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, κτίζοντας ένα διεθνές και διεθνιστικό δίκτυο αγωνιστών, με το Σοσιαλιστικό Κέντρο Κρίστιαν Ρακόφσκυ. Όπως, επίσης, από την πρώτη στιγμή συμβάλαμε στο διεθνές κίνημα για οικοδόμηση/ανοικοδόμηση της Τέταρτης Διεθνούς. Στην άνοδο του κινήματος, στις μεγάλες μάχες ενάντια στον ΑΣΕΠ και στο φοιτητικό κίνημα του 2006-7, ενάντια στην κατάργηση του άρθρου 16 του Συντάγματος για την δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, η Νέα Προοπτική μπόρεσε να υποδεχθεί μια νέα “μαγιά” νέων αγωνιστών του φοιτητικού κινήματος, που ήταν η βάση για την δραστήρια συμβολή μας στην εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008.
Ωστόσο, με ένα κριτικό και αυτοκριτικό μάτι πρέπει να δούμε και αλλαγές και μειονεκτήματα που ήταν δεμένα με την Νέα Προοπτική. Ποτέ δεν έγινε μια σοβαρή συζήτηση για τους όρους συχνότερης έκδοσης της επαναστατικής εφημερίδας. Κάποια φορά, για λόγους μάλλον εντυπωσιασμού, σε ένα συνέδριο στο Δημαρχείο Καισαριανής, προς το τέλος των διαδικασιών, ανακοινώθηκε, χωρίς να έχει προηγηθεί καμμία συζήτηση, χωρίς καμιά μελέτη των συγκεκριμένων όρων, η έκδοση εβδομαδιαίας εφημερίδας – που όπως ήταν φυσικό κατάρρευσε πριν καν επιχειρηθεί. Η συντακτική επιτροπή που για χρόνια λειτουργούσε, με συμμετοχή στο πρώτο μέρος (το πολιτικό) του Πολιτικού Γραφείου, άρχισε να συρρικνώνεται. Τμήματα της λειτουργίας της ΝΠ (διορθωτές, επιμελητές) συρρικνώθηκαν ή εξαφανίστηκαν. Το editorial, η κατευθυντήρια θέση/προοπτική του κόμματος σε μια συγκεκριμένη στιγμή, ποτέ ή σχεδόν ποτέ δεν γράφτηκε, παρά τις αποφάσεις αλλεπάλληλων συνεδρίων. Και κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε και κανείς δεν απολογήθηκε.
Συν τω χρόνω μια διαφορετική οργάνωση ως προς τα καθήκοντα δημιουργήθηκε. Τα στελέχη, τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής, δεν αισθάνονταν την ανάγκη και την ευθύνη για συμβολή στη Νέα Προοπτική. Ακόμη, οι πωλήσεις έπαψαν να ελέγχονται, συμβαδίζοντας με την πρακτική κατάργηση των πωλήσεων σε εργατικούς χώρους και γειτονιές. Έτσι, ο ρόλος της εφημερίδας σαν οργανωτής, αγκιτάτορας και προπαγανδιστής έσβηνε… Παράλληλα, η έκδοση της ΕΜΕ γινόταν όλο και πιο σπάνια, ενώ η έκδοση μαρξιστικών βιβλίων συρρικνώθηκε μέχρι εξαφάνισης.
5. Η έλευση της πανδημίας βρήκε το έδαφος πρόσφορο για την κατάργηση της έντυπης έκδοσης. Ήδη, σε ένα προηγούμενο συνέδριο, σύντροφος της ΚΕ, εκκινώντας από τα οικονομικά προβλήματα της έκδοσης της εφημερίδας, είχε προτείνει την διακοπή της κυκλοφορίας της. Εκείνη η πρόταση, απορρίφθηκε μεν, ποτέ όμως δεν συζητήθηκαν οι λόγοι που οδήγησαν σε εκείνη την πρόταση, ούτε αντιμετωπίστηκαν οι αιτίες…
Έτσι, από τον Μάρτιο του 2020, το ΕΕΚ δεν έχει έντυπο σε κάποια στοιχειωδώς συστηματική περιοδική κλίμακα. Η δημιουργία, εκείνη την περίοδο των λοκντάουν, της ηλεκτρονικής σελίδας, neaprooptiki.gr, σαφώς έπαιξε σημαντικό, θετικό ρόλο. Στην πραγματικότητα η αρθρογραφία στο ηλεκτρονικό μέσο πολλαπλασιάστηκε (σχεδόν τετραπλασιάστηκε). Πολλοί είδαν ένα σημαντικό άλμα του ΕΕΚ σε αυτό το εγχείρημα. Όμως η ηλεκτρονική έκδοση δεν μπορούσε και δεν μπορεί να υποκαταστήσει την έντυπη εφημερίδα. Χωρίς να είναι σε αντιπαράθεση, έχουν διαφορετικό ρόλο. Συν τω χρόνω, τα στελέχη του ΕΕΚ αισθάνονταν όλο και λιγότερο την ανάγκη συμμετοχής τους στην αρθρογραφία σε οποιοδήποτε επίπεδο. Χωρίς να διαθέτει το ΕΕΚ κανέναν επαγγελματία, σύντροφοι θεωρούν ότι η “εφημερίδα” είναι ευθύνη άλλων συντρόφων. Ίσως δεν αισθάνονται καν την ανάγκη κάποιου μέσου (ηλεκτρονικού ή έντυπου) ως οργάνου της επαναστατικής οργάνωσης.
Αυτές οι εσωτερικές διαδικασίες στο κόμμα, συμπίπτουν, κατά βάση, με διαδικασίες “έξω” από εμάς, μέσα στην κοινωνία, που υποστηρίζουν ότι στην εποχή των ηλεκτρονικών μέσων (fb, twiter, telegram) δεν μπορεί να σταθεί ο έντυπος λόγος, γεγονός που τεκμηριώνεται με την κρίση όλων των έντυπων μέσων, την κατάρρευση των εφημερίδων και την ύπαρξη μόνο τύπου της κλειδαρότρυπας και πολιτικών (εκβιαστικών) στοχεύσεων του μεγάλου εφοπλιστικού κεφαλαίου και της μαφίας.
Τέτοιες σκέψεις ή διατυπώσεις δεν μπορεί να απορριφθούν χωρίς συζήτηση ή να προσπεραστούν. Είναι ένα μέρος της πραγματικότητας με την οποία πρέπει να αναμετρηθούμε. Η αλήθεια είναι ότι σε μεγάλο βαθμό ένα έντυπο μέσο, εν πολλοίς είναι ήδη ξεπερασμένο, πριν προλάβει να τυπωθεί και κυκλοφορήσει, ακόμη και αν κυκλοφορεί καθημερινά. Άρα, το είδος του έντυπου μέσου το οποίο χρειάζεται η επαναστατική οργάνωση είναι -πρέπει να είναι- ζήτημα ενδελεχούς εξέτασης.
6. Και Τώρα;
Στην παρούσα στιγμή της ιστορίας, στις δοσμένες αλλά μεταβαλλόμενες συνθήκες, οι μαρξιστές επαναστάτες πρέπει να αναμετρηθούν όχι μόνο με την αστική ιδεολογία, στις διάφορες εκφράσεις της, από τις ανοικτά αντικομμουνιστικές και φασιστικές έως τις πιο ραφιναρισμένες. Ένας αντίπαλος που πρέπει κατά τη γνώμη μας να παλευτεί είναι η ημιμάθεια και η αντιθεωρία. Σε τούτη την εποχή της Πληροφορίας, σε τεράστιο πλήθος ανθρώπων η πληροφορία ταυτίζεται με τη γνώση. Στην πραγματικότητα, ο βομβαρδισμός με πληροφορίες, καθιστούν την ανάπτυξη της γνώσης πρακτικά δύσκολη έως αδύνατη. Οι επαναστάτες μαρξιστές δεν πρέπει να μένουν σε εντυπώσεις από τον βομβαρδισμό εμπειρικών δεδομένων και πληροφοριών αλλά να προχωρούν στον κριτικό έλεγχό τους με την διαλεκτική μέθοδο, να διακρίνουν όχι μόνο πληροφορία από γνώση αλλά και τα φαινόμενα από την ουσία που αυτά εκδηλώνουν, την δυναμική των αντιφάσεων.
Με την εμπειρία τριών χρόνων από την έκδοση της ηλεκτρονικής Νέας Προοπτικής, και το σκεπτικό που ήδη αναπτύχθηκε, η πρότασή μας στην αποφασισμένη από το 18ο συνέδριο του ΕΕΚ συνδιάσκεψη για την επαναστατική εφημερίδα είναι: να συνεχιστεί και να αναπτυχθεί η ηλεκτρονική καθημερινή έκδοση, με την αριθμητική και πολιτική ενίσχυση και της συντακτικής επιτροπής και του “τεχνικού” τμήματος καθημερινών αναρτήσεων (π.χ. επάνοδος στις κοινές συναντήσεις ΠΓ και Συντακτικής Επιτροπής στο πολιτικό μέρος των συζητήσεων), σε συνδυασμό με την έκδοση ενός έντυπου μέσου. Επειδή δεν πρέπει να ουρανοβατούμε (αν και πρέπει να κοιτάμε στα ουράνια, πέρα από τους ορίζοντες της καθημερινότητας), προτείνουμε την άμεση έκδοση ενός μηνιαίου περιοδικού-εφημερίδας, με πολιτικά κείμενα της άμεσης πολιτικής πάλης, σε συνδυασμό με σημαντικά θεωρητικά ζητήματα που καλύπτει η ηλεκτρονική έκδοση. Για τις ανάγκες της άμεσης επικαιρότητας ένα τουλάχιστον αντίστοιχο κείμενο πρέπει να περιέχεται στο έντυπο. Μπορούμε να ξεκινήσουμε με έντυπο μηνιαίο αρχικά, και μετά τον Οκτώβριο/Νοέμβριο, να εξετάσουμε τη μετατροπή του σε 15θήμερο. Η αλλαγή στη συχνότητα του εντύπου πρέπει να είναι απόφαση μιας νέας συνδιάσκεψης για την εφημερίδα, που θα εκτιμήσει κριτικά την έως τότε πορεία. Η μορφή, το περιεχόμενο και το όνομα του εντύπου πρέπει να μας απασχολήσουν. Με άλλα λόγια, εδώ που έχουμε φθάσει δεν προτείνω την χωρίς συζήτηση επαν-έκδοση της Νέας Προοπτικής μηνιαίας ή δεκαπενθήμερης. Πρέπει να δούμε τι χρειαζόμαστε σήμερα, πώς θα το πετύχουμε, τι μορφή και περιεχόμενο θα του δώσουμε.
Συνοπτικά, χρειαζόμαστε:
Ηλεκτρονική έκδοση καθημερινή, αναπτυγμένη και αναβαθμισμένη σε περιεχόμενο και μορφή.
Έκδοση έντυπου κάθε μήνα, από τώρα μέχρι τον Οκτώβριο/Νοέμβριο και νέα απόφαση τότε.
Έκδοση της Μαρξιστικής Επιθεώρησης δύο φορές τον χρόνο, αρχικά.
Δημιουργία βιώσιμου και λειτουργούντος εκδοτικού βιβλίων μαρξιστικής σκέψης, κλασικών του μαρξισμού και σύγχρονων.
Η υλοποίηση αυτών των αποφάσεων βαρύνει πρωτίστως τα στελέχη της ΚΕ ως σύνολο, με τις επιμέρους ευθύνες των εκλεγμένων στα όργανα συντρόφων και συντροφισσών.
Το κείμενο γράφτηκε τον Μάιο και Ιούλιο 2023.
Συζητήθηκε, έγιναν τροπολογίες και εγκρίθηκε ομόφωνα από την Κεντρική Επιτροπή του ΕΕΚ στις 12 Νοεμβρίου, ως προσυνεδριακό κείμενο για την προσεχή Συνδιάσκεψη για την επαναστατική εφημερίδα.