(Πώς θα μιλήσουμε στα παιδιά για τον αντισημιτισμό;)

του Σάββα Μιχαήλ

To κείμενο του Σάββα Μιχαήλ δημοσιεύτηκε στην έντυπη Νέα Προοπτική, φύλλο 547, το Σάββατο 6 Απριλίου 2013. Ήταν η Εισήγησή του στην εκδήλωση Η διδασκαλία του Ολοκαυτώματος στο ελληνικό σχολείο. Θεωρητικές προσεγγίσεις και διδακτικές προτάσεις, που οργάνωσε ο Τομέας Φιλοσοφίας του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας, του Πανεπιστήμιου της Αθήνας και η Ομάδα για τη Μελέτη και τη Διδασκαλία του Ολοκαυτώματος. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στις 5 Μαρτίου 2013, στο Αμφιθέατρο Δρακοπούλου, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Alexander Voronzow and others in his group, ordered by Mikhael Oschurkow, head of the photography unit, Public domain, via Wikimedia Commons

Πώς θα πεις το ανείπωτο; Πώς να μιλήσεις στην ζωή για τον θάνατο; Πώς να μιλήσεις στον άνθρωπο, στον άνθρωπο που σαν παιδί μόλις πλάθεται σε άνθρωπο, πώς θα του μιλήσεις για το απάνθρωπο;

Πώς θα μιλήσεις στο Παιδί για το Άουσβιτς, την λογική κατάληξη του αντισημιτισμού και κάθε κοινωνικού και ρατσιστικού αποκλεισμού;
«Όποιος θέλει να εξηγήσει τον αντισημιτισμό», έγραφε ο Max Horkheimer, «είναι υποχρεωμένος να αναφερθεί στον εθνικοσοσιαλισμό». Κι η επιτομή του Ναζισμού είναι η λογική της εξόντωσης που έχει το όνομα Άουσβιτς. Δεν μπορείς να μιλήσεις για τον αντισημιτισμό σε κανένα, πολύ λιγότερο σε παιδιά χωρίς να μιλήσεις για τον φασισμό και το μνημείο της θεωρίας και πράξης του Ναζισμού, το Άουσβιτς. Γι’ αυτό και κάθε νοσταλγός του Ναζισμού και κάθε αντισημίτης αρνείται πρώτα-πρώτα το Άουσβιτς. Άλλοι το εξουδετερώνουν αλλιώς, μετατρέποντάς το σε απόμακρη θολή εικόνα ενός χαμένου για πάντα παρελθόντος που καλύτερα να μένει θαμμένη εκεί, στο παρελθόν, άλλοι το κάνουν θέαμα και raison d’Etat.

Δεν μπορείς να μιλήσεις για τον αντισημιτισμό και το Άουσβιτς στα παιδιά σε κενό χρόνου και χώρου αλλά σήμερα, εδώ και τώρα, ας πούμε στην μνημονιακή Ελλάδα με την κοινωνική ερείπωση και την καταρρέουσα εκπαίδευση, όταν η ναζιστική «Χρυσή Αυγή» στήνει κατηχητικά και παιδικούς σταθμούς, διαβρώνει σχολεία, αποσπά επισήμως πιστούς της δασκάλους στα γραφεία των βουλευτών της.

Το χειρότερο είναι να πεις ψέματα, καλοπροαίρετα, κακοπροαίρετα, με υπεκφυγές και μισόλογα, ή συγκαλύπτοντας, αποσιωπώντας, εξωραΐζοντας, αποενοχοποιώντας, ιδεολογικοποιώντας, δικαιολογώντας τα αδικαιολόγητα, μετατρέποντας την Ιστορία σε μυθολογία, ή και τα θύματα σε θύτες, ανάγοντας το ιστορικό Κακό σε μια μεταφυσική του Κακού με απλά λόγια για ανηλίκους και αρχαρίους.

Για να μιλήσουμε πρέπει να ψάξουμε, να βρούμε, να πούμε την αλήθεια στον εαυτό μας κι έτσι στα παιδιά. Όλη την αλήθεια με όλες τις επιπτώσεις της στο παρόν, στον κόσμο γύρω μας, στα παιδιά, σε μας τους ίδιους. Μονάχα έτσι συγκροτείται υποκείμενο πιστό στο χνάρι του τρομερού Συμβάντος, ικανό να αποτρέψει την επιστροφή της θηριωδίας, αλλάζοντας τον ίδιο τον κόσμο που την γέννησε και την γεννά.

Στο συγκλονιστικό επίμετρο που έγραψε η Ελληνοεβραία ιστορικός Ρίκα Μπενβενίστε στο βιβλίο της Annette Wieviorka Το Άουσβιτς, όπως το εξήγησα στην κόρη μου, ένα κλασσικό πια βιβλίο που εντελώς πρόσφατα εκδόθηκε και στα ελληνικά, πολύ σωστά αναφωνεί εκ βαθέων: «Νιώθω απέχθεια για την παιδαγωγική του πόνου και είμαι καχύποπτη απέναντι στις ταυτίσεις με τα θύματα. Απεχθάνομαι εξίσου την ψυχρή αποστασιοποίηση, την απουσία θυμού, θλίψης και απορίας στις επιστημονικές εξηγήσεις. Δεν έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στην εξήγηση. Αλλά δεν ξέρω κάτι καλύτερο.».

Απαιτείται μια παιδαγωγική της αλήθειας ως χειραφέτησης, ενάντια στην παιδαγωγική του πόνου και των φαντασιωτικών ταυτίσεων με τα θύματα, που χάνουν έτσι την υπόστασή τους, τους κλέβουν την ίδια την τραγωδία τους και γίνονται απλώς είδωλα, στα οποία βλέπει σε καθρέφτη το εγώ τον ψεύτικο εαυτό του, διαμορφώνοντας ένα εγώ-φάντασμα, όχι ένα ζωντανό, δρων υποκείμενο. Δεν νοείται Παιδεία άξια του ονόματός της, δεν νοείται χειραφετητική παιδαγωγική χωρίς άσκηση στην αναζήτηση της αλήθειας, χωρίς αντικειμενική αλήθεια, χωρίς διαμόρφωση υποκειμένου της αλήθειας.

Η αλήθεια δεν είναι τα εκ των προτέρων δοσμένα ιδεολογικά θέσφατα που εκσφενδονίζονται επί των κεφαλών των μαθητών για να τρομοκρατήσουν και να χειραγωγήσουν. Δεν βρίσκεται και δεν μαθαίνεται η αλήθεια χωρίς μια σχέση διαλόγου πρόσωπο με πρόσωπο, ενός διαλόγου απλού αλλά όχι απλοϊκού, ζωντανού, χωρίς φόβο για τις ερωτήσεις και τις πιο δύσκολες ή καταρχήν δυσάρεστες, με γνώση ότι η αληθινή επικοινωνία είναι πάντα έμμεση (για να θυμηθούμε τον Kierkegaard), διαλεκτική, μέσα από την ανάδυση και την υπέρβαση αντιφάσεων. Κανείς δεν μπορεί ούτε πρέπει να αγνοεί ότι μιλάμε για τον αντισημιτισμό με παιδιά που ζουν σε μια κοινωνία σε κρίση ιστορική, δομική, παγκόσμια, μέσα σε ένα περιβάλλον επιτεινόμενης ανασφάλειας και φόβου, με ρευστές κι αμφισβητούμενες ταυτότητες, έχοντας γύρω σου ένα ογκούμενο πλήθος από υπάρξεις χωρίς όρους ύπαρξης – με άλλα λόγια μιλάμε για τον αντισημιτισμό με ευαίσθητους δέκτες των μηνυμάτων που εκπέμπουν κοινωνικές συνθήκες που κι άλλοτε και τώρα τρέφουν τον αντισημιτισμό, την ξενοφοβία, τον ρατσισμό, αλλά και πυροδοτούν την αντίσταση ενάντιά τους κι ενάντια στην κοινωνική καταστροφή, την πηγή τους. Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία αλλά τα ίδια έχει ανάγκη κι ένας παιδαγωγικός διάλογος που θα αποτελεί Παιδεία της ελευθερίας.

Η διάσωση της ιστορικής μνήμης δεν αποζητά μαυσωλεία, σιχαίνεται την ταρίχευση, την μουμιοποίηση. Όπως παρατηρούσε στις Θέσεις για την έννοια της Ιστορίας ο Walter Benjamin το 1940, τον καιρό του ζόφου, από την αντίδραση κινδυνεύουν ακόμα και οι νεκροί. Το ίδιο και σήμερα. Κινδυνεύουν και οι νεκροί του Άουσβιτς – μαζί και οι νεκροί του Πολυτεχνείου, όπως το έκαναν χωρίς αιδώ, πρόσφατα, ξανά οι φασίστες, η κυβερνώσα Δεξιά και οι κοντυλοφόροι τους. Η διάσωση είναι διακύβευμα, αγώνας, σύγκρουση στο παρόν.

Η διάσωση/μετάδοση της μνήμης ανάμεσα σε γενιές είναι μια αμφίδρομη σχέση όπου ο κάθε πόλος της βρίσκεται σε μια διαδικασία αλληλοδιείσδυσης με τον άλλο, είναι σε ένα γίγνεσθαι-άλλος και σ’ ένα γίγνεσθαι-Ο άλλος. Για να μιλήσεις στα παιδιά για αντισημιτισμό o altra cosa πρέπει κατά κάποιο παράδοξο τρόπο να γίνεις ο ίδιος παιδί. Το παιδί του σήμερα που ακούει για το Άουσβιτς και το παιδί του χτες που γνώρισε σαν παιδί το Άουσβιτς.

Από αυτήν την άποψη, στο έργο της διάσωσης/μετάδοσης της ιστορικής μνήμης, πέρα από την απλή, πιστή εξιστόρηση, σαν αυτή που πρόσφερε η Αννέτ Βιβιορκά στην κόρη της και σε μας, είναι πολύτιμες οι εμπειρίες των ίδιων των παιδιών που γνώρισαν την θηριωδία όπως αποτυπώθηκαν σε αφηγήσεις αλλά και με όλες τις μορφές τέχνης – ζωγραφιές, τραγούδι, μουσική, ακόμα και παιδική όπερα, όπως είναι το θαυμάσιο Brundibár του Hans Krása που συντέθηκε στο στρατόπεδο του Teresín και παίχτηκε από 55 κρατούμενα παιδιά πριν τα ξαποστείλουν κι αυτά στο Άουσβιτς.

Η εμπειρία του υπαρκτού, έμπρακτου αντισημιτισμού στην κορύφωσή του στο Άουσβιτς, όπως αυτή φανερώνεται από την σκοπιά του παιδιού, διαφέρει, από εκείνη του ενήλικου, συχνά σημαντικά και με τον πιο παράδοξο τρόπο. Το δείχνουν τα έργα του Ουγγροεβραίου Imre Kertész που εκτοπίστηκε στην ηλικία των 14 χρόνων στο Άουσβιτς και μετά στο Μπούχενβαλντ, έργα όπως το Χωρίς Μοίρα (Sorstalanság), με ήρωα τον 15χρονο György Köves στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Άουσβιτς, του Μπούχενβαλντ και του Τσάιτς ή το Καντίς για ένα αγέννητο παιδί (Kaddis a meg nem született gyermekért). Το βλέπουμε και στις παιδικές αναμνήσεις στα εξαιρετικά Τοπία της Μητρόπολης του Θανάτου του Otto Dov Kulka, εκτοπισμένου στα 11 του χρόνια από το στρατόπεδο της Τερεζίν στο Άουσβιτς. Εκεί, σε αντίθεση με τους ενήλικους, μπορεί να βλέπει ακόμα πάνω από το στρατόπεδο θανάτου και να περιγράφει «έναν ουρανό γαλάζιο που τον διασχίζουν ασημένια αεροπλάνα» και να παρατηρεί την δημόσια εκτέλεση κρατουμένων χωρίς να κατεβάζει τα μάτια.

Πλάι στο Παιδί μέσα στο Άουσβιτς, υπάρχει και το Παιδί που γλύτωσε από το Άουσβιτς, κρυμμένο και με άλλη ταυτότητα. Μπορούμε να δούμε, στην ωραία ταινία του Βασίλη Λουλέ Φιλιά εις τα παιδιά, πώς η μνήμη μιας χαμένης παιδικής ηλικίας διασώζεται και επιστρέφει μετά από δεκαετίες πολλές στο σήμερα στα ίδια ηλικιωμένα άτομα και σε μας.

Μαζί με το Παιδί μέσα στο Άουσβιτς και το Παιδί που γλύτωσε χωρίς να πάει στο Άουσβιτς, υπάρχει και το Παιδί μετά το Άουσβιτς, το παιδί των επιζώντων πρώτα-πρώτα, αυτό που δεν γνώρισε άμεσα ή ακόμα κι αυτό που αγνοεί την φρίκη ενός Τραύματος της Ιστορίας που όμως το έχει σημαδέψει ανεξίτηλα είτε το ξέρει είτε όχι, είτε το θέλει είτε όχι. «Δεν τα εξηγούσαν όλα τούτα στο σπίτι», γράφει η Ρίκα Μπενβενίστε. «Εξάλλου δεν μιλούσαν γι’ αυτό στο σπίτι. Ίσως γιατί μιλούσαν πάντα και γι’ αυτό. Ή ίσως γιατί μιλούσαν για όλα μέσα από αυτό. Δεν μου εξήγησαν, αφού πάντα ήξερα».

Ας αφήσουμε αυτά τα παιδιά των Εβραίων να μιλήσουν σε μας και στα άλλα παιδιά, στα παιδιά των μη Εβραίων, στην οικουμενική γλώσσα των παιδιών, μακρινή μνήμη της αρχέγονης αδαμικής γλώσσας, για την οποία έκανε λόγο ο Μπένγιαμιν. Ποιος έφηβος, Ιουδαίος ή Εθνικός, από αυτούς που περιπλανιώνται διαρκώς στους γαλαξίες των κόμικς, μπορεί εύκολα να μείνει αδιάφορος ή τυφλός και κουφός μπροστά στο Maus, το αριστουργηματικό graphic novel του Art Spiegelman, ενός παιδιού επιζώντων του Άουσβιτς που ποτέ δεν του εξήγησαν αυτό που για πάντα τον σημάδεψε και το αναζητά σε ένα τελικά αδύνατο διάλογο με τον πατέρα;

«Ο πατέρας μου αιμορραγεί Ιστορία», γράφει ο Αρτ Σπίγκελμαν στον υπότιτλο του πρώτου μέρους του Maus. «Και εδώ αρχίζουν τα προβλήματά» μας, για να παραφράσουμε ελαφρά τον υπότιτλο του δεύτερου μέρους του. Αυτήν την αιμορραγία της Ιστορίας πρέπει να εξηγήσουμε μιλώντας για τον αντισημιτισμό στα παιδιά, για τα αίτια και τα φρικτά αποτελέσματά του.

Οι Εβραίοι υπέστησαν αιώνες διωγμών κάτω από τα πιο διαφορετικά πολιτικά καθεστώτα και κοινωνικά συστήματα και επέζησαν, όπως έγραψε ο Μαρξ, «μέσα στην Ιστορία και διαμέσου της Ιστορίας» όχι έξω από την Ιστορία, παρασιτώντας σαν εκτοπλάσματα στην Ιστορία, όπως λένε οι Ναζί, ούτε υπερφυσικά, πάνω κι ανεξάρτητα από την Ιστορία, όπως λένε οι μεταφυσικοί.

Η Βιβιορκά, απαντώντας στην μικρή της κόρη για τις ρίζες του αντισημιτισμού, αναγνωρίζει ότι αυτές βυθίζονται βαθιά στο ιστορικό παρελθόν, τονίζει ιδιαίτερα τον ρόλο του χριστιανικού αντι-ιουδαϊσμού, προπαντός του Μεσαίωνα, και σωστά επισημαίνει ότι ο αντισημιτισμός που παίρνει την πιο μανιασμένη του μορφή στον Ναζισμό δεν είναι η προγενέστερη θρησκευτική ιουδαιοφοβία αλλά ένα μοντέρνο φαινόμενο που αναπτύσσεται ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, πριν ξεσπάσει βάρβαρα στην κρίση του μεσοπολέμου και την «Τελική Λύση» των στρατοπέδων θανάτου στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Έχει μέγιστη σημασία, προπαντός σήμερα, να έρθουν στο φως και στο επίκεντρο της προσοχής ότι τα πρωταρχικά αίτια του αντισημιτισμού είναι κοινωνικά και συνεπώς πολιτικά, ακόμα και πριν πάρουν θρησκευτική έκφραση, έστω κι αν, βεβαίως, ο θρησκευτικός σκοταδισμός έπαιξε και παίζει ολέθριο ρόλο, όπως το δείχνουν και τα πρόσφατα παραδείγματα των φασιστικών επιθέσεων παραεκκλησιαστικών – Χρυσαυγιτών και του Πειραιώς Σεραφείμ στην θεατρική παράσταση στο «Χυτήριο» ή τα ανοικτά αντισημιτικά κηρύγματα ιεραρχών κι οι ευλογίες τους στους φασίστες και τους Ντερτιλήδες, τους χουντικούς δήμιους του Πολυτεχνείου.

Είναι η κοινωνική–ταξική διαίρεση της κοινωνίας που δημιουργεί αποκλεισμούς κι αποκλεισμένους που εγκλωβίζονται στα ταξικά χάσματα και όταν ξεσπάσει συστημική κρίση, μετατρέπονται σε αποδιοπομπαίους τράγους, πολιτικά χρήσιμους στους κρατούντες για να αποπροσανατολίσουν τις αγανακτισμένες μάζες του πληθυσμού και να επιβάλουν την υποταγή στην κυριαρχία τους που κλονίζεται. Από αυτήν την άποψη, σωστά ονόμασε ο Τρότσκυ τον αντισημιτισμό «τέχνη του κυβερνάν», όταν τον Οκτώβρη του 1905 εξαπολύθηκαν αιματηρά αντισημιτικά πογκρόμ των Μαύρων Εκατονταρχιών στην Τσαρική Ρωσία για να αναχαιτιστεί η επανάσταση.

Τέχνη του κυβερνάν κι όχι απλώς πρόληψη. Οι προλήψεις και οι προκαταλήψεις, θρησκευτικές ή άλλες, η αμάθεια και προπαντός, σε συνθήκες κρίσης, η ανασφάλεια, η ανημπόρια μπροστά στην κοινωνική καταστροφή, η απώλεια οποιασδήποτε σταθερής κοινωνικής θέσης και ταυτότητας, η κονιορτοποίηση και η άκρα εξατομίκευση των ανίσχυρων, γίνονται για τους Ισχυρούς η απαραίτητη πρώτη ύλη που αυτοί, οι Ισχυροί της άρχουσας τάξης, ενεργοποιούν την βαρβαρότητά της όταν την χρειάζονται, με παλιούς και νέους μηχανισμούς ελέγχου και μαζικής χειραγώγησης, και την στρέφουν απέναντι στον Άλλο σαν φανταστικό εχθρό, για να στερεώσουν ξανά την εξουσία τους, την κυριαρχία των πραγματικών εχθρών του λαού.

Για λόγους ιστορικούς που αναλύσαμε αλλού, οι Εβραίοι αποτέλεσαν πάντα τον προνομιακό αποδιοπομπαίο τράγο, τον αρχετυπικό στόχο κάθε ρατσισμού, τον κατεξοχήν Υπάνθρωπο (Untermensch) των Ναζί. Οι λόγοι έχουν να κάνουν με την ιστορική ανάδυση και τον τρόπο ύπαρξης της λαότητας των Εβραίων σαν ιδιαίτερης εθνοτικής-θρησκευτικής κοινότητας που βρίσκεται εν δυνάμει ή εν ενεργεία αποκλεισμένη στα intermundia, τα οποία δημιουργεί η ταξική κοινωνία από τις απαρχές της και σε όλη την διαδρομή της, σε όλες τις μεταμορφώσεις των τρόπων εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Η λογική της εκμετάλλευσης γεννά την λογική του κοινωνικού αποκλεισμού κι αυτή την λογική της εξόντωσης. Η πραγματική χειραφέτηση των Εβραίων μπορεί να επέλθει μοναχά με την καθολική ανθρώπινη χειραφέτηση, ποτέ σε ένα Κράτος, ακόμα κι αν υποτίθεται είναι «δικό τους» (στην εβραϊκή γλώσσα δεν υπάρχει καν η λέξη «κράτος»). Αυτό είναι το μάθημα από τον τρομερό 20ο αιώνα που δεν λέει να τελειώσει.

Δεν πάψαμε να αιμορραγούμε Ιστορία – όλοι, Ιουδαίοι και Εθνικοί. Και ζούμε σε συνθήκες μιας παγκόσμιας συστημικής, ιστορικής κρίσης που ξεπερνάει κι εκείνη που ακολούθησε το κραχ του 1929. Οι παλιοί εφιάλτες επιστρέφουν. Πώς θα τους νικήσουμε;

Ο Μαξ Χορκχάιμερ που άρχιζε το κείμενό του Οι Εβραίοι και η Ευρώπη επισημαίνοντας ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για τον αντισημιτισμό χωρίς να μιλάμε για τον φασισμό, συνεχίζει με την καίρια επισήμανση: «Αλλά όποιος δεν θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό δεν πρέπει επίσης να μιλάει και για τον φασισμό».

Ο Ίμρε Κέρτες, αν και μη αριστερός, μέσα από την δικιά του προσωπική εμπειρία της Σοά, είχε κάνει μια επίσης καίρια επισήμανση, όταν άσκησε κριτική στην Λίστα του Σίντλερ, την ταινία του Spielberg για το Ολοκαύτωμα: «Θεωρώ κιτς κάθε αναπαράσταση του Ολοκαυτώματος που είναι ανίκανη να καταλάβει ή δεν θέλει να καταλάβει την οργανική σύνδεση ανάμεσα στον δικό μας παραμορφωμένο τρόπο ζωής και την ίδια την δυνατότητα του Ολοκαυτώματος.”

Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τον αντισημιτισμό στα παιδιά ή σε οποιονδήποτε χωρίς να μιλήσουμε για τον φασισμό τότε και τώρα, και δεν μπορούμε να μιλάμε για τον φασισμό χωρίς να μιλήσουμε για την κρίση του καπιταλιστικού συστήματος που τον γεννά, έναν παραμορφωμένο τρόπο ζωής που αποξενώνει και αρνείται την ίδια την ζωή.
Αν θέλουμε και διεκδικούμε την ζωή που μας κλέβουνε και που μας αρνούνται τα Μνημόνια, η τρόικα, το κεφαλαιοκρατικό σύστημά τους, πρέπει να μιλήσουμε στην ίδια την ζωή στα πρώτα βήματά της, να μιλήσουμε, ναι, στα παιδιά για την κρίση, για την συλλογική αντίσταση στην καταστροφή. Τι άλλο θα μπορούσε να είναι μια Παιδεία της καθολικής ανθρώπινης χειραφέτησης τον καιρό της διακύβευσης του ανθρώπινου μέσα στον άνθρωπο;

Ο Όττο Ντοβ Κούλκα, στα Τοπία της Μητρόπολης του Θανάτου, θυμάται τον Ίμρε, έναν δάσκαλο χορωδίας στο παράπηγμα των παιδιών στο Άουσβιτς. Τα εκπαίδευσε για να τραγουδήσουν όλα μαζί την Ωδή της Χαράς του Schiller από το τελευταίο μέρος της 9ης Συμφωνίας του Ludwig van Beethoven, «ένα οικουμενικό μανιφέστο», όπως γράφει ο Κούλκα, «που πιστεύει στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, στο μέλλον – μπροστά σ’ αυτά τα κρεματόρια, τον τόπο όπου το μέλλον ίσως ήταν το μόνο πράγμα που σίγουρα δεν υπήρχε…». Ο ίδιος ο Κούλκα σκεφτόταν μήπως επρόκειτο για «μια ακραία πράξη σαρκασμού, μέχρι του έσχατου δυνατού σημείου του αυτοσαρκασμού».

Ίσως. Από το Ταλμούδ, πάντως, μαθαίνουμε, αναφορικά με την διαμάχη των δύο αντίπαλων σχολών του Ραμπί Ιλλέλ και του Ραμπί Σαμμάι, ότι ένας διάλογος «εις δόξαν Κυρίου» είναι μονάχα εκείνος όπου τουλάχιστον δύο αντίθετες απόψεις συγκρούονται. Η ομοφωνία είναι βεβήλωση. Ας αποτολμήσουμε, λοιπόν, κι εμείς, μια αντίθετη γνώμη από εκείνη του Όττο Ντοβ Κούλκα για τον άγνωστο Ίμρε, τον δάσκαλο της χορωδίας των παιδιών του Άουσβιτς, έναν αληθινό παιδαγωγό πρώτης γραμμής. Η Ωδή της Χαράς μπροστά στα κρεματόρια δεν ήταν αυτοσαρκασμός αλλά σαρκασμός και χλεύη και αψήφιση του ίδιου του ολέθρου, θριαμβική κραυγή αντίστασης της Ζωής που λέει: κανένας συμβιβασμός με τον θάνατο!

4-5/3/2013

Max Horkheimer, Οι Εβραίοι και η Ευρώπη, Έρασμος 2006 σ.37
Annette Wieviorka Το Άουσβιτς, όπως το εξήγησα στην κόρη μου, Πόλις 2013
Ό.π. Επίμετρο, Ρίκα Μπενβενίστε, Εξηγώντας… Με αφορμή το Άουσβιτς, όπως το εξήγησα στην κόρη μου, της Annette Wieviorka, σ. 92-93
Βλ. Otto Dov Kulka, Paysages de la Métropole de la Mort, Albin Michel 2013
Επίμετρο, Ρίκα Μπενβενίστε, Εξηγώντας… Με αφορμή το Άουσβιτς, όπως το εξήγησα στην κόρη μου, της Annette Wieviorka, ό. π., σ. 90
Art Spiegelman, Maus, Η ιστορία κάποιου που επέζησε Ι. Ο Πατέρας μου αιμορραγεί Ιστορία Zoobus Publications 2007, μετάφραση Σ. Μιχαήλ
Κ. Marx, Sur la Question Juive, La Fabrique 2006
Annette Wieviorka ό. π. π. σ. 75-77
Βλ. Σ. Μιχαήλ, Μορφές του Μεσσιανικού, Άγρα 1999
Max Horkheimer, ό. π. π. σ. 38
“http://www.english.illinois.edu/maps/holocaust/reflections.htm” http://www.english.illinois.edu/maps/holocaust/reflections.htm.
Βλ. Otto Dov Kulka ό. π., σ.45-51

Νέα Προοπτική τεύχος#547# Σάββατο 6 Απριλίου 2013