Η νεαρή Εβραιο-αμερικανίδα φυσικός Netta Engelhardt του MIT και οι συνεργάτες της βρήκαν έναν τρόπο να συμβιβάσουν την κβαντική φυσική με τη θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν.
του Gid’on Lev
Η σύγχρονη φυσική βασίζεται σε δύο θεμελιώδεις θεωρίες. Στην κβαντική φυσική που περιγράφει γεγονότα στον μικρόκοσμο, στην μικροκλίμακα των υποατομικών σωματιδίων. Και στη θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν που περιγράφει γεγονότα στον μακρόκοσμο, τον κόσμο των σωμάτων μεγάλης μάζας. Η κάθε θεωρία υποστηρίζεται από πολλές παρατηρήσεις˙ η εγκυρότητά τους επίσης έχει ελεγχθεί στην πράξη από την σύγχρονη τεχνολογία: με βάση την κβαντική φυσική αναπτύχθηκαν τα λέιζερ και οι επεξεργαστές των κομπιούτερ, ενώ με βάση τη θεωρία της σχετικότητας λειτουργούν οι δορυφόροι και συστήματα GPS.
Οι δύο θεωρίες δρουν σε εντελώς διαφορετικά μεγέθη: ηλεκτρόνια και κύματα φωτός, έναντι αστέρων και γαλαξιών. Αλλά υπάρχει μια τουλάχιστον περιοχή όπου οι δύο θεωρίες συναντώνται, ή, ακριβέστερα, συγκρούονται. Αυτό το μέρος είναι η μαύρη τρύπα.
Το 1974, μετά τις ανακαλύψεις για τις μαύρες τρύπες από τον Ισραηλινό επιστήμονα Jacob Bekenstein, ο νεαρός τότε φυσικός Stephen Hawking δημοσίευσε ένα δραματικό άρθρο που εδραίωσε την ιδιότητά του ως επιστήμονα πρώτης γραμμής. Ο Χόκινγκ απέδειξε ότι όσον αφορά τις μαύρες τρύπες, μία από τις δύο κύριες θεωρίες οδηγεί σε λάθος.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, η ακτινοβολία που εκπέμπεται από την τρύπα δεν είναι συνάρτηση του υλικού που καταπίνει η τρύπα, και ως εκ τούτου, δύο μαύρες τρύπες που σχηματίζονται από διαφορετικές διαδικασίες θα εκπέμπουν την ίδια ακριβώς ακτινοβολία. Αυτό σήμαινε ότι οι πληροφορίες για κάθε φυσικό σωματίδιο που καταπίνεται στη μαύρη τρύπα, συμπεριλαμβανομένης της μάζας, της ταχύτητας κίνησης κ.λπ., εξαφανίζονται από το σύμπαν.
Αλλά σύμφωνα με τη θεωρία της κβαντομηχανικής, μια τέτοια διαγραφή είναι αδύνατη. Αυτό είναι το «παράδοξο της πληροφορίας», γνωστό και ως «παράδοξο της πληροφορίας της μαύρης τρύπας», το οποίο παραμένει μια από τις πιο σημαντικές νάρκες στον δρόμο προς την επίτευξη ενός από τους κύριους στόχους της φυσικής: την ανάπτυξη μιας γενικής θεωρίας της φύσης που θα συμπεριλαμβάνει και την κβαντική μηχανική και την γενική θεωρία της σχετικότητας.
Τώρα μια ενδιαφέρουσα ανατροπή προτάθηκε από την καθηγήτρια Netta Engelhardt, μια Ισραηλινής καταγωγής φυσικό στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης, και τους συναδέλφους της. Πιστεύει ότι έχουν σημειώσει μεγάλη πρόοδο προς την καρδιά του προβλήματος. Αυτή και οι συνάδελφοί της βραβεύτηκαν με το Βραβείο Νέοι Ορίζοντες στη Φυσική για το 2021, ένα από τα πιο διάσημα βραβεία που απονέμονται σε νέους ερευνητές στον κόσμο της φυσικής, για σύνθετους, πρωτότυπους υπολογισμούς που φέρνουν τον κόσμο της επιστήμης πιο κοντά στην επίλυση του παραδόξου που έθεσε ο Χόκινγκ.
Στην πράξη, η Engelhardt και οι συνάδελφοί της υπολόγισαν την ποσότητα των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν σε διάφορα στάδια της ζωής των μαύρων τρυπών και για πρώτη φορά κατάφεραν να συμβιβάσουν τα αποτελέσματα των δύο μεγάλων θεωριών της φυσικής στους υπολογισμούς τους. Την εργασία τους την δημοσίευσαν στο Journal of High Energy Physics.
Για να κατανοήσουμε το μονοπάτι που παρουσιάζουν, χρειαζόμαστε ένα σύντομο μάθημα πάνω στην κβαντική μηχανική, για να καταλάβουμε ποιες είναι οι πληροφορίες που καταστρέφονται, σύμφωνα με τον Χόκινγκ, και γιατί αυτή η καταστροφή δημιουργεί ένα παράδοξο.
Οι χαμένες πληροφορίες
Η κβαντική μηχανική περιγράφει φαινόμενα που δεν καταλαβαίνουμε απαραίτητα διαισθητικά, όπως η υπέρθεση, η οποία δηλώνει ότι ένα σωματίδιο μπορεί βρίσκεται σε δύο διαφορετικά μέρη ταυτόχρονα˙ ή o (κβαντικός) εναγκαλισμός [entanglement] που δηλώνει ότι δύο σωματίδια μπορούν να αποτελούν ένα ενιαίο σύστημα, έτσι ώστε αν επηρεάσουμε ένα μέρος του, τότε θα επηρεαστεί και το δεύτερο μέρος – ακόμα κι αν βρίσκεται σε απόσταση ετών φωτός μακριά. Αυτή η θεωρία στηρίζεται σε μια αρχή που είναι γνωστή ως unitarity («μοναδιακότητα»).
Τι είναι η μοναδιακότητα; Ο καθηγητής Hagai Eisenberg του Ινστιτούτου Φυσικής Racah στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο εξηγεί: «Οποιαδήποτε μετατόπιση από τη μια κατάσταση στην άλλη, για παράδειγμα από αριστερά προς τα δεξιά, ή από μια προτέρα κατάσταση στην μετέπειτα, μπορεί να περιγραφεί σε μαθηματική γλώσσα. Στην κβαντομηχανική, η μαθηματική περιγραφή της εξέλιξης στο χρόνο είναι ενιαία».
Σκεφτείτε το ως εξής: Αν στρίψουμε το τιμόνι προς τα δεξιά, μπορούμε να το στρίψουμε εύκολα και προς τ’ αριστερά. Αλλά αν ανάψουμε ένα σπίρτο, δεν μπορούμε να κάνουμε την αντίθετη ενέργεια και να μετατρέψουμε ένα αναμμένο σπίρτο σε άκαυστο σπίρτο. Σύμφωνα με την κβαντική μηχανική, λέει ο Eisenberg, η κίνηση προς τα εμπρός στο χρόνο είναι πάντα αναστρέψιμη, που σημαίνει ενιαία, και κάθε μαθηματική έκφραση της εξέλιξης στο χρόνο έχει επίσης μια μαθηματική έκφραση που περιγράφει την αντίθετη δράση. Όσον αφορά την κβαντομηχανική, δεν υπάρχει τίποτα που να εμποδίζει ένα καμένο σπίρτο να γίνει άκαυστο σπίρτο.
Εδώ εμφανίζονται οι μαύρες τρύπες. Αυτά τα κοσμικά φαινόμενα δημιουργούνται όταν ένα άστρο εξαντλεί τα πυρηνικά του καύσιμα. Λόγω της δύναμης της βαρύτητας, το άστρο καταρρέει. Σε αστέρια με επαρκή μάζα, αυτή η κατάρρευση συμπυκνώνει το υλικό τους σε ένα μόνο σημείο. Λόγω της κολοσσιαίας βαρυτικής δύναμης που ασκείται από το συμπιεσμένο σημείο, σχεδόν τίποτα δεν μπορεί να ξεφύγει ή να εκπέμπεται από αυτό, ούτε καν το φως. Η μαύρη τρύπα είναι μικροσκοπική, αλλά ασκεί μια κολοσσιαία βαρυτική έλξη, και επομένως τόσο οι νόμοι της κβαντικής μηχανικής όσο και οι νόμοι της θεωρίας της σχετικότητας καταρρέουν επίσης.
Ο Χόκινγκ ανακάλυψε ότι παρά την κολοσσιαία αυτή βαρυτική δύναμη, κάποια ακτινοβολία «διαφεύγει» από τη μαύρη τρύπα, οδηγώντας τελικά στην εξάτμιση της τρύπας. Με βάση τη θεωρία της σχετικότητας, σύμφωνα με τον Χόκινγκ, η ακτινοβολία που εκπέμπεται από την μαύρη τρύπα είναι αποκλειστικά θερμική και δεν περιέχει καμία πληροφορία για το υλικό που έχει καταπιεί μέσα της. Με άλλα λόγια, η ακτινοβολία δεν μπορεί να μας διδάξει κάτι για τα σωματίδια μέσα στην τρύπα. Στην περίπτωση αυτή, όταν η μαύρη τρύπα εξατμίζεται, όλες οι πληροφορίες που περιέχονταν σε αυτήν εξαφανίζονται. Αυτή είναι μια μη αναστρέψιμη διαδικασία, και ως εκ τούτου παραβιάζει την βασική αρχή της κβαντικής μηχανικής.
Αυτή είναι η πηγή της σύγκρουσης μεταξύ των δύο θεωριών στον ορίζοντα γεγονότων, δημιουργώντας το παράδοξο.
Ο επιστημονικός κόσμος τρελάθηκε. Ο φυσικός του Στάνφορντ Leonard Susskind έγραψε επ’ αυτού και ένα βιβλίο με τίτλο: «Ο Πόλεμος της Μαύρης Τρύπας: Η Μάχη μου με τον Στήβεν Χόκινγκ για να γίνει ο Κόσμος Ασφαλής για την Κβαντική Μηχανική». Ο φυσικός John Preskill από το Caltech έβαλε στοίχημα με τον Hawking ότι έκανε λάθος (αποφάσισαν ότι ο ηττημένος θα έστελνε στον νικητή μια εγκυκλοπαίδεια, που σημαίνει αντικείμενο από το οποίο είναι δυνατή η εξαγωγή πληροφοριών).
Ο Χόκινγκ συνέχισε να εργάζεται πάνω στο παράδοξο και τελικά συμφώνησε ότι δεν ήταν δυνατό να εξαφανιστούν οι πληροφορίες (και ο Πρέσκιλ έλαβε μια εγκυκλοπαίδεια για… το μπέιζμπολ). Παρόλα αυτά, το ερώτημα πώς θα διευθετηθεί η αντιμαχία αυτών των δύο μεγάλων θεωριών της φυσικής στις μαύρες τρύπες παρέμεινε αναπάντητο.
Σχετικά με τη νέα ιδέα της Engelhardt, ο καθηγητής Micha Berkooz του Τμήματος Σωματιδιακής Φυσικής στο Ινστιτούτο Weizmann εξηγεί: «Υπάρχει μια αντίφαση μεταξύ των θεωριών [της κβαντικής μηχανικής και της θεωρίας της σχετικότητας], οι οποίες είναι αγαπημένες μας και λειτουργούν καλά και οι δύο. Για πολύ καιρό, υπήρχε διαφωνία στην κοινότητα [των φυσικών] για το αν οι μαύρες τρύπες παραβιάζουν την unitarity [μοναδιακότητα], αλλά σήμερα, φαίνεται ότι δεν χάνουν πληροφορίες. Άρα η κβαντομηχανική λειτουργεί, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο τι λείπει στη θεωρία της σχετικότητας στο πλαίσιο του υπολογισμού της βαρύτητας στις μαύρες τρύπες, και αυτό είναι ένα θεμελιώδες ερώτημα. Το έργο της Engelhardt καταδεικνύει πώς είναι δυνατός ο υπολογισμός της δυναμικής των μαύρων οπών, με τη βαρυτική δύναμη, επίσης» – με άλλα λόγια, διατηρώντας τους νόμους της θεωρίας της σχετικότητας.
Ο ορίζοντας γεγονότων
Η Engelhardt μεγάλωσε στην Ιερουσαλήμ. Το 1998, η οικογένειά της εγκατέλειψε το Ισραήλ για τις ΗΠΑ για επαγγελματικούς λόγους των γονιών της.
«Ως παιδί μου άρεσε να διαβάζω», λέει. «Αλλά δεν μιλούσα αγγλικά. Όταν μετακομίσαμε στις ΗΠΑ, είχαμε πάρει μόνο μια χούφτα βιβλία στην εβραϊκή γλώσσα μαζί μας. Έτσι διάβασα τα πάντα στο σπίτι, μέχρι που έμεινε μόνο το ένα τελευταίο βιβλίο αριστερά. Ήταν Το Χρονικό του Χρόνου του Στήβεν Χόκινγκ».
Η Engelhardt ήταν εννέα χρόνων όταν διάβασε το βιβλίο, αφού δεν είχε άλλες επιλογές. «Και τα υπόλοιπα είναι ιστορία», γελάει.
Η καινοτομία της Engelhardt και των συναδέλφων της περιλαμβάνει τη χρήση ενός μέτρου που ονομάζεται εντροπία για να εξεταστεί εάν οι μαύρες τρύπες χάνουν πληροφορίες. Η εντροπία ουσιαστικά καταλήγει σε άγνοια για κάποιο στοιχείο του συστήματος. Πριν σχηματιστεί η πρώτη μαύρη τρύπα, ήταν θεωρητικά δυνατό να γνωρίζουμε τα πάντα για το σύμπαν και σε εκείνο το σημείο η εντροπία ήταν μηδέν. Εάν ένα αστέρι καταρρεύσει και γίνει μαύρη τρύπα, λέει η Engelhardt, η εντροπία προκύπτει από άγνοια του εσωτερικού της μαύρης τρύπας. Καθώς περισσότερη ύλη πέφτει στη μαύρη τρύπα, η εντροπία της αυξάνεται.
Σύμφωνα με την κβαντομηχανική, όταν η μαύρη τρύπα εξατμίζεται και εξαφανίζεται, δεν είναι δυνατόν οι πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν μέσα της να έχουν χαθεί˙ που με τη σειρά του θα σήμαινε ότι οι πληροφορίες πρέπει να εγκαταλείψουν τη μαύρη τρύπα καθώς η ακτινοβολία διαρρέει, και έτσι η εντροπία επανέρχεται στο μηδέν. Η διαδικασία της μοναδιακότητας διατηρείται.
Ωστόσο, σύμφωνα με υπολογισμούς που βασίζονται στη θεωρία της σχετικότητας, ακόμη και μετά την εξάτμιση της μαύρης τρύπας, η εντροπία παραμένει ως είχε, στο αποκορύφωμά της.
«Αυτό το αποτέλεσμα είναι ποσοτικοποιήσιμο», εξηγεί η Engelhardt. «Η κβαντομηχανική λέει ότι η εντροπία ξεκινά από το μηδέν, αυξάνεται και στη συνέχεια επιστρέφει στο μηδέν, ενώ η θεωρία της σχετικότητας λέει ότι καθώς ξεκινάτε από το μηδέν, η εντροπία αυξάνεται σε μια ορισμένη τιμή καθώς σχηματίζεται η μαύρη τρύπα και παραμένει σε αυτήν την τιμή όταν εξατμιστεί.»
Η Ένγκελχαρντ και οι συνάδελφοί της πραγματοποίησαν έναν υπολογισμό που έλαβε υπόψη τόσο την κβαντική μηχανική όσο και τη θεωρία της σχετικότητας, χωρίς να υποθέσει μια μοναδιακή [unitary] κατάσταση, και απέδειξαν ότι μετά το τέλος της μαύρης τρύπας, η εντροπία μειώνεται. Με άλλα λόγια, οι πληροφορίες διατηρούνται.
Για να γίνει αυτό έπρεπε πρώτα να υπολογίσουν το εμβαδόν μιας συγκεκριμένης επιφάνειας στη μαύρη τρύπα. Ο υπολογισμός αυτής της περιοχής είναι κρίσιμος, καθώς η εντροπία στη μαύρη τρύπα εξαρτάται από την περιοχή, μια σύνδεση που ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά από τον Jacob Bekenstein και βελτιώθηκε περαιτέρω από τους Shinsei Ryu και Tadashi Takayanagi. Εάν μια μαύρη τρύπα καταπιεί ένα αντικείμενο, τότε η εντροπία της μαύρης τρύπας αυξάνεται, αφού όλες οι πληροφορίες για το αντικείμενο αποκλείονται από το εξωτερικό του.
Ωστόσο, αυτή η κατάποση αυξάνει και την περιοχή της μαύρης τρύπας – άλλωστε τώρα περιέχει περισσότερο υλικό. Επομένως, υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ της περιοχής και της εντροπίας.
Το εξωτερικό και το εσωτερικό μιας μαύρης τρύπας καθορίζονται από τον ορίζοντα γεγονότων – ένα είδος φανταστικού σφαιρικού περιβλήματος που περιβάλλει τη μαύρη τρύπα, μέσα στο οποίο όλο το υλικό που τη διαπερνά, συμπεριλαμβανομένων των ταχύτερων σωματιδίων -σωματιδίων φωτός – εισέρχεται στο πεδίο βαρυτικής έλξης της τρύπας και δεν μπορεί πλέον να απομακρυνθεί από αυτό. Ο ορίζοντας γεγονότων είναι, λοιπόν, μια καθορισμένη συνοριακή γραμμή: μια στιγμή προτού διασχιστεί, το σωματίδιο φωτός μπορεί να απομακρυνθεί από το βαρυτικό πεδίο, αλλά αν το σωματίδιο έχει διασχίσει αυτό το όριο, ακόμη και κατά ένα κλάσμα του χιλιοστού, δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεκολλήσει.
Ωστόσο, εδώ αναφερόμαστε σε μια αποκλειστικά θεωρητική έννοια, εξηγεί η Engelhardt, γιατί για να γνωρίζουμε αν ένα σωματίδιο φωτός έχει διασχίσει τον ορίζοντα γεγονότων, πρέπει να περιμένουμε να δούμε αν έχει απομακρυνθεί από το πεδίο βαρύτητας της μαύρης τρύπας ή όχι. Το πρόβλημα είναι ότι η περίοδος αναμονής είναι απεριόριστη και μπορεί θεωρητικά να είναι αιώνια.
Ως μετρήσιμη εναλλακτική λύση στον ορίζοντα γεγονότων για τον υπολογισμό του εμβαδού των μαύρων τρυπών, η Engelhardt χρησιμοποίησε την έννοια της κβαντικής ακραίας επιφάνειας, την οποία όρισε ποσοτικά για πρώτη φορά μαζί με τον Δόκτορα Aron Wall του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ το 2015.
Για να κατανοήσετε αυτήν την περίπλοκη έννοια, φανταστείτε μια μπάλα που έχει έναν φακό ή ένα φωτεινό σημείο στο κέντρο της. Όσο μεγαλύτερη απόσταση διανύουν οι ακτίνες από την πηγή φωτός, τόσο πιο μακριά απομακρύνονται η μία από την άλλη, επομένως μεγαλώνει και η περιοχή μεταξύ των ακτίνων.
Μέχρι στιγμής, αυτό είναι εντελώς διαισθητικό. Όμως, αν υπάρχει μια κάμψη στον χωροχρόνο, οι ακτίνες θα απομακρυνθούν περισσότερο από το κέντρο, αλλά η περιοχή μεταξύ τους θα συρρικνωθεί, με άλλα λόγια θα πλησιάσουν η μία την άλλη. Αυτό συμβαίνει σε μια μαύρη τρύπα. Τελικά, οι ακτίνες του φωτός συγκλίνουν, έως ότου σχηματιστεί μια χωροχρονική ιδιομορφία στην οποία εξακολουθούν να είναι ξεχωριστές ακτίνες αλλά καταρρέουν η μια πάνω στην άλλη. Ο χώρος είναι τόσο λυγισμένος που οι ακτίνες πλησιάζουν η μία την άλλη ακόμα και όταν έχουν εκτοξευθεί προς διαφορετικές κατευθύνσεις.
«Το κρίσιμο ζήτημα», λέει η Engelhardt, «είναι ότι κάθε ακτίνα έχει ένα ακριβές σημείο ισορροπίας από το οποίο δεν απομακρύνεται πλέον από τις άλλες ακτίνες, αλλά εξακολουθεί να μην πλησιάζει περισσότερο σε αυτές». Αν συνδέσουμε όλα αυτά τα σημεία ισορροπίας όλων των ακτίνων σε ένα άστρο, θα λάβουμε μια νέα συνοριακή γραμμή, ένα «φάκελο» που είναι η ακραία επιφάνεια. Όταν λαμβάνετε υπόψη τις κβαντικές επιδράσεις, ο υπολογισμός της κβαντικής ακραίας επιφάνειας καθιστά δυνατό τον υπολογισμό του εμβαδού της μαύρης τρύπας.
Από την ανακάλυψή τους σχετικά με την κατανόηση της σημασίας της κβαντικής ακραίας επιφάνειας έως ότου λύσουν το μυστήριο, η Engelhardt και οι συνάδελφοί της εργάστηκαν ασταμάτητα. «Η όλη ιστορία συνεχίστηκε για τρεις εβδομάδες, στις οποίες δουλεύαμε όλο το εικοσιτετράωρο», θυμάται. «Κοιμήθηκα πολύ λίγο εκείνο τον καιρό. Μεταξύ των συνεργατών μας στη δυτική ακτή -τους Don Marolf και Henry Maxfield- και της νηστείας του Ραμαζανιού που στο Πρίνστον ο συνεργάτης μου Ahmed Almheiri τηρούσε, πολλή δουλειά γινόταν τα βράδια και τις νύχτες».
Οι ερευνητές μπόρεσαν να υπολογίσουν το εμβαδόν της κβαντικής ακραίας επιφάνειας -την κλασική βαρυτική συμβολή στην εντροπία- καθώς και την εντροπία που σχετίζεται με όλα τα σωματίδια που καταπίνονται σε αυτήν την περιοχή (κβαντική εντροπία). Παρακολούθησαν την εξέλιξη αυτών των δύο δεικτών εντροπίας μαζί, επίσης, και βρήκαν ότι όσο περνάει ο χρόνος, μειώνεται και τελικά φθάνει στο μηδέν. Η ενοποιημένη θεωρία κέρδισε και ένα σημαντικό μέρος του παραδόξου φωτίστηκε. «Θυμάμαι τη στιγμή που είδαμε την εντροπία να κατεβαίνει ξανά», θυμάται η Engelhardt. «Έχω μια πολύ ξεχωριστή ανάμνηση καθώς οδηγούσα προς το σπίτι και σκεφτόμουν, ουάου, αυτό θα μπορούσε να είναι. Είδαμε ότι η unitarity [μοναδιακότητα] μπορεί να είναι συνεπής με τη βαρύτητα. Ήταν πολύ συναρπαστικό». Ο Berkooz προσθέτει: «Το παράδοξο οδήγησε σε μια κατανόηση ότι πρέπει να τροποποιήσουμε τη θεωρία της σχετικότητας, και αυτό κάνει η Engelhardt. Η εικόνα δεν είναι ακόμη πλήρης, αλλά τώρα υπάρχουν αρκετές μέθοδοι με τις οποίες είναι δυνατόν να καταλάβουμε πού ήταν λανθασμένοι οι υπολογισμοί του Χόκινγκ και ότι η ακτινοβολία δεν είναι μόνο θερμική. Το έργο της είναι πολύ σημαντικό, γιατί δείχνει πώς είναι δυνατό να παρακολουθήσουμε, χρησιμοποιώντας τη βαρύτητα, όλες τις κβαντικές συνθήκες της μαύρης τρύπας καθώς αυτή σβήνει, και να εξακριβώσουμε χρησιμοποιώντας τη βαρύτητα ότι οι πληροφορίες δεν χάνονται. Η Engelhardt δεν αλλάζει τους τύπους του Αϊνστάιν, αλλά πέρα από τους τύπους του υπάρχει μια σημαντική σειρά εργαλείων που περιγράφουν τον τρόπο αντιμετώπισης πιο περίπλοκων καταστάσεων. Η δουλειά της είναι μια πολύ σημαντική βελτίωση που αφαίρεσε τα εμπόδια στην κατανόησή μας για το πώς να εφαρμόσουμε αυτά τα εργαλεία στη μελέτη των μαύρων τρυπών που πεθαίνουν».
H Engelhardt λέει ότι η ανακάλυψη (η οποία επίσης επιτεύχθηκε ανεξάρτητα και από τον φυσικό Geoff Penington του πανεπιστημίου του Berkeley, που επίσης κέρδισε το ίδιο βραβείο) εξαρτάται από την αλληλεπίδραση μεταξύ της βαρυτικής εντροπίας και της κβαντικής εντροπίας.
«Κάθε μέτρηση, που εξετάζεται ανεξάρτητα, δεν αποδεικνύει τη διατήρηση των πληροφοριών˙ τα χρειάζεσαι και τα δύο», τονίζει. «Τώρα αυτό που μένει να κατανοήσουμε είναι πώς οι πληροφορίες αναδύονται από την τρύπα και δεν καταστρέφονται και γιατί η κβαντική ακραία επιφάνεια ενσωματώνει με επιτυχία την μοναδιακότητα [unitarity]. Αυτό είναι κάτι που ακόμα δεν καταλαβαίνουμε. Ξέρουμε όμως ποιες ερωτήσεις πρέπει να κάνουμε για να σημειώσουμε πρόοδο στο παράδοξο της πληροφορίας. Μπορούμε να κάνουμε πιο ακριβείς ερωτήσεις και έχουμε πολύ καλύτερη ιδέα για το πού πάμε».
Μετάφραση: Θόδωρος Κουτσουμπός
(Από την ισραηλινή εφημερίδα Haaretz)