του Sungur Savran
Στην τέταρτη μείωση των επιτοκίων μέσα σε τέσσερις μήνες προχώρησε στις 16 Δεκεμβρίου η Τράπεζα της Τουρκίας, ύστερα από προσταγή του προέδρου Ερντογάν. Με την απόφασή της τα επιτόκια μειώθηκαν στο 14% από το 19% στο οποίο βρίσκονταν μόλις πριν από τέσσερις μήνες. Μόλις έγινε γνωστή η νέα κίνηση της κεντρικής τράπεζας η τουρκική λίρα υποχώρησε κατά 5,4%, συνεχίζοντας την ελεύθερη πτώση της. Η συνολική υποτίμηση του τουρκικού νομίσματος από την αρχή του έτους υπερβαίνει το 50% έναντι του δολαρίου, με την ισοτιμία διαμορφώνεται στις 15,6583 τουρκικές λίρες έναντι ενός δολαρίου.
Προκειμένου να αμβλύνει τις δυσαρέσκειες από τον πληθωρισμό και την πτώση του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών στρωμάτων, και για να προλάβει την κοινωνική έκρηξη, η κυβέρνηση Ερντογάν ανακοίνωσε επίσης αύξηση του βασικού μισθού κατά 50% από το επόμενο έτος. Η θεαματική αυτή αύξηση, εφόσον πραγματοποιηθεί, θα διαμορφώσει τις καθαρές αποδοχές του βασικού μισθού στις 4.250 τουρκικές λίρες, ποσό που με την τρέχουσα ισοτιμία της τουρκικής λίρας ισοδυναμεί με 275 δολάρια τον μήνα. Σημειωτέον ότι για όλο το 2021 ο βασικός μισθός ανερχόταν σε 2.826 τουρκικές λίρες, που στις αρχές του τρέχοντος έτους ισοδυναμούσε με 380 δολάρια τον μήνα, όμως με τη ραγδαία υποτίμηση της τουρκικής λίρας κατά 51%, αντιστοιχούσε σε μόλις 186 δολάρια. Eπισήμως ο πληθωρισμός στο τέλος Νοεμβρίου έτρεχε με 21,31% σε ετήσια βάση, όμως ανεξάρτητες πηγές οικονομολόγων αμφισβητούν τα στοιχεία του Εθνικού Γραφείου Στατιστικής (TUIK) και θεωρούν ότι ο πραγματικός πληθωρισμός πλησιάζει στο 58% σε ετήσια βάση. Σε μαζική εργατική διαδήλωση την περασμένη εβδομάδα τα συνδικάτα της DISK ζήτησαν η αύξηση του καθαρού κατώτατου μισθού να φθάσει στις 5.200 λίρες (370 δολάρια ή 331 ευρώ).
Το παρακάτω κείμενο είναι γραμμένο από τον σύντροφο Sungur Savran, ηγετικό στέλεχος του Επαναστατικού Εργατικού Κόμματος, DIP.
Τέτοια εκμετάλλευση της θρησκείας για λόγους καθαρά υλικού συμφέροντος είναι δύσκολο να βρεθεί στην ιστορία. Ο χαρακτηρισμός από τον Ταγίπ Ερντογάν -βασικό «αρχιτέκτονα» της ελεύθερης πτώσης της τουρκικής λίρας-, του τόκου ως nass1nass: ισλαμικός θρησκευτικός όρος που σημαίνει θεϊκό διάταγμα, για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια ύστατη, απεγνωσμένη προσπάθεια να κρύψει την υλική πραγματικότητα από τα μάτια του λαού. Για να το κατανοήσουμε αυτό, πρέπει να πάμε λίγο πίσω στο χρόνο και να δούμε τις ρίζες της υφιστάμενης αυτής κρίσης.
Η κυβέρνηση του AKP ήταν τυχερή στα οικονομικά μέχρι και το 2013. Αυτή τη χρονιά, όταν η παλίρροια της οικονομικής κρίσης του 2008 άρχισε κάπως να ανεβαίνει και η FED αύξησε το επιτόκιο, η κυβέρνηση του AKP βρέθηκε αντιμέτωπη με την έλλειψη ξένου συναλλάγματος. Το 2013 έγινε μάρτυρας μιας άλλης εξέλιξης. Σχεδόν 4 εκατομμύρια άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους σε 80 από τις 81 μεγαλουπόλεις της Τουρκίας, συμμετέχοντας στη λαϊκή εξέγερση της πλατείας Γκεζί, ενώ άλλοι συμμετείχαν σε διαδηλώσεις, όπως αυτές που οι Λατινοαμερικάνοι αποκαλούν «cacerolazos» (διαδηλώσεις που χτυπάνε κατσαρόλες).
Ο Ερντογάν έχασε πολλή από τη δύναμη που απολάμβανε μέχρι πρότινος. Τώρα όλα είναι ρευστά. Καθώς οι κατηγορίες για διαφθορά και η απώλεια προηγούμενων συμμάχων συνδυάστηκαν με τις οικονομικές δυσκολίες, η κυβέρνηση δυσκολεύτηκε πολύ ακόμα και να κερδίσει τις εκλογές πόσο μάλλον να παραμείνει στην εξουσία.
Μπροστά σε όλα αυτά και καθώς η υποστήριξη των ξένων κεφαλαίων μειώθηκε, η ενίσχυση της οικονομίας με διάφορα τεχνητά μέσα, όπως οι εγγυήσεις πίστωσης ή το εξωτερικό χρέος, έγινε η βασική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης. Τα επιτόκια αυξήθηκαν καθώς το χρέος συσσωρεύτηκε λόγω των πιστωτικών εγγυήσεων. Η τουρκική λίρα υποτιμήθηκε, καθώς το εξωτερικό χρέος αυξήθηκε.
Καθώς οι δύο αυτοί παράγοντες κατέστησαν αδύνατη για τους βασικούς θεσμούς της οικονομικής πολιτικής (δηλαδή τον Υπεύθυνο Οικονομικής Πολιτικής και της Κεντρικής Τράπεζας) τη χρήση τεχνητών μέσων, η «ισχυρή βουλητική δύναμη», ένα χαρακτηριστικό που ο Ερντογάν έχει αποδώσει πολλές φορές στον εαυτό του στο παρελθόν, ήρθε στο προσκήνιο. Ο Ερντογάν παρενέβη στην οικονομία το 2018, με μια επιθετική συμπεριφορά του τύπου: «Εγώ ξέρω πώς λειτουργεί αυτό».
Το βασικό επιτόκιο της Κεντρικής Τράπεζας έπρεπε να παραμείνει χαμηλό ώστε να μπορέσουν να βρουν πελάτες οι τομείς των κατασκευών και της βιομηχανίας, να συγκρατηθούν οι επενδύσεις, να παραμείνει άθικτο το εξωτραπεζικό κεφάλαιο της Ανατολίας, να βοηθηθούν οι μικροί έμποροι, που γενικά στηρίζουν τον Ερντογάν, να επιβιώσουν και για να συνεχίσει να κερδίζει ο Ερντογάν τις εκλογές.
Όλο αυτό έχει πλέον ονομαστεί «nass» (μια αρχή του Ισλάμ που απαγορεύει την πρακτική του τοκισμού του κεφαλαίου).
Ανάμεσα στην πίεση της διεθνούς οικονομίας και την εκλογομηχανή
Η συμβολική καμπή ήρθε λίγο πριν από τις εκλογές του 2018. Καθώς ο Ερντογάν δήλωνε κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο, ότι “θα πρέπει να μπορεί να παρεμβαίνει στη λειτουργία της Κεντρικής Τράπεζας”, δηλαδή στον έναν από τους δύο ναούς του τόκου σε όλο τον κόσμο (ο άλλος, φυσικά, είναι η Wall Street στη Νέα Υόρκη), η λίρα άρχισε την αλματώδη βουτιά της. Ο υπουργός Οικονομίας Mehmet Şimşek έπρεπε να πετάξει αστραπιαία στο Λονδίνο για να πείσει το Λονδίνο για την ευρωστία του Ερντογάν. Η κυβέρνηση του ΑΚΡ έκανε προσωρινά πίσω, αλλά μια νέα εποχή είχε ήδη ξεκινήσει.
Ο διορισμός του Berat Albayrak, γαμπρού του Ερντογάν, στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών (με τον ολοκαίνουργιο αμερικανοποιημένο τίτλο του) σηματοδότησε σαφώς ότι ο επικεφαλής οικονομολόγος δεν θα ήταν άλλος από τον ίδιο τον Ερντογάν. Ακριβώς την ίδια στιγμή, η λίρα γνώρισε μια δεύτερη ελεύθερη πτώση, τον Αύγουστο του 2018.
Το ίδιο πράγμα επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά από εκείνη τη στιγμή και μετά. Από διαρθρωτικής άποψης, το υπόβαθρο αυτών των επαναλαμβανόμενων κρίσεων συνίσταται στην εξάντληση κάθε δυνατότητας στο έσχατο όριο για χάρη της διατήρησης μιας ανοδικής οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των συναλλαγματικών αποθεμάτων της χώρας, φτάνοντας σε αρνητικά επίπεδα.
Ο Berat Albayrak παραιτήθηκε και εξαφανίστηκε από το προσκήνιο υπό τη συνδυασμένη επίδραση αυτής της κατάστασης και των εσωτερικών αντιφάσεων του ημιστρατιωτικού καθεστώτος. Ωστόσο, η οικονομία βίωσε μια ακόμη -και αυτή τη φορά τη μεγαλύτερη που έχει υπάρξει ποτέ- κρίση υποτίμησης της τουρκικής λίρας ακριβώς ένα χρόνο μετά την άδοξη παραίτηση του Albayrak, αφού το πρόβλημα δεν ήταν ο Albayrak αλλά ο ίδιος ο Erdoğan.
Αν η δομή μίας οικονομίας στέκεται σε τόσο σαθρά θεμέλια, αν εξελίσσεται με τρόπο παρόμοιο με σχοινοβάτη που πατάει σε λεπτό και τεντωμένο σκοινί με ένα μακρύ ραβδί στο χέρι, μια μυριάδα συγκεκριμένων παραγόντων μπορεί να οδηγήσει σε κύματα νομισματικής κερδοσκοπίας. Αυτό ακριβώς είναι το φαινόμενου που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή την περίοδο. Η δήλωση του Ερντογάν στις 22 Νοεμβρίου του τύπου: “κάνω ό,τι θέλω στην οικονομία”, έχει ανατρέψει όλες τις ισορροπίες. Η εξαιρετικά έξυπνη εξήγηση της Κεντρικής Τράπεζας, δηλαδή η συζήτηση για “ανθυγιεινούς, μη ρεαλιστικούς σχηματισμούς τιμών που βρίσκονται σε πλήρη απουσία επαφής με τα οικονομικά θεμέλια”, είναι μια απάντηση που θα άξιζε ένα F σε ένα πρωτοετές μάθημα μακροοικονομίας σε οποιοδήποτε οικονομικό τμήμα οποιουδήποτε πανεπιστημίου. Οι κερδοσκοπικές κινήσεις είναι κερδοσκοπικές ακριβώς επειδή είναι μη ρεαλιστικές!
Πείτε στον κόσμο για τους λόγους που επέτρεψαν εξ αρχής αυτές τις κερδοσκοπικές κινήσεις, αφήστε μας να καταλάβουμε αν αυτές είναι πραγματικές ή όχι, και τότε ίσως περάσετε τις εξετάσεις! Ας βγάλουμε λοιπόν τα συμπεράσματα. Πίσω από όλα αυτά τα κύματα κερδοσκοπίας κρύβεται η υλική αντίφαση μεταξύ της δουλοπρεπούς εξάρτησης της οικονομίας από τη διεθνή χρηματοδότηση που εφαρμόζει ο Ερντογάν εδώ και δύο δεκαετίες και της διαβολικής οικονομικής πολιτικής που είναι απαραίτητη για να συνεχίζει να κερδίζει τις εκλογές.
Ο πρόσφατος ισχυρισμός του nass (ο ισχυρισμός της αδιαμφισβήτητης θρησκευτικής αρχής της απαγόρευσης του τόκου) λειτουργεί ως πνευματικό πέπλο που ρίχνεται πάνω από αυτή την υλική πραγματικότητα. Θα μπορούσαν οι “πρόωρες εκλογές” να θεραπεύσουν την οικονομία; Είναι πλέον προφανές ότι ο Ερντογάν έχει φέρει την οικονομία στο χείλος της αβύσσου. Η οικονομία έχει μπει στην τροχιά του υπερπληθωρισμού. Η τεχνητή ανάπτυξη των προηγούμενων ετών, ή μάλλον η τεχνητή αποτροπή της ύφεσης, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε μια βροντερή συρρίκνωση στο πολύ κοντινό μέλλον. Βαδίζουμε στην κόψη του ξυραφιού.
Ποια είναι η απάντηση της Εθνικής Συμμαχίας, του μπλοκ της αστικής αντιπολίτευσης, σε αυτή την οικονομική καταστροφή; “Πρόωρες εκλογές!” Εντάξει τότε. Ας υποθέσουμε ότι οργανώνουν με επιτυχία πρόωρες εκλογές. Ας υποθέσουμε ακόμη ότι κερδίζουν. Ας φτάσουμε στο σημείο να υποθέσουμε ότι το σημερινό ημι-στρατιωτικό καθεστώς και η φασιστική συμφορά που είναι σύμμαχός του τους παραδίδει ειρηνικά την εξουσία. Έχουμε ήδη υποθέσει πολλά, αλλά ας το κάνουμε για λόγους επιχειρηματολογίας. Θα έχουν την εξουσία. Τι πρόκειται να κάνουν για να σώσουν την οικονομία;
Οι λεγόμενοι σοσιαλδημοκράτες δεν λένε ούτε μια λέξη γι’ αυτό το θέμα, γιατί ξέρουν πολύ καλά ότι δεν θα αρέσει στον λαό. Ας μοιραστούμε με τον αναγνώστη την πρόβλεψή μας που βγαίνει από τη συνολική εικόνα με σιγουριά. Το αστικό μπλοκ της αντιπολίτευσης θα παραδώσει την οικονομική πολιτική στον Αλί Μπαμπατζάν, ο οποίος προηγουμένως υπηρέτησε υπό τον Ερντογάν για 13 χρόνια.
Θα έφερναν έναν άλλο οικονομολόγο που τους βολεύει και που είναι πειθήνιος υπηρέτης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου στη θέση του επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας. Αυτό το δίδυμο θα εξαπέλυε στη συνέχεια, με τη σειρά του, ένα πρόγραμμα του ΔΝΤ με ή χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ, δηλαδή θα αύξανε τα επιτόκια αναφοράς της Κεντρικής Τράπεζας, θα πλήρωνε πειθήνια το εξωτερικό χρέος αξίας τρισεκατομμυρίων τουρκικών λιρών που συσσωρεύτηκε χάρη στον Ερντογάν, θα επέβαλε λιτότητα στο λαό και θα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις της TUSIAD [η κύρια οργάνωση της τουρκικής αστικής τάξης, το αντίστοιχο της οργάνωσης καπιταλιστών Business Roundtable στις ΗΠΑ] για “διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις”.
Αυτοί που θα επιβάλουν ένα τέτοιο πρόγραμμα στο λαό και θα τον καταδικάσουν στην ανεργία, τη φτώχεια και την πείνα, έστω και με μεθόδους διαφορετικές από τις σημερινές, γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν θα πάρουν ούτε μια ψήφο από το λαό διακηρύσσοντας δυνατά το πρόγραμμά τους. Εξ ου και η σιωπή τους επί του θέματος.
Το αδιέξοδο της Αριστεράς
Σημαντικά κέντρα της σοσιαλιστικής Αριστεράς ανταποκρίθηκαν στο κερδοσκοπικό κύμα που βρίσκεται σε εξέλιξη με ένα κάλεσμα για “γενική απεργία”. Το DIP συμμερίζεται αυτό το κάλεσμα. Ωστόσο, το αίτημα που θέτει η σοσιαλιστική Αριστερά εκτός του DIP αμέσως μετά τη “γενική απεργία” είναι εξαιρετικά περίεργο: “πρόωρες εκλογές”!
Το κάλεσμα για γενική απεργία είναι ένα κάλεσμα για μια αναμέτρηση μεταξύ της εργατικής τάξης και της εκάστοτε κυβέρνησης. Είναι μια στιγμή για την εργατική τάξη να επιβάλει τη θέλησή της στην κυβέρνηση με τις δικές της μεθόδους, επιδεικνύοντας τη δική της δύναμη που βρίσκεται στη σφαίρα της παραγωγής, τραβώντας την αστική κυβέρνηση έξω από τη σφαίρα του κοινοβουλίου και των εκλογών και αναγκάζοντάς την να υποχωρήσει.
Από τη στιγμή που θα ξεκινήσει μια τέτοια εκκαθάριση λογαριασμών, δεν μπορούμε να ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί. Ας δώσουμε μερικά επιμέρους παραδείγματα, αφού ποτέ δεν υπήρξε γενική απεργία στην Τουρκία με την πραγματική έννοια του όρου.
Όταν οι ανθρακωρύχοι του Ζονγκουλντάκ ξεκίνησαν απεργία το φθινόπωρο του 1990, γνώριζε κανείς, συμπεριλαμβανομένων των ίδιων των εργατών και των συνδικαλιστικών ηγετών, ότι αυτό θα οδηγούσε σε μια ιστορικής σημασίας μαχητικότητα και στη Μεγάλη Πορεία προς την Άγκυρα;
Όταν οι εργάτες της Tekel από όλη την Τουρκία συγκεντρώθηκαν στην Άγκυρα προς τα τέλη του 2009, είχε προβλέψει κανείς ότι αυτό θα κατέληγε σε μια κατάληψη 72 ημερών στη Sakarya, μια κεντρική συνοικία της πόλης, που σχεδόν έμοιαζε με κατάκτηση της πρωτεύουσας από την εργατική τάξη;
Δεν χρειάζεται άλλο παράδειγμα. Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα είναι σαφείς. Οι μαζικές δράσεις της εργατικής τάξης ενέχουν τη δυνατότητα να απελευθερώσουν μια δυναμική πέρα από τη θέληση όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Η ενότητα των μαζών έχει την ικανότητα να δημιουργεί ένα φαινόμενο χιονοστιβάδας. Το αποτέλεσμα μπορεί κάλλιστα να ξεπεράσει το άθροισμα των μεμονωμένων ατόμων σε αυτές τις καταστάσεις.
Τώρα, η Αριστερά σηκώνει το λάβαρο μιας γενικής απεργίας στο όνομα του σοσιαλιστικού κινήματος και αμέσως μετά τραβάει το φρένο! Οι πρόωρες εκλογές δεν σημαίνουν τίποτα περισσότερο από τη συμμετοχή των μαζών των εργαζομένων ως μεμονωμένων, απομονωμένων πολιτών σε μια τυπική δημοκρατική ρύθμιση που παίζεται εντελώς σύμφωνα με τους κανόνες που υπαγορεύει η αστική τάξη, (με το εκλογικό φράγμα του 10%) με όλο το χρήμα και τη δύναμή της (τα ΜΜΕ, την αστυνομία κ.λπ.). Δεν είναι σαφές ότι αυτό θα δημιουργούσε μια δυναμική εντελώς διαφορετική από μια γενική απεργία;
Η διαδοχή αυτών των δύο αντιφατικών αιτημάτων αποτελεί δήλωση των σοσιαλιστικών αυτών ρευμάτων για την ετοιμότητά τους να ψηφίσουν τον υποψήφιο της Εθνικής Συμμαχίας μαζί με το HDP στον δεύτερο γύρο των εκλογών. Αυτά τα σοσιαλιστικά ρεύματα έχουν αναγάγει την υποστήριξη μιας πτέρυγας της αστικής τάξης σε κύρια πολιτική τους αρχή, χωρίς καν να δοκιμάσουν τις δυνατότητες που προσφέρουν οι μέθοδοι πάλης της ίδιας της εργατικής τάξης.
Ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα; Να υποφέρει ο λαός χάρη στις πολιτικές του Αλί Μπαμπατζάν! Και μάλιστα τη συνθηκολόγηση της τουρκικής οικονομίας με το ΔΝΤ, όταν η σταθερή απόρριψη του ΔΝΤ έχει γίνει η κατήχηση της σοσιαλιστικής Αριστεράς επί δεκαετίες!
Απόρριψη του εξωτερικού χρέους
Θα μπορούσε να ειπωθεί: αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος να διορθωθεί η οικονομία που ο Ερντογάν έχει φέρει στο χείλος της αβύσσου! Υπάρχει περίπτωση να διορθωθεί η οικονομία χωρίς να παίξει με τους κανόνες της αγοράς, δεδομένου του τεράστιου εξωτερικού χρέους; Αυτό είναι το σκιάχτρο που προβάλλει ο αστικός φιλελευθερισμός απέναντι σε κάθε αγώνα για μια οικονομική πολιτική διαμορφωμένη σύμφωνα με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μαζών. Ένα τμήμα της Αριστεράς έχει εθιστεί στο νεοφιλελεύθερο πάθος για την “ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας” ως αποτέλεσμα της υπέρβασης αυτού του φετίχ από τον Ερντογάν! Είναι βέβαια σίγουρο ότι κάποιος θα γλιστράει και θα σκοντάφτει συνεχώς αν, όπως ο Ερντογάν, επιχειρήσει να ανατρέψει την ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας χωρίς να σπάσει το ζυγό της Wall Street, του City του Λονδίνου και του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης πάνω στην οικονομία.
Ωστόσο, η λύση έγκειται στο να κοπεί ο γόρδιος δεσμός με το σπαθί του Αλέξανδρου. Αρκεί να αρνηθούμε να πληρώσουμε το εξωτερικό χρέος και πολλές πόρτες θα ξεκλειδώσουν. Καθορίστε μια σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία για να διατηρήσετε την αξία της λίρας. Εθνικοποιήστε χωρίς αποζημίωση όλες τις ιδιωτικές τράπεζες, και πρώτα απ’ όλα τις κοινές επιχειρήσεις με τους ιμπεριαλιστές εταίρους, και συγχωνεύστε τις σε μια ενιαία τράπεζα. Με αυτόν τον τρόπο θα έχει κανείς αφενός την ευκαιρία να σχεδιάζει κεντρικά όλους τους πόρους της οικονομίας από έναν ενιαίο τόπο, και αφετέρου να παραδώσει τη λειτουργία της κεντρικής τράπεζας στην εκάστοτε κυβέρνηση που θα διαμορφωθεί προς όφελος της εργατικής τάξης, των εργαζομένων, των καταπιεσμένων και των φτωχών. Καταργήστε τη μετατρεψιμότητα του νομίσματος. Να κλείσει το χρηματιστήριο. Το καζίνο εξαφανίζεται, μια νέα εποχή σχεδιασμού σύμφωνα με τη δημοκρατική βούληση αρχίζει.
Με ποια πολιτική εξουσία, ρωτάτε; Η εξουσία που θα βασιστεί στις εξελίξεις που θα πυροδοτήσει μια δυνητικά εκρηκτική γενική απεργία και που θα αντιμετωπίσει επίσης τα προβλήματα των Κούρδων, των Αλεβιτών, των γυναικών και όλων των άλλων καταπιεσμένων, καθώς και τα ταξικά ζητήματα που στοιχειώνουν επίσης τους Κούρδους εργάτες και τους εργαζόμενους.
Για να συμβεί αυτό, βέβαια, θα πρέπει πρώτα το κουρδικό κίνημα να πάψει να βλέπει το μέλλον του στην υποστήριξη από τον ιμπεριαλισμό και στα “δημοκρατικά ανοίγματα” που ποτέ δεν έκανε η αστική τάξη, και να πάρει τη θέση του δίπλα σε όλους τους εργάτες, τους εργαζόμενους και τους καταπιεσμένους της κοινωνίας. Προσπαθούμε να τους εξηγήσουμε ότι αυτός είναι ο σωστός δρόμος εδώ και ένα τέταρτο του αιώνα. Ωστόσο, παίρνουν το δρόμο που νομίζουν ότι είναι “ρεαλιστικός” και οδηγούνται από τη μια καταστροφή στην άλλη.
Αυτό απαιτεί επίσης μια σοσιαλιστική Αριστερά που εμπιστεύεται πλήρως την εργατική τάξη και τον αγώνα της. Η Αριστερά έγειρε προς διάφορες πτέρυγες της αστικής τάξης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και του 1990, καθώς η Τουρκία έβγαινε από τη σκιά του στρατιωτικού πραξικοπήματος της 12ης Σεπτεμβρίου με ρυθμούς σαλιγκαριού, και πλήρωσε υψηλό τίμημα γι’ αυτό. Το να επιμένει κανείς στο ίδιο λάθος σε κάθε συγκυρία λέγοντας ότι είναι “μόνο αυτή τη φορά” δεν είναι ρεαλισμός αλλά ηττοπάθεια.
Λέμε ότι η εργατική τάξη δεν θα μπορέσει ποτέ να κερδίσει την ανεξαρτησία της όσο αυτοί που καλούν σε “γενική απεργία” συσπειρώνονται επίσης για “πρόωρες εκλογές” αμέσως μετά το πρώτο αίτημα. Ένα σοσιαλιστικό κίνημα που δεν κάνει την ταξική ανεξαρτησία κύρια πολιτική του αρχή δεν μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα της εργατικής τάξης ή άλλων καταπιεσμένων τμημάτων της κοινωνίας.
Μπορεί να μην αποδειχθούμε άμεσα νικητές απέναντι στο ΔΝΤ, την “οικονομία της αγοράς”, τον Μπαμπατζάν και τους ομοίους του, τον ιμπεριαλισμό και την πολιτική και κοινωνική εξουσία της αστικής τάξης. Αλλά αν δεν κάνουμε πόλεμο εναντίον τους σήμερα, ο δρόμος για την απελευθέρωση θα παραμείνει κλειστός αύριο και για πάντα.
Ακόμα χειρότερα: με αυτού του είδους την πολιτική, ακόμα και ο δεσποτισμός του Ερντογάν δεν θα τελειώσει!
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα τουρκικά στην ιστοσελίδα της Gerçek, του κεντρικού οργάνου του DIP. Εδώ η μετάφραση από την δημοσίευση του άρθρου στα αγγλικά.
12 Δεκεμβρίου 2021
Μετάφραση Ρ.Π.
Υποσημειώσεις