ΜΕΤΑΜΝΗΜΟΝΙΑΚO ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ ΠΡΟΜΗΝΥΟΥΝ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ Σ.Ε.Β. ΚΑΙ ΤΗΣ Ε.Σ.Ε.Ε.
Για ένα πρωτοφανή πόλεμο ενάντια στην εργατική τάξη στο εσωτερικό της χώρας (την ίδια ώρα που «ψήνονται» για «εξωτερικά» πολεμικά επεισόδια), αμέσως μετά την «έξοδο» της χώρας από το Μνημόνιο, προειδοποιούν ήδη οι καπιταλιστές.
Aυτό διαφαίνεται από τις δηλώσεις των εκπροσώπων τους οι οποίοι τάσσονται ενάντια στην προωθούμενη από την κυβέρνηση αύξηση του εθνικού κατώτατου μισθού και την επαναφορά της επεκτασιμότητας των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων.
Οι βιομήχανοι μέσω του Σ.Ε.Β. τάσσονται κατά της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων αν αυτή επιβληθεί με παρέμβαση του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας.
Ταυτόχρονα, οι έμποροι μέσω της Ε.Σ.Ε.Ε. ζητούν μείωση φόρων και εισφορών προκειμένου να δεχθούν αύξηση του εθνικού κατώτατου μισθού
Έτσι η κυβέρνησηλογαριάζει χωρίς τους ”ξενοδόχους”, δηλαδή χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των αφεντικών, οι οποίοι θα κληθούν να πληρώσουν -στην κυριολεξία- ενδεχόμενες αυξήσεις στους κλαδικούς βασικούς μισθούς μετά τον Αύγουστο του 2018 (η οποία θα μπορούσε να προέλθει από νέες κλαδικές συμβάσεις), αλλά και την υλοποίηση της εξαγγελίας περί αύξησης του εθνικού κατώτατου μισθού από το Γενάρη του 2019.
Δεδομένου ότι το αστικό κράτος -στο οποίο βρίσκεται σήμερα επικεφαλής ο ΣΥΡΙΖΑ- δεν μπορεί, αλλά ούτε έχει κανένα λόγο (ειδικά σε συνθήκες κλιμακούμενης καπιταλιστικής κρίσης) να επιβάλλει στην πράξη οποιεσδήποτε πραγματικές φιλεργατικές ρυθμίσεις, οι εν λόγω αλλαγές τις οποίες έχει ψηφίσει (σ.σ. επαναφορά επεκτασιμότητας κλαδικών συμβάσεων) ή εξαγγείλει (σ.σ. αύξηση κατώτατου μισθού) το κόμμα αυτό -στην καλύτερη περίπτωση- αποπροσανατολίζουν τους εργάτες.
Και αυτό γιατί οι προθέσεις των καπιταλιστών, οι οποίοι έχουν την οικονομική εξουσία στα χέρια τους- είναι σε άλλη κατεύθυνση από αυτή που επικοινωνιακά προβάλλει η κυβέρνηση (δηλαδή την κατεύθυνση της αύξησης των μισθών).
Εξάλλου, η ίδια η κυβέρνηση έχει ήδη φροντίσει να εξοπλίσει νομικά τους καπιταλιστές στον αγώνα τους ενάντια στους εργάτες (και όχι το αντίστροφο), ψηφίζοντας την κατάργηση του υπουργικού βέτο στις ομαδικές απολύσεις, αλλά και την αύξηση του ποσοστού της απαρτίας στα πρωτοβάθμια σωματεία προκειμένου αυτά να αποφασίσουν κήρυξη απεργίας.
Οι προθέσεις των καπιταλιστών φαίνονται ξεκάθαρα από τα δύο «βέτο» τα οποία έχει θέσει η Ε.Σ.Ε.Ε. και ο Σ.Ε.Β. :
Το πρώτο εργοδοτικό βέτο στις προωθούμενες κυβερνητικές αλλαγές στο εργασιακό το έβαλε η Ελληνική Συνοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ).
Η συγκεκριμένη τριτοβάθμια οργάνωση των εμπόρων -με ανακοίνωσή της στις 28/3/2018 -τάχθηκε θετικά στην αύξηση του εθνικού κατώτατου μισθού, αλλά μόνο εφόσον ληφθούν παράλληλα μέτρα μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και των φόρων που πληρώνουν οι εργοδότες.
Από την πλευρά της, όμως, η κυβέρνηση, επικαλείται το ”πορτογαλικό μοντέλο” αύξησης του εθνικού κατώτατου μισθού, σύμφωνα με το οποίο η (πορτογαλική) κυβέρνηση δεν δέχθηκε κανένα μέτρο φορο/εισφορο-ελάφρυνσης από εκείνα που ζήτησαν οι εργοδοτικές οργανώσεις, προχωρώντας ερήμην τους στην αύξηση του εθνικού κατώτατου μισθού.
Με άλλα λόγια, η ΕΣΕΕ θα πρέπει να περιμένει κάτι ανάλογο στην Ελλάδα, δηλαδή να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός χωρίς να μειωθούν εισφορές και φόροι.
Ακόμα, όμως, και αν η κυβέρνηση αυξήσει, ερήμην των εργοδοτών, τον εθνικό κατώτατο μισθό από το Γενάρη του 2019, τα μέλη της ΕΣΕΕ και γενικότερα οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις -ειδικά στο εμπόριο!- θα κάνουν αυτό που ξέρουν ήδη πολύ καλά προκειμένου να ρίξουν από την ”πίσω πόρτα” τους μισθούς. Τι είναι αυτό ; Θα μετατρέψουν τις συμβάσεις πλήρους απασχόλησης (8ωρο/5μερο) σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης (4ωρο ή 6ωρο/5μερο) και τη διαφορά, αν θέλουν, θα την πληρώνουν ατύπως προκειμένου να αποφύγουν, τουλάχιστον, την επιπλέον επιβάρυνση των εισφορών οι οποίες επιβάλλονται ως ποσοστό των μικτών αποδοχών.
Είναι χαρακτηριστικό πως παρά το γεγονός ότι στο τέλος του 2017, το ΑΕΠ αυξανόταν με 1,9% , ο μέσος μισθός μειωνόταν κατά 2,6%, ενώ οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης άγγιζαν το 30% του συνόλου των συμβάσεων !
Με αυτά τα δεδομένα, μία αύξηση του εθνικού κατώτατου μισθού -με κυβερνητική, μάλιστα, πρωτοβουλία- μπορεί, πολύ πιθανόν, να οδηγήσει τελικά σε μία… μείωση των αμοιβών των εργαζομένων με εργοδοτική πρωτοβουλία μέσω μίας παραπέρα επέκτασης των ελαστικών μορφών απασχόλησης.
Το δεύτερο εργοδοτικό βέτο στις εργασιακές αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση το βάζει ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών και Επιχειρήσεων (ΣΕΒ), ο οποίος εκπροσωπεί τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις και κυρίως τις εξαγωγικές.
Με άρθρο του, ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒ (ΑΠΕ-ΜΠΕ, 1/4/2018 ), Άκης Σκέρτσος, επισήμανε πως η επεκτασιμότητα των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων θα πρέπει να προκύπτει αποκλειστικά από την ”ελεύθερη” διαπραγμάτευση εργαζομένων – εργοδοτών, χωρίς την παρέμβαση του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας.
Μ’ άλλα λόγια ο ΣΕΒ δεν δέχεται την «υποχρεωτική» επεκτασιμότητα μέσω της εμπλοκής του ΟΜΕΔ στις διαπραγματεύσεις εργαζομένων –εργοδοτών.
Αυτή είναι άλλη μία ”νάρκη” -αυτή τη φορά με καθαρά εργοδοτική προέλευση- στην επικείμενη επαναφορά της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων, δηλαδή της υποχρεωτικής ισχύος τους και στα μη-μέλη των κλαδικών εργοδοτικών ενώσεων.
Τη δεύτερη «νάρκη» την έχει βάλει η ίδια η κυβέρνηση –κατ’ εντολή των διεθνών δανειστών, αλλά και του ΣΕΒ– με την σχεδιαζόμενη εισαγωγή ενός μηχανισμού ελέγχου της ”αντιπροσωπευτικότητας” των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων.
Συγκεκριμένα, βάσει των κυβερνητικών σχεδιασμών, ”αντιπροσωπευτική” και άρα ”επεκτάσιμη” θα είναι μόνο εκείνη η κλαδική συλλογική σύμβαση την οποία υπογράφει μία κλαδική εργοδοτική ένωση, της οποίας τα μέλη απασχολούν τουλάχιστον το 51% των εργαζομένων των κλάδων.
Όπως έχει ήδη επισημανθεί, ”η ρήτρα αντιπροσωπευτικότητας θα οδηγήσει στη απομαζικοποίηση των κλαδικών εργοδοτικών ενώσεων και κατ’ επέκταση στην ντε φάκτο διάλυση των κλαδικών εργατικών σωματείων και σε μία νέα επίθεση των καπιταλιστών για μειώσεις των εργατικών μισθών. (NΠ, 10/3/2018).
Και αυτό γιατί καμία σχεδόν επιχείρηση δεν θα θέλει να δεσμευθεί από τους όρους μίας κλαδικής σύμβασης.
Γι’ αυτό από τους ”από τους 355 καταγεγραμμένους κλάδους εργαζομένων, το 2008 είχαν υπογράψει σύμβαση με τους αντίστοιχους εργοδότες οι 231” και ”δέκα χρόνια σχεδόν μετά, οι κλαδικές συμβάσεις έχουν πέσει στις… 21” (Νέα Προοπτική 24/3/2018).
Μ’ άλλα λόγια, εκτός από την παραπέρα επέλαση των συμβάσεων ελαστικής απασχόλησης και την μείωση των αμοιβών (όπως δείχνεται παραπάνω), η κυβέρνηση προωθεί την πλήρη εξαφάνιση κάθε μορφής συλλογικής σύμβαση εργασίας.
Απέναντι στο νέο «εσωτερικό» πόλεμο τον οποίο ετοιμάζουν οι Έλληνες καπιταλιστές, οι εργάτες πρέπει να απαντήσουν με το δικό τους ταξικό πόλεμο. Να απαιτήσουν άμεση (και όχι σταδιακή όπως εξετάζει η κυβέρνηση) του εθνικού κατώτατου μισθού σε επίπεδα της πλήρους κάλυψης των βασικών βιοτικών αναγκών τους.
Να επανέλθει χωρίς όρους η υποχρεωτική επεκτασιμότητα των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων και η υπερίσχυσή τους έναντι των επιχειρησιακών συμβάσεων, εφόσον οι όροι των δεύτερων είναι χειρότεροι από τους όρους των πρώτων.
Έξω οι γραφειοκράτες και οι εργοδοτικοί «συνδικαλιστές» από τα σωματεία – Σωματεία ανοιχτά για όλους τους εργάτες, εργαζόμενους και ανέργους. Ενιαίο ταξικό μέτωπο δράσης όλων των μαχόμενων δυνάμεων του εργατικού κινήματος (σωματείων, επιτροπών δράσης, πολιτικών και διεκδικητικών οργανώσεων κ.λπ.) ενάντια στα παλιά και νέα μέτρα κοινωνικού κανιβαλισμού.
Μια πανελλαδική συνέλευση αγώνα αυτών των δυνάμεων πρέπει άμεσα να αρχίσει να προετοιμάζεται για τη διαμόρφωση ενός σχεδίου δράσης και ενός πολιτικού προγράμματος εξόδου από την καπιταλιστική κρίση – για να πληρώσουν οι καπιταλιστές την κρίση τους.
Να απαγορευθούν οι απολύσεις και οι ελαστικές σχέσεις απασχόλησης.
Λιγότερη δουλειά – δουλειά για όλους με αυξήσει σε όλους τους μισθούς.
Να εθνικοποιηθούν χωρίς αποζημίωση και κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση όλες οι επιχειρήσεις -μαζί και οι τράπεζες- που από τη λειτουργία τους εξαρτάται η οικονομία.
Για τη σοσιαλιστική αναδιοργάνωση της κοινωνίας με βάση ένα δημοκρατικά σχεδιασμένο εργατικό πρόγραμμα.
Δ.Κ.