ZAΠATIΣTAΣ: ΓIA ΠPΩTH ΦOPA KAI ΣTIΣ EKΛOΓEΣ

Στις 14 Οκτωβρίου 2016, το Εθνικό Συνέδριο Ιθαγενών (CNI) και ο Ζαπατιστικός Εθνικοαπελευθερωτικός Στρατός (EZLN), στο Μεξικό φυσικά, αποφάσισαν για πρώτη φορά στην ιστορία τους, και σε αντίθεση με παλαιότερες αποφάσεις τους, να πάρουν μέρος στην εκλογική μάχη για το νέο πρόεδρο της χώρας, το 2018. Υποψήφια θα είναι γυναίκα ιθαγενής.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και η διακήρυξή τους εγκαινιάζουν: “έναν νέο κύκλο διαβούλευσης με καθέναν από τους λαούς μας για να ανατρέψουμε από τα κάτω την εξουσία που από τα πάνω μας επιβάλλουν και που το μόνο που μας προσφέρει είναι ένα σκηνικό θανάτου, βίας, λεηλασίας και καταστροφής.”

Οι Ζαπατίστας βεβαιώνουν πως τίποτε στην πράξη δεν έχει αλλάξει στη στρατηγική τους και πως ο αγώνας τους δεν είναι για την εξουσία ούτε καν για την αναζήτησή της.

Η πάλη των ιθαγενών στο Μεξικό δεν είναι καινούργια υπόθεση, και δεν ταυτίζεται χρονικά με τους Ζαπατίστας. Προάγγελός τους, είναι ήδη από το 1969, οι Δυνάμεις για την Εθνική Απελευθέρωση (FLN), στο βόρειο Μεξικό. Ενώ πριν την ένοπλη εξέγερσή τους την Πρωτοχρονιά του 1994 και την κατάληψη εδαφών της επαρχίας Τσιάπας, έχουν προηγηθεί 10 χρόνια πάλης (17 Νοέμβρη 1983 ιδρύεται ο Ζαπατιστικός Στρατός). 10 χρόνια διώξεων, βασανισμών, βιασμών και κλοπής των ανθρώπων που ζουν από τη γη του Μεξικού. Είναι χαρακτηριστικό, πως οι Ζαπατίστας, ενταγμένοι φυσικά στο γενικότερο πλαίσιο της εμφάνισης τέτοιων εγχειρημάτων στη Λατινική Αμερική, έχουν εξαρχής αναφορά στο επίπεδο του έθνους συνολικά, και όχι μόνο στα ζητήματα των ιθαγενών.

Σε αυτή τη βάση, η πάλη τους έχει στο κέντρο της την εκπλήρωση βασικών αστικοδημοκρατικών διεκδικήσεων, με βασικό το σεβασμό σε όλα τα δικαιώματα των ιθαγενών πληθυσμών του Μεξικού, την επιβίωση των ακτημόνων αγροτών, τον εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος. Ενός πολιτικού συστήματος όπου τα όρια ανάμεσα στις κρατικές και παρακρατικές δράσεις πολιτικής είναι δυσδιάκριτα, με δολοφονίες συνδικαλιστών και κοινωνικών αγωνιστών.

Σταθερό όριο του προγράμματός τους είναι το ότι “δεν έχουμε τίποτα να περιμένουμε από τηην κατάκτηση της εξουσίας, τα πολιτικά κόμματα και τα εκλογικά ημερολόγια”.

Όμως σε έναν σήποντα καπιταλισμό, ακόμα και αυτές οι διεκδικήσεις, δε μπορούν να υλοποιηθούν με κοινοβουλευτικές διαδικασίες, με ομαλή εναλλαγή των κομμάτων της αστικής εξουσίας, με την αναπαραγωγή αστικών εξουσιαστικών σχέσεων. Για αυτό, προχωρούν σε μια αυτοκυβερνώμενη διαδικασία, στην Τσιάπας, προκειμένου να υπερασπιστούν έναν ζωτικό χώρο ύπαρξής τους. Έναν χώρο όμως, όπου συνεχίζονται οι επιθέσεις του κυβερνητικού στρατού στα 22 χρόνια που ακολουθούν την Πρωτοχρονιά του 1994, σε εναλλαγή με την εξαπάτηση των ιθαγενών, όπως έγινε για παράδειγμα με τη Σταυροφορία κατά της Πείνας το 2014, που επιχειρήθηκε με αυτή να εξαγοραστούν στην πραγματικότητα οι αυτόχθονες πληθυσμοί, και να χάσει τα ερείσματά του ο Ζαπατιστικός Στρατός ιδίως στην Τσιάπας, από την οποία ξεκίνησε. Φυσικά η πείνα δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ.

Μέσα σε αυτή την κατάσταση, με αυτά τα πολιτικά όρια του ζαπατισμού, αλλά και τον περιορισμό του χωρικά, καταφέρνει πράγματα πρωτόγνωρα για τη ζωή των ιθαγενών. Βιοτικό επίπεδο ανώτερο από εκείνο των ιθαγενών που συνεχίζουν να πιστεύουν τα αστικά κόμματα της χώρας, η γη αξιοποιείται καλύτερα, συλλογικά κοινοτικά σχολεία, οι γυναίκες δεν πωλούνται ως εμπορεύματα και συμμετέχουν στην πολιτική ζωή, με ανάπτυξη όχι εθνοκεντρικής κουλτούρας.

Αυτή η διαδικασία, στρέφει περισσότερο προς τα αριστερά και το πολιτικό τους πρόγραμμα, και τις συμμαχίες που αναζητούν. Ήδη από το 2012 μιλούν “για την ανάγκη οικοδόμησης μιας μη θεσμικής αριστερής εναλλακτικής πρότασης απέναντι στον καπιταλισμό”, απευθύνονται “σε όσους αγωνίζονται από τα κάτω και τ’ αριστερά στο Μεξικό και σε όλο τον κόσμο”. Στις αρχές του 2015, συγκαλούν το Παγκόσμιο Φεστιβάλ των Αντιστάσεων και των Εξεγέρσεων ενάντια στον Καπιταλισμό, όπου θέτουν ακόμα πιο εμφατικά, την ανάγκη του συνδυασμού των τριών αντιστάσεων όπως τις ορίζουν, την πάλη των ιθαγενών κοινοτήτων για τα δικαιώματά τους, τις κινητοποιήσεις σε όλο το Μεξικό ενάντια στο αστικό πολιτικό σύστημα, και τον διεθνισμό. Είναι χαρακτηριστικό πως αυτή την περίοδο, ο υποδιοικητής Μάρκος, δεν υπογράφει πλέον με το γνωστό “από τα βουνά του νοτιοανατολικου Μεξικού”, αλλά με το “από οποιαδήποτε γωνιά σε οποιονδήποτε κόσμο”. Ακόμα και έτσι όμως, το ζήτημα της εξουσίας δε μπαίνει, με σταθερή υπεράσπιση της αυτοκυβέρνησης. Συνολικά δυναμικά πολιτικά στοιχεία, χωρίς ολοκλήρωση.

Αυτή η αντίφαση του ζαπατιστικού κινήματος, επέτρεψε μια διαχειριστική, εντός του καπιταλισμού “μετάφραση” του κινήματός τους, από διανούμενους και ρεφορμιστικά πολιτικά ρεύματα, ιδίως στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α., που έθεταν ζητήματα εκδημοκρατισμού της παγκοσμιοποίησης, δηλαδή του ιμπεριαλισμού, χωρίς την ανατροπή του αστικού κράτους και της εξουσίας. Ενώ ταυτόχρονα, αυτόνομα και αντιεξουσιαστικά μορφώματα σε όλο τον κόσμο, θεώρησαν δικό τους το ζαπατιστικό κίνηημα, λόγω της αντιεκλογικής πολιτικής του, την άρνηση κατάληψης της εξουσίας και του τονισμού της αυτοδιαχείρισης.

Με αφορμή το ζαπατισμό, επιβεβαιώνεται η λενινιστική διαπίστωση για τη συνάντηση του αναρχισμού και του ρεφορμισμού, στο πεδίο της άρνησης της κατάληψης της εξουσίας από τους προλετάριους σε όλο τον κόσμο.

Ακόμα όμως και αυτοί που ύμνησαν τα πολιτικά τους όρια, δεν μπόρεσαν και δεν ήθελαν να δουν τα πιο δυναμικά στοιχεία αυτής της πορείας.

Το γεγονός, πως για ό,τι ακολούθησε την Πρωτοχρονιά του 1994, ήταν αναγκαία η ένοπλη εξέγερσή τους, η αρχή μιας επαναστατικής διαδικασίας, που αποτέλεσε τομή στη συνέχεια της ζωής του κινήματός τους, και φυσικά στη ζωή των ίδιων των ανθρώπων της Τσιάπας. Η αυτοδιαχείριση σε αυτή τη γωνιά του Μεξικού, δεν ήταν αποτέλεσμα μιας ομαλής και αργόσυρτης οργάνωσης μιας παράλληλης οικονομίας, στην πλάτη του μεξικάνικου κράτους.

Oι ίδιοι έχουν συνείδηση ότι η αυτονομία τους είναι ατελής, ανεπαρκής, ιδιαίτερα στα κείμενα της τελευταίας τριετίας, και μετά το Παγκόσμιο Φεστιβάλ των αρχών του 2015. Στοιχείο που μπορεί να ερμηνεύσει καλύτερα τα τωρινά γεγονότα και τις αποφάσεις τους.

Eπίσης, δεν περιορίστηκαν σε μια αυτοϊκανοποίηση της αυτοδιαχείρισης, αλλά πάντα υπενθύμιζαν σε πανεθνικό επίπεδο την πάλη για τα δικαιώματά τους, και επιζητούσαν τη σύνδεση με τους εκμεταλλευόμενους όλης της χώρας, όπως έγινε το 2012, όπου 50.000 Ζαπατίστας, κατέλαβαν ειρηνικά τις πόλεις της Τσιάπας, που είχαν κατακτήσει το Γενάρη του 1994, επιχειρώντας να σπάσουν την απομόνωσή τους, και να πουν σε όλη τη χώρα πως είναι ακόμα ζωντανοί.

Ότι ένα από τα κυριότερα όργανα της εξουσίας τους, είναι ο Ζαπατιστικός Στρατός, με σαφή ιεραρχική δομή, κέντρο διοίκησης, αποφάσεις που λαμβάνονται από πάνω προς τα κάτω, υπακούοντας στα Συμβούλια Καλής Διακυβέρνησης, που είναι τα όργανα της Ζαπατιστικής εξουσίας. Οι Ζαπατίστας την ίδια στιγμή που αρνούνται την κατάκτηση της πανεθνικής εξουσίας, είναι υποχρεωμένοι να συγκροτήσουν τη δική τους εξουσία, για να έχει ο αγώνας τους την όποια ευκαιρία ανάπτυξης, για την οργάνωση μιας αξιοπρεπούς ζωής.

Πως ότι εξύμνησαν τα αυτόνομα και αντιεξουσιαστικά μορφώματα, για την αυτοδιαχείριση της Τσιάπας, την συγκρότησή της σε κοινοτική βάση, και τον περιορισμό τους εκεί, ως πολιτική πρόταση, σε μεγάλο βαθμό για τους ίδιους τους Ζαπατίστας ήταν μια αναγκαστική επιλογή, λόγω των αδιάκοπων χτυπημάτων που δέχονταν από τις μεξικάνικες κυβερνήσεις.

Ότι όλα τα δυναμικά στοιχεία της κοινοτικής ζωής τους, για το σχολείο, τη γυναίκα, την οικογένεια, έχουν ήδη περιγραφεί από το μπολσεβικισμό, και ιδιαίτερα από τον Τρότσκι, στα “Προβλήματα της καθημερινής ζωής”.

Το στοίχημα που τώρα αντιμετωπίζουν με την εκλογική τους κάθοδο, δεν είναι μη μολυνθούν από τη συμμετοχή σε εκλογικές διαδικασίες. Το πραγματικό ζήτημα που μπαίνει για ένα από τα πιο ιστορικά εγχειρήματα της Λατινικής Αμερικής, είναι αν στο πεδίο της ήττας και της κατάρρευσης όλων των εθνικοαριστερών κυβερνητικών πολιτικών προτάσεων καπιταλιστικής διαχείρισης στην αμερικανική ήπειρο, αλλά και σε όλο τον κόσμο, θα μπορέσουν να κρατήσουν όλα τα δυναμικά χειραφετητικά τους στοιχεία, αν θα τα γονιμοποιήσουν στο πλαίσιο μιας σύγχρονης επαναστατικής, διεθνιστικής και ελευθεριακής κομμουνιστικής-αταξικής πολιτικής πρότασης, για να συνδεθούν με τους εκμεταλλευόμενους όλου του Μεξικού, και κάνοντας τις προεδρικές εκλογές βήμα μιας πανεθνικής πολιτικής πρότασης. Η κοινωνική χειραφέτηση δε μπορεί να καρπίσει με την αυταπάτη της ανάπτυξης της όποιας αυτοκυβέρνησης στην πλάτη του κράτους και της εξουσίας. Ούτε φυσικά, σε αυτήν την καμπή του ζαπατισμού, να υπάρξει μια στροφή στην κοινοβουλευτική αστική εκπροσώπηση, με περιορισμό της εκπροσώπησης κάποιων ειδικών αλλά κρίσιμων συμφερόντων και δικαιωμάτων των ιθαγενών.

Η παρέμβαση των δυνάμεων της CRFI σε αυτή τη διαδικασία μπορεί και πρέπει να είναι καθοριστική.  

N. Πελεκούδας