Από 4 μέχρι 7 Ιουνίου το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ οργάνωσε Εκδηλώσεις Ειρήνης στο Σαραγέβο για τα 100 χρόνια από την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, στις οποίες συμμετείχε και αντιπροσωπεία του ΕΕΚ και του Βαλκανικού Σοσιαλιστικού Κέντρου “Κριστιάν Ρακόφσκι”. Οι εκδηλώσεις, με μια μεγάλη πλειάδα διοργανωτών, είχαν σκοπό να διαφωτίσουν διάφορες πτυχές των ιστορικών συνθηκών που οδήγησαν στην έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και τον συσχετισμό τους με την πρόσφατη ιστορία και σύγχρονα γεγονότα της περιοχής. Για την κεντρική διοργάνωση δεν μπορούν να ειπωθούν πολλά, αφού ουσιαστικά συντόνισε μόνο τις τοποθεσίες των επί μέρους εκδηλώσεων και οργάνωσε τις τελετές έναρξης και λήξης – χωρίς ούτε καν να διοργανώσει μια πορεία στην πόλη. Αλγεινή εντύπωση όμως προκάλεσε το γεγονός πως ανάμεσα στους χορηγούς των εκδηλώσεων βρίσκονταν και ξεκάθαρα ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί, με πιο χαρακτηριστική την USAID. Για αυτήν συγκεκριμένα εκφράστηκε μεγάλη κατακραυγή από αρκετές οργανώσεις που συμμετείχαν, με αποτέλεσμα όπως ειπώθηκε “να αποσύρει την στήριξή της”, χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι αποσύρθηκε και η υπογραφή της που ήταν σε περίοπτη θέση σ’ όλα τα διαφημιστικά αντικείμενα της διοργάνωσης. Δυστυχώς δεν εκφράστηκε η ίδια κατακραυγή για τους υπόλοιπους ιμπεριαλιστές χορηγούς, όπως η Γερμανική Πρεσβεία στο Σαραγέβο και το Γαλλικό Υπουργείο Εξωτερικών (μάλλον ήδη ξεχάστηκε ο πόλεμος στο Μάλι), οι οποίοι παρέμειναν χωρίς κανένα πρόβλημα ως χορηγοί. Τα γεγονότα αυτά κάνουν για άλλη μια φορά φανερή την απόλυτη κατάντια της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας, η οποία όχι μόνο δεν έχει κανένα πρόβλημα να χρηματοδοτείται από ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, αλλά στην πράξη τους στηρίζει κιόλας. Επιπλέον εντύπωση προκάλεσε και η απουσία άλλων Βαλκάνιων, εκτός των Γιουγκοσλάβων και των Ελλήνων συμμετεχόντων.
Παρ’ ότι η γενική τάση των εκδηλώσεων ήταν φανερά πασιφιστική και θεσμική, κάποιες ξέφευγαν του κανόνα, ασχολούμενες με πολύ ενδιαφέροντα ζητήματα που άπτονταν τόσο της ιστορίας της περιοχής όσο και της σύγχρονης κατάστασης του καπιταλισμού σε κρίση και των ιμπεριαλιστικών πολέμων. Δυστυχώς λόγω του φορτωμένου προγράμματος ήταν αδύνατο να παρακολουθήσει κανείς όλα όσα θα μπορούσαν να τον ενδιαφέρουν, αλλά παρακάτω θα δοθεί μια ιδέα μέσα από μια σύντομη αναφορά σε κάποιες από αυτές τις εκδηλώσεις.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσίασαν η εκδήλωση για τις σχέσεις των ιδιωτικοποιήσεων με τον πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία που οργανώθηκε από την γαλλική οργάνωση Association Autogestion και η εκδήλωση για την εξέγερση της Βοσνίας που οργανώθηκε από το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, και οι δύο με έναν μεγάλο αριθμό ομιλητών από τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Η μεν πρώτη επικεντρώθηκε στις ιστορικές και οικονομικές συνθήκες που οδήγησαν στο ξέσπασμα του Γιουγκοσλαβικού εμφυλίου και στις παρούσες επιπτώσεις του, όπως και στις δράσεις του κινήματος ενάντιά τους (όπως καταλήψεις εργοστασίων και βοσνιακή εξέγερση), ενώ η δεύτερη ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με την βοσνιακή εξέγερση, τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες που οδήγησαν σε αυτήν (αύξηση ανεργίας, μεγάλη διαφθορά, άγριες ιδιωτικοποιήσεις) και την σχέση της εξέγερσης με εργατικούς αγώνες και την πρόσφατη άνοδο της αριστεράς στην χώρα.
Το ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ οργάνωσε επίσης δύο αντιιμπεριαλιστικές εκδηλώσεις, μια για τους πολέμους στην Μέση Ανατολή και την άλλη για τον ρόλο του ΝΑΤΟ και το αντινατοϊκό κίνημα. Στην πρώτη, με ομιλητές από Αίγυπτο και Συρία, αλλά και από το αντινατοϊκό κίνημα, έγινε αναφορά στην πρόσφατη ιστορία και στις ιδιαίτερες συνθήκες Τυνησίας, Αιγύπτου, Παλαιστίνης και Συρίας, με σκοπό να διαφωτιστεί η λεγόμενη “Αραβική Άνοιξη” αλλά και οι λόγοι που οδήγησαν σε διαφορετικές εκβάσεις σε κάθε χώρα. Για την Τυνησία, συγκεκριμένα, η μεγάλη επιτυχία της επανάστασης αποδόθηκε στους πολύ ισχυρούς δεσμούς των εργατικών οργανώσεων με την κοινωνία και στον πρωτεύοντα ρόλο που έπαιξαν στην οργάνωση της επανάστασης, σε αντίθεση με την Συρία, όπου οι εργατικές οργανώσεις είναι απόλυτα ελεγχόμενες από το κράτος και πλήρως αδύναμες για αυτόνομη πολιτική δράση, με αποτέλεσμα βέβαια να παραμείνουν απλοί παρατηρητές στον εμφύλιο. Έγινε επίσης εκτενής αναφορά στον ιμπεριαλιστικό ρόλο του Ισραήλ όχι μόνο στο Παλαιστινιακό ζήτημα αλλά και σε ολόκληρη την Μέση Ανατολή, αλλά και στην εμπλοκή της ΕΕ στην περιοχή (π.χ. η Γερμανία έχει τετραπλασιάσει τα τελευταία χρόνια τις εξαγωγές όπλων προς την Μέση Ανατολή). Όσον αφορά την κατάσταση στην Αίγυπτο τονίστηκε εμφατικά από τον Αιγύπτιο ομιλητή, Mamdouh Habashi, στέλεχος του Αιγυπτιακού Σοσιαλιστικού Κόμματος, ότι η επανάσταση δεν τελείωσε με το πραξικόπημα, διότι η επανάσταση είναι μια διαδικασία που κρατάει πολλά χρόνια με σκαμπανεβάσματα, πισωγυρίσματα και άλματα.
Στην δεύτερη εκδήλωση οι ομιλητές ανέλυσαν εκτενώς την ιστορία του ΝΑΤΟ και την πρόσφατη μεταλλαγή του από την αντικομμουνιστική υστερία στην αντιτρομοκρατική υστερία, διατηρώντας όμως την ουσία του, δηλαδή την ιμπεριαλιστική επέμβαση σε τρίτες χώρες. Έγινε επίσης αναφορά στην σχέση του ΝΑΤΟ με τον ΟΗΕ και την ΕΕ, αλλά και στην “ανεξάρτητη” δράση του, όπως και στην σημασία που έχει για το ΝΑΤΟ η διατήρηση του πυρηνικού οπλοστασίου του. Ακολούθησε μια πλούσια συζήτηση που γρήγορα στράφηκε στο ζήτημα των προοπτικών του αντινατοϊκού κινήματος και κατά πόσον έχει δυνατότητα επιτυχίας αν δεν αντιμετωπίσει συνολικά το ζήτημα του καπιταλισμού. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι ότι η εκδήλωση αυτή ήταν σχεδόν η μοναδική η οποία συζήτησε τον ρόλο του ΝΑΤΟ, αλλά και της ΕΕ, στα πρόσφατα γεγονότα της Ουκρανίας, καθιστώντας το άμεσα υπεύθυνο για την άνοδο των ναζιστών, τα πογκρόμ, τις σφαγές και τον εμφύλιο. Πρέπει να ειπωθεί ότι γύρω από το θέμα της Ουκρανίας κυριαρχούσε μια σιωπή σε σχεδόν όλες τις εκδηλώσεις, ενώ μάλιστα μια εκδήλωση που είχε για θέμα της τα γεγονότα της Ουκρανίας περιορίστηκε απ’ όσο μάθαμε μόνο σε μια υμνολογία του Μαϊντάν και σε μοιρολόι που οι φασίστες πήραν εκεί το πάνω χέρι, χωρίς να γίνει καμιά κριτική στον ρόλο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ ή για τις σφαγές στην Οδησσό και στα ανατολικά της χώρας.
Στην εκδήλωση για το δημόσιο χρέος φάνηκε για άλλη μια φορά η κακή διοργάνωση του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, αφού η Σερβική οργάνωση Prokretzaslobodu που την είχε προτείνει δεν ενημερώθηκε ποτέ ότι το αίτημά της έγινε δεκτό, με αποτέλεσμα βέβαια να μην μπορέσει να συμμετάσχει. Έτσι η Πολωνή αγωνίστρια σ. Monika Karbowska βρέθηκε τελικά μοναδική ομιλήτρια αντί για μέλος τετραμελούς πάνελ, αλλά παρ’ όλα αυτά αναπτύχθηκε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με ένα αρκετά πολυπληθές ακροατήριο. H ομιλήτρια επικεντρώθηκε κυρίως στη σχέση του λογιστικού ελέγχου με την διαγραφή του χρέους και στο χαρακτήρα που θα πρέπει να έχουν αυτά. Χαρακτηριστικά παρατηρήθηκε ότι πιο σημαντική και από την διαγραφή του δημόσιου χρέους είναι η διαγραφή των χρεών των φτωχών και μικρομεσαίων νοικοκυριών. Έγινε εκτενής αναφορά στα διάφορα είδη των χρεών και πώς αυτά αντιμετωπίζονται από άποψη διεθνούς δικαίου, αλλά τέθηκε επίσης έντονα το ζήτημα κατά πόσον υπάρχει τελικά δυνατότητα διαγραφής χρέους που θα είναι πραγματικά οφέλιμη για την φτωχή κοινωνική πλειοψηφία εντός καπιταλισμού, αφού αναγκαστικά τα περισσότερα χρέη είναι νόμιμα βάσει του δικαίου της αστικής τάξης. Η σ. Monika Karbowska έκλεισε εντυπωσιακά την εκδήλωση αναφέροντας μια από τις πιο επιτυχείς περιπτώσεις διαγραφής δημοσίου χρέους, της διαγραφής του τσαρικού χρέους από τους Μπολσεβίκους μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Τέλος, το Δίκτυο “Άνοιξη της Πράγας 2” διοργάνωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση για την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη. Ένας των ομιλητών, ο σ. Matyas Benyik από την Attac Ουγγαρίας δεν μπόρεσε να συμμετάσχει για προσωπικούς λόγους και οι διοργανωτές αποφάσισαν εκτός της ανάγνωσης κειμένου του συντρόφου να προστεθούν στους ομιλητές και η σ. Monika Karbowska και ο σ. Marius van Voorthuizen, εκπροσωπώντας το ΕΕΚ και το Βαλκανικό Σοσιαλιστικό Κέντρο “Κριστιάν Ρακόφσκι”. Η εκδήλωση ξεκίνησε από τον σ. Hermann Dworczak από την Αυστρία με μια γενική επισκόπηση της εκλογικής και μη ανόδου της ακροδεξίας στην ΕΕ, με πιο χαρακτηριστική την νίκη στις ευρωεκλογές της Λεπέν στην Γαλλία. Η άνοδος αυτή δεν ειδώθηκε αποκομμένα, αλλά σε άμεσο συσχετισμό με την υιοθέτηση ακροδεξιών πολιτικών από τις περισσότερες κυβερνήσεις της ΕΕ και την ταυτόχρονη επιδείνωση της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού. Στην συνέχεια δόθηκαν οπτικές από διάφορες χώρες. Το κείμενο του σ. Matyas Benyik αναφέρθηκε στην εκλογική άνοδο του Jobbik τα τελευταία χρόνια αλλά και στους δεσμούς που έχει με την κοινωνία και ιδιαίτερα με την νεολαία, η σ. Monika Karbowska μίλησε για την άνοδο του φασισμού στην Πολωνία και στην σχέση του με την Καθολική Εκκλησία, ενώ ο σ. Marius van Voorthuizen αναφέρθηκε στην άνοδο της Χρυσής Αυγής, την δράση της και την άμεση σχέση της με το κράτος και την αστυνομία, όπως επίσης και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υιοθέτησης ακροδεξιών πολιτικών από το ελληνικό κράτος (διαπόμπευση οροθετικών, Ξένιος Δίας, στρατόπεδα συγκέντρωσης, πνιγμοί μεταναστών, βασανιστήρια μεταναστών, αριστερών και αναρχικών από την αστυνομία, κτλ). Κοινή παραδοχή τόσο των ομιλητών όσο και της συζήτησης ήταν ότι για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τον φασισμό χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε τον ίδιο τον καπιταλισμό και την κρίση του. Είναι απαραίτητες τόσο οι εργατικές πολιτοφυλακές (γιατί οι φασίστες δολοφόνοι δεν αντιμετωπίζονται μόνο με ειρηνικές πορείες, ειδικά όταν γίνονται αντικείμενο επίθεσής τους) αλλά και οι εναλλακτικές δομές αλληλεγγύης του κινήματος, για την άμεση αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης, όπως συσσίτια, κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία, καταλήψεις στέγης, κτλ. Έγινε αναφορά στο παράδειγμα της Ουκρανίας ως το πιο χαρακτηριστικό για τις σχέσεις του φασισμού με τον ιμπεριαλισμό και το κεφάλαιο. H κυρίαρχη αντίθεση, ειπώθηκε, δεν είναι μεταξύ φασισμού και δημοκρατίας, όπως θέλει να προτάσσει η αστική τάξη και η ρεφορμιστική αριστερά, αλλά μεταξύ αστικής τάξης (της οποίας οι φασίστες είναι η δύναμη κρούσης και τελευταία γραμμή άμυνας) και προλεταριάτου. Στόχος του κινήματος δεν μπορεί να είναι η δημιουργία ενός δημοκρατικού αντιφασιστικού μετώπου (ταξικής συνεργασίας) αλλά το ενιαίο μέτωπο της εργατικής τάξης ενάντια στον καπιταλισμό.
Marius V.
Στο επόμενο φύλλο Εργατικές αντιστάσεις στην Tούζλα
συνέντευξη με την πρωτοπόρο εργάτρια
Emina Busuladjic