Πάντα Αντάρτης, όχι αφυδατωμένο σύμβολο
Φέτος, στα 70 χρόνια από την δολοφονία του, τον πρωτοκαπετάνιο δεν τον ξέχασε κανείς, κάθε έντυπο της αριστεράς έγραψε για αυτόν, ακόμα μέσα ενημέρωσης υπεράνω πάσης υποψίας για αριστερές πεποιθήσεις, εστιάζοντας στις διαφωνίες του με το Κ.Κ.Ε., επιχείρησαν να τον καλύψουν με ένα ιδιαίτερα έντονο, είναι η αλήθεια, γαλανόλευκο, εθνικά συμφιλιωτικό πέπλο.
Πως γίνεται όμως να είναι πιστοί της κληρονομιάς του τα ρεύματα του ευρωκομμουνισμού, που δε χάνουν ευκαιρία να τονίζουν το λάθος της μη συμμετοχής στις εκλογές του 1946, όταν ο Άρης επιχειρεί να απαντήσει ένοπλα στην Συμφωνία της Βάρκιζας; Ή οι σταλινικοί του K.K.E, που τον αποκαθιστούν «ολίγον», πολιτικά και όχι κομματικά, χωρίς να προχωράνε σε μια συνολική αυτοκριτική και αλλαγή στις εκτιμήσεις της Ολομέλειας της Κ.Ε. του 1934; Ή ακόμα και κεντριστικές εκφράσεις στο χώρο της ευρύτερης αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής αριστεράς, που για προφανείς ιστορικούς λόγους ταύτισης με τον Βελουχιώτη, τονίζουν, πράγμα λανθασμένο, την «ανυπακοή» του προς το Κόμμα του, και τον φωτίζουν ιστορικά σα να ήταν έτοιμος από καιρό και πάνοπλος, για τον ιστορικό ρόλο που έπαιξε.
Είναι φανερό πως εδώ απουσιάζει κάποιο ενιαίο κριτήριο ιστορικής αποτίμησης και επαναστατικής πολιτικής. Απουσιάζει η υλιστική αντίληψη της ιστορίας, τόσο για τον Άρη, όσο και για τη μεγαλειώδη επανάσταση της δεκαετίας του 1940, που ήταν τέκνο και καθοδηγητής της. Και όταν συμβαίνει αυτό, τότε ο μεγάλος αντάρτης γίνεται σύμβολο, αφυδατώνεται, μετασχηματίζοντας έτσι την εξέλιξη της δικής του προσωπικότητας, όσο και της ίδιας της επανάστασης, ως ένα ακατανόητο συμβάν.
Στην πραγματικότητα, εκατομμύρια και εκατοντάδες χιλιάδες αγωνιστές, ακόμα και αν δεν ερμηνεύουν σωστά το μεγαλείο του, προστρέχουν και πάλι στη μορφή του, γιατί το ρήγμα της επανάστασης της δεκαετίας του 1940 είναι ακόμα ανοιχτό. Όλα τα ιστορικά αιτούμενα της επανάστασης είναι παρόντα, γιατί η εργατική τάξη της πόλης και η φτωχολογιά του χωριού, η ραχοκοκαλιά της επανάστασης δηλαδή, έχασε γιατί προδόθηκε, δεν διαλύθηκε και δεν τσακίστηκε ιστορικά. 63 χρόνια μετά τη δολοφονία του η Αθήνα σείεται από την πολεμική κραυγή «Βάρκιζα τέλος», και στα 70χρονα, οι ηττημένοι της επανάστασης πανηγυρίζουν την άνοδο στην εξουσία ενός αριστερού Κόμματος. Το ρήγμα μεγαλώνει. Ο μεγάλος μαυροσκούφης είναι εδώ.
«Στην επαναστατική δραστηριότητα ο άνθρωπος αλλάζει τον εαυτό του καθώς αλλάζει τις περιστάσεις». Είναι μια από τις θαυμάσιες εκφράσεις που διατυπώνουν οι Μαρξ και Ένγκελς στη Γερμανική Ιδεολογία, και η οποία αρμόζει στο Θανάση Κλάρα που γίνεται Άρης Βελουχιώτης. Ένας άνθρωπος που στις παραμονές της κήρυξης του πολέμου, γίνεται δηλωσίας στην Κέρκυρα, ζωντανός νεκρός για τον επίσημο κομματικό μηχανισμό, καταφεύγει στο ποτό για να πνίξει την απογοήτευσή του. Η πάλη όμως ενάντια στον φασίστα κατακτητή, που δίνει η ελληνική εργατική τάξη, τον αφυπνίζει, και επαναφέρει στην επιφάνεια όλα τα αγωνιστικά του χαρακτηριστικά με τα οποία θα δώσει τη μάχη τα επόμενα χρόνια.
Ο Άρης αλλάζει ο ίδιος, και ταυτόχρονα αλλάζει και την πορεία της αντίστασης. Όταν στη συνάντηση με το Π.Γ. του Κόμματος το 1941, εκλιπαρεί σχεδόν για τη δημιουργία ένοπλης αντίστασης στην ύπαιθρο, έχουμε να κάνουμε στην πραγματικότητα με το αίτημα αλλαγής τακτικής για το Κόμμα συνολικά. Ο Βελουχιώτης δεν αρνείται τον αγώνα στις πόλεις, την πάλη για την ανακούφιση των αστικών πληθυσμών, την έχει δώσει άλλωστε και ο ίδιος. Η επανάσταση όμως της δεκαετίας του 1940 δεν έχει ως υποκείμενό της μόνο το προλεταριάτο των πόλεων. Η επανάσταση, που όπως εύστοχα έχει γράψει ο αστός λόγιος Γιώργος Θεοτοκάς, βλέποντας από το μπαλκόνι του τους πανηγυρισμούς της απελευθέρωσης της Αθήνας, είναι μαζί η γαλλική επανάσταση, η Κομμούνα, ο Οκτώβρης του 1917. Η ικανοποίηση των αστικών δημοκρατικών άλυτων αιτημάτων του χωριού και της πόλης, η πάλη για απελευθέρωση από την τριπλή κατοχή, με λοκομοτίβα την κοινωνική επανάσταση, την πάλη για την εξουσία. Ο Βελουχιώτης αντιλαμβάνεται πως στην ύπαιθρο ο μόχθος, η ζωή των χωρικών, δεν μπορεί να γίνει με κινητοποιήσεις οικονομικού περιεχομένου. Πρέπει να σηκωθούν τα όπλα.
Δεν είναι τυχαίο πως στις 14 Μάη του 1942, στην ιστορική σύσκεψη στη Λαμία. Ο Άρης θέτει το θέμα της αυτοδιοίκησης των περιοχών που θα απελευθερώνονταν, και προτρέπει τους χωρικούς στην αυτοδιοίκηση της κοινοτικής ζωής τους. Όπως θα παραδεχθεί και ο Χατζής στο έργο του «Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε», η δημιουργία της νέας εξουσίας που εμφανίστηκε στο μεγαλύτερο τμήμα της χώρας, δεν προβλέπονταν από το πρόγραμμα του Ε.Α.Μ., και δεν προέκυψε από κάποια θεωρητική προπαρασκευή. Υπήρξε με τη συγκεκριμένη έκφραση και την ποικιλία της εκδήλωση λαογέννητη. Κάθε επανάσταση δημιουργεί τα όργανα της εξουσίας της γενικά, εδώ έχουμε την έμπρακτη ερμηνεία της λαοκρατίας, μακριά από τα κοινοβουλευτικά και εκλογικά σχήματα που έθετε το Κ.Κ.Ε.
Όμως δε θα μπορούσε να στεριώσει αυτή η αυτοδιοίκηση, αν δεν έμπαινε ζήτημα έμπρακτα, της αλλαγής των ιδιοκτησιακών σχέσεων στην ύπαιθρο, και συγκεκριμένα με την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών. Όπως αναφέρει και ο Κουτσουμπός, στο «Πόλεμος των Χωρικών και Κοινωνική Επανάσταση», στο Κλειτσό της Ευρυτανίας γίνεται η διανομή της καλλιεργήσιμης γης. Όχι μόνο στην Ευρυτανία, αλλά και την Πελοπόννησο, τα Γιαννιτσά και αλλού οι εκμεταλλευόμενοι της υπαίθρου, καταλαμβάνουν τα τσιφλίκια αμφισβητώντας τις σχέσεις ιδιοκτησίας. Aμφισβητούν έμπρακτα και το σχήμα της Ολομέλειας της Κ.Ε. του 1934, που έχει τη στρατηγική μιας δημοκρατικής επανάστασης, σταδίου προλόγου μιας σοσιαλιστικής επανάστασης με τέλεια αναπτυγμένες τις παραγωγικές δυνάμεις, που ζητάει κοινοβουλευτικές εκλογές για να αποφασίσει ο λαός πως θα κυβερνηθεί. Που εγγυάται την τάξη και την ασφάλεια του αστικού κόσμου τον Οκτώβρη του 1944. Ενός Κόμματος προξενείου της σταλινικής ηγεσίας της Mόσχας, που αφού έχει βάψει τα χέρια της με το αίμα των ισπανών επαναστατών, αναλαμβάνει να εξασφαλίσει την ηρεμία στη Βαλκανική.
«Όπως δεν κρίνουμε ένα άτομο από την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, έτσι ακριβώς δε μπορούμε να κρίνουμε μια τέτοια εποχή ανατροπής από τη συνείδηση που έχει για τον εαυτό της». Ας κρατήσουμε αυτή την αποστροφή του Μαρξ, από τον πρόλογο στη «Συμβολή στην κριτική της Πολιτικής Οικονομίας». Στην Ελεύθερη Ελλάδα, ο Βελουχιώτης, και οι πληβειακές μάζες της υπαίθρου καταστρέφουν την παλιά εξουσία. Διαλύεται η χωροφυλακή. Αλλάζουν οι ιδιοκτησιακές σχέσεις. Εδραιώνεται το αυτοδιοίκητο, με τη δική του ηγεσία. Οι γυναίκες συγκροτούν τα δικά τους ένοπλα τμήματα. Το σχολειό αναπνέει, χωρίς τη μπότα του μεταξικού επιθεωρητή. Αλλάζει ο στρατός. Όμως σε κάθε βήμα που κάνει, δεν πιστεύει πως πάει ενάντια στην ηγεσία του Κόμματος. Τα υποκείμενα της επανάστασης, έχουν το δικό τους τρόπο να ερμηνεύουν το πρόγραμμα της Λαοκρατίας. Δεν είναι για αυτούς ο σεβασμός του αστικού κοινοβουλευτικού πολιτικού παιχνιδιού. Ακόμα και ο ίδιος ο πρωτοκαπετάνιος, σε όλη την πορεία της ζωής του, παραμένει πιστός στο Κόμμα του, ακόμα και μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας την οποία και υπογράφει. Δεν θεωρεί πως με αυτά που προτρέπει τους χωρικούς να πράξουν, αντιτάσσεται στο Κόμμα. Σε αντίθεση όμως με το Κόμμα του, κάνει αυτό που τονίζει ο Τρότσκι, στον πρώτο τόμο της Ρωσικής Επανάστασης. «Καλά ή κακά, ένα επαναστατικό Κόμμα βασίζει την τακτική του εκτιμώντας τις μεταβολές στη συνείδηση των μαζών». Για αυτό και οι λεπτοί χειρισμοί με τις πολιτισμικές προκαταλήψεις των χωρικών, ιδιαίτερα απέναντι στα θρησκευτικά ζητήματα. Ενώ την ίδια στιγμή, το Κόμμα του αντί να παρακολουθεί τις ρωγμές στις συνειδήσεις των επαναστατημένων, επιλέγει να ακολουθεί τις ντιρεκτίβες του σταλινικού ιερατείου.
Αν συμφωνούν σε κάτι όλες οι δεξαμενές αριστερής σκέψης στην Ελλάδα, είναι, πως είτε θέτουν πως έπρεπε το Κ.Κ.Ε. να υπερασπίσει τον Άρη μετά τη Βάρκιζα είτε όχι, το πρόβλημα θα λυνόταν σε εθνικό επίπεδο, με τη μια ή την άλλη απόφαση. Είναι μια ακόμα πλευρά της μη κατανόησης του μεγαλείου του πρωτοκαπετάνιου. Χωρίς ποτέ ο ίδιος να επιχειρήσει να γενικεύσει θεωρητικά τις διαφορές τακτικής και στρατηγικής με το Κ.Κ.Ε., χωρίς να σπάει ιδεολογικά από τα σταλινικά σχήματα, κατανοεί και επιδιώκει έμπρακτα τα διεθνή ερείσματα του νέου ένοπλου γύρου που σχεδιάζει. Το διεθνές περιβάλλον εξάπλωσης της κοινωνικής επανάστασης στην Ευρώπη υπήρχε, ιδίως με την γειτονική Γιουγκοσλαβία και την Ιταλία, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια άλλη κατάσταση στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Αν δεν αντιληφθούμε την επανάσταση της δεκαετίας του 1940 με αυτό τον τρόπο, όπως και τις αντίστοιχες προσπάθειες του Βελουχιώτη, τότε δεν μπορούμε να κατανοήσουμε όχι κυρίως το παρελθόν στο οποίο αναφερόμαστε, αλλά θα οδηγηθούμε και σήμερα σε εθνικές λύσεις αντιμετώπισης της καπιταλιστικής κρίσης, θα μείνουμε μετεξεταστέοι στην εποχή πολέμων και επαναστάσεων που τώρα ζούμε.
«Ο υλισμός δεν αγνοεί τον άνθρωπο που αισθάνεται, σκέφτεται και δρα, μα τον εξηγεί». Ο Τρότσκι βάζει το ορθό πλαίσιο κατανόησης του ανθρώπου-αντάρτη Βελουχιώτη. Ο Άρης είναι άμεμπτος και σκληρός πάνω στις αρχές και τις αξίες ζωής με τον εαυτό του και τους συντρόφους του. Ταυτόχρονα κατανοεί τα ανθρώπινα όρια, τα έχει ζήσει και ο ίδιος. Είναι εμψυχωτής, πραγματικός ηγέτης, που γίνεται τέτοιος γιατί προστατεύει τους συλλογικούς όρους υλοποίησης του ένοπλου αγώνα. Αλλάζει το περιβάλλον του και αλλάζει ο ίδιος. Δεν ταλαντεύεται στις αποφάσεις του.
Πολλοί εστίασαν στις «αγριότητες» του Άρη, στη «μανία» με την οποία συμπεριφέρθηκε σε αντιπάλους του. Ας ακούσουμε τον Τρότσκι από το «Η ηθική τους και η Ηθική μας»: « Όποιος δε θέλει να γυρίσει πίσω στο Μωυσή, στο Χριστό ή στο Μωάμεθ, όποιος δεν ικανοποιείται με εκλεκτικιστικά συνονθυλεύματα, πρέπει να αναγνωρίσει ότι η ηθική είναι προϊόν της κοινωνικής εξέλιξης, ότι τίποτε σε αυτήν δεν είναι αμετάβλητο, ότι υπηρετεί κοινωνικά συμφέροντα, ότι αυτά τα συμφέροντα είναι αντιφατικά, ότι η ηθική, περισσότερο από κάθε άλλη μορφή ιδεολογίας, έχει έναν ταξικό χαρακτήρα». Και επίσης «Η ανώτατη μορφή ταξικής πάλης είναι ο εμφύλιος πόλεμος, που τινάζει στον αέρα όλους τους ηθικούς δεσμούς ανάμεσα στις αντίπαλες τάξεις».
70 χρόνια μετά, η εικόνα του χιλιοτραγουδισμένου πρωτοκαπετάνιου, δεν έγινε σιδεροτυπία σε t-shirt, δεν κυκλοφόρησε σε αναπτήρες ή κούπες, δεν ασχολήθηκε μαζί του, έστω η ελληνική mainstream pop art. Η ζωή και η δράση του, ο σίφουνας της επανάστασης 1940-1949, αποτελεί ακόμα μια «χαρακιά», μια ανοιχτή ουλή στο πρόσωπο της αστικής τάξης. Η εικόνα του αποτελεί μια πολεμική κραυγή για την κοινωνική επανάσταση και τον ελευθεριακό κομμουνισμό. Αυτό είναι που μπορεί να θέτει στην ίδια γραμμή μάχης τον ηλικιωμένο ΕΠΟΝΙΤΗ, τους μακρονησιώτες και τη γενιά του 114 και του Πολυτεχνείου, τους νέους κολασμένους των πόλεων του Δεκέμβρη του 2008, τις μάχες των χρόνων της μνημονιακής επίθεσης. Όπως άλλωστε κάθε επανάσταση, έχει τους εκφραστές της, που συμπυκνώνουν τις αντιφάσεις, το μεγαλείο και τα όρια της, έτσι και οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της, ενώνουν γενιές και πόθους, όλων όσων θέλουν να πάψουν να ζουν με οικονομικούς, πολιτικούς, πολιτισμικούς καταναγκασμούς. Έτσι τελικά, ο μεγάλος μαυροσκούφης, ανήκει σε όλους όσους συνεχίζουν να παλεύουν, ακόμα και αν δεν τον κατανοούν.
Nίκος Πελεκούδας