Όταν αργά το βράδυ της Πέμπτης 24 Νοέμβρη αφήνονταν ελεύθεροι οι συλληφθέντες συνδικαλιστές της ΔΕΗ και αλληλέγγυοι, έξω από το κατειλημμένο -από τα ΜΑΤ πλέον- μηχανογραφικό κέντρο έκδοσης των εντολών διακοπής ρεύματος στο Χολαργό, το ραντεβού για την συνέχιση του αγώνα ενάντια στα χαράτσια δινόταν μεταξύ άλλων στις γειτονιές, μέσα από την συγκρότηση ομάδων περιφρούρησης με σκοπό την παρεμπόδιση των διακοπών κι επανασύνδεση του ρεύματος όπου αυτό έχει ήδη κοπεί.
Αλλά η εκδικητικότητα του χρεοκοπημένου κι αποφασισμένου για όλα κράτους δεν εξαντλείται σε μια απλή προσαγωγή για τα μάτια του κόσμου, με τον θεαματικό αλλά κι ενδεικτικό τρόπο που συντελέστηκε μπροστά στις κάμερες νωρίς το πρωί της ίδιας ημέρας. Φροντίζει να διώξει με παραδειγματικό τρόπο τους συνδικαλιστές της ΔΕΗ, που ανεξάρτητα από ποιόν χώρο προέρχεται ο καθένας, βρέθηκαν από την ίδια την όξυνση της ταξικής πάλης στο κέντρο ενός πολυεπίπεδου αγώνα, κι ως εκ τούτου, στο μάτι του κυκλώνα.
Η δίκη της 30 Νοεμβρίου, που ορίστηκε μέσα από την διαδικασία του αυτοφώρου, τους παραπέμπει ξανά για το νέο έτος στο Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας, στις 10 Ιανουαρίου 2012, φορτωμένους με την κατηγορία της παρεμπόδισης λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας, σε εννιά συνδικαλιστές και πέντε αλληλέγγυους (εργαζόμενοι από ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπ. Οικονομικών, ΕΚΑΒ, ένας συνταξιούχος κι ένας άνεργος), ενώ ένας από τους τελευταίους βαρύνεται επιπλέον με την κατηγορία της αντίστασης κατά της αρχής. Κι όλα αυτά για μια ενέργεια που έγινε στα πλαίσια ενός συνδικαλιστικού αγώνα που έχει την πλήρη αποδοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού που πλήττεται βάναυσα από τα χαράτσια.
Οι συλλήψεις αυτές, από μια κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης, έχουν ταυτόχρονα κι ένα εκφοβιστικό και προειδοποιητικό χαρακτήρα, την στιγμή που οι διαθέσεις σε όλη την κοινωνία αλλά και ειδικότερα στους εργαζομένους της ΔΕΗ είναι… στο κόκκινο.
Ήδη, πριν από τις συλλήψεις στην κατάληψη του Χολαργού, από τα μέσα Νοέμβρη, στην ατζέντα των εργαζομένων στη ΔΕΗ είχε μπει η επιτακτική ανάγκη για αντίσταση στην πώληση τεσσάρων λιγνιτικών μονάδων της επιχείρησης σε ιδιώτες, κάτω από τις εντολές της Ε.Ε. για άνοιγμα της αγοράς λιγνίτη στην Ελλάδα. Η ΓΕΝΟΠ έχει προαναγγείλει 48ωρες επαναλαμβανόμενες απεργίες ενάντια σε αυτό το ενδεχόμενο. Αλλά στα ορυχεία του λιγνίτη η μνημονιακή πολιτική δεν εκφράζεται μόνο μέσα από τις ιδιωτικοποιήσεις αλλά και μέσα από την πλήρη άλωση των εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων. Περισσότερο από εργαζόμενους άλλων κατηγοριών, οι εργάτες των ορυχείων και των μονάδων λιγνίτη έχουν υποστεί περικοπές που ξεπερνούν κατά περιπτώσεις ακόμα και το 50% του μισθού! Με πρωτοβουλίες του σωματείου της Δυτικής Μακεδονίας Σπάρτακος, που αριθμεί 5000 μέλη, και με την στήριξη εργαζομένων και από άλλα ενεργειακά κέντρα της ΔΕΗ σε όλη την Ελλάδα, οι εργάτες των ορυχείων προχωρούν και προαναγγέλλουν κινητοποιήσεις, καταλήψεις, απεργίες κ.ο.κ.
Ταυτόχρονα όμως στον χώρο των εργαζομένων της ΔΕΗ έχει ξεσπάσει κι ένας πόλεμος ανακοινώσεων μεταξύ των διαφόρων συλλογικών οργάνων τους. Το σωματείο Σπάρτακος κατηγορεί εμμέσως την ηγεσία της ΓΕΝΟΠ πως αφήνει ακάλυπτους τους εργαζόμενους στα ενεργειακά κέντρα που έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες μειώσεις, προκειμένου να «τρέξει» το ζήτημα των τελών της ακίνητης ιδιοκτησίας, αφήνοντάς τους να βγάλουν μόνοι τους το φίδι από την τρύπα. Η ΓΕΝΟΠ απαντά επίσημα με ανακοίνωση της κατηγορώντας τον Σπάρτακο για διχαστική στάση, και θέτοντας ως προτεραιότητα τον αγώνα ενάντια στα χαράτσια που αφορά ολόκληρη την κοινωνία κι είναι υπεράνω των στενών συνδικαλιστικών ζητημάτων του χώρου.
Στο πλευρό της ΓΕΝΟΠ συντάχθηκε και η ΕΔΟΠ, το όργανο των διοικητικών υπαλλήλων της ΔΕΗ, κατηγορώντας τους λιγνιτεργάτες για «φιλοτομαρισμό». Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν ανακοινώσεις σωματείων ακόμα και από ορυχεία και μονάδες της Μεγαλόπολης, συντασσόμενοι με την πλευρά της ΓΕΝΟΠ.
Αν οι εργάτες των ορυχείων λιγνίτη, ορμώμενοι από την ανάγκη και την εξαθλίωση που επιβάλλει η απώλεια του μισού μηνιάτικου, καταλήγουν σε μια συντεχνιακή λογική που βάζει σε δευτερεύουσα μοίρα ένα πλατύ κοινωνικό ζήτημα όπως τα χαράτσια, τότε από την άλλη η ΓΕΝΟΠ, θα πρέπει να διευκρινίσει από πού αντλεί την εμπιστοσύνη προς την διοίκηση της ΔΕΗ, καλλιεργώντας εφησυχαστικές αυταπάτες και λέγοντας πως πρόκειται περί «προσωρινών μειώσεων» που σύντομα θα παρθούν πίσω, και με βάση το οποίο, ζητά από τους εργάτες των ορυχείων να μπουν στον αγώνα ενάντια στα χαράτσια αδιαφορώντας για την ραγδαία επιδείνωση του βιοτικού τους επιπέδου ως αποτέλεσμα των γιγαντιαίων μειώσεων που έχουν υποστεί. Μπορεί η ΓΕΝΟΠ να έχει εμπιστοσύνη στην Διοίκηση της ΔΕΗ που έκανε τις μηνύσεις προς τους καταληψίες, στέλνοντας εισαγγελέα και ΜΑΤ στο Χολαργό;
Εν τέλει, ανεξάρτητα από τις όποιες λεπτομέρειες και το υπόβαθρο μιας τέτοιας διαμάχης, η ίδια η βάση των εργαζομένων της ΔΕΗ θα πρέπει ν’ αγωνιστεί χτίζοντας την ενότητα της, που είναι υπερπολύτιμη στις κρίσιμες ημέρες που διανύουμε. Θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πως κανένας αγώνας δεν μπορεί πλέον να είναι μονόπλευρος, στενά συνδικαλιστικός, πόσο μάλλον συντεχνιακός. Το ένα πεδίο της μάχης δεν είναι ασύνδετο με το άλλο. Οι περικοπές των μισθών των εργατών στα ορυχεία από την μία πλευρά, και τα χαράτσια από την άλλη, αλλά και το ξεπούλημα των μονάδων λιγνίτη, είναι όλες διαφορετικές πλευρές του ενός και αυτού πράγματος: της χρεοκοπίας του καπιταλιστικού κράτους που πέφτει με το τεράστιο βάρος της στα κεφάλια ενός ολόκληρου λαού μέσα από διάφορες μορφές. Από αυτή την έννοια, κάθε τέτοιο ζήτημα, όσο μικρό ή μεγάλο κι αν μοιάζει εν πρώτοις, δεν αφορά μόνο όλους τους εργαζόμενους της ΔΕΗ αλλά ολόκληρη την εργατική τάξη, που πρέπει να χτίσει το ενιαίο μέτωπο της για να ανατρέψει την κυβέρνηση, μέσα από την οργάνωση της Γενικής Πολιτικής Απεργίας Διαρκείας. Είναι μια Πολιτική και όχι συνδικαλιστική μάχη, που υπερβαίνει τα συμφέροντα του α ή β κομματιού της εργατικής τάξης, και πάνω στην προοπτική της οποίας πρέπει να παλεύονται όλα τα ζητήματα, χωρίς ποτέ το ένα να αποκλείει το άλλο.