ΔΙΚΗ Χ.Α.

 

 

 

Mεθοδεύσεις για απαλλαγή των ναζί δολοφόνων

Στη δικαστική αίθουσα του Κορυδαλλού, διεξάγεται, κυριολεκτικά «κάτω από τη μύτη» του λαού, ένα πολιτικό και δικαστικό σκάνδαλο. Ενώ το πανελλήνιο είναι εύλογα απορροφημένο από την επικαιρότητα και τη νέα μνημονιακή καρμανιόλα, ο δικαστικός βραχίονας του κράτους μεθοδεύει, σε συνεργασία με τους Ναζί, την αθώωσή τους, το ξέπλυμά τους ως αδίκως κατηγορούμενους στη δίκη της Χρυσής Αυγής.

Στον πυρήνα της λογικής της υπεράσπισης των φασιστών, βρέθηκε εξ αρχής ο διαχωρισμός του ποινικού από το πολιτικό σκέλος της δίκης, δηλαδή, πιο απλά, των συγκεκριμένων εγκληματικών πράξεων, από την γενική κατηγορία περί «εγκληματικής οργάνωσης». Με βάση αυτό το σκεπτικό, στις 29/6, η έδρα δέχτηκε να μην εξεταστούν οι ηγέτες της Χ.Α. από τους συνηγόρους της πολιτικής αγωγής στις πολύκροτες υποθέσεις Φύσσα, Αιγύπτιων αλιεργατών, κι επίθεσης στο ΠΑΜΕ, παρά μόνο όσα μέλη και μικροστελέχη κατηγορούνται ως αυτουργοί των συγκεκριμένων πράξεων.

Ο αποκλεισμός της πολιτικής αγωγής από την εξέταση των συγκεκριμένων κατηγορουμένων-ηθικών αυτουργών, δεν αφαιρεί απλά το δικαίωμα από τα θύματα να απαιτήσουν από τους θύτες να λογοδοτήσουν, αλλά είναι εμφανές πως, διαχωρίζοντας την ποινική από την πολιτική ευθύνη, δρομολογεί την ολική αθώωση των φασιστών, αφού είναι αμφίβολο αν μπορεί να αποδειχτεί η φυσική τους παρουσία και συμμετοχή σε κάποιο από τα εν λόγω εγκλήματα.

Η προκλητική μεθόδευση αποκαλύπτεται ακόμη κι όταν η πλευρά των φασιστών βάζει… «αυτογκόλ». Ο δικηγόρος του φασίστα Άγγου, Σωτηρόπουλος, σε αποστροφή του λόγου του κατά τη διάρκεια ένστασής του (14/7), δήλωσε πως: «δεν είναι όλοι οι κατηγορούμενοι βουλευτές, αλλά είναι όλοι μέλη της Χρυσής Αυγής», έτοιμος μάλιστα να καταθέσει έγγραφα στα πρακτικά, που αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Η κατάθεση των εγγράφων αποτράπηκε από την έκρηξη του Μιχαλόλια, αδελφού του κατηγορούμενου αρχιφασίστα Mιχαλολιάκου, που φώναξε «μη το δώσεις αυτό!». Μετά από σύντομη διακοπή της δίκης, ο Σωτηρόπουλος απέσυρε την ένσταση και το έγγραφο «εξαφανίστηκε». Ο πανικός των φασιστών προκλήθηκε από την γκάφα του Σωτηρόπουλου, που αποδείκνυε έτσι τον «ενιαίο» χαρακτήρα του κατηγορητηρίου, δηλαδή την υπόσταση της εγκληματικής οργάνωσης, κάτι που αντικρούουν από την πρώτη ημέρα της δίκης.

Όμως, η παρωδία συνεχίστηκε, όταν μετά από διαμαρτυρίες της πολιτικής αγωγής, ο γραμματέας της έδρας αποκάλυψε πως η συγκεκριμένη αποστροφή δεν είχε καταγραφεί στα πρακτικά, άρα το περιστατικό «σαν να μη συνέβη». Γεγονός, που επανάφερε την συζήτηση γύρω από την μη ηχητική καταγραφή πρακτικών της δίκης, που ισχύει ακόμα και σε δικαστήρια διαζυγίων. Η στάση της έδρας προκάλεσε την αποχώρηση της πολιτικής αγωγής σε ένδειξη διαμαρτυρίας.

Εν κατακλείδι, νομικά και πολιτικά «τέρατα» διεξάγονται στη δίκη της Χρυσής Αυγής, και οι μηχανισμοί του κράτους έχουν βρει την ευκαιρία, εν κρυπτώ, να ετοιμάζουν την αθώωση των Ναζί. Την ώρα που οι ίδιοι έχουν ήδη ξαναβάλει τα βουλευτικά τους κοστούμια διεκδικώντας το παράσημο του μοναδικού αντιμνημονιακού και αντισυστημικού κόμματος της Βουλής, οι κ.κ. δικαστές εργάζονται ακούραστα για να τους «καθαρίσουν» από κάθε κατηγορία.

Το εργατικό κίνημα δεν μπορεί να το επιτρέψει! Χρειάζεται επαγρύπνηση και επιφυλακή, και δράση ενάντια σε κάθε τέτοια μεθόδευση. Κλείσιμο στη φυλακή των ναζί αρχηγίσκων, και τσάκισμα στους δρόμους των ταγμάτων-εφόδου, αυτός είναι ο μόνος δρόμος!

Κ. Απ.