ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ ΙΛΙΤΣ ΡΟΥΜΠΙΝ: ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΕΘΟΔΟΥ

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ ΙΛΙΤΣ ΡΟΥΜΠΙΝ: ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΕΘΟΔΟΥ

       Επικαιρότητα του Ισαάκ Ιλίτς Ρούμπιν

                           Ζητήματα μεθόδου

 

Ομιλία του σ.Σάββα Μιχαήλ στην παρουσίαση του βιβλίου του Ισαάκ Ίλιτς Ρούμπιν Μελέτες για τη θεωρία του χρήματος του Μαρξ ( Εκτός Γραμμής 2015), Art Garage, 23 Φεβρουαρίου 2016

 

 

    Κρίση και κρίση της πολιτικής οικονομίας

 

       Ο καπιταλιστικός κόσμος έχει μπει πια και διανύει την ένατη χρονιά από την έναρξη της ιστορικής δομικής κρίσης του  και την όγδοη από την  εκκωφαντική κατάρρευση του κολοσσού της Lehman Brothers. Οι αυταπάτες, όμως,  για  διέξοδο  φυλλορροούν και την θέση τους παίρνουν οι πιο δυσοίωνες εξελίξεις.  Με τρόμο οι κυρίαρχες τάξεις βλέπουν την είσοδο σε μια νέα , χειρότερη φάση της κρίσης με  τις πιο εκρηκτικές κοινωνικές, πολιτικές και γεωπολιτικές συνέπειες. Από τον Αύγουστο  2015 τα σύννεφα πυκνώνουν, κι από τις πρώτες μέρες του του 2016 η αναταραχή κλιμακώνεται με αλλεπάλληλα σοκ σε Βορρά και Νότο, από την Κίνα και τις λεγόμενες “αναδυόμενες χώρες” στην Αμερική, την Ιαπωνία και την Ευρώπη.

      Η άφθονη παροχή ρευστότητας με τις “μη συμβατικές” νομισματικές πολιτικές που ακολούθησαν, μετά την Λήμαν Μπράδερς το 2008, όλες οι κεντρικές τράπεζες,η μία μετά την άλλη,  όσο κι αν καθυστέρησαν την κατολίσθηση, τελικά  απέτυχαν να αναζωογονήσουν την οικονομία, ενώ δημιούργησαν νέα , μεγαλύτερα προβλήματα και  νέες κερδοσκοπικές “φούσκες” , ακόμα πιο τεράστιες από εκείνες που έσκασαν το 2007 -08.

       Το φάρμακο αποδεικνύεται χειρότερο από την αρρώστια. Ακόμα χειρότερα τα εναλλακτικά  φάρμακα που αντικαθιστούν τα πρώτα:  η αντιστροφή της αμερικανικής  νομισματικής πολιτικής, με την άνοδο των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή τράπεζα μετά από μια δεκαετία  δεν δίνει μόνο την χαριστική βολή στις “αναδυόμενες  αγορές” αλλά και στην ίδια την Αμερική έχει φουντώσει τις ανησυχίες ότι επαναλαμβάνεται το λάθος του 1937 όπου μια ανάλογη κίνηση  βύθισε  ξανά την χώρα στην ύφεση και επιτάχυνε  την πορεία προς την είσοδό της στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

    Στην ΕΕ, το περιβόητο “whatever it takes” (“θα κάνουμε οτιδήποτε”), η δήλωση  του Ντράγκι το 2012 που καθησύχασε  εντελώς προσωρινά  τον τρόμο ότι η ευρωζώνη θα καταποντίζονταν μέσα στις θύελλες της Ιταλίας και της Ελλάδας,  σβήνει μέσα στον γενικευμένο σκεπτικισμό, τις οξυνόμενες αντιφάσεις και τους αλληλοσυγκρουόμενους  εθνικούς ανταγωνισμούς. Το καθησυχαστικό  “whatever it takes”  έχει μετατραπεί στην πιο κοντόφθαλμη “whatever economics”, μια οικονομική, τυφλή θεωρητικά, πολιτική του ό,τι νά ‘ναι, με βραχυπρόθεσμες πραγματιστικές τακτικές που γοργά  γίνονται μπούμερανγκ.

        Η απόφαση της Τράπεζας της Ιαπωνίας  να  προχωρήσει, λόγω της μέχρι τώρα αποτυχίας της Abenomics, στην εφαρμογή αρνητικών επιτοκίων  – μετά την Σουηδία, την Δανία, την ευρωζώνη, την Ελβετία-  ο σχετικός  προβληματισμός, μαζί κι οι ανησυχίες που έχουν προκληθεί διεθνώς, δείχνουν με τον τρόπο τους την εξάντληση των νομισματικών πολιτικών, “ορθόδοξων “ κι ανορθόδοξων”, στην αντιμετώπιση της κρίσης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής .

       Συνάμα, στο ίδιο γεγονός, αποκαλύπτεται και η κρίση κι εξάντληση μιας πολιτικής οικονομίας  όπου η χρηματική θεωρία, έτσι κι αλλιώς,  αποτελούσε πάντα, ακόμα και στην κλασσική της περίοδο, μια κενή ταυτολογία. 

         Έτσι, όχι μόνο  προχωρούμε  σε αχαρτογράφητα νερά με ένα σαπιοκάραβο,  το οποίο από παντού μπάζει νερά , αλλά κι η πυξίδα κι όλα τα όργανα πλοήγησής του είναι χαλασμένα, ενώ οι κυβερνήτες προσπαθούν να σωθούν από το ναυάγιο  ρίχνοντας το φορτίο  στο πλήρωμα και τα δυο στην θάλασσα, τρέμοντας συνάμα, μια ανταρσία του πληρώματος.

         Οι κυρίαρχες τάξεις, τα επιτελεία του, το κεφαλαιοκρατικό σύστημα βρίσκονται σε   αδιέξοδο στρατηγικής που εκδηλώνει  ένα άλυτο μεθοδολογικό αδιέξοδο. Συνεπώς, μπορούμε  να πούμε χωρίς αμφιβολία και ταλάντευση ότι  είναι αδύνατη η επεξεργασία μιας  εναλλακτικής στρατηγικής διεξόδου από την κρίση χωρίς την ριζική κριτική της αστικής πολιτικής οικονομίας, χωρίς ρήξη με την μέθοδό της,χωρίς την ιστορική υλιστική διαλεκτική σύλληψη της λογικής των αντιφάσεων του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.

     Αυτός είναι ο απαραίτητος  επαναστατικός οδηγός στην πράξη της “ανταρσίας του πληρώματος”, την διάσωση από το ιστορικό ναυάγιο, την έξοδο σε Νέα Γη.

         Σε τούτο ακριβώς  έγκειται, πρώτα -πρώτα, η άμεση επικαιρότητα του έργου του Ισαάκ Ιλίτς Ρούμπιν : πιάνει ξανά και ξετυλίγει το νήμα της  κριτικής  της πολιτικής οικονομίας στην ανάλυση του Μαρξ για την θεωρία της αξίας και του χρήματος,  το νήμα της μεθοδολογικής ρήξης με την αστική οικονομία και τις  κλασσικές θεωρητικές της ρίζες στον Adam Smith και τον David Ricardo. Ένα νήμα που κόπηκε, μια κριτική που εγκαταλείφθηκε, μια ρήξη που αντικαταστάθηκε με συμβιβασμό, με  την προσαρμογή στην αστική πολιτική οικονομία από τους επιγόνους του Μαρξισμού.

       Οι επίγονοι  αφαιρούν από την ανατρεπτική  Κριτική του Μαρξ στο Κεφάλαιο  τον επαναστατικό της χαρακτήρα και την διαλεκτική μέθοδο. Την απονεκρώνουν και την υποβιβάζουν σεμια “συνέχεια και βελτίωση” της πολιτικής οικονομίας και ειδικότερα  της  εργασιακής θεωρίας της αξίας του Ρικάρντο . Ο Ρούμπιν, αντίθετα,  έμεινε  πιστός στο μαρξικό Μέγιστον Μάθημα και το πλήρωσε πανάκριβα, με διώξεις και με την ίδια του την ζωή το 1937.

        Η  σημαντική συμβολή κι η προσωπική τραγωδία του Ρούμπιν είναι αδιανόητη έξω από το έπος και την  τραγωδία της Οκτωβριανής Επανάστασης. Ξεκίνησε μέσα από της γραμμές της εβραϊκής επαναστατικής οργάνωσης Jidishe Arbiter Bund, προσχώρησε αργότερα στους μενσεβίκους-διεθνιστές, στηρίζοντας πάντως την Οκτωβριανή Επανάσταση και την σοβιετική εξουσία, συμμετέχοντας ενεργά στους επιστημονικούς- εκπαιδευτικούς της θεσμούς. Το κλασσικό του έργο Μελέτες  για την θεωρία της αξίας στον Μαρξ,  γραμμένο το 1923, τον καιρό της ΝΕΠ, με αλλεπάλληλες εκδόσεις ως το 1928, είναι  καρπός της ίδιας της σοσιαλιστικής επανάστασης του 1917,  ατενίζοντας τον ορίζοντα που αυτή άνοιξε και με έναυσμα τα προβλήματα της μετάβασης στον κομμουνισμό.

       Ο Ρούμπιν καταδιώχθηκε και φυλακίστηκε αρχικά σαν μενσεβίκος το 1923. Μετά το 1928, κυνηγήθηκε  από τον σταλινισμό, σαν  εκπρόσωπος “ του ιδεαλισμού και της μεταφυσικής στην πολιτική οικονομία”,και το 1932 σαν “σοσιαλφασίστας”, Τέλος το 1937, με συνοπτικές διαδικασίες, μέσα σε λίγες μέρες,  συνελήφθη, δικάστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο κι εκτελέστηκε σαν ένοχος -τί άλλο;- “τροτσκιστικής συνωμοσίας”. 

        Το έργο του θα το καταπιεί το σκοτάδι της απαγόρευσης, για δεκαετίες.  Θα  έρθει ξανά στο φως και στο επίκεντρο της προσοχής νέων γενεών αδογμάτιστων μαρξιστών, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και την  δεκαετία του 1970, την περίοδο της  διεθνούς ριζοσπαστικοποίησης και νέας επαναστατικής ανόδου που πήρε το όνομα του γαλλικού Μάη 1968. Η μετάφραση και εκ νέου έκδοση του magnum opus του σοβιετικού θεωρητικού[1]  υπήρξε, όπως έγραψε  o Chris Arthur “ η πιο σημαντική  επιρροή στην  προσέγγιση του Κεφαλαίου από την σκοπιά της αξιακής μορφής [2],  ανοίγοντας την κοίτη σε όλο το πολυσχιδές, ετερογενές ρεύμα που επικεντρώνεται στην Διαλεκτική και  Κριτική της Μορφής της Αξίας,  από τον Hans Georg Backhaus και τον Geert Reuten στον  Chris Arthur, τον Moishe Postone, τον Robert Kurz, τις ομάδες  της Αυτονομίας Krisis κι  Exit! ή τον AnselmJappe, για να αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένα ονόματα.

              Στην Ελλάδα, θεωρητικά περιοδικά όπως η Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση (1983)και οι Θέσεις έχουν μεταφράσει κι επιστήσει την προσοχή στο  έργο του Ρούμπιν.  Είναι σημαντικό ότι σήμερα, σε μια εντελώς διαφορετική περίοδο διεθνών αναταραχών, απειλών, ταξικών συγκρούσεων και ριζοσπαστικοποίησης, έχουμε στα ελληνικά, συγκεντρωμένες σε  έναν τόμο, τις Μελέτες για τη θεωρία του χρήματος του Μαρξ [3], μια πυκνότατη σύνοψη της όλης διερεύνησης της αξιακής και χρηματικής θεωρίας  του Μαρξ από τον σοβιετικό θεωρητικό.

       Σημείο των Καιρών αλλά και πολύτιμος βοηθός σε μια  εκ νέου εμβάθυνση στον επαναστατικό  κέντρο της μαρξικής θεωρίας , μια φρέσκια προσέγγιση στην διαλεκτική του Κεφαλαίου, στο φως  των κρίσιμων Καιρών μας!

 

      Η ρήξη του Ρούμπιν

 

       Ο   Ρούμπιν προχωράει  εξαρχής στην ζωτικής σημασίας ρήξη με την αστική   πολιτική οικονομία,  η οποία, σε όλες τις παραλλαγές της,  κλασσική, νεοκλασσική ή νεο-Σραφφιανή, αδυνατεί,όπως γράφει ο Άρθουρ “να συλλάβει το γεγονός ότι οι κοινωνικές  καπιταλιστικές σχέσεις  εμφανίζονται κατά πρώτο λόγο ως χρηματικές σχέσεις .”[4]   Ο Ρούμπιν, αντιθέτως,  αρχίζει το δοκίμιό του με την πρόταση “ [η] μαρξική θεωρία  του χρήματος συνδέεται στενά και αδιαχώριστα  με την μαρξική  αξιακή θεωρία[5] κι εξηγεί , μέσα από περαιτέρω διεξοδική ανάλυση, ότι στην καπιταλιστική εμπορευματική οικονομία “ [η]  αξιακή και χρηματική θεωρία  στον συνδυασμό τους χαρακτηρίζουν τον ίδιο θεμελιώδη  τύπο παραγωγικών σχέσεων μεταξύ εμπορευματοπαραγωγών, οι οποίοι αλληλοσυμπληρώνονται με την εργασιακή  τους δραστηριότητα  στην διαδικασία παραγωγής αλλά τυπικά είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους και συνάπτουν σχέσεις μόνο στην διαδικασία ανταλλαγής.[…] Μόνον οι δύο θεωρίες σε συνδυασμό μας δίνουν τη γενική εικόνα της εμπορευματικής οικονομίας στην συνολική διττή δομή της: την ενότητα της κοινωνικής διαδικασίας παραγωγής και τον κατακερματισμό  της στην μεμονωμένη ιδιωτική οικονομία[6]

    Το χρήμα αποτελεί την αναγκαία διαμεσολάβηση μεταξύ του κοινωνικού και του ιδιωτικού, “θεμελιώδη κοινωνική μορφή του κοινωνικού “μεταβολισμού”, δηλαδή της κοινωνικής παραγωγής[7], της καπιταλιστικής εμπορευματικής παραγωγής. Το χρήμα διαμεσολαβεί στην καθολική εξίσωση όλων των προϊόντων εργασίας ως  εμπορευμάτων[8]  ως καθολικό ισοδύναμο. Είναι η αισθητή μορφή  εμφάνισης της αξίας, το αποτέλεσμα της αντίφασης μεταξύ της αξίας χρήσης και της αξίας του εμπορεύματος[9],  αντίφαση την οποία εκφράζει και συνάμα  εμπεριέχει.

     Η αξιακή μορφή έχει σαν περιεχόμενο και βάση την ιστορικά προσδιορισμένη κοινωνική εργασία  ως αφηρημένη εργασία,  εκφράζει την ίδια την εσωτερική αντίφαση της εργασίας στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής , τον διχασμό της σε συγκεκριμένη και αφηρημένη εργασία  και την υποταγή της πρώτης στην δεύτερη. Η κυριαρχία της αξιακής μορφής κι ο ρόλος του χρήματος βασίζεται, όπως αναλύει  ο Ρούμπιν σε κάθε κεφάλαιο του δοκιμίου του, σε μια κοινωνική διαδικασία πραγμοποίησης των σχέσεων  μεταξύ  ανθρώπων και προσωποποίησης των σχέσεων μεταξύ πραγμάτων, τον περίφημο φετιχισμό του εμπορεύματος, ο οποίος θα αναπτυχθεί σε φετιχισμό του χρήματος και του κεφαλαίου.

       

       Μερικοί, ίσως   να θεωρούν ότι τα παραπάνω , μαζί κι οι Μελέτες του σοβιετικού θεωρητικού  κινούνται αποκλειστικά στην σφαίρα των αφαιρέσεων. Θα αναρωτιούνται έτσι , εάν  πράγματι ήταν οι ιδέες αυτές η αιτία του διωγμού και της εξόντωσης του Ρούμπιν κι όχι απλώς ο σκοταδισμός, η ανελευθερία κι η τυφλή βαρβαρότητα της Γιεζόφτσινα, των μαζικών εκκαθαρίσεων του 1937. Όλα αυτά, βεβαίως,  ισχύουν, όμως ο Ρούμπιν , όπως κι άλλοι, πλήρωσε με την ζωή του  τις ιδέες του, τον κίνδυνο που αντιπροσώπευαν  για την σταλινική γραφειοκρατική εξουσία και την ιδεολογική  της αυτοδικαίωση, την νομιμοποίησή της.

       Η επιστροφή στην μαρξική διαλεκτική μέθοδο κι ανάλυση, ο διάλογος κι αποσαφήνιση της φύσης  των εμπορευματικών -χρηματικών σχέσεων και του νόμου της αξίας, προπαντός η  υποστήριξη της ανάγκης απονέκρωσής τους μαζί με την βαθμιαία απονέκρωση του κράτους και του δικαίου, όπως υποστήριζε ο Πασουκάνις   ο άλλος μεγάλος σοβιετικός  θεωρητικός που είχε την ίδια τύχη με τον Ρούμπιν,  έθιγαν καυτά προβλήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης ως μετάβασης στον κομμουνισμό κι όποιος το αποτολμούσε συγκέντρωνε πάνω του τα πυρά ενός θηριώδους κρατικού μηχανισμού που αντί να απονεκρώνεται γιγαντώνονταν μέσα στις αντιφάσεις  του “σοσιαλισμού σε μια μόνον χώρα” σε ιμπεριαλιστική περικύκλωση.

       Στον  σημαντικό πρόλογο που έγραψε ο Γιάννης Μηλιός  στην ελληνική έκδοση του δοκιμίου του Ρούμπιν, μετά την παρουσίαση των θεωρητικών απόψεων και του μαρτυρολογίου του σοβιετικού θεωρητικού, εκθέτει  τις κωδικοποιημένες κριτικές του σταλινισμού ενάντια σ’ αυτό που ειρωνικά ονόμαζε “ρουμπινισμό”.[10] Δεν πρέπει να παραβλεφθούν ή να παρακαμφθούν: κωδικοποιούν σαφέστατα, με τον καλλίτερο δυνατό τρόπο, αυτό που θα ονομαστεί στην επίσημη κρατική ιδεολογία και γλώσσα  ΝτιαΜατ, ΙστΜατ, ΜαρΛεν, κακόηχες συντμήσεις του διαλεκτικού υλισμού, του ιστορικού υλισμού και του μαρξισμού-λενινισμού.

      Μια αντι-κριτική στην σταλινική “κριτική” στον Ρούμπιν  δεν είναι σχολαστικισμός, σκιαμαχία, παρελθοντολογία. Εάν σήμερα είναι ζωτικής σημασίας    για να χαραχθεί μια εναλλακτική επαναστατική στρατηγική διεξόδου από την κρίση, η  επανασύνδεση  με το νήμα κι η ανάπτυξη της μαρξικής κριτικής και ρήξης με την αστική πολιτική οικονομία ( ενσωματώνοντας και την συμβολή του Ρούμπιν),  τότε είναι επίσης αναγκαία η μαρξιστική κριτική και ρήξη με  το ιδεολογικό σύστημα αποστέωσης και στρέβλωσης της θεωρητικής κληρονομιάς  του Μαρξ, για να ανακαλύψουμε ξανά και ν’ αναπτύξουμε την κριτική – επαναστατική  του μέθοδο.  Ας μην το υποτιμούμε : ακόμα οι εγκαταστημένες προλήψεις μας στοιχειώνουν, le mort saisit le vif, το νεκρό αδράχνει το ζωντανό.

 

    Για μια κριτική της σταλινικής “κριτικής” στον Ρούμπιν

 

        Η σταλινική “κριτική” καταλογίζει στον Ρούμπιν ότι  1)“αποσιωπά  την αντίφαση παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων”, 2) “  δεν αντιλαμβάνεται αυτήν την αντίφαση σαν το κατεξοχήν  αντικείμενο της πολιτικής οικονομίας”,  κι ακόμα ότι 3) “δεν κάνει διάκριση μεταξύ πολιτικής οικονομίας και ιστορικού υλισμού” ενώ “ η πρώτη διερευνά τις κοινωνικές σχέσεις με στενότερη οπτική,  [και] ο δεύτερος με ευρύτερη”. Στην βάση αυτών των αμαρτιών  4) “παραποιεί το γεγονός ότι η εμπορευματική παραγωγή προϋπάρχει του καπιταλισμού” και προχωρά στο   ασυγχώρητο θανάσιμο αμάρτημα: 5) “ υπερτονίζει την πλευρά των κοινωνικών σχέσεων και των μορφικών προσδιορισμών , για να εξαφανίσει τις παραγωγικές δυνάμεις ”  Τελική ετυμηγορία και καταδίκη: 6) “ δεν ακολουθεί την διαλεκτική παράδοση  του Χέγκελ αλλά τον νεοκαντιανισμό”.

       Οι κατηγορίες έχουν συνοχή. Οι υπ’ αριθμόν  1, 2 και η κατάληξη της  5 έχουν κεντρικό άξονα την μομφή ότι ο Ρούμπιν  αρνείται το  ιερό δόγμα της σταλινικής “ορθοδοξίας” για την “προτεραιότητα των παραγωγικών δυνάμεων”, οι οποίες κατανοούνται σαν η “υλικοτεχνική βάση της κοινωνικής προόδου”, ταυτίζονται, ερήμην του Μαρξ, με τα μέσα παραγωγής , κι όχι με το σύνολο των αναπτυσσόμενων υλικών και πνευματικών δυνατοτήτων υπέρβασης της φυσικής  αναγκαιότητας. Έτσι εκχυδαΐζεται ο ιστορικός υλισμός, υποβιβάζεται σε μηχανιστικό οικονομισμό  και τεχνολογικό ντετερμινισμό. Οι τελευταίοι μπορεί να είναι καθόλα συμβατοί με την αστική οικονομική ψευδοεπιστήμη, την λεγόμενη και “πολιτική οικονομία”, η οποία, στην σταλινική εγχειριδιακή κωδικοποίηση μετατρέπεται σε τμηματική υποδιαίρεση “στενότερης οπτικής” ενός “ιστορικού υλισμού ευρύτερης οπτικής” των κοινωνικών σχέσεων . Αγνοώντας πανηγυρικά ότι ο Μαρξ στο Κεφάλαιο δεν  αναπτύσσει  μιαν ακόμα “οικονομική θεωρία” ανάμεσα στις άλλες ή κι ενάντιά τους αλλά την κριτική της πολιτικής οικονομίας και των κατηγοριών της που αποκαλύπτει το μυστικό του φετιχισμού των οικονομικών κατηγοριών, τον ιστορικό μεταβατικό χαρακτήρα της αστικής κοινωνίας, με την οποία είναι αυτοί αλληλένδετοι, την διαλεκτική λογική των αντιφάσεών της, που οδηγούν στην επαναστατική ανατροπή της και την  μετάβαση στον κομμουνισμό. Μ’ αυτόν τον τρόπο, το όπλο της κριτικής μπορεί να γίνει κριτική των όπλων της κοινωνικής επανάστασης κι οδηγός στην καθολική ανθρώπινη χειραφέτηση, την  πανανθρώπινη αταξική κοινωνία.

      Η μαρξική κριτική της πολιτικής οικονομίας  δεν είναι οικονομολογική υποκατηγορία του ιστορικού υλισμού αλλά υψηλό επίτευγμα, σχολείο και ενεργό πάντα εργοτάξιο έρευνας της υλιστικής ιστορικής διαλεκτικής, μιας φιλοσοφίας που υπερβαίνει διαρκώς τον εαυτό της αλλάζοντας τον κόσμο.

      Αυτοί που κατηγορούν τον Ρούμπιν για μεταφυσική προσέγγιση στην μαρξική θεωρία της αξίας ως του “μυστικού του κεφαλαίου” θέλουν να αγνοούν την προειδοποίηση του Λένιν: “ Είναι αδύνατο να καταλάβεις το Κεφάλαιο του Μαρξ και ειδικά το πρώτο κεφάλαιό του, χωρίς να έχεις μελετήσει διεξοδικά και καταλάβεις το σύνολο της Λογικής  του Hegel. Συνεπώς μισό αιώνα  αργότερα κανένας από τους μαρξιστές δεν κατάλαβε τον Μαρξ!![11]

     Ενάμιση αιώνα μετά η κατάσταση μάλλον δεν βελτιώθηκε και πολύ, ενώ όποιοι το επιχειρούν βρίσκονται διαρκώς στο στόχαστρο…

       Το περίεργο είναι ότι οι σταλινικοί “κριτικοί” στην κατηγορία 6  επισυνάπτουν   στον Ρούμπιν “νεοκαντιανισμό και απομάκρυνση από την διαλεκτική παράδοση του Χέγκελ”. Σίγουρα η εφήμερη συγκυρία επέτρεψε μια τέτοια διατύπωση, μια και            αργότερα όχι μόνον ο Ρούμπιν κουβαλάει το στίγμα του “χεγκελιανού” αλλά κι ο ίδιος ο Χέγκελ, μετά την ναζιστική εισβολή στην ΕΣΣΔ, κατηγορείται σαν “πρόδρομος του  Ναζισμού”!

       Η κατηγορία  περί “ νεοκαντιανισμού”, όσο φαιδρή κι αστήρικτη κι αν φαίνεται- ποτέ ο Ρούμπιν δεν αρνήθηκε την γνωσιμότητα του πράγματος καθεαυτό, όπως ο Καντ, ούτε την ύπαρξή του , όπως ορισμένοι νεοκαντιανοί, ενώ οι αναφορές και η               επιρροή του Χέγκελ είναι εμφανείς- έχει ένα στόχο: να τον εμφανίσει σαν φορμαλιστή για να στηριχτούν και οι άλλες κατηγορίες και προπαντός το πρώτο σκέλος της κατηγορίας 5 ότι “ υπερτονίζει την πλευρά των κοινωνικών σχέσεων και των μορφικών προσδιορισμών”. Η σταλινική “κριτική” στον Ρούμπιν πάνω απ’ όλα και πρώτα απ’ όλα  αφορά την προσέγγιση του Κεφαλαίου από την σκοπιά της θεωρίας της αξιακής μορφής ( value form theory) και των διαρκώς πολυπλοκότερων μορφικών προσδιορισμών του κεφαλαίου ως κοινωνικής σχέσης.

 

       Διαλεκτική της αξιακής μορφής

 

                 Ο μορφικός προσδιορισμός στον Ρούμπιν – και στον Μαρξ- δεν είναι ούτε επιβολή  από τα έξω πάνω σε ένα υλικό προεμπειρικών, υπερβατολογικών σχημάτων καντιανού τύπου ούτε εμπειρική   περιγραφή των εξωτερικών χαρακτηριστικών του αντικειμένου της γνώσης. Πρόκειται για την διαλεκτική των διαδοχικών  ουσιωδών μορφικών προσδιορισμών(Formbestimmungen des Wesens), όπως αυτή παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Επιστήμη της Λογικής (Wisssenschaft der Logik) του Χέγκελ ( βλ. το δεύτερο Βιβλίο της Ουσίας και το κεφάλαιο για το Απόλυτο Θεμέλιο[12] ) αλλά σε υλιστική βάση.

        Αφορά αυτό που ο Χέγκελ ονομάζει Στιγμή της Θεμελίωσης ( Moment der Grundbeziehung) , την αλληλοσυσχέτιση ( Wechselbeziehung) μορφής και ουσίας,    μέσα από την οποία προσδιορίζεται η ενότητα του Θεμελίου (Grund) και του Θεμελιωμένου(Begründete): το υπόστρωμα, “η βάση(Grundlage) διαφοροποιείται από την μορφή αλλά και γίνεται η ίδια ταυτόχρονα  Θεμέλιο και στιγμή της μορφής[13].

      Ας το δούμε συγκεκριμένα στον Μαρξ (και τον Ρούμπιν). Η έκθεση ων αποτελεσμάτων της επίπονης έρευνας ξεκινάει με το εμπόρευμα όχι σαν ένα τυχαίο εμπειρικό αντικείμενο αλλά ως την “ στοιχειώδη μορφή”(Elementarform) με την οποία παρουσιάζεται “ο πλούτος στις κοινωνίες όπου κυριαρχεί  ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής”, κατά την περίφημη εναρκτήρια φράση του Κεφαλαίου , και συνεπώς  ως η αναγκαία αφετηρία για να ανακαλυφθούν και να ξετυλιχθούν   οι συγκεκριμένες, ιστορικά-κοινωνικά προσδιορισμένες αντιφάσεις αυτού του τρόπου παραγωγής. “ Η εμπορευματική μορφή του προϊόντος  της εργασίας ή η αξιακή μορφή του εμπορεύματος”, θα γράψει ο Μαρξ στον Πρόλογο στην Α΄ Έκδοση του Κεφαλαίου είναι η “κυτταρική μορφή” (Zellenform) που η “ μικροσκοπική ανατομία” της είναι η μεθοδολογικά απαραίτητη  αφετηρία για την γνώση του συνολικού κοινωνικού οργανισμού.

        Η αξιακή μορφή έχει σαν ουσία, υπόσταση (Sunstanz) την αφηρημένη εργασία, την αποκρυστάλλωση του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου  παραγωγής του εμπορεύματος. Η στιγμή της θεμελίωσης στον Μαρξ, ενάντια στον Ρικάρντο που συγχωνεύει την αξία με μια ομοιογενή, αδιαφοροποίητη εργασία, είναι η αυτοαντίφαση της εργασίας,  ο  εσωτερικός διχασμός της  σε συγκεκριμένη και αφηρημένη στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Το ίδιο το Θεμέλιο διχάζεται και γίνεται ταυτόχρονα θεμέλιο και θεμελιωμένο, υλική ιστορική βάση  και στιγμή της μορφής των κοινωνικών καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, θεμελίωση της κυριαρχίας της αξιακής μορφής.

       Με αυτόν τον θεμελιώδη διχασμό ως κοινωνική πρακτική διαδικασία συντελείται η ριζική αναστροφή , η Verkehrung, η πραγμοποίηση των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους κι η προσωποποίηση των σχέσεων ανάμεσα σε πράγματα, ο περίφημος , τόσο παρανοημένος  αλλά καθοριστικός φετιχισμός, στον οποίο επανέρχεται ξανά και ξανά ο Μαρξ από το Πρώτο ως το Τρίτο Βιβλίο του Κεφαλαίου αλλά κι ο Ρούμπιν σε κάθε κεφάλαιο των Μελετών του πάνω στην μαρξική αξιακή και χρηματική θεωρία.

        “Ο φετιχιστικός χαρακτήρας του εμπορεύματος και το μυστικό του”,  το υποκεφάλαιο 4 με το οποίο ολοκληρώνεται το πρώτο κεφάλαιο του Πρώτου Βιβλίου του Κεφαλαίου, δεν είναι  συνεπώς κάποιο ιδεαλιστικό υπόλειμμα της επιρροής του Χέγκελ στον Μαρξ  που πρέπει να παραβλέψουμε( κατά την συμβουλή του Althusser). Ούτε πάλι  αποτελεί κάποιο “νοητικό λάθος”, μια κοινωνική “|ψευδαίσθηση”, οφθαλμαπάτη ή “ιδεολογία” σαν “ψευδής συνείδηση”. Η θεμελιώδης διαδικασία που αναπτύσσεται από τον φετιχισμό του εμπορεύματος κι από κει στον φετιχισμό του κεφαλαίου, με αποκορύφωμα το τοκοφόρο κεφάλαιο, το “απόλυτο φετίχ”, είναι ενεργός αντικειμενικότητα.

       Μιλώντας για το ίδιο το  “απόλυτο”, “αυτόματο φετίχ” του τοκοφόρου κεφαλαίου που φαίνεται να παρακάμπτει την παραγωγή,  ο Μαρξ γράφει στις Θεωρίες της Υπεραξίας: “  Είναι η αξία που αυτοαξιοποιείται, το χρήμα που φτιάχνει χρήμα και, μ’ αυτή την μορφή, δεν φέρει την παραμικρή ουλή της γέννησής του. Η κοινωνική σχέση  φτάνει στην τέλεια μορφή της ως σχέση του πράγματος με τον εαυτό του( χρήμα, εμπόρευμα)[14] 

        Με λακανικούς όρους , θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο φετιχισμός  δεν ανήκει στο Συμβολικό αλλά στο Πραγματικό.  Δεν εντοπίζεται στην σφαίρα της ιδεολογίας για να αντιμετωπιστεί και να νικηθεί με ιδεολογική πάλη  και μόνο αλλά είναι η θεμελιώδης κοινωνική-ιστορική σχέση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής που πρέπει να ανατραπεί στο υλικό έδαφος της ταξικής πάλης.

     Γι’ αυτό εξάλλου ο  ώριμος Μαρξ, πάλι στις Θεωρίες της Υπεραξίας[15], θα  αντιπαραθέσει  στην φετιχιστική Αντιστροφή, στην  Verkehrung, την geschictlliche  Umkehr, την “ιστορική Αναστροφή”- την κοινωνική επανάσταση .

 

    Ο Ρούμπιν και η σημερινή κρίση

 

     Τώρα, μετά από τις παραπάνω, εντελώς  συνοπτικές,  επισημάνσεις με άξονα το έργο του Ισαάκ Ιλίτς Ρούμπιν μπορούμε να επιστρέψουμε στο αφετηριακό μας ερώτημα: ποια είναι η επικαιρότητα του Ρούμπιν μπροστά στην σημερινή παγκόσμια καπιταλιστική κρίση;

     Πάλι εντελώς  συνοπτικά μπορούμε να επισημάνουμε τα εξής:

 

      Πρώτο και κύριο, με αφετηρία τον Μαρξ-και τον Ρούμπιν-  μπορούμε να συλλάβουμε την συγκεκριμένη, ιδιαίτερη φύση της παρούσας συστημικής κρίσης. Με την προσέγγιση από την σκοπιά της αξιακής μορφής, μπορούμε  να ξεφύγουμε από την επιφανειακή, άκριτη,  mainstream άποψη ότι πρόκειται για μαι χρηματοπιστωτική και μόνον κρίση που μπορεί να ξεπεραστεί με την επιβολή χρηματοπιστωτικών μέτρων και ρυθμιστικών κανόνων.

      Σίγουρα η τυραννία των “πιστωτών”, των διεθνών τοκογλύφων, των “αγορών” και των “θεσμών” του κυρίαρχου διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου κάνουν σήμερα περισσότερο από ποτέ επίκαιρα τα λόγια του Μαρξ:  με την “πλήρη αντικειμενοποίηση, αντιστροφή [Verkehrung] και παραφροσύνη  του κεφαλαίου ως τοκοφόρου κεφαλαίου- στην οποία, εντούτοις, εμφανίζεται  η εσώτερη φύση της καπιταλιστικής παραγωγής, η παραφροσύνη[της] με την πιο απτή μορφή της-” παρουσιάζεται “ ένας Μολώχ που απαιτεί σαν θυσία  ολόκληρο τον κόσμο σαν να του ανήκε δικαιωματικά, και του οποίου οι νόμιμες  απαιτήσεις , οι προερχόμενες από την ίδια του την φύση, ποτέ, παρόλα αυτά΄, δεν εκπληρώνονται και πάντοτε ματαιώνονται από μια μυστηριώδη μοίρα[16]

      Ο ίδιος Μαρξ πιο πάνω επιτίθεται δριμύτατα  στην επιπόλαιη κριτική στον Μολώχ κι η οποία, μιλάει μάλιστα και στο όνομα του “σοσιαλισμού”: “… η επιπόλαιη κριτική- με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που θέλει [να διατηρήσει] τα εμπορεύματα και πολεμάει μόνο το χρήμα- τώρα στρέφει την σοφία της και τον μεταρρυθμιστικό της ζήλο ενάντια στο τοκοφόρο κεφάλαιο χωρίς να θίγει  την πραγματική καπιταλιστική παραγωγή, επιτιθέμενη μόνο σε μια από τις συνέπειές της[17]

       Η παγκόσμια κρίση , κατά τον Μαρξ “ πρέπει να βλέπεται ως η πραγματική συγκέντρωση και βίαιη προσαρμογή όλων των  αντιφάσεων της αστικής οικονομίας[18] όταν το κεφάλαιο προσκρούει στα εσωτερικά του όρια και όριο του κεφαλαίου γίνεται το ίδιο το κεφάλαιο. Συνεπώς  πρέπει να βλέπεται  ως κρίση της ίδιας τη αξιακής μορφής. Από αυτήν την σκοπιά, έχουν δίκιο,  οι Γερμανοί  Lohhoff και Trenkle της ομάδας  Krisis να προσδιορίζουν την παρούσα παγκόσμια καπιταλιστική κρίση ως  Die grosse Entwertung[19]Η Μεγάλη Απαξίωση.

       Εάν η αξιακή μορφή ως κυρίαρχη ρυθμιστική  αρχή του καπιταλισμού βρίσκεται σε οριακή κρίση, τότε η λύση δεν είναι να την “ρυθμίσεις” αλλά να την υπερβείς. Να ανατρέψεις και να υπερβείς την ίδια την αστική κοινωνία για να αρχίσει η διαδικασία απονέκρωσης της αξιακής μορφής και των εμπορευματικών-χρηματικών σχέσεων, όπως επέμεναν ο Πασουκάνις και ο Ρούμπιν- αλλά και ο Λέων Τρότσκυ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Να εγκαινιαστεί δηλαδή η επαναστατική μετάβαση στον κομμουνισμό.

      Κατόπιν τούτων, με την προσέγγιση από την σκοπιά της θεωρίας της αξιακής μορφής  γίνεται φανερό, καθώς η αξιακή και η χρηματική θεωρία είναι αλληλένδετες, ότι η λύση στην κρίση δεν  μπορεί να είναι η περιορισμένη αλλαγή της  νομισματικής μορφής του χρήματος : γιατί μέσα σ’ αυτήν  εμπεριέχονται και διατηρούνται οι αντιφάσεις της εμπορευματικής μορφής, του “κύτταρου” από το οποίο προέρχεται όλος ο καπιταλιστικός κοινωνικός οργανισμός.

        Η  επαναστατική υπέρβαση της αξιακής μορφής κι η μεταβατική διαδικασία  απονέκρωσης  των εμπορευματικών-χρηματικών σχέσεων και της αξίας,όπως εξάλλου και του Κράτους και του δικαίου, αν και μπορεί να ξεκινήσει σε εθνικό επίπεδο, δεν μπορεί ποτέ να ολοκληρωθεί στα όρια μίας και μόνο χώρας.

       Ας θυμηθούμε πάλι τον Μαρξ: “ Η καπιταλιστική παραγωγή  στηρίζεται πάνω στην αξία ή την μεταμόρφωση  της εργασίας που ενσωματώνεται στο προϊόν σε κοινωνική εργασία, Αλλά αυτό είναι μόνον δυνατόν  στη βάση  του εξωτερικού εμπορίου και της παγκόσμιας αγοράς. Αυτή είναι ταυτόχρονα η προϋπόθεση και το αποτέλεσμα της καπιταλιστικής παραγωγής[20]

        Αν η μεταμόρφωση της αφηρημένης εργασίας σε κοινωνική και κυρίαρχη συντελείται στο παγκόσμιο επίπεδο , σ’ αυτό το επίπεδο δημιουργούνται και οι προϋποθέσεις μιας νικηφόρας αναμέτρησης και τελικής υπέρβασης της αξιακής μορφής.

      Η φετιχιστική καπιταλιστική Αντιστροφή των ανθρώπινων σχέσεων που δημιουργεί τον Μολώχ των “διεθνών αγορών” μπορεί να αντιμετωπιστεί και να νικηθεί μόνο με αυτό που ο Μαρξ ονόμαζε  Ιστορική Αναστροφή- ή, με άλλα λόγια,  παγκόσμια διαρκή επανάσταση.

 

 

                                                               17-18 Φεβρουαρίου 2016



[1]   I.I Rubin, Essays on Marx’s Theory of Value, Detroit 1972.

[2]          Christopher J. Arthur , The New Dialectic and Marx’s Capital, Brill 2004  σ.11

[3]          Ισαάκ Ιλίτς Ρούμπιν, Μελέτες για τη θεωρία του χρήματος του Μαρξ , Εκτός Γραμμής 2015

[4]   ό. π. π.  σ. 12

[5]   Μελέτες... ό. π. π. σ. 39

[6]   ό. π. π.  σ. 56

[7]   ό. π. π.  σ.45

[8]   Στο ίδιο

[9]   ό. π. π.  κεφάλαιο  ΙΙΙ σ. 63 και εξής

[10] Βλ.. ό, π. π.  σ. 29-30

[11] V.I. Lenin, Philosophical Notebooks,  Collected Works , Progress- Μόσχα 1980  τόμος 38 σ. 180

[12] Βλ. ιδιαίτερα  G.W.F. Hegel,  Wisssenschaft der Logik II Felix Meiner Verlag1975 σ.68

[13] Στο ίδιο

[14] Editions Sociales Ι σ. 538

[15] Ό. π. π.  ΙΙΙ σ.318

[16] Κ.Marx, Theories of Surplus Value, MECW τ.32 σ. 453 Οι υπογραμμίσεις του Μαρξ

[17] ό. π. π.  σ.452-453

[18] ό. π. π.  σ.140. Υπογράμμιση δική μας

[19] UNRAST Verlag 2012

[20] Theories of Surplus Value,III ,  Progress- Μόσχα 1975  σ. 253