ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΑΧΑΙΡΑΣ: «ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΛΑΝΟΛΕΥΚΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ ΠΟΥ ΣΚΕΠΑΖΕ ΤΗ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟ»

[Η  πρώτη γνωριμία μας και η Μακρόνησος]
του Βαγγέλη  Σακκάτου

Περάσαμε πολύ καιρό στο Μακρονήσι,
κοιμηθήκαμε μάγουλο με μάγουλο με το θάνατο,
πολλοί αφήσανε εκεί τα κόκαλά τους.
Πολλοί αφήσανε τα πόδια τους, τα χέρια τους.
Πολλοί τώρα περπατάνε με δεκανίκια,
πολλοί δεν περπατάνε καθόλου,
πολλοί φωνάζουν τις νύχτες στον ύπνο τους,
πολλοί δεν έχουν καθόλου μιλιά,
πολλοί δεν μπορούν πια να δουν,
πολλοί δεν μπορούνε πια να καταλάβουν
    τη φωνή της μάνας τους.
Όλο το φταίξιμό μας είναι που αγαπάμε,
    όπως και εσύ Ζολιό,
    τη Λευτεριά
    και την Ειρήνη

Γιάννης Ρίτσος
(από το “Γράμμα στο Ζολιό Κιουρί”).

Η εφημερίδα “ΜΑΧΗ” παράνομη στην κατοχή, όργανο της ΕΛΔ, ενός από τα κόμματα του συνασπισμού κομμάτων του ΕΑΜ, και μεταπολεμικά εβδομαδιαία, όργανο του ΣΚ-ΕΛΔ, ως τα μέσα του Φλεβάρη του 1950 που έγινε καθημερινή, ανάλαβε τότε, παραμονές των εκλογών της 5ης Απριλίου 1950, μια μεγάλη εκστρατεία για την κατάργηση του αίσχους της Μακρονήσου. Τότε, συγκροτήθηκε ο εκλογικός συνασπισμός της Αριστεράς, Δημοκρατική Παράταξη, Ένωση Δημοκρατικών Αριστερών (Σοφιανόπουλος), Κόμμα Αριστερών Φιλελευθέρων (Νεόκοσμος Γρηγοριάδης) και Σοσιαλιστικό Κόμμα – ΕΛΔ* (Σβώλος-Τσιριμώκος). Η καθημερινή πια “Μάχη”, τέθηκε στην υπηρεσία της Δ.Π.

Την καμπάνια για την κατάργηση της Μακρονήσου την είχε αναλάβει ο Ευάγγελος Μαχαίρας, δικηγόρος, διοικητής μεγάλων μονάδων του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου στην Kατοχή, που είχε περάσει από τις φυλακές της Τρίπολης και του Πειραιά και τις εξορίες της Ικαρίας και της Μακρονήσου, είχε άμεση γνώση και εξακολουθούσε να είναι υπόδικος.

Τότε βρέθηκα και εγώ εκεί, απ’ αφορμή τις εκλογές και σε λίγο άρχισα να γράφω στο εργατικό ρεπορτάζ. Εκεί πρωτογνωρίστηκα με τον Βαγγέλη Μαχαίρα.

Η Μακρόνησος ήταν το χειρότερο ελληνικό κολαστήριο, στρατόπεδο συγκέντρωσης -υπήρχαν και άλλα συναγωνιστικά της σε βαρβαρότητα, όπως τα Γιούρα, που σε σχέση με τα χιτλερικά στρατόπεδα, η διαφορά ήταν μόνο ποσοτική. Μόνο τα μεγέθη διαφέρανε. Οι εγκληματικές διάνοιες που τα φαντάστηκαν και τα υλοποίησαν, δεν είχαν τίποτε να ζηλέψουν από τις χιτλερικές όμοιές τους. Μόνο ως προς τους αριθμούς των θυμάτων διαφέρουν.

“Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε”, (Θανάσης Χατζής), θα έπρεπε να πνιγεί μέσα στο αίμα της, για να κάμουν οι καταπιεζόμενοι της Ελλάδας πολλές δεκαετίες να ξανασηκώσουν κεφάλι. Και η αφηνιασμένη νικηφόρα ελληνική αντίδραση, οργίασε κυριολεκτικά με ακατονόμαστα εγκλήματα κατά του Ελληνικού Λαού. Έτσι, παράλληλα με τον εμφύλιο, που τα ξένα αφεντικά και οι ντόπιοι υποτακτικοί τους τον προκάλεσαν με την αχαλίνωτη τρομοκρατία και τον επέβαλαν για να τον κερδίσουν, δοκιμάζοντας (τα αμερικάνικα ναπάλμ στο Βίτσι και στο Γράμμο και να πνίξουν μ’αυτά στη συνέχεια τον ηρωϊκό λαό του Βιετνάμ και τη χώρα του με εκατομμύρια τόνους απ’αυτά, έτσι που να είναι αδύνατη η βελτίωση της οικολογικής της κατάστασης για αιώνες, και ενώ τα έκτακτα στρατοδικεία τους δούλευαν νυχθημερόν ως θανατοδικεία, συνεπικουρούμενα και από τα μεταβαρκιζιανά κακουργοδικεία, με μοναδικό κριτήριο αν τα θύματά τους θα αποκήρυχναν ή όχι τις ιδέες και τις αρχές τους, οργάνωσαν και τα κολαστήρια, τα στρατόπεδα στρατιωτικών και πολιτικών κρατουμένων, φυλακισμένων και εξόριστων, που δίπλα στις υπερπλήρεις φυλακές -τα παλιά κάτεργα των τουρκικών και των ενετικών φρουρίων- συμπλήρωναν την εικόνα μιας ηττημένης επανάστασης και ενός αλυσοδεμένου ελληνικού λαού.

Το πιο… περιώνυμο απ’ αυτά τα “Ιδρύματα Αναμόρφωσης” ήταν η Μακρόνησος, το Μακρονήσι.

Το ΟΓ’ ψήφισμα του 1949, περί “Αναμορφωτηρίων” που με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου μετάτρεψε τη Μακρόνησο σε μόνιμο θεσμό, “ριζικά αντίθετον προς τις στοιχειώδεις δημοκρατικές αρχές”, χαιρετίστηκε από την ελληνική και την παγκόσμια αντίδραση ως ελπιδοφόρα “λύση” που θα πρέπει να εφαρμοστεί παντού. Κανελλόπουλοι τε και Τσάτσοι, Σπυρομελάδες τε και Κορομηλάδες, Μυριβίλιδες, Κωνσταντόπουλοι τε και Παπακωνσταντίνοι, κι από κοντά κι η Κοτοπούλη, μαζί με αμερικανούς δημοσιογράφους αλλά Σουλτσμπέργκερ, προέδρους του ΔΕΣ όπως ο Λαμπέρ, Ρέντιδες, Στράτους, Βεντήριδες, Χριστόφορους Τσιγάντιδες, αρχιεπισκόπους και μητροπολίτες, με καπάκι τον αμερικανό στρατηγό Βαν Φλήτ, που έστειλε ευχαριστήριο μήνυμα στον διοικητή της Μακρονήσου Μπαϊρακτάρη, και όλοι μαζί επαινούσαν διθυραμβικά το “μέγα έργο”, που φώτιζε ξανά την ανθρωπότητα, όπως άλλοτε ο Παρθενώνας. Κι ακόμα, ο αντιπρόεδρος της Βουλής των Λόρδων, συνιστούσε απερίφραστα την επανάληψη του πειράματος σε πολλές άλλες χώρες και η αμερικάνικη αρμοστεία της Γερμανίας, με τηλεγράφημά της στις 11.09.1950 προς την εδώ πρεσβεία τους, ζητούσε πληροφορίες για το πρόγραμμα και τις μεθόδους “αναμόρφωσης” της Μακρονήσου, «προκειμένου να τις εφαρμόσουν σε στρατόπεδο “αναπροσανατολισμού” που θα οργάνωναν για τους εγκάθετους (πιθανώς εγκάθιρκτους) νεαρούς Γερμανούς κομμουνιστές». (Παράθεση από το βιβλίο του Μαχαίρα.)

Μέσα σ’αυτές τις συνθήκες “κοινοβουλευτικής” πάντα “δημοκρατίας”, η “ΜΑΧΗ” από το καλοκαίρι ακόμα του 1949, άνοιξε πολεμική για την κατάργηση του κολαστηρίου.

Ο Βαγγέλης Μαχαίρας, ο θρυλικός καπετάν Μαχαίρας του ΕΛΑΣ της Πελοποννήσου, που πέρασε από τα διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τις φυλακές και από τη Μακρόνησο και από εκεί μεταφέρθηκε στην Τρίπολη με σκοπό την εξόντωσή του από το θανατοδικείο της κατά τον ίδιο, που όμως δεν επιτεύχθηκε λόγω διεθνών κινητοποιήσεων για τη σωτηρία του και εγκαταλείποντας το εκεί δικηγορικό γραφείο του, ήλθε στην Αθήνα.

Κατέληξε στη σύνταξη της “ΜΑΧΗΣ” και σε λίγο ανάλαβε την εκστρατεία, με υπόδειξη του αρχισυντάκτη της εβδομαδιαίας και μετά διευθυντή της καθημερινής της έκδοσης και μετρ της ελληνικής δημοσιογραφίας, γραμματέα του ΕΑΜ δημοσιογράφων Γιώργου Καράτζα, για την κατάργηση της Μακρονήσου. Το ξεκίνησε κάτω απ’ το σλόγκαν: «ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΛΑΝΟΛΕΥΚΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ ΠΟΥ ΣΚΕΠΑΖΕ ΤΗ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟ».

Αυτό το σλόγκαν θα διατηρηθεί για καιρό, από προεκλογικά, πριν από τις 5 του Μάρτη του 1950, ως το τέλος του καλοκαιριού της ίδιας χρονιάς και κάτωθέ του θα δημοσιευθούν σημεία και τέρατα, πράξεις και εγκλήματα που δεν μπορεί να συλλάβει και η πιο νοσηρή εγκληματική φαντασία.

Οι δίκες που ακολούθησαν για “διασπορά ψευδών ειδήσεων”, δεν είχαν αρχή και τέλος. Στο “σκαμνί” καθόταν μόνιμα ο διευθυντής της “ΜΑΧΗΣ”, ο Γιώργος Καράτζας, παλιός διευθυντής της “Πρωίας”, απ’ όπου αναδείχτηκε και ο Βάρναλης ως χρονογράφος και ο διαχειριστής της ΜΑΧΗΣ Γιάννης Σπυριδάκης, που δήλωνε στο κασσέ των υπευθύνων της ως υπεύθυνος τυπογραφείου, για να μην τραβάνε τους τυπογράφους.

Θυμάμαι σαν να είναι τώρα το γράμμα του Πολύβιου Κουτσόγεωργα, που τον φέρανε από τη Μακρόνησο από το σύρμα των “αμετανόητων” (ΕΣΑΪ)*, που ανάφερε ανάμεσα σε άλλα και για τον κτηνώδη βασανισμό του αείμνηστου εμποροπλοίαρχου Δημήτρη Τατάκη, που άφησε τα κόκαλά του στη Μακρόνησο από τα βασανιστήρια, και των άλλων της ομάδας των “αμετανοήτων” που ο Μαχαίρας το δημοσίευσε πρωτοσέλιδο και ολοσέλιδο με τον τίτλο “Βασανίζομαι”.

Φυσικά η δίωξη δεν άργησε ενάντια στον Κουτσόγεωργα και στην εφημερίδα. Οι δίκες γινόταν στο πρώτο τριμελές πλημμελειοδικείο της Αθήνας, στο μέγαρο του Αρσακείου, εκεί που είναι σήμερα το Σ.τ.Ε.

Προηγούμενα η “ΜΑΧΗ” είχε παραπεμφθεί για ανάλογο δημοσίευμα στις 29.02.1950 στο στρατοδικείο. Αλλά με το τέλος του εμφυλίου και την άρση του Στρατιωτικού Νόμου στις 21.12.1949 και την αναστολή του Γ’ Ψηφίσματος από 13/17.01.1950, η ΑΣΔΑΝ έστειλε έγγραφο προς το Πρωτοδικείο της Αθήνας, προκειμένου η υπόθεση να εκδικαστεί από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο.

Έτσι ακολούθησε σήριαλ δικών από αυτό το δικαστήριο για την Μακρόνησο εναντίον της ΜΑΧΗΣ.

Η πρώτη δίκη, με κατηγορούμενους τους Η.Τσιριμώκο, πολιτικό διευθυντή της που στο μεταξύ είχε εκλεγεί βουλευτής με τη Δ.Π., Γιάννη Τσιριμώκο-Μαρή, γραμματέα σύνταξης και Γιάννη Σπυριδάκη, υπεύθυνο τυπογραφείου, της εβδομαδιαίας “ΜΑΧΗΣ”, που είχε οριστεί για τις 29 του Μάρτη 1950, αναβλήθηκε λόγω μη προσέλευσης των μαρτύρων κατηγορίας. Από τη διοίκηση της Μακρονήσου, ο διοικητής ταξίαρχος Μπαϊρακτάρης και οι συν αυτώ, αλλά και οι πρόεδροι του ΔΣΑ, αποτυχόντος υποψηφίου βουλευτή του Λαϊκού Κόμματος, του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών και του Εμπορικού Επιμελητηρίου Αθηνών, που διατάχτηκε η βιαία προσαγωγή τους.

Ακολουθούνε δύο ακόμη δίκες της στις 2 και στις 22 του Μάη του 1950, αυτή για το γράμμα του Κουτσόγεωργα, που αναβάλλονται για τους ίδιους λόγους.

Η δίκη για το γράμμα του Κουτσόγεωργα θα επαναληφθεί στις 5 Ιουνίου 1950. Κατηγορούμενος, ο επιστολογράφος και οι Γ. Καραντζάς και Γιάννης Σπυριδάκης, υπεύθυνοι της “ΜΑΧΗΣ”. Σ’ αυτή τη δίκη ήλθαν κάποιοι από τους μάρτυρες κατηγορίας του μηχανισμού βασανιστηρίων και προπαγάνδας της Μακρονήσου, που τρεις απ’ αυτούς, οι κυριότεροί τους όμως, μετατραπήκανε μπροστά στο δικαστήριο και στο ακροατήριο στους πιο σκληρούς κατήγορους του κάτεργου, π.χ. ο στρατιώτης Μιχάλης Προβατάς, του γραφείου “Ηθικής Αγωγής” Μακρονήσου, που όταν ερωτάται από τον πρόεδρο αν είναι αληθή τα αναφερόμενα στην επιστολή Κουτσόγεωργα, απαντάει:

-«Δεν είναι αληθινά. Γιατί κανένας, ούτε η επιστολή Κουτσόγεωργα, ούτε η πένα του Καράτζα, μπορούν να περιγράψουν όσα γίνονται στη Μακρόνησο! Είδα την κατάσταση και σας πληροφορώ ότι γίνονται πολύ χειρότερα».
– Πρόεδρος: «Ποιός έκανε τα βασανιστήρια, η διοίκηση των φυλακών ή η φρουρά;»
– Προβατάς: «Οι άνδρες της φρουράς οι οποίοι έπαιρναν διαταγές από τη διοίκηση».
Και τελειώνοντας την κατάθεσή του δηλώνει πως: «Στη Μακρόνησο δεν υπάρχουν Ελεύθεροι Άνθρωποι».
Η αίσθηση στο ακροατήριο ήταν μεγάλη.

Στη συνέχεια κατονομάζει βασανιστές.

Στο ίδιο πνεύμα ήταν και η κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας ανθυπολοχαγού Ι. Παπαγεωργίου, ο οποίος είπε πως είχε γράψει και βιβλίο με ύμνους για τη Μακρόνησο με βάση τα δημοσιεύματα του τύπου, αλλά, επί λέξει: «Όταν τοποθετήθηκα εκεί και έμαθα τι είχε γίνει, άρχισα να ντρέπομαι για όσα είχα γράψει».

Για τους μάρτυρες κατηγορίας, τον “αναμορφωτή” Αθανασάκο, κατάδικο του κοινού ποινικού δικαίου με 4½ χρόνια φυλακή, που ενώ εξέτιε την ποινή του διορίζεται στη Μακρόνησο διευθυντής του γραφείου “Ηθικής Αγωγής” των ανήλικων κρατούμενων και τον αρχιφύλακα της Αστυνομίας Μονάδος Ν. Βλαχιώτη, ουδέποτε γίνανε βασανιστήρια και ήταν όλα ρόδινα.

Η δίκη αναβάλλεται και πάλι, λόγω μη προσέλευσης κάποιων εκ των μαρτύρων κατηγορίας και επαναλαμβάνεται στις 5.7.1950, όπου, ύστερα από διεξοδική διαδικασία και παρά το ότι απουσιάζουν και πάλι μάρτυρες κατηγορίας, η ΜΑΧΗ δεν αθωώνεται πανηγυρικά -θα πήγαινε πολύ- αλλά “απαλλάσσεται λόγω αμφιβολιών”.

Ο μάρτυρας κατηγορίας Ηρακλής Μποζαντζίδης είπε ότι: «όλα όσα εδημοσιεύθησαν στη “Μάχη” με την επιστολή Κουτσόγεωργα και αργότερα, μόνο ένα μικρό τμήμα της πραγματικότητας αποδίδουν».

Και ο Σωκράτης Φαληρέας*, καταδικασμένος σε θάνατο για τη δράση του στην Εθνική Αντίσταση, δήλωσε πως «ότι είδε κι έπαθε στη Μακρόνησο ήταν χειρότερα απ’το θάνατο».

Μετά την προτελευταία δίκη, ο Κουτσόγεωργας εξαφανίζεται και είπαν πως δραπέτευσε από την αίθουσα του δικαστηρίου. Ο δικηγόρος του όμως Τρ. Σωτηράκος παρέστη και στην τελευταία δίκη και ήταν καταπέλτης κατά του καθεστώτος της Μακρονήσου.

Όλες τις δίκες της “Μάχης” στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών για τη Μακρόνησο τις παρακολούθησα προσωπικά.

Αυτό το βιβλίο του Βαγγέλη Μαχαίρα “ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΛΑΝΟΛΕΥΚΟ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ. Μακρόνησος, Γιούρα και άλλα κάτεργα”, εκδόσεις Προσκήνιο, Άγγελος Σιδεράτος, με πρόλογο Γιώργου Πετρόπουλου, Αθήνα 1999, σελίδες 471, μεγάλου σχήματος, είναι ένας πανδέκτης εκείνης της τρομερής και φρικτής εποχής, εκείνης της φρίκης, εκείνης της συμφοράς.

Ότι σας ανάφερα μέχρι τώρα, υπάρχουν διεξοδικά εκτεθειμένα από το συγγραφέα, όπως δημοσιεύτηκαν τότε στη ΜΑΧΗ, όλα τα σχετικά στοιχεία, τα πρακτικά των δικών, πολλές λίστες με ονόματα κρατουμένων, ανδρών και γυναικών, αλλά και ανηλίκων παιδιών διαλυμένων αριστερών οικογενειών, που είχαν μεταφερθεί εκεί για “εθνική αναμόρφωση” από το “Αναμορφωτήριο Ανηλίκων Κηφισιάς”. Όλοι όσοι περάσανε από αυτό το απαίσιο, κολαστήριο αριθμούνται σε δεκάδες χιλιάδες.

Ο ίδιος ο Μαχαίρας επισκέφθηκε τα θύματα των βασανισμών στο Δαφνί, στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο και στη “Σωτηρία” και έγραψε συγκλονιστικά ρεπορτάζ. Εκτός από τη Μακρόνησο, στο βιβλίο αυτό συμπεριλαμβάνονται και τα άλλα κάτεργα, τα Γιούρα, που αργοπέθαιναν κάτω από αφάνταστα βασανιστήρια, την πείνα, τη δίψα και το κρύο 10.000 κρατούμενοι, που ενώ ζήταγαν νερό, στάλθηκε στρατός για να καταστείλει τη “στάση” τους, επιδιώκοντας ανάλογη προβοκάτσια με αυτή της Μακρονήσου της Κυριακής 29/2ου και Δευτέρας 1ης/3ου του 1948, όταν δολοφόνησαν εν ψυχρώ στη γνωστή χαράδρα της πάνω από 100 κρατούμενους φαντάρους και τραυμάτισαν σοβαρά πάνω από 400.

Μερικούς από τους νεκρούς τους έθαψαν στο Λαύριο, ανακοίνωσαν μόνο 19, και τους άλλους, τους πολλούς, σύμφωνα με ομολογία καπετάνιου καϊκιού μετά τη μεταπολίτευση, τους έβαζαν σιδερένια βαρίδια στα χέρια και στα πόδια και τους φουντάριζαν στη θάλασσα, έξω στα ανοιχτά. Ο καπετάνιος ήταν ο μεταφορέας των πτωμάτων με το καΐκι του. Και μετά το έγκλημα, για τη συγκάλυψή του, περάσανε και κάποιους από στρατοδικείο για στάση.

Εκτός από τη Μακρόνησο και τα Γιούρα, η χώρα μας πάντα και ιδιαίτερα τότε, ήταν γεμάτη δεσμωτήρια, τρομερά μπουντρούμια, φρικτά κάτεργα-φυλακές όπως το Ίτς Καλέ του Ναυπλίου, το Ιτζεδίν και το Καλάμι της Κρήτης, της Κέρκυρας και τ’ Αργοστολιού της Κεφαλονιάς που καταστράφηκαν με τους μεγάλους σεισμούς του 1953 ενώ ήταν γεμάτες κρατούμενους, κι απέναντι, στο νεκροταφείο του Δράπανου ήταν ο συνήθης τόπος των εκτελέσεων, στην Κέρκυρα ήταν στο Λαζαρέτο, στο ωραίο νησάκι μες στο λιμάνι, της Ζακύνθου, της Κορίνθου, των Καλαμών, της Τρίπολης, της Ακροναυπλαίας και της Αθήνας, του Πειραιά, των Θηβών, της Χαλκίδας, της Λειβαδιάς, της Άμφισσας, της Λαμίας, των Τρικάλων, της Λάρισας, των Ιωαννίνων, του Επταπυργίου Θεσσαλονίκης, οι γυναικείες του Κάστορος στον Πειραιά, κ.λπ.

Σ’ όλες αυτές αναφέρεται, σ’ άλλες διεξοδικά και σ’ άλλες περιληπτικά ο Μαχαίρας, κάτω από τον γενικό τίτλο: “Τα άλλα κάτεργα”, σε δημοσιεύσεις του στη ΜΑΧΗ από 20.8ου μέχρι 4.9ου 1950.

Ιδιαίτερη αναφορά κάνει στα Τμήματα Μεταγωγών και στο Τ.Μ. Αθήνας, που τα κρατητήριά του είναι “στίγμα, αίσχος και όνειδος”, όπως γράφει επί λέξει, ζητώντας την κατάργηση “κάθε υπόγειου κρατητηρίου”.

Το βιβλίο αυτό αποτελεί το μαρτυρολόγιο του Ελληνικού Λαού και της χαμένης επανάστασής του, αλλά και Ιστορικό Μνημείο, που περιέχει, εκτός των άλλων, και μακροσκελείς καταλόγους, όπως προανάφερα, των ονομάτων των δεσμωτών της Μακρονήσου.

Η εισαγωγή του συγγραφέα, σελίδες 37-47, είναι ένα πολύ δυνατό και μεστό ιστορικό κείμενο, πολύ πυκνό, που περιέχει με χρονολογική σειρά τα πάντα μέσα στις 10 σελίδες του.

Και το “Αντί προλόγου” κείμενό του κλείνει με τα λόγια: «Οι φυλακές μέχρι σήμερα είναι χώροι απαράδεκτοι από κάθε άποψη (κτίρια, συνωστισμός, συσσίτιο, καταπίεση, κ.λπ.). Είναι μια ντροπή που συνεχίζεται μέχρι σήμερα με άλλους τρόπους. Και αυτό το κεφάλαιο του βιβλίου δεν μπορούσε να έχει άλλο τέλος από την υπενθύμιση της αξίωσης του βασανισμένου Ελληνικού Λαού Όχι άλλα κάτεργα!». Έτσι τελειώνει…

Και μόνο αυτό το έργο του Βαγγέλη Μαχαίρα, αυτή η δημοσιογραφική του έρευνα, θα αρκούσε για να τον καταξιώσει σαν έναν από τους πιο σημαντικούς χρονικογράφους – ιστορικούς συγγραφείς του καιρού μας.

Δεν θα πρέπει ακόμα να παραλείψουμε να πούμε, πως ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Πλαστήρα και υπουργός Δημόσιας Τάξης Γ. Παπανδρέου διέταξε τη Γεν. Ασφάλεια να ξανασυλλάβει τους “κατ’ οίκον” νοσηλευόμενους με ψυχικά και σωματικά τραύματα και να επανεγκλειστούν στη Μακρονήσου. 55 βρέθηκαν παρόντες, 33 μεταφέρθηκαν και πάλι στη Μακρόνησο.

Από τους πολιτικούς κρατούμενους της Μακρονήσου, όταν αυτή καταργήθηκε ως στρατόπεδο πολιτικών κρατουμένων, οι 3.000 μεταφέρθηκαν στον Άη Στράτη. Αυτοί δεν απελευθερώθηκαν ούτε από τις “δημοκρατικές” κυβερνήσεις του… “Γέρου της Δημοκρατίας”, αλλά το 1965 από την κυβέρνηση των “Αποστατών”. Δηλαδή μείνανε στο βράχο του Άη Στράτη, χωρίς καταδικαστική απόφαση, με διοικητικά μέτρα ακόμα 15 χρόνια. Αυτός ήταν ο “Γέρος της Δημοκρατίας”. Ως υπουργός της Δ. Τάξης τότε, το 1950, χαρακτήριζε τις δολοφονίες και τα βασανιστήρια της Μακρονήσου ως υπερβολές και συκοφαντίες, βλαπτικές για τη χώρα μας, όταν οι “γνήσιοι Έλληνες” και του χώρου του, μίλαγαν για “νέους Παρθενώνες”, “εθνικό σχολείο”, “Αναμορφωτήριο ψυχών” και “φιλανθρωπικό κατάστημα”, που φρόντιζε για τη σωτηρία της ελληνικής νεολαίας. […]
    
Βαγγέλης Σακκάτος
Συγγραφέας – Δημοσιογράφος
Πρόεδρος της Επιτροπής Ειρήνης Καισαριανής

(Ομιλία του Β.Σ. σε τιμητική εκδήλωση της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών για τον Ευάγγελο Μαχαίρα, 12.2.2014).
*   ΕΛΔ: Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας.
*   ΕΣΑΪ: Ειδικό Σύρμα Αμετανόητων Ιδιωτών.
*     Υπήρξαμε συγκρατούμενοι στα Μεταγωγών Αθήνας και Πειραιά τον Ιούλη του 1954. Βλέπε και το βιβλίο μου: «Στρατιώτης Β’ κατηγορίας. Επικίνδυνος γ’ κατηγορίας», Β’ έκδοση. Εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ, 2007, σελίδες 260-264.  Β.Σ.